Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεώργιος Παπανδρέου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεώργιος Παπανδρέου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Είναι τελικά χρήσιμο το «πόθεν έσχες» των πολιτικών;

 

«Περί προστασίας της τιμής του πολιτικού κόσμου», τιτλοφορούνταν ο πρώτος νόμος για το λεγόμενο «πόθεν έσχες» που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου (ν. 4351/1964), υποχρεώνοντας τους πολιτικούς πρώτης γραμμής να δηλώνουν την προέλευση των εισοδημάτων που αποκτούν και των περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν.

«Αποτελεί επίμονο αίτημα του ελληνικού λαού η ηθική εξυγίανση του δημοσίου βίου και σε αυτό το αίτημα ανταποκρίνεται το υποβαλλόμενον σχέδιον νόμου», αναφερόταν στην εισηγητική έκθεση του νομοθετήματος που αν εξαιρέσει κανείς το ολίγον βαρύγδουπο ύφος των διατυπώσεων που περιείχε, θα μπορούσε με μικρές παραλλαγές να περιλαμβάνεται και σε ένα νομοσχέδιο των ημερών μας.

«Στην Ελλάδα τόσο οι δημόσιοι άνδρες, όσο και το Σώμα της διοικήσεως κοσμούνται από αρετή», συνέχιζε σε πιο καθαρευουσιάνικο τέμπο η ίδια έκθεση. Και με μια μάλλον ηθικοπλαστικού περιεχομένου διαπίστωση, πρόσθετε: «Σπάνιαι είναι αι περιπτώσεις καταχρήσεως της εξουσίας και αθεμίτου πλουτισμού. Αλλά αυτοί πρέπει να κολάζονται αυστηρώς προς προστασίαν της τιμής του πολιτικού κόσμου».

Κατά τη διάρκεια των 57 χρόνων που παρήλθαν έκτοτε, αναμφισβήτητα συντελέστηκαν μεγάλες αλλαγές τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και στα εγχώρια και στα διεθνή πολιτικά ήθη. Δεν είναι, ωστόσο, καθόλου βέβαιο ότι η καθιέρωση του θεσμού του «πόθεν έσχες» συνέβαλε στην προστασία της τιμής του πολιτικού κόσμου από τη γενικευμένη καχυποψία του μέσου πολίτη που θέλει την πλειονότητα όσων «θητεύουν» στην κεντρική πολιτική σκηνή να πλουτίζουν αθέμιτα, κάνοντας κατάχρηση των αξιωμάτων τους.

Η καχυποψία των πολιτών περί της ύπαρξης αργυρώνητων πολιτικών βρίσκει φυσικά έρεισμα σε κρούσματα χρηματισμού που αποκαλύφθηκαν κατά καιρούς. Ο βασικός, όμως, τροφοδότης της πεποίθησης πολλών συνελλήνων ότι «κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας» ήταν και παραμένει ο εν πολλοίς αδιαφανής τρόπος με τον οποίο εφαρμόζεται ο θεσμός του «πόθεν έσχες» που δεν βοηθάει στην διαφοροποίηση των επίορκων πολιτικών από εκείνους που ασκούν ευόρκως τα καθήκοντα και δεν ενδίδουν στους πειρασμούς του εύκολου πλουτισμού.

