Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΗΠΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΗΠΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

Και στο... Αμέρικα, dear Stefanos, όσοι πολιτεύονται αφήνουν τις επιχειρήσεις τους

 

Όταν το 2010 ένας Έλληνας ελεύθερος επαγγελματίας, ο οποίος είχε μια σχετικά χαλαρή σχέση συνεργασίας με ελληνική επιχείρηση που είχε εξαγοραστεί από αμερικανική πολυεθνική εταιρία, αποφάσισε να… δοκιμάσει την τύχη του κατεβαίνοντας στις περιφερειακές εκλογές βρέθηκε προ εκπλήξεως όταν γνωστοποίησε την πρόθεσή του να «πολιτευθεί».

Οι ιθύνοντες της εταιρίας, μαζί με τις ευχές τους για καλή επιτυχία στον αγώνα για την εκλογή του και τις ευχαριστίες τους για την έως τότε συνεργασία, τον κάλεσαν να αιτηθεί ο ίδιος τη διακοπή της σύμβασης παροχής υπηρεσιών που είχε συνάψει μαζί τους. Επειδή, όπως ευγενικά του εξήγησαν, με βάση την αμερικανική νομοθεσία, υπήρχε «σύγκρουση συμφερόντων» («conflict of interest»).

Όπως του διευκρίνισαν αμέσως μετά, ο «νόμος Σαρμπάνη - Όξλι» (Sarbanes - Oxley Act) που ψηφίστηκε από τα δύο νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ το 2002 και φέρει τα ονόματα των εισηγητών του, του (Ελληνοαμερικανού) Δημοκρατικού Γερουσιαστή Πωλ Σαρμπάνη από το Μέριλαντ και του Ρεπουμπλικανού βουλευτή Μάικλ Όξλι από το Οχάιο, προβλέπει ότι όποιος διεκδικεί αιρετό αξίωμα δεν μπορεί επ΄ ουδενί να συνεργάζεται με αμερικανική εταιρία.

Ακόμη και αν η υποψηφιότητα που θέλει να υποβάλλει κάποιος είναι στην… Κολοπετινίτσα της άλλης άκρης του πλανήτη, το ασυμβίβαστο των δύο ιδιοτήτων είναι απόλυτο και η απαγόρευση συνέχισης της συνεργασίας άκαμπτη. Αλλά και πριν από τον «νόμο Σαρμπάνη - Όξλι», που υιοθετήθηκε επί της προεδρίας του Τζορτζ Μπους του νεότερου, έπειτα από μια σειρά σκανδάλων διαπλοκής που ξέσπασαν εκείνη την περίοδο στις ΗΠΑ, στην υπερατλαντική χώρα υπήρχαν πάντα περιορισμοί και ασυμβίβαστα μεταξύ της πολιτικής και της επιχειρηματικής δράσης.

Πριν από κάποια χρόνια ένας εκλεγμένος πολιτειακός Γερουσιαστής στην Καλιφόρνια αντιμετώπισε πρόβλημα έκπτωσης επειδή κατά την προεκλογική περίοδο είχε χρησιμοποιήσει τα φωτοτυπικά μηχανήματα της προσωπικής εταιρίας του για την αναπαραγωγή του υλικού της καμπάνιας του που έστελνε στους ψηφοφόρους της περιφέρειάς του. Το «έγκλημα» στο οποίο είχε υποπέσει ήταν ότι η προσωπική εταιρία, την οποία είχε ιδρύσει ως πολιτικός μηχανικός, δεν ήταν στους δηλωμένους χρηματοδότες της καμπάνιας του και άρα με τον τρόπο αυτό θεωρήθηκε ότι είχε γίνει αποδέκτης μη νόμιμης χρηματοδότησης.

Θυμήθηκα όλες αυτές τις ιστορίες παρακολουθώντας τις προηγούμενες μέρες τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανο Κασσελάκη να ψελλίζει διάφορες δικαιολογίες για τα περιουσιακά του στοιχεία και να επικαλείται, ανάμεσα σε πολλές άσχετες περικοκλάδες (όπως οι… αγροτικές επιδοτήσεις που λαμβάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για τα ελαιόδενδρά του), την ιδιότητα του ομογενούς που ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να αποφύγει να δώσει σαφείς εξηγήσεις για την περιουσιακή του κατάσταση και την επιχειρηματική δραστηριότητα που εξακολουθεί να έχει εκτός Ελλάδος.

Είναι πραγματικά απορίας άξιον ποιος είναι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο ο κ. Κασσελάκης δεν ξεκαθαρίζει άπαξ δια παντός τα όσα αφορούν την περιουσιακή του κατάσταση, τηρώντας το γράμμα της ελληνικής νομοθεσίας περί «πόθεν έσχες» αλλά και τους καθιερωμένους κανόνες της πολιτικής δεοντολογίας. Αν, μάλιστα, όπως αφήνει να διαφανεί ότι πιστεύει ο ίδιος, ότι οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν είναι τόσο... «καθαροί», αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος για να δείξει ότι εκείνος, που είναι διαφορετικός, δεν έχει να φοβηθεί από τη διαφάνεια.

Πέρα, πάντως, από την προσωπική βούληση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, η ισχύουσα νομοθεσία ορίζει ρητά και με αναμφισβήτητη σαφήνεια ότι για τους πολιτικούς, όπως και για όλους τους άλλους υπόχρεους υποβολής δήλωσης «πόθεν έσχες» (δημάρχους, δημοσίους υπαλλήλους, δημοσιογράφους, κ.λπ.), η υποχρέωση να δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία (ακίνητα, καταθέσεις, συμμετοχή σε επιχειρήσεις, κ.ά.) ξεκινά από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων τους.

Θεωρητικά τουλάχιστον, αυτός είναι ο σκοπός για τον οποίο θεσμοθετήθηκε πριν από περίπου 60 χρόνια το «πόθεν έσχες», καθώς μόνον έτσι μπορεί να φανεί πως μπήκε κανείς στην πολιτική και αν πλούτισε χάρις σε αυτήν. Υπό αυτή τη συνθήκη, ο νεοείσακτος στον εγχώριο πολιτικό στίβο Κασσελάκης θα έπρεπε, ανεξάρτητα από τις τυπικές προβλέψεις του νόμου, να είχε δώσει στη δημοσιότητα όλα τα στοιχεία που συνθέτουν την περιουσία του για να μπορεί να ισχυρίζεται ότι... δεν είναι ίδιος με την παραδοσιακή πολιτική τάξη.

Μέχρι στιγμής, άλλωστε, ουδείς κατηγόρησε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ ότι πλούτισε παράνομα. Εκείνο, όμως, που όλο και περισσότεροι διαπιστώνουν είναι ότι το προσωπικό του «αφήγημα» για τον πακτωλό του πλούτου που κατάφερε να εξασφαλίσει με εργασία λίγων ετών δεν βρίσκει ισχυρό έρεισμα στην πραγματικότητα και όσα έρχονται στο φως για την επιχειρηματική δραστηριότητα δεν δικαιολογούν την κομπορρημοσύνη του ότι «έχω τόσα χρήματα που δεν θα χρειαστεί να ξαναδουλέψω στη ζωή μου».

Άλλες είναι, για παράδειγμα, οι εντυπώσεις που δημιουργείς όταν μιλάς σε τηλεοπτικά μεσημεριανάδικα για τα αστακοκάραβα που διαθέτεις και άλλη η εικόνα που συντίθεται όταν η δημοσιογραφική έρευνα -του «Πρώτου Θέματος», εν προκειμένω- καταδεικνύει ότι πρόκειται για δύο όλα κι όλα σκάφη, τα οποία μάλιστα είναι δεμένα και υπάρχουν αγγελίες για την πώλησή τους. Ο κ. Κασσελάκης επανέρχεται τότε για να πει ότι πούλησε πριν από έναν χρόνο την εταιρία στην οποία ανήκουν τα διαβόητα αστακοκάραβα που μια βδομάδα νωρίτερα επαίρονταν ότι κατείχε και τον βοήθησαν να πλουτίσει.

Όπως και να έχει, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο ήταν νομικά και ηθικά υποχρεωμένος αφενός να δηλώσει καταλεπτώς στη δημοσιότητα την περιουσιακή του κατάσταση και αφετέρου, με βάση τον νόμο που ψηφίστηκε το 2016 επί των ημερών της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, να πουλήσει όλες τις επιχειρήσεις που είχε στο εξωτερικό.

Έξι μήνες μετά την εκλογή του, ο κ. Κασσελάκης όχι μόνον αποφεύγει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του αλλά με θράσος εμφανίζεται ως δήθεν θύμα των αντιπάλων του και των μέσων ενημέρωσης που τον ψάχνουν και θέτουν ερωτήματα. Είναι, βλέπετε, που ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και οι υποστηρικτές του κήδονται της προστασίας του Κράτους Δικαίου και πασχίζουν τάχατες για το δικαίωμα των μέσων ενημέρωσης να ελέγχουν τους αντιπάλους τους αλλά όχι τους ίδιους.

Αν είχε, άραγε, πολιτευθεί στο... Αμέρικα ο dear Stefanos, τα ίδια θα έκανε; Ας το σκεφτεί τώρα που ως φαντάρος, που ντύνεται από σήμερα, θα έχει χρόνο και δεν αποσπάται από την «αδιαμεσολάβητη» δήθεν επικοινωνία μέσω του Tik Tok.

Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2023

Να τους… κλείσουμε όλους μέσα, αλλά σε ποιες φυλακές;


Ο Παλαιστίνιος Σιρχάν Σιρχάν, ο οποίος καταδικάστηκε για τη δολοφονία του υποψήφιου για την προεδρία των ΗΠΑ Ρόμπερτ Κένεντι το μακρινό 1968, παραμένει κρατούμενος στις φυλακές της Καλιφόρνιας, εκτίοντας ποινή ισόβιας κάθειρξης, όπως μετατράπηκε η αρχική καταδίκη του σε θάνατο.

Τα επανειλημμένα αιτήματα για αποφυλάκιση που έχει υποβάλει ο 79χρονος πλέον κατάδικος απορρίπτονται διότι οι αρμόδιες αμερικανικές αρχές θεωρούν ότι, παρότι κρατείται επί 55 ολόκληρα χρόνια, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου για να αφεθεί ελεύθερος. Βλέπετε σε κάποιες χώρες ισχύει η ρήση που φημολογείται ότι έχει βγει από τα χείλη Έλληνα πολιτικού, ο οποίος λέγεται ότι, αναφερόμενος στους πρωταίτιους του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1967, είχε πει «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια».

Στην πράξη, βεβαίως, η καταδίκη σε ισόβια από την ελληνική Δικαιοσύνη σχεδόν ποτέ ως τώρα δεν ξεπέρασε την εικοσαετή παραμονή στις φυλακές. Και δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος ότι αν ήταν στην Ελλάδα ο καταδικασμένος για τη δολοφονία του δεύτερου διάσημου πολιτικού από την οικογένεια Κένεντι, που έπεσε νεκρός από τα πυρά ενός οπλοφόρου με αμφιλεγόμενα κίνητρα και ενδεχομένως άγνωστους ηθικούς αυτουργούς, θα είχε αποκτήσει την ελευθερία του εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες.

Η περίπτωση του Παλαιστίνιου Σιρχάν δεν είναι η μόνη που δείχνει ότι η Ελλάδα και οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στον αντίποδα της μεταχείρισης την οποία «απολαμβάνουν» όσοι παραβιάζουν τον νόμο, δικάζονται και καταδικάζονται είτε για ήπια πλημμελήματα είτε για βαριά κακουργήματα. 

Με τη δικαιολογία ή και κάποιες φορές το πρόσχημα ότι η κατάσταση στις ελληνικές φυλακές, που μαστίζονται κυρίως από τον υπερπληθυσμό των κρατουμένων, είναι αφόρητη και μόνον σε σωφρονισμό δεν οδηγεί, στη δική μας χώρα, εδώ και πάνω τρεις δεκαετίες ψηφίζονται νόμοι για την αποσυμφόρηση των καταστημάτων κράτησης.

Με αποκορύφωμα την αλλαγή των Ποινικών Κωδίκων, που ψηφίστηκε στο άψε σβήσε λίγο πριν επικυρωθεί από τη λαϊκή ετυμηγορία η παράδοση της διακυβέρνησης της χώρας από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στη ΝΔ, υιοθετήθηκαν από τις περισσότερες κυβερνήσεις ρυθμίσεις οι οποίες οδήγησαν σε αποποινικοποίηση αδικημάτων, παραγραφές διώξεων και δραστικές μειώσεις των ποινών που επιβάλλονται και πολύ περισσότερο εκείνων που εκτίονται.

Με τον τρόπο αυτό γίναμε επανειλημμένα μάρτυρες καταστάσεων στις οποίες ειδεχθείς εγκληματίες (παιδεραστές, έμποροι ναρκωτικών, «άνθρωποι της νύκτας», εκβιαστές, μεγαλοκαταχραστές του δημοσίου πλούτου και άλλοι), κυρίως όταν είχαν εκπροσώπηση από επώνυμους και ακριβούς νομικούς παραστάτες, δεν πέρασαν ποτέ το κατώφλι των φυλακών ή, όταν το πέρασαν, έμειναν εκεί για δυσανάλογα μικρό χρονικό διάστημα.

Παρά ταύτα, ούτε τα καταστήματα κράτησης στη χώρα μας απηλλάγησαν από τον ασφυκτικό συνωστισμό, ούτε οι τρόφιμοι τους γλύτωσαν από τις απάνθρωπες συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι από όσους εκτίουν ποινές και δεν διαθέτουν τα απαραίτητα οικονομικά μέσα για να βελτιώσουν τη διαβίωση τους πίσω από τα κάγκελα. 

Κακά τα ψέματα, οι περισσότεροι κρατούμενοι στις ελληνικές φυλακές αντί να σωφρονίζονται, όπως υποτίθεται ότι είναι ο λόγος του εγκλεισμού τους, αποφυλακίζονται έχοντας κάνει εντατικά μεταπτυχιακά μαθήματα στην παραβατικότητα.

Συχνά, άλλωστε, συμμορίες που δρουν στον έξω κόσμο συντονίζονται μέσα από τις φυλακές, αφού μπορεί τύποις να ισχύουν περιορισμοί στις επικοινωνίες αλλά όποιος διαθέτει τους ανάλογους πόρους δεν δυσκολεύεται να αποκτήσει απεριόριστη πρόσβαση σε συνεργούς εκτός φυλακής.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ουδείς νομίζω ότι μπορεί να αρνηθεί ότι το υφιστάμενο σύστημα απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας πάσχει. Και πάσχει, μάλιστα, βαρύτατα. Είναι στην πραγματικότητα ο «μεγάλος ασθενής» της ελληνικής Πολιτείας, καθώς για μια σειρά από λόγους (πολιτικούς και κοινωνιολογικούς) ο τρόπος με τον οποίο απονέμεται το δίκαιο δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και στις απαιτήσεις της πλειονότητας της ελληνικής κοινωνίας. 

Γι΄ αυτό και η λύση στο πολύπτυχο αυτό πρόβλημα δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Και το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται να βρεθεί με μόνη την επαύξηση των ποινών την οποία προωθεί η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Έχει γίνει άραγε κάποια μελέτη για το που θα «φιλοξενηθούν» όλοι αυτοί οι οποίοι, με βάση τις ρυθμίσεις που πομπωδώς ανακοίνωσε ο κ. Γιώργος Φλωρίδης, δεν θα αφήνονται πλέον ελεύθεροι αλλά θα οδηγούνται στις φυλακές; Ακόμη και αν είναι δημοσιογράφοι που θα καταδικαστούν πρωτοδίκως για το αμφιλεγόμενο αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης. 

Η σημερινή κυβέρνηση πασχίζει από τις πρώτες εβδομάδες της συγκρότησής της να μεταφέρει στον Ασπρόπυργο τις φυλακές του Κορυδαλλού, χωρίς ακόμη να έχει καταφέρει τίποτε περισσότερο από την προκήρυξη του διαγωνισμού για την οικοδόμηση του νέου κτιριακού συγκροτήματος στην πρώην «αμερικανική ευκολία».

Έχω την αίσθηση ότι δεν μπορεί να διανοηθεί κανείς τι θα συμβεί αν ισχύσουν οι ρυθμίσεις Φλωρίδη και αρχίσουν ανακριτές, εισαγγελείς και δικαστές να στέλνουν σωρηδόν στη «στενή» κάθε είδους παραβάτες που μπορεί να βαρύνονται ακόμη και για εξ αμελείας τροχαία ατυχήματα. 

Τα πράγματα προοιωνίζονται να γίνουν ακόμη χειρότερα από τη στιγμή που η τωρινή κυβέρνηση αποφάσισε η ευθύνη των φυλακών να έχει περάσει από το υπουργείο Δικαιοσύνης στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης.

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τα δύο αυτά χαρτοφυλάκια -της Δικαιοσύνης και της «Δημόσιας Τάξης» που το δεύτερο σπανίως συναντάται- είναι ενιαία ακριβώς για να μην υπάρχει αντιπαράθεση ανάμεσα σε αυτούς που αποφασίζουν τις κρατήσεις και σε εκείνους που τις υλοποιούν. 

Εδώ τα πράγματα είναι αλλιώς και ας ακούμε χρόνια τώρα το υπουργείο Δημόσιας Τάξης να κατηγορεί τους δικαστές ότι αφήνουν ελεύθερους ή ρίχνουν ποινές χάδι στους εγκληματίες, την ίδια ώρα που το υπουργείο Δικαιοσύνης αντιτείνει ότι η Αστυνομία ευθύνεται που συντάσσει ελλιπείς και χωρίς στοιχεία δικογραφίες που δεν είναι ικανές να επιφέρουν καταδίκες των παρανόμων. Για να μην αναφερθούμε στους υφ΄ όρων απολυόμενους που, όπως αποδείχθηκε πρόσφατα, είναι στη… διακριτική τους ευχέρεια αν θα τους τηρήσουν, αφού κανείς δεν τους ελέγχει.

Να τους κλείσουμε μέσα, λοιπόν, όλους τους παραβάτες, αλλά σε ποιες φυλακές; Μήπως, εν τέλει, το πρόβλημα είναι πιο πολύπλοκο από τους εύηχους λαϊκισμούς για «μηδενική ανοχή στο έγκλημα»;

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2023

Η αναίρεση (ή μήπως η… συναίρεση;) του ΣΥΡΙΖΑ

            Στα 180 χρόνια που παρήλθαν από τη συνταγματική καθιέρωση του κοινοβουλευτικού βίου στη χώρα μας, το εγχώριο πολιτικό σύστημα δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει θεσμική σταθερότητα.

