Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επικοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επικοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2024

Ο θρήνος για τα Τέμπη δεν χειραγωγείται με επικοινωνιακούς χειρισμούς


Ο 15χρονος Κωνσταντίνος είναι ένας πολύ επιμελής μαθητής που φοιτά σε δημόσιο Γυμνάσιο μιας μεσοαστικής περιοχής της πρωτεύουσας και όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν σταθερά και με άποψη απέναντι στους συμμαθητές του που ήθελαν να κάνουν κατάληψη για να… χάσουν μάθημα.

Την περασμένη Τετάρτη, όμως, που συμπληρώθηκε ένας χρόνος από την τραγωδία των Τεμπών, ο Κωνσταντίνος πρωταγωνίστησε στην προσπάθεια να αποφασίσουν οι συμμαθητές του αποχή από τα μαθήματα ώστε να διαμαρτυρηθούν επειδή καθυστερεί η απονομή δικαιοσύνης για τον άδικο χαμό των 57 συνανθρώπων μας που θυσιάστηκαν στο συγκλονιστικό σιδηροδρομικό δυστύχημα της αποφράδας 28ης Φεβρουαρίου 2023.

Ο νεαρός πρωταγωνιστής της ιστορίας μας δεν πτοήθηκε από τις απειλές της διευθύντριας του σχολείου του ότι θα τιμωρηθεί με αποβολή. Ως επιμελής που, όπως προείπαμε, είναι, επικαλέστηκε τον υφιστάμενο κανονισμό με τα δικαιώματα των μαθητών και η διευθύντρια υποχρεώθηκε να αποδεχθεί το βάσιμο της επιχειρηματολογίας του μαθητή της και να αποσύρει τις απειλές.

Το συγκεκριμένο περιστατικό είναι απολύτως αποκαλυπτικό για τον τρόπο με τον οποίο έχει καταγραφεί στη συλλογική μνήμη της ελληνικής κοινωνίας και κυρίως των νεότερων γενιών το τραύμα τόσο από αυτή καθεαυτή την τραγωδία των Τεμπών, όσο, ενδεχομένως και πολύ περισσότερο, από τους μετέπειτα χειρισμούς της επίσημης Πολιτείας, είτε αυτή εκφράζεται από την καθ΄ έξιν βραδυπορούσα ελληνική Δικαιοσύνη, είτε από τη χρόνια παθογένεια του εγχώριου πολιτικού συστήματος το οποίο για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται κατώτερο των περιστάσεων και υποτάσσει τα πάντα στον βωμό των μικροκομματικών υπολογισμών.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς από εκείνους που θεωρούν ότι η Δικαιοσύνη δεν πρέπει να αποδίδεται εν θερμώ και χωρίς ενδελεχή μελέτη των στοιχείων που συνθέτουν κάθε υπόθεση, για να μη θυμώνει με το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η εκδίκαση σε πρώτο βαθμό μιας άλλης υπόθεσης που συγκλόνισε την κοινωνία μας, όπως ήταν η τραγωδία με την φονική πυρκαγιά στο Μάτι, από την οποία μας χωρίζουν σχεδόν έξι ολόκληρα χρόνια.

Ούτε απαιτείται να είναι κάποιος προκατειλημμένος για την «ποιότητα» του πολιτικού συστήματος μας για να αναγνωρίσει ότι τα πρόσωπα που επελέγησαν για να διευθύνουν τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής που συγκρότησε η Βουλή για να διερευνήσει το δυστύχημα των Τεμπών ήταν παντελώς ακατάλληλα για να αναλάβουν ένα τέτοιο έργο. Όσο και αν ισχύει ο αποκαρδιωτικός ισχυρισμός ότι «σπανίως οι Εξεταστικές της Βουλής συνέβαλαν ουσιωδώς στη διαλεύκανση των υποθέσεων τις οποίες κλήθηκαν να διερευνήσουν», στην προκειμένη περίπτωση τα πράγματα υπήρξαν χειρότερα από κάθε άλλη φορά.

Όποιος είχε την υπομονή να παρακολουθήσει έστω και για λίγο τις εργασίες της Επιτροπής διαπίστωνε εύκολα την προκατάληψη από την οποία διακατέχονταν το προεδρείο και η πλειοψηφία των μελών της. Χρησιμοποιώντας συχνά ακόμη και αγοραίες εκφράσεις, οι οποίες μόνον κοινοβουλευτικό ύφος δεν απέπνεαν, συμπεριφέρονταν με τρόπο που μαρτυρούσε κραυγαλέα πρόθεση για συγκάλυψη των ευθυνών που βαρύνουν τους πραγματικούς υπαίτιους.

Το γεγονός ότι μπορεί να υπήρξαν προκλήσεις και εκ μέρους κάποιων από τους βουλευτές της αντιπολίτευσης, επ΄ ουδενί δεν δικαιολογεί την απροκάλυπτη διάθεση για άρον άρον ολοκλήρωση των εργασιών της Επιτροπής χωρίς να περιγραφούν και να αποτυπωθούν στα πρακτικά οι αναμφισβήτητες πολιτικές ευθύνες που οδήγησαν στην ανείπωτη τραγωδία.

Προς τι, άραγε, η σπουδή των κυβερνητικών βουλευτών να τελειώσουν όλα το συντομότερο; Και που, αλήθεια, κατέτεινε ο αποκλεισμός μαρτύρων τους οποίους, καλώς ή κακώς, τα κόμματα της αντιπολίτευσης θεωρούσαν κρίσιμους; Και αν ήταν τόσο δύσκολο να το αντιληφθούν οι ίδιοι θερμοκέφαλοι (αν)εγκέφαλοι της Επιτροπής, γιατί δεν βρέθηκε κάποιος από την κυβέρνηση να τους το πει;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, βοηθούντων και των προσεγγίσεων που έκαναν οι βασικοί αντίπαλοί τους, οι οποίοι, κακά τα ψέματα, απεδείχθησαν υπέρ του δέοντος «ερασιτέχνες», οι ιθύνοντες του επικοινωνιακού μηχανισμού της κυβέρνησης κατέγραψαν όλα τα προηγούμενα χρόνια αναρίθμητες επιτυχίες. Σχεδόν χωρίς εξαίρεση, σε όλες τις πολιτικές συγκρούσεις της τελευταίας πενταετίας, κέρδιζαν κατά κράτος στο πεδίο των εντυπώσεων.