Παρόλο που τις τελευταίες δεκαετίες έγιναν πάμπολλες απόπειρες για να πάψουν οι ετήσιες δηλώσεις που κατατίθενται στη Βουλή να συνιστούν μια απλή παράθεση των δηλούμενων εισοδημάτων και των υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων, στην πράξη δεν άλλαξαν πολλά πράγματα. Το βάρος εξακολουθεί να βρίσκεται στο «έσχες», ενώ παραμένει υποβαθμισμένο το «πόθεν», με αποτέλεσμα να είναι πολύ σπάνιες οι φορές που κάποιος επίορκος πολιτικός να αποκαλύφθηκε από τον ενδελεχή έλεγχο εκείνων που δήλωσε.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι το 2012 που η χώρα είχε μπει στη μνημονιακή μέγγενη και ο πολιτικός κόσμος βαλλόταν συλλήβδην για τη χρεωκοπία της χώρας, με πρωτοβουλία του πρώην Προέδρου της Βουλής Απόστολου Κακλαμάνη ψηφίστηκε νόμος (4065/2012) που προέβλεπε αναδρομικό έλεγχο των εισοδημάτων και της περιουσίας για όλους όσοι διετέλεσαν μετά το 1974 πρωθυπουργοί, αρχηγοί κομμάτων, υπουργοί, υφυπουργοί. Ο έλεγχος ξεκίνησε αλλά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, καθώς προαπαιτούμενο για την ουσιαστική έρευνα ήταν το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών σε Ελλάδα και εξωτερικό όλης της αφρόκρεμας της ελληνικής πολιτικής σκηνής.

Δυόμισι χρόνια αργότερα η υπόθεση έκλεισε αδόξως με την ψήφιση τροπολογιών που τροποποιούσαν και στην ουσία απενεργοποιούσαν τον νόμο για τον αναδρομικό έλεγχο που θα έδειχνε ποιοι έγιναν πλουσιότεροι και ποιοι φτωχότεροι μέσω της ενασχόλησης με την πολιτική. Το παράδοξο, μάλιστα, είναι ότι σε αυτό το περίτεχνο κουκούλωμα δεν αντέστη ούτε καν η διαβόητη «τρόικα» παρόλο που οι σχετικές ρυθμίσεις είχαν περιληφθεί σε ένα από τα γνωστά πολυνομοσχέδια – «σκούπα» με μέτρα που επέβαλαν οι δανειστές προκειμένου να μας δώσουν μια από τις δόσεις της βοήθειας με την οποία κρατήθηκε όρθια η χώρα.

Παρά, πάντως, τον προσχηματικό τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται στη χώρα μας ο θεσμός του «πόθεν έσχες», η χρησιμότητά του δεν παύει να ισχύει. Μπορεί στις ετήσιες δηλώσεις που υποβάλλουν πολιτικοί αρχηγοί, υπουργοί, βουλευτές και ευρωβουλευτές, περιφερειάρχες και δήμαρχοι να μην είναι διόλου ευδιάκριτες οι μίζες που εισπράττονται από τους επίορκους, αλλά και έτσι βγαίνουν κάποια συμπεράσματα. Ακόμη και αν δεν είναι πάντοτε ολοκληρωμένα, αποκαλύπτουν συχνά υποκριτικές συμπεριφορές που αλλιώς δεν θα διαπιστώνονταν.             

Αν δεν υπήρχε, για παράδειγμα, το «πόθεν έσχες» δεν θα μαθαίναμε για τον πολιτικό αρχηγό που αφιονίζει το κοινό του κατά της Γερμανίας αλλά διατηρεί τις… αμύθητες τραπεζικές του καταθέσεις στην Deutschebank. Επίσης χωρίς αυτές τις υποτυπώδεις, έστω, δηλώσεις δεν θα πληροφορούμαστε για τις… αριστερές συλλογές ακινήτων προκειμένου να ενοικιαστούν σε ΜΚΟ για τη φιλοξενία μεταναστών. Ούτε θα είχαμε γνώση για το γεγονός ότι κάποιοι που έπαιζαν το επικίνδυνο παιχνίδι της εξόδου από την ευρωζώνη διατηρούσαν τις καταθέσεις τους στο ασφαλές περιβάλλον των πιστωτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής.

Μπορεί, λοιπόν, το «πόθεν έσχες» να μην προστατεύει την… τιμή του πολιτικού κόσμου, όπως το οραματίστηκαν όσοι προσπάθησαν να το καθιερώσουν πριν από σχεδόν έξι δεκαετίες. Και ίσως γι΄ αυτό εδώ και κάποια χρόνια επιλέγεται –τι σύμπτωσή!- η δημοσιοποίησή τους να γίνεται στα τέλη Ιουλίου και στις αρχές Αυγούστου που ο περισσότερος κόσμος είναι σε διακοπές και το ενδιαφέρον για την πολιτική ατονεί. 