            Ιστορικοί λόγοι, όπως πόλεμοι, οικονομικές κρίσεις, περίοδοι πολιτικής ανωμαλίας και πραξικοπήματα, σε συνδυασμό με τις κοινωνιολογικές συνθήκες που σχετίζονται με την κοινωνική και πληθυσμιακή κινητικότητα, η οποία καταγράφηκε όλες αυτές τις δεκαετίες, διαμόρφωσαν τις συλλογικές νοοτροπίες που δεν επέτρεψαν τη δημιουργία σταθερών κομματικών δομών με θεσμική μνήμη και αδιασάλευτη συνέχεια.

            Με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα περισσότερα κόμματα, μικρά και μεγάλα, παραδοσιακά και συγκυριακά, ήταν και παραμένουν αρχηγοκεντρικοί μηχανισμοί χωρίς πάγιες και κατοχυρωμένες θεσμικές διαδικασίες είτε σε οργανωτικό είτε σε πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Η βούληση του αρχηγού είναι ο υπέρτατος κανόνας που υπερισχύει των όποιων καταστατικών προβλέψεων που σπανίως εφαρμόζονται. 

Βασικά ζητήματα δημοκρατικής λειτουργίας, όπως η στελέχωση των οργάνων, η κατάρτιση ψηφοδελτίων, οι πολιτικές - κυβερνητικές συνεργασίες και η διαμόρφωση των προτάσεων σε μείζονα ζητήματα, έχουν αναχθεί σε «αποκλειστικά προνόμια του αρχηγού», επί των οποίων όποιος έχει διαφορετική άποψη «θέτει εαυτόν εκτός κόμματος». 

Τα παραδείγματα των κομμάτων στα οποία ισχύει η «ενός ανδρός αρχή» είναι πάμπολλα τόσο από το παρελθόν όσο και από το παρόν. Με αποτέλεσμα να είναι πολύ συχνές οι κομματικές διασπάσεις, όπως και η δημιουργία νέων -θνησιγενών στην πλειονότητά τους- σχηματισμών από φιλόδοξους δελφίνους οι οποίοι είτε πέφτουν θύματα καρατομήσεων είτε δείχνουν ακόρεστη σπουδή να «στήσουν το δικό τους κομματικό μαγαζί». 

Θυμηθείτε μόνον πόσα κόμματα και κομματίδια της μιας, άντε των δύο χρήσεων, γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες και κυρίως την περίοδο μετά το ξέσπασμα της μνημονιακής κρίσης. Κάποιες στιγμές, μάλιστα, φάνηκε πως θα μπορούσε να διαψευστεί η περίφημη ρήση του Ευάγγελου Αβέρωφ, σύμφωνα με την οποία «όποιο πρόβατο βγαίνει από το μαντρί το τρώει ο λύκος». 

Πλην, όμως, ο χρόνος έδειξε ότι μόλις περιορίστηκε το επικοινωνιακό γκελ των ηγετών - δημιουργών τους, οι νεοπαγείς σχηματισμοί που είχαν δημιουργήσει διαλύθηκαν εις τα εξ ων συνετέθησαν: Εθνική Παράταξη, ΚΟΔΗΣΟ, ΔΗΑΝΑ, ΔΗΚΚΙ, ΚΕΠ, ΛΑΟΣ, ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ, ΔΗΣΥ, ΚΙΔΗΣΟ, Χρυσή Αυγή, Ένωση Κεντρώων, Ποτάμι, ΜέΡΑ 25, κ.α.           

Αφορμή γι΄ αυτές τις επισημάνσεις πήρα από το «δράμα» που φαίνεται να βιώνει αυτές τις μέρες ο ΣΥΡΙΖΑ, το άλλοτε κραταιό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τον… ουρανοκατέβατο διεκδικητή της ηγεσίας του, ο οποίος όλως αιφνιδίως εμφανίστηκε τις τελευταίες ημέρες στο προσκήνιο, δημιουργώντας τεράστιο επικοινωνιακό θόρυβο. 

Δικαιολογημένα, τα μέσα ενημέρωσης έστρεψαν τα φώτα τους στο πρόσωπο του -κατά δήλωσή του «άριστου»- νεαρού εφοπλιστή Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος χωρίς την παραμικρή προϋπηρεσία ή και γνώση της λειτουργίας του εγχώριου πολιτικού συστήματος, ου μην αλλά και της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, έβαλε πλώρη για να γίνει αρχηγός σε ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, το οποίο από την ίδρυσή του πρεσβεύει και υπηρετεί τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που ιδεολογικά, πολιτικά αλλά και κοινωνικά εκπροσωπεί ο επίδοξος νέος ηγέτης του. Θα έλεγε κανείς, βλέποντάς τον στα social media, ότι αποτελεί προϊόν artificial intelligence (τεχνητής νοημοσύνης).

Επισημαίνοντας και σε όσους δεν γνωρίζουν τον ορισμό, όπως τον μαθαίνουν οι δημοσιογράφοι στο ξεκίνημα τους, ότι «είδηση αποτελεί όταν ο άνθρωπος δαγκώνει τον σκύλο και όχι όταν ο σκύλος δαγκώνει άνθρωπο», η στάση των ΜΜΕ δεν είναι διόλου παράδοξη. Και σίγουρα δεν ερμηνεύεται με δαιμονολογικές προσεγγίσεις για συνωμοσία του συστήματος το οποίο θέλησε τάχατες να προωθήσει έναν αμερικανόθρεφτο τεχνοκράτη με θητεία -άκουσον, άκουσον- στη… διαβόητη Goldman Sacs.

Το παράδοξο, αντιθέτως, είναι ότι όποιος παρακολουθεί την τρέχουσα επικαιρότητα, αλλά και τις τάσεις που διαμορφώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, διαπιστώνει ότι ένα μέρος του στελεχιακού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και των φίλων και οπαδών της παράταξης που κυβέρνησε τη χώρα για τεσσεράμισι χρόνια, δείχνει να τείνει ευήκοον ους στις γενικόλογες και εν πολλοίς αντιφατικές διακηρύξεις του κ. Κασσελάκη. Και αυτό παρόλο που, από μια πρώτη ανάγνωση τουλάχιστον, συνιστούν την απόλυτη αναίρεση των απόψεων, θέσεων και προτάσεων που υποστηρίζει το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (για την αξιολόγηση, τα Πανεπιστήμια, τον Στρατό, κοκ).

Σε μια δεύτερη, ωστόσο, ανάγνωση του τρόπου με τον οποίο πολιτεύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ από τον καιρό που ανέλαβε την ηγεσία του ο Αλέξης Τσίπρας, εύκολα νομίζω ότι μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι δεν εκπλήσσεται που ένας διάττων πολιτικός αστέρας, ο οποίος έρχεται από το πολιτικό… πουθενά, πιστεύει ότι είναι κατάλληλος να αναλάβει αρχηγός σε ένα κομματικό συνονθύλευμα. 

Ένα συνονθύλευμα, το οποίο (ας θυμηθούμε ότι) στέγασε τον Πάνο Καμμένο και τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, τη Θεοδώρα Τζάκρη, που ψήφισε τρία μνημόνια, και τον Παύλο Χαϊκάλη, στον οποίο ανετέθη η επίλυση του Ασφαλιστικού, τον Ευάγγελο Αντώναρο και τη Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου, την Κατερίνα Παπακώστα και τον Κώστα Ζουράρι, που μόνον σε μια τέτοια κυβέρνηση θα μπορούσαν να αναλάβουν υπουργικά χαρτοφυλάκια, τον αειθαλή Στέφανο Τζουμάκα και τον υπερδραστήριο Απόστολο Γκλέτσο, άλλα και τόσους άλλους αστέρες που μόνον σε αυτό το κόμμα θα μπορούσαν να συμβιώνουν, κλείνοντας, όποτε χρειαζόταν, το μάτι και σε χρυσαυγίτες που οι ψήφοι τους δεν ήταν… «μη ευπρόσδεκτες».

Μπορεί οι θέσεις του κ. Κασσελάκη σε όλους εμάς να ακούγονται κατάλληλες για να ενταχθεί σε κάποιο από τα άλλα κόμματα, τη ΝΔ ίσως ή και, ενδεχομένως, το ΠΑΣΟΚ που έχουν ιδεολογική συνάφεια με το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ, ο ίδιος στον διαδικτυακό επικοινωνιακό ορυμαγδό που έχει εξαπολύσει υποστηρίζει ότι επέλεξε συνειδητά να ηγηθεί του ΣΥΡΙΖΑ.

Γι΄ αυτό και ο καιρός θα δείξει -και πολύ περισσότερο οι ψήφοι που θα λάβει, εφόσον φθάσει τελικά στην κάλπη της 10ης Σεπτεμβρίου- αν αποτελεί την αναίρεση ή τη συναίρεση του ΣΥΡΙΖΑ που πορεύθηκε όλα αυτά τα χρόνια με ακόμη μεγαλύτερες αντιφάσεις από αυτές που αποπνέει η καμπάνια του ουρανοκατέβατου διεκδικητή της ηγεσίας του.

Κασσελάκης, λοιπόν, και παντός (πολακικού) ΣΥΡΙΖΑ!      

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2023

Μήπως είναι ώρα να οριστεί η ημερομηνία της κάλπης;

Με ένα κείμενο 2.220 λέξεων, το οποίο εκφωνούσε επί είκοσι και πλέον λεπτά της ώρας κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, επεχείρησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου να εκθέσει τις απόψεις της κυβέρνησης για το επίμαχο θέμα του Προεδρικού Διατάγματος 85/2022 που αφορά το προσοντολόγιο για τις προσλήψεις στο Δημόσιο και έχει ξεσηκώσει τον καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας.

