Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κολ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κολ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Ελπίδες από τους… αφρούς του Φίλιπ Ρέσλερ



Οι… αφροί που έβγαιναν από το στόμα του αντιπροέδρου της γερμανικής κυβέρνησης Φίλιπ Ρέσλερ για το ατυχές αποτέλεσμα που είχε το κόμμα του, οι συγκυβερνώντες με την Άνγκελα Μέρκελ «Ελεύθεροι Δημοκράτες», στη χθεσινή εκλογική αναμέτρηση στη Βαυαρία, το μεγαλύτερο και πλουσιότερο ομόσπονδο κρατίδιο της Γερμανίας, είναι μια από τις πιο ελπιδοφόρες ειδήσεις του τελευταίου διαστήματος για τη χώρα μας και συνολικά την Ευρώπη.
Αν, μάλιστα, οι Γερμανοί ψηφοφόροι που την ερχόμενη Κυριακή θα πάνε στις κάλπες για να εκλέξουν το Ομοσπονδιακό τους Κοινοβούλιο και, ουσιαστικά, για να αποφασίσουν τον κυβερνητικό συνασπισμό που θα αναλάβει τα ηνία της χώρας τους, αλλά –κακά τα ψέματα- και όλης της Ευρώπης, ακολουθήσουν το προμήνυμα των Βαυαρών, τότε πολλά μπορεί να αλλάξουν όχι μόνο στο Βερολίνο αλλά και σε ολόκληρη την ήπειρό μας.
Οι «Ελεύθεροι Δημοκράτες» (FDP) του κ. Ρέσλερ, οι οποίοι με το μόλις 3% που συγκέντρωσαν χθες, μένοντας έξω από το βαυαρικό κοινοβούλιο και στις τελευταίες δημοσκοπήσεις βρίσκονται στο όριο για να εξασφαλίσουν το 5% που θα τους επιτρέψει να εκπροσωπηθούν στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, μόνο κατ΄ όνομα θυμίζουν το «κόμμα του μέτρου» που ήταν το FDP την εποχή που είχε στην ηγεσία του τον Χανς Ντίτριχ Γκένσερ, ο οποίος συγκυβέρνησε τόσο με τους Σοσιαλδημοκράτες του Χέλμουτ Σμιτ όσο και με τους Χριστιανοδημοκράτες του Χέλμουτ Κολ, διατηρώντας επί μια εικοσαετία το πόστο του αντικαγκελάριου και υπουργού Εξωτερικών.
Οι επίγονοι του κ. Γκένσερ έχουν υιοθετήσει ακραίες νεοφιλελεύθερες θέσεις και τα στελέχη του FDP που συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό υπό την κ. Μέρκελ πρωταγωνίστησαν στις επιθέσεις κατά της Ελλάδας, ενώ ήταν από τους πλέον ένθερμους θιασώτες της υπερβολικής λιτότητας που μας επιβλήθηκε οδηγώντας στην καταστροφική ύφεση που βιώνουμε για έκτη συνεχή χρονιά και, ταυτόχρονα, από τους πλέον αυστηρούς αρνητές οποιασδήποτε προοπτικής να βοηθηθεί η Ελλάδα μέσα από ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα που θα φρέναρε την ανεργία και θα περιόριζε τις κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης.
Δεν είναι τυχαίες, εξάλλου, οι… αφρώδεις προειδοποιήσεις που απηύθυνε χθες βράδυ ο κ. Ρέσλερ προς τους συμπατριώτες του, μετά την παταγώδη αποτυχία στη Βαυαρία, για το ενδεχόμενο από τις παγγερμανικές κάλπες της ερχόμενης Κυριακής να ανοίξει ο δρόμος για έναν μεγάλο κυβερνητικό συνασπισμό, στον οποίο οι Χριστιανοδημοκράτες της κ. Μέρκελ θα υποχρεωθεί να συγκατοικήσει με τους Σοσιαλδημοκράτες του Πέερ Στάινμπρουκ.
Ως γνήσιος νεοφιλελεύθερος, ο νυν αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας εμφανίζει τον «Grosse Koalition» (μεγάλο συνασπισμό) ως τη μέγιστη «απειλή» για τους Γερμανούς επειδή πιθανολογεί, μάλλον βάσιμα, ότι η εξαφάνιση του κόμματός του και η παρουσία των Σοσιαλδημοκρατών στην κυβέρνηση του Βερολίνου θα αλλοιώσει την οικονομική πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας που επιβάλει η γερμανική κυβέρνηση τόσο στο εσωτερικό της όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ωστόσο, αυτό που κατά τον κ. Ρέσλερ συνιστά «απειλή», αποτελεί την πλέον ευοίωνη προοπτική για την Ελλάδα και τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο, καθώς ο υποψήφιος καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών και πιθανότερος κυβερνητικός εταίρος των Χριστιανοδημοκρατών, εφόσον υποχωρήσει η δύναμη του FDP, έχει αναγνωρίσει -και ως ένα βαθμό έχει δεσμευθεί- ότι για να επέλθει η οικονομική ανάκαμψη στην Ευρώπη, δεν αρκούν οι μεταρρυθμίσεις. Αλλά απαιτείται να συμπληρωθεί η πολιτική αυτή με τη συνομολόγηση ενός «Σχεδίου Μάρσαλ», το οποίο, μέσω ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, θα τονώσει την ανάπτυξη και την απασχόληