Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βερναρδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βερναρδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

Όταν τελειώνει η «ρέντα» ενός 44χρονου



Κακώς εκπλήσσονται, όσοι εκπλήσσονται, με τον ισχυρισμό περί της ηλικίας του πρωθυπουργού που προέβαλε ο στενός του συνεργάτης Χριστόφορος Βερναρδάκης για να υπερασπιστεί το… ακαταλόγιστο που (πρέπει να) έχει ο Αλέξης Τσίπρας για την εθνική τραγωδία στην οποία οδήγησαν οι ασυγχώρητες αστοχίες και τα εγκληματικά λάθη όσων είχαν την ευθύνη να αναχαιτίσουν την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι και να περιορίσουν τις συνέπειες από την ανεξέλεγκτη επέκτασή της.
            «Να μην βάλλεται ένας άνθρωπος, ο οποίος είναι 44 ετών και έχει φορτωθεί όχι μόνο τις πολεοδομικές, χωροταξικές αδυναμίες της πολιτικής προστασίας, τις αδυναμίες πυρόσβεσης, αλλά και το οικονομικό έγκλημα που έχει συντελεστεί απέναντι στη χώρα, αλλά και το έγκλημα στο κοινωνικό κράτος», μας προέτρεψε ο ρέκτης υπουργός Επικρατείας δικαιολογώντας έτσι και τον ρόλο του υπεύθυνου για την στρατηγική της κυβέρνησης.
            Τα όσα είπε δημόσια ο κ. Βερναρδάκης είναι αποκαλυπτικά για τις νοοτροπίες που επικρατούν στον πρωθυπουργικό περίγυρο και για τις απόψεις που ενστερνίζονται όσοι συμβουλεύουν τον κ. Τσίπρα. Εξηγούν, ταυτόχρονα, πολλές από τις αποφάσεις που παίρνονται στον στενό πυρήνα του Μεγάρου Μαξίμου και που όλοι εμείς οι «απέξω» αδυνατούμε να αντιληφθούμε.
            Τίθεται, για παράδειγμα, αυτές τις μέρες από πολλές πλευρές –καλοπροαίρετα και μη- το ερώτημα: Είναι δυνατόν να ήξεραν για νεκρούς στη σύσκεψη, υπό τον πρωθυπουργό, που έγινε στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής τη νύκτα της «Μαύρης Δευτέρας» και να προσπάθησαν να τους κρύψουν; Η απάντηση είναι, δυστυχώς, καταφατική. Ναι, ήξεραν. Και, ναι, προσπάθησαν να το αποκρύψουν.
Καλοπροαίρετοι και μη, δικαίως επανέρχονται με το επόμενο ερώτημα που ευλόγως ακολουθεί είναι: Μα, γιατί να το κάνουν; Κρύβονται οι νεκροί; Η απάντηση είναι προφανής: Όχι, δεν κρύβονται. Μόνον, όμως, που πρόκειται για μια απάντηση που υπακούει στην κοινή λογική. Και η κοινή λογική είναι είδος εν ανεπαρκεία στον τρόπο που ασκούν την πολιτική οι νυν κυβερνώντες.
Μπορούν, για παράδειγμα, άνθρωποι που εμφορούνται από κοινή λογική να διατείνονται ότι αν πουν «όχι» στους ξένους, εκείνοι «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν»; Μπορούν να καλούν τους πολίτες σε δημοψήφισμα και αφού παίρνουν το αποτέλεσμα το οποίο ζητούν, να κάνουν αμέσως μετά το ακριβώς αντίθετο;
Επί σειρά ετών, και πάντως από την περίοδο που ήταν στην αντιπολίτευση, τα πρόσωπα τα οποία έχουν την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας επιδίδονται σε μια μάλλον συστηματική εξαπάτηση των πολιτών. Δεν υπάρχει τομέας της δημόσιας ζωής στον οποίο να μην είναι ανακόλουθοι με τις τερατώδεις υποσχέσεις που έδιναν ή που τα «έργα» τους να μην αναιρούν τα λόγια τους.
Τι να θυμηθεί και τι να ξεχάσει κανείς; Τα Μνημόνια που καταργούνται με ένα νόμο και ένα άρθρο; Τους αντιμνημονιακούς που μαζεύουν καλύτερα τα σκουπίδια; Τις αγορές που θα χορεύουν; Τις… σκοτεινές δυνάμεις που ήθελαν να εξαγοράσουν βουλευτές των ΑΝΕΛ; Τα παιδάκια που λιποθυμούσαν στα σχολεία; Τις ντιρεκτίβες του Ινστιτούτου Φλωρεντίας για να κλείσουν τα ενοχλητικά κανάλια; Τις περιβόητες «λίστες» με τους θησαυρούς στο εξωτερικό από τις οποίες θα είχαμε εισπράξεις μεγαλύτερες και από τη φαντασία του Σώρρα;
Eίναι ατελείωτος κατάλογος με τους ανούσιους βερμπαλισμούς, τις μπούρδες και τις σαχλαμάρες, που βαφτίζονταν «ευφυείς πολιτικές κινήσεις». Η καταγραφή τους θα χρειαζόταν, δίχως υπερβολή, τόμους ολόκληρους για να αποτυπωθεί στην ολότητά τους. Διότι και άλλοι πολιτικοί έχουν, αναμφίβολα, δώσει ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, πλην, όμως, τόσες ψευδαισθήσεις, αυταπάτες, φαντασιώσεις και ωμά ψέματα δεν έχει γνωρίσει η πολιτική ζωή όχι μόνον στη χώρα μας αλλά στον πλανήτη ολόκληρο.