Υπό αυτή την έννοια, δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξει κανείς ότι το επικοινωνιακό επιτελείο, το οποίο επέλεξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να τον πλαισιώσει, υπήρξε ο αναμφισβήτητος νικητής σε όλες τις κρίσεις και τις μοιραίες πολιτικές συγκρούσεις με τις οποίες αυτές συνοδεύτηκαν από το 2019: από τη διαχείριση της πανδημίας και των ελληνοτουρκικών κρίσεων έως τους αμφιλεγόμενους χειρισμούς στην Παιδεία, στην Υγεία και στο μεγάλο πρόβλημα της ακρίβειας και των πληθωριστικών πιέσεων, το πρόσημο για την κυβέρνηση ήταν θετικό, ακόμη και όταν ήταν εμφανείς οι παλινωδίες και τα πισωγυρίσματα.

Χωρίς να είναι συγκρίσιμα μεγέθη, ακόμη και η πρόσφατη διελκυστίνδα γύρω από τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, που προκάλεσε τη μήνη του συντηρητικού εκλογικού κοινού της κυβερνητικής παράταξης, μπορεί, εν τέλει, να αποδειχθεί λιγότερο επώδυνη για την κυβέρνηση όσο από τις αρχές δεν δίνονται ξεκάθαρες και πειστικές απαντήσεις σε ερωτήματα που σχετίζονται με την τραγωδία των Τεμπών. Όπως, ενδεικτικά:

1. Ποιος, για παράδειγμα, και γιατί αποφάσισε να μπαζωθεί ο τόπος μαρτυρίου των 57 συνανθρώπων μας που έχασαν τόσο άδικα τη ζωή τους; Όσο και αν ο πολίτης Κώστας Αγοραστός έχει νόμιμο δικαίωμα να σιωπά, επειδή είναι κατηγορούμενος, ο τέως περιφερειάρχης που είναι πολιτικός, ο οποίος τόσο απλόχερα στηρίχθηκε από την κυβέρνηση, έχει υποχρέωση να πει όλη την αλήθεια.

2. Ποιο πραγματικά ήταν το φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας που συγκρούστηκε με το μοιραίο επιβατηγό τρένο το οποίο βρέθηκε στην λάθος γραμμή και προκάλεσε την έκρηξη; Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το συγκεκριμένο ερώτημα έθεσαν από την πρώτη ώρα εγνωσμένοι συνωμοσιολόγοι, οι επίσημες αρχές είχαν και έχουν υποχρέωση να απαντήσουν αναλυτικά.

Το 41% που έλαβε η ΝΔ στις τελευταίες εκλογές δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελεί άλλοθι ούτε για τη σιωπή του τέως περιφερειάρχη κ. Αγοραστού ούτε για την αμετροέπεια του προέδρου της Εξεταστικής Επιτροπής, «γαλάζιου» βουλευτή Δημήτρη Μαρκόπουλου.

Διότι ο δικαιολογημένος θρήνος όχι μόνον των συγγενών των θυμάτων, αλλά και της μεγάλης πλειονότητας της ελληνικής κοινωνίας, που ταυτίζεται μαζί τους, δεν τιθασεύεται και ούτε χειραγωγείται από επικοινωνιακούς χειρισμούς. Όσο «επαγγελματικοί» και αν είναι. Και όσο αποτελεσματικοί και αν έχουν αποδειχθεί σε άλλες περιπτώσεις.

Όποιος το αμφισβητεί, μπορώ να τον παραπέμψω στον νεαρό φίλο μου, τον Κωνσταντίνο, ο οποίος υπερασπίστηκε το δικαίωμα του να απέχει για πρώτη φορά από τα μαθήματά του επειδή πιστεύει ότι κάποιοι δεν θέλουν να αποδοθεί Δικαιοσύνη στην τραγωδία των Τεμπών.

Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2017

Ενέσεις ηθικού για το «παιχνίδι που (δεν) γυρίζει»



