Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Τι μας επιφυλάσσουν οι «δραχμολάγνοι»


Διαβάζω και ξαναδιαβάζω μια πρόσφατη συνέντευξη ενός από τους θεωρούμενους ως ιδεολογικούς «γκουρού» της ριζοσπαστικής  αριστερής σκέψης που ρέπει προς τη «δραχμολαγνεία» και ειλικρινά αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν τα ίδια πράγματα, που εκείνος περιγράφει ως συνέπειες από την (οικειοθελή, κατά τον ίδιο) έξοδο από το ευρώ και επιστροφή στο παλαιό μας νόμισμα, τα έλεγε ένας «κλασσικός» πολιτικός.

Θυμάμαι, για παράδειγμα, τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν όταν, πριν από μερικούς μήνες, η Ελληνίδα Επίτροπος Μαρία Δαμανάκη προειδοποίησε για τα σενάρια έξωσης της χώρας από την ευρωζώνη που απεργάζονται κύκλο των Βρυξελλών, ή το σάλο που ξέσπασε όταν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θεόδωρος Πάγκαλος μίλησε για την –αλά Αργεντινή- επαπειλούμενη μαζική έφοδο του κοινού στις τράπεζες, έπειτα από μια ενδεχόμενη κυβερνητική απόφαση για στάση πληρωμών.

«Η έξοδος από το ευρώ θα µας βγάλει από την παγίδα της ΟΝΕ, θα τονώσει την εγχώρια παραγωγή και τις εξαγωγές, θα επιτρέψει την ανάκτηση ελέγχου στα εργαλεία οικονομικής πολιτικής», υποστηρίζει ο καθηγητής στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Μελετών (SOAS) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου Κ. Λαπαβίτσας, «οικονομολόγος από τον χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς», όπως προσδιορίζεται από την εφημερίδα («Βήμα», 27/11/2011) που φιλοξένησε συνέντευξή του, το περιεχόμενο της οποίας δεν διαφέρει από άλλες δημόσιες παρεμβάσεις του ίδιου και άλλων ομοϊδεατών του.

«Βραχυπρόθεσμα θα είναι οικονομικό σοκ, αλλά προσφέρει την προοπτική ταχείας ανάκαμψης», διευκρινίζει ο ίδιος και κατόπιν εξηγεί με -μάλλον σκόπιμες- γενικότητες τη μορφή που θα λάβει αυτό το «οικονομικό σοκ». Παρά ταύτα, όμως, τα λόγια του είναι, νομίζω, αποκαλυπτικά για τις συνέπειες που θα επέλθουν από αυτό που περιγράφεται ως «αθέτηση πληρωμών µε λογιστικό έλεγχο και επιβολή όρων στους δανειστές»!

«Θα πρέπει αμέσως να τεθούν οι τράπεζες υπό δημόσια ιδιοκτησία µε εγγύηση των καταθέσεων. Παράλληλα θα ανασταλούν οι δραστηριότητές τους για μερικές ημέρες. Όταν θα ξανανοίξουν, θα έχουν ήδη μετατρέψει καταθέσεις αλλά και δάνεια που υπόκεινται στην ελληνική νομοθεσία από ευρώ σε νέα δραχμή. Θα χρειαστεί χρόνος για να αλλάξουν οι λογιστικές διαδικασίες, να προγραμματιστούν τα ΑΤΜ και να εκτυπωθεί επαρκές νέο νόμισμα», είναι η «συνταγή» που προκρίνει ο ριζοσπάστης οικονομολόγος.

«Στην πράξη θα έχουμε παράλληλη κυκλοφορία ευρώ και νέας δραχμής για ένα διάστημα. Αν το κράτος δείξει αποφασιστικότητα, συλλέγει φόρους και κάνει πληρωμές στη νέα δραχμή, το ευρώ θα εξαλειφθεί σύντομα από την κυκλοφορία», εκτιμά ο κ. Λαπαβίτσας, ο οποίος προφανώς θεωρεί ότι η αδυναμία συλλογής φόρων δεν οφείλεται παρά στην έλλειψη αποφασιστικότητας, η οποία θα αποκατασταθεί μόλις… αλλάξουμε νόμισμα.

Εκτός, όμως, του ότι δεν θα μπορούμε, για άγνωστό διάστημα, να κάνουμε αναλήψεις των –κατά τα άλλα εγγυημένων- καταθέσεων μας, η κατάσταση στη χώρα θα είναι, κατά τα λοιπά, «ρόδινη»; Μάλλον όχι, μας λέει ο κ. καθηγητής, αφού αναγνωρίζει –με τα δικά του λόγια- ότι «τους πρώτους μήνες θα υπάρξουν προβλήματα στο πετρέλαιο, στα φάρμακα και στα τρόφιμα».

Για τον εφοδιασμό με πετρέλαιο δεν προτείνει, πάντως, την δωρεάν διανομή από τον Ούγκο Τσάβες, όπως είχε προ ολίγων ετών υποσχεθεί στους κατοίκους της Καισαριανής ο Αλέξης Τσίπρας και ο τότε δήμαρχος του αθηναϊκού προαστείου. Ίσως, γιατί, κατά την άποψή του, «η παραγωγή ενέργειας μπορεί να καλυφθεί από εγχώριες πηγές». Δεν προσδιορίζει, όμως, ποιες είναι αυτές. Ούτε εξηγεί γιατί, εφόσον υπάρχουν τέτοιες πηγές (όπως, άλλωστε, «φαντασιώνονται» αρκετοί συνωμοσιολόγοι σε αυτή τη χώρα), δεν τις εκμεταλλευόμαστε τώρα. Μας εμποδίζει, άραγε, το ευρώ να… φορέσουμε κελεμπίες;

Η συνέχεια, όμως, είναι, νομίζω, πιο ενδιαφέρουσα: «Για τα άλλα αγαθά θα χρειαστεί να γίνουν διμερείς συμφωνίες µε χώρες παραγωγούς», μας λέει ο ριζοσπάστης οικονομολόγος. Δεν το λέει ευθέως, αλλά έχει, μάλλον, κατά νου το περίφημο «κλήριγκ» που εφαρμόστηκε την περίοδο του Μεσοπολέμου, όταν οι διεθνείς συναλλαγές -στην Ελλάδα, αλλά και αλλού- διεξάγονταν με διακρατικές συμφωνίες που ισοσκέλιζαν το κόστος των εισαγωγών με αντίστοιχο όγκο εξαγωγών. Παραλείπει, ωστόσο, να μας αποκαλύψει τι περισσότερο –και, κυρίως, πότε- θα μπορέσουμε να εξάγουμε για να καλύψουμε τα σημερινά μεγάλα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών που μας κατατρύχουν από την εποχή ακόμη που είχαμε την παλαιά δραχμή.

Μας προδιαθέτει, βεβαίως, κάπως για τη δυσκολία του εγχειρήματος, καθώς προσθέτει: «Θα πρέπει επίσης να ληφθούν διοικητικά μέτρα προσαρμογής της κατανάλωσης για να στηριχτούν τα λαϊκά στρώματα», φράση που παραπέμπει ευθέως στη διανομή τροφίμων με το «δελτίο», κατάσταση που η χώρα έχει να ζήσει από την περίοδο της Κατοχής. «Η κατάσταση θα βελτιωθεί σύντομα καθώς θα τονώνεται η εγχώρια παραγωγή και θα μειώνεται το εξωτερικό έλλειμμα», καταλήγει ο κ. Λαπαβίτσας.

Ένοιωσα την ανάγκη να ασχοληθώ με τις απόψεις του, επειδή πιστεύω ακράδαντα πως το διακύβευμα της –από πολλές πλευρές- δύσκολης περιόδου που διάγουμε είναι η παραμονή μας ή όχι στο ευρώ. Είναι ένα ζήτημα που αφορά όλους μας. Και γι΄ αυτό θα πρέπει να ξέρουμε τι μας επιφυλάσσουν οι «δραχμολάγνοι», είτε κίνητρό τους είναι το συμφέρον, είτε η –εξίσου επικίνδυνη- δογματική εμμονή σε αντιευρωπαϊκά ιδεολογήματα.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Ο ορυμαγδός των δημοσκοπήσεων και η χειραγώγηση των πολιτών

Ζούμε, αναμφίβολα, στη χώρα της υπερβολής και για πολλά από όσα συμβαίνουν στη χώρα μας, δύσκολα βρίσκει κανείς μια κάποια αντιστοιχία στο διεθνές στερέωμα.  Δεν ξέρω, για παράδειγμα, να υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο ολόκληρο, στην οποία να διενεργούνται τόσες πολλές δημοσκοπήσεις όσες βλέπουν το φως της δημοσιότητας στην Ελλάδα, για την υποτιθέμενη διάθεση της κοινής γνώμης έναντι της πολιτικής κατάστασης ή την επιθυμία που υποτίθεται πως έχουν οι πολίτες για τη διαμόρφωσή της.
Δεν εκπλήσσει μόνον η συχνότητα με την οποία διενεργούνται όλες αυτές οι δημοσκοπήσεις, που, αν τα δείγματα τους είναι αυτά που δηλώνονται, θα πρέπει κάθε Έλληνας να έχει ερωτηθεί αρκετές φορές, πράγμα που, από όσο ξέρω, δεν συμβαίνει, αλλά και η ποικιλία των εταιριών έρευνας, των οποίων ο αριθμός δεν συναντάται σχεδόν πουθενά αλλού και, πάντως, όχι σε χώρες με αντίστοιχο πληθυσμό.
Το ακόμη πιο παράδοξο είναι ότι, τις περισσότερες φορές, τα έντυπα ή τα άλλα μέσα ενημέρωσης που τις δημοσιοποιούν, δικαιολογούν με τα ευρήματά τους τις απόψεις που τα ίδια εκφράζουν. Βλέπεις, για παράδειγμα, την ίδια μέρα να δημοσιεύονται δύο διαφορετικές έρευνες που στο φιλοκυβερνητικό μέσο η κοινή γνώμη εμφανίζεται να επικροτεί την κυβέρνηση, η οποία, την ίδια ώρα, στον αντιπολιτευόμενο παρουσιάζεται ως έχουσα προϊούσα φθορά.
Αφορμή για τις επισημάνσεις αυτές πήρα όταν είδα την περασμένη Κυριακή έρευνα, δημοσιευμένη στην εφημερίδα «Real News», σύμφωνα με την οποία το 64% των ψηφοφόρων δεν θέλει να παραμείνει πρωθυπουργός ο Λουκάς Παπαδημος σε νέα κυβέρνηση συνεργασίας μετά τις εκλογές.
Την ίδια, όμως, μέρα σε άλλη δημοσκόπηση, που δημοσιεύεται στο «Έθνος», στο ερώτημα «ποιος είναι ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός» μεταξύ του Λουκά Παπαδήμου και του προέδρου της ΝΔ Αντ. Σαμαρά, ο πρώτος λαμβάνει ποσοστό 54,3% και ο δεύτερος 21,7%, ενώ το ποσοστό για τον νυν πρωθυπουργό εκτινάσσεται στο 71,8% , όταν τίθεται απέναντι στον προκάτοχό του Γιώργο Παπανδρέου.
Με συγχωρείτε, αλλά δεν μπορεί να χωρέσει στην λογική μου ότι πέντε με επτά στους δέκα πολίτες θεωρούν καταλληλότερο για πρωθυπουργό τον κ. Παπαδήμο, έναντι, μάλιστα, των δύο, μέχρι στιγμής, βασικών διεκδικητών του αξιώματος, αλλά την ίδια στιγμή περισσότεροι από τους μισούς πολίτες της ίδιας χώρας να μη θέλουν να ηγηθεί ο ίδιος μιας μετεκλογικής κυβέρνησης συνεργασίας.
Πολύ περισσότερο δε, όταν, από την ίδια ακριβώς δημοσκόπηση της «Real News», υποτίθεται ότι, προκύπτει πως έξι στους δέκα πολίτες (62,6%, για την ακρίβεια) θα ήθελαν, μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας, έναντι μόλις του 32,6% των ερωτηθέντων που υποστηρίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
«Είναι θέμα διαφορετικής δειγματοληπτικής μεθοδολογίας που ακολουθεί κάθε εταιρία», είναι η σχεδόν στερεότυπη απάντηση που δίνουν οι δημοσκόποι όταν ερωτώνται για τις σημαντικές αποκλίσεις που παρουσιάζουν τα ευρήματα των ερευνών τους που διεξάγονται την ίδια χρονική περίοδο και αφορούν την πρόθεση ψήφου. Ενώ όταν πέφτουν έξω στις προβλέψεις τους έχουν έτοιμη την δικαιολογία ότι «οι δημοσκοπήσεις είναι φωτογραφία της στιγμής που έγινε η έρευνα».
Οι έρευνες της κοινής γνώμης αποτελούν, αναμφισβήτητα, χρήσιμα «εργαλεία» ώστε οι πολιτικοί αλλά και οι πολίτες να εξάγουμε συμπεράσματα για τις πραγματικές διαθέσεις της κοινωνίας, καθώς, όπως έλεγε, πολλές δεκαετίες πριν, ο διακεκριμένος οικονομολόγος, αλλά και μεγάλος πολιτικός στοχαστής, Τζον Μέιναρντ Κέινς «αν, πράγματι, η κοινή γνώμη ήταν ένα αναλλοίωτο πράγμα, θα ήταν σπατάλη χρόνου να συζητάμε τις δημόσιες υποθέσεις».  
Έχω, ωστόσο, την εντύπωση ότι πολλές φορές ο τρόπος, με τον οποίο γίνονται και, πολύ περισσότερο, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται οι δημοσκοπήσεις στη χώρα μας, δεν αποτυπώνει τον διαπιστωμένα ευμετάβλητο χαρακτήρα της κοινής γνώμης. Αντιθέτως, δεν είναι λίγες οι φορές που βάσιμα δημιουργείται η εντύπωση πως οι έρευνες αυτές επιχειρείται να λειτουργήσουν ως μηχανισμός χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο, καθώς, όμως, εισήλθαμε σε προεκλογική περίοδο, ας τα έχουμε όλα αυτά κατά νου και, κυρίως, ας είμαστε ψύχραιμοι στον ορυμαγδό των δημοσκοπήσεων που είναι βέβαιο ότι θα κατακλύσουν τη δημοσιότητα του προσεχούς διαστήματος και, αρκετές εξ αυτών, δεν θα είναι διόλου «αθώες», για να μην πω τίποτε πιο βαρύ.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

