Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βελκουλέσκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βελκουλέσκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Οι Επιστήμες σηκώνουν ψηλά τα χέρια



«Φυσικά διαφωνούσαμε, αλλά είναι κάτι που γίνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και την Αμερική. Άρα, μπορούμε να το δούμε ως εκσυγχρονισμό», ήταν τα λόγια με τα οποία ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου ανακοίνωσε τα ξημερώματα της Τρίτης τη συμφωνία της κυβέρνησης στην απαίτηση της τρόικας να μπορεί να ανοίγουν τα καταστήματα περισσότερες Κυριακές και σε περισσότερες περιοχές.
Η συγκεκριμένη δήλωση του αμερικανοθρεμμένου καθηγητή δεν εξέπληξε πολλούς. Και η πιθανότερη εξήγηση είναι επειδή αποτελεί μάλλον την επιτομή της σχιζοφρενούς κατάστασης που παρακολουθούμε επί δύο και πλέον χρόνια να εκτυλίσσεται στις αποκαλούμενες «διαπραγματεύσεις» που διεξάγονται ανάμεσα στα κυβερνητικά στελέχη και στους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών της χώρας.
Γίναμε επανειλημμένα μάρτυρες πολύμηνων ψευτοηρωισμών για δήθεν «κόκκινες γραμμές» που είναι τάχατες απαραβίαστες. «Ούτε ένα ευρώ», έδωσε τον τόνο ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Επέλεξε μάλιστα να το κάνει με μια επετειακή συνέντευξη την οποία έδωσε στις 25 Ιανουαρίου που έκλεινε δύο χρόνια στη διακυβέρνηση. Ίσως για να… τιμήσει τον -γεμάτο (αυτ)απάτες- τρόπο με τον οποίο ανήλθε στην εξουσία.
Το είπε έτσι απλά και τόσο κατηγορηματικά. Και ας ξέραμε όλοι ότι τα μέτρα των 3,6 δισ. ευρώ που ήθελε το ΔΝΤ ήταν στο τραπέζι. Και ότι η κυβέρνηση θα τα υιοθετούσε μόλις προλειαινόταν το έδαφος στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ή, μάλλον, όταν ζόριζαν πολύ τα πράγματα και έφτανε η ώρα να αναχωρήσει από την Αθήνα η Ντέλια Βελκουλέσκου αφού προηγουμένως θα υπαγόρευε τους όρους της συμφωνίας. 
Αίφνης, τότε, οι τάχατες σκληροί διαπραγματευτές –Σκουρλέτηδες, Σπίρτζηδες και λοιποί αμύντορες της κλαψουρίζουσας προσκόλλησης στις καρέκλες- ανακαλύπτουν ότι «δεν τρέχει και τίποτε…» με μια ακόμη κωλοτούμπα. Είναι, άλλωστε, τόσο ατέλειωτη η σειρά των υπαναχωρήσεων, που τόσες και τόσες άλλες φορές έχουν κάνει, ώστε μια, δύο ή τρεις επιπλέον δεν κάνουν μεγάλη διαφορά. 
Με χαρακτηριστική ευκολία προσφεύγουν σε ισχυρισμούς ότι όλα αυτά τα οποία ζητούσαν οι δανειστές και εκείνοι –υποτίθεται ότι -  αντιστέκονταν, «δεν είναι παρά ρυθμίσεις και διευθετήσεις που συμβαίνουν και αλλού…». Και το εξοργιστικότερο; Όχι μόνον δεν έχουν δυσκολία να υιοθετήσουν μέτρα, με τα οποία, πάντως, δηλώνουν ότι εξακολουθούν να διαφωνούν, αλλά μπορούν και τα υιοθετούν, παριστάνοντας, μάλιστα, και τους… εκσυγχρονιστές!
Αν και τα πράγματα μοιάζουν, εκ πρώτης, πολύ απλά και η τακτική των κυβερνώντων έχει καταλήξει να είναι αρκετά προβλέψιμη, όλες οι αμέτρητες παλινωδίες που έχουν καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2015, συνιστούν ένα μάλλον πιο σύνθετο φαινόμενο που χρήζει μελέτης από διεπιστημονικές ομάδες ειδικών οι οποίοι θα πρέπει να αναλύσουν τη μάλλον παγκόσμια πρωτοτυπία με την οποία είμαστε αντιμέτωποι οι Έλληνες πολίτες.
