Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δ. Παπαδημητρίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δ. Παπαδημητρίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 1 Μαρτίου 2018

Τελευταίες μέρες της Πομπηίας


Αν «ο πόλεμος είναι πολύ σημαντικό πράγμα για να τον αφήσουμε στους στρατηγούς», όπως έλεγε ο Ζορζ Κλεμανσό, ο πολιτικός που οδήγησε τη Γαλλία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πόσο, αλήθεια, ασφαλής μπορεί να αισθάνεται ο καθείς σε αυτή τη χώρα με την ηγεσία που εγκατέστησε ο Αλέξης Τσίπρας στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας;
Η πρωτοφανής διακωμώδηση που γνώρισε από την πρώτη στιγμή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η τοποθέτηση του Φώτη Κουβέλη σε θέση υφισταμένου του Πάνου Καμμένου, συνιστά ίσως το πλέον παραστατικό δείγμα της γενικευμένης θεσμικής κατάπτωσης που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Και αποτελεί συνάμα το μέτρο της εκτεταμένης ανυποληψίας που χαρακτηρίζει το πολιτικό δυναμικό που διαχειρίζεται τις τύχες του τόπου.
Με ποια, άραγε, κριτήρια ένας συνταξιούχος πολιτικός, ο οποίος έκλεισε την πολιτική του δράστη αποδοκιμαζόμενος ηχηρά από τους πολίτες, επιβραβεύεται με την ανάθεση του χαρτοφυλακίου του αναπληρωτή υπουργού Άμυνας; Ποια είναι τα προσόντα που διαθέτει και τα οποία τον έκαναν κατάλληλο για αυτό το αξίωμα; Ξέρει από όπλα; Έχει εμπειρίες από το Στράτευμα; Απέκτησε κάποια διάκριση, πέραν ίσως της δικηγορικής του ιδιότητας;
Τα ερωτήματα είναι προφανώς ρητορικά διότι ακόμη και οι φανατικότεροι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ μπορούν εύκολα να αναγνωρίσουν το προφανές που είναι ότι εκείνο που μέτρησε στην απόφαση του κ. Τσίπρα δεν είναι παρά η προσπάθειά του να στείλει το μήνυμα ότι όποιος προσκολλάται στην κυβέρνηση και κολακεύει την ηγεσία της μπορεί να ελπίζει σε ανταποδοτικά ωφελήματα.
Γιατί, κακά τα ψέματα, όσο και αν είναι ανεξήγητο για όσους κατά καιρούς είχαν εντελώς άλλη εικόνα για τον πρώην πρόεδρο της ΔΗΜΑΡ, το μόνο για το οποίο διακρίθηκε ο κ. Κουβέλης την τελευταία τριετία ήταν οι απροσδόκητοι έπαινοι που επεφύλασσε προς τους κυβερνώντες και η διαρκής προσπάθεια την οποία κατέβαλε ώστε να γίνει αρεστός προς αυτούς, εκφράζοντας θέσεις και απόψεις που δεν θύμιζαν σε τίποτε το δικό του παρελθόν.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η περίπτωση Κουβέλη αν έχει κάποια ουσιαστική αξία είναι επειδή καταδεικνύει τα αδιέξοδα ενώπιον των οποίων βρίσκεται η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Και, αναμφισβήτητα, δεν είναι η μόνη ένδειξη ότι έχουμε να κάνουμε με ένα συνονθύλευμα που λειτουργεί όπως λειτουργούσαν οι κάτοικοι στις τελευταίες ημέρες της Πομπηίας.
Η καθυστερημένη αποπομπή του ζεύγους Αντωνοπούλου – Παπαδημητρίου κατέδειξε την απόλυτη έλλειψη πολιτικών ανακλαστικών που χαρακτηρίζει πλέον τους ενοίκους του Μεγάρου Μαξίμου. Το ίδιο επίσης μαρτυρά η δυστοκία να βρεθεί ένα φρέσκο και δυναμικό πρόσωπο για να αναλάβει το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Ανάπτυξης που υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει ο ελληνοαμερικανός καθηγητής χωρίς καν να έχει καταφέρει να προσελκύσει στη χώρα ούτε… μισό επενδυτή.