Μπορεί, επίσης, σε πλείστες όσες περιπτώσεις οι δηλώσεις που υποβάλουν ορισμένοι από τους πολιτικούς μας ταγούς να μην ανταποκρίνονται πλήρως στην πραγματικότητα, επειδή, για παράδειγμα, οι αγορές ακινήτων δεν ανταποκρίνονται στις τιμές της αγοράς, οι συμπεριφορές τους, ωστόσο, δεν εκμηδενίζουν τη χρησιμότητα του «πόθεν έσχες».  

Στο τέλος, τέλος τίποτε δεν πάει χαμένο. Και κάθε εχέφρων πολίτης μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του.

 

Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

Η… ανακάλυψη της Αμερικής



Αποτελεί σχεδόν μαθηματικού τύπου αξίωμα στην Πολιτική ότι κάθε καινούργια κυβέρνηση που σχηματίζεται θέλει τον χρόνο της για να δώσει το δείγμα γραφής της και να προσαρμοστεί στη μετεκλογική πραγματικότητα που, όσο και αν ορκίζονται οι πάντες για το αντίθετο, συνηθέστατα διαφέρει από την προεκλογική ατμόσφαιρα.

Αξιωματικού χαρακτήρα είναι επίσης και η περίοδος ανοχής που σχεδόν παγίως δίνεται από τους πολίτες στα στελέχη της νεοσχηματισθείσας κυβέρνησης, τόσο από όσους τους ψήφισαν όσο και από εκείνους που δεν τους ψήφισαν, αλλά εύχονται –ειλικρινώς όταν δεν έχουν… αντιτιθέμενα συμφέροντα- να πετύχουν στους στόχους τους οι οποίοι, τις περισσότερες φορές, είναι τόσο... ευρύχωροι που χωρούν τους πάντες.

Γι΄ αυτό και πολλά από όσα λέγονται και γίνονται τις πρώτες μέρες της (εκάστοτε) καινούργιας κυβερνητικής θητείας όταν δεν αντιμετωπίζονται με ενθουσιασμό, όπως συνήθως συμβαίνει με πρόσωπα και καταστάσεις χωρίς παρελθόν, συναντούν σίγουρα μεγάλη συγκατάβαση, όπως, γενικώς, συμβαίνει με πράγματα που είναι ή μοιάζουν «φρέσκα» και κάνουν εντύπωση επειδή τραβούν πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας.

Πρόχειρα ανακαλώ στη μνήμη μου τον τίτλο εφημερίδας που διακρίνεται για τη… συνέπεια της αμέριστης στήριξης σχεδόν προς κάθε νέο σχήμα για «κυβέρνηση με μπλουτζίν», όπως ήταν ο χαρακτηρισμός που απέδιδε στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο του Κώστα Καραμανλή. Για να μην θυμηθώ τον… ενθουσιασμό που σκόρπισαν οι άγνωστοι ως τότε ενδυματολογικοί κώδικες των συνεργατών του Γιώργου Παπανδρέου…

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ωστόσο, πάμπολλες φορές καλλιεργούνται μύθοι και αυταπάτες και δημιουργούνται πρόσκαιρες ψευδαισθήσεις που δεν βοηθούν στη συνειδητοποίηση των πραγματικών δεδομένων που συνθέτουν το εσωτερικό και διεθνές πολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου καλείται να κινηθεί η (κάθε) νέα κυβέρνηση με ή χωρίς τη χρήση… «ευφημισμών».