Κατά έναν παράδοξο τρόπο, ωστόσο, αρκετοί συνέλληνες έδειχναν μαγεμένοι από το ψέμα και εμφανίζονταν εθισμένοι στην εξαπάτηση την οποία υφίσταντο μπροστά στα μάτια τους. Όσο πιο υπερβολικές υποσχέσεις έδιναν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ –τα πετρέλαια που θα μας ξεχρέωναν δια μας, οι αγωγοί με τα ρούβλια ή οι γερμανικές επανορθώσεις που θα μας έκαναν πλούσιους, αρκεί να τις ζητούσε κάποιος από τη Μέρκελ-, τόσο περισσότεροι πείθονταν ότι τα πράγματα ήταν εύκολα. Ότι δεν χρειαζόταν καμία προσπάθεια, ούτε αλλαγές ή μεταρρυθμίσεις, όπως ζητούσαν οι ξένοι και τα εγχώρια… «μίσθαρνα όργανά» τους.
Ακριβώς αυτές, όμως, οι θέσεις, οι απόψεις και, κυρίως, οι νοοτροπίες που οδήγησαν στην εκλογική εκτίναξη των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ενείχαν και τον σπόρο της καταστροφής τους. Ήταν, με άλλα λόγια, η «αχίλλειος πτέρνα», που άργησε μεν να αποκαλυφθεί, αλλά όταν ήρθε η ώρα της αποκάλυψης, το αποτέλεσμα δεν μπορούσε παρά να είναι… θανατηφόρο.
Ο συνδυασμός κυνικότητας και αλαζονείας που μέχρι πρότινος φαινόταν να τους περιβάλει με τον μανδύα του άτρωτου, μετατρέπεται πλέον σε απόλυτο μειονέκτημα. Και ίσως να μη χρειαζόταν η εκτατόμβη των θυμάτων για να γίνει κοινό κτήμα και στους πλέον «άπιστους Θωμάδες» που δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι εξαρχής είχαμε να κάνουμε με ένα άτακτο σώμα ανίκανων πολιτικάντηδων οι οποίοι δεν είχαν και δεν απέκτησαν ποτέ καμία εμπειρία διοίκησης. 
Εκείνο που περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο καθίσταται σαφές μετά τα τελευταία δραματικά γεγονότα είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας και οι συνεργάτες του αποτελούν θύματα του ίδιου του εαυτού τους. Θύματα της ευκολίας με την οποία ανέλαβαν την εξουσία. Είναι όπως οι νεόπλουτοι και κυρίως όσοι εξ αυτών πλούτισαν κερδίζοντας στο λαχείο που έχουν εμπεδωμένη αντίληψη ότι η εύνοια της τύχης -η «ρέντα», κατά το κοινώς λεγόμενο- θα είναι παντοτινή. Και γι΄ αυτό πιστεύουν ότι δεν χρειάζεται να κάνουν κάτι για να διαφυλάξουν τα κεκτημένα, παρά να συνεχίσουν να ρισκάρουν.
Επειδή, όμως, η τύχη δεν είναι αιώνια, υπάρχει ένα σημείο καμπής κατά το οποίο ακόμη και οι… 44χρονοι πρωθυπουργοί έρχονται αντιμέτωποι με την αμείλικτη πραγματικότητα. Εκεί βρισκόμαστε τώρα. Στη φάση που ο κ. Τσίπρας, ο οποίος θεωρούσε τον εαυτό του… αιώνιο νικητή, δεν μπορεί να αντιληφθεί πόσο σωτήριο θα ήταν αν άλλαζε τακτική και έλεγε από την αρχή όλη την αλήθεια για όσα δραματικά συνέβησαν στην Ανατολική Αττική. Στη φάση που δεν καταλαβαίνει πόσο λάθος να είναι να υποτάσσονται τα πάντα στους επικοινωνιακούς ελιγμούς, όπως τον έπεισαν οι… Βερναρδάκηκες που τον ανακήρυξαν σε… εξπέρ παγκόσμιας εμβέλειας.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο –με τη δική του ή όχι συναίνεση, λίγη σημασία έχει- έγινε η άθλια απόπειρα συγκάλυψη της πραγματικότητας στο Μάτι. Το έχουν κάνει –επιτυχώς, είναι η αλήθεια- εκατοντάδες φορές ως τώρα. Μόνον που δεν μπορεί να το κάνουν για πάντα. Και, πάντως, όχι με άλλοθι τη «ρέντα». Ούτε, φυσικά, την ηλικία.    

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2017

Στα σκουπίδια «κάθε λέξη του Συντάγματος»



Αν, βγαίνοντας αυτές τις μέρες από το σπίτι, το γραφείο ή την επιχείρησή σας, βρεθείτε αντιμέτωποι με σωρούς σκουπιδιών, μην βιαστείτε να ψέξετε τους οδοκαθαριστές που απεργούν. Και μην σπεύσετε να στραφείτε κατά των συνδικαλιστικών εκπροσώπων των εργαζομένων στους Δήμους που παρεμποδίζουν την αποκομιδή των απορριμμάτων με αποτέλεσμα να κατακλύζονται οι πόλεις από τη δυσωδία που επικρατεί σε πολλές γειτονιές και που πιθανότατα θα γίνει αφόρητη τις επόμενες ημέρες εφόσον, όπως προβλέπεται, ανέβει το θερμόμετρο.