Χρειάστηκε να παρέλθουν σχεδόν δύο εικοσιτετράωρα για να αποφασίσει ο κ. Τσίπρας να χρίσει διάδοχο του Δ. Παπαδημητρίου τον αντιπρόεδρο Γ. Δραγασάκη. Και είναι ειλικρινά απορίας άξιον τι περισσότερο μπορεί να προσφέρει τώρα με το επιπλέον υπουργικό χαρτοφυλάκιο που δεν μπόρεσε να προσφέρει τα τρία χρόνια της αντιπροεδρίας. Εκτός και αν τον εμπόδιζε ο Παπαδημητρίου αλλά δεν το έλεγε περιμένοντας να αποκαλυφθεί η… απληστία της συζύγου του που την οδήγησε να εισπράττει επίδομα ενοικίου.
Το μόνο βέβαιο συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι ο κ. Τσίπρας δεν είναι πλέον σε θέση ούτε ανασχηματισμό της κυβέρνησης του να κάνει, αφού δεν μπόρεσε να μετακινήσει κανένα από τα στελέχη του υπουργικού του συμβουλίου, με εξαίρεση τον παραιτηθέντα Γ. Μουζάλα. Διατήρησε στις καρέκλες τους ακόμη και πρόσωπα τα οποία κατά γενική ομολογία δεν έχουν προσφέρει απολύτως τίποτε, τοποθετώντας έναν επιπλέον υφυπουργό στο υπουργείο Πολιτισμού, επειδή δεν μπορούσε να διώξει την υπουργό Λυδία Κονιόρδου.
Συνήθως, όμως, έτσι συμβαίνει με τις κυβερνήσεις που βρίσκονται σε φάση αποδρομής. Συμπεριφέρονται όπως οι κάτοικοι της Πομπηίας οι οποίοι, παρά τα προμηνύματα του Βεζούβιου, συνέχιζαν τη ράθυμη και εύθυμη ζωή τους μέχρι που θάφτηκε κάτω από τη λάβα του ηφαιστείου.

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Οι Επιστήμες σηκώνουν ψηλά τα χέρια



«Φυσικά διαφωνούσαμε, αλλά είναι κάτι που γίνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και την Αμερική. Άρα, μπορούμε να το δούμε ως εκσυγχρονισμό», ήταν τα λόγια με τα οποία ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου ανακοίνωσε τα ξημερώματα της Τρίτης τη συμφωνία της κυβέρνησης στην απαίτηση της τρόικας να μπορεί να ανοίγουν τα καταστήματα περισσότερες Κυριακές και σε περισσότερες περιοχές.
Η συγκεκριμένη δήλωση του αμερικανοθρεμμένου καθηγητή δεν εξέπληξε πολλούς. Και η πιθανότερη εξήγηση είναι επειδή αποτελεί μάλλον την επιτομή της σχιζοφρενούς κατάστασης που παρακολουθούμε επί δύο και πλέον χρόνια να εκτυλίσσεται στις αποκαλούμενες «διαπραγματεύσεις» που διεξάγονται ανάμεσα στα κυβερνητικά στελέχη και στους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών της χώρας.
Γίναμε επανειλημμένα μάρτυρες πολύμηνων ψευτοηρωισμών για δήθεν «κόκκινες γραμμές» που είναι τάχατες απαραβίαστες. «Ούτε ένα ευρώ», έδωσε τον τόνο ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Επέλεξε μάλιστα να το κάνει με μια επετειακή συνέντευξη την οποία έδωσε στις 25 Ιανουαρίου που έκλεινε δύο χρόνια στη διακυβέρνηση. Ίσως για να… τιμήσει τον -γεμάτο (αυτ)απάτες- τρόπο με τον οποίο ανήλθε στην εξουσία.
Το είπε έτσι απλά και τόσο κατηγορηματικά. Και ας ξέραμε όλοι ότι τα μέτρα των 3,6 δισ. ευρώ που ήθελε το ΔΝΤ ήταν στο τραπέζι. Και ότι η κυβέρνηση θα τα υιοθετούσε μόλις προλειαινόταν το έδαφος στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ή, μάλλον, όταν ζόριζαν πολύ τα πράγματα και έφτανε η ώρα να αναχωρήσει από την Αθήνα η Ντέλια Βελκουλέσκου αφού προηγουμένως θα υπαγόρευε τους όρους της συμφωνίας. 
Αίφνης, τότε, οι τάχατες σκληροί διαπραγματευτές –Σκουρλέτηδες, Σπίρτζηδες και λοιποί αμύντορες της κλαψουρίζουσας προσκόλλησης στις καρέκλες- ανακαλύπτουν ότι «δεν τρέχει και τίποτε…» με μια ακόμη κωλοτούμπα. Είναι, άλλωστε, τόσο ατέλειωτη η σειρά των υπαναχωρήσεων, που τόσες και τόσες άλλες φορές έχουν κάνει, ώστε μια, δύο ή τρεις επιπλέον δεν κάνουν μεγάλη διαφορά. 