H ευρω-πειθαρχία και…τα σκόρδα made in China

Περισσότεροι από κάθε άλλη φορά ήταν φέτος, για ευνόητους λόγους, οιιδιοκτήτες ελαιοπερίβολων στην περιοχή της Θεσπρωτίας που άφησαν για λίγες μέρες την αστική βολή και πήγαν στα χωριά τους για να μαζέψουν οι ίδιοι τις ελιές και να εξασφαλίσουν το λάδι της χρονιάς και ενδεχομένως ένα μικρό πρόσθετο εισόδημα. Ο παρατεταμένα ήπιος φθινοπωρινός καιρός διευκόλυνε τις εργασίες της συγκομιδής και, παρά την πρωτοφανή ανομβρία, η σοδειά ήταν καλή.
Σε αρκετούς, ωστόσο, ακόμη και μικροϊδιοκτήτες, που άφηναν πίσω τους το ελαιοτριβείο, φορτωμένοι με ποσότητες λαδιού που ξεπερνούσαν τις οικογενειακές τους ανάγκες, η ικανοποίηση από την καλή σοδειά, αλλά και τη συμμετοχή σε μια δημιουργική διαδικασία, μετριαζόταν, όπως διαπίστωσα προσωπικά, από τον προβληματισμό για τη διάθεση της πλεονάζουσας παραγωγής, για την οποία είχαν ήδη πληρωθεί σημαντικά έξοδα, κυρίως σε εργατικά.
Αν επιχειρήσει κανείς να αποτιμήσει σε οικονομικούς όρους το αποτέλεσμα της προσπάθειας, καταλήγει, δυστυχώς, στο συμπέρασμα ότι, ακόμη και η καλή φετινή σοδειά, δεν αρκεί για να καλυφθεί το κόστος και να προσδοκά κάποιος ένα μικρό κέρδος από τη συντήρηση του ελαιοπερίβολου, καθώς δεν υπάρχει αγορά που να απορροφά το ποιοτικό λάδι που παράγει η περιοχή μας και οι τιμές που διαμορφώνονται κάνουν οικονομικά ασύμφορη την όλη προσπάθεια.
Η απουσία μηχανισμών πιστοποίησης και πρωτοβουλιών τυποποίησης, είτε από δημόσιους, είτε από ιδιωτικούς φορείς, η έλλειψη οργανωμένων αγορών για την αυτόματη απορρόφηση και την εξαγωγή προϊόντων με αποδεδειγμένα υψηλή ποιότητα, δεν επιτρέπουν αισιοδοξία ότι η οικονομική κρίση, η οποία υποχρέωσε πολλούς από τους συμπατριώτες μας να θυμηθούν τους… ξεχασμένους ελαιώνες των χωριών, θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με τέτοιες κινήσεις που είναι μεν προς την σωστή κατεύθυνση, αλλά μοιάζουν ατελέσφορες.
Είναι, βλέπετε, το γνωστό και πολυσυζητημένο σε αρκετές παρέες ζήτημα με τα σκόρδα made in China, που έχουν κατακλύσει τις ελληνικές αγορές, για το οποίο όλοι διαμαρτυρόμαστε, αλλά όταν το καλοεξετάσει κανείς σε βάθος, καταλήγει ότι είναι  ένα πραγματικό πρόβλημα από το οποίο δύσκολα θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε, όση προτίμηση και αν είμαστε διατεθειμένοι να δείξουμε στην κατανάλωση ελληνικών προϊόντων.
Αν δεν θέλουμε να βαυκαλιζόμαστε, κοροϊδεύοντας τους εαυτούς μας με… κατάρες για τους «άλλους», που –πάντα- φταίνε, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τα κινέζικα σκόρδα, όπως και τόσα άλλα ασιατικής προέλευσης προϊόντα από αρκετούς τομείς της παραγωγικής δραστηριότητας, φθάνουν, δυστυχώς, στην Ελλάδα σε τόσο εξευτελιστικά χαμηλή τιμή που είναι σχεδόν αδύνατο να τα ανταγωνιστεί οποιοσδήποτε εγχώριος παραγωγός αποπειραθεί να καλλιεργήσει μέτριας κλίμακας εκτάσεις με το συγκεκριμένο προϊόν.
Μια πρώτη, πρόχειρη ίσως ανάγνωση αυτών των επισημάνσεων, θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον στο «εύκολο» -και απολύτως λανθασμένο- συμπέρασμα ότι πρέπει να παραδοθούμε αμαχητί στην πλημμυρίδα των εισαγόμενων από την Κίνα, ή όπου αλλού, προϊόντων που συνιστά, κατά τη γνώμη μου, το μέγιστο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας, καθώς αυτή ακριβώς είναι, ακόμη και για τους μη οικονομολόγους, η ρίζα του υπερδανεισμού και της οικονομικής καχεξίας στην οποία έχουμε καθηλωθεί.
Είναι απίστευτο, αλλά συμβαίνει η Ελλάδα να εξακολουθεί να έχει τεράστιο έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο, έπειτα από μια πενταετία βαθιάς ύφεσης, στη διάρκεια της οποίας οι εισαγωγές, που περιορίστηκαν κάπως, συνεχίζουν να είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από τις πενιχρές εξαγωγές μας, οι οποίες αυξήθηκαν ελάχιστα, για λόγους που έχουν να κάνουν αφενός με το αναιμικό παραγωγικό μας μοντέλο και αφετέρου με το υψηλό κόστος παραγωγής των προϊόντων μας, αλλά και την έλλειψη οργάνωσης.
Όσο διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση, όσο δεν υπάρχει οργάνωση και σχεδιασμός, όχι κατ΄ ανάγκην κεντρικός, καθώς το ελληνικό κράτος έχει αποδείξει την ανικανότητά του να σχεδιάζει, μπορεί, όμως, να συμβάλει αλλιώς, όπως, επί παραδείγματι, με την καταπολέμηση των γραφειοκρατικών εμποδίων, τα ελληνικά προϊόντα θα παράγονται με πολύ μεγάλο κόπο και, παρά ταύτα, θα μένουν αδιάθετα, επειδή, συν τοις άλλοις, δεν είναι ανταγωνιστικά.
Είναι αυτό ακριβώς που κάνει την Ελλάδα να είναι σε πολύ χειρότερη θέση από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες που βρίσκονται αντιμέτωπες με την τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση. Και αυτό, αν θέλετε, είναι που καθορίζει την προοπτική της στην ευρωζώνη και αυξάνει τους κινδύνους να μας δείξουν την πόρτα εξόδου κάποια στιγμή στο μέλλον, όχι και τόσο μακρινή πλέον με βάση τους -γερμανικού τύπου- κανόνες της ευρω-πειθαρχίας που επιβλήθηκαν στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής.
Ας το πάρουμε,λοιπόν,απόφαση πως,για να παραμείνουμε στο ευρώ και να διατηρήσουμε, έστω,ένα μέρος από το υψηλό επίπεδο ευημερίας που είχαμε τα προηγούμενα χρόνια, δεν πρέπει να αρκεστούμε παθητικά στην επιβαλλόμενη δημοσιονομική πειθαρχία. Εκείνο που, κυρίως, απαιτείται είναι να αναπτύξουμε την παραγωγική μας βάση (τί και πώς μπορούμε να παράξουμε;), ενισχύοντας την εξωστρέφεια της οικονομίας μας, που αποτελεί τη μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για να ξεφύγουμε από τη θανατηφόρα καθήλωση.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

«Λεφτά υπάρχουν» για… φιέστες και «ημέτερους»

            «Ευχολόγιο» χαρακτήρισε ο ίδιος ο περιφερειάρχης Αλέκος Καχριμάνης, τον προϋπολογισμό της Περιφέρειας Ηπείρου για το 2012 που ενέκρινε την περασμένη Τετάρτη η πλειοψηφία του Περιφερειακού Συμβουλίου, στο ρόλο του οποίου μού δίνεται αφορμή να αναφερθώ έπειτα από πολύ καιρό, καθώς οι περισσότερες –από τις, ούτως ή άλλως, σπάνιες- συνεδριάσεις του είναι ανιαρές και άνευ ουσίας. 
Τα προβλεπόμενα έσοδα της Περιφέρειας για τον επόμενο χρόνο μόλις που ξεπερνούν τα 100 εκατ. ευρώ, ποσό σημαντικά «κουρεμένο» σε σχέση με τα 132 εκατ. ευρώ που είχε ο αρχικός προϋπολογισμός για το τρέχον έτος, που στην  πορεία χρειάστηκε να διορθωθεί στα 119 εκατ. ευρώ, αλλά μάλλον θα βρεθεί στο τέλος του χρόνου πολύ χαμηλότερα. Αντιστοίχως τα έξοδα προβλέπεται να ανέλθουν το 2012 σε 104 εκατ. ευρώ, από 127 εκατ. ευρώ που ήταν στον τροποποιημένο προϋπολογισμό του 2011, όπως εγκρίθηκε τον περασμένο Ιούλιο.