Τα διθυραμβικά, για παράδειγμα, σχόλια που συνόδευσαν τις περίφημες πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου Ομπάμα για το ελληνικό οικονομικό ζήτημα, πόσο ανταποκρίνονται στο μέτρο των όσων είπε ο Αμερικανός ηγέτης; Είναι, άραγε, η πρώτη φορά που ακούγονται τέτοιες απόψεις πέραν του Ατλαντικού ώστε να δικαιολογείται η σπουδή των κυβερνητικών στελεχών να πανηγυρίσουν;        

«Όλοι παρακολουθούμε την πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα να προχωρήσει σε διαρθρωτικές αλλαγές για να μειώσει το χρέος της», δήλωνε τον Αύγουστο του 2013 ο Πρόεδρος Ομπάμα, έχοντας απέναντι του, στο περίφημο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου, τον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά.

«Ο πρωθυπουργός μου είπε ότι είναι δεσμευμένος να προχωρήσει, αλλά δεν μπορούμε να πάμε μονοδιάστατα στη λιτότητα. Πρέπει εκτός από τη δημοσιονομική προσαρμογή να υπάρξει ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας», τόνιζε ο Αμερικανός Πρόεδρος, προσθέτοντας οι ΗΠΑ θα σταθούν στο πλευρό της Ελλάδας παρέχοντας βοήθεια (!...).

Τα ίδια μας είχε πει ενάμισι μήνα νωρίτερα ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου, τον οποίο ο κ. Σαμαράς είχε φιλοξενήσει στο Μουσείο της Ακρόπολης και γενικώς του είχαμε κάνει, ως χώρα, διαφόρων ειδών «ρεβεράντζες», ευελπιστώντας στις καλές του υπηρεσίες προς την  κατεύθυνση της ανάκαμψης, υπηρεσίες που περιορίστηκαν στα «καλά λόγια».

«Ο Σαμαράς επιδιώκει να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τον Ομπάμα και υποστήριξη στην προσπάθειά του να επανέλθει η ανάπτυξη στην Ελλάδα», έγραφε η εγκυρότερη εφημερίδα της αμερικανικής πρωτεύουσας Washington Post, με μέλη της συντακτικής ομάδας της οποίας είχε συναντηθεί ο Έλληνας πρωθυπουργός στο πλαίσιο του ταξιδιού του στις ΗΠΑ.

«Η επίσκεψη μπορεί να δώσει στον Έλληνα πρωθυπουργό την ευκαιρία να στείλει μήνυμα στην Άνγκελα Μέρκελ για χαλάρωση της λιτότητας», συμπέραινε το ίδιο διάστημα το πρακτορείο Bloomberg και υπενθύμιζε ότι η συνάντηση (του Αυγούστου του 2013) προηγείτο κατά μερικές εβδομάδες των γερμανικών εκλογών που έγιναν στις 22 Σεπτεμβρίου και πολλοί περίμεναν ότι η Γερμανίδα καγκελάριος αμέσως μετά θα μετρίαζε την πίεση προς την Ελλάδα.

Για όσους διαθέτουν στοιχειώδη μνήμη, η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Και δεν νομίζω να χρειάζεται να… ανακαλύψει κανείς την Αμερική για να προδικάσει το αποτέλεσμα της (υποτιθέμενης, επιτρέψτε μου) αμερικανικής παρέμβασης υπέρ της χώρας μας.

Μακάρι, λοιπόν, στην επικείμενη συνάντηση του Προέδρου Ομπάμα με την καγκελάριο Μέρκελ να κυριαρχήσει το ελληνικό ζήτημα και βρεθεί λύση που να ελαφρύνει τα βάρη που έχουμε και να βοηθήσει την ανάπτυξη που χρειαζόμαστε.

Ας κρατήσουμε, όμως, μικρό καλάθι, γιατί οι δηλώσεις είναι, συνήθως, ανέξοδες, ενώ οι λύσεις κοστίζουν.