Αν και ο ίδιος προλογικά και με έμφαση επεσήμανε ότι «τα όσα αφορούσαν τους καλλιτέχνες σε αυτό το Προεδρικό Διάταγμα έχουν ήδη αποσυρθεί, έχουν ήδη καταργηθεί», από τα λεγόμενά του ήταν προφανής η δυσκολία την οποία εδώ και εβδομάδες αντιμετωπίζει η κυβέρνηση στην προσπάθεια που καταβάλει να βρει ευήκοα ώτα στα όσα υποστηρίζουν τα στελέχη της αναφορικά με το status των πτυχίων που χορηγούν οι κάθε λογής εγχώριες σχολές των παραστατικών τεχνών (θέατρο, χορός, κλπ).

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άτυπη προεκλογική περίοδος στην οποία βρισκόμαστε τους τελευταίους πολλούς μήνες συνιστά ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάπτυξη ενός νηφάλιου και ουσιαστικού διαλόγου για την πραγματική διάσταση των ζητημάτων με τα οποία είναι αντιμέτωπη η ελληνική κοινωνία. Με ευθύνη κατά βάση των δύο μεγάλων παρατάξεων που διεκδικούν την εξουσία, διαπιστώνει κανείς την απόλυτη αδυναμία συνεννόησης ακόμη και στα πιο στοιχειώδη. «Μέρα», λέει ο ένας. «Νύχτα», απαντά ο άλλος.

Μπορεί, για παράδειγμα, η κυβέρνηση να υπαναχώρησε πλήρως σε ό,τι αφορά το προσοντολόγιο των ηθοποιών και λοιπών καλλιτεχνών που προσλαμβάνονται στο Δημόσιο, αφήνοντας ανεπηρέαστο το καθεστώς που ίσχυε ως τώρα, η αντιπολίτευση, όμως, κάνει τα πάντα για να συντηρήσει τις αντιδράσεις τις οποίες καλώς ή κακώς προκάλεσε η αρχική διατύπωση του Διατάγματος ανάμεσα στους καλλιτέχνες.

Οι τελευταίοι, αν και ουδείς αντιλαμβάνεται πλέον ποιο ακριβώς είναι το αίτημά τους, συνεχίζουν ακάθεκτοι τις κινητοποιήσεις τους, αφού η κυβέρνηση, παρά τις φλύαρες δηλώσεις των στελεχών της, έχει χάσει την έξωθεν μαρτυρία, ενώ η αντιπολίτευση σιγοντάρει τις αποχές από τις παραστάσεις και τις καταλήψεις των κτηρίων που στεγάζουν τα κρατικά θέατρα. Ως πότε; Το πιθανότερο είναι έως τις εκλογές.

Κακά τα ψέματα, το φαινόμενο δεν είναι ούτε πρωτοφανές ούτε σπάνιο. Σε όλες τις προεκλογικές περιόδους οι μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις και οι υπερβολικές προσδοκίες είναι στην ημερήσια διάταξη. Η αδυναμία της εκάστοτε κυβέρνησης να πει κατηγορηματικά «όχι» στα πλέον μαξιμαλιστικά αιτήματα, σε συνδυασμό με την υπερβολική προθυμία της εκάστοτε αντιπολίτευσης να υιοθετεί όλες ανεξαιρέτως τις απαιτήσεις που προβάλλονται από τις κάθε λογής κοινωνικές ομάδες, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα, οι συνέπειες του οποίου συνήθως γίνονται αντιληπτές μετά τις εκλογές.

Είναι παγκοίνως γνωστό ότι στη παρατεταμένη προεκλογική περίοδο η οποία προηγήθηκε των βουλευτικών εκλογών της άνοιξης του 2004, οι τότε διεκδικητές του πρωθυπουργικού θώκου διαγκωνίστηκαν σκληρά για το ποιος θα μονιμοποιούσε μετεκλογικά στο Δημόσιο περισσότερους συμβασιούχους υπαλλήλους, αδιαφορώντας για το πόσο θα κόστιζε κάτι τέτοιο στον κρατικό προϋπολογισμό. Πέντε χρόνια αργότερα οι δυο τους -ο καθένας με τον τρόπο του- έγιναν αρνητικοί πρωταγωνιστές της χρεωκοπίας της χώρας που ακολούθησε ως μοιραίο απότοκο του δημοσιονομικού εκτροχιασμού της.

Αν και δύσκολα μπορεί να υποστηρίξει βάσιμα κάποιος ότι στην τρέχουσα συγκυρία βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας νέας δημοσιονομικής κατάρρευσης, όπως εκείνη του 2009, από την άλλη κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει ελαφρά τη καρδία τους προφανείς κινδύνους οι οποίοι ελλοχεύουν εξαιτίας της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου που διανύουμε. Ενδεχομένως, δε, και της ασάφειας που επικρατεί σε σχέση με τον ακριβή χρόνο που θα στηθούν οι προσεχείς κάλπες.

Η αλήθεια είναι ότι, σε αντίθεση με ορισμένες άλλες χώρες, στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ σταθερή και εκ των προτέρων γνωστή η ημερομηνία των εκλογών. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, όλοι γνωρίζουν ότι αιώνες τώρα οι εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια την Τρίτη, μετά την πρώτη Δευτέρα του Νοεμβρίου. Στη χώρα μας, αντιθέτως, οι κάλπες στήνονται όποτε βολεύει την εκάστοτε κυβέρνηση.

Είναι πολύ σπάνιες οι φορές που έχει ολοκληρωθεί η τετραετής βουλευτική θητεία, όπως ορίζεται στο Σύνταγμα μας. Ο κανόνας που ακολουθείται θέλει την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία να γίνεται με γνώμονα τον αιφνιδιασμό της αντιπολίτευσης και σε χρόνο που ευνοεί τους εκλογικούς σχεδιασμούς της κυβερνητικής παράταξης. Συνηθέστατα, αντί της προσήλωσης στους θεσμούς, επικρατεί η υποταγή στους κομματικούς υπολογισμούς.

Ο σημερινός πρωθυπουργός έχει ως τώρα αποφύγει τον πειρασμό να προκηρύξει πρόωρες εκλογές σε περιόδους που οι δημοσκοπήσεις τού έδιναν τη δυνατότητα για άνετη επικράτηση. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης αιτιολόγησε τη στάση του με το επιχείρημα ότι δεν ενέδωσε στον… πειρασμό επειδή «σέβεται τους θεσμούς». Παρά ταύτα, αποφεύγει έως τώρα να προσδιορίσει την ακριβή ημερομηνία των επόμενων εκλογών.

Η πρωθυπουργική δήλωση σύμφωνα με την οποία οι κάλπες θα στηθούν «από το Απρίλιο και μετά…» δεν ξεκαθαρίζει το τοπίο και δεν συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα που αναμφίβολα έχει ανάγκη ο τόπος. Η συνεχιζόμενη ασάφεια γύρω από το εκλογικό χρονοδιάγραμμα θολώνει την πολιτική ατμόσφαιρα και προκαλεί παρενέργειες που οι συνέπειες τους ίσως φανούν αργότερα.

Υπό αυτό το πνεύμα, ίσως είναι η ώρα για να οριστεί από τώρα με σαφήνεια η ημερομηνία των εκλογών, όπως συμβαίνει στις περισσότερες προηγμένες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Η πρόκληση για τον πρωθυπουργό είναι μεγάλη. Και το κέρδος για την Πολιτική, αλλά και για την ελληνική κοινωνία, ακόμη μεγαλύτερο.

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

Πέντε μαθήματα από το «κόκκινο κύμα» που κατέληξε… παφλασμός


Με όλες τις ιδιαιτερότητες αλλά και τις παραδοξότητες που το χαρακτηρίζουν, όπως ο σχεδόν αδιάσπαστος δικομματισμός ή η περιορισμένη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία κυρίως των φτωχότερων στρωμάτων, το αμερικανικό πολιτικό σύστημα διαθέτει πλεονεκτήματα που μπορεί να πει κάποιος ότι είναι ζηλευτά από πολλές άλλες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.

Η σταθερότητα, για παράδειγμα, στον χρόνο έκφρασης της λαϊκής ετυμηγορίας είναι ένα από αυτά τα πλεονεκτήματα. Οι κανόνες του εκλογικού παιχνιδιού είναι από ετών γνωστοί σε όλους και αλλάζουν πάρα πολύ σπάνια, όπως συνέβη πρόσφατα με τα όρια των εκλογικών περιφερειών στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης. 

Το σημαντικότερο, όμως, πλεονέκτημα είναι ότι, ακόμη και σε περιόδους ακραίας πολιτικής πόλωσης, όπως αυτή που ζουν τα τελευταία χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες, το αμερικανικό εκλογικό σώμα επιλέγει την «εξισορροπητική» ψήφο.

Όταν στον Λευκό Οίκο ο ένοικος είναι από τη μια πολιτική παράταξη, τότε οι ψηφοφόροι φροντίζουν την πλειοψηφία στο Κογκρέσο να την έχουν οι αντίπαλοί του. Ο άτυπος αυτός κανόνας επιβεβαιώθηκε και στις ενδιάμεσες εκλογές της περασμένη Τρίτης. 