«Τα έσοδά μας είναι μόνον μέσω της κρατικής επιχορήγησης», δικαιολόγησε το χαρακτηρισμό που χρησιμοποίησε ο περιφερειάρχης, απευθυνόμενος στο Περιφερειακό Συμβούλιο. «Αν έρθουν χρήματα καλώς, αν δεν έρθουν…», συμπλήρωσε και, χωρίς να ολοκληρώσει τη συγκεκριμένη φράση του, επιδόθηκε, κατόπιν, σε μια ηθικοπλαστικού περιεχομένου περικοκλάδα για «την πατρίδα που περνάει δύσκολα».


Σύμβουλος της ελάσσονος αντιπολίτευσης που διαίρεσε τα προϋπολογισμένα κονδύλια με τον πληθυσμό της Ηπείρου, επεσήμανε ότι η κατά κεφαλήν αναλογία του προϋπολογισμού είναι μόλις 293 ευρώ ανά κάτοικο, που, όπως πρόσθεσε, είναι από τις χαμηλότερες πανελληνίως. Αν και δεν μπόρεσα να βρω συγκριτικά στοιχεία από τις άλλες περιφέρειες, βρήκα σωστή την επισήμανσή του, αν και ο ίδιος στη συνέχεια πρωταγωνίστησε στη μάχη να μην πληρώσει κανένας το περιβόητο «χαράτσι» που επιβλήθηκε μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, κάτι που, αν εισακουστεί, είναι βέβαιο ότι, κατ΄ αναλογίαν του κρατικού προϋπολογισμού, θα μειώσει αυτομάτως και τα έσοδα της περιφέρειας Ηπείρου τόσο για τον χρόνο που εκπνέει όσο και για τον προσεχή.


Η «γλίσχρα» κρατική επιχορήγηση είναι σίγουρα ένα μεγάλο ζήτημα, το οποίο, ωστόσο, όχι μόνον δεν επιλύεται, αλλά, τουναντίον, επιδεινώνεται με την υπόθαλψη πρακτικών «δεν πληρώνω», συλλήβδην από έχοντες και μη έχοντες. Γιατί άλλο είναι να ζητείται εξάντληση των ορίων για την απαλλαγή όλων όσοι πράγματι αδυνατούν να πληρώνουν και για τους οποίους η Πολιτεία έχει υποχρέωση να ανοίξει ένα «δίχτυ προστασίας», είτε ως ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ή όπως αλλιώς θα ονομαστεί, κι άλλο νομίζω να καταφεύγει κανείς σε γενικευμένα καλέσματα να μην πληρώσει κανένας, επειδή, λέει, είπε ένας Γερμανός Ευρωπαίος Επίτροπος πως δεν μπορεί να διακόπτεται η παροχή του ρεύματος.


Από την άλλη, όμως, ζήτημα, εξίσου σοβαρό, κατά τη γνώμη μου, ανακύπτει τόσο από τον τρόπο διαχείρισης των, σχετικά πενιχρών, εσόδων της Περιφέρειας Ηπείρου, όσο, κυρίως, από την παντελής έλλειψη, έστω και ενός στοιχειώδους, προγραμματισμού, όπως μαρτυρεί από μόνο του το γεγονός ότι ο εγκριθείς προϋπολογισμός δεν συνοδεύεται από σχέδιο δράσης, το οποίο ο περιφερειάρχης υποσχέθηκε ότι θα φέρει το προσεχές διάστημα.


 Την ίδια ώρα, άλλωστε, η Οικονομική Επιτροπή του Περιφερειακού Συμβουλίου που συνεδριάζει σχεδόν κάθε εβδομάδα, εγκρίνει σωρηδόν λογής δαπάνες για κάθε είδους μικροδιευθετήσεις: από επιχορηγήσεις για τρούλους (…βοήθεια μας Άγιος Μάξιμος ο Γραικός στην Άρτα, για τον οποίον εξασφαλίστηκαν 20 χιλιαρικάκια) και καμπαναριά έως… ανακάτεμα χωμάτων, προμήθειες με πρόχειρους διαγωνισμούς και δεξιώσεις που οργανώνονται με διάφορες ευκαιρίες και επ΄ αφορμή συνάξεων, ορισμένες από τις οποίες, μάλιστα, έχουν ευδιάκριτο κομματικό χρώμα.


Δεν θέλω να επαναφέρω την υπόθεση με την πανάκριβη καρέκλα αξίας 2.700 ευρώ που έγινε πρωτοσέλιδο στον αθηναϊκό Τύπο, αλλά δεν θα αντισταθώ αυτή τη φορά στον πειρασμό να εκφράσω την απορία μου για την έγκριση δαπάνης, προκειμένου να οργανωθεί γεύμα για τα μέλη του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου  (ΓΕΩΤΕΕ) που έκαναν το συνέδριο τους στην Ηγουμενίτσα, με σκοπό, όπως τουλάχιστον γράφεται στην τοπική «γαλάζια» μπλογκόσφαιρα, να προωθηθεί συγκεκριμένη υποψηφιότητα στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές.


Αλήθεια ποιοι και γιατί κλήθηκαν να φάνε αυτή την εποχή με έξοδα της Περιφέρειας; Αν, σε περίοδο οικονομικής κρίσης, δαπανώνται, κατ΄ αυτόν τρόπο, τα 66 εκατ. ευρώ που απομένουν, εφόσον αφαιρεθούν οι ανελαστικές  δαπάνες  που  αφορούν σε μισθούς και λειτουργικά έξοδα, για επενδύσεις στην Ήπειρο σε αναπτυξιακά έργα, το μόνο βέβαιο είναι ότι ανάπτυξη δεν πρόκειται να δούμε.


Η παράταξη «Ήπειρος, Τόπος Να Ζεις» στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου που συζητήθηκε ο προϋπολογισμός, όπως και σε προηγούμενες, δεν έμεινε μόνο στην κριτική. Δια του επικεφαλής της Βαγγέλη Αργύρη, αλλά και των συμβούλων που έλαβαν το λόγο, καταγγείλαμε την ευκαιριακή και ψηφοθηρική λειτουργία της περιφερειακής αρχής που έχει μάθει να  χτυπάει στην πλάτη τους πολίτες και να αναλώνει ολόκληρους  προϋπολογισμούς σε  μικροπαρεμβάσεις εξυπηρέτησης μικρών ομάδων πολιτών, την ίδια ώρα που τα χρέη των προηγούμενων ετών πνίγουν την Περιφέρεια και εξοφλούνται με κριτήριο ποιος είναι περισσότερο «ημέτερος» ή ποιος προμηθευτής απειλεί με δικαστική κατάσχεση.


Ζητήσαμε να σταματήσουν τα πανηγύρια και οι δημόσιες σχέσεις, οι λειτουργικές σπατάλες, π.χ. για ενοίκια ιδιωτικών κτιρίων, όταν υπάρχουν δημόσια κτίρια που αραχνιάζουν, και η πρόσληψη δεκάδων ειδικών συνεργατών, ενώ υπάλληλοι της Περιφέρειας κάθονται χωρίς αντικείμενο, επειδή δεν είναι «αρεστοί». Επίσης, να πληρωθούν όσοι δούλεψαν μέχρι σήμερα, εφόσον, πράγματι, έχουν  δουλέψει, και να πάψουν πλέον οι μικροεργολαβίες που δεν δίνουν καμία προοπτική στον τόπο παρά μόνο αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση «ημετέρων». Και, πάνω απ΄ όλα να συνεργαστούμε για τη καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων, ώστε να δικαιώσουμε το ρόλο της αιρετής περιφέρειας και να συμβάλλουμε στην ανάπτυξη της Ηπείρου.


*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Τα ελάσσονα και τα μείζονα σε έναν ασταθή περίγυρο


Όταν πριν από ακριβώς ένα χρόνο γεννιόταν τούτη εδώ η στήλη,  κρυφή φιλοδοξία του γράφοντος ήταν, μέσα από τις φιλόξενες σελίδες της «Θεσπρωτικής»,  να επιχειρήσει να συνδέσει τα τοπικά ζητήματα με τις υπερτοπικές λύσεις που συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, επιβεβλημένη ανάγκη των καιρών. Στόχος μου ήταν και παραμένει να εστιάζω σε ολόκληρη την εικόνα και όχι στα αποσπασματικά πλάνα, να εξετάζω όλο το ψηφιδωτό, πριν να κρίνω αν η μικρή ψηφίδα είναι στη σωστή θέση της, να βλέπω το δένδρο χωρίς, όμως,  να χάνω τη μαγεία του δάσους.

Κάνοντας, ωστόσο, ένα μίνι απολογισμό, καθώς συμπληρώθηκαν πενήντα δύο συναπτές εβδομαδιαίες παρεμβάσεις, διαπιστώνω  -όχι με ιδιαίτερη ευχαρίστηση, πρέπει να ομολογήσω- πως όλο αυτό το διάστημα τα «ά-τοπα», που είναι το δεύτερο συνθετικό στοιχείο της στήλης, βρέθηκαν πολύ ψηλότερα στην συχνότητα των, ανά Τρίτη, επισημάνσεων μου, από τα «τοπικά», που, εξ αρχής, επεδίωκα να προτάξω.

Μοιραία, όμως, πρέπει να αναγνωρίσει κανείς, αφού τα όσα πρωτόγνωρα επεφύλαξαν, σε όλους εμάς που συναποτελούμε τις μεταπολεμικές γενιές της ευημερίας, οι εξελίξεις σε εθνικό, αλλά κυρίως σε διεθνές επίπεδο, που μεσολάβησαν το τελευταίο δωδεκάμηνο, δεν άφησαν, δυστυχώς, παρά ελάχιστα περιθώρια για να ασχοληθεί κανείς σοβαρά με τα ουσιώδη τοπικά ζητήματα και να τα εντάξει στο γενικότερο πλαίσιο αναφοράς με το οποίο σχετίζονται.

Γι΄ αυτό και αρκετές φορές, αν και στις αρχικές μου προθέσεις, όταν ξεκινούσα να γράφω, ήταν να ασχοληθώ με «τα δικά μας», παίρνοντας αφορμές είτε από τις συνεδριάσεις του Περιφερειακού Συμβουλίου ή από τις επαφές μου με συντοπίτες που πονούν για τούτα τα χώματα, στην πορεία, συνήθως, «ξεστράτιζα» και πολύ φοβάμαι το ίδιο θα συμβεί και με τούτο το σημείωμα.

Πως, για παράδειγμα, σε ένα τόσο αλληλένδετο κόσμο, να θέσεις το ζήτημα της εκτίναξης της τοπικής ανεργίας, όταν οι στρόφιγγες των τραπεζών παραμένουν ερμητικά κλειστές, ακόμη και για τους φερέγγυους δανειολήπτες, ή όταν τα μικρά και, ακόμη περισσότερο, τα μεγάλα δημόσια έργα έχουν «μπει στον πάγο», επειδή κατά το κοινώς λεγόμενο «δεν υπάρχει σάλιο»;

Και τι να πεις  για τον τοπικό καταστηματάρχη, που δικαίως διαμαρτύρεται «βαρώντας μύγες», όταν σε όλη την Ελλάδα συμβαίνει το ίδιο, επειδή οι, μέχρι χθες, πελάτες των καταστημάτων έχουν υποστεί τις ανελέητες οριζόντιες περικοπές των εισοδημάτων τους, με τις μειώσεις μισθών και συντάξεων, στις οποίες προστέθηκαν και κάθε λογής «χαράτσια»;      

Χωρίς αυτό να αποτελεί άλλοθι για να φορτώνουμε σε άλλους τις δικές μας αναμφισβήτητες ευθύνες για πολυετείς παραλείψεις και χρόνιες παθογένειες, που εξακολουθούν να υφίστανται, συνιστά, πλέον, αδιαπραγμάτευτη πραγματικότητα ότι, στην τρέχουσα συγκυρία, τις προτεραιότητες όλων μας τις επικαθορίζει, περισσότερο παρά ποτέ άλλοτε σε ειρηνικές περιόδους της παγκόσμιας ιστορίας, ο ευρύτερος και, κατά βάση, ο διεθνής περίγυρος.

