Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεροβασίλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεροβασίλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

Να καταργηθούν οι αρχισυντάκτες!

 «Είσαστε συμπαθής ως φυσιογνωμία, έχετε και μουστάκι, αλλά εγώ θα σας ζητήσω να παραιτηθείτε. Γιατί λόγω της θέσεως σας δεν διαφυλάξατε την αντικειμενική ενημέρωση των πολιτών της χώρας».

Με αυτά ακριβώς τα λόγια -μάρτυς μου η γνωστή πλατφόρμα «YouTube», στην οποία μπορεί να αναζητήσει ο καθένας το σχετικό βίντεο- απευθύνθηκε προς τον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) Αθανάσιο Κουτρουμάνο ο βουλευτής Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ Παύλος Πολάκης στην τελευταία συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας που είχε στην ημερήσια διάταξή της τα πεπραγμένα της ανεξάρτητης αρχής η οποία είναι αρμόδια για τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου.

Μετά την περιώνυμη «λίστα Πέτσα», η αξιωματική αντιπολίτευση βρήκε, όπως φαίνεται, έναν ακόμη λόγο για να δικαιολογήσει την επικοινωνιακή κακοδαιμονία που την κατατρέχει. Είναι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης που, κατά τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, δεν επεμβαίνει στα μέσα ενημέρωσης για να τα υποχρεώσει να μεταδίδουν τις ειδήσεις με τρόπο που να τυγχάνει της αρεσκείας της Κουμουνδούρου.

Το πώς ακριβώς μπορεί να το επιτύχει αυτό ο κ. Κουτρουμάνος, ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, τοποθετήθηκε στη θέση που κατέχει επί της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και ως πρόσωπο κοινής αποδοχής, δεν μας το διευκρινίζουν. Δεν μας λένε, δηλαδή, αν ο πρόεδρος του ΕΣΡ θα πρέπει να απειλεί, ως άλλος Πολάκης, τους δημοσιογράφους ότι θα τους… θάψει τρία μέτρα κάτω από τη γη ή αν θα πρέπει να καταργήσει τους αρχισυντάκτες των ειδήσεων και να αναθέσει στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ την αρμοδιότητα να καθορίζουν τη σειρά, τη διάρκεια και το περιεχόμενο των θεμάτων που θα μεταδίδονται στα δελτία.

Χωρίς, για να είμαστε ειλικρινείς, να είναι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ οι πρώτοι και οι μόνοι διδάξαντες την επίκληση του ΕΣΡ κάθε φορά που πολιτικές δυνάμεις δεν ικανοποιούνται με τον τρόπο μετάδοσης των ειδήσεων, πρέπει να επισημάνουμε ότι το κόμμα που βρίσκεται αυτή την περίοδο στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης διακατέχεται εδώ και χρόνια από μια ακόρεστη διάθεση ελέγχου και ποδηγέτησης της ενημέρωσης: ηλεκτρονικής και έντυπης.

Τις ίδιες, λίγο ως πολύ, καταγγελίες για «μεροληψία» εις βάρος τους που εξαπολύουν τώρα κατά των μέσων ενημέρωσης εκτόξευαν και όταν ήταν ξανά στην αντιπολίτευση και κυρίως την περίοδο 2012-2014 όταν έβαζε στο στόχαστρο ή και σε καραντίνα κανάλια και δημοσιογράφους που τους ασκούσαν κριτική. Η υποτιθέμενη «μεροληψία», βεβαίως, ουδόλως τους εμπόδισε να κερδίσουν τις εκλογές όταν το επέτρεψαν οι πολιτικο-κοινωνικές συνθήκες στη χώρα. Αλλά αυτό δεν… μετράει, διότι οι ίδιοι πιστεύουν ότι νίκησαν χάρις στο ανυπέρβλητο πολιτικό τους… διαμέτρημα που απεδείκνυαν με τις σκευωρίες περί δήθεν εξαγοράς στελεχών των ΑΝΕΛ που έστηναν σε τηλεοπτικά πρωινάδικα.

Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα όταν βρέθηκαν στη διακυβέρνηση της χώρας. Δεν ήταν μόνον ο διαγωνισμός – «παρωδία» με τον οποίο επεχείρησαν να δώσουν τηλεοπτικές άδειες μόνον σε αρεστούς. Ούτε ο ασφυκτικός θάνατος που προσπάθησαν να επιβάλουν στα έντυπα που τους ασκούσαν κριτική. Ήταν, πολύ περισσότερο, η απροκάλυπτη διακήρυξη (στις 10 Σεπτεμβρίου 2016) από την τότε κυβερνητική εκπρόσωπο Όλγα Γεροβασίλη ότι είναι «δικαίωμα και υποχρέωση της κυβέρνησης στη Δημοκρατία» να επισημαίνει στα κανάλια πώς θα ενημερώνουν τους πολίτες «ειδικά όταν θεωρεί ότι η πρακτική αυτή υποκρύπτει σκοπιμότητα».