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Κεντροαριστερά και Κρίση είναι συγκοινωνούντα δοχεία

Όσοι πιστεύουν ότι η Κρίση που διέρχεται η χώρα είναι πρωτίστως πολιτική, προφανώς και δεν εκπλήσσονται για τα όσα συμβαίνουν στο ΠΑΣΟΚ και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Αν δεν βολεύεται κάποιος πίσω από απλοϊκά ερμηνευτικά σχήματα και διαχωρισμούς σε «μνημονιακά» και «αντιμνημονιακά» στρατόπεδα, εύκολα αναγνωρίζει τους πολυπαραγοντικούς πολιτικούς λόγους για τους οποίους η Ελλάδα παγιδεύτηκε στο Μνημόνιο και δεν μπορεί να ξεφύγει επειδή ακριβώς δεν έχουν αναιρεθεί τα αίτια που μας έφεραν εδώ που είμαστε.
            Η παρεοκρατία και η έλλειψη συνεργατικού πνεύματος, ο αμοραλισμός και η προσχηματική στοίχιση με όρους προσωπικού βολέματος, ο αριβισμός και η καθυπόταξη των θεσμικών λειτουργιών στην υπηρεσία της προσωπικής ανέλιξης, η κατασκευή –εσωτερικών ή εξωτερικών- εχθρών και η μόνιμη επωδός της μετάθεσης των ευθυνών στους «άλλους», υπήρξαν και, δυστυχώς, παραμένουν βασικά συστατικά του τρόπου λειτουργίας του εγχώριου πολιτικού συστήματος.
Τα φαινόμενα αυτά που διατρέχουν οριζόντια όλο το πολιτικό σκηνικό, βρήκαν την αποθέωσή τους στο ΠΑΣΟΚ, στα στελέχη του για την ακρίβεια, τα οποία, επειδή υπήρξαν επί δεκαετίες βασικός πυλώνας του πολιτικού συστήματος, παραμένουν εμποτισμένα με αυτές τις νοοτροπίες. Τις νοοτροπίες που, κακά τα ψέματα, είναι εκείνες που έθρεψαν τις πελατειακές σχέσεις και την αποκαλούμενη παροχολογία, που τάισαν το τέρας της διαφθοράς και θέριεψαν τη διαπλοκή. 
Για όσους δεν είναι τυφλωμένοι από τα κομματικά πάθη, δεν είναι το ΠΑΣΟΚ που εφηύρε τις πελατειακές σχέσεις και την παροχολογία –ποιος, άλλωστε, ξέχασε τις επιταγές που μοίραζε ο Γεώργιος Ράλλης την παραμονή των εκλογών του 1981;- ούτε τα στελέχη του είναι τα μόνα που βαρύνονται με τα αμαρτήματα της διαπλοκής και της διαφθοράς, αμαρτήματα που είναι παρόντα στον δημόσιο βίο πριν από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.
Καλώς ή κακώς, όμως, το ΠΑΣΟΚ φέρει τις βαρύτερες ευθύνες για όσα συνέβησαν στον τόπο τα προηγούμενα χρόνια, όχι μόνον επειδή κυβέρνησε το μεγαλύτερο διάστημα της τελευταίας τεσσαρακονταετίας, αλλά κυρίως διότι από δύναμη αλλαγής της κοινωνίας, όπως εμφανίστηκε τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του αλλά και σε κάποιες φάσεις της δράσης του μεταγενέστερα, μετατράπηκε σε φορέα αναπαραγωγής και μεγέθυνσης σχεδόν όλων των αρνητικών παραγόντων που έχουν οδηγήσει στη σημερινή κρίση.    
            Γι΄ αυτό και μετά από όσα έγιναν την τελευταία τετραετία, το μεγαλύτερο δυστύχημα είναι ότι τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ στην πλειονότητά τους δεν κάνουν καμία προσπάθεια αποτοξίνωσης από αυτές τις παρωχημένες νοοτροπίες, δείχνοντας να μην αντιλαμβάνονται ότι στην πραγματικότητα πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται και οσονούπω θα τους οδηγήσει όλους μαζί σε μια ανεπίστρεπτη πτώση.
