Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεσμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεσμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019

Υπάρχει… άλλος Τσίπρας;


Ήπιος, μειλίχιος, προσηνής, ευπροσήγορος, συγκαταβατικός. Χωρίς ίχνος υπεροψίας. Ούτε υποψία οίησης. Δίχως την παραμικρή αλαζονεία. Ένας, εξωτερικά τουλάχιστον, αγνώριστος Αλέξης Τσίπρας έκανε το βράδυ της Τρίτης την εμφάνισή του στα στούντιο της δημόσιας τηλεόρασης.
Η μεταμόρφωσή του, όπως αποτυπωνόταν και στο θλιμμένο ύφος που ήταν ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του, υπήρξε αξιοπρόσεκτη. Σε βαθμό που νόμιζε κανείς ότι ο φιλοξενούμενος της ΕΡΤ δεν είχε καμία σχέση με τον πολιτικό ο οποίος μόλις λίγες μέρες πριν κραύγαζε από τα μπαλκόνια το χουλιγκανικής προέλευσης «άντε γεια» προς τους αντιπάλους του. Και ούτε θύμιζε εκείνον που πριν από λίγους μήνες απευθυνόταν στους βουλευτές και επιτακτικά απαιτούσε: «Καθίστε κάτω, τώρα θα τα ακούσετε, τώρα μιλάει ο πρωθυπουργός της χώρας».
Από μια πρώτη «ανάγνωση» της εικόνας του, ο τηλεθεατής έμενε με την εντύπωση ότι παρακολουθούσε στην οθόνη του έναν Ευρωπαίο πολιτικό, ο οποίος επιθυμούσε να κερδίσει το ακροατήριο του με τα επιχειρήματά του. Και, ως εκ τούτου, δεν χρειαζόταν να καταφύγει στην τοξική πόλωση και στον διχασμό του «ή αυτοί ή εμείς», «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν», ούτε να κομπορρημονεί «δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση στο εκατομμύριο» να χάσουν ο ίδιος και ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές.
Ανοίγοντας, ωστόσο, τον ήχο και εμβαθύνοντας στα λεγόμενά του, εύκολα διέκρινε κανείς ότι η εικόνα ήταν παραπλανητική. Μπορεί αναφερόμενος στη συντριβή που υπέστη να προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις με το «ουδέν κακόν αμιγές καλού», πλην, όμως, το τριπλό πάθημα που υπέστη στις ισάριθμες –ευρωπαϊκές, περιφερειακές και δημοτικές- κάλπες δεν φάνηκε να του έγινε μάθημα.
Αντί της απαιτούμενης γενναίας παραδοχής των λαθών του ίδιου και της κυβέρνησής του, επέμεινε στο γνωστό λαϊκίστικο παιχνίδι με τους αριθμούς που απευθύνεται σε ανθρώπους που δεν μπορούν να κάνουν σύνθετες σκέψεις και αρέσκονται να καταπίνουν αμάσητη την εύπεπτη προπαγάνδα που περικλείεται σε απλοϊκά σχήματα με τους «καλούς», που είναι πάντα οι «δικοί μας», και τους «κακούς» που είναι οι «άλλοι».
Ο κ. Τσίπρας, για παράδειγμα, επιχειρώντας να δικαιολογήσει την ηχηρή αποδοκιμασία της πολιτικής του από τη μεσαία τάξη  ισχυρίστηκε ότι το 83% της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσής της «επιβλήθηκε από αυτούς που σήμερα παρουσιάζονται ως δήθεν λυτρωτές της». Ακόμη, όμως, και αν ήταν τυπικά αληθής ο ισχυρισμός του, είναι θρασύτατη εξαπάτηση να υποστηρίζει κάποιος ότι το επιπλέον 17% μπορεί να συγκριθεί με το προηγούμενο 83%.