Διότι, όσο και αν συμβιβαστεί κανείς με την ιδέα ότι λαϊκιστές πολιτικοί που παριστάνουν τους εκσυγχρονιστές συναντώνται παντού, εκείνο που θα παραμείνει ανυπέρβλητο επίτευγμα της παρέας του κ. Τσίπρα είναι η μοναδική… ικανότητα να έχει πέσει έξω σε όλες τις εκτιμήσεις που έχει κάνει. Και, πολύ περισσότερο, η άνεση με την οποία μπορεί να τις μεταβάλει, ανάλογα με τη συγκυρία.
Ο κατάλογος με τα κρούσματα  δυσαρμονίας λόγων και έργων είναι πολύ μακρύς. Από τις προφητείες για την «Ευρώπη που αλλάζει» έως τις φαντασιώσεις ότι «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν». Από την έκφραση προτίμησης στην επικράτηση του Μάρτιν Σουλτς στη Γερμανία έως το πρόσφατο γλείψιμο στη Μέρκελ και στον Σόιμπλε. Από τους ισχυρισμούς ότι η πάταξη του λαθρεμπορίου στον καπνό και στα καύσιμα αρκούσε για να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης έως τη νομοθετική διαγραφή προστίμων στην εταιρεία του Ιβάν Σαββίδη. Από τις διαχρονικές καταγγελίες κατά του πελατειακού κράτους έως το βόλεμα σχεδόν κάθε δικού τους παιδιού. 
Τι να θυμηθούμε και τι να ξεχάσουμε; Τις παραιτήσεις που θα υπέβαλλαν υπουργοί αν μειωνόταν το αφορολόγητο; Την αύξηση του κατώτατου μισθού που ψηφίστηκε από τη Βουλή και ποτέ δεν εφαρμόστηκε; Τα σκισμένα Μνημόνια ή το καταρρακωμένο δημοψήφισμα; Τη συμμετοχή του κ. Τσίπρα στις συνόδους των σοσιαλδημοκρατών με τους οποίους διαφωνεί; Τις επιθέσεις στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής όταν δεν βγάζει εκθέσεις της αρεσκείας τους; Την κατάσταση στη Δικαιοσύνη; Τα όσα συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο; Τον τραγέλαφο με τις τηλεοπτικές άδειες; 
Μπορεί η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να μην είναι η πρώτη στην εγχώρια ιστορία που δεν έχει εκπληρώσει τις υποσχέσεις που έδωσε προεκλογικά. Είναι, ωστόσο, η μοναδική, ίσως και στα παγκόσμια χρονικά των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων, που συνεχίζει ακάθεκτη να ασκεί εξουσία υιοθετώντας πολιτικές με τις οποίες σχεδόν στερεότυπα λέει ότι διαφωνεί. 
Γι΄ αυτό και χρειάζονται σοβαρές μελέτες. Εκτός πια και αν ακόμη και οι (συμβατικές, τουλάχιστον) Επιστήμες... σηκώσουν ψηλά τα χέρια. Η Πολιτική Επιστήμη, πάντως, είναι σίγουρα ανεπαρκής για να δώσει εξηγήσεις. Θα χρειαστεί και τη συνδρομή άλλων.

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

Η διαπραγμάτευση του… Καραγκιόζη



Τον πρώτο καιρό ήταν ο Πούτιν που θα (μας) έστελνε τη μπροστάντζα των 6 δισ. ευρώ για τον αγωγό. Και γι΄ αυτό, αγνοώντας το πάθημα του κακόμοιρου υπουργού Οικονομικών της Κύπρου που είχε μείνει επί μέρες αμανάτι στη Μόσχα περιμένοντας λίγα δανεικά για να αποφύγει η Λευκωσία το δικό της Μνημόνιο, διανύσαμε όλο το πρώτο εξάμηνο του 2015 με το πηγαινέλα στη ρωσική πρωτεύουσα των  κυβερνητικών αποστολών υψηλού επιπέδου.
Μετά ήταν ο Ομπάμα, για τον οποίο, αν και ερχόταν στην Ελλάδα ως απερχόμενος Πρόεδρος, φαντασιώνονταν ότι θα είχε στις αποσκευές του τη ρύθμιση του χρέους που θα μας χάριζαν οι Ευρωπαίοι. Εκείνο, δηλαδή, που δεν είχε κάνει ο Αμερικανός Πρόεδρος σε όλη τη διάρκεια της οκταετούς θητείας του, κατά την οποία είχε περιοριστεί σε ανέξοδες παροτρύνσεις για περιορισμό της λιτότητας, κάποιοι πίστεψαν ότι θα μπορούσε να το κάνει ως τέως, επειδή θα γοητευόταν –θυμάστε αλήθεια τις αξέχαστες σκηνές στο Μέγαρο Μαξίμου;- από την προσωπικότητα του Έλληνα πρωθυπουργού.  
Στη συνέχεια ήρθε η σειρά του Τραμπ και η 20ή Ιανουαρίου που ήταν προγραμματισμένο να εγκατασταθεί στον Λευκό Οίκο έγινε το νέο ορόσημο για τους βαθυστόχαστους αναλυτές του Μεγάρου Μαξίμου που πόνταραν ότι μια από τις πρώτες αποφάσεις του νέου Προέδρου των ΗΠΑ θα ήταν η εντολή για απόσυρση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από την Ευρώπη. Μέσα στην παραζάλη της ανοησίας που δέρνει πολλούς από τους ανθρώπους που αποφασίζουν για τις τύχες μας ορισμένοι θεώρησαν και θεωρούν ακόμη ότι θα είναι «λυτρωτικό» να φύγει από το ελληνικό πρόγραμμα ο μόνος σύμμαχος που έχουμε στη μάχη για την ελάφρυνση του χρέους και που δεν είναι άλλος από το ΔΝΤ.   
Αφού, όμως, διαψεύστηκε και αυτή η αυταπάτη, το κυβερνητικό ρεπερτόριο δεν είχε καμία δυσκολία να αλλάξει αμέσως σκοπό. Όπως αποκάλυψε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιος Κούλογλου, εναπέθεσαν τις ελπίδες του στην επικράτηση της Ακροδεξιάς στις πρόσφατες εκλογές στην Ολλανδία, υιοθετώντας ένα απίθανο σκεπτικό που είναι αδύνατο να το χωρέσει ο νους ενός λογικού ανθρώπου. Με εξαίρεση όσους επενδύουν στη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορεί να υπάρχει άλλος με σώας τας φρένας που να έχει πιστέψει ότι η αναταραχή στην Ευρώπη και τα διαλυτικά φαινόμενα στην ευρωζώνη που θα προκαλούσε μια ενδεχόμενη νίκη του Βίλντερς θα ήταν προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων.
Απτόητοι και από την άστοχη αυτή πρόβλεψή τους, οι κυβερνώντες και πάλι δεν το βάζουν κάτω. Ελλείψει άλλου «αφηγήματος», εμφανίζονται, πλέον, αποφασισμένοι να βάλουν όλα τα αυγά τους στο καλάθι των γερμανικών εκλογών. Ποντάρουν -και το δηλώνουν δημοσίως ορισμένοι- στην εκλογική νίκη του σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σουλτς. Ευελπιστούν ότι έτσι θα απαλλαγούν από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, κάνοντας την μάλλον  αφελή εκτίμηση ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών ασκεί προσωπική πολιτική έναντι της Ελλάδας και δεν υπηρετεί απλώς τα συμφέροντα της χώρας του.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ότι η τακτική αυτή που θυμίζει την περιώνυμη ρήση του Καραγκιόζη «θα με δείρει, θα κουραστεί, θα ιδρώσει, θα αρρωστήσει και στο τέλος θα πεθάνει», επιχειρείται να εμφανιστεί ως μέρος μιας κάποιας διαπραγματευτικής στρατηγικής που κανείς δεν αντιλαμβάνεται που κατατείνει και τι στόχο έχει. Το αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι καθυστερήσεις έχουν τεράστιο κόστος και μάλιστα διπλό, καθώς από τη μια τρενάρει η πολυπόθητη ανάκαμψη και από την άλλη σε κάθε επόμενο γύρο διαπραγμάτευσης η θέση της ελληνικής πλευράς είναι πιο αδυνατισμένη, δεν φαίνεται να τους απασχολεί.
Δυστυχώς, τα απανωτά παθήματα της τελευταίας διετίας δεν έχουν γίνει μαθήματα, γιατί οι παθόντες αποδεικνύονται ανεπίδεκτοι μαθήσεως. Είναι, για παράδειγμα, κωμικοτραγικό να τους ακούς να επιχειρηματολογούν υποστηρίζοντας ότι «η ελληνική υπόθεση είναι μέρος ενός γεωστρατηγικού παιχνιδιού» και, την ίδια ώρα, να διαρρέουν οι ίδιοι στα φιλικά τους μέσα ότι λίγο πριν από την αναχώρηση των εκπροσώπων των θεσμών από την Αθήνα, «τηλεφώνησαν από το Μαξίμου στον Επίτροπο Μοσκοβισί για να διαμαρτυρηθούν επειδή οι τρεις Ευρωπαίοι παρακολουθούσαν άφωνοι την Ντέλια Βελκουλέσκου του ΔΝΤ να μιλάει με ιταμό τρόπο στους Έλληνες υπουργούς».
Η συνέχεια που είχε η τηλεφωνική διαμαρτυρία έγινε γνωστή λίγες μέρες μετά, το βράδυ ενός χαμένου χρονικού οροσήμου, όπως ήταν το Eurogroup της 20ής Μαρτίου. Εκόντες άκοντες, οι Έλληνες υπουργοί έμειναν στις Βρυξέλλες, αφού τους διαμηνύθηκε ότι η άλλη πλευρά δεν είναι διατεθειμένη να επιστρέψει στην Αθήνα χωρίς να προηγηθεί συμφωνία. Αλλά και πάλι οι δικοί μας δεν φαίνεται να πτοήθηκαν.
Γιατί δεν πτοούνται; Διότι, όπως έλεγε κι ο σκληρός διαπραγματευτής στο σκετς του Καραγκιόζη, «θα μας δείρουν, θα κουραστούν, θα ιδρώσουν, θα αρρωστήσουν και στο τέλος θα πεθάνουν». Δεν είναι αυτό επιτυχής διαπραγμάτευση;

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Η Αβάνα, η γαλοπούλα και ο οβελίας



Αν, όπως έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, ισχύει το «ουδέν κακόν αμιγές καλού», μάλλον πρέπει να δούμε και τις… θετικές πλευρές από το μακρινό ταξίδι που έκανε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ως την Αβάνα για να αποχαιρετίσει τον Φιντέλ Κάστρο.
Άθελά του προφανώς, ο κ. Τσίπρας απομυθοποίησε την υποτιθέμενη κρισιμότητα των στιγμών, την οποία -εν μέσω άνοστων αστεϊσμών, όπως οι παραλληλισμοί με τους γάμους της Γκρέις Κέλι και της Νταϊάνα- επικαλούνταν ο αλλοπρόσαλλος υπουργός του επί των Οικονομικών που αποδεικνύεται επικίνδυνα ανίκανος ακόμη και να μάθει να μιλάει σωστά ελληνικά. 
Διότι αν «ο Δεκέμβρης είναι ο πιο κρίσιμος μήνας, από το καλοκαίρι του 2015», όπως ισχυρίστηκε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος από το βήμα της Βουλής, με ποιο θράσος ο πρωθυπουργός πήρε το αεροπλάνο και πέταξε ως την Καραϊβική για να εκφωνήσει επικήδειο στον εκλιπόντα Κουβανό ηγέτη; Μπορεί να είναι δικαιολογία ότι άδραξε την ευκαιρία για να επιτεθεί σε εκείνους με τους οποίους υποτίθεται ότι διαπραγματεύεται;
Πολύ περισσότερο που λίγο πριν ξεκινήσει η πτήση του εκλιπαρούσε τον Επίτροπο Π. Μοσκοβισί και τον τραπεζίτη Μ. Κερέ να δείξουν λίγη γενναιοδωρία για το δημόσιο χρέος, ώστε να μην κινδυνεύσει η καρέκλα του, αλλά και να έχει… καύσιμα το πρωθυπουργό αεροπλάνο για να πετάξει πάνω από τον Ατλαντικό. Χωρίς καμία ιδιαίτερη δυσκολία, όμως, φθάνοντας στον προορισμό του αποκάλεσε «δυνάστες» τους εταίρους – δανειστές της χώρας μόλις βρέθηκε μπροστά σε ένα διαφορετικό κοινό, όπως ήταν οι ηγέτες χωρών του τρίτου κόσμου που τον πλαισίωναν στον αποχαιρετισμό του Κάστρο και άκουγαν μάλλον ευχάριστα τον έμμεσο εξάψαλμο κατά της… άκαρδης Ευρώπης που έβγαινε από τα χείλη του.
Γι΄ αυτό και τόσο το ταξίδι του στην Αβάνα όσο και τα όσα περιείχε ο επικήδειος στον Φιντέλ που εκφώνησε, πέρα από ο,τιδήποτε άλλο μπορεί να ισχυριστεί ο καθένας που συμπαθούσε ή όχι τον εκλιπόντα Κουβανό, το μόνο βέβαιο είναι ότι λειτούργησαν απομυθοποιητικά για την –υποτιθέμενη- υπερήφανη –δήθεν- διαπραγμάτευση την οποία κάνουν ο Τσίπρας και οι συνεργάτες του και που η κατάληξή της μοιάζει προδιαγεγραμμένη.