            Καθώς γράφω όλα τούτα, αναλογίζομαι ποια εντύπωση μπορεί να αποκόμισε ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου κ. Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος, ως υποψήφιος των ευρωσοσιαλιστών για την προεδρία της Κομισιόν, βρέθηκε  τις προηγούμενες μέρες στη χώρα μας και συμμετείχε στη Συνδιάσκεψη της νεοϊδρυθείσας «Ελιάς», από την οποία απουσίαζε ο πρώην πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου και η πλειονότητα των πολιτικών του φίλων.
            Τι είναι, άραγε, αυτό που χωρίζει τη σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ με την προηγούμενη; Και γιατί ο κ. Σουλτς έπρεπε να φύγει από το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας που συνεδρίαζε η «Ελιά» για να συναντήσει τον κ. Φώτη Κουβέλη, ο οποίος –με πρώην υπουργούς του ΠΑΣΟΚ στην προμετωπίδα- έκανε το δικό του συνεργατικό σχήμα, παρότι δηλώνει κι εκείνος ευρωσοσιαλιστής;
            Δεν ξέρω ποιος ευθύνεται λιγότερο ή περισσότερο γι΄ αυτούς τους μικρούς «εμφυλίους» που συμβαίνουν όλο και συχνότερα στην πολύπαθη Κεντροαριστερά. Δεν έχει νόημα, άλλωστε, ο επιμερισμός της ευθύνης όταν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές καλύπτονται πίσω από προσχηματικές δικαιολογίες για να στηρίξουν τις θέσεις τους και δεν ομολογούν τις μύχιες επιδιώξεις τους, καταφεύγοντας σε προφάσεις («εν αμαρτίαις», προφανώς).
            Πιστεύει, για παράδειγμα, ο κ. Κουβέλης ότι τον «πούλησε» ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ το περασμένο καλοκαίρι με την κρίση της ΕΡΤ; Ας μιλήσει ανοικτά και ας εξηγήσει αναλυτικά τι διημείφθη μεταξύ τους. Είναι η παρουσία του κ. Βενιζέλου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ο μόνος λόγος για τον οποίο η ΔΗΜΑΡ δεν συμπορεύεται με την «Ελιά»; Δεν έχει παρά το πει δημόσια, αντί να μαζεύει γύρω του κάθε… πονεμένο πρώην στέλεχος του ΠΑΣΟΚ που πηγαίνει κοντά του καθοδηγούμενο από κάποιο παλαιό ή νεότερο γινάτι.   
Φοβάται, πραγματικά, ο κ. Παπανδρέου ότι ο κ. Βενιζέλος με την «Ελιά» καταργεί το «μαγαζί» που έστησε ο πατέρας του; Ας βγει ανοικτά και ας αντιδράσει από τώρα, χωρίς να περιμένει να επωφεληθεί από τη συντριβή των ευρωεκλογών. Είναι πεπεισμένος ο πρώην πρωθυπουργός ότι θα ήταν καλύτερα με τον ίδιο στο κομματικό τιμόνι; Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, ας δηλώσει ότι είναι έτοιμος να διεκδικήσει, εκ νέου, την ηγεσία. 
Έχω πλήρη επίγνωση ότι τίποτε από τα πιο πάνω δεν θα συμβεί. Γιατί αν ήταν να συμβούν, θα είχαμε αρχίσει να βγαίνουμε από την γενικευμένη και παρατεταμένη Κρίση που μας ταλανίζει και ξεπερνά το επιφαινόμενο της οικονομικής καχεξίας. Κατά την άποψή μου, το ΠΑΣΟΚ και εν γένει ο χώρος της Κεντροαριστεράς, για ιστορικούς λόγους, λειτουργούν σε σχέση με την Κρίση όπως τα συγκοινωνούντα δοχεία.
Η Κρίση, άλλωστε, είναι ταυτισμένη με τα άκρα, για τα οποία αποτελεί γενεσιουργό αιτία. Όσο, λοιπόν, επιμένει η Κρίση, τόσο ο χώρος της μετριοπάθειας και της ευθύνης θα συνθλίβεται συρρικνούμενος από τις προσωπικές επιδιώξεις πολιτικών μετριοτήτων. Γι΄  αυτό και οι ωδίνες για τη νέα Κεντροαριστερά θα είναι παρατεταμένες. Και η ουσιαστική ανασυγκρότηση του χώρου θα ξεκινήσει όταν η χώρα θα καταφέρει να πετάξει τα μνημονιακά δεκανίκια και να πορευθεί αυτοδύναμη. Έως τότε, θα δούμε και θα ακούσουμε πολλά…