Διότι, δεν χρειάζεται καν να είσαι… μηχανικός, όπως θύμισε, χωρίς ειρωνική διάθεση, στον κ. Τσίπρα ο συνομιλητής του, για να αντιληφθείς ότι η νέα επιβάρυνση λειτουργεί απολύτως προσθετικά. Και, άρα, αν οι προηγούμενοι ευθύνονται, όντως, για το 83% της επιβάρυνσης, εκείνοι που τους διαδέχθηκαν ευθύνονται, αναμφίβολα, για το 100% που πληρώνουν τώρα τα φτωχοποιημένα μεσαία στρώματα.
Είναι το ίδιο ακριβώς που ισχύει με τις συντάξεις για τις οποίες οι ιθύνοντες της απερχόμενης κυβέρνησης προσπαθούν να αντικρούσουν την κριτική για τη συρρίκνωσή τους με τον ισχυρισμό «οι άλλοι τις είχαν κόψει δώδεκα φορές». Ακόμη και αν οι ίδιοι τις έκοψαν μόνον μια φορά, η ευθύνη που τους βαρύνει επεκτείνεται στις 13 περικοπές.
Δεν είναι, πάντως, μόνον το προπαγανδιστικό παιχνίδι με τους αριθμούς, το οποίο δείχνει ότι ο κ. Τσίπρας δεν πήρε τα μηνύματα της κοινωνίας. Και, εξ αυτού, μάλλον ματαίως θα περιμένει στην κάλπη της 7ης Ιουλίου το ένα εκατομμύριο των επιπλέον ψηφοφόρων που, με τη μέθοδο του «τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο», υπολογίζει να προσελκύσει: «600.000 που ψήφισαν στις εκλογές του 2015 τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν πήγαν στην κάλπη τώρα για να τον τιμωρήσουν», καθώς «και άλλες 400.000 από όσους επέλεξαν τώρα μικρότερα κόμματα».
Είναι, πολύ περισσότερο, που δεν θέλει και δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι μεταξύ εκείνων που πλήρωσε η κυβέρνησή του στις κάλπες ήταν ο ασελγής τρόπος με τον οποίο, προεξάρχοντος του ιδίου του κ. Τσίπρα, συμπεριφέρθηκαν –και εξακολουθούν να συμπεριφέρονται- τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προς τους θεσμούς της ελληνικής Δημοκρατίας.
Η εμμονική προσπάθεια ελέγχου και ποδηγέτησης της Δικαιοσύνης, ο διαρκής ευτελισμός του Κοινοβουλίου, η συνεχής καταρράκωση κάθε έννοιας αξιοκρατίας, η ακραία αποθέωση του ρουσφετολογικού νταλαβεριού, είναι μερικές μόνον από τις παθογένειες της ελληνικής δημόσιας ζωής, που μπορεί να ίσχυσαν σχεδόν σε όλες τις προηγούμενες περιόδους, ποτέ, όμως, σε τέτοια ένταση και με τόσο αναίσχυντο τρόπο.
Με πρωτοφανή τερτίπια, που τους καθιστούν καταγέλαστους στα μάτια της συντριπτικής πλειονότητας, παρέτειναν την προεκλογική περίοδο αποσκοπώντας αποκλειστικά και μόνο σε ρουσφετολογικές διευθετήσεις και αδιαφορώντας για το αποδεδειγμένα αρνητικό αποτέλεσμα που έχουν στην κάλπη τέτοιες ενέργειες.
Γι΄ αυτό και στο ερώτημα «υπάρχει άλλος Τσίπρας;» που ενδεχομένως να απασχόλησε όσους είδαν τη συνέντευξή του στο προστατευμένο περιβάλλον της ΕΡΤ, η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Όπως, εξάλλου, λέει η αγγλοσαξονική ρήση «Υou can't teach an old dog new tricks». Που ελληνιστί αποδίδεται με το «δεν μπορείς να μάθεις καινούργια κόλπα σε ένα γέρικο σκυλί».