Έτσι, όπως η πλειοψηφία των Δημοκρατικών έκανε δύσκολη τη ζωή του προηγούμενου Ρεπουμπλικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, επιχειρώντας μάλιστα ακόμη την καθαίρεσή του, τώρα οι ψηφοφόροι έδωσαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων στους Ρεπουμπλικανούς, υποχρεώνοντας τον Δημοκρατικό Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να συνδιαλλαγεί με τους αντιπάλους του αν θέλει στη διετία που του απομένει στο αξίωμα να κυβερνήσει αποτελεσματικά τη μεγάλη αυτή χώρα.

Σε πείσμα, όμως, των πρόωρων πανηγυρισμών στους οποίους -με τη συνδρομή και κάποιων δημοσκοπήσεων- επιδόθηκαν τα στελέχη και οι οπαδοί των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι πριν ανοίξουν οι κάλπες έβλεπαν ένα «κόκκινο κύμα» (σ.σ.: από το χρώμα του κόμματός του) να σαρώνει από άκρη σε άκρη τις Ηνωμένες Πολιτείες, η λαϊκή ψήφος διέψευσε τις προσδοκίες τους. 

Ο έλεγχος του δεύτερου νομοθετικού Σώματος, της Γερουσίας, θα παραμείνει -ευτυχώς για την Ελλάδα!- στην παράταξη των Δημοκρατικών. Και, εξ αυτού, η ανάγκη για αναζήτηση συμβιβαστικών λύσεων στα προβλήματα της αμερικανικής κοινωνίας θα είναι ακόμη πιο επιτακτική.

Πέραν, πάντως, από τα συγκεκριμένα γενικά χαρακτηριστικά που διέπουν το αποτέλεσμα αρκετών εκλογικών αναμετρήσεων στις ΗΠΑ, ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι οι πρόσφατες ενδιάμεσες εκλογές, από τις οποίες αναδείχθηκε ένα μεγάλο μέρος της αμερικανικής πολιτικής τάξης, ήταν όμοια -και πως θα μπορούσε, άλλωστε;- με κάποια προηγούμενη. 

Γι΄ αυτό και τα αποτελέσματά τους, τα οποία (άλλο αυτό αμερικανικό… παράδοξο, δεν έχουν οριστικοποιηθεί ακόμη) αξίζουν μια πιο ενδελεχή ματιά για να εξαχθούν συμπεράσματα τα οποία μπορεί να αποτελέσουν μαθήματα που τυγχάνουν γενικότερης εφαρμογής:

Μάθημα πρώτο: Η υπεροπτική προεξόφληση του εκλογικού αποτελέσματος επιφυλάσσει συχνά οδυνηρές εκπλήξεις. Όποιος έχει αντίθετη άποψη ας ανατρέξει τις τελευταίες ομιλίες του Τραμπ και στις χιλιάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για το «κόκκινο κύμα» το οποίο κατέληξε ένας απλός… παφλασμός.

Μάθημα δεύτερο: Η βεβαιότητα που ορισμένοι εκφράζουν ότι η κατάσταση της… τσέπης είναι το αποκλειστικό κριτήριο της ψήφου των πολιτών διαψεύστηκε οικτρά. Η ανάγκη προστασίας της Δημοκρατίας από τον «τραμπισμό», όπως και το θέμα των αμβλώσεων, καθόρισε τη συμπεριφορά μιας αξιοσημείωτης μερίδας των προοδευτικών εκλογέων που κινητοποιήθηκαν και πήγαν στην κάλπη.

Μάθημα τρίτο: Οι δημοσκοπήσεις δεν πέφτουν πάντα μέσα. Προφανώς δεν είναι «στημένες», όπως τις θέλουν οι απανταχού της γης συνομωσιολόγοι, αλλά τις περισσότερες φορές βρίσκουν τις τάσεις, αλλά δεν πετυχαίνουν τα εκλογικά αποτελέσματα με χειρουργική ακρίβεια. Βλέπετε οι άνθρωποι δεν έχουν τη συμπεριφορά των μηχανών και οι ανθρωπιστικές επιστήμες δεν προσομοιάζουν με τις φυσικές.

Μάθημα τέταρτο: Η συζήτηση για τον «τοξικό» Τραμπ που άνοιξε από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η ετυμηγορία των Αμερικανών κατέδειξε ότι οι μεγάλες παρατάξεις (και -αν θέλετε- τα συμφέροντα που ταυτίζονται μαζί τους) αποφεύγουν να επενδύσουν σε… «κουτσά άλογα». 

Το σενάριο που ήθελε τον τέως Πρόεδρο να ανακοινώνει μια νέα υποψηφιότητα για το 2024 αποδυναμώθηκε, καθώς μέσα από τις κάλπες ανέτειλαν νέα πολιτικά αστέρια, όπως ο 44χρονος κυβερνήτης στην Πολιτεία της Φλόριντα Ρον Ντε Σάντις. 

Αν όντως επικρατήσει στην κούρσα για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα, που σύντομα θα ξεκινήσει, τότε και η τύχη του ήδη 80χρονου νυν Προέδρου Μπάιντεν είναι μάλλον προδιαγεγραμμένη. Δύσκολα θα ανανεώσει τη θητεία του ακόμη και αν λάβει εκ νέου το χρίσμα από τους Δημοκρατικούς.

Μάθημα πέμπτο: Το ελληνικό λόμπι είναι από τους μεγάλους νικητές αυτών των ενδιάμεσων εκλογών, καθώς πέτυχε τους περισσότερους από τους στόχους που είχε θέσει. Με αποκορύφωμα την αποτυχία να εκλεγεί Γερουσιαστής στην Πολιτεία της Πενσυλβάνιας ο διαβόητος τουρκικής καταγωγής τηλεγιατρός και φίλος του Ερντογάν Δρ Μεχμέτ Οζ. 

Η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων της Ομογένειας και οι έξυπνες συμμαχίες που συνήψε με άλλα λόμπι και προσωπικότητες από τις δύο παρατάξεις, είχε ως αποτέλεσμα να ενισχύσει την επιρροή της στα κρίσιμα πόστα εξουσίας της Ουάσιγκτον.

Άλλωστε, ποιος διαφωνεί ότι η εφαρμοσμένη πολιτική δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια διαρκή αναμέτρηση συσχετισμών δύναμης στην άσκηση της εξουσίας;

Παρασκευή 20 Μαΐου 2022

Είναι τελικά κακό ή καλό να είσαι «προβλέψιμος»;

Στα δικά μας κοινοβουλευτικά θέσμια δεν συνηθίζεται οι αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί να χειροκροτούν τους κυβερνητικούς. Όπως φυσικά και το αντίθετο. Γι΄ αυτό και μόνον ως χαριτολόγημα -που τέτοιο ήταν, είναι η αλήθεια- μπορεί να εκληφθεί το… «παράπονο» ότι στη δική μας Βουλή τον χειροκροτούν μόνον από το δικό του κόμμα που εξέφρασε από το βήμα του Κογκρέσου ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης όταν είδε απέναντί του να πετάγονται σαν ελατήρια από τα έδρανά τους όλοι οι παριστάμενοι βουλευτές και γερουσιαστές για να τον χειροκροτήσουν όρθιοι.

Για την ιστορία, άλλωστε, του πράγματος, μπορώ να μαρτυρήσω -καθώς ήμουν παρών- ότι στην ίδια ακριβώς συνεδρίαση όταν λίγο νωρίτερα ανακοινώθηκε η είσοδος στην αίθουσα της Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Καμάλα Χάρις, η οποία προεδρεύει ex officio στη Γερουσία, χειροκρότησαν μόνον οι ομοϊδεάτες της Δημοκρατικοί, ενώ οι Ρεμπουπλικανοί δεν αντέδρασαν. Το ίδιο, εξάλλου, γίνεται και στα περισσότερα δημοκρατικά Κοινοβούλια που απαρτίζονται από κυβερνητικές πλειοψηφίες και αντιπολιτευόμενες μειοψηφίες.

Στις δημοκρατίες τα πράγματα είναι μάλλον απλά και ξεκάθαρα: οι πλειοψηφίες κυβερνούν, οι μειοψηφίες ελέγχουν και αναλόγως με τον τρόπο που ο καθένας ασκεί το καθήκον του κρίνεται από τους πολίτες στις εκλογές. Είναι, λοιπόν, άλλο πράγμα μια πολιτική παράταξη να μην χειροκροτεί την αντίπαλό της και άλλο να προσπαθεί να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα που βοά μπροστά στα μάτια όλων.

Καλώς ή κακώς, στις μέρες μας υπάρχουν τόσο πολλοί δίαυλοι πληροφόρησης που και ο τελευταίος πολίτης, ο οποίος θέλει να αναζητήσει τα γεγονότα για να διαμορφώσει δική του άποψη επ΄ αυτών, έχει πρόσβαση σε τόσες πολλές πηγές που δεν είναι εύκολο να παραπλανηθεί. Υπό αυτό το πρίσμα, αναρωτιέται κάποιος πως μπορεί να δικαιολογηθούν κάποιοι χαρακτηρισμοί στελεχών της αντιπολίτευσης για την ομιλία του πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, όπως, για παράδειγμα, το «διασκεδαστική» που χαρακτήρισε ο Πάνος Σκουρλέτης για να εξηγήσει τον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχτηκε το ακροατήριο των Αμερικανών γερουσιαστών και βουλευτών τα λεγόμενα του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, δεν υπάρχουν μόνον το άσπρο και το μαύρο, ο θρίαμβος και η καταστροφή. Υπάρχουν, αρκετές ενδιάμεσες καταστάσεις οι οποίες δεν περιγράφονται μόνον με τα «ζήτω» και τα «κάτω». Η αλήθεια είναι ότι οι απλοϊκές προσεγγίσεις αυτού του είδους είναι πολύ εύκολο να εκτοξεύονται αφού δεν προϋποθέτουν προσπάθεια για ψύχραιμη και ουσιαστική επεξεργασία των δεδομένων. Έτσι, με ευκολία επιστρατεύονται ισχυρισμοί περί «προβλέψιμης» εξωτερικής πολιτικής που διατυπώνονται με έναν τρόπο τόσο αρνητικό που δίνει την εντύπωση πως πρόκειται για κάτι πάρα πολύ καταστροφικό.