Ο λόγος που δεν πρέπει να τα βάλετε μαζί τους είναι διότι για πρώτη ίσως φορά από τις δεκάδες κινητοποιήσεις που οργάνωσαν στη διάρκεια των τελευταίων ετών πιέζοντας με τα σκουπίδια για την ικανοποίηση θεμιτών και αθέμιτων αιτημάτων, οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα έχουν το δίκιο με το μέρος τους. Και αυτό καθώς είναι θύματα ακραίας εξαπάτησης από κυβερνητικά στελέχη, όπως ο Πάνος Σκουρλέτης, η Όλγα Γεροβασίλη, ο Χριστόφορος Βερναρδάκης και ο Σωκράτης Φάμελος, οι οποίοι ρητά και κατηγορηματικά είχαν δεσμευθεί ότι δεν θα δίσταζαν να… πετάξουν στα σκουπίδια το Σύνταγμα προκειμένου να πετύχουν τη μονιμοποίηση όλων όσοι έχουν προσληφθεί με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Είχαν μάλιστα φθάσει προ μηνών στο ακρότατο σημείο να απειλούν τους δημάρχους ότι θα τους επέβαλαν κυρώσεις αν δεν παρέτειναν τις συμβάσεις ή δεν συνέχιζαν να πληρώνουν εκείνους των οποίων έληγαν οι συμβάσεις. Προσπάθησαν ακόμη να επηρεάσουν τη Δικαιοσύνη ώστε να δώσει λύση που καταφανώς ερχόταν σε αντίθεση με τη σαφέστατη συνταγματική πρόβλεψη. Πλην, όμως, και σε αυτή την αναμφισβήτητα σκανδαλώδη υπόθεση, η Δικαιοσύνη στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων κάνοντας το αυτονόητο που ήταν η ορθή ερμηνεία του Συντάγματος.
Δεν χρειάζεται, άλλωστε, να είναι κανείς συνταγματολόγος ή να έχει ειδικές νομικές γνώσεις για να αναγνωρίσει την απόλυτη σαφήνεια με την οποία ο καταστατικός χάρτης της ελληνικής Πολιτείας, όπως διαμορφώθηκε στην Αναθεώρηση του 2001, απαγορεύει τη μονιμοποίηση όσων προσλαμβάνονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή έργου. Η παράγραφος 8 του άρθρου 103 δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: «Απαγορεύεται η από το νόμο μονιμοποίηση προσωπικού (…) ή η μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου», ορίζεται στη διάταξη που υπερψηφίστηκε από τη συντριπτική πλειονότητα των βουλευτών που θήτευαν εκείνη την περίοδο στο Κοινοβούλιο. Και, για να κλείσει κάθε παράθυρο, αμέσως μετά, προστίθενται τα εξής: «Οι απαγορεύσεις της παραγράφου αυτής ισχύουν και ως προς τους απασχολουμένους με σύμβαση έργου».
Με τον τρόπο αυτό, το –«παλαιό», φυσικά- πολιτικό σύστημα κατάφερε να θεραπεύσει μια χαίνουσα πληγή δεκαετιών που φόρτωνε στο δημόσιο προσωπικό που προσλαμβάνονταν κατά βάση με πελατειακού τύπου μεθοδεύσεις, όπως η πρόσληψη υπαλλήλων για έκτακτες ανάγκες που στη συνέχεια θεωρείτο ότι κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Έτσι ώστε να συνεχίζεται ένα αέναο γαϊτανάκι προσλήψεων συμβασιούχων που μετατρεπόταν σε μονίμους για να προσληφθούν κατόπιν στις θέσεις τους άλλοι συμβασιούχοι.
Με «κύκνειο άσμα» το περίφημο «διάταγμα Παυλόπουλου» (Π.Δ. 164/2004), που προώθησε ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, έκλεισαν οι λογαριασμοί του παρελθόντος. Και επί μια δεκαετία ηρέμησαν τα πνεύματα στο πολύπαθο ελληνικό δημόσιο, καθώς από τη μια μονιμοποιήθηκαν όλοι όσοι μέχρι τότε είχαν συμπληρώσει 24μηνη υπηρεσία και αφετέρου απαγορεύθηκε εφεξής η σύναψη διαδοχικών συμβάσεων αν δεν μεσολαβούσε τουλάχιστον τρίμηνη διακοπή μεταξύ τους.
Τα πράγματα, όμως, άλλαξαν και πάλι μόλις ήρθαν στην εξουσία οι… σκιτζήδες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που μπορεί να μην έσκισαν τα Μνημόνια, όπως είχαν υποσχεθεί, κατέβαλαν, ωστόσο, κάθε προσπάθεια για να κουρελιάσουν το Σύνταγμα. Κοροϊδεύοντας τους ανθρώπους που είχαν συμβάσεις σε Δήμους και αλλού, υποσχέθηκαν μονιμοποιήσεις χωρίς όριο και οι οποίες δεν μπορούσαν να γίνουν διότι ήταν καταφανώς αντισυνταγματικές. Έπειτα από δύο χρόνια ψευδιασθήσεων και αυταπάτης, οι ελπίδες που καλλιέργησαν σε χιλιάδες εργαζομένους αποδεικνύεται τώρα ότι ήταν φρούδες. Το πιο εξοργιστικότερο, όμως, είναι, παρά την οργή που διακατέχει τους ανθρώπους που εξαπάτησαν, ξεδιάντροπα συνεχίζουν να τους εξαπατούν.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας την Τετάρτη στο υπουργικό του συμβούλιο, ισχυρίστηκε ότι «η δημιουργία σταθερών και ασφαλών θέσεων εργασίας, αποτελεί την κύρια και απόλυτη προτεραιότητα αυτής της κυβέρνησης». Και, πρόσθεσε ότι, «στο πλαίσιο αυτό, άμεσα με τη συνεργασία των αρμόδιων υπουργείων, πρέπει να βρεθεί και η βέλτιστη λύση στο μεγάλο θέμα των συμβασιούχων του ελληνικού δημοσίου. Ένα θέμα που, όπως γνωρίζετε, δεν δημιουργήθηκε επί των ημερών μας, δημιουργήθηκε πολλά χρόνια πριν και πρέπει να βρεθεί η βέλτιστη λύση,  ώστε να σταματήσει αυτή η απαράδεκτη συνθήκη ομηρείας για χιλιάδες εργαζόμενους που καλύπτουν πάγιες ανάγκες».
Βεβαίως, η αλήθεια (με την οποία, ως γνωστόν, αυτή η κυβέρνηση έχει πάρει διαζύγιο) είναι ότι το πρόβλημα των συμβασιούχων, το οποίο ο πολύς ο κόσμος το μαθαίνει τώρα οι κάδοι ξεχειλίζουν από σκουπίδια, το δημιούργησαν ο κ. Τσίπρας και οι υπουργοί του. Δεν πάει, άλλωστε, πολύς καιρός που προσωπικά ο πρωθυπουργός έδινε στη Θεσσαλονίκη υποσχέσεις για μονιμοποιήσεις. Υποσχέσεις οι οποίες, όπως τόσες και τόσες άλλες, δεν τηρήθηκαν και δεν πρόκειται να τηρηθούν. Γι΄ αυτό και πλέον προσπαθούν να δικαιολογηθούν υποστηρίζοντας πότε πως τάχατες είναι τα συμφέροντα που θέλουν ιδιωτικοποίηση της αποκομιδής των απορριμμάτων που τους εμποδίζουν να παρατείνουν τις συμβάσεις και άλλοτε πως δήθεν προσέκρουσαν στην άρνηση των δανειστών.
Δυστυχώς, τίποτε από αυτά δεν ισχύει. Ούτε οι δανειστές φταίνε, ούτε οι θιασώτες των αποκρατικοποιήσεων. Εκείνο που πραγματικά συμβαίνει είναι ότι οι άνθρωποι που ανέλαβαν την εξουσία υποσχόμενοι να γίνουν «κάθε λέξη του Συντάγματος», έκαναν και κάνουν τα πάντα για να το παραβιάσουν. Ευτυχώς, όμως, τις πιο πολλές φορές δεν τους περνάει. Ακόμη και αν το τίμημα το πληρώνουν οι πολίτες που, σε αυτή τη φάση, βρίσκονται αντιμέτωποι με τα σκουπίδια τα οποία που αφήνουν αμάζευτα οι εξαπατημένοι οδοκαθαριστές

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

«Δημοσιογραφία» από τη Βουλγαρία του Ζίφκοφ



            «Τί δημοσιογραφία, δηλαδή, μαθαίνατε εσείς στη Βουλγαρία, αφού εκεί όλα τα μέσα μεταδίδουν τις ίδιες ακριβώς ειδήσεις;», ήταν η απορία που απηύθυνε δημοσιογράφος, η οποία είχε πάει να πιάσει δουλειά σε ένα από τα δημοτικά ραδιόφωνα που άνοιγαν σαν τα μανιτάρια στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 80.
            Γυναίκα με τσαγανό το οποίο είχε αποκτήσει από τη σκληρή βιοπάλη, μέρος της οποίας ήταν και η θητεία της σε μια από τις μεγάλες εφημερίδες της εποχής, έθεσε το επίμαχο ερώτημα προς νεότερο συνάδελφό της, ο οποίος με «όχημα» τις σπουδές που είχε κάνει στη γειτονική χώρα, όταν ακόμη ήταν στα πράγματα το κομμουνιστικό καθεστώς του Τοντόρ Ζίφκοφ, είχε αναλάβει προϊστάμενος παρότι δεν διέθετε την παραμικρή εμπειρία από ρεπορτάζ.
            Τη συγκεκριμένη ιστορία που τη λέγαμε, χάριν παιδιάς, συχνά στις παρέες της εποχής, διασκεδάζοντας με τα «κομματόσκυλα» και την αντίληψή τους για την ενημέρωση, θυμήθηκα τούτες τις μέρες με αφορμή απόψεις κυβερνητικών στελεχών όπως ο αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Χριστόφορος Βερναρδάκης που ισχυρίστηκε ότι «μια από τις μεγάλες παθογένειες της Δημοκρατίας είναι η αυτονόμηση των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης».
Ακούγοντάς τον, η πρώτη μου σκέψη ήταν να αισθανθώ λύπη για τους φοιτητές τους οποίους δίδαξε τα προηγούμενα χρόνια προτού να αναλάβει κυβερνητικά αξιώματα, καθώς –εκτός από γνωστός δημοσκόπος- ο επί της Δημόσιας Διοίκησης αρμόδιος υπουργός υπήρξε διδάσκων σε τμήματα Πολιτικής Επιστήμης τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Κρήτης και τη Θεσσαλονίκης.
Φανταστείτε από τι ιδέες μπορεί να εμφορούνται αυτά τα παιδιά αν έμαθαν από τον πανεπιστημιακό δάσκαλό τους ότι η Δημοκρατία στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στην Αμερική είναι σε κίνδυνο επειδή τα μέσα ενημέρωσης είναι «αυτονομημένα».