Και, κακά τα ψέματα, όπως έδειξαν ευρύτερα η ετυμηγορία της κάλπης και ειδικότερα οι επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ στις νέες γενιές, ο Αλέξης Τσίπρας, παρά την ηλικία του, μοιάζει με ένα «γερασμένο σκυλί» της πολιτικής.

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Ο Νίξον στην Κίνα και οι γάτες του Ντεγκ



            Ακούγοντας, τη μέρα που ορκίστηκε το νέο κυβερνητικό σχήμα, τον αναπληρωτή υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Γιώργο Κατρούγκαλο να χρησιμοποιεί το προηγούμενο του ταξιδιού του Νίξον στην Κίνα για να επιχειρηματολογήσει υπέρ της πρόθεσης του ΣΥΡΙΖΑ να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο ελληνικό δημόσιο, δεν σας κρύβω ότι θεώρησα πως τα λεγόμενά του δεν ήταν παρά μια ακόμη πομφόλυγα από εκείνες που ο ενθουσιασμός της νωπής εκλογικής νίκης έκανε αρκετά από τα νέα μέλη του υπουργικού συμβουλίου να εξακοντίζουν.
Παρόλο που ήμουν εξ εκείνων που πίστευαν στην επικείμενη προσγείωση της νέας κυβερνητικής ομάδας στην πραγματικότητα, βρήκα μάλλον πρόωρη τη μεταστροφή του κ. Κατρούγκαλου και αρκούντως υπερβολικό τον παραλληλισμό που έκανε με το ιστορικό ταξίδι στο Πεκίνο που πραγματοποίησε το 1972 ο συντηρητικός Πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, ανοίγοντας δρόμους στους οποίους ήταν μάλλον απίθανο ότι μπορούσε να χαράξει οποιοσδήποτε ομόλογός του από το Δημοκρατικό Κόμμα χωρίς να κατηγορηθεί ως «ενδοτικός έναντι των κομμουνιστών και προδότης των ιδανικών του ελευθέρου κόσμου». 
Η άμεση επίπτωση της καλά οργανωμένης αμερικανικής πρωτοβουλίας που έφερε τη σφραγίδα του «Μέτερνιχ» της εποχής, της πλέον πολυμήχανης αλεπούς της παγκόσμιας διπλωματίας που άκουγε στο όνομα Χένρι Κίσινγκερ, ήταν η αναδιαμόρφωση της γεωπολιτικής ισορροπίας στην ευρύτερη περιοχή της Ευρασίας που στρίμωξε την κραταιά ακόμη Σοβιετική Ένωση. Μεσοπρόθεσμα οι συνέπειες εκείνου του πρωτοπόρου ταξιδιού έγιναν εμφανείς με τα τρομακτικά ανοίγματα της κομμουνιστικής Κίνας προς τον έξω κόσμο  που ακολούθησαν την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού οικονομικού προγράμματος του Ντενγκ Χσιαοπίνγκ.
Είτε από τη μεριά του Νίξον το δει κανείς, είτε από τη σκοπιά του Ντενγκ, που έγινε διάσημος και για την έκφραση «άσπρη γάτα, μαύρη γάτα, αδιάφορο, αρκεί να πιάνει τα ποντίκια» που του αποδίδεται, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι καταιγιστικές εξελίξεις των μόλις τεσσάρων εβδομάδων, που παρήλθαν από την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης, καταδεικνύουν την τεράστια ικανότητα προσαρμογής στην πραγματικότητα που διαθέτει η καινούργια πολιτική τάξη η οποία έχει στα χέρια της τις τύχες της Ελλάδας τον τελευταίο μήνα και, υπό προϋποθέσεις, τα πρόσωπα που την απαρτίζουν μπορεί να γίνουν οι αποτελεσματικότεροι εφαρμοστές του «Μνημονίου» ή όπως αλλιώς ονομαστεί το πρόγραμμα που θα πάρει τη θέση του.