Πριν από περίπου ένδεκα μήνες η κυβέρνηση, αξιοποιώντας το διαβόητο υπερπλεόνασμα που προέκυψε από την ανελέητη λεηλασία όσων δεν φοροδιαφύγουν, μοίρασε χριστουγεννιάτικο «μποναμά» στους συνταξιούχους. Προσπάθησε μάλιστα να τον βαφτίσει «13η σύνταξη» ευελπιστώντας ότι έτσι θα μπορούσε να εξαπατήσει όλους εκείνους που την είχαν ψηφίσει εξαιτίας αυτής της προεκλογικής υπόσχεσης που ήταν μια από τις πολλές που διαψεύστηκαν παταγωδώς. 
Σηκώθηκε τότε μέγας κουρνιαχτός και επί σχεδόν δύο μήνες ο μποναμάς και οι πιθανολογούμενες επενέργειες θα είχε στις πολιτικές εξελίξεις κυριαρχούσαν στη δημόσια συζήτηση. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ισχυρίζονταν, άλλοι από προπαγανδιστική διάθεση και άλλοι από λάθος εκτίμηση, ότι «ο μάγος Τσίπρας τα κατάφερε και πάλι να ανατρέψει την κατάσταση». Και, προεξοφλώντας ότι οι πολίτες έχουν μνήμη χρυσόψαρου, εκτιμούσαν ότι θα αποδεικνύονταν για μια ακόμη φορά εύπιστοι και θα επιβράβευαν τη… γαλαντόμα κυβέρνηση.
Από τη μια οι κάθε λογής κυβερνητικοί αβανταδόροι και από την άλλη οι κοντόφθαλμοι και οι ψοφοδεείς από την αντίπερα όχθης, κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα εικονικό κλίμα ανατροπής των πολιτικών δεδομένων, το οποίο δεν άφησε ανεπηρέαστη την αντιπολίτευση, στις τάξεις της οποίας επικράτησε αμηχανία. «Πάει, το έχασε το παιχνίδι ο Μητσοτάκης αν δεν ψηφίσει…», ήταν η… προφητεία που έβγαινε από αρκετά στόματα. Ιδίως όταν η κυβέρνηση που νόμιζε ότι ήταν «καβάλα στο άλογο» προκάλεσε ονομαστική ψηφοφορία στη Βουλή.
Η ατμόσφαιρα ήταν τέτοια που ακόμη και ορισμένοι αντιπολιτευόμενοι –«αντιλαϊκιστές», κατά τα άλλα…- τσίμπησαν στο ψευτοδίλημμα να πουν «ναι» ή «όχι» που ορθώθηκε μπροστά τους. Και, αντί να ασκήσουν τον ρόλο της υπεύθυνης αντιπολίτευσης, έσπευσαν να συνταχθούν με τους κυβερνώντες,  θεωρώντας ότι μπορούσαν να γίνουν συμμέτοχοι στα ψηφοθηρικά «λάφυρα»… 
«Λάφυρα» τα οποία προσδοκούσαν ότι θα προέκυπταν για όσους έλεγαν «ναι» σε μια ρύθμιση με την οποία δόθηκε ο «μποναμάς» σε… αναξιοπαθούντες συμπολίτες μας όπως ο Γεράσιμος Μπαλαούρας ή ο Γεράσιμος Γιακουμάτος που συμπεριλήφθηκαν στους δικαιούχους επειδή, λόγω της βουλευτικής ιδιότητας, παίρνουν μόνον ένα μέρος της σύνταξης τους και, ως εκ τούτου, κατατάσσονται στους «μικροσυνταξιούχους»...
Ω, του θαύματος, όμως, όταν ήρθε η ώρα του «πολιικού ταμείου», οι προφητείες για τη… «μαγεία του Τσίπρα» όχι μόνον δεν επιβεβαιώθηκαν, αλλά συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Το επόμενο δίμηνο που ακολούθησε την καταβολή του «μποναμά» σε όλες τις δημοσκοπήσεις που είδαν το φως –ακόμη και σε εκείνες που ακόμη τότε δημοσίευαν σποραδικά τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης- η απήχηση της κυβέρνησης εμφανίστηκε να υποχωρεί ραγδαία και την ίδια ώρα η αξιωματική αντιπολίτευση βελτίωνε σημαντικά τις επιδόσεις της.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις μετρήσεις του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου 2017 η διαφορά που χώριζε τον ΣΥΡΙΖΑ από τη Νέα Δημοκρατία έφθασε σε ιστορικά υψηλά ποσοστά που όμοια τους δεν είχαν εμφανιστεί ποτέ στο παρελθόν. Και το ίδιο κατεγράφη με τη συγκριτική αξιολόγηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα. Όσο για τους λοιπούς αντιπολιτευόμενους που φοβήθηκαν να πουν «όχι» στην κυβερνητική ψηφοθηρική κοροϊδία, τα κέρδη τα οποία ανέμεναν δεν τα έχουν δει ακόμη να φθάνουν.
Το πιθανότερο, μάλιστα, είναι ότι οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης δεν πρόκειται ποτέ να καρπωθούν τέτοια κέρδη, για δύο πολύ απλούς λόγους: Ο πρώτος είναι διότι αν έπρεπε οι δικαιούχοι να ευχαριστήσουν κάποιον για τα χρήματα που μπήκαν στους λογαριασμούς τους, αυτός θα ήταν η κυβέρνηση που πήρε την απόφαση, η οποία θα ίσχυε ό,τι και αν έλεγαν οι αντιπολιτευόμενοι. Και ο δεύτερος -και μάλλον- σημαντικότερος λόγος είναι επειδή συνήθως οι ψηφοφόροι –και πάντως, όσοι εξ αυτών μετακινούνται εύκολα- αλλάζουν την εκλογική τους συμπεριφορά όχι τόσο γι΄ αυτά που ήδη έχουν πάρει αλλά κυρίως για εκείνα που περιμένουν να πάρουν.
Αν έχουν μια αξία όλα αυτά, είναι διότι το τελευταίο διάστημα έχει αναπτυχθεί και πάλι μια αντίστοιχη με την περυσινή «φιλολογία» για το κατά πόσο η καταστροφική κυβερνητική εμμονή να βγάλει εκ νέου υπερπλεόνασμα – ξεζουμίζοντας, από τη μια, τους φορολογουμένους και στεγνώνοντας, από την άλλη, την αγορά με την άρνηση να ξεπληρώσει οφειλές και να εκδώσει νέες συντάξεις- μπορεί να συμβάλει στη δημοσκοπική ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα που ετοιμάζονται να στήσουν χορούς και πανηγύρια γύρω από τη διανομή του νέου «μποναμά».
Είναι καλό, λοιπόν, να θυμόμαστε τι συνέβη πέρυσι για να μπορούμε να διαβλέψουμε και ποιο είναι το πλέον πιθανό να συμβεί φέτος. Όπως και να έχει, πάντως, και πέρα από το συγκεκριμένο προηγούμενο, είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι οι ενέσεις ηθικού που συνήθως κάνουν στους εαυτούς τους οι (εκάστοτε) κυβερνώντες, αναθέτοντας σε διαφόρων ειδών φερέφωνα να διακινούν φήμες και σπερμολογίες ότι το «παιχνίδι γυρίζει», σχεδόν ποτέ δεν αποδίδουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Άμα το ρολόι έχει αρχίσει να μετράει αντίστροφα, οι μποναμάδες τις περισσότερες φορές λειτουργούν και εκείνοι αντίστροφα. Αντί, δηλαδή, να σταματήσουν την κατηφόρα, συνήθως επιταχύνουν την κατακρύλα.

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

«Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει….»