Με χαρακτηριστική ευκολία προσφεύγουν σε ισχυρισμούς ότι όλα αυτά τα οποία ζητούσαν οι δανειστές και εκείνοι –υποτίθεται ότι -  αντιστέκονταν, «δεν είναι παρά ρυθμίσεις και διευθετήσεις που συμβαίνουν και αλλού…». Και το εξοργιστικότερο; Όχι μόνον δεν έχουν δυσκολία να υιοθετήσουν μέτρα, με τα οποία, πάντως, δηλώνουν ότι εξακολουθούν να διαφωνούν, αλλά μπορούν και τα υιοθετούν, παριστάνοντας, μάλιστα, και τους… εκσυγχρονιστές!
Αν και τα πράγματα μοιάζουν, εκ πρώτης, πολύ απλά και η τακτική των κυβερνώντων έχει καταλήξει να είναι αρκετά προβλέψιμη, όλες οι αμέτρητες παλινωδίες που έχουν καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2015, συνιστούν ένα μάλλον πιο σύνθετο φαινόμενο που χρήζει μελέτης από διεπιστημονικές ομάδες ειδικών οι οποίοι θα πρέπει να αναλύσουν τη μάλλον παγκόσμια πρωτοτυπία με την οποία είμαστε αντιμέτωποι οι Έλληνες πολίτες.
Διότι, όσο και αν συμβιβαστεί κανείς με την ιδέα ότι λαϊκιστές πολιτικοί που παριστάνουν τους εκσυγχρονιστές συναντώνται παντού, εκείνο που θα παραμείνει ανυπέρβλητο επίτευγμα της παρέας του κ. Τσίπρα είναι η μοναδική… ικανότητα να έχει πέσει έξω σε όλες τις εκτιμήσεις που έχει κάνει. Και, πολύ περισσότερο, η άνεση με την οποία μπορεί να τις μεταβάλει, ανάλογα με τη συγκυρία.
Ο κατάλογος με τα κρούσματα  δυσαρμονίας λόγων και έργων είναι πολύ μακρύς. Από τις προφητείες για την «Ευρώπη που αλλάζει» έως τις φαντασιώσεις ότι «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν». Από την έκφραση προτίμησης στην επικράτηση του Μάρτιν Σουλτς στη Γερμανία έως το πρόσφατο γλείψιμο στη Μέρκελ και στον Σόιμπλε. Από τους ισχυρισμούς ότι η πάταξη του λαθρεμπορίου στον καπνό και στα καύσιμα αρκούσε για να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης έως τη νομοθετική διαγραφή προστίμων στην εταιρεία του Ιβάν Σαββίδη. Από τις διαχρονικές καταγγελίες κατά του πελατειακού κράτους έως το βόλεμα σχεδόν κάθε δικού τους παιδιού. 
Τι να θυμηθούμε και τι να ξεχάσουμε; Τις παραιτήσεις που θα υπέβαλλαν υπουργοί αν μειωνόταν το αφορολόγητο; Την αύξηση του κατώτατου μισθού που ψηφίστηκε από τη Βουλή και ποτέ δεν εφαρμόστηκε; Τα σκισμένα Μνημόνια ή το καταρρακωμένο δημοψήφισμα; Τη συμμετοχή του κ. Τσίπρα στις συνόδους των σοσιαλδημοκρατών με τους οποίους διαφωνεί; Τις επιθέσεις στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής όταν δεν βγάζει εκθέσεις της αρεσκείας τους; Την κατάσταση στη Δικαιοσύνη; Τα όσα συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο; Τον τραγέλαφο με τις τηλεοπτικές άδειες; 
Μπορεί η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να μην είναι η πρώτη στην εγχώρια ιστορία που δεν έχει εκπληρώσει τις υποσχέσεις που έδωσε προεκλογικά. Είναι, ωστόσο, η μοναδική, ίσως και στα παγκόσμια χρονικά των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων, που συνεχίζει ακάθεκτη να ασκεί εξουσία υιοθετώντας πολιτικές με τις οποίες σχεδόν στερεότυπα λέει ότι διαφωνεί. 
Γι΄ αυτό και χρειάζονται σοβαρές μελέτες. Εκτός πια και αν ακόμη και οι (συμβατικές, τουλάχιστον) Επιστήμες... σηκώσουν ψηλά τα χέρια. Η Πολιτική Επιστήμη, πάντως, είναι σίγουρα ανεπαρκής για να δώσει εξηγήσεις. Θα χρειαστεί και τη συνδρομή άλλων.