Όποιο λεξικό και αν ανοίξει κανείς, εύκολα διαπιστώνει ότι τα αντίθετα του επιθέτου «αυτονομημένος» και του ρήματος «αυτονομούμαι» είναι ο «εξαρτημένος» και το «εξαρτούμαι». Και μόνον από έναν που αδυνατεί να χειριστεί την ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να αναμένει κάποιος να χαρακτηρίζει ως «παθογένεια» τα πρώτα, δηλαδή τα «αυτονομημένα» ΜΜΕ, και ως υγιή κατάσταση την επικράτηση των δεύτερων, των «εξαρτημένων».    
Υπό αυτή την έννοια, καλοπροαίρετα θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς ότι ο κ. Βερναδάκης ίσως δεν είχε απόλυτη αίσθηση των πραγμάτων όταν έλεγε όσα είπε, παρόλο που αυτή τη φορά δεν βρισκόταν ενώπιον κομματικού ακροατηρίου, όπως είχε γίνει πρόσφατα, όταν χρειάστηκε να διαψεύσει τον ίδιο του τον εαυτό για κάποιες ανεπίτρεπτες για μέλος της κυβέρνησης παραδοξότητες που είχε εκφράσει ως… διαπρύσιος κήνσορας κατά της «διαπλοκής».
Πληροφορούμαι, ωστόσο, ότι εξερχόμενος της κοινοβουλευτικής αίθουσας, στην οποία εξέφρασε τις καινοφανείς θεωρίες περί καθυπόταξης των «αυτονομημένων» ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης, τού ζητήθηκαν διευκρινίσεις από δημοσιογράφους οι οποίοι σκέφθηκαν ότι ο κ. υπουργός μπορεί και πάλι να μην εκφράστηκε καλώς και να χρειαζόταν να διορθώσει τα λεγόμενά του. Αντί άλλης αντίδρασης, όμως, εκείνος περιορίστηκε να απορήσει με την… απορία των δημοσιογράφων.
Αν το… καλοσκεφθεί, πάντως, κανείς σωστά απόρεσε ο κ. Βερναρδάκης, αφού οι απόψεις του, όσο και να ακούγονται καινοφανείς, συνάδουν απολύτως με τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης την οποία κλήθηκε να υπηρετήσει.
Είναι, σε κάθε περίπτωση, πλήρως συμβατές με τις πρωτοβουλίες του υπουργού Επικρατείας Νίκου Παπά, ο οποίος, στο όνομα της καταπολέμησης της «διαπλοκής», περιορίζει τον αριθμό των αδειών που θα χορηγηθούν σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Όπως και με τις εξαγγελίες ότι θα πάρουν σειρά τα ραδιόφωνα ή τις απειλές ότι θα ακολουθήσει η καθιέρωση διαδικασιών ελέγχου για τους ενημερωτικούς ιστότοπους του Διαδικτύου.
Μοιάζει γελοίο που συμβαίνουν όλα αυτά στη χώρα μας σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η αμερικανική εταιρία Apple αντιπαρατίθεται δημόσια με την κυβέρνηση των ΗΠΑ δημοσιοποιώντας την άρνησή της να ενδώσει στο FBI, το οποίο, στο όνομα της πάταξης της τρομοκρατίας, απαιτούσε πρόσβαση στο λειτουργικό των τηλεφωνικών συσκευών (iPhone) που κατασκευάζει.
Σκεφθείτε ότι σε μια τέτοια εποχή, που στο διεθνές στερέωμα η τάση είναι προς την ενίσχυση της αυτονομίας της ενημέρωσης και προς την απόλυτη κατοχύρωση της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων του κάθε πολίτη, στη χώρα της… φαιδράς πορτοκαλέας κατέχουν κυβερνητικούς θώκους θιασώτες… Ερντογάν-ειων φαντασιώσεων για έλεγχο του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου και καθυπόταξη του Διαδικτύου. 
Δεν θυμάμαι, δυστυχώς, ποια ήταν η απάντηση την οποία είχε δώσει ο βουλγαροσπουδαγμένος «δημοσιογράφος» για το πρόγραμμα σπουδών που είχε παρακολουθήσει στη γειτονική χώρα. Ούτε ξέρω αν έκανε κατόπιν κανονική καριέρα στα μέσα ενημέρωσης, αντιλαμβανόμενος ότι στις δυτικές δημοκρατίες, όπως ήταν και παραμένει η Ελλάδα, ισχύουν άλλες αρχές από εκείνες που ο ίδιος διδάχθηκε την περίοδο των σπουδών του.
Αν έμεινε στα παλαιά, πάντως, δεν θα μου προκαλούσε έκπληξη να μάθαινα ότι είναι ένας από τους πολλούς στο κυβερνητικό επιτελείο –υπουργούς, συμβούλους υπουργών, προπαγανδιστές, συντάκτες non paper κ.ο.κ.- που ονειρεύονται τη μέρα που θα καταφέρουν να επιβάλουν σε όλα τα μέσα ενημέρωσης να μεταδίδουν τις ίδιες ακριβώς ειδήσεις, δοξολογώντας την κυβέρνηση και τους αξιωματούχους της. Μόνον που μάλλον θα απογοητευθεί. Όπως εικάζω ότι απογοητεύθηκε όταν πληροφορήθηκε ότι έπεσε ο Ζίφκοφ.