Δεν χρειάζεται να έχει κάποιος μαντικές ικανότητες για να προδικάσει ότι, με μεγαλύτερη ή μικρότερη καθυστέρηση, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα δεχθεί στο τέλος όλα όσα θα θελήσουν να της επιβάλουν οι αποκληθέντες «δυνάστες», συνεχίζοντας τη γνωστή τακτική των συνεχών υποχωρήσεων που, κατά την προσφιλή τους συνήθεια, συνοδεύονται από πολεμικές ιαχές με τις οποίες επιχειρείται να καλλιεργηθούν ψευδαισθήσεις περί επικράτησης.
Το έργο, άλλωστε, είναι γνωστό και πολυπαιγμένο: μπαίνουν γονυπετείς στο Χίλτον και αφού αποθέσουν τα πάντα στα πόδια της Ντέλιας Βελκουλέσκου, με πρώτη και καλύτερη την προσωπική τους αξιοπρέπεια, βγαίνουν έξω επιδιδόμενοι πότε σε αστείους λεονταρισμούς και πότε σε γελοίους πανηγυρισμούς. Ποιός, για παράδειγμα, ξεχνά τον περιλάλητο Κατρούγκαλο που τρόλαρε αδίστακτα τους συνταξιούχους υποσχόμενος επερχόμενες αυξήσεις τις μέρες που οι απόμαχοι της δουλειάς έρχονταν αντιμέτωποι με την κατακρεούργηση του εισοδήματός τους; 
Επειδή, πάντως, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες βρίσκουν παραλληλισμούς με το καλοκαίρι του 2015, θα είχε ενδιαφέρον να προχωρούσαν και σε ανάλογες κινήσεις με τις οποίες θα ενέπλεκαν τους πολίτες στο ζήτημα της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης, όπως έγινε αρχικά με το διαβόητο δημοψήφισμα του περυσινού Ιουλίου και κατόπιν με τις κάλπες «εξπρές» του Σεπτεμβρίου.
Τώρα, βεβαίως, το… τροπάρι με τις εκλογές φαίνεται να έχει αλλάξει, αφού, για την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, «το σενάριο των εκλογών είναι επικίνδυνο για την χώρα», όπως υποστήριξε ο εκπρόσωπος της Δ. Τζανακόπουλος. Διότι, λέει, «διακόπτει την 2η αξιολόγηση, διακόπτει τη συζήτηση και το momentum για τη ρύθμιση του χρέους, διακόπτει και τη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται έτσι ώστε να ενταχθεί η χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης».
Αν, όμως, έχουν έτσι τα πράγματα και πλέον οι άνθρωποι, οι οποίοι αποθέωναν σε κάθε ευκαιρία την προσφυγή στις κάλπες, πιστεύουν ότι «οι εκλογές είναι επικίνδυνες», γιατί δεν δοκιμάζουν την εναλλακτική ενός δημοψηφίσματος; Θα είχε ενδιαφέρον, επιστρέφοντας από την Αβάνα, ο Αλέξης Τσίπρας να έμπαινε στον… πειρασμό να ρωτούσε πόσοι από τους Έλληνες επιθυμούν να κλείσει εκείνος την αξιολόγηση, υπογράφοντας στην πραγματικότητα ένα ακόμη Μνημόνιο και πόσοι θέλουν να τον δουν να αφήνει το Μαξίμου. Και ας έκανε μετά το αντίθετο, όπως εκείνος ξέρει…
Ας μην τρέφονται, ωστόσο, αυταπάτες. Το πιθανότερο είναι ότι ο Τσίπρας δεν θα κάνει ούτε εκλογές ούτε δημοψήφισμα. Και δεν θα κάνει τίποτε από τα δυο, διότι όλο και κάποιος θα του έχει θέσει υπόψη του τη ρήση του Αμερικανού Προέδρου Αβραάμ Λίνκολν σύμφωνα με την οποία «μπορείς να κοροϊδεύεις πολλούς για λίγο καιρό ή λίγους για πολύ καιρό, αλλά δεν μπορείς να τους κοροϊδεύεις όλους για πάντα». Αλλά και αν δεν του είπαν για τον Λίνκολν, μπορεί ευρισκόμενος στην Κούβα να αναρωτήθηκε ο ίδιος τους λόγους για τους οποίους οι Κάστρο αποφεύγουν επί τόσες δεκαετίες να προκηρύξουν εκλογές στη χώρα τους.
Συμπέρασμα; Οι πολυπληθείς εν Ελλάδι μετακλητοί υπάλληλοι που «τρούπωσαν» τους τελευταίους 22 μήνες σε θέσεις του Δημοσίου, ας μην αγωνιούν. Χριστουγεννιάτικη «γαλοπούλα» θα φάνε στις καρέκλες τους. Για τον πασχαλινό «οβελία» βλέπουμε...