Αυτή και μόνον η δήλωση θα έπρεπε να τους κάνει σήμερα να σιωπούν αντί να φωνασκούν. Αλλά ποιος έχασε τη ντροπή να τη βρουν οι πολιτικοί που έστησαν ολόκληρη Εξεταστική Επιτροπή για τα δάνεια των μέσων ενημέρωσης, χωρίς να βγάλουν απολύτως τίποτε; Αλλά πώς να έβγαζαν ο,τιδήποτε όταν τα πιο επισφαλή χρέη και τα μεγαλύτερα θαλασσοδάνεια τα είχαν οι υποστηρικτές τους που έπρεπε να μείνουν –και έμειναν- στο απυρόβλητο;

Με το ίδιο θράσος που άνοιξαν και έκλεισαν εκείνη την Επιτροπή συνεχίζουν τώρα το ίδιο τροπάρι για τα ελεγχόμενα από την κυβέρνηση ΜΜΕ που «δεν μας παίζουν». Μόλις χθες από το βήμα της Βουλής ο Αλέξης Τσίπρας ισχυριζόταν για πολλοστή φορά ότι «προφανώς ξέρω ότι αυτά που λέω δεν θα παίξουν…». Αμέσως μετά, ωστόσο, ο ίδιος πρόσθετε… παραδόξως κάτι λογικό: «Δεν είμαστε στην εποχή της ΥΕΝΕΔ. Ευτυχώς υπάρχουν και τα social media».

Οπότε; Αν όντως έχουν ενδιαφέρον αυτά που λέει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και οι… φαεινές του προτάσεις, σαν αυτή για τη δημοσιοποίηση των πρακτικών της Επιτροπής των Λοιμοξιολόγων, κανείς δεν μπορεί να θέσει εμπόδιο για να μαθευτούν από την κοινή γνώμη. Άλλωστε, το κόμμα του κ. Τσίπρα είναι από τα λίγα που έχει –εκτός από τα φιλικά και- ιδιόκτητα μέσα ενημέρωσης, τα οποία, παρόλο που υπερπροβάλουν τις θέσεις του –ή μήπως γι΄ αυτό;- δεν προτιμώνται παρά από ένα πολλοστημόριο όσων ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ.

Με μια αρκούντως αμφιλεγόμενη πρωτοβουλία τους τα περισσότερα αμερικανικά κανάλια διέκοψαν την επομένη των προεδρικών εκλογών τη μετάδοση ομιλίας του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ επειδή θεώρησαν αβάσιμα τα όσα εκείνος έλεγε περί καλπονοθείας. Δεν ξέρω εάν φταίει που δεν έχει… μουστάκι ο Ατζίτ Πάι, ο επικεφαλής της Federal Communications Commission (FCC), που είναι το κρατικό όργανο ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου στις ΗΠΑ, αλλά κανείς δεν του ζήτησε να παραιτηθεί.

Πολύ περισσότερο δεν του ζητήθηκε να καταργήσει τους αρχισυντάκτες των ειδησεογραφικών καναλιών και να δώσει τις θέσεις τους στο επικοινωνιακό επιτελείο του… θιγόμενου Ντόναλντ Τραμπ για να φτιάχνει τη σκαλέτα των δελτίων ειδήσεων.

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2017

Στα σκουπίδια «κάθε λέξη του Συντάγματος»