Σε μια άλλη διάσταση, το ίδιο ζήτημα τίθεται και από το γεγονός ότι πολλοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, αλλά και διαμορφωτές της κοινής γνώμης αρνιόταν να αναγνωρίσουν μέχρι πρότινος, ότι, δηλαδή, η χώρα μας δεν ήταν το μείζον πρόβλημα της ευρωζώνης, παρά αποτελούσε τον αδύναμο κρίκο, για τον οποίο ήταν επιτακτική η ανάγκη να θωρακιστεί με επίδειξη κοινοτικής αλληλεγγύης και όχι με αντιμετώπιση αποδιοπομπαίου τράγου.

Τώρα, όμως, που η κρίση χτυπάει το κέντρο της ευρωζώνης, αρχίζει σιγά – σιγά να γίνεται ευρύτερη πεποίθηση πως, τα στερεότυπα για τους «τεμπέληδες του Νότου» και οι ασφυκτικές πιέσεις προς την Ελλάδα, δεν συνιστούν –και πως θα μπορούσαν άλλωστε;- σοβαρή πρόταση για την αντιμετώπισης μιας, όπως πλέον αναγνωρίζεται από όλους, βαθιάς συστημικής κρίσης και, αντιθέτως, καταδεικνύουν το ευρωπαϊκό έλλειμμα ηγεσίας.     

Αλλά και στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο,  τα νέα δεδομένα που προκύπτουν, κάνουν, νομίζω, σαφές πως οι υστερικές αντιμνημονιακές κραυγές μεγάλης μερίδας που πολιτικού κόσμου και των μέσων ενημέρωσης,  προσέφεραν κακή υπηρεσία στην ελληνική κοινωνία, η οποία μπορεί δικαίως να διαμαρτύρεται για τα δεινά που υφίσταται. Το δίκιο της διαμαρτυρίας, όμως, δεν μπορεί να αποτελεί το πρόσχημα για να μην αλλάξει τίποτε, όταν όλοι αναγνωρίζουμε η αλλαγή είναι ένα μείζον ζήτημα.

Εκείνο που, κατά την άποψή μου, προέχει, λοιπόν, είναι σε αυτό τον ιδιαίτερα ασταθή περίγυρο, να ξεχωρίσουμε τα μείζονα από τα ελάσσονα ζητήματα και, αφού ξεκαθαρίσουν τα πρώτα, να ριχτούμε στη μάχη και για τα δεύτερα.  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

Μύθοι και πραγματικότητες με αφορμή τη νέα κυβέρνηση

«Θα έπεφταν και τα τσιμέντα…», αν γινόταν γνωστό το παρασκήνιο που προηγήθηκε του σχηματισμού της νέας κυβέρνησης, έγραφε, προ ημερών, στην προσωπική του στήλη ένας από τους εκδότες που πρωταγωνίστησαν στην επιλογή  του νέου πρωθυπουργού και στην αναγκαστική στροφή που υποχρεώθηκαν να κάνουν οι αρχηγοί των δύο μεγάλων παρατάξεων, εγκαταλείποντας τους αρχικούς σχεδιασμούς να ηγηθεί του νέου σχήματος πολιτικό πρόσωπο και όχι ο τεχνοκράτης Λουκάς Παπαδήμος.
Η αμφίσημη αυτή έκφραση μπορεί να είναι ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες, για τους γνωρίζοντες, όμως, συνιστά μια επιπλέον απόδειξη για το πόσο ευάλωτο είναι το εγχώριο πολιτικό σύστημα στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η οικονομική κρίση, αλλά, συνάμα, και πόσο αδύναμο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των δύσκολων περιστάσεων που διέρχεται η χώρα και να πείσει την ελληνική κοινωνία για τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων, αλλά και τις εφικτές λύσεις που απαιτείται να δοθούν.
Στον Τύπο και στις τηλεοράσεις, πολύ περισσότερο δε στο διαδίκτυο, αλλά ακόμα και στο ίδιο το Κοινοβούλιο, διακινούνται διάφορες θεωρίες για το πώς οδηγηθήκαμε στην κυβέρνηση Παπαδήμου, με την πλειονότητά τους να διαπνέεται από ένα πνεύμα συνωμοσιολογίας, που θέλει ως αφανείς σκηνοθέτες άλλοτε τα εγχώρια οικονομικά συμφέροντα και άλλοτε κάποιες απροσδιόριστες διεθνείς δυνάμεις που βυσσοδομούν εναντίον μας.     
Αν και ήμουν από εκείνους που έχουν επιχειρηματολογήσει κατά της κυβερνητικής λύσης που δόθηκε (σε αυτή τη στήλη έχω γράψει επανειλημμένα εναντίον μιας τέτοιας προοπτικής,  όπως, π.χ., στις 17/5, υπό τον τίτλο «Μόνον η πολιτική μπορεί να δώσει λύσεις»), εν τούτοις, πιστεύω, πλέον, ότι η υποχρεωτική «συγκατοίκηση» του ετερόκλητου αυτού συνονθυλεύματος, υπήρξε μια «λυτρωτική» εξέλιξη, υπό την έννοια ότι συμβάλει στο να διαλυθούν ορισμένοι από τους μύθους που θεωρώ ότι, όπως ενδεικτικά καταγράφονται πιο κάτω, επιδρούν καθοριστικά στην αδυναμία ορθολογικής ανάλυσης της πραγματικότητας.
Μύθος πρώτος: Η κρίση προέκυψε επειδή η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν δανείστηκε εγκαίρως, καθώς ήθελε να φέρει το ΔΝΤ. Το γεγονός και μόνον ότι η «τρόικα» καλείται επειγόντως να παράσχει συνδρομή σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών, από την βιομηχανικά ισχυρή Ιταλία έως την μέχρι πρότινος  εμφανιζόμενη ως «εθνικά υπερήφανη» Ουγγαρία, κονιορτοποιεί κάθε τέτοιον ισχυρισμό. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι Ρώσοι και Κινέζοι ήταν διατεθειμένοι να δανείσουν την Ελλάδα και μόνον την Ελλάδα, αλλά επειδή εκείνη δε δέχτηκε την προσφορά, θύμωσαν και, παρά τα υψηλά επιτόκια που προσφέρονται, δεν δανείζουν κανέναν άλλο.
Μύθος δεύτερος: Το δημοψήφισμα που πρότεινε ο τέως πρωθυπουργός μείωσε την αξιοπιστία της χώρας και γι΄ αυτό ζητούν έγγραφες δεσμεύσεις για να πάρουμε την έκτη δόση. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου καλούσε τον αρχηγό της ΝΔ να πάνε μαζί στις Βρυξέλλες στις 26 Οκτωβρίου, ο Αντώνης Σαμαράς απαντούσε ότι δε μπορούσε «να συναινέσει στο λάθος», τώρα, όμως, που ζητείται η δική του συνυπογραφή (όπως, άλλωστε, έχει ήδη γίνει με ομολόγους του σε Πορτογαλία και Ιρλανδία), θεωρεί μείζονα στόχο της παρούσας κυβέρνησης την εκταμίευση της δόσης και την έγκριση των αποφάσεων της συνόδου Κορυφής.    
Μύθος τρίτος: Ο Παπαδήμος είναι ο άνθρωπος των τραπεζών που τον επέβαλαν για να σωθούν.  Ο σημερινός πρωθυπουργός –καλώς ή κακώς- εργάστηκε μόνο στον δημόσιο τομέα και από τις θέσεις που κατείχε συνήθως είχε ελεγκτικό ρόλο έναντι του ιδιωτικών τραπεζών. Επεσήμανε, βεβαίως, πρόσφατα κινδύνους για τις τράπεζες εξαιτίας του αυξημένου «κουρέματος», αλλά, ούτως ή άλλως, τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η επανακεφαλαιοποίησή τους –δηλαδή, αν θα έχουν προνομιούχες ή κοινές μετοχές, που θα έχουν επίπτωση στο ιδιοκτησιακό τους καθεστώς- ο βαρύνων λόγος ανήκει στο Κοινοβούλιο.  
Μύθος τέταρτος: Η Ευρώπη θα μας σώσει ούτως ή άλλως, για να αποφύγει τη μετάδοση της κρίσης σε όλη την ευρωζώνη. Η κρίση στην ευρωζώνη, δυστυχώς, επεκτείνεται και αυτό δεν είναι καλό, καθώς το «γενναιόδωρο» ευρωπαϊκό πακέτο που φτιάχτηκε ειδικά για μας, που είχαμε τα μεγαλύτερα προβλήματα, θα αποδειχθεί ανεπαρκές για τα συνολικότερα προβλήματα που αναδύονται, οπότε είναι πιθανό δεδομένα του σήμερα να αποτελέσουν σοβαρά ενδεχόμενα του κοντινού αύριο.   
Μύθος πέμπτος: Η έκδοση του ευρωομολόγου θα αντιμετωπίσει τις αδηφάγες αγορές και, ως «πανάκεια», θα μας απαλλάξει , μεταξύ άλλων, από τα άδικα «χαράτσια». Πλανώνται πλάνην οικτρά όσοι πιστεύουν ότι μια χώρα που μέχρι πρότινος δεν ήξερε πόσους μισθοδοτούσε το δημόσιο και ακόμη δεν έχει μάθει πόσες χιλιάδες «μαϊμού» συντάξεις χορηγούν τα ασφαλιστικά της ταμεία, μπορεί να επιβάλει, έστω και με τη συνηγορία άλλων υπερδανεισμένων χωρών, την απαίτηση να δανείζεται με «γερμανικά» επιτόκια, συνεχίζοντας το σπορ της φοροδιαφυγής.  
Μύθος έκτος: Θέλουν να μας βγάλουν από το ευρώ (ή να μας κρατήσουν, γιατί εδώ οι συνωμοσιολόγοι αντιφάσκουν) με στόχο να μας πάρουν φθηνά την κρατική περιουσία. Αν ως χώρα ενστερνιστούμε το επιχείρημα που προβάλλουν τελευταία ορισμένοι «επώνυμοι» φοροφυγάδες, οι οποίοι θέλουν να διατηρήσουν τις πολυτελείς τους κατοικίες –ακόμη και στο Μαϊάμι-, αλλά να μην πληρώνουν τον ΦΠΑ που ενθυλάκωσαν, νομίζω ότι δεν θα μας λυπηθεί κανείς στο εξωτερικό.
Θα μπορούσα να συνεχίσω, παραθέτοντας πολλούς ακόμη «μύθους» αυτού τους είδους, αλλά νομίζω ότι είναι καλύτερα να αφήσουμε την ίδια την πραγματικότητα να ολοκληρώσει το «απομυθοποιητικό» της έργο, έστω και αν αυτό θα έχει τίμημα που θα κληθούμε, δυστυχώς, να το πληρώσουμε όλοι μαζί.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Συνεννόηση, ενότητα, σύνεση, απέναντι στα κομματικά λάβαρα