«Με μια λιτή αλλά ουσιαστική δήλωση ο υπουργός….». Έτσι ξεκινούσε η ανάρτηση για την παραίτηση του προέδρου της ΕΡΤ Δ. Τσακνή που φιλοξενούνταν σε ένα από τα site–φερέφωνα, τα οποία οι άνθρωποι που τα λειτουργούν, όταν δεν γλύφουν –με το αζημίωτο, ας υποθέσουμε- πατόκορφα τους κυβερνώντες, προσπαθούν να κάνουν καριέρα εγκαλώντας είτε την αντιπολίτευση είτε τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης επειδή ασκούν κριτική στη σημερινή εξουσία.
Η προαναφερόμενη περίπτωση δεν είναι ούτε πρωτοφανής, ούτε μοναδική. Συνιστά, ωστόσο, αξιομνημόνευτο φαινόμενο γιατί τα κρούσματα αυτού του είδους είναι πυκνά και επαναλαμβανόμενα. Η εχθροπάθεια, εξάλλου, με την οποία τα φιλοκυβερνητικά μέσα αντιμετωπίζουν όποιον –πολιτικό ή δημοσιογράφο- δεν επαινεί την κυβέρνηση είναι απαράμιλλη. Όπως απαράμιλλο είναι και το πάθος με το οποίο υπερασπίζονται όλες τις κυβερνητικές προπαγανδιστικές επιδιώξεις. Επανεμφανισθείσα προσφάτως στο προσκήνιο ιστορική εφημερίδα, που πέρασε στη σφαίρα της κυβερνητικής επιρροής, είχε τίτλο στην είδηση για τη μεγαλύτερη θαλάσσια οικολογική καταστροφή στη χώρα μας: «Πνιγήκαμε σε μια κουταλιά πετρέλαιο»…  
Σε αυτό το μοτίβο, θεωρείται φυσικό να αποσιωπάται για παράδειγμα το ασυνήθιστο γεγονός να αποκλείει ο πρωθυπουργός τα μη φίλια μέσα ενημέρωσης από τις δημόσιες εμφανίσεις του. Και δεν κουνιέται φύλλο ακόμη και όταν φθάνει στο σημείο να μη δίνει ερωτήσεις στη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ σε όποιον εκπροσωπεί μέσο που δεν είναι της αρεσκείας του. Αντιθέτως, είναι –μπορεί και δικαίως- τεράστιο θέμα και βρίσκει χώρο για δημοσίευση το ότι η Αστυνομία παρεμπόδισε δημοσιογράφους που ήθελαν να πάνε στα ορυχεία στις Σκουριές της Χαλκιδικής.
Θέλετε κι άλλο παράδειγμα; Θεωρείται άσκηση δικαιώματος η προσφυγή στη Δικαιοσύνη υπαρκτών ή ανύπαρκτων οικολογικών οργανώσεων που θέλουν να ματαιώσουν την επένδυση του Ελληνικού, αλλά λοιδορούνται οι καναλάρχες που κάνουν το ίδιο κατά του νόμου για τις αδειοδοτήσεις των τηλεοπτικών σταθμών. «Μέσω του... αγαπημένου τους θεσμού» όπως αυτολεξεί χαρακτηριζόταν το Συμβούλιο της Επικρατείας, «δεν θέλουν πάλι να πληρώσουν», έγραφαν διάφοροι που –αυτόκλητα, άραγε;- έχουν αναλάβει ρόλο κυβερνητικών τρολ .
Αποτελεί αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είχαν, πολύ πριν ανέλθουν στην εξουσία, στήσει έναν πολυπλόκαμο επικοινωνιακό μηχανισμό. Που είχε ερείσματα παντού και ανθρώπους που ακολουθούσαν άκριτα τις κυρίαρχες νόρμες της ενημέρωσης που ήταν οι παντοειδείς λαϊκίστικες προσεγγίσεις, το εμπόριο ευαισθησίας και η καπηλεία κάθε είδους αλληλεγγύης. Και που την ίδια ώρα μετέρχονταν κάθε μέσο για την υπονόμευση όποιου δεν συνέβαλε στη δόξα των επερχόμενων που θα έσκιζαν το Μνημόνιο, θα μας γλύτωναν από τον ΕΝΦΙΑ, θα… καταργούσαν τις αυτοκτονίες και θα μας απάλλασσαν από τόσα άλλα δεινά.
Τα πράγματα, όμως, άρχισαν να αλλάζουν από τον Ιανουάριο του 2015 όταν η μια μετά την άλλη οι αυταπάτες άρχιζαν να διαλύονται. Μαζί άλλαξε και η –εντός ή εκτός εισαγωγικών- ενημέρωση. Περάσαμε πλέον στην εποχή των non paper που έγινε ο αποκλειστικός τρόπος με τον οποίο «βγαίνουν οι κυβερνητικές ειδήσεις». Οι συντάκτες που στο παρελθόν ξημεροβραδιάζονταν έξω από το Μαξίμου εκδιώχθηκαν από εκεί. Έτσι ώστε ό,τι αφορά πλέον τη λειτουργία της κυβέρνησης να το μαθαίνουν μόνον λίγοι και εκλεκτοί που είναι διασυνδεδεμένοι με τον επίσημο προπαγανδιστικό μηχανισμό που εγκαταστάθηκε στα υπόγεια του πρωθυπουργικού γραφείου και δίπλα στα υπουργικά γραφεία.     
Το αστείο είναι ότι όλοι αυτοί που κουνούσαν το δάκτυλο σε εμάς που εργαζόμαστε στα αποκαλούμενα «κατεστημένα μέσα ενημέρωσης» και μας κατηγορούσαν ότι «καταστρέφουμε την ενημέρωση», επειδή τάχατες υπερασπιζόμασταν το Μνημόνιο, έχουν μεταβληθεί την τελευταία διετία στους πλέον δουλικούς μνημονιακούς. Και επιπλέον ο ένας μετά τον άλλο εφορμούν στο Κράτος, εγκαταλείποντας τα μέσα που ως τώρα υπηρετούσαν είτε διότι τους αφήνουν επί μήνες απλήρωτους –που είναι άραγε η Επιθεώρηση Εργασίας;- είτε πειδή αντιμετωπίζουν –δυστυχώς- το φάσμα του λουκέτου.
Τελευταίος στη σειρά των ασταμάτητων μετακομίσεων στο Κράτος –«καλώς τον κι ας άργησε…» πρέπει να ήταν η φράση με την οποία τον υποδέχτηκαν οι από καιρό εγκατεστημένοι στα υπόγεια του Μαξίμου προπαγανδιστές- είναι ο θρυλικός κ. Θανάσης Καρτερός. Ο άνθρωπος που… έγραψε ιστορία όταν, ως πρωτοπόρος στην… αποκάλυψη των fake news, καλούσε την εποχή του Τσερνομπίλ τους αναγνώστες της εφημερίδας που τότε διηύθυνε να τρώνε άφοβα μαρούλια επειδή τα περί ραδιενέργειας ήταν κατασκεύασμα της δυτικής προπαγάνδας.
Είναι απορίας άξιο, πάντως, πόσοι από εκείνους τους προ τριακονταετίας αναγνώστες, θα έμειναν πιστοί στον κ. Καρτερό. Όπως αντίστοιχη απορία γεννάται για το πως θα ενημερώνονται πλέον οι -πάνω κάτω- χίλιοι αναγνώστες που διάβαζαν την καθημερινή αρθρογραφία του στην Αυγή. Αρθρογραφία, η οποία, όπως φαίνεται, εκτιμήθηκε τόσο πολύ από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα ώστε να λάβει τη βαρυσήμαντη απόφαση να τον ορίσει «νέο σερίφη» στην ενημέρωση. Αυτή, άλλωστε, είναι μια από τις αγαπημένες εκφράσεις του κ. Καρτερού, ο οποίος, κάνοντας επίδειξη –σε ποιον άραγε;- αμερικανομάθειας, όταν αναφερόταν στο τωρινό αφεντικό του, δηλαδή στον κ. Τσίπρα, έγραφε:  «There is a new sheriff in town…».              
Αν, πάντως, μετά τις «δημοσκοπήσεις» από εταιρίες – «μαϊμού», που επιστρατεύτηκαν ως «ενέσεις ηθικού» στους εναπομείναντες ΣΥΡΙΖΑίους, οι επόμενες κινήσεις για να αντιστραφεί το δυσμενές κλίμα κατά της κυβέρνησης ήταν η επανεμφάνιση στο προσκήνιο του Π. Καλφαγιάννη της ΠΡΟΣΠΕΡΤ, που κατάπιε τον άμοιρο Δ. Τσακνή, και η αντικατάσταση του «μάγου» των non paper Θ. Μιχόπουλου από τον… μαρουλοφάγο Καρτερό, η απελπισία του Μαξίμου πρέπει να είναι πολύ μεγάλη.
Απελπισία τόσο μεγάλη και τόσο ευδιάκριτη ώστε κάποιοι στους διαδρόμους της Βουλής να κάνουν λογοπαίγνιο με το όνομα του νέου αρχιπροπαγανδιστή του Μαξίμου και τη στροφή από τον «Ύμνο της Ελευθερίας» του Σολωμού που λέει: «Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει/  φιλελεύθερη λαλιά,/  ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι/ από την απελπισιά». Βάλτε, αντί για τη… μισητή στο Μαξίμου «φιλελεύθερη λαλιά», την έκφραση «δημοσκοπική ανάκαμψη» και θα έχετε το πανόραμα της κυβερνητικής «επένδυσης» στον κ. Καρτερό.