Είναι όμως έτσι; Μπορεί και πρέπει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα, να διακηρύσσει τις αρχές της ασκούμενης από την πλευρά της εξωτερικής πολιτικής, όπως κάθε φορά επιτάσσουν τα συμφέροντα και οι συμμαχίες της; Ή μήπως είναι προτιμότερο να αλλάζει συνεχώς τους προσανατολισμούς της και να κινείται με την τακτική του «κατά πως φυσάει ο άνεμος»; Το δίλημμα, λοιπόν, κατά βάση είναι το εξής: προβλέψιμη σταθερότητα ή πολιτική του ανεμουρίου που θέλει να τα βάζουμε κατά πάντων και μετά να παραπονούμαστε ότι δεν έχουμε κανέναν μαζί μας; 

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που στη χώρα μας επικαλούνται τον «απρόβλεπτο» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ως προτεινόμενο υπόδειγμα για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής. Γοητεύονται από το διπλό παιχνίδι που παίζει στην ουκρανική κρίση.

Επαινούν τα τσαλίμια που χρόνια τώρα κάνει βρίζοντας τη μια μέρα το Ισραήλ και συγκρουόμενος την επομένη με την Σαουδική Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, πριν πάει σχεδόν ως ικέτης για συμφιλίωση μόλις βρει τα δύσκολα και αισθανθεί το κόστος της απομόνωσης. Θαυμάζουν το «ανατολίτικο παζάρι», όπως οι ίδιοι οι θαυμαστές χαρακτηρίζουν, στο οποίο επιδίδεται με αφορμή τις αιτήσεις της Σουηδίας και της Φινλανδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ επειδή θεωρούν ότι έτσι θα κάμψει τις αντιρρήσεις του Κογκρέσου στην άρση του εμπάργκο για προμήθεια αεροσκαφών F-16 και F-35 που με τόσο πάθος διεκδικεί.

Μόνον, όμως, που όλοι όσοι επικαλούνται την απρόβλεπτη πολιτική του Ερντογάν δεν μπορούν -ή δεν θέλουν- να αντιληφθούν ότι η Ελλάδα δεν είναι και -ευτυχώς- δεν πρόκειται να γίνει Τουρκία. Οι λόγοι είναι πολλοί. Είναι γεωστρατηγικοί, πολιτικοί, οικονομικοί, αλλά κυρίως αισθητικοί. Συγκριτικά με την Ελλάδα, η γειτονική μας υπερέχει σημαντικά σε μέγεθος, αλλά και σε γεωστρατηγική θέση. Πουθενά αλλού.

Οι «απρόβλεπτες», όμως, πολιτικές που ακολούθησε η ηγεσία της τα τελευταία χρόνια, δεν μπορεί να υποστηρίξει κάποιος ότι εξυπηρέτησαν τον στόχο της Άγκυρας να βρεθεί στο ευρωπαϊκό κατώφλι. Ούτε, βεβαίως, οι Τούρκοι πολίτες ευνοήθηκαν επειδή η χώρα τους ανέπτυξε στρατεύματα κατοχής όπου μπόρεσε: από τη Συρία έως τη Λιβύη. Κάθε άλλο. Ο πληθωρισμός που κατατρώει τα εισοδήματα των Τούρκων είναι έξι φορές μεγαλύτερος από τον δικό μας. Και εκτοξεύθηκε στα ύψη προτού ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Αλλά αν θέλουμε να το δούμε κι αλλιώς, νομίζω ότι η Ελλάδα όταν ήταν «απρόβλεπτη» -π.χ. όταν διενεργούσε δημοψήφισμα που κανείς δεν γνώριζε που στόχευε- βρέθηκε στην άκρη του γκρεμού. Ο υποχρεωτικός ρεαλισμός στον οποίο -εκούσα, άκουσα- άσκησε η προηγούμενη κυβέρνηση, σε συνδυασμό με τον περισσότερο προβλέψιμο ρεαλισμό που με σχέδιο και μέθοδο ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση, άλλαξαν άρδην τη διεθνή εικόνα της χώρας.

Όποιος διαφωνεί δεν έχει παρά να (ξανα)δεί το βίντεο με την ομιλία του πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, η οποία, χωρίς υπερβολή, αποτελεί έναν μοναδικό ύμνο στο ασύγκριτο και διαχρονικό μεγαλείο του Ελληνισμού, το οποίο είναι προβλέψιμα πρωτοποριακό, ενισχύει τους συμμαχικούς δεσμούς που χρειάζεται η χώρα και βελτιώνει, κατά το δυνατόν, τη συλλογική ευημερία των πολιτών της.

Παρασκευή 13 Μαΐου 2022

Ο Ανδρέας, ο Μαρκ Τουέιν και η πίστη στην πατρίδα ή στην κυβέρνηση

Σε μια συγκυρία κατά την οποία στη διεθνή ειδησεογραφία κυριαρχούν οι ιστορικές αποφάσεις δύο παραδοσιακά «αδέσμευτων» και ειρηνόφιλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως είναι η Φινλανδία και η Σουηδία, να ζητήσουν να μπουν κάτω από την αμυντική ομπρέλα του ΝΑΤΟ, στη χθεσινή συνεδρίαση του ελληνικού Κοινοβουλίου οι εγχώριες πολιτικές δυνάμεις «σκοτώνονταν» για την ελληνοαμερικανική αμυντική συμφωνία με επιχειρηματολογία που έδειχνε να ανασύρεται από το χρονοντούλαπο παλαιότερων δεκαετιών.

Όποιος άκουγε τη συζήτηση έμενε έκπληκτος και μόνον από το γεγονός ότι… πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντιπαράθεση είχαν οι αναφορές στον αλήστου μνήμης Πιουριφόι και στους χειρισμούς τους οποίους έκανε πριν από τρεις και τέσσερις δεκαετίες ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ανεξαρτήτως από ποια άποψη μπορεί να έχει κάποιος για την εξωτερική πολιτική του αείμνηστου ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, είναι απορίας άξιον πως μπορεί υπεύθυνοι πολιτικοί ηγέτες της εποχής μας να αναζητούν αναλογίες σε περιόδους οι οποίες δεν έχουν καμία απολύτως συνάφεια με τη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα.

Ο κόσμος γύρω μας αλλάζει με ασύλληπτες ταχύτητες, το γεωστρατηγικό περιβάλλον των ημερών μας είναι εντελώς διαφορετικό και δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα προηγούμενο και στη Βουλή των Ελλήνων κυριάρχησε το αν είχε δίκιο ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης που χαρακτήριζε «Ιανό» τον Ανδρέα Παπανδρέου ή αν ο τελευταίος σωστά έλεγε «έξω οι βάσεις του θανάτου» προτού η κυβέρνησή του υπογράψει, τη δεκαετία του ΄80, νέα συμφωνία για την παραμονή των αμερικανικών βάσεων στη χώρα.

Δεν μπορώ να ξέρω πώς ακριβώς διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος στη Φινλανδία και στη Σουηδία, αλλά ειλικρινά δεν μπορώ να φανταστώ ότι στη Στοκχόλμη και στο Ελσίνκι επικαλούνται λόγια και κινήσεις του Ούλοφ Πάλμε για να αξιολογήσουν τις πρωτοβουλίες της σημερινής πρωθυπουργού Μαγκνταλένα Άντερσον και να (επι)κρίνουν την απόφαση της ίδιας και της Φινλανδής ομολόγου της Σάνα Μάριν να υποβάλουν αίτημα για ένταξη των χωρών τους στη Βορειοατλαντική Συμμαχία.

Το αστείο(;) είναι ότι υπήρξαν δημοσιεύματα στη χώρα μας που χαρακτήριζαν «αντιδημοκρατική» τη στάση τους. Το ό,τι οι υπογράφοντες αυτά τα δημοσιεύματα τάσσονται συγκεκαλυμένα ή και ανοικτά υπέρ της εισβολής του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία και ζητούν να τερματιστεί η αντίσταση των Ουκρανών στην καταπάτηση τη ανεξαρτησίας τους, προφανώς μόνον τυχαία δεν είναι…

Επιστρέφοντας, ωστόσο, στα δικά μας και στη σφοδρή χθεσινή αντιπαράθεση στη Βουλή για το περιεχόμενο που έχει η Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) Ελλάδας-ΗΠΑ, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η κατάρτισή της άρχισε επί των ημέρων της προηγούμενης κυβέρνησης και η οριστικοποίησή της έγινε από τη σημερινή, χωρίς, όμως, ουσιώδεις αποκλίσεις από τα τετελεσμένα της προηγούμενης περιόδου. Ακόμη και αν δεν πάρει κάποιος τοις μετρητοίς όσα έχει κατά καιρούς δηλώσει ο απελθών πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ για την αγαστή συνεργασία που είχε με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, δύσκολα μπορεί να αρνηθεί ότι άλλαξαν πολλά πράγματα στην εξωτερική πολιτική μετά την κυβερνητική αλλαγή του 2019.

Για του λόγου το αληθές, μάλιστα, αρκεί να ανατρέξει κανείς στα λεγόμενα από τον κ. Τσίπρα στην περί ης ο λόγος κοινοβουλευτική συζήτηση. «Ναι, πράγματι, επί ΣΥΡΙΖΑ έγιναν πάρα πολύ ουσιαστικά βήματα», είπε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για να συμπληρώσει: «Είχαμε απόλυτη αίσθηση της ευθύνης να υπερασπιστούμε την εθνική γραμμή και είχαμε πατριωτική αίσθηση της ευθύνης και προχωρήσαμε σε επιλογές που ενίσχυσαν τον ρόλο της χώρας διεθνώς και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα».

Απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό, συνέχισε λέγοντας: «Ξέρετε πολύ καλά ότι επί ΣΥΡΙΖΑ καθιερώθηκε ο στρατηγικός διάλογος και το σχήμα 3+1. Επί ΣΥΡΙΖΑ προωθήθηκε και στηρίχθηκε όσο ποτέ άλλοτε ο αγωγός EastMed. Επί ΣΥΡΙΖΑ πέρασε το EastMed Act που πίεζε το State Department για πρώτη φορά να καταγράψει τις τουρκικές παραβιάσεις και να άρει το εμπάργκο όπλων στην Κύπρο. Επί ΣΥΡΙΖΑ προχώρησαν επενδύσεις αμερικανικές όπως το FSRU που εγκαινιάσατε προχθές. Καλά κάνατε και το εγκαινιάσατε, αλλά είπατε “δικό μας έργο”. Επί ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε αυτό. Μαζί με τον Μπορίσοφ το υπογράψαμε». 

Και δεν έμεινε εκεί: «Εγκαινιάσατε και τα Ναυπηγεία της Σύρου. Επί ΣΥΡΙΖΑ έγινε και αυτό το έργο», πρόσθεσε για να συνοψίσει ο ίδιος: «Η Ελλάδα και κάθε Έλληνας πρωθυπουργός, κύριε Μητσοτάκη, οφείλει να διαπραγματεύεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ενίσχυση των διμερών μας σχέσεων, αλλά σε αμοιβαία επωφελή βάση. Για εμάς αμοιβαία επωφελής βάση συνεργασίας στον τομέα της άμυνας είναι η εξασφάλιση ανταλλαγμάτων και εγγυήσεων σε σχέση με τα αμυντικά συμφέροντα της χώρας».

Το καλύτερο όλων, ωστόσο, ήταν όταν ο κ. Τσίπρας -άθελά του, κατά τα φαινόμενα- επικαλέστηκε την ίδια ακριβώς ρήση του Μαρκ Τουέιν που είχε χρησιμοποιήσει λίγο νωρίτερα ο κ. Μητσοτάκης. «Πατριωτισμός σημαίνει πίστη στην πατρίδα πάντα, πίστη στην κυβέρνηση μόνο όταν το αξίζει», ήταν η επίμαχη φράση στην οποία, όμως, οι δύο αρχηγοί… κατάφεραν να δώσουν διαφορετική ερμηνεία. Ο μεν πρωθυπουργός είπε ότι στο θέμα της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας «συμπίπτουν και ισχύουν απόλυτα και οι δύο αυτές προϋποθέσεις». Ο δε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αντέτεινε ότι «εσείς αποδεικνύετε, μέρα με τη μέρα, ότι δεν το αξίζετε».

Για να αποδειχθεί, έτσι, πως όταν ένας πολιτικός θέλει να διαφωνήσει, μπορεί να το κάνει ακόμη και όταν συμφωνεί…

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2022

Μήπως να μάθουμε να ζούμε και με τον εφιάλτη της ακρίβειας;

Μπορεί οι ειδικοί να μην ομονοούν, κάτι άλλωστε που δεν συμβαίνει πρώτη φορά τα τελευταία δύο και πλέον χρόνια, αλλά ο κύβος ερρίφθη και η μια μετά την άλλη οι χώρες έχουν αρχίσει να κηρύσσουν το τέλος του απόλυτου συναγερμού για την πανδημία του κορωνοϊού

Τα κρούσματα από τη μια άκρη του πλανήτη ως την άλλη είναι ακόμη πολλά, όπως και οι αριθμοί των νοσηλειών, αλλά και οι θάνατοι, ωστόσο σε πολλά μέρη της υφηλίου οι ιθύνοντες χαλαρώνουν τους περιορισμούς και καταργούν υποχρεωτικότητες όπως οι μάσκες ή οι αποκλεισμοί για όσους επιμένουν ακόμη να μην εμβολιάζονται.

Είναι προφανές ότι η πανδημία δεν έχει εξαλειφθεί -και πως αλλιώς θα μπορούσε να διατυπωθεί ένας τέτοιος ισχυρισμός με τους δείκτες των λοιμώξεων που εξακολουθούν να καταγράφονται;-, αλλά έχει επικρατήσει η λογική ότι «πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον κορωνοϊό».

Δικαιολογημένα, ίσως, καθώς ουδείς εχέφρων άνθρωπος μπορεί να επικαλεστεί άγνοια για όσα μπορεί να του επιφυλάξει η μοίρα εφόσον «συναντηθεί» με τον ιό. Όλοι μας ξέρουμε πια, όχι επειδή το μετέδωσαν τα μέσα ενημέρωσης, αλλά επειδή σίγουρα το βιώσαμε στον περίγυρό μας, ότι όποιος είναι πλήρως εμβολιασμένος και πάσχει από κάποιο σοβαρό υποκείμενο νόσημα θα νοσήσει ήπια και δεν θα αντιμετωπίσει ιδιαίτερους κινδύνους.

Από την άλλη, όσοι συνεχίζουν να παραμένουν ανεμβολίαστοι δεν μπορεί να προβάλουν καμία απολύτως πειστική δικαιολογία για το τεράστιο ρίσκο που αναλαμβάνουν είτε να νοσήσουν σοβαρά ή και να χάσουν τη ζωή τους. Ουδείς πλέον μπορεί να αναζητεί άλλοθι ότι δεν είχε την κατάλληλη ενημέρωση για να λάβει τη σωστή απόφαση για τον εαυτό του και τους συνανθρώπους του.

Τα δύο χρόνια που διαρκεί η περιπέτεια της πανδημίας είναι πολλά και το κόστος το οποίο έχουν καταβάλλει οι κοινωνίες, αλλά και ο καθένας από μας χωριστά, είναι τεράστιο. Και θα αποδειχθεί ανυπέρβλητο αν δεν ακολουθήσουν το αμέσως προσεχές διάστημα συντονισμένα βήματα προς την κατεύθυνση της επιστροφής στην κανονικότητα.

Οι πληγές, άλλωστε, που έχει επισωρεύσει η παρατεταμένη διάρκεια της πανδημίας είναι μεγάλες και ορατές. Με πρώτη και καλύτερη την πληγή που συνιστά για την παγκόσμια οικονομία και τις κοινωνίες όλου του πλανήτη η επιστροφή του εφιάλτη του πληθωρισμού, ο οποίος για πάνω από δύο δεκαετίες είχε τιθασευτεί και, τουλάχιστον οι κάτοικοι των χωρών του δυτικού κόσμου, είχαμε αρχίσει να τον ξεχνούμε.

Εξαιτίας σειράς παραγόντων, ανάμεσα στους οποίους, όμως, κυρίαρχο ρόλο έχουν οι ανισορροπίες στην προσφορά και στη ζήτηση αγαθών που προκλήθηκαν εξαιτίας των lockdown, χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία βλέπουν τους δείκτες των τιμών του καταναλωτή να φθάνουν σε επίπεδα που ελάχιστες από τις γενιές που είναι τώρα εν ζωή έχουν βιώσει.

Αλλά και στη δική μας χώρα, τα πράγματα δεν πάνε πίσω. Μπορεί να βιώσαμε τη μεγάλη συμπίεση των εισοδημάτων που προκάλεσε η δεκαετής μνημονιακή μέγγενη, πλην όμως οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών παρουσίαζαν μια -τηρουμένων των αναλογιών- εντυπωσιακή σταθερότητα. Οι Έλληνες που είναι σήμερα κάτω των 40 ετών δεν έχουν μνήμες από απότομες ανατιμήσεις που εξανέμιζαν τα εισοδήματα κυρίως των μισθοσυντήρητων των δεκαετιών του ‘70, του ’80 και του ’90.

Εκείνα τα χρόνια, το λεγόμενο «καλάθι της νοικοκυράς» ή άλλως ο «τιμάριθμος», που ήταν μια πολύ διαδεδομένη έκφραση η οποία δεν ακούγεται πλέον στη δημόσια συζήτηση, κατέγραφε ετήσιες ανατιμήσεις που κινούνταν με διψήφιους ρυθμούς. Ήταν τόσο δύσκολα τα πράγματα που για κάποια χρόνια, αρχής γενομένης από την ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ, καθιερώθηκε ο αμυντικός μηχανισμός της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής (ΑΤΑ) με βάση τον οποίο οι μισθοί, τα ημερομίσθια και οι συντάξεις αυξάνονταν κάθε τετράμηνο σε ποσοστό ίσο με την αύξηση του πληθωρισμού, δηλαδή των τιμών των αγαθών που είχε σημειωθεί το αμέσως προηγούμενο διάστημα.

Ωστόσο, ούτε στην Ελλάδα, αλλά ούτε και αλλού όπου εφαρμόστηκε, όπως στη Γαλλία ή στην Κύπρο, η ΑΤΑ δεν κατάφερε να προστατεύσει τα εισοδήματα των μισθοσυντήρητων, αφού, κατά πολλούς, αντί να λειτουργήσει πυροσβεστικά για τις αυξήσεις των τιμών, στην πράξη λειτουργούσε ως φαύλος κύκλος που προκαλούσε συνεχείς αναζωπυρώσεις στις πληθωριστικές πιέσεις, αλλά και υποτιμήσεις στα εθνικά νομίσματα που για μας ήταν τότε η δραχμή.

Η κατάσταση εξομαλύνθηκε μετά την ένταξη της χώρας στην ευρωπαϊκή Οικονομική και Νομισματική Ένωση και τη σταθερότητα των τιμών που έφερε η υιοθέτηση του κοινού νομίσματος, του ευρώ. Άλλα χρόνια προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, όπως τα εμπορικά ελλείμματα, οι δημοσιονομικές ανισορροπίες, η χαμηλή παραγωγικότητα και ο υπέρογκος δημόσιος δανεισμός δεν μας εγκατέλειψαν. Από τον βραχνά των συνεχών ανατιμήσεων, όμως, είχαμε απαλλαγεί. Πρόσκαιρα, όπως αποδείχθηκε.

Η πανδημία άλλαξε τα δεδομένα και ουδείς σοβαρός άνθρωπος μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα για πόσο καιρό θα μας συνοδεύει ο εφιάλτης που επέστρεψε και δεν αφορά μόνον τις τιμές της ενέργειας. Το γεγονός ότι το φαινόμενο είναι, κατά βάση, εισαγόμενο, δεν αποτελεί λόγο για αμεριμνησία, όπως αυτή που επικράτησε στην αρχική του εμφάνιση. Οι βεβιασμένες προβλέψεις για παροδικές αυξήσεις των τιμών αποδείχθηκαν ευσεβείς πόθοι και τείνουν να καταλήξουν φρούδες ελπίδες.

Όλα, λοιπόν, δείχνουν ότι, μετά τον κορωνοϊό, θα χρειαστεί μάλλον να μάθουμε να ζούμε και με την ακρίβεια. Ας το έχουν υπόψη τους όλοι όσοι, αντί να ανασκουμπωθούν για να βρουν λύσεις, περί άλλα τυρβάζουν ή απλώς αναλώνουν τον χρόνο τους σε εκλογικές σεναριολογίες….

Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

O ιός κάνει όλο το… παιχνίδι

            Την άνοιξη του 2020, όταν βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή της εξάπλωσης της πανδημίας, οι προβλέψεις ορισμένων ειδικών ότι ο ιός θα μπορούσε να προσβάλει έως και 500 χιλιάδες Έλληνες έμοιαζαν εφιαλτικές.

Τα κρούσματα στη χώρα μας προσεγγίζουν τον εντυπωσιακό αριθμό των 1,2 εκατ. μολύνσεων και, με όλα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα, ουδείς μπορεί πλέον να προβλέψει που θα φθάσουν. Όπως και οι θάνατοι που λίαν συντόμως θα σπάσουν το φράγμα των 21 χιλιάδων απωλειών και δεν χρειάζεται να παραστήσει κανείς τον μάγο για να εικάσει ότι, δυστυχώς, θα αυξηθούν κι άλλο.

            Μπορεί η δυσμενής αυτή πραγματικότητα να αφορά τον δικό μας «μικρόκοσμο», πλην, όμως, η κατάσταση δεν είναι διαφορετική ακόμη και στη μεγάλη εικόνα. Σε ολόκληρο τον πλανήτη τα κρούσματα του κορωνοϊού πλησιάζουν τα 300 εκατομμύρια και οι ανθρώπινες απώλειες πολύ σύντομα θα ξεπεράσουν τα 5,5 εκατ., αριθμός που αποτελεί ένα σύνολο θανάτων που η ανθρωπότητα έχει να γνωρίσει πολλές δεκαετίες.

            Η επέλαση της νέας μετάλλαξης «Omicron» σαρώνει σχεδόν ολόκληρη την υφήλιο, δίνοντας ημερήσιο αριθμό κρουσμάτων που μέχρι πρότινος έμοιαζε ασύλληπτος. Στις ΗΠΑ προσέγγισαν τις 500 χιλιάδες μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο. Ενώ στις εκατοντάδες χιλιάδες ανέρχονται οι επιδόσεις που καταγράφουν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία και τις δεκάδες χιλιάδες η Ισπανία, η Ιταλία, ο Καναδάς και η Ιταλία. Από κοντά και η Ελλάδα που εδώ και μέρες δίνει σταθερά πενταψήφιο αριθμό μολύνσεων και την Πέμπτη ξεπέρασε τις 35 χιλιάδες.

            Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία είναι ότι πολύ υψηλός αριθμός λοιμώξεων παρουσιάζεται ακόμη και σε χώρες, όπως η Δανία ή η Πορτογαλία, οι οποίες μέχρι πρότινος έδιναν την εντύπωση ότι είχαν θέσει υπό έλεγχο την πανδημία και δεν αντιμετώπιζαν μεγάλο πρόβλημα επειδή ο πληθυσμός τους έχει μεγάλη εμβολιαστική κάλυψη. 

            Σε πείσμα, λοιπόν, τόσο των κάθε είδους αρνητών και καταστροφολόγων, όσο και όσων αυτοεπαινούνται και εμφανίζονται ως φωτεινοί παντογνώστες, το συμπέρασμα το οποίο εξάγεται από όλα αυτά είναι ότι όλο το… παιχνίδι το κάνει ο ιός. Και το κάνει ερήμην τόσο εκείνοι που τον υποτιμούν και πέφτουν θύματα των τσαρλατάνων που εξ αρχής τον θεώρησαν «γριπούλα» όσο και εκείνων που βιάστηκαν να προαναγγείλουν το σύντομο τέλος του, διαψευδόμενοι οικτρά από τις συνεχείς μεταλλάξεις του.   

Γι΄ αυτό και ίσως η πλέον ευδιάκριτη διαχωριστική γραμμή που χωρίζει τους σοβαρούς από τους ασόβαρους ανθρώπους, είτε πρόκειται για επιστήμονες και πολιτικούς, είτε για δημοσιολόγους και απλούς πολίτες, είναι μεταξύ της αυτάρεσκης και φανατικής βεβαιότητας, από τη μια, και, από την άλλη, της μετριοπαθούς αμφιβολίας που χαρακτηρίζει όσους ενδιαφέρονται για την ουσία της επιστημονικής γνώσης.

            Κακά τα ψέματα, η μέχρι τώρα εξέλιξη της πανδημίας έδειξε ότι κανείς, όχι φυσικά μόνον στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη, δεν κατείχε, ούτε κατέχει ακόμη, την απόλυτη συνταγή που θα μπορούσε να αναχαιτίσει την επέλαση του ιού και να αποτρέψει τη διασπορά των επιπτώσεων του στις κοινωνίες και τις οικονομίες όλης της υφηλίου.

Υπήρξαν φωτισμένοι επιστήμονες και ερευνητές που άνοιξαν δρόμους για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά έναν σαφή οδικό χάρτη που να οδηγεί στο σύντομο τέλος της ουδείς κατάφερε να χαράξει. Άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, σχεδόν όλοι τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις που προκαλεί η εξάπλωση της Covid-19.    

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ο ιός διείσδυσε και εξακολουθεί να διεισδύει με την ίδια πάνω κάτω ευκολία τόσο στις ανοικτές κοινωνίες του δυτικού κόσμου όσο και στις χώρες που διοικούνται από αυταρχικές ηγεσίες. Η Κίνα, για παράδειγμα, που τον «γέννησε», είτε επί σκοπώ είτε από ατύχημα, παρά τα σκληρά και απάνθρωπα μέτρα που έχει λάβει δεν έχει ακόμη καταφέρει να υψώσει αδιαπέραστο τείχος. 

            Σε καμία περίπτωση, όμως, οι παραδοχές αυτές δεν μπορεί να ερμηνευτούν ως ισοπεδωτική εξίσωση όλων των απόψεων. Κάθε άλλο. Εξάλλου, μια από τις βασικότερες συνέπειες της πανδημίας είναι ότι έφερε στο φως ανορθολογικές πρακτικές που δεν υποψιαζόμασταν ότι είναι τόσο διάχυτες γύρω μας και αντιεπιστημονικούς τρόπους σκέψεις που δεν περνούσε από το μυαλό μας ότι έχουν τόσο μεγάλη έκταση.

            Εν ολίγοις, το βασικότερο… παιχνίδι που έκανε ο ιός είναι μάλλον ότι μας βοήθησε να γνωριστούμε. Και με τον εαυτό μας. Και με τους γύρω μας. Δεν είναι και λίγο. Ακόμη και αν το προσεγγίσει κάποιος με τη διάσταση που έχει η αρχαιοελληνική ρήση «ουδέν κακόν αμιγές καλού».

Όταν με το καλό τελειώσει η πανδημία, που θα τελειώσει, όπως τελείωσαν όλες οι πανδημίες του παρελθόντος, θα γνωριζόμαστε καλύτερα. Και θα ξέρουμε ποιοι ανήκουν στις τάξεις των ορθολογιστών και ποιοι κατατάσσονται στις κατηγορίες των ασυναίσθητων, των «ψεκασμένων», των ιδεοληπτικών και των αθεράπευτα λαϊκιστών.

Αίσιον και ευτυχές το (επερχόμενο) 2022!