Αν, βγαίνοντας αυτές τις μέρες από το σπίτι, το γραφείο ή την επιχείρησή σας, βρεθείτε αντιμέτωποι με σωρούς σκουπιδιών, μην βιαστείτε να ψέξετε τους οδοκαθαριστές που απεργούν. Και μην σπεύσετε να στραφείτε κατά των συνδικαλιστικών εκπροσώπων των εργαζομένων στους Δήμους που παρεμποδίζουν την αποκομιδή των απορριμμάτων με αποτέλεσμα να κατακλύζονται οι πόλεις από τη δυσωδία που επικρατεί σε πολλές γειτονιές και που πιθανότατα θα γίνει αφόρητη τις επόμενες ημέρες εφόσον, όπως προβλέπεται, ανέβει το θερμόμετρο.
Ο λόγος που δεν πρέπει να τα βάλετε μαζί τους είναι διότι για πρώτη ίσως φορά από τις δεκάδες κινητοποιήσεις που οργάνωσαν στη διάρκεια των τελευταίων ετών πιέζοντας με τα σκουπίδια για την ικανοποίηση θεμιτών και αθέμιτων αιτημάτων, οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα έχουν το δίκιο με το μέρος τους. Και αυτό καθώς είναι θύματα ακραίας εξαπάτησης από κυβερνητικά στελέχη, όπως ο Πάνος Σκουρλέτης, η Όλγα Γεροβασίλη, ο Χριστόφορος Βερναρδάκης και ο Σωκράτης Φάμελος, οι οποίοι ρητά και κατηγορηματικά είχαν δεσμευθεί ότι δεν θα δίσταζαν να… πετάξουν στα σκουπίδια το Σύνταγμα προκειμένου να πετύχουν τη μονιμοποίηση όλων όσοι έχουν προσληφθεί με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Είχαν μάλιστα φθάσει προ μηνών στο ακρότατο σημείο να απειλούν τους δημάρχους ότι θα τους επέβαλαν κυρώσεις αν δεν παρέτειναν τις συμβάσεις ή δεν συνέχιζαν να πληρώνουν εκείνους των οποίων έληγαν οι συμβάσεις. Προσπάθησαν ακόμη να επηρεάσουν τη Δικαιοσύνη ώστε να δώσει λύση που καταφανώς ερχόταν σε αντίθεση με τη σαφέστατη συνταγματική πρόβλεψη. Πλην, όμως, και σε αυτή την αναμφισβήτητα σκανδαλώδη υπόθεση, η Δικαιοσύνη στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων κάνοντας το αυτονόητο που ήταν η ορθή ερμηνεία του Συντάγματος.
Δεν χρειάζεται, άλλωστε, να είναι κανείς συνταγματολόγος ή να έχει ειδικές νομικές γνώσεις για να αναγνωρίσει την απόλυτη σαφήνεια με την οποία ο καταστατικός χάρτης της ελληνικής Πολιτείας, όπως διαμορφώθηκε στην Αναθεώρηση του 2001, απαγορεύει τη μονιμοποίηση όσων προσλαμβάνονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή έργου. Η παράγραφος 8 του άρθρου 103 δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: «Απαγορεύεται η από το νόμο μονιμοποίηση προσωπικού (…) ή η μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου», ορίζεται στη διάταξη που υπερψηφίστηκε από τη συντριπτική πλειονότητα των βουλευτών που θήτευαν εκείνη την περίοδο στο Κοινοβούλιο. Και, για να κλείσει κάθε παράθυρο, αμέσως μετά, προστίθενται τα εξής: «Οι απαγορεύσεις της παραγράφου αυτής ισχύουν και ως προς τους απασχολουμένους με σύμβαση έργου».
Με τον τρόπο αυτό, το –«παλαιό», φυσικά- πολιτικό σύστημα κατάφερε να θεραπεύσει μια χαίνουσα πληγή δεκαετιών που φόρτωνε στο δημόσιο προσωπικό που προσλαμβάνονταν κατά βάση με πελατειακού τύπου μεθοδεύσεις, όπως η πρόσληψη υπαλλήλων για έκτακτες ανάγκες που στη συνέχεια θεωρείτο ότι κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Έτσι ώστε να συνεχίζεται ένα αέναο γαϊτανάκι προσλήψεων συμβασιούχων που μετατρεπόταν σε μονίμους για να προσληφθούν κατόπιν στις θέσεις τους άλλοι συμβασιούχοι.