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Μετρημένες οι μέρες της νέας κυβέρνησης



Σπεύδουν ορισμένοι να προεξοφλήσουν τις επερχόμενες εξελίξεις που θεωρούν ότι θα κινηθούν ευθύγραμμα και δεν θα επηρεαστούν από όσα δραματικά επισυνέβησαν το τελευταίο -πυκνό σε γεγονότα- δεκαπενθήμερο, όπως και όσα προοιωνίζονται οι αποφάσεις που ελήφθησαν ή θα φέρουν αστάθμητοι παράγοντες που ενδεχομένως ούτε να τους υποψιαστούμε μπορούμε στην παρούσα, πολύπλοκη από κάθε άποψη, περίοδο που διανύουμε.
Στην πολιτική τίποτε δεν είναι τελεσίδικο, όπως καλά γνωρίζουν ακόμη και όσοι δεν ενστερνίζονται την άποψη του Βρετανού πρωθυπουργού της μεταπολεμικής περιόδου Χάρολντ Γουίλσον ότι «μια εβδομάδα στην πολιτική είναι ένα μεγάλο χρονικό διάστημα», άποψη που εκφράστηκε σε μια εποχή που αναμφίβολα ο κόσμος κινούνταν πολύ πιο αργά και οι άνθρωποι ούτε που μπορούσαν να διανοηθούν ότι οι συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου μιας μικρομεσαίας χώρας του πλανήτη, όπως είναι η Ελλάδα, θα αποτελούσε παγκόσμιο θέαμα σε απευθείας μετάδοση.
Μας χωρίζουν μόλις δύο εβδομάδες από το διαβόητο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου και το πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται γύρω μας σε τίποτε δεν θυμίζει τη διθυραμβική ατμόσφαιρα που προκάλεσε το αποτέλεσμα του σε ένα μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης που πίστεψε, επειδή έτσι ήθελε ή έτσι τον έπεισαν, ότι με την επικράτηση του «Όχι» θα λυνόταν δια μιας όλα τα μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν τη χώρα, θα εξαφανιζόταν τα μνημόνια και θα άνοιγαν οι ουρανοί για να… βρέξουν χρήματα.
Στο διάστημα που μεσολάβησε, το ελληνικό Κοινοβούλιο παρέσχε κατ΄ αρχήν στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα την εξουσιοδότηση να ανατρέψει το δημοψηφισματικό «Όχι» και να κάνει αυτό που εξ αρχής είχε υποχρέωση, δηλαδή να αναλάβει τις ευθύνες του και να καταλήξει σε συμβιβασμό με τους εταίρους και δανειστές της χώρας για την παραμονή σε ευρωπαϊκή τροχιά.
Ακολούθησε η «ιστορική» Δευτέρα 12 Ιουλίου κατά την οποία ο κ. Τσίπρας έκανε, επιτέλους, εκείνο που αρνιόταν επί σχεδόν πέντε μήνες, αγόμενος και φερόμενος από απίθανους τύπους που είχε επιλέξει για συνεργάτες του, με προεξάρχοντα τον αποπεμφθέντα υπουργό Οικονομικών. Άφησε πίσω του τα παιχνίδια και έδωσε τα χέρια με τους εταίρους της χώρας, τους μοναδικούς, άλλωστε, διαθέσιμους, έστω και αν είναι με το αζημίωτο, να μας δανείσουν για να μην κάνουμε στάση πληρωμών όχι μόνο προς το εξωτερικό αλλά κυρίως προς τα εσωτερικό.
Η συνέχεια δόθηκε με την οριακή ψηφοφορία της 15ης Ιουλίου επί του πρώτου κύματος των προαπαιτούμενων για να ανοίξει ο δρόμος για το νέο πρόγραμμα που θα συνοδεύει τη δανεική σύμβαση που αιτηθήκαμε, κατά την οποίο επιβεβαιώθηκε επαυξημένο το ρήγμα στο στελεχιακό δυναμικό του ΣΥΡΙΖΑ με τη διαφοροποίηση πλειάδας κυβερνητικών βουλευτών.
 Διαφοροποίηση που δεν αποκλείεται να διευρυνθεί στην επερχόμενη νέα σκληρή δοκιμασία που συνιστά το δεύτερο κύμα μέτρων το οποίο θίγει κοινωνικές ομάδες με ισχυρή επιρροή, όπως οι αγρότες, οι θεμιστοπόλοι (δικηγόροι και δικαστές) και άλλοι.
Η απροθυμία, εξάλλου, στελεχών του μεγαλύτερου κόμματος της συμπολίτευσης να συμμετάσχουν στο κυβερνητικό σχήμα που ήταν μάλλον ένας από τους παράγοντες που υποχρέωσαν τον κ. Τσίπρα να καταφύγει σε τόσο αποκαρδιωτικές -ακόμη και για τους πιο φανατικούς υποστηρικτές του- επιλογές συγκρότησης του υπουργικού του συμβουλίου, συνιστά μάλλον την πιο απτή απόδειξη ότι το πολιτικό αποθεματικό που μέχρι πρότινος διέθετε ο αρχηγός –για πόσο άραγε ακόμα;- του ΣΥΡΙΖΑ βαίνει μειούμενο με επιταχυνόμενους ρυθμούς.