Δεν ξέρω αν οφείλεται στη μακρά παράδοση των συμμαχικών κυβερνήσεων που έχουν, ή αν… παραδειγματίστηκαν από την Ελλάδα, αλλά στη γειτονική μας  Ιταλία, όπου τα οικονομικά προβλήματα είναι σαφώς μικρότερα από τα δικά μας, κινήθηκαν πολύ πιο γρήγορα και μάλλον πιο αποφασιστικά και αποτελεσματικά από την ελληνική πολιτική ηγεσία.
Ο Μάριο Μόντι αντικατέστησε τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι σε συντομότερο χρόνο από εκείνον που χρειάστηκε ο Λουκάς Παπαδήμος για να διαδεχθεί τον Γιώργο Παπανδρέου, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι οι ιταλικές πολιτικές ηγεσίες, με την ενεργό ανάμειξη του Προέδρου της ιταλικής Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, συνεννοήθηκαν καλύτερα και «έλυσαν τα χέρια» του μεταβατικού πρωθυπουργού, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία της Ιταλίας χωρίς ασφυκτικά εκλογικά χρονοδιαγράμματα.
Υπό αυτές τις συνθήκες ο Ιταλός τεχνοκράτης πρωθυπουργός ξεκινά με καλύτερους οιωνούς από τον Έλληνα ομόλογο και «ομότεχνό» του, ο οποίος, εξαιτίας και της –αλλοπρόσαλης- κυβέρνηση που υποχρεώθηκε να σχηματίσει, μοιάζει να έχει «δεμένα τα χέρια» και καλείται να κινηθεί εν μέσω αμφιθυμιών και αμφιταλαντεύσεων των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων που τον στηρίζουν, αλλά και της πολεμικής ατμόσφαιρας που συντηρούν όσοι ήθελαν «εδώ και τώρα εκλογές».
Κάποιοι ισχυρίζονται πως ήταν οι «παλινωδίες» του τέως πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου που οδήγησαν στη δυστοκία που παρακολουθήσαμε στη συγκρότηση του νέου κυβερνητικού σχήματος. Άλλοι αποδίδουν την εξέλιξη στην «αναποφασιστικότητα» του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά να συναινέσει σε κάτι που περισσότερο από ενάμισι χρόνο αρνιόταν να αναγνωρίσει.
Ό,τι και από τα δύο και αν ισχύει, θεωρώ ότι, στην παρούσα συγκυρία, δεν έχει ιδιαίτερη αξία, παρά μόνον ίσως για να αποφανθεί ο ιστορικός του μέλλοντος ποιος έδειξε μεγαλύτερη γενναιότητα: αυτός που μπήκε στη φωτιά και, ενδεχομένως, ελλείψει σχεδίου και πυξίδας, «κάηκε», ή εκείνος  που μέχρι την τελευταία ώρα καθόταν απ΄ έξω και περιοριζόταν να κριτικάρει τη λάθος τακτική που ακολουθούσαν οι πυροσβέστες;
Η απάντηση, όμως, σε τέτοια ερωτήματα, θεωρώ ότι δεν είναι της παρούσης. Όταν η Ευρώπη, αλλά και ο πλανήτης ολόκληρος, κλονίζονται από ισχυρές προσεισμικές δονήσεις, εκείνο που, κατά τη γνώμη μου, προέχει είναι να κάνουμε ότι μπορούμε για να προστατευθούμε από τον επερχόμενο τεκτονικό σεισμό που απειλεί το ετοιμόρροπο οίκημα που λέγεται Ελλάδα. Και αυτό το καθήκον δεν ανήκει μόνον στις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις, αλλά αφορά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, η απειλή που αντιμετωπίζουν σήμερα η Ευρώπη και οι λαοί της μοιάζει με τις παραμονές του τελευταίου Παγκόσμιου Πολέμου που, ας μην ξεχνάμε, μια από τις βασικές αιτίες που τον προκάλεσαν ήταν η οικονομική κρίση του 1929, η οποία, μπορεί να ξέσπασε σε μια περίοδο που ο πλανήτης δεν ήταν τόσο παγκοσμιοποιημένος, όσο σήμερα, δεν άφησε, παρά ταύτα, κανένα έθνος ανεπηρέαστο.
Ο τότε ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, όντας πολιτικός κρατούμενος, δεν δίστασε, την επομένη της επίθεσης κατά της Ελλάδας, να συντάξει ανοικτή επιστολή και να ζητήσει συστράτευση του ελληνικού λαού στην αντίσταση κατά της απειλής που αντιμετώπιζε η χώρα. «Στον πόλεμο αυτόν που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη», έγραφε.
Το παράδειγμα του, δυστυχώς, δεν φαίνεται να οδηγεί πολλούς σύγχρονους Έλληνες, ομοϊδεάτες του και μη. Αντιθέτως, είναι αρκετοί εκείνοι που, προτάσσοντας το στενό προσωπικό τους όφελος, αδιαφορούν για τις συνέπειες που προκαλούν στο συλλογικό συμφέρον η υπόθαλψη των φαινομένων ανομίας που διατρέχουν την ελληνική κοινωνία και που, εν τέλει, δεν υπηρετούν, αλλά, κατά τη γνώμη μου, βλάπτουν τα πλέον αδύναμα στρώματα που χτυπιούνται από τη κρίση και θα χτυπηθούν ακόμη περισσότερο από την πλήρη κατάρρευση.
Αναρωτιέμαι, ειλικρινά, πόσο βλαπτικό για την ταξική πάλη, που επαγγέλλονται οι αριστερές δυνάμεις, θα ήταν ένα χρονικά περιορισμένο «μορατόριουμ», έως ότου κατακάτσει ο παγκόσμιος κουρνιαχτός από τη δίνη της οικονομικής κρίσης. Ακόμη μεγαλύτερη είναι η απορία μου με την επιμονή για προσφυγή στις κάλπες μέσα σε αυτό το δυσοίωνο διεθνές περιβάλλον, πριν καν η νέα κυβέρνηση και, κυρίως ο νέος πρωθυπουργός, δώσουν ένα πρώτο δείγμα γραφής.
Πιστεύω πως αν, έστω και για λίγο, υποσταλούν τα κομματικά λάβαρα, η Ελλάδα θα μπορούσε να σηκωθεί λίγο ψηλότερα. Και ευελπιστώ πως οι πολίτες, όταν, αργά ή γρήγορα, έρθει η ώρα της δικής τους ετυμηγορίας, θα επιβραβεύσουν εκείνους που θα ενστερνιστούν το τρίπτυχο: συνεννόηση, ενότητα και σύνεση, το οποίο προέταξε στην πρώτη δήλωσή του ο νέος πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

Μετά τα μικρά βήματα πίσω, το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός


Δυσκολεύομαι ειλικρινά να αποφασίσω τελεσίδικα αν πρέπει να ευαρεστείται ή να δυσαρεστείται κανείς για τις τελευταίες εξελίξεις στο πολιτικό πεδίο με την απόφαση της πολιτικής ηγεσίας της χώρας να καταλήξει –επιτέλους!- σε ένα μίνιμουμ συνεννόησης και στο σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτερης στήριξης.
Η δυσκολία που αισθάνομαι εδράζεται στο γεγονός ότι δεν θέλω να κάνω την επιθυμία μου πραγματικότητα και, πολύ περισσότερο, γιατί πιστεύω πως τα μικρά βήματα πίσω που έγιναν την τελευταία εβδομάδα από τους πολιτικούς ταγούς, θα πρέπει να συνοδευτούν από ένα μεγάλο άλμα μπροστά που πρέπει να γίνει από την ελληνική κοινωνία για να αποφύγουμε οριστικά το γκρεμό, στον οποίο κρεμόμαστε εδώ και αρκετό καιρό.
Όπως επανειλημμένα στο παρελθόν, έτσι και τις τελευταίες ώρες, αναρωτιέμαι γιατί έπρεπε να φτάσουμε να απειλούμαστε, μέσω ταπεινωτικών τελεσιγράφων από τους εταίρους μας, με άμεση έξωση από το ευρώ για να συνειδητοποιηθούν οι τεράστιοι κίνδυνοι από την πορεία που ακολουθούσε η χώρα και να γίνει η επαναφορά στη σφαίρα της λογικής, με τόσο μεγάλη καθυστέρηση.
Δεν θέλω να καταλογίσω ευθύνες για το ποιος φταίει περισσότερο ή λιγότερο γι΄ αυτή την αργοπορία, ούτε πιστεύω ότι είναι ώρα να κοιτάξουμε πίσω και να θυμηθούμε τους όρους με τους οποίους διεξαγόταν, μέχρι πρότινος, ο δημόσιος διάλογος και ποιο ήταν το κλίμα υπό το οποίο οδηγηθήκαμε στις τελευταίες εξελίξεις.  
Οι «ωδίνες», ωστόσο, που προηγήθηκαν του «τοκετού» του νέου κυβερνητικού σχήματος, αλλά και η προσπάθεια που ήδη άρχισε για να πειστούν τα φανατικά ακροατήρια για το ποιος υποχώρησε λιγότερο ή περισσότερο από τον άλλο, δεν με κάνουν και πολύ αισιόδοξο για την επιτυχία και κυρίως για την μακροημέρευση του εγχειρήματος.
Θέλω, παρά ταύτα, να πιστέψω ότι αυτό θα συμβεί και όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου και παραδώσει η νέα κυβέρνηση τα ηνία στην επόμενη, θα έχει απομακρυνθεί οριστικά το φάσμα της επανόδου της χώρας σε ένα εθνικό νόμισμα και θα έχουμε επιστρέψει πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά στην ευρωπαϊκή ήπειρο.    
Χωρίς να με βρίσκει αντίθετο το αίτημα να «μιλήσει ο λαός», που από πολλές πλευρές προβάλλεται, ο ορισμός της ημερομηνίας των εκλογών σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, είναι ήδη μια υπονομευτική διαδικασία που θα επικρέμαται ως δαμόκλειος σπάθη, πάνω από τα κεφάλια όσων απαρτίζουν το νέο κυβερνητικό σχήμα.
Στο διάστημα, άλλωστε, ως τις εκλογές χρειάζεται να γίνουν πάρα πολλά, αλλά εκείνο που, κατά τη γνώμη μου, απαιτείται κυρίως είναι να αρχίσουν να αλλάζουν οι καταστροφικές νοοτροπίες των κάθε λογής ισχυρών αυτού του τόπου (επιχειρηματιών, μηντιαρχών, συνδικαλιστών, τοπαρχών, κ.ά.) που διαχέονται σε όλη την κοινωνία, στο όνομα της διατήρησης των «προνομίων» που εξασφάλισαν στο πέρασμα των χρόνων και για τη διατήρηση των οποίων αγωνίζονται.
Αν συνεχίσουμε να πορευόμαστε με «τσιτάτα» περί… κατοχικής κυβέρνησης που υπακούει στα κελεύσματα ξένων αφεντικών και ενστερνιζόμενοι κάθε είδους θεωρίες συνωμοσίας, η παραλυτική διαδικασία που έχει καταλάβει σχεδόν από άκρου εις άκρον την Ελλάδα, δεν θα επιτρέψει την απαραίτητη επανεκκίνηση για την οποία όλοι μιλάμε, αλλά λίγοι αγωνίζονται για να συμβεί.
Η χώρα, εξάλλου, δεν μπορεί παρά να εξακολουθήσει να παραμένει καθηλωμένη και να κινδυνεύσει να βρεθεί πολύ σύντομα καθημαγμένη όσο συνεχίζονται τα πολυσχιδή φαινόμενα ανομίας που παρατηρούνται σε όλο το εύρος της δημόσιας ζωής, με τα πολυποίκιλα (δήθεν) κινήματα «δεν πληρώνω», τα οποία, μπορεί να προβάλλουν ως άλλοθι τους ατιμώρητους πολιτικούς που πρωταγωνίστησαν σε σκάνδαλα, αλλά, τις περισσότερες φορές, συγκροτούνται ή καλύπτονται από πρόσωπα που διαπιστωμένα συμπεριλαμβάνονται στους έχοντες και κατέχοντες.
Επειδή θέλω να μείνω αισιόδοξος, θα κλείσω ευχόμενος τα μικρά βήματα πίσω που έγιναν από τις κομματικές ηγεσίες να ακολουθηθούν από το μεγάλο άλμα μπροστά που πρέπει να γίνει από όλους μας. Οι καιροί ου μενετοί!