Με «κύκνειο άσμα» το περίφημο «διάταγμα Παυλόπουλου» (Π.Δ. 164/2004), που προώθησε ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, έκλεισαν οι λογαριασμοί του παρελθόντος. Και επί μια δεκαετία ηρέμησαν τα πνεύματα στο πολύπαθο ελληνικό δημόσιο, καθώς από τη μια μονιμοποιήθηκαν όλοι όσοι μέχρι τότε είχαν συμπληρώσει 24μηνη υπηρεσία και αφετέρου απαγορεύθηκε εφεξής η σύναψη διαδοχικών συμβάσεων αν δεν μεσολαβούσε τουλάχιστον τρίμηνη διακοπή μεταξύ τους.
Τα πράγματα, όμως, άλλαξαν και πάλι μόλις ήρθαν στην εξουσία οι… σκιτζήδες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που μπορεί να μην έσκισαν τα Μνημόνια, όπως είχαν υποσχεθεί, κατέβαλαν, ωστόσο, κάθε προσπάθεια για να κουρελιάσουν το Σύνταγμα. Κοροϊδεύοντας τους ανθρώπους που είχαν συμβάσεις σε Δήμους και αλλού, υποσχέθηκαν μονιμοποιήσεις χωρίς όριο και οι οποίες δεν μπορούσαν να γίνουν διότι ήταν καταφανώς αντισυνταγματικές. Έπειτα από δύο χρόνια ψευδιασθήσεων και αυταπάτης, οι ελπίδες που καλλιέργησαν σε χιλιάδες εργαζομένους αποδεικνύεται τώρα ότι ήταν φρούδες. Το πιο εξοργιστικότερο, όμως, είναι, παρά την οργή που διακατέχει τους ανθρώπους που εξαπάτησαν, ξεδιάντροπα συνεχίζουν να τους εξαπατούν.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας την Τετάρτη στο υπουργικό του συμβούλιο, ισχυρίστηκε ότι «η δημιουργία σταθερών και ασφαλών θέσεων εργασίας, αποτελεί την κύρια και απόλυτη προτεραιότητα αυτής της κυβέρνησης». Και, πρόσθεσε ότι, «στο πλαίσιο αυτό, άμεσα με τη συνεργασία των αρμόδιων υπουργείων, πρέπει να βρεθεί και η βέλτιστη λύση στο μεγάλο θέμα των συμβασιούχων του ελληνικού δημοσίου. Ένα θέμα που, όπως γνωρίζετε, δεν δημιουργήθηκε επί των ημερών μας, δημιουργήθηκε πολλά χρόνια πριν και πρέπει να βρεθεί η βέλτιστη λύση,  ώστε να σταματήσει αυτή η απαράδεκτη συνθήκη ομηρείας για χιλιάδες εργαζόμενους που καλύπτουν πάγιες ανάγκες».
Βεβαίως, η αλήθεια (με την οποία, ως γνωστόν, αυτή η κυβέρνηση έχει πάρει διαζύγιο) είναι ότι το πρόβλημα των συμβασιούχων, το οποίο ο πολύς ο κόσμος το μαθαίνει τώρα οι κάδοι ξεχειλίζουν από σκουπίδια, το δημιούργησαν ο κ. Τσίπρας και οι υπουργοί του. Δεν πάει, άλλωστε, πολύς καιρός που προσωπικά ο πρωθυπουργός έδινε στη Θεσσαλονίκη υποσχέσεις για μονιμοποιήσεις. Υποσχέσεις οι οποίες, όπως τόσες και τόσες άλλες, δεν τηρήθηκαν και δεν πρόκειται να τηρηθούν. Γι΄ αυτό και πλέον προσπαθούν να δικαιολογηθούν υποστηρίζοντας πότε πως τάχατες είναι τα συμφέροντα που θέλουν ιδιωτικοποίηση της αποκομιδής των απορριμμάτων που τους εμποδίζουν να παρατείνουν τις συμβάσεις και άλλοτε πως δήθεν προσέκρουσαν στην άρνηση των δανειστών.
Δυστυχώς, τίποτε από αυτά δεν ισχύει. Ούτε οι δανειστές φταίνε, ούτε οι θιασώτες των αποκρατικοποιήσεων. Εκείνο που πραγματικά συμβαίνει είναι ότι οι άνθρωποι που ανέλαβαν την εξουσία υποσχόμενοι να γίνουν «κάθε λέξη του Συντάγματος», έκαναν και κάνουν τα πάντα για να το παραβιάσουν. Ευτυχώς, όμως, τις πιο πολλές φορές δεν τους περνάει. Ακόμη και αν το τίμημα το πληρώνουν οι πολίτες που, σε αυτή τη φάση, βρίσκονται αντιμέτωποι με τα σκουπίδια τα οποία που αφήνουν αμάζευτα οι εξαπατημένοι οδοκαθαριστές

Πέμπτη 25 Μαΐου 2017

Οι ατελείωτες αυταπάτες και οι ανελέητες ψυχρολουσίες



            Δεν χρειαζόταν, ίσως, η νέα ανελέητη ψυχρολουσία που επεφύλαξαν στην ελληνική κυβέρνηση ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και οι συν αυτώ στο τελευταίο Eurogroup για να αντιληφθούμε πόσο πολύ υποτιμά τη νοημοσύνη όλων των ελλήνων πολιτών -και όχι μόνον των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ- ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Διότι μόνον σε υποτίμηση της νοημοσύνης όλων μας μπορεί να αποδοθούν τα όσα ισχυριζόταν ο κ. Τσίπρας όλο το προηγούμενο διάστημα για τα σκληρά μέτρα που –μαζί με τα υποτιθέμενα «αντίμετρα»- ψήφισαν ομοθυμαδόν οι κυβερνητικοί βουλευτές. Και, πολύ περισσότερο, η συσχέτιση που υποστήριζε ότι έχουν όλα αυτά με την πολυπόθητη ρύθμιση του χρέους που την έχει αναδείξει ο ίδιος ως το «Ιερό Δισκοπότηρο» για τη διαιώνιση της εξουσίας του.
«Τα μέτρα αυτά που ψηφίζουμε σήμερα θα εφαρμοστούν αν -και μόνο αν- πρώτα αρχίσουν να εφαρμόζονται, μετά το τέλος του Προγράμματος, τον Σεπτέμβρη 2019, ουσιαστικά μέτρα για το χρέος, μέτρα για το χρέος που θα μας οδηγήσουν σε οριστική έξοδο από την κρίση», έλεγε επί λέξει στη Βουλή κατά τη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου με το οποίο σφαγιάστηκαν όσο ποτέ άλλοτε τόσο οι συντάξεις όσο και το αφορολόγητο, πλήττοντας περισσότερο από κάθε άλλη φορά τους πλέον αδύναμους από τους συμπολίτες μας που εξακολουθούν να διαθέτουν και να δηλώνουν εισοδήματα.
«Σε αντίθετη περίπτωση, τα μέτρα αυτά θα αποσυρθούν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Το γνωρίζουν αυτό και οι πιστωτές μας, το γνωρίζει ο ελληνικός λαός, το γνωρίζει και το Σώμα», κομπορρημονούσε ο κ. Τσίπρας με τη γνωστή, πλέον, άνεση με την οποία μπορεί να «ξεφουρνίζει» ο,τιδήποτε, αδιαφορώντας πλήρως αν τα λεγόμενα του συγκρούονται κατά μέτωπο με την πραγματικότητα.
Με την ίδια, άλλωστε, αφελή (ή μήπως κουτοπόνηρη;) άνεση είχε φροντίσει μια μέρα νωρίτερα να φωνάξει τους δημοσιογράφους στο γραφείο του στη Βουλή για να τους πει πόσο καλά νέα είχε να περιμένει. «Too good to be true», ήταν η φράση που χρησιμοποίησε κάνοντας επίδειξη αγγλομάθειας. Ενώ εμφανίστηκε… προβληματισμένος όχι με κάτι άλλο παρά –αν είναι δυνατόν!- με το γεγονός ότι έφθανε η ώρα να φορέσει γραβάτα! 
Το ερώτημα, ωστόσο, αν όλα αυτά τα πίστευε ή τα έλεγε ως τονωτική ένεση για το ηθικό των στελεχών του, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Σε ανάλογες περιπτώσεις, ο ίδιος παλαιότερα είχε ζητήσει από τους πολιτικούς του αντιπάλους να μην τον χαρακτηρίζουν ψεύτη, αλλά να του καταλογίζουν ότι είχε αυταπάτες. Είναι, όμως, έτσι; Για να θέσουμε τα λεγόμενα του πρωθυπουργού στη βάσανο της κοινής λογικής:
Αν, για παράδειγμα, όπως διαφάνηκε στο πρόσφατο Eurogroup δεν ρυθμιστεί το χρέος με τον τρόπο που επιθυμεί η χώρα μας, το αφορολόγητο θα μείνει ως έχει; Και αν μείνει, τότε που θα βρεθούν τα κονδύλια για να χρηματοδοτηθούν τα σχολικά γεύματα και η ένταξη όλων των παιδιών στους βρεφονηπιακούς σταθμούς; Μάλλον πουθενά. Και το πιθανότερο είναι ότι θα βγει μια νύκτα και θα διαμαρτύρεται κλαίουσα η Όλγα Γεροβασίλη, όπως τότε που το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε τον νόμο για την αδειοδότηση των καναλιών και όρισε να επιστραφούν στους καναλάρχες το τίμημα που –υποτίθεται ότι- προορίζονταν για ανάλογους σκοπούς. 
Ακόμη χειρότερα: Στην απευκταία περίπτωση που δεν ληφθούν τώρα ή αργότερα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, πού θα βρεθούν τα χρήματα για να παραμείνουν στο σημερινό ύψος τους οι καταβαλλόμενες συντάξεις; Μπορεί να πιστέψει κανείς ότι ο κ. Τσίπρας θα ανακαλέσει τις ψηφισμένες περικοπές και θα βρει χρήματα για να πληρώσει τις σημερινές παροχές προς τους συνταξιούχους, έχοντας αποσύρει τα μέτρα που ψήφισε; Από πού άραγε; Θα βγει στις αγορές να δανειστεί; Ή θα ανακαλύψει τώρα τα λεφτόδενδρα που δεν βρήκαν το 2015 από κοινού με τον Γ. Βαρουφάκη; 
Κακά τα ψέματα, λοιπόν. Και ακόμη χειρότερες οι αυταπάτες. Οι περικοπές στις συντάξεις και στο αφορολόγητο δεν πρόκειται, δυστυχώς, να ανακληθούν. Και δεν θα ανακληθούν είτε οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος ληφθούν στο επόμενο Eurogroup, είτε μετατεθούν για μετά τις γερμανικές εκλογές. Ή -ακόμη, ακόμη- και αν πάει πιο πίσω η λύση και δοθεί, εν τέλει, το καλοκαίρι του 2018 που τελειώνει το τρέχον πρόγραμμα.
Σε κάθε περίπτωση, όσο ο κ. Τσίπρας αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα ενώπιον της οποίας έχει φέρει τη χώρα, όσο εξακολουθεί να συμπεριφέρεται ως άλλος Πολάκης, κατασκευάζοντας «εσωτερικούς εχθρούς» εκεί που δεν υπάρχουν, όσο καλλιεργεί ψευδαισθήσεις ότι μπορεί να αλλάζουν για χάρη του οι ευρωπαϊκοί και οι παγκόσμιοι συσχετισμοί και όσο τρέφει αυταπάτες ότι μεγαλοπιάστηκε επειδή του βγαίνουν στο τηλέφωνο η Μέρκελ και ο Μακρόν, οι ανελέητες ψυχρολουσίες, όπως αυτή της περασμένης Δευτέρας, θα διαδέχονται η μια την άλλη.
Και αυτό θα γίνεται μέχρις ότου τα παθήματα θα αρχίσουν, επιτέλους, να του γίνονται μαθήματα. Και, πάνω από όλα, μέχρι να πάψει να υποτιμά τη νοημοσύνη των Ελλήνων που τον πίστεψαν και τον έκαναν πρωθυπουργό.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Οι μονομανίες με τα media και το χρέος