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

Ποια η (κολοβή) αλεπού και ποιο το αλεπουδάκι;



Όλο το προηγούμενο διάστημα, αρκετοί αναλυτές και η μεγάλη πλειονότητα των πολιτικών στελεχών της αντιπολίτευσης πιθανολογούσαν ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεν θα άντεχε να περάσει τον σκόπελο των σκληρών αποφάσεων που είναι υποχρεωμένη να λάβει. Αποφάσεις, τις οποίες είτε συνομολόγησε η ίδια παλαιότερα είτε κατέστησαν αναπόφευκτες από τους χειρισμούς που προηγήθηκαν και την κατά γενική ομολογία παντελή έλλειψη ενός συνεκτικού σχεδίου με αρχή, μέση και τέλος.
Ορισμένοι «στοιχημάτιζαν» υπέρ της προκήρυξης πρόωρων εκλογών, υποστηρίζοντας ως πιο πιθανό ενδεχόμενο να συμβεί κάτι τέτοιο τούτες τις μέρες, δηλαδή προτού εκπνεύσει το 18μηνο από τις προηγούμενες κάλπες εντός του οποίου η ανάδειξη των βουλευτών γίνεται με λίστα και όχι με σταυρό προτίμησης.
Άλλοι επιχειρηματολογούσαν επικαλούμενοι τις αναλογίες με τις προηγούμενες κυβερνήσεις της μνημονιακής εποχής που συγκλονίζονταν για πολύ πιο πεζά πράγματα από εκείνα που αποτελούν τα τωρινά διακυβεύματα. 
Όπως, για παράδειγμα, το πόσες μέρες θα μένει στα ράφια των σούπερ μάρκετ το αγελαδινό γάλα που λίγο έλειψε να ρίξει την κυβέρνηση Σαμαρά πολύ πριν την ανατρέψει η τότε έξαλλη αντιπολίτευση των Αλέξη Τσίπρα και Πάνου Καμμένου με το μπλόκο στην προεδρική εκλογή και τις απροσχημάτιστες απειλές που εκτόξευαν από το βήμα της Βουλής προς εταίρους, δανειστές και υποψήφιους επενδυτές να μη συμφωνήσουν σε τίποτε με τη νόμιμη εξουσία τη χώρας.
Οι εξελίξεις που δρομολόγησε η τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup, στην οποία διαψεύστηκαν πέρα ως πέρα όλες οι εκτιμήσεις και οι στόχοι της κυβέρνησης, η οποία καλείται να… προνομοθετήσει μέτρα μείωσης του αφορολόγητου και περικοπής των συντάξεων, αλλά και να αποδεχθεί την παρουσία του ΔΝΤ μαζί με απλησίαστα πρωτογενή πλεονάσματα και χωρίς ουσιώδη απομείωση των δανειακών υποχρεώσεων, κάνει πολλούς να απορούν πως οι κυβερνητικοί ιθύνοντες μπορεί να διαχειριστούν τα δυσμενή δεδομένα μπροστά στα οποία βρέθηκαν.
Στο ερώτημα για το τι είναι εκείνο που διαφοροποιεί τη σημερινή κυβέρνηση από τις προηγούμενες η απάντηση είναι πολύ απλή: Το θράσος με το οποίο μπορεί να υποστηρίζει ο,τιδήποτε και το ακριβώς αντίθετό του. Να πανηγυρίζει για κάτι που αποτελεί στόχο, όπως π.χ., η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση, και με την ίδια ευκολία, μόλις αποτυγχάνει, να ισχυρίζεται ότι «δεν ήταν και φετίχ». Να αποδέχεται μέτρα διαιώνισης της λιτότητας και την ίδια στιγμή να διακηρύσσει το τέλος της.    
Σε ένα από τα γνωστά για τη θρασύτητα των διατυπώσεων τους  non paper που εξέδωσε αυτές τις μέρες ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του Μεγάρου Μαξίμου εξαπέλυε σφοδρή επίθεση στη Νέα Δημοκρατία την οποία κατηγόρησε ότι «προσπαθεί να δημιουργήσει αναταραχή σε βάρος των πολιτών» και της απέδωσε ότι «διαρρέει ψευδώς» διάφορα πράγματα. Με τη γνωστή έπαρση που διακρίνει τους ενοίκους του πρωθυπουργικού γραφείου, το κυβερνητικό non paper κατέληγε με το ακόλουθο εκπληκτικό ερώτημα: «Εκατό η αλεπού, εκατόν ένα το αλεπουδάκι;».
Με άλλα λόγια, ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του θεωρούν ότι οι ίδιοι είναι «αλεπούδες» στην επικοινωνία. Και δεν έχουν καμία δυσκολία να υποστηρίξουν ότι μπροστά τους οι γαλάζιοι προπαγανδιστές δεν είναι παρά «αλεπουδάκια» που δεν θα καταφέρουν να τους ξεπεράσουν!
Επειδή, ωστόσο, σε αντίθεση με τη θρασύτητα και την έπαρση, η ευρυμάθεια δεν περιλαμβάνεται στα ατού των συντακτών των κυβερνητικών non paper, καλό θα ήταν να τους θυμίσει κάποιος τον Αισώπειο μύθο για την κολοβή αλεπού που προσπάθησε –ανεπιτυχώς!- να πείσει και τις υπόλοιπες αλεπούδες να κόψουν, όπως εκείνη, τις ουρές τους.
Με επιχειρηματολογία που δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τους κυβερνητικούς προπαγανδιστές, η αλεπού του Αισώπου που είχε χάσει την ουρά της σε μια παγίδα –σαν καλή ώρα εκείνη που φαίνεται να έστησε ο Σόιμπλε στο τελευταίο Eurogroup- διατείνονταν απευθυνόμενη προς τις άλλες αλεπούδες: «Τί τις θέλουμε τις ουρές; Μόνο που μας ασκημίζουν. Μας είναι ένα περιττό βάρος. Μας δυσκολεύουν στην κίνηση, μας κάνουν πιο αργές στο τρέξιμο. Μας δυσκολεύουν όταν κρυβόμαστε. Επιπλέον, προσελκύουν τους κυνηγούς, που θέλουν να μας πιάσουν για να πάρουν την ουρά μας».
Τα «εναλλακτικά γεγονότα» και η «μεταλήθεια», όμως, που χρησιμοποίησε η κολοβή αλεπού δεν έπιασαν τόπο, αφού μια άλλη αλεπού από την αγέλη αντέτεινε πως όλα αυτά τα έλεγε αποβλέποντας στο δικό της συμφέρον που ήταν να κόψουν και οι υπόλοιπες τις δικές τους ουρές. Ντροπιασμένη η κολοβή αλεπού έσπευσε να κρυφθεί στις φυλλωσιές του δάσους, περιμένοντας μήπως βρεθεί τρόπος να αποκτήσει καινούργια ουρά.
Κάπως σαν τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, δηλαδή,  που τρεις μέρες μετά το Eurogroup φαίνεται να σιωπά, αναπολώντας, πιθανότατα, τη φουντωτή ουρά που είχε όταν παρίστανε τον ηγέτη της… αριστερής  πτέρυγας του κυβερνώντος κόμματος.