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Με εξάρσεις βίας και χάους δεν «ξορκίζεται» η κρίση


Ο θυμός, η διαμαρτυρία, ακόμη και η ανάγκη για εκτόνωση από την ασφυκτική πίεση, την οποία αισθάνεται η ελληνική κοινωνία, που επί δεκαετίες είχε «εκπαιδευθεί» με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον με τον οποίο καλείται να πορευθεί εφεξής, δικαιολογούνται. Δικαιολογημένη, επίσης, ως ένα βαθμό, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να θεωρηθεί και η εκδήλωση ασυνήθιστων μορφών αντίδρασης από εκείνους που πλήττονται βάναυσα από την κρίση.
Πίσω, ωστόσο, από τα πρόσφατα θλιβερά έκτροπα, είτε αυτά αφορούν τις προ ημερών συγκρούσεις διαδηλωτών στην πλατεία Συντάγματος, που επεκτάθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας, είτε το αποκορύφωμα των ανεξέλεγκτων αντιδράσεων, με τη διακοπή των παρελάσεων κατά την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ελλοχεύουν πολύ σοβαροί κίνδυνοι για την κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατική ομαλότητα.
Οι δυνάμεις της βίας, του χάους και του μηδενισμού που έχουν απελευθερωθεί, βρίσκουν, δυστυχώς, πρόσφορο έδαφος για να προωθήσουν ιδέες και πρακτικές, τι οποίες είναι βέβαιο ότι η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας, παρόλο που παρακολουθεί απαθής και αμήχανη τα τεκταινόμενα, απεύχεται να ζήσει τις συνέπειες της πλήρους εφαρμογής τους.  
Η ανομία, η αμαύρωση εθνικών επετείων, η ισοπέδωση θεσμών, η καταστροφική μανία εναντίον δημόσιας, αλλά και ιδιωτικής περιουσίας, η ποδοπάτηση συμβόλων, τα υβριστικά συνθήματα και –γιατί όχι;- οι υπερβολικές και διαστρεβλωτικές αναφορές από πολιτικά πρόσωπα, όπως και από μέσα ενημέρωσης που εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα, στις διαστάσεις των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, σε τίποτε δεν εξυπηρετούν τους αδυνάτους της κοινωνίας μας, στο όνομα των οποίων υποτίθεται ότι εξεγείρονται πολλοί από τους διαμαρτυρόμενους που ανήκουν στην τάξη των βολεμένων.    
Αποτελεί κανόνα απαράβατο πως με την επικράτηση κοινωνικών συνθηκών «ζούγκλας», οι πρώτοι οι οποίοι θίγονται είναι οι αδύναμοι που γίνονται βορά στους ισχυρούς, οι οποίοι έχουν τρόπους να προστατεύουν τα δικά τους «κεκτημένα». Οι δημοκρατικές συνθήκες είναι οι μόνες που επιτρέπουν στους πολλούς να εκφράσουν τη βούλησή τους και, με την συλλογική ή την ατομική  δράση τους, να απαιτήσουν και να επιβάλλουν καλύτερες συνθήκες ζωής.
Η παγκόσμια, αλλά και η ελληνική, ιστορία βρίθουν από επεισόδια επικράτησης αυταρχικών λύσεων από δυναμικές μειοψηφίες, οι οποίες, σχεδόν πάντα, ήρθαν ως επιστέγασμα παρατεταμένων καταστάσεων πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, κατά τις οποίες οι θιασώτες του αυταρχισμού και της βίας, εκμεταλλευόμενοι, κατ΄ εξοχήν,  τις οικονομικές δυσκολίες, είχαν πάρει το «πάνω χέρι», εμφανιζόμενοι ως δήθεν υπερασπιστές των συμφερόντων του λαού.  
Η άνοδος του ναζισμού και του φασισμού μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την οικονομική κρίση του 1929, ο ελληνικός εμφύλιος που ακολούθησε με το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα Δεκεμβριανά και την αποτυχία εφαρμογής της συμφωνίας της Βάρκιζας –για την οποία η σημερινή ηγεσία της Αριστεράς δυσπιστεί (!) αν έπρεπε να είχαν κατατεθεί τα όπλα και αν καλώς ή κακώς δεν ενταχθήκαμε στον ανατολικό συνασπισμό-, όπως και οι κραυγές «δεν βρίσκεται ένας λοχίας» της περιόδου πριν από το 1967, είναι μόνον μερικά κραυγαλέα παραδείγματα.
Δεν υιοθετώ, ούτε κατά κεραία, τις ανοησίες που γράφηκαν αυτές τις μέρες σε μια γερμανική εφημερίδα για δήθεν κίνδυνο μιας νέας δικτατορίας στην Ελλάδα, γιατί η χώρα μας είναι πλέον μια ανοικτή ευρωπαϊκή κοινωνία που, παρόλα τα τρωτά και τα στραβά και τα ανάποδα που συμβαίνουν στο εσωτερικό της, δεν μπορεί να ποδηγετηθεί και να αποδεχθεί αυταρχικές λύσεις, όπως αυτές ίσως που έχουν κατά νου οι μειοψηφίες που φωνάζουν «Παπούλια, προδότη» (!) και θέλουν «κρεμάλες για όλους τους πολιτικούς», με μόνο στόχο, φυσικά, να πάρουν οι ίδιοι τα ηνία.
Δεν μπορώ, όμως, να κρύψω, την ανησυχία που ένοιωσα παρακολουθώντας τις εξελίξεις στην παρέλαση της Θεσσαλονίκης, αλλά και τη συνέχεια τους, όταν εκπρόσωποι πολιτικών δυνάμεων δεν εύρισκαν λόγια για την αυθωρεί και παραχρήμα καταδίκη της επίθεσης κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας ή άλλοι που έστρεφαν τα πυρά τους κατά της –σοφής, κατά τη γνώμη μου- απόφασης να μην επέμβει η Αστυνομία, επέμβαση που, αν είχε γίνει, θα αποτελούσε τη θρυαλλίδα για να μετατραπεί ολόκληρη η χώρα σε «Γης μαδιάμ», όπως ακριβώς επιδιώκουν οι δυνάμεις του αυταρχισμού και του χάους.       
Εκείνο το οποίο, νομίζω, ότι έχει περισσότερο ανάγκη τούτες τις δύσκολες ώρες η κοινωνία μας είναι η περίσκεψη, η ψυχραιμία και η αυτοσυγκράτηση στη δράση τόσο των συλλογικών οντοτήτων, όσο και ενός εκάστου εξ ημών. Με τις ακραίες εκδηλώσεις, τα ξεσπάσματα βίας, τις καταστροφές δεν «ξορκίζεται» η οικονομική κρίση. 
Καθώς βρισκόμαστε στο σκοτεινό και δύσβατο τούνελ της παρατεταμένης κρίσης, το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί είναι να ξεσπάσουμε πάνω στον συρμό που αγκομαχώντας παλεύει να μας βγάλει στο επόμενο ξέφωτο.  Το μόνο που επιτυγχάνουμε με τέτοιες ενέργειες είναι να παρατείνουμε την καθήλωση, στην οποία μας οδήγησαν χρόνιες παθογένειες.  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Ο «τρώσας και ιάσεται» τη ζημιά στην αξιοπιστία της χώρας


Η μικρή Σοφία, παιδί μεικτού γάμου, απάντησε καταφατικά και με πολύ καμάρι, όταν συμμαθητής της σε σχολείο του εξωτερικού τη ρώτησε αν «είναι μισή Ελληνίδα». Ίσως γιατί δεν περίμενε το σχόλιο «τώρα, δηλαδή, είσαι φτωχή…» που ακολούθησε.
Η πραγματική αυτή ιστορία που συνέβη αυτές τις μέρες σε χώρα της κεντρικής Ευρώπης, που θεωρείται από τις πλουσιότερες, είναι, νομίζω, άκρως ενδεικτική της τεράστιας ζημιάς που έχει προκληθεί από τη σχεδόν διετή έκθεση των ελληνικών οικονομικών προβλημάτων στο μεγεθυντικό φακό των πρωτοσέλιδων του διεθνούς τύπου και των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων παγκοσμίως.
Το «κούρεμα» που υπέστη όλο αυτό το διάστημα η αξιοπιστία της χώρας είναι μάλλον μεγαλύτερο, ή, καλύτερα, «βαθύτερο», κατά την φρασεολογία του «συρμού», από την επικείμενη απομείωση των τίτλων του ελληνικού δημοσίου που αναμένεται να ανακοινωθεί αύριο στις Βρυξέλλες και οι οικονομικές συνέπειες της οποίας παραμένουν «αχαρτογράφητες».
Οι απόψεις, ειδικών και μη, για τα θετικά και τα αρνητικά της αναδιάρθρωσης που είναι αναγκαίο να γίνει στο δυσθεώρητο δημόσιο χρέος διίστανται. Οι λιγότεροι τόκοι, που θα απαιτείται να πληρώνουμε για την εξυπηρέτηση των δανείων τα οποία θα συνεχίσουν να «τρέχουν», είναι σίγουρα κάτι θετικό. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι η χώρα δεν θα συνεχίσει να παράγει νέα ελλείμματα, ώστε να έχει ανάγκη για νέο δανεισμό.
Από την άλλη, εφόσον το «κούρεμα» περιλάβει αυτή τη φορά και τους τίτλους του ελληνικού δημοσίου που κατέχουν τα ασφαλιστικά μας ταμεία, τα οποία είχαν εξαιρεθεί από την θνησιγενή, όπως αποδείχθηκε, λύση του περασμένου Ιουλίου, η ανάγκη για νέα χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό που μοιραία θα προκύψει, είναι πολύ πιθανό να συντηρήσει το «φαύλο κύκλο» της υπερχρέωσης, αφού δυνατότητες για νέες περικοπές στις συντάξεις και στις παροχές που χορηγούν τα Ταμεία δεν υπάρχουν.
Αδιευκρίνιστες είναι, βεβαίως, οι επιπτώσεις για τις ελληνικές τράπεζες, και, ακόμη κι αν δεν είμαστε μεταξύ εκείνων που θα… κλάψουν για όσα θα υποστούν, δεν μπορεί, ωστόσο, να μας αφήνει αδιάφορους το γεγονός ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα ή θα ενισχυθούν και πάλι από το ελληνικό δημόσιο ή θα περάσουν σε «ξένα χέρια», εναλλακτικές λύσεις που και οι δύο δεν είναι χωρίς συνέπειες για την δοκιμαζόμενη –και εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας- ελληνική οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, αν τα ερωτήματα για το τι μέλει γενέσθαι με τους κατόχους των τίτλων του χρέους, δηλαδή τα Ταμεία και τις τράπεζες, παραμένουν ακόμη αναπάντητα, εκείνο που, κατά την άποψή μου, ισχύει χωρίς αμφιβολία είναι ότι η εικόνα της Ελλάδας στο διεθνές στερέωμα έχει πληγεί σχεδόν ανεπανόρθωτα, όπως καταδεικνύει η μικρή ιστορία που σας διηγήθηκα στην αρχή αυτού του σημειώματος.
Εστιάζω την προσοχή μου στην καταβαράθρωση της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας, όχι με όρους επικοινωνίας, αλλά με ό,τι αυτό συνεπάγεται, τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μακροπρόθεσμα, για την προσέλκυση των αναγκαίων για την επανεκκίνηση της οικονομίας μας ξένων επενδύσεων, αλλά -ακόμη, ακόμη- και για την έλευση τουριστών. 
Για όλα αυτά, όμως, ας μην αναζητούμε το εύκολο άλλοθι της συνωμοσιολογικής προσέγγισης που θέλει ότι όλα αυτά μας συμβαίνουν επειδή τάχατες «μας μισούν» κάποιοι κακοί ξένοι. Με κίνδυνο να γίνω μονότονος θα επιμείνω για πολλοστή φορά ότι η υιοθέτηση τέτοιων απόψεων, το μόνο στο οποίο οδηγεί είναι στη διαιώνιση της σημερινής κατάστασης παραλυσίας που επικρατεί σχεδόν από άκρου εις άκρον της χώρας.
Εξίσου, παραλυτική είναι, κατά γνώμη μου, και η «επένδυση», υπό την μορφή «πανάκειας», στην κυβερνητική αλλαγή, η οποία, θα το επαναλάβω, αργά ή γρήγορα, θα επέλθει. Αν, όμως, δεν συνοδευτεί από αλλαγή νοοτροπίας, τίποτε δεν πρόκειται να γίνει. Οι κυβερνήσεις, άλλωστε, έρχονται και παρέρχονται, αλλά εμείς οι πολίτες είμαστε και θα είμαστε εδώ.
Γι΄ αυτό και πρέπει να παραδεχθούμε ότι οι νοοτροπίες που πλειοψηφικά επικράτησαν στην ελληνική κοινωνία, ακόμη, αν θέλετε, και με τον τρόπο που επιλέγαμε κυβερνήσεις, είναι αυτές που κυρίως μας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση. Οπότε, δεν μένει, κατά την πεποίθησή μου, παρά να ενστερνιστούμε το ρητό «ο τρώσας και ιάσεται».