                Αν έφθανε κανείς αυτές τις μέρες στην Ελλάδα από το εξωτερικό και παρακολουθούσε τα θέματα που κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο, θα είχε την αίσθηση ότι όλα τα προβλήματα της χώρας έχουν λυθεί και τα μόνα τα οποία απασχολούν τους πολίτες δεν είναι παρά, στο εσωτερικό μέτωπο, η αδειοδότηση των τηλεοπτικών καναλιών και, στο διεθνές πεδίο, η ρύθμιση του δημοσίου χρέους.
Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μόλις ναυάγησε το σχέδιο που είχε να πάει την Τετάρτη στη Βουλή για να… πανηγυρίσει τη νίκη που ανέμενε ότι θα είχε την προηγουμένη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, μετά την ανατροπή που σημειώθηκε στη δικαστική κρίση επί του νόμου για τις τηλεοπτικές αδειοδοτήσεις, πήρε το κυβερνητικό αεροπλάνο για μια μίνι ευρωπαϊκή τουρνέ με θέμα –τι άλλο;- την πολυθρύλητη δανειακή ελάφρυνση.       
Από τις αρχές του περασμένου καλοκαιριού, οπότε «τσάτρα πάτρα» ψηφίστηκαν οι ρυθμίσεις για το Ασφαλιστικό, οι οποίες, όσο περνά ο καιρός, αποδεικνύεται ότι, εκτός από άδικες, ήταν και ανεπαρκείς για την έκταση του προβλήματος, η επικαιρότητα κατακλύζεται από τις αντιπαραθέσεις για τα κανάλια και το χρέος. Αντιπαραθέσεις οι οποίες επισκιάζουν ο,τιδήποτε άλλο, είτε πρόκειται για τις κάθε είδους εξωτερικές απειλές που διατυπώνονται σε βάρος της χώρας, είτε για το διαρκώς επεκτεινόμενο φαινόμενο της φτωχοποίησης όλο και ευρύτερων τμημάτων του ελληνικού πληθυσμού.
Με τη γνωστή ευκολία που διακρίνει όλες τις πρωτοβουλίες του, οι κυβερνητικοί  επικοινωνιακοί μηχανισμοί ρίχνουν το ανάθεμα στα μέσα ενημέρωσης, τα οποία, ως… «όργανα της διαπλοκής» που είναι, «υπονομεύουν την… εθνοσωτήριο κυβέρνηση», προβάλλοντας μόνον τα αρνητικά και όχι τα θετικά της. Όπως συνέβη, για παράδειγμα, με την Ευρωμεσογειακή Διάσκεψη που συγκλήθηκε τον περασμένο μήνα στην Αθήνα και η περιορισμένη προβολή της οποίας προκάλεσε τη μήνη της κυβερνητικού εκπροσώπου.
                Με την απόσταση των αρκετών εβδομάδων που παρήλθαν έκτοτε, θα είχε ενδιαφέρον να άκουγε κανείς την Όλγα Γεροβασίλη να κάνει έναν μικρό απολογισμό για το τι έχασαν οι Έλληνες πολίτες επειδή δεν διέκοψαν τότε τα κανάλια για να μεταδώσουν απευθείας τις δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα και των προσκεκλημένων του ηγετών από τις γειτονικές –και, κατά κάποιον τρόπο, ομοιοπαθείς- χώρες. Τί διαφορετικό, άραγε, από τη διαρκή ανάγκη για σπάσιμο των «κουμπαράδων» που προορίζονται για τις μελλοντικές γενιές, ώστε να πληρωθούν οι συντάξεις, θα μας επεφύλασσε η μοίρα;
Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον θα είχε να μπορούσε ν κάποιος να καταμετρήσει τις απεριόριστες εργατοώρες που έχουν αφιερώσει ο ίδιος ο Τσίπρας και ο πολυπληθής περίγυρος του για να προετοιμάσουν το «μαύρο» που, στο όνομα της πάταξης της διαπλοκής, σχεδιάζουν να ρίξουν στα μέσα ενημέρωσης που δεν τους είναι αρεστά. Και να συνέκρινε το άθροισμα του χρόνου με εκείνον που το ίδιο διάστημα αναλώθηκε σε άλλα ζητήματα που επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών, όπως η κατάσταση στην Υγεία και στην Παιδεία ή η χαίνουσα κοινωνική πληγή της Απασχόλησης.