Τρίτη 23 Αυγούστου 2016

«Δεν έχετε ψωμί; Φάτε προπαγάνδα!»



            Σε μεγάλη απελπισία, μεγαλύτερη ίσως και από την απόγνωση που αισθάνονται οι φορολογούμενοι στην προσμονή των επερχόμενων εκκαθαριστικών του ΕΝΦΙΑ, πρέπει να έχει περιέλθει ο άλλοτε κραταιός επικοινωνιακός μηχανισμός του κυβερνώντος κόμματος.
Οι εποχές που οι προπαγανδιστές του ΣΥΡΙΖΑ έβγαζαν «φωτιές» επιβάλλοντας την ατζέντα τους, με τον πολλαπλασιασμό των αυτοκτονιών και την πολιτικοποίηση των αναθυμιάσεων από τα τζάκια και τα μαγκάλια, φαίνεται να αποτελούν πλέον μακρινό παρελθόν. Ενώ ανεπιστρεπτί δείχνουν να έχουν περάσει οι καιροί που η συνεργασία Λαζόπουλου - Χαϊκάλη τίναζε στην αέρα την προεδρική εκλογή με καταγγελίες στα τηλεοπτικά πρωινάδικα για απόπειρες εξαγοράς βουλευτών. Απόπειρες που ουδέποτε αποδείχθηκαν, αλλά ο θόρυβος που προκάλεσαν οι καταγγελίες λειτούργησε αποτελεσματικά, τρομοκρατώντας άλλους βουλευτές που προτίμησαν να πάνε πρόωρα «στα σπίτια τους» από το να τους προσαφθεί η ρετσινιά του «αργυρώνητου».
Μπορεί, κατά το «παλαιά τους τέχνη κόσκινο», να μην έχουν αποξενωθεί πλήρως από εκείνες τις νοοτροπίες, πλην, όμως, οι δυνατότητες τους μοιάζουν πλέον πολύ περιορισμένες. Ίσως να φταίει που η πλειονότητα όσων έδιναν σκληρές «επικοινωνιακές» μάχες παλαιότερα, μέσα από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης ή από τα social media, έγιναν πια κρατικοί υπάλληλοι και, όσο νά  ΄ναι, τους εγκατέλειψε η φλόγα του πάθους για την κατάκτηση της εξουσίας που τους κινητοποιούσε το πάλαι. Το κλασσικό ανέκδοτο με τον τράγο ο οποίος έπαψε να ασκεί τα… καθήκοντα του όταν «κρατικοποιήθηκε» μπορεί να δίνει μια εύγλωττη εξήγηση.
 Από την άλλη, ίσως να είναι και οι καιροί που αλλάζουν και δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ακόμη και σε πραγματικούς «μάγους» της προπαγάνδας να διαστρέψουν τη δυσμενή πραγματικότητα που βιώνει η –και- εξαπατημένη ελληνική κοινωνία. Διότι, επί παραδείγματι, όσες φορές και να εξαγγείλουν οι κυβερνητικοί μηχανισμοί ότι «έρχεται η ανάπτυξη», η ξεροκέφαλη υφεσιακή πραγματικότητα έρχεται και κάνει καταγέλαστες τις φραστικές εξαγγελίες που δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένα μέτρα για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία πραγματικών θέσεων εργασίας στην ιδιωτική οικονομία.
Αφορμή για τούτες τις σκέψεις υπήρξε η μάλλον άτεχνη και χοντροκομμένη προσπάθεια να εμφανιστεί η αξιωματική αντιπολίτευση ως σπαρασσόμενη από εσωκομματικές αντιπαραθέσεις φατριών, όπως φιλότιμα προσπαθούν επί σειρά εβδομάδων να λανσάρουν οι επικοινωνιακοί μηχανισμοί της κυβέρνησης. Στην αρχή ήταν οι προτάσεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος και οι υποτιθέμενες χαώδεις διαφορές για τον τρόπο εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας που χώριζε τη σημερινή ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη από την καραμανλική πτέρυγα του κόμματος, η οποία ποτέ κανείς δεν κατάλαβε αν και γιατί μπορεί να ήταν υπέρ της απευθείας εκλογής από τον λαό, σύμφωνα με όσα διοχέτευσε η κυβερνητική προπαγάνδα.
Όταν κατέπεσε αυτό το οικοδόμημα, το οποίο δεν μπόρεσε να στηρίξει ούτε το κρατικό πρακτορείο με τη φιλοξενία σε περίοπτη θέση των απόψεων του μοναδικού στελέχους της ΝΔ, του πρώην βουλευτή Ευριπίδη Στυλιανίδη, που συντασσόταν με την κυβερνητική πρόταση, επινοήθηκε νέο κατασκεύασμα ως πιθανό έναυσμα για εσωτερικές αντιπαραθέσεις στη συντηρητική παράταξη. Επί σειρά ημερών συντονισμένα συντηρείται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας το ζήτημα της αναίρεσης που άσκησε η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στο απαλλακτικό, κατ’ αρχήν, βούλευμα για τον επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου με το οποίο κατέληγαν στο αρχείο οι φοβερές και τρομερές καταγγελίες ότι μπήκαμε στο Μνημόνιο επειδή είχαν «φουσκωθεί» τα ελλείμματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς των προηγούμενων ετών.
Ο υποτιθέμενος, ωστόσο, «διάλογος» που επιχειρήθηκε να ανοίξει με την αναίρεση της κυρίας εισαγγελέως, δεν αφορά στο αν μπορούσε να κάνει αλλιώς ο Γεωργίου, που πάντως ανέλαβε καθήκοντα και αναθεώρησε τα στοιχεία πολύ μετά αφού η χώρα είχε διαβεί τον Ρουβίκωνα του Μνημονίου, αλλά αν οι ενέργειες του δυσαρεστούν τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή που είχε την ευθύνη της διακυβέρνησης την επίμαχη περίοδο. Ο τελευταίος, καλώς ή κακώς, έχει επιλέξει να μη μιλάει για όλα αυτά. Και σε αυτή ακριβώς τη σιωπή του, που κρατάει επτά χρόνια τώρα, φαίνεται να επενδύουν οι προπαγανδιστικοί ινστρούχτορες της κυβέρνησης που –αξιοποιώντας και διάφορους «χρήσιμους ηλίθιους» από το περιθώριο του γαλάζιου στελεχιακού δυναμικού- ενορχηστρώνουν ένα παιχνίδι εντυπώσεων που θέλει να βρίσκονται «καραμανλικοί στα κάγκελα».
Ο πραγματικός στόχος πίσω από όλα αυτά δεν είναι άλλος από το να υποχρεωθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να πάρει θέση, έτσι ώστε να βρει έρεισμα για να αντιπαρατεθεί μαζί του η ευφυώς αποκληθείσα από τον Ευάγγελο Βενιζέλο ως «τρίτη κυβερνητική συνιστώσα» που απαρτίζεται από ορισμένους υποτιθέμενους «καραμανλικούς» που σιτίζονται από το κυβερνητικό Πρυτανείο. Και οι οποίοι, υποτίθεται ότι, «οργίζονται για τα πυρά που δέχεται ο πρώην πρωθυπουργός»...
Μέχρι ιστοσελίδες έχουν στηθεί τελευταία που αναπαράγουν το δήθεν κλίμα διχασμού στη ΝΔ, εκθειάζοντας τον Καραμανλή και τον Ευάγγελο Μεϊμαράκη, που είναι «θύματα της διαπλοκής», και υβρίζοντας τον Μητσοτάκη και τον Αντώνη Σαμαρά, που, υιοθετώντας την κυβερνητική επιχειρηματολογία, εμφανίζονται ως «σύμμαχοι των» –παλιών, προφανώς- «διαπλεκομένων». Με αναρτήσεις που συνιστούν επιτομή του διαδικτυακού «τρολαρίσματος» επιχειρούν να παρουσιάσουν εικόνα διάλυσης και εμφύλιων σπαραγμών στη ΝΔ που δεν αντιστοιχεί με την πραγματικότητα. Διότι η αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να μην είναι ένα κόμμα που καταπλήσσει τα πλήθη, προσελκύοντας μαζικά ψηφοφόρους από άλλους χώρους, εμφανίζει, όμως, αξιομνημόνευτη συσπείρωση του δυναμικού της, τέτοια που, σε συνδυασμό από την αποσυσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, την κάνει να αποσπά άνετο προβάδισμα σε όλες –ακόμη και της «Αυγής»!- τις δημοσκοπήσεις.
Αν, μετά ταύτα, αναρωτιέστε για τη σκοπιμότητα της προσπάθειας να δημιουργηθεί πλαστή εμφυλιοπολεμική εικόνα στη ΝΔ, η εξήγηση είναι μάλλον απλή: Οι… Αντουανέτες της κυβέρνησης έχουν τη λύση: «Δεν έχετε ψωμί; Φάτε προπαγάνδα!». Με αυτό το «δόγμα» έγιναν εξουσία, αυτό ξέρουν, με αυτό συνεχίζουν. Και για όσο φτουρήσει…

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

«Η μεν φωνή, φωνή Τσίπρα, αι δε χείρες, χείρες Σόιμπλε»