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Πορτογαλία: σαν σκηνές από (ελληνική) ταινία προσεχώς


Παρακολουθώ, αν και στην, πνιγμένη από πολλών ειδών σκουπίδια, εγχώρια επικαιρότητα, δεν τους δίνονται και ιδιαίτερη σημασία, τα όσα διαδραματίζονται στην –από πολλές απόψεις- πολύ κοντινή μας Πορτογαλία και βρίσκω να μοιάζουν σαν σκηνές από (ελληνική) ταινία προσεχώς.  
Θυμίζω ότι τον περασμένο Ιούνιο στην Πορτογαλία, που αντιμετώπιζε, ανάλογη με την ελληνική, οικονομική κρίση, άλλαξαν κυβέρνηση. Ο αρχηγός της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης Πέδρο Κοέλιο, υποχρέωσε τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό Ζοζέ Σόκρατες, που είχε οδηγήσει τη χρεοκοπημένη χώρα του στο μηχανισμό στήριξης της «τρόικας», σε παραίτηση και, αφού μεσολάβησαν εκλογές, ανέλαβε εκείνος το τιμόνι της χώρας.
Νωρίτερα και παρά τις έντονες πιέσεις που του άσκησαν ομοϊδεάτες του στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, όπως η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, ο Κοέλιο είχε αρνηθεί να συνεργαστεί με τον πρωθυπουργό Σόκρατες, ο οποίος, αφού ήπιε μόνος το «πικρό ποτήρι» των πρώτων μέτρων λιτότητας, ουσιαστικά παρέδωσε την εξουσία, αφού, με την πολιτική που είχε υποχρεωθεί να ακολουθήσει, εκλογικό χαΐρι δεν επρόκειτο να δει στις πρόωρες κάλπες που αναγκάστηκε να στήσει.
Ο κεντροδεξιός Κοέλιο διεκήρυττε προεκλογικά ότι θα «επαναδιαπραγματευόταν το μνημόνιο» και θα άλλαζε το «μείγμα πολιτικής» του προκατόχου του, σκορπίζοντας μεγαλύτερα ρίγη συγκίνησης στα πέριξ της αθηναϊκής λεωφόρου Συγγρού από ότι στο κέντρο της Λισαβόνας. Στους τέσσερις μήνες, όμως, που είναι στην εξουσία, όχι μόνον επαναδιαπραγμάτευση δεν μπόρεσε να κάνει, αλλά ήδη έχει λάβει ως τώρα δύο «πακέτα» μέτρων λιτότητας.
Στα τέλη Ιουλίου ανακοίνωσε, με το πρώτο «πακέτο», μείωση των αποζημιώσεων απόλυσης (μέτρο στο οποίο στα καθ΄ ημάς τον είχε προλάβει ο Ανδρέας Λοβέρδος) και κατάργηση ή συγχώνευση δημοσίων φορέων -μεταξύ των οποίων και ένα τηλεοπτικό κανάλι- (όπως πολλάκις έχει ανακοινωθεί κι εδώ, αλλά ακόμη «παλεύεται» το ζήτημα). Στόχος, όπως είχε εξαγγελθεί, ήταν να περιοριστεί το έλλειμμα στο 5,9% στο τέλος του έτους και να λάβει η χώρα τις επόμενες δόσεις του δανείου των 78 δισ. ευρώ από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Ο περιορισμός, όμως, του ελλείμματος στο προβλεπόμενο επίπεδο αποδείχθηκε «άπιαστο όνειρο», αφού αυτό εκτινάχθηκε κοντά στο 8%,  με αποτέλεσμα «τρύπα» 3 δισ. ευρώ στον φετινό προϋπολογισμό, που οι «τροϊκανοί» απαίτησαν από τον… «εθνικά υπερήφανο» κ. Κοέλιο  να το καλύψει άμεσα, αν θέλει επόμενη δόση.
Έτσι, την περασμένη εβδομάδα ο Πορτογάλος πρωθυπουργός, μαζί με τον προϋπολογισμό του 2012, ανακοίνωσε το δεύτερο «πακέτο» λιτότητας της θητείας του, με ακόμα πιο έντονο «ελληνικό χρώμα», αφού προβλέπει περικοπές σε μισθούς και «δώρα» όσων αμείβονται με μισθό πάνω από 1.000 ευρώ, καθώς και αύξηση του ΦΠΑ σε πολλά προϊόντα από το 13% στο 23%, όπως ακριβώς, δηλαδή, έγινε και στην Ελλάδα...
«Ζούμε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης», είπε σε τηλεοπτικό διάγγελμά του ο Κοέλιο, ο οποίος –άκουσον, άκουσον!- δέχθηκε πυρά από την αντιπολίτευση ότι θα βουλιάξει ακόμη περισσότερο την πορτογαλική οικονομία στην ύφεση. Ύφεση, η οποία για φέτος προβλεπόταν στο 1,9%, αλλά θα ξεπεράσει το 2%, ενώ υπολογίζεται στο 2,2% για το 2012, έναντι θετικής ανάπτυξης 1,4% το 2010, χρονιά κατά την οποία –μην ξεχνάμε- ότι για την Ελλάδα ήταν η τρίτη συνεχόμενη με ύφεση, καθώς, με βάση τα νεότερα στοιχεία, χτύπησε πρώτη φορά την πόρτα μας το 2008.
Ένοιωσα την υποχρέωση να τα θυμίσω όλα αυτά, όχι για να (υπο-)στηρίξω την κυβέρνηση, που είναι φανερό, άλλωστε, πως έχει χάσει τον «μπούσουλα», αλλά γιατί ενοχλούμαι από «τυφλές» -δήθεν συνδικαλιστικές- κινητοποιήσεις, με στόχο να προκληθούν άμεσες πολιτικές εξελίξεις και, συνάμα,  επειδή θυμώνω με όσους δείχνουν να μη διδάχτηκαν τίποτε από τη γενικευμένη κρίση που ζούμε και εξακολουθούν να υπόσχονται «λαγούς με πετραχήλια», εξαγγέλλοντας μείωση φορολογικών συντελεστών, ως αντίδοτο στη φοροδιαφυγή και κλείνοντας το μάτι σε κάθε είδους και κάθε μορφής διεκδίκηση.
Δεν έχω κανέναν δισταγμό να αναγνωρίσω –και με τη δέσμευση του γραπτού λόγου- ότι αργά ή γρήγορα η σημερινή κυβέρνηση θα αποτελέσει παρελθόν, υπό το βάρος των μέτρων που υποχρεώθηκε να λάβει και τα οποία βρίσκονται σε διάσταση με τις ιδεολογικές επιλογές της, ενώ έρχονται σε αντίθεση με όσα προεκλογικά διεκήρυττε, αγνοώντας ή παραβλέποντας –μικρή σημασία ίσως έχει, πλέον, ποιο από τα δύο ίσχυε- την «ωρολογιακή βόμβα» που καλούνταν να παραλάβει πριν από δύο χρόνια.
Για αρκετούς, μάλιστα, φίλους της κυβερνητικής παράταξης, η επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων, θα λειτουργήσει «λυτρωτικά» για τον πολιτικό τους χώρο. Ενστερνίζομαι, εν πολλοίς, την άποψη τους, αλλά διστάζω να την υιοθετήσω, επειδή δεν είμαι βέβαιος ότι αποτελεί, τούτη τουλάχιστον την κρίσιμη ώρα, την καλύτερη λύση για τη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.     

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Τα… «αυγά και τα πασχάλια» της κυβερνητικής επικοινωνίας

