Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γ. Ρωμαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γ. Ρωμαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

Ανεπίδεκτοι μαθήσεως;


Παρακολουθώντας τη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, προσπάθησα να διακρίνω αν, στο πρώτο αυτό “δείγμα γραφής” του, το ανανεωμένο κοινοβουλευτικό σώμα που αναδείχθηκε έπειτα από τις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις του Μαΐου και του Ιουνίου,  διαφέρει από τις προηγούμενες συνθέσεις, στις οποίες καταμαρτυρείται ότι είναι υπαίτιες για την κρίση.

Φοβάμαι ότι ο κόπος μου αποδείχθηκε μάταιος. Παρά το γεγονός ότι πολλοί από τους ομιλητές έκαναν την «παρθενική» αγόρευσή τους, κάτι που κατά το παρελθόν, οπότε η ανανέωση της σύνθεσης ήταν περιορισμένη, δεν καθίστατο εφικτό για τους νεοεκλεγέντες, η γενικότερη εικόνα της διήμερης αντιπαράθεσης ήταν απογοητευτική, καθώς η ποιότητα της επιχειρηματολογίας, που αναπτύχθηκε ένθεν κακείθεν, υπήρξε φτωχή.

Χωρίς αίσθηση της διαφορετικότητας του βήματος της Βουλής από τα προεκλογικά μπαλκόνια και τα τηλεοπτικά πάνελ, οι περισσότεροι ρήτορες, κυρίως από την πλευρά της αντιπολίτευσης, αναμασούσαν ατάκες και έκαναν χρήση ενός επιθετικού μεν, πλην, όμως, ρηχού, απλουστευτικού και, εν τέλει, «ξύλινου» λόγου, που, κατά τη δική μου προαίρεση, δεν ανταποκρινόταν στα προτάγματα της δύσκολης περιόδου που διανύουμε.

Ακόμη και στους… κλαυθμυρίζοντες για τα «βάσανα του λαού», ήταν προφανής η έλλειψη πραγματικής αγωνίας για το μέλλον της χώρας. Αλλά το πιο αποκαρδιωτικό ήταν η απουσία νηφάλιας κριτικής, η διχαστική διάθεση και η προφανής επιδίωξη όχι να πιεστεί η κυβέρνηση προς την κατεύθυνση της εκπλήρωσης των δεσμεύσεων της, αλλά, με χαιρέκακη προσέγγιση, να αποδειχθεί ότι αυτές θα εγκαταλειφθούν.

Αποτέλεσμα, ίσως, όλα τούτα της αυτάρεσκης άνεσης που εξέπεμπε η παρουσία της πλειονότητας στα κοινοβουλευτικά έδρανα, εξαιτίας, προφανώς, της ευκολίας με την οποία αρκετοί εξ αυτών εξελέγησαν στο Κοινοβούλιο, καθώς στην πρώτη αναμέτρηση τούς “έφερε στον αφρό” η οργή κατά του παλαιού πολιτικού προσωπικού και στη δεύτερη είχαν, ελέω λίστας, εξασφαλισμένη την επανεκλογή, δεν προοιωνίζονται θετικές εξελίξεις.

Η απαισιοδοξία μου για το τι μας επιφυλάσσει η αρξάμενη κοινοβουλευτική περίοδος, μπορεί να μην είναι άσχετη με το γεγονός ότι τις ίδιες μέρες που εξελισσόταν η συζήτηση στη Βουλή, διάβαζα το βιβλίο «Η Ελλάδα των δανείων και των χρεωκοπιών» του (πρώην υπουργού) Γιώργου Ρωμαίου, που είναι ένα «ιστορικό οδοιπορικό στην Ελλάδα των οικονομικών κρίσεων και των μεγάλων οικονομικών ζητημάτων», φαινόμενα που συμβαδίζουν με έντονες κομματικές συγκρούσεις που θυμίζουν έντονα το σήμερα.

Από τα πρώτα δάνεια της «Ανεξαρτησίας» (1824) που κατέληξαν στην πρώτη χρεωκοπία και στην επίσημη υποτέλεια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, το οδοιπορικό περνάει στις επόμενες χρεωκοπίες επί Χαριλάου Τρικούπη, που άνοιξε το δρόμο για την επιβολή ενός μακρόχρονου διεθνούς οικονομικού ελέγχου, και επί Ελευθερίου Βενιζέλου, που οδήγησε στη δικτατορία Μεταξά, για να φθάσει στη μεταπολεμική κηδεμονία του Σχεδίου Μάρσαλ και να καταλήξει με τη διάψευση των ελπίδων και προσδοκιών από την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας με την υπαγωγή της στο μνημόνιο και στις επιταγές της τρόικας.

Στη διαδρομή των δύο αυτών αιώνων, μπορεί  πολλά να έχουν αλλάξει στις σχέσεις που διέπουν την κοινωνία, αλλά και την οικονομία μας, βρίσκει, ωστόσο, κανείς ότι ο βασικός καμβάς παραμένει ίδιος και απαράλλαχτος, με τις δυνάμεις της δημιουργίας και της προόδου να δίνουν μια αέναη σύγκρουση απέναντι στις δυνάμεις της συντήρησης, του κρατισμού, της εύκολης καταγγελίας και του παραλυτικού λαϊκισμού.

Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση που κάνει ο συγγραφέας για τις στοχεύσεις του Χ. Τρικούπη προς τον περιορισμό του ρόλου του κράτους, τον εξαστισμό και εξευρωπαϊσμό των κοινωνικών σχέσεων.  «Το κράτος για τον Τρικούπη ήταν εργαλείο για την οικονομική ανάπτυξη, η οποία αποτελούσε και τον βασικό “εθνικό" στόχο του προγράμματός του. Γι΄ αυτό και κατηγορήθηκε ως “πλουτοκράτης”», γράφει, αναφερόμενος στον πολιτικό που έφυγε ηττημένος από το προσκήνιο και χρειάστηκε να περάσει καιρός για να αναγνωριστεί η θετική συμβολή του.

Την ίδια εποχή ο βασικός του αντίπαλος, Θ. Δηλιγιάννης, που η ιστορία μικρή τιμή έχει να του επιδαψιλεύσει, «απέφευγε τους “ταξικούς” χρωματισμούς για να χωρέσουν όλοι οι “δυσαρεστημένοι” από την “άκρα Δεξιά μέχρι την άκρα Αριστερά”. Δεν στρεφόταν κατά του μεγάλου κεφαλαίου, αλλά ήθελε να το θέσει υπό τον έλεγχο του κράτους. Με στόχο να συσπειρώσει τον “μικροαστισμό”, στηλίτευε την κερδοσκοπία, τον χρηματικό πλούτο και την τραπεζική παντοδυναμία με υπερβάλλοντα λαϊκισμό και υστερικό πάθος».

Ακόμη μεγαλύτερη επικαιρότητα, βρήκα στην έκθεση που,  πολλά χρόνια αργότερα, το 1947, συνέταξε ο Αμερικανός αξιωματούχος Πολ Πόρτερ, ο οποίος, επισημαίνοντας τις πολιτικές αντιθέσεις της εμφυλιοπολεμικής περιόδου, κατέληγε με την παρατήρηση: «Αν δεν παύσει  η εσωτερική πολιτική ένταση, η οικονομία της Ελλάδας είναι αδύνατον να αναρρώσει». Διαβάζοντάς την, την ώρα που εξελισσόταν η συζήτηση στη Βουλή, αναρωτήθηκα: Μήπως, εν τέλει, είμαστε ανεπίδεκτοι μαθήσεως; 

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.