Γι΄ αυτό και παρά την προσπάθεια που καταβάλει ο επικοινωνιακός μηχανισμός της κυβέρνησης να εμφανίσει εικόνα παγιωμένης πρωθυπουργικής υπεροχής, οι μέρες και οι εβδομάδες που θα ακολουθήσουν μέχρι την οριστική υπογραφή του νέου προγράμματος δεν θα είναι ανέφελες για τον κ. Τσίπρα και όσους γύρω του σχεδιάζουν έναν γρήγορο εκλογικό γύρο που θα ξαναφέρει στο Μαξίμου την ίδια ομάδα που κινεί τώρα τα νήματα.
Θα αποδειχθεί, πιθανότατα, ότι «πλανώνται πλάνην  οικτρά» αν θεωρούν ότι οι πρόωρες κάλπες θα γίνουν σε ανάλογο με το σημερινό κλίμα, όπως αυτό διαμορφώνεται από τη θετική ψήφο που δίνουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης στα μέτρα που εισηγείται η κυβέρνηση, καλύπτοντας, έτσι, τις απώλειες που παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τα στελέχη του καταφεύγουν στην παγκόσμια παραδοξότητα που συνιστά ο ισχυρισμός του τέως υπουργού Παναγιώτη Λαφαζάνη σύμφωνα με τον οποίο «καταψηφίζουμε το μνημόνιο και στηρίζουμε την κυβέρνηση».
Οι αποστάσεις που μάλλον εσκεμμένα τηρεί η αντιπολίτευση από τον φόβο μήπως ο κ. Τσίπρας δεν αντέξει και επιχειρήσει… ηρωική έξοδο από του Μαξίμου προτού να υπογράψει το νέο πρόγραμμα δεν θα διαρκέσουν για πολύ ακόμη. Η πρωθυπουργική επιλογή, άλλωστε, να πορευθεί ως επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας, δίνει έρεισμα στην εκτίμηση όσων από το στελεχιακό δυναμικό της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι «το κόστος μιας –υποτίθεται- ανανεωμένης κυβέρνησης με πρόσωπα όπως ο Χαϊκάλης, ο Πολάκης ή ο Βερναρδάκης μπορεί, εν τέλει, να αποδειχθεί εξίσου βαρύ με το τίμημα που πληρώνει η χώρα από τα έργα και τις ημέρες της Βαλαβάνη και, πολύ περισσότερο, του Βαρουφάκη».
Το μόνο βέβαιο στην από κάθε άποψη αβέβαιη περίοδο που ζούμε είναι ότι τα «υλικά» που απαρτίζουν την κυβέρνηση που σχημάτισε ο κ. Τσίπρας, την καθιστούν εξ ορισμού θνησιγενή.
Γι΄ αυτό και –ας μου επιτραπεί η πρόβλεψη ότι- οι μέρες αυτής της κυβέρνησης θα είναι μετρημένες. Και πολύ γρήγορα θα χρειαστεί να δώσει τη θέση της σε μιαν άλλη κυβέρνηση, που θα είναι είτε «υπηρεσιακή» για να πάει τη χώρα στις εκλογές είτε «οικουμενική» για να δώσει τη μάχη για την έξοδο από την κρίση.

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Συνωμοσίες παντού, για γέλια ή για κλάματα!



            Δεν ξέρω τι ακριβώς, αλλά κάτι πολύ σοβαρό πρέπει να τρέχει με την κυβέρνηση και τα στελέχη της.
Δεν εξηγείται αλλιώς ότι βλέπουν παντού συνωμοσίες και συνωμότες που καταγγέλλονται ότι υποβλέπουν και υπονομεύουν τις επιτυχίες της αριστεροδεξιάς συγκυβέρνησης, ακόμη και όταν απλά μερικοί δεν εννοούν να συμμεριστούν τους ευφημισμούς, τις μετονομασίες και τις περιβόητες πια δημιουργικές ασάφειες, που έχουν μεταβληθεί σε ακρογωνιαίο λίθο της κυβερνητικής πολιτικής που ασκείται σχεδόν σε όλους τους τομείς.
            Τρία παραδείγματα των τελευταίων ημερών είναι άκρως χαρακτηριστικά. Η αρχή έγινε με τους βαρείς υπαινιγμούς κατά των κυβερνήσεων της Ισπανίας και της Πορτογαλίας που διατύπωσε ο πρωθυπουργός, υποστηρίζοντας από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ ότι οι άλλοτε εν δυνάμει σύμμαχοι που θα μας ακολουθούσαν στη «μεγάλη επανάσταση του Ευρωπαϊκού Νότου» κατά των Βόρειων μερκελιστών μετατράπηκαν αίφνης σε πρωταγωνιστές της παγίδας που ετοιμαζόταν να στηθεί εις βάρος της Ελλάδα στις συνεδριάσεις του Eurogroup.
Η συνωμοσιολογία, όμως, δεν περιορίστηκε στους καταχθόνιους εχθρούς από το εξωτερικό που δεν εννοούν να καταλάβουν ότι εμείς δεν θέλουμε να ακούμε για «Μνημόνιο» και «τρόικα». Γνώρισε νέες ακόμη μεγαλύτερες δόξες με την αποκάλυψη εσωτερικών εχθρών.
            Τη σκυτάλη από τον πρωθυπουργό πήρε ένας στενός του συνεργάτης, ο Γενικός Γραμματέας Συντονισμού (σ.σ.: ναι, υπάρχει και τέτοια θέση!) του Κυβερνητικού Έργου -παλαιός δημοσκόπος και διδάσκων σε ελληνικό πανεπιστήμιο!- που ακούει στο όνομα Χριστόφορος Βερναρδάκης, ο οποίος ανέβασε στον λογαριασμό του στα social media άρθρο, του οποίου ο συντάκτης κατήγγειλε (…σκοτεινές –τι άλλο;- δυνάμεις) που (αυτολεξεί…) «ενορχηστρώνουν πιστωτικό γεγονός για να κάνουν πρωθυπουργό τον… Στουρνάρα»….