Θα είχε, εξάλλου, μεγάλη αξία να μαθαίναμε τα αποτελέσματα των υποτιθέμενων προσπαθειών που καταβάλλονται από σωρεία κυβερνητικών στελεχών για την προσέλκυση νέων επενδύσεων ή ακόμη και την προώθηση παλαιότερων που είχαν παραλάβει από τους προκατόχους τους. Τι γίνεται, για παράδειγμα, με το Ελληνικό και γιατί δεν ξεκινούν τα έργα; Να είχε, άραγε, ο πρωθυπουργός, ο οποίος φέρεται να έχει αποστηθίσει το ύψος της ετήσιας διαφημιστικής δαπάνης και του ανεξόφλητου χρέους για κάθε μικρή ή μεγαλύτερη επιχείρηση στον τομέα της ενημέρωσης, την απορία ώστε να σηκώσει ένα πρωί το τηλέφωνο και να ρωτήσει τους αρμόδιους συνεργάτες του πότε προβλέπουν να μπει στον χώρο του παλαιού αεροδρομίου η πρώτη μπουλντόζα; Μάλλον όχι. Όλα δείχνουν ότι είναι άλλες οι προτεραιότητες του. Τόσο οι δικές του όσο και των συνεργατών του. Τουλάχιστον αν κρίνει κανείς από τη συχνότητα με την οποία εκδίδουν σωρηδόν non paper για κάθε θέμα που οι ίδιοι κρίνουν ότι έχει σημασία.
Θύματα των ίδιων των ιδεοληπτικών εμμονών που έχουν με τα media και εξηγούν το ιερό μένος με το οποίο καταφέρονται εναντίον τους, έχουν αναγάγει την προσπάθεια καθυπόταξης της ενημέρωσης σε υπέρτατο σκοπό που είναι συνυφασμένος με την παραμονή τους στην εξουσία. Όποιος έχει παρακολουθήσει έστω και μία από τις συνεδριάσεις της διαβόητης Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια των μέσων ενημέρωσης, δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία για τις προθέσεις των εμπνευστών της. Η μισαλλόδοξη, άλλωστε, διάθεση, όπως και η εχθροπαθής προκατάληψη, με τις οποίες αντιμετωπίζουν τους εκπροσώπους όποιου μέσου δεν τους λιβανίζει, είναι παροιμιώδεις.
Εξίσου παροιμιώδης μέλλει να αποδειχθεί και η δεύτερη πρωθυπουργική μονομανία που είναι η παθιασμένη ενασχόληση με την «εδώ και τώρα» ρύθμιση του χρέους, η οποία έχει αναχθεί ως μοναδικό και υπέρτατο κινητήριο μοχλό για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας. Και που ακριβώς για τν χαρακτήρα που της έχει δοθεί, λειτουργεί, εν τέλει, ως τροχοπέδη για την αναγκαία επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας, αφού δεν γίνεται τίποτε όσο καθυστερεί η διευθέτηση της συγκεκριμένης εκκρεμότητας .
Όμως, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, όποια τροπή και αν πάρουν τα πράγματα, οι χειρισμοί της κυβέρνησης υπήρξαν τόσο άθλιοι που τη μόνη κατάληξη την οποία μπορεί να έχουν είναι να φέρνουν όλο και πιο κοντά την κατάρρευσή της. Διότι, αν ρίξει «μαύρο» στα κανάλια, είναι βέβαιο θα τη φάει το «μαύρο σκοτάδι» και γι΄ αυτό επιζητεί συνενόχους στην αντιπολίτευσης ή στη Δικαιοσύνη. Αν πάλι δεν μπορέσει να το επιβάλει, οι μέρες της στην εξουσία είναι μετρημένες. Το ίδιο, πάνω – κάτω, ισχύει και με το χρέος: Αν επιτευχθεί η διευθέτησή του, τότε δεν θα έχει καμία δικαιολογία κανένας Σκουρλέτης να λέει ότι «δεν βγαίνει το πρόγραμμα» για να δικαιολογήσει την αδράνεια του που θα γίνει πασιφανής. Αν πάλι δεν επιτευχθεί, ας αναλογιστεί ο καθένας αν μπορούν να σταθούν στις κυβερνητικές καρέκλες με τη ζημιά που θα έχουν προκαλέσει ως τότε.
Αλλά, σχεδόν πάντα, έτσι συμβαίνει με τους μονομανείς: το πάθος τους αποτελεί και τη μήτρα της καταστροφής τους.