Επί δύο συνεχείς εβδομάδες ένας από τους μεγάλους τηλεοπτικούς σταθμούς, αλλά κι ένας ακόμη που το κύριο αντικείμενο, ακόμη και των δελτίων ειδήσεων του, είναι το αποκαλούμενο life style, που συμβαίνει και οι δύο να ελέγχονται από τον ίδιο επιχειρηματικό όμιλο, έχουν επιδοθεί σε έναν ανελέητο πόλεμο φθοράς κατά του υπουργού Εθνικής Άμυνας Πάνου Μπεγλίτη, με αφορμή, δήθεν, απόφασή του με την οποία δόθηκε η δυνατότητα στα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων να επικοινωνούν απευθείας με την πολιτική ηγεσία.
Σε καθημερινή βάση οι οθόνες των συγκεκριμένων σταθμών κατακλύζονται από δηλώσεις κάθε λογής αποστράτων που σε υψηλότατους τόνους «κατακεραυνώνουν» τον υπουργό Άμυνας που, κατά την άποψή τους, καταλύει την ιεραρχία του στρατεύματος και, έμπλεοι ανησυχιών, κορυβαντιούν για τις συνέπειες που θα επέλθουν στην πειθαρχία των στρατιωτικών.
Ορισμένοι, μάλιστα, από αυτούς τους σφόδρα ανησυχούντες είναι οι ίδιοι που, αν δεν πρωταγωνίστησαν στα πρόσφατα επεισόδια στο «Πεντάγωνο», παρέσχον πλήρη κάλυψη στους συναδέλφους τους που κατέστρεψαν τις πύλες εισόδου του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και εισέβαλαν στον προαύλιο χώρο κατά τη διάρκεια  διαμαρτυρίας για τη μείωση των συντάξεων τους. Και έδειξαν τέτοιο σεβασμό στην ιεραρχία που απαίτησαν από τους εν ενεργεία ηγήτορες του στρατεύματος να κατέβουν από τα επιτελεία τους για να παραλάβουν το ψήφισμα τους.
Η κυβέρνηση αντιμετώπισε το όλο ζήτημα με… ολύμπια ψυχραιμία και, αν εξαιρέσει κανείς το τελεσίγραφο που έστειλε ο κ. Μπεγλίτης από τη Βουλή, όπου βρισκόταν, να αποχωρήσουν οι απόστρατοι από το εσωτερικό του υπουργείου γιατί αλλιώς θα απομακρυνόταν βιαίως, κανείς άλλος ούτε από τα άλλα κόμματα, ούτε από το κυβερνητικό στρατόπεδο δεν ένοιωσε την ανάγκη να πει μια κουβέντα καταδίκης τόσο των επεισοδίων όσο και της διπλής τηλεοπτικής καμπάνιας κατά του υπουργού που γίνεται από τα μέσα του επιχειρηματικού ομίλου που, είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι δεκαετίες τώρα, διατηρεί «εκλεκτικές συγγένειες» με τις ένοπλες δυνάμεις.
Και αν τα άλλα κόμματα το είδαν με κοντόθωρο ωφελιμισμό, εκπλήσσει η σιωπή της κυβέρνησης, η οποία παγιδευμένη στα λάθη, στις παλινωδίες και στις ανακολουθίες της, αλλά και στη λογική του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», που έχει επικρατήσει τόσο στο υπουργικό συμβούλιο, όσο και στην κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος, μοιάζει να… έχει παραδώσει το πνεύμα της στο επικοινωνιακό πεδίο.         
Οι κυβερνώντες ανέχονται, επί παραδείγματι, αφήνοντας αναπάντητη, την «οβιδιακή» εναλλαγή ρόλων από τους ιεροκήρυκες της τηλοψίας, οι οποίοι τη μια μέρα εμφανίζονται διαπρύσιοι συνήγοροι της τρόικας, εγκαλώντας την κυβέρνηση και συλλήβδην το πολιτικό σύστημα που δεν συμφωνούν να πάρουν δια μιας όλα τα μέτρα που ζητούν οι δανειστές μας, ενώ την αμέσως επομένη μέρα, όταν τα μέτρα λαμβάνονται, μεταμορφώνονται σε σφοδρούς κατηγόρους, στηλιτεύοντας την αναλγησία των μεν και των δε και φθάνοντας μέχρι του σημείου να χαρακτηρίζονται, ακόμη και από σοβαροφανείς σχολιαστές, «καραγκιόζηδες» τα στελέχη της τρόικας.
Παρακολουθούν, επίσης, αμήχανα την καταστροφολογική διαστροφή των πραγμάτων, όταν ακόμη και θετικές προοπτικές παρουσιάζονται μόνον με την αρνητική τους χροιά, όπως, επί παραδείγματι, η γερμανική πρόταση για βαθύτερο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, η οποία μέχρι πρότινος προβαλλόταν ως αναγκαιότητα, αφού «ο λογαριασμός του χρέους δεν βγαίνει με τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου», αλλά τώρα εμφανίζεται ως κάτι το πολύ κακό, γιατί μπορεί να επηρεάσει τις ελληνικές τράπεζες, από τις οποίες εξαρτώνται αμέσως ή εμμέσως και πάντως απολύτως τα καταχρεωμένα –έντυπα και ηλεκτρονικά- μέσα ενημέρωσης.
Δεν βρίσκεται, δυστυχώς, κανείς να εγκαλέσει όλους αυτούς που βάλουν μονομερώς κατά των πολιτικών και των (υπαρκτών και ανύπαρκτων) προνομίων τους, υποδεικνύοντάς τους να «κοιταχθούν στον καθρέφτη» για να δουν τα υπερπρονόμια που οι ίδιοι απόλαυσαν τα προηγούμενα χρόνια, οδηγώντας τις ίδιες της επιχειρήσεις τους σε οικονομική εκτροπή πολύ μεγαλύτερη από εκείνη των δημόσιων οικονομικών, από τα οποία, εν πολλοίς, σιτίζονταν και οι ίδιοι.
Ο ισοπεδωτικός λαϊκισμός που ξεχειλίζει ολημερίς και ολονυκτίς από τις οθόνες, δίνοντας δίκιο σε όποιον κάθε φορά φωνάζει πιο δυνατά, παραλύει το κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι, καθώς το «προϊόν» που εκπέμπεται δεν έχει καμία σχέση με την επιβαλλόμενη κριτική που, μαζί με την πληροφόρηση, αποτελεί την βασική αποστολή των ειδησεογραφικών μέσων ενημέρωσης.
Θα ήμουν ο τελευταίος πολίτης σε αυτή τη χώρα που –και για επαγγελματικούς λόγους, θα αρνιόμουν την υποχρέωση των μέσων ενημέρωσης και των ανθρώπων που τα λειτουργούν να ασκούν την πιο σκληρή κριτική προς την όποια εξουσία. Ενοχλούμαι, ωστόσο, αφάνταστα από τον διαγκωνισμό «μαυρίλας», για λόγους τηλεθέασης, που συνδυάζεται με σκοπιμότητες, αλλά και με την ημιμάθεια και την επιδερμικότητα των σχολιασμών και αναλύσεων πολλών από τους πρωινούς και βραδινούς βαρύγδουπους κήνσορες.
Όλα αυτά, βεβαίως, δεν συμβαίνουν τυχαία. Συμβαίνουν επειδή η κυβέρνηση, αλλά και ολόκληρο το πολιτικό σύστημα (ποιος θα φανταζόταν, μέχρι πρότινος, στελέχη της ανανεωτικής αριστεράς σε πάνελ κουτσομπολίστικης εκπομπής του Star;), έχουν υποταχθεί πλήρως στη λεγόμενη «τέταρτη εξουσία», καθώς, υπό το βάρος των πελατειακών  ανομιών του παρελθόντος, έχουν καταρρεύσει πλήρως, χάνοντας, όπως λέει ο λαός μας, «τ΄ αυγά και τα πασχάλια».  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com. 

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Η κοινωνική αλληλεγγύηστην «πυρά» των εκκαθαριστικών

Nα αρνηθούν να καταβάλουν την έκτακτη εισφορά για τα ακίνητα, κάλεσε τα στελέχη του κόμματός του ο πρόεδρος του Συνασπισμού και επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, υποστηρίζοντας ότι μια τέτοια άρνηση είναι «πράξη πολιτική», «πράξη αλληλεγγύης» και με τον τρόπο αυτό, όπως είπε, «συμβολικά να τεθούμε στο πλευρό των ανθρώπων που δεν έχουν να πληρώσουν, ακόμα κι αν εμείς έχουμε να πληρώσουμε».
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι αρκετοί συμπολίτες μας, άνεργοι, μικροσυνταξιούχοι και άλλοι, αδυνατούν πραγματικά ή καιδυσκολεύονται να ανταποκριθούν σ το νέο αυτό «χαράτσι», γιατί πραγματικά δεν διαθέτουν τα οικονομικά μέσα για να πληρώσουν τη μικρότερη, έστω, συμμετοχή τους.
Αναρωτιέμαι, όμως, ειλικρινά τι είδους «αλληλεγγύη» είναι αυτή που μπορεί να εκφραστεί από τους έχοντες και τους κατέχοντες –εκείνους, δηλαδή, που έχουν να πληρώσουν- προς τους οικονομικά αδύνατους, αν ούτε αυτοί περάσουν από το δημόσιο ταμείο για να πληρώσουν τις δικές τους υποχρεώσεις.
Πολλώ δε μάλλον απορώ τι είδους πολιτική πράξη συνιστά η γενικευμένη πρόσκληση,που απευθύνεται από έναν ηγέτη, ο οποίος οραματίζεται ένα «νέο συνασπισμό εξουσίας», προς όλους τους πολίτες –είτε έχουν τα μέσα είτε όχι, είτε έχουν φοροδιαφύγει είτε όχι- να μην ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους έναντι του δημοσίου.
Παντού στον κόσμο και σε όλα τα οικονομικά εγχειρίδια η φορολογία θεωρείται μηχανισμός αναδιανομής των εισοδημάτων και έκφραση της κοινωνικής αλληλεγγύης των οικονομικά ισχυρών προς τους αδυνάτους. Γι΄ αυτό καιμια από τις κεντρικές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις προοδευτικές και στις συντηρητικές - νεοφιλελεύθερες πολιτικές αποτελεί η μόνιμη διελκυστίνδα για την αύξηση ή μη της φορολογίας, σε συνδυασμό με τη δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών.
Οι προοδευτικοί πολιτικοί είναι εκείνοι που, ανά την υφήλιο, υποστηρίζουν τηνκατανομή των βαρών ανάλογα με τη φοροδοτική ικανότητα του καθενός, αλλά και την αύξηση της φορολογίας εισοδημάτων και περιουσίας, έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργήσει το κράτος και να προσφέρει τα δημόσια αγαθά και τις λοιπές υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο.
Αντιθέτως οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις είναι εκείνες που διεθνώς, όπως είδαμε πρόσφατα στις ΗΠΑ, με την αντιπαράθεση ανάμεσα στον Πρόεδρο Ομπάμα και τους υπερσυντηρητικούς του «TeaParty», θέλουν την ελαχιστοποίηση του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία και γι΄ αυτό κάνουν κεντρικό πρόγραμμα της πολιτικής τους πλατφόρμας τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, κάτι, άλλωστε που υπαινίσσεται και το πρόγραμμα της ΝΔ για μείωση της φορολογίας.
Επιστρέφοντας στα δικά μας, δεν έχω καμία δυσκολία να αναγνωρίσω -θα εθελοτυφλούσα, άλλωστε, αν ισχυριζόμουν το αντίθετο- ότι το φορολογικό μας σύστημα είναι ένα από τα πιο άδικα παγκοσμίως, εξαιτίας, κυρίως, της εκτεταμένης φοροδιαφυγής και της ανικανότητας των ελεγκτικών μηχανισμών που και σε αυτόν τον τομέα, όπως και σε πολλούς άλλους, αδυνατούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά.
Υπό αυτή την έννοια θα κατανοούσαως πράξη αλληλεγγύης, το ακριβώς αντίθετο από αυτό που πρότεινε στα στελέχη του ο κ. Τσίπρας. Θα περίμενα, δηλαδή, από μια πολιτική δύναμη, που θέλει να θεωρείται προοδευτική, να καλούσετους έχοντες να καλύψουν και τη συνεισφορά των μη εχόντων απολύτως. Και, παράλληλα, να πρωταγωνιστούσε σε μια καμπάνια υπέρ της δίκαιης κατανομής των φόρων, της απαίτησηςγια πάταξη της φοροδιαφυγής και της επιμονής στην ανάγκη για άμεση αναδιάρθρωση των φοροεισπρακτικώνμηχανισμών, ώστε να ανταποκριθούν στο ρόλο τους.
Μου φαίνεται, έτσι, αδιανόητο και μόνον ως απόλυτη έκφραση λαϊκισμού μπορώ να το ερμηνεύσω,  να καλούνται οι πάντες και αδιακρίτως-ανέστιοι ομού και φοροφυγάδες- να ρίξουν στην πυρά τα εκκαθαριστικά της εφορίας και, εν τέλει, να μην πληρώσει κανείς τους φόρους που του αναλογούν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις άμεσες υποχρεώσεις του δημοσίου σε πληρωμές μισθών και συντάξεων, λειτουργία υπηρεσιών, σχολείων, κλπ.
Ποιος άραγε τιμωρείται με αυτού του είδους τους ακτιβισμούς; Αν όλοι οι πολίτες ενστερνιστούν την άποψη του κ. Τσίπρα ποιος θα πληρώσει το τίμημα; Η κυβέρνηση και η τρόικα;  Δε νομίζω. Πιο πιθανό είναι να πληγούν έτι περαιτέρω οι οικονομικά ανίσχυροι που θα έβλεπαν το ήδη υποβαθμισμένο επίπεδο κοινωνικής προστασίας να κατέρρεε πλήρως.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.