Η ταχύτητα, άλλωστε, με την οποία προχώρησαν οι διαβουλεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους είναι εκπληκτική και σίγουρα δεν έχει το προηγούμενό της. Δεν ξέρω αν οι τωρινοί είναι καλύτεροι διαπραγματευτές από τους προηγούμενους, όπως -μάλλον πρόωρα- διατείνονται αρκετοί, καθώς αυτό θα φανεί όταν κλείσει ο πρώτος, έστω, κύκλος των διαπραγματεύσεων και γίνει «ταμείο» με τα κέρδη και τις απώλειες που έχουν καταγραφεί.
Είναι, ωστόσο, πασιφανές ότι με τους «ευφημισμούς» και τις «εποικοδομητικές ασάφειες», για να χρησιμοποιήσω δύο από τις αγαπημένες εκφράσεις του αρχιδιαπραγματευτή Γιάνη Βαρουφάκη, η νέα κυβέρνηση κάλυψε ένα τρομακτικά μεγάλο μέρος της απόστασης που τη χώριζε μέχρι πρότινος από τους εταίρους και δανειστές της χώρας, μια απόσταση που μάλλον κανένα άλλο σχήμα δεν θα μπορούσε να καλύψει τουλάχιστον σε τόσο σύντομο χρόνο.
    Για παράδειγμα, η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου που ανέλαβε την εξουσία τον Οκτώβριο του 2009 χρειάστηκε να φθάσει ως τον Απρίλιο του 2010 για να ξεχάσει το «λεφτά υπάρχουν» και να αποφασίσει την ένταξη στο Μνημόνιο που υπεγράφη τον επόμενο μήνα. Αλλά και στη κυβέρνηση συνεργασίας που σχημάτισε ο Αντώνης Σαμαράς τούς πήρε κάμποσους μήνες, από το καλοκαίρι του 2012 που ανέλαβαν, για να αφήσουν στην άκρη τα «Ζάππεια» και την «αναδιαπραγμάτευση» και να υιοθετήσουν αρκετούς μήνες αργότερα τα περίφημα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση των δόσεων που συνοδεύτηκαν από τους πρώτους τριγμούς στις κοινοβουλευτικές ομάδες του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ, αλλά και της ΝΔ.
Τώρα όλα μοιάζουν να είναι διαφορετικά. Τα στελέχη της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, έχοντας την έξωθεν (καλή ή κακή, μάλλον παίζεται…) μαρτυρία του «αντιμνημονιακού», όπως ο Ρεπουμπλικάνος Νίξον του «αντικομμουνιστή», μπορούν να συνομολογούν με τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές συμφωνίες που οι προκάτοχοί τους ούτε να τις διανοηθούν μπορούσαν.
Με τον ίδιο τρόπο που ο Νίξον πριν από τέσσερις δεκαετίες δεν ασχολήθηκε με τη φύση του κινεζικού καθεστώτος και έριξε το βάρος του στις εμπορικές συμφωνίες, έτσι και οι σημερινοί κυβερνώντες δείχνουν να μην τους απασχολεί αν τα μέτρα, τα οποία αργά ή γρήγορα θα κληθούν να λάβουν, είναι «μνημονιακής» κοπής, επειδή (εξαιτίας ίσως και της ευκολίας με την οποία μαζί με την κυβέρνηση τους… παραδόθηκε και η εγχώρια μηντιακή και άλλη εξουσία) πιστεύουν ότι οι ίδιοι είναι καλύτεροι… μεταρρυθμιστές!  
Στην προκειμένη περίπτωση, μάλιστα, το ακόμη σημαντικότερο είναι ότι οι βουλευτές που θα κληθούν να εγκρίνουν τα μέτρα, μπορεί να δείχνουν διάθεση να βγάλουν τα «εσώψυχα» τους στις κλειστές συνεδριάσεις των κομματικών οργάνων, δεν θα διστάσουν, όμως, ούτε θα… δειλιάσουν, όταν τα επίμαχα κείμενα φθάσουν στη Βουλή, να υπερψηφίσουν.