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Ποιος ήταν τελικά ο «κλέφτης»;



Εάν παραβλέψουμε τον επικοινωνιακό κουρνιαχτό που σκόπιμα ξεσηκώθηκε και πάρουμε τοις μετρητοίς την κυβερνητική προπαγάνδα που ακολούθησε την αποκάλυψη για το συγχωροχάρτι που επιχειρήθηκε να δοθεί -και κατά τα φαινόμενα δόθηκε!- από την κυβέρνηση του… ηθικού πλεονεκτήματος στους πολιτικούς που έχουν off shore, στην άκρως σκανδαλώδη αυτή υπόθεση υπήρχε κάποιος… «κλέφτης»!
Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι και οι δύο ανακοινώσεις που εκδόθηκαν από το Μέγαρο Μαξίμου, η μία με τη μορφή του ενημερωτικού σημειώματος, όπως αποκαλούνται πλέον τα πάλαι ποτέ ένδοξα «non paper», και η άλλη με την υπογραφή της κυβερνητικής εκπροσώπου, κατέληγαν με την ίδια ακριβώς παροιμία: «φωνάζει ο κλέφτης…».
Η πρώτη από τις ανακοινώσεις εκδόθηκε το μεσημέρι της Κυριακής σε μια απέλπιδα, όπως αποδείχθηκε, προσπάθεια να υποστηριχθούν τα ανυποστήρικτα που περιείχε η αρχική ανακοίνωση της γενικής γραμματείας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, ότι τάχατες η θέσπιση ακαταδίωκτου για τους πολιτικούς που είχαν εξωχώριες εταιρείες με έδρα σε χώρες που χαρακτηρίζονται φορολογικά συνεργάσιμες είχε επιβληθεί από κοινοτική οδηγία ή ότι όλα έγιναν επειδή δήθεν ήταν ανεφάρμοστη η προϊσχύουσα νομοθεσία, με βάση την οποία, όμως, είχε μείνει πριν από τρία χρόνια εκτός Υπουργικού Συμβουλίου ο υφυπουργός Γιώργος Βερνίκος.
Με τη γνωστή θρασύτητα που χαρακτηρίζει όλους όσοι ψεύδονται ασυστόλως, το προπαγανδιστικό κυβερνητικό  σημείωμα που έφερε τον τίτλο «φωνάζει ο κλέφτης», έγραφε τα εξής απίθανα: «Είναι αξιοθρήνητη η προσπάθεια της ΝΔ, πάντα σε συντονισμό με τις φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία, να ξεσηκώσει παραπλανητικό θόρυβο γύρω από τον εκσυγχρονισμό και την αυστηροποίηση της νομοθεσίας του Πόθεν Έσχες». Και κατέληγε με το ακόμη πιο απίθανο: «Τους χαιρετισμούς μας στη μονταζιέρα».
Ήταν, όμως, τόσο έωλοι οι ισχυρισμοί των προπαγανδιστών του πρωθυπουργικού Μεγάρου, που με εξαίρεση κάποια παντελώς ανόητα τρολ του διαδικτύου, δεν κατάφεραν να πείσουν ούτε καν το δημοσιογραφικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, την «Αυγή», η οποία προφανώς κατά τους συντάκτες της ανακοίνωσης δεν πρέπει να ανήκει στις… «φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία». Ακόμη και αυτοί οι υπεύθυνοι για την έκδοση του κομματικού εντύπου που τόσα και τόσα έχουν καταπιεί τους τελευταίους μήνες, όταν από αιώνια αντιπολιτευόμενοι έγιναν κυβερνητικοί, δεν άντεξαν τον εξευτελισμό της κοινής λογικής και εξεγέρθηκαν κατά της επίμαχης (ν)τροπολογίας που κρύφτηκε μέσα στις χιλιάδες σελίδες του πολυνομοσχεδίου. «Οφσάιντ με τις off shore», ήταν ο βασικός τίτλος στην πρώτη σελίδα του φύλλου της Τρίτης.
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς κατόπιν τούτου ότι η θεαματική κωλοτούμπα, που μοιραία ακολούθησε με τη νέα κυβερνητική ανακοίνωση για την εκ νέου τροποποίηση της ψηφισμένης ρύθμισης, να συνοδεύεται, αν όχι από την έκφραση συγγνώμης για την ύπουλη μεθόδευση και τα απανωτά ψέματα που είχαν ειπωθεί το προηγούμενο διήμερο, τουλάχιστον από μια ταπεινότητα. Μια, έστω, σεμνότητα που ακόμη και αν δεν αναγνώριζε ευθέως την εξαπάτηση της Βουλής, τουλάχιστον να παραδέχονταν το – ας το έλεγαν και έτσι - «λάθος» που είχε γίνει ή τη «σύγχυση» που μπορούσε να δώσει αφορμή για να ξεφύγει κάποιος από την τσιμπίδα του νόμου κάνοντας χρήση του τροποποιούμενου νόμου που αποποινικοποιούσε τη συμμετοχή πολιτικού σε εξωχώριες εταιρείες με έδρα περιώνυμους φορολογικούς παραδείσους.
Ποιος έχασε, όμως, την ειλικρίνεια ή και τη γενναιότητα για να τη βρουν στο Μαξίμου; Είναι… αυταπάτη, κατά πως θα έλεγε και ο Αλέξης Τσίπρας, να πιστέψει κανείς ότι θα άλλαζαν τακτική οι αλαζονικοί ένοικοι του πρωθυπουργικού Μεγάρου που έχουν αναγάγει την κατασυκοφάντηση όσων θεωρούν οι ίδιοι αντιπάλων τους; Θυμηθείτε μόνον τη μεταχείριση που έτυχαν ο πρώην υπουργός Γκίκας Χαρδούβελης και ο νυν Δημήτρης Μάρδας για το ίδιο ζήτημα, τη μεταφορά, δηλαδή, μέρους των καταθέσεών τους στο εξωτερικό. Ο πρώτος κρεμάστηκε στα… μανταλάκια με κυβερνητικές ανακοινώσεις και διατάχθηκαν έρευνες, ενώ για τον δεύτερο επικράτησε… άκρα του τάφου σιωπή.
Με τούτα και με πολλά άλλα, ίσως και να μην προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη η περίσσεια θράσους που χαρακτήριζε τη δήλωση της Όλγας Γεροβασίλη με την οποία γνωστοποιήθηκε η αναδίπλωση της κυβέρνησης. Αφού ξεκινούσε ισχυριζόμενη ότι με την επίμαχη διάταξη η κυβέρνηση – αν είναι δυνατόν!- «έπραξε το σωστό», ανακοίνωνε τη νέα τροπολογία με την οποία «η απαγόρευση δεν θα αφορά γενικώς και αορίστως τη συμμετοχή σε εξωχώριες εταιρείες οι οποίες  ήταν και εξακολουθεί να είναι αδύνατον να οριστούν νομικά», αλλά «η απαγόρευση πλέον θα είναι γενική και καθολική».
Και γιατί όλα αυτά; Διότι, «παρά τις σαφείς διευκρινίσεις που έχουν ήδη δοθεί, όσοι κατά καιρούς έχουν βρεθεί σε λίστες και έχουν εμπλακεί αποδεδειγμένα (sic!)σε διακίνηση μαύρου χρήματος –πολιτικοί και εκδότες-  κουνάνε το δάχτυλο στην Αριστερά για δήθεν προσπάθεια συγκαλύψεων και παροχής προνομίων στο πολιτικό προσωπικό».
Και όσο για την κατάληξη της μνημειώδους ανακοίνωσης; Ίδια και απαράλλακτη με εκείνη που είχε εκδοθεί δύο μέρες νωρίτερα και τα έβρισκε όλα ωραία και καλά: «Σε αυτό τον τόπο, δεν μπορεί να γίνει άλλο ανεκτό να φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης», φώναζε όσο δυνατότερα μπορούσε η Όλγα Γεροβασίλη. Να ήθελε άραγε να… υποδείξει, έτσι, τον πραγματικό «κλέφτη»; Μάλλον, όμως, μόνον τον «φωτογράφισε». Και τη συνέχεια πρέπει πιθανότατα να την αναμένουμε από εκεί που η κυβερνητική εκπρόσωπος και οι εντολείς της βλέπουν «φυλλάδες»...