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014

Ο ναύαρχος Τούμπας και οι σύγχρονοι κωλοτούμπες

Ο ναύαρχος Ιωάννης Τούμπας υπήρξε ένας από τους πιο μπαρουτοκαπνισμένους ήρωες του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Διακρίθηκε και έτυχε διεθνούς αναγνώρισης για τα παράτολμα κατορθώματά του ως κυβερνήτης σκαφών του συμμαχικού στόλου που ναυμαχούσαν με γερμανικά υποβρύχια για τον έλεγχο της Μεσογείου.
Μεταπολεμικά έφθασε ως το αξίωμα του Αρχηγού Στόλου και μετά την αποστρατεία του πολιτεύθηκε, εκλεγόμενος ανελλιπώς από το 1956 βουλευτής με το Κέντρο. Στην πρώτη κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, το 1963, έγινε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και στην επόμενη που σχηματίστηκε λίγο αργότερα, μετά τη δεύτερη θριαμβευτική εκλογική νίκη της παράταξής του, ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών.
Όταν, στις αρχές του -καθοριστικού για τις επελθούσες πολιτικές εξελίξεις- 1965, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου αποφάσισε να τον μετακινήσει από το υπουργικό πόστο, ο ναύαρχος Τούμπας, κατά τα δημοσιεύματα της εποχής, «αντετάχθη δια σοβαρούς εθνικού λόγους» στη διαδοχή του από τον Ηλία Τσιριμώκο, επειδή ο τελευταίος προερχόταν από την Αριστερά και ο Τύπος της αντιπολιτευόμενης τότε Δεξιάς τον αποκαλούσε «κατσαπλιά».
Ο τιμημένος στρατιωτικός, μάλιστα, ζήτησε ακρόαση από τον Βασιλιά για να διαμαρτυρηθεί, ενώ αρνήθηκε να συμμετάσχει στο νέο Υπουργικό Συμβούλιο του Παπανδρέου, με το επιχείρημα ότι η υπουργοποίηση του Τσιριμώκου οδηγούσε «εις Κυβέρνησιν Κερένσκυ», από το όνομα του τελευταίου πρωθυπουργού της τσαρικής Ρωσίας πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Επτά μήνες αργότερα, όπως εύστοχα σημειωνόταν πρόσφατα στη στήλη «Ο Φιλίστωρ» της Καθημερινής, ο ναύαρχος Τούμπας συμμετέσχε ως υπουργός Δημοσίων Έργων στη δεύτερη κυβέρνηση των «Αποστατών» που σχηματίστηκε με πρωθυπουργό τον Ηλία Τσιριμώκο, ο οποίος είχε πλέον τις ευλογίες του Παλατιού αλλά και όλων όσοι επιθυμούσαν την ανατροπή του Γεωργίου Παπανδρέου.
Θυμήθηκα την υπόθεση αυτή με αφορμή τα όσα συμβαίνουν τελευταία στο Κοινοβούλιο με τις αποστασιοποιήσεις, τις μετακινήσεις και τις διαγραφές βουλευτών, που παραπέμπουν στα ακραία φαινόμενα πολιτικού αμοραλισμού που προηγήθηκαν των γεγονότων του 1965 και στις ανώμαλες πολιτικά εξελίξεις που επέφεραν.
Μισό αιώνα αργότερα, θα περίμενε κανείς ότι στο συλλογικό ιστορικό υποσυνείδητο η κάθε είδους αποστασία να ήταν μια πράξη απολύτως καταδικαστέα, όπως και οι συνεχείς «κωλοτούμπες» στις οποίες επιδίδονται εκλεγμένοι αντιπρόσωποι του Έθνους. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι τα κόμματα ως συλλογικοί φορείς θα έπαυαν να είναι αρχηγικά και θα λειτουργούσαν με -στοιχειώδεις, έστω- δημοκρατικές διαδικασίες.