Αλλά και αν ακόμη κάποιοι από τους ΣΥΡΙΖΑίους βουλευτές δεν αντέξουν μέχρι τέλους, η σημερινή κυβέρνηση διαθέτει το μοναδικό πλεονέκτημα που καμία από τις προκατόχους της δεν είχε: το μεγαλύτερο μέρος της αντιπολίτευσης την προτρέπει –ειλικρινώς ή όχι δεν έχει σημασία- να συνεχίσει προς την κατεύθυνση της προσαρμογής που δείχνει να κινείται, αφήνοντας, μάλιστα, ανοικτό ορισμένοι –σίγουρα «Το Ποτάμι», αλλά πιθανότατα όχι μόνον αυτό- να την συνδράμουν σε κάθε δυσκολία που θα αντιμετωπίσει για να κάνει όλα όσα πρέπει για να κρατηθεί η χώρα στην ευρωζώνη και να μπει μια ώρα αρχύτερα στον δρόμο της οικονομικής ανάκαμψης.
            Υ.Γ.: Δεν θα εκπλαγώ διόλου αν τις επόμενες ημέρες ακούσω τον ευφραδή κ. Κατρούγκαλο να απορρίπτει την «προσφορά» του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΝΔ Άδωνη Γεωργιάδη να αναλάβει ρόλο εισηγητή της πλειοψηφίας στη συζήτηση επί του νομοσχεδίου που θα επικυρώνει τη συμφωνία για την «μνημονιακή» παράταση και την έναρξη του νέου… «Συμβολαίου» με τους… «Θεσμούς». Μη σας πω ότι… ηχεί ήδη στα αυτιά μου η επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑίου υπουργού να κινείται προς την εξής κατεύθυνση: «Όχι, κ. Γεωργιάδη δεν θα σας επιτρέψουμε να μας κλέψετε τη δόξα του μεταρρυθμιστή…».

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Θεσσαλονίκη – Ζάππειο: ο δρόμος της διαπραγματευτικής λήθης



            Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τον φανατισμό που επιδεικνύουν, κυρίως μέσα από τα social media, αλλά και από τα συμβατικά μέσα ενημέρωσης, ορισμένοι νεοφώτιστοι οπαδοί των ευρωπαϊκών -και όχι μόνον- «θεσμών».
Αλήθεια, τι ωραία λέξη που είναι οι «θεσμοί». Και, κυρίως, πόσο εύηχη. Και για τους υποστηρικτές τους. Αλλά και για τους… επικριτές τους, οψέποτε υπάρξουν τέτοιοι… «προδότες». Για παράδειγμα, θα συμφωνήσετε ότι δεν ακούγεται το ίδιο βαρύ να θέλεις να επιτεθείς σε κάποιον, αποκαλώντας τον… «θεσμικό», όπως, ενδεχομένως, έκανε εκείνος τα τεσσεράμισι χρόνια απέναντι στους… επάρατους «μνημονιακούς».
Δεν θα αρνηθείτε επίσης το πλεονέκτημα που έχει όποιος θέλει να την… πέσει σε κάποιον που δεν συμφωνεί μαζί του, χαρακτηρίζοντας τον «αντιθεσμικό». Όπως και να έχει, ακούγεται βαρύτερο και εκπέμπει πολύ υψηλότερους τόνους απαξίας, αντιστρόφως ανάλογους με την περηφάνεια –και τα συνακόλουθα ωφελήματα- που απολάμβανε όποιος αυτοπροσδιοριζόταν ως «αντιμνημονιακός». 
            Βλέπετε, στις λίγες βδομάδες που μεσολάβησαν από τις εκλογές, άλλαξαν πολλά γύρω μας. Παρά ταύτα, προσωπικά δεν εκπλήσσομαι για την εξέλιξη. Ίσως γιατί πάντα πίστευα ότι η απόσταση που χωρίζει τα «Ζάππεια» από τις «Θεσσαλονίκες» (την παλαιότερη και την πρόσφατη) δεν είναι παρά ο δρόμος της λήθης που μπορεί να χαραχθεί για τις διαπραγματευτικές ανάγκες που ορίζουν οι δυσμενείς συνθήκες της προεκλογικής πεπατημένης. 