Όντως, καλά καταλάβατε, αναφερόταν στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, o οποίος μερικές ώρες αργότερα, στην Κύπρο όπου βρισκόταν με τους Ευρωπαίους ομολόγους του, δεχόταν τηλεφώνημα από τον προϊστάμενο του κ. Βερναρδάκη, τον κ. Τσίπρα, που, κατά την επίσημη ενημέρωση από το Μαξίμου, «εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι ο κ. Στουρνάρας θα συμβάλλει τα μέγιστα για την πλήρη αποκατάσταση, και με όλα τα “εργαλεία”, της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας».
            Εκείνος, όμως, που… τερμάτισε όλες τις επιδόσεις των κυβερνητικών συνωμοτικών… αποκαλυπτηρίων πρέπει να ήταν ο –και καθηγητής της εγκληματολογίας, παρακαλώ!- υπουργός Προστασίας του Πολίτη (ή όπως αλλιώς, τέλος πάντων, τον λένε, γιατί με τις μετονομασίες έχουμε χάσει τα αυγά και τα πασχάλια…).
Ο καθηγητής, λοιπόν, Γιάννης –και ουχί «Τζίμης»- Πανούσης, είτε λόγω επαγγέλματος, είτε λόγω της νέας ιδιότητας ως πολιτικός προϊστάμενος της ΕΛ.ΑΣ., υπήρξε πιο… αποκαλυπτικός, φέρνοντας στο φως της δημοσιότητας μια ακόμη μεγαλύτερη… πλεκτάνη που (υποτίθεται ότι) είχε στηθεί εις βάρος του. Σε αυτήν είχε βυσσοδομήσει το πιο αμαρτωλό τρίγωνο που θα μπορούσε να συλλάβει ο νους ενός ευφάνταστου σεναριογράφου με αριστερές προσλαμβάνουσες: άνθρωποι από τα («μνημονιακά», βεβαίως, παρόλο που το «Μνημόνιο τελείωσε»…) μέσα ενημέρωσης, αξιωματικοί της Αστυνομίας και ένας εκπρόσωπος του αστικού συστήματος, ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς. Όλοι αυτοί... συνωμότησαν για να κατασκευάσουν –άκουσον, άκουσον- μέσα στο Αρχηγείο της Αστυνομίας εγκύκλιο με τις –μάλλον πραγματικές!- κυβερνητικές θέσεις για τη μεταναστευτική πολιτική.
Οι τρεις αυτές μικρές πικρές ιστορίες, βγαλμένες, μάλλον από κακοπαιγμένα πολιτικά θρίλερ, θα ήταν για πολλά, μα πάρα πολλά, γέλια, αν δεν υπήρχε ο κίνδυνος να προκαλέσουν το αμέσως προσεχές διάσημα πολλά κλάματα, καθώς αφορούν σοβαρά θέματα που άπτονται των διεθνών σχέσεων της χώρας και μάλιστα σε μια από τις κρισιμότερες συγκυρίες των τελευταίων ετών και με τα φώτα όλων των μέσων ενημέρωσης του πλανήτη να είναι στραμμένα πάνω μας.
Ειλικρινά, δεν ξέρω τι είναι χειρότερο στην προκειμένη περίπτωση: να τα πιστεύουν όλα αυτά που καταγγέλλουν ή να μην είναι παρά «κούφια» λόγια που τα πετάνε απερίσκεπτα με σκοπό να λειτουργήσουν ως προπέτασμα καπνού ικανό να καλύψει τις κραυγαλέες μετεκλογικές αντιφάσεις ενώπιον των οποίων βρίσκονται;
Δεν μπορώ, στ΄ αλήθεια, να φανταστώ ότι θα μας πάρει κανείς στα σοβαρά στις όντως σκληρές διαβουλεύσεις που γίνονται με τους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας, όταν, για λόγους εσωτερικής και μόνον κατανάλωσης, διαταράσσουμε τις σχέσεις μας με κυβερνήσεις χωρών που θα έπρεπε να μαχόμαστε από κοινού.
Δεν μπορώ ακόμη να διανοηθώ ότι με όσα συμβαίνουν γύρω μας υπάρχει υπεύθυνος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου που έχει λύσει όλα τα θέματα για τα οποία πληρώνεται και βρίσκει χρόνο να ασχολείται με θεωρίες συνωμοσίας για την ανατροπή της κυβέρνησης από τον κεντρικό τραπεζίτη της.
Ούτε, πολύ περισσότερο, μπορώ να κατανοήσω πως μπορεί να παριστάνει κάποιος τον υπουργό, ομολογώντας ένα μήνα και πλέον από την ανάληψη των καθηκόντων ότι δεν ξέρει ούτε ο ίδιος –πόσω μάλλον οι άμοιροι υφιστάμενοι του που κάνουν σκληρές βάρδιες στις εσχατιές της ελληνικής επικράτειας- ποια ακριβώς μεταναστευτική πολιτική ισχύει και τι στην ευχή θα γίνεται εφεξής με όσους μη νόμιμους μετανάστες και πρόσφυγες φθάνουν στα σύνορα της χώρας μας: τους αποτρέπουμε και τους απελαύνουμε ή τους υποδεχόμαστε με καλωσορίσματα;