Δυστυχώς, ωστόσο, δεν συμβαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο, αφού ούτε τα κόμματα λειτουργούν δημοκρατικά, ούτε καταδικάζονται οι αποστασιοποιηθέντες, οι οποίοι τις περισσότερες φορές διατηρούν τις έδρες τους, με το επιχείρημα –βάσιμο, σε λίγες περιπτώσεις- ότι δεν παρέβησαν την –μάλλον… ευρύχωρη- δεοντολογία. Κάπως έτσι, μόνον στην τρέχουσα σύνθεση της Βουλής, που μετρά θητεία μόλις ενάμισι έτους, είναι περισσότεροι από 20 βουλευτές, οι οποίοι έχουν αλλάξει στέγη, είτε παραμένοντας «ανεξάρτητοι» είτε έχοντας ενταχθεί σε άλλες κοινοβουλευτικές ομάδες από εκείνες με τις οποίες εξελέγησαν.
Το ακόμη πιο απογοητευτικό, πάντως, είναι το πολύ χαμηλό επίπεδο που χαρακτηρίζει ένα μεγάλο μέρος του σημερινού πολιτικού προσωπικού, προϊόν, προφανώς, των επιλογών θυμού που έκαναν πολλοί ψηφοφόροι στη δίδυμη εκλογική αναμέτρηση του 2012, στέλνοντας στη Βουλή πρόσωπα που δεν τιμούν το αξίωμα που κατέχουν.
Διότι όσο και αν συμφωνεί κάποιος με τις -μάλλον δικαιολογημένες-… συνταξιοδοτήσεις στις οποίες οδηγήθηκε ένα μεγάλο μέρος του παλαιού και, κατά πολλούς, φθαρμένου πολιτικού δυναμικού, δύσκολα μπορεί να εκφραστεί θετικά για τους αντικαταστάτες τους, αρκετοί εκ των οποίων συμπεριφέρονται, εντός και εκτός Βουλής, ως... τυχάρπαστα μέλη περιοδεύοντος θιάσου παρά ως υπεύθυνοι εκπρόσωποι σκεπτόμενων πολιτών.
Το αρχέτυπο του ψηφοθήρα βουλευτή που έδινε βάση στις πελατειακές σχέσεις, το οποίο επικράτησε τις προηγούμενες δεκαετίες, τείνει, δυστυχώς, να αντικατασταθεί από το νέο πρότυπο του θορυβοποιού πολιτικού, ο οποίος κερδίζει πόντους όχι επειδή ασκεί τα νομοθετικά και ελεγκτικά του καθήκοντα, για τα οποία εξελέγη, αλλά γιατί στήνει καβγάδες, εκτοξεύει απειλές και χρησιμοποιεί ακραίο βερμπαλιστικό λόγο που χαϊδεύει αυτιά.
Τουλάχιστον ο ναύαρχος Τούμπας, με τον οποίο ξεκίνησε τούτο το σημείωμα, μπορεί να αποστάτησε, αλλά έμεινε στην Ιστορία και για τις ηρωικές του πράξεις στα πραγματικά δύσκολα χρόνια της Κατοχής, ενώ μεταγενέστερα έγινε και Πρόεδρος στην Ακαδημία Αθηνών. Αναρωτιέμαι, για ποιους… ηρωισμούς μπορεί να μείνουν στη συλλογική μνήμη ορισμένοι από τους θορυβοποιούς του σήμερα, οι οποίοι, ελέω κρίσης, κάθονται στα κοινοβουλευτικά έδρανα, παρότι ψηφίστηκαν από 800 ή 1.000 συμπολίτες τους και χωρίς να έχουν να επιδείξουν κάποια ουσιώδη – επαγγελματική ή άλλη- διάκριση στην προηγούμενη ζωή τους…
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 16.1.2014)