            Ο Αλέξης Τσίπρας και όλοι εκείνοι τους οποίους επέλεξε ο ίδιος ως συνεργάτες του δεν είναι οι πρώτοι αμοραλιστές που κάθονται στα κυβερνητικά έδρανα. Αναμφίβολα, όμως, τέτοια αμοραλιστική συμπύκνωση δεν έχει γνωρίσει η εγχώρια –και ενδεχομένως ούτε η διεθνής- πολιτική σκηνή.
            Τι να… πρωτοθαυμάσει κανείς; Το θράσος με το οποίο κοτζάμ πρωθυπουργός ανακοινώνει τη διάψευση όσων προέβλεπαν ύφεση, μόλις λίγες ώρες πριν από τα επίσημα στοιχεία επιβεβαιωθεί ότι η καταβύθιση της οικονομικής δραστηριότητας τον τελευταίο χρόνο ήταν πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που είχε προϋπολογιστεί; Ή την ευκολία με την οποία προκαλεί τη νοημοσύνη των πάντων με ισχυρισμούς περί μείωσης της ανεργίας;
            Είναι, σε κάθε περίπτωση, εντυπωσιακό το γεγονός ότι χωρίς κανέναν απολύτως δισταγμό επιτίθεται με σταλινικού τύπου επιχειρηματολογία σε όποιον διανοείται να του ασκήσει κριτική, φθάνοντας μέχρι του σημείου να δαιμονοποιεί, εκ των προτέρων, ως «ύποπτες» τυχόν διαφωνίες στελεχών του απέναντι στην πλήρη μνημονιακή μετάλλαξη στην οποία κατέφυγε για να διατηρήσει την καρέκλα του πρωθυπουργού.
            Δεν δόθηκε μάλλον η δέουσα προσοχή στη φράση «κάτι άλλο κρύβεται από πίσω» την οποία τόλμησε να εκστομίσει στη συνέντευξη του στην ΕΡΤ για να πλήξει ηθικά τις τυχόν μελλοντικές διαφοροποιήσεις κυβερνητικών βουλευτών στις επερχόμενες δύσκολες ψηφοφορίες για τις νέες περικοπές των συντάξεων και τις αυξήσεις στη φορολογία που ακολουθούν ως αποτέλεσμα της ανερμάτιστης δήθεν διαπραγμάτευσης που έκανε το περασμένο καλοκαίρι.
Είναι απορίας άξιον ποιους θεωρούν ότι μπορεί να πείσουν οι επικοινωνιακοί ινστρούχτορες του Μαξίμου με ισχυρισμούς αυτού του είδους, που παραπέμπουν σε μέρες… σταλινικής δόξας. Πολύ περισσότερο που στα βουλευτικά έδρανα της συμπολίτευσης, αλλά στις υπουργικές καρέκλες κάθονται δεκάδες στελέχη που… διέλαμψαν νωρίτερα σε άλλους πολιτικούς χώρους από τους οποίους αποχώρησαν –για να χρησιμοποιήσω το ηπιότερο δυνατό ρήμα που άλλοι αντ΄ αυτού θα χρησιμοποιούσαν το βαρύτερο «αποστάτησαν»-, επειδή διαφώνησαν με τα προηγούμενα Μνημόνια.    
            Το πιο απίθανο όλων, όμως, είναι ότι ο κ. Τσίπρας με απύθμενη θρασύτητα εγκαλεί τόσο τους βουλευτές του όσο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης ότι, αφού έδωσαν ψήφο στο Μνημόνιο του, τώρα δεν δικαιούνται… δια να διαφωνούν, την ίδια ώρα που εκείνος υποτίθεται ότι προσπαθεί δήθεν να μετριάσει τις επιπτώσεις, καλώντας τους να δώσουν, δήθεν, μάχη από κοινού για να μην κοπούν οι συντάξεις.
            Στον ίδιο, εξάλλου, αστερισμό κινείται και ο ψευτοκαβγάς που υποτίθεται ότι επιχειρεί να στήσει το επικοινωνιακό επιτελείο του Μαξίμου με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μόνον μειωμένης αντίληψης άνθρωποι μπορεί να εκλάβουν ως… εκδήλωση ιερής οργής τις μεγαλόστομες κυβερνητικές πομφόλυγες τόσο για τα περί «ακυβέρνητης χώρας» που ως άποψη της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα έφερε στο φως η εφημερίδα «Die Welt» όσο και για την απειλητική παροιμία με τη στάμνα που χρησιμοποίησε ο Σόιμπλε για να θυμίσει στον κ. Τσίπρα τις δεσμεύσεις του για το ΔΝΤ.
            Δεν είναι μόνον ότι λίγες ώρες αργότερα τα πήραν όλα πίσω, είναι, κυρίως, που ο γερμανός υπουργός στην πραγματικότητα χρησιμοποίησε τα ίδια τα επιχειρήματα που –αλά καρτ και κατά το δοκούν- χρησιμοποιούν στην κορυφή της κυβερνητικής πυραμίδας για να παρατείνουν την παραμονή τους στους κυβερνητικούς θώκους.
Γι΄ αυτό, ας μην αυταπατώμεθα, στην πραγματικότητα ο Β. Σόιμπλε δεν έκανε τίποτε περισσότερο από το να επαναλάβει τον πυρήνα της επιχειρηματολογίας με την οποία ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ εκβιάζουν τη συμφωνία των δικών τους αλλά και των αντιπολιτευόμενων βουλευτών, όπως και τη συναίνεση του ελληνικού λαού που τους ψήφισε.
Ο γερμανός υπουργός κινήθηκε απολύτως μέσα στον καμβά της πρωθυπουργικής επιχειρηματολογίας, σύμφωνα με την οποία «τα ξέρατε, μας ψηφίσατε, τι θέλετε τώρα;», κάτι, άλλωστε, που καθημερινά το βλέπουμε να εκτυλίσσεται μπροστά μας με τις κυβερνητικές υποχωρήσεις που η μια διαδέχεται την άλλη: από το ξεπούλημα των τραπεζών, που για να πάρει το δημόσιο πίσω τα λεφτά που έβαλε θα πρέπει η μετοχή της Εθνικής, που ο πρωθυπουργός προέβλεψε ότι θα να ανέβει, να… χιλιαπλασιαστεί, ως τον ΑΔΜΗΕ και τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια που περνούν οσονούπω σε ξένα χέρια.
Εν κατακλείδι, μη δίνετε σημασία στις… αντιστασιακές ιαχές που, όλο ξεψυχισμένα είναι η αλήθεια, αναδύονται από το… πανικόβλητο Μέγαρο Μαξίμου. Εκείνο που στην πραγματικότητα γίνεται είναι μια παραλλαγή της γνωστής βιβλικής παραβολής με τον Ιακώβ και τον Ησαύ, που για τις ανάγκες της στιγμής θα ήταν: «Η μεν φωνή, φωνή Τσίπρα, αι δε χείρες, χείρες Σόιμπλε».