Άλλωστε, ήμουν εξ εκείνων που πριν, αλλά και μετά τις εκλογές επέμενα να πιστεύω ότι η λογική θα επικρατούσε της φανφάρας, παρόλο που γνωστοί και φίλοι, οι οποίοι είχαν αντίθετη εκτίμηση από τη δική μου, με έψεγαν υποστηρίζοντας –με εκκίνηση από διαφορετικές αφετηρίες- ότι έκανα την επιθυμία μου πραγματικότητα.
Δεν μπορώ να ξεχάσω την… πανταχόθεν επίθεση που δέχθηκα το βράδυ της ανάγνωσης των προγραμματικών δηλώσεων από τον Αλέξη Τσίπρα, όταν στους διαδρόμους της Βουλής τόλμησα να εκτιμήσω ότι ο νέος πρωθυπουργός, με τις «εύπλαστες» διατυπώσεις που είχε επιλέξει στην ομιλία του, προετοίμαζε τον επερχόμενο συμβιβασμό με τους εταίρους της χώρας.
Οι φιλοκυβερνητικοί με αντιμετώπιζαν καχύποπτα αποδίδοντας μου, άλλοτε εμμέσως και άλλοτε αμέσως, πρόθεση… υπονόμευσης της υποτιθέμενης δεσμευτικότητας περί τήρησης των υπεσχημένων που, κατ΄ εκείνους, περιείχε ο πρωθυπουργικός λόγος.
Οι της αντίπερα όχθης με έβλεπαν ως… «αβανταδόρο του Τσίπρα», επειδή υποστήριζα –παραπέμποντας τους δύσπιστους σε μια δεύτερη ανάγνωση της πρωθυπουργικής ομιλίας- ότι τα σκληρά λόγια που συνόδευαν την απλή παράθεση των προεκλογικών επαγγελιών, χωρίς σχεδόν κανένα σαφές χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, ήταν επιμελώς επιλεγμένα για να περάσει καλύτερα η συμβιβαστική διάθεση, η οποία εξ υπαρχής κυριαρχούσε στον στενό κυβερνητικό πυρήνα.
Τα όσα ακολούθησαν είναι λίγο ως πολύ γνωστά. Αν και θα χρειαστεί καιρός για να τα «χωνέψουν» όσοι ανυστερόβουλα είχαν ειλικρινά πιστέψει στις προεκλογικές μεγαλοστομίες.
Οι υπόλοιποι, είτε προέρχονται από την κατηγορία των… νεοφώτιστων «θεσμικών», είτε είναι οπαδοί της θεωρίας του λεγόμενου «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» ή απλά θα βρουν τη βολή τους στη νέα κυβερνητική τάξη, που εξίσου πλουσιοπάροχα με τους προκατόχους της διανέμει προνόμια και εξουσιαστικά λάφυρα, δεν φαίνεται να έχουν προβλήματα. Τους τα καλύπτουν οι «ευφημισμοί», η «εποικοδομητική ασάφεια» και τα τόσα άλλα επικοινωνιακά στρατηγήματα που ανέλαβαν να φέρει εις πέρας ο υπουργός των Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης και πάμπολλοι εκλεκτοί επικοινωνιολόγοι.
Δεν χρειάζονται, ωστόσο, μεμψιμοιρίες, όπως αυτές τις οποίες εκφράζει –μάλλον πρόωρα…- ένα τμήμα της αντιπολίτευσης που βιάζεται να βρει «δικαίωση» της πολιτικής της προηγούμενης κυβέρνησης μέσα από τη συνεχή επισήμανση των αντιφάσεων των τωρινών κυβερνώντων, που αποδεικνύονται πολύ πιο ευέλικτοι από όσο τους περίμεναν οι προκάτοχοί τους όταν τους εμφάνιζαν ως επερχόμενους «ολετήρες».
Γι΄αυτό και στην παρούσα φάση ματαιοπονούν όσοι βιάζονται να προεξοφλήσουν την ανάλωση του πολιτικού κεφαλαίου της σημερινής κυβέρνησης. Στον λίγο χρόνο, άλλωστε, που έχει μεσολαβήσει από τις εκλογές, το νέο κυβερνητικό σχήμα δείχνει να προσφέρει τεράστιες υπηρεσίες στη χώρα. Υπηρεσίες, οι οποίες μάλλον δεν είναι ακριβώς εκείνες που μπορεί να περίμεναν οι περισσότεροι από όσους, κυρίως αντιευρωπαϊστές, συμμετείχαν στις επονομαζόμενες «ανάσες αξιοπρέπειας» ή όσους από την άκρα δεξιά πτέρυγα του πολιτικού φάσματος έσπευσαν να «βαρέσουν προσοχή» στους «καραμπουζουκλήδες» κυβερνητικούς διαπραγματευτές. Είναι, όμως, άλλες, πολύ σημαντικότερες υπηρεσίες.
Πείθει, για παράδειγμα, η νέα κυβέρνηση ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, που είχε αντίθετες εντυπώσεις (και αυταπάτες τις λες!), ότι οι Ευρωπαίοι είναι εταίροι της Ελλάδας και όχι κατακτητές. Όπως και ότι οι εκπρόσωποι της χώρα μας που συνομιλούν με Γερμανούς αξιωματούχους –ακόμη και όταν δεν τους… επαινούν τόσο πολύ όσο ο κ. Βαρουφάκης- δεν είναι υποχρεωτικά «γερμανοτσολιάδες», «μερκελιστές» και «τσολάκογλου».
Μεγάλη υπηρεσία, επίσης, προσφέρει η συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝ.ΕΛ. κάνοντας αρκετούς συνέλληνες να συνειδητοποιούν ότι το δυσβάστακτο δημόσιο χρέος που συσσωρεύτηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια ούτε «επονείδιστο» είναι, ούτε μπορεί να διαγραφεί διαμιάς. Όπως ότι οι τετρακόσιοι τόσοι «μνημονιακοί» νόμοι δεν μπορούν να καταργηθούν με ένα νομοσχέδιο. Ή ότι η πληρωμή των φόρων είναι «πατριωτική πράξη». Και ακόμη-ακόμη ότι τα ΜΑΤ, αν δεν είναι «φρουροί της Δημοκρατίας», σίγουρα δεν μπορεί να αφοπλιστούν ούτε να απαγορευτούν τα χημικά που χρησιμοποιούν όταν καλούνται να αντιμετωπίσουν εγκληματικά στοιχεία στα γήπεδα ή όπου αλλού απειλούνται αγαθά όπως η ζωή και η ελευθερία των πολιτών.
Ο κατάλογος με τις υπηρεσίες προς την ίδια κατεύθυνση που μπορεί ακόμη να προσφερθούν από την παρούσα κυβέρνηση είναι δυνατόν να μακρύνει πολύ. Και να περιλάβει ίσως και το ενδεχόμενο να  ανατραπεί η βαθιά πεποίθηση που, σύμφωνα με δημοσιευμένη δημοσκόπηση, έχει το ένα τρίτο των συμπατριωτών ότι τα προηγούμενα χρόνια μας… ψέκαζαν με σκοπό να μας… δίνουν δάνεια και εμείς να ψηφίζουμε «μνημονιακά».
Υ.Γ.: Αλήθεια, τώρα που θα εξαφανίσουμε το «Μνημόνιο» και θα εμφανίσουμε το «Συμβόλαιο», «Πρόγραμμα» ή όπως αλλιώς το ονομάσουν, δεν θα (έχουν λόγους να) μας… ψεκάζουν; Ή μήπως όχι; Λέτε να αντικαταστήσουν την Τρόικα και στους ψεκασμούς οι… «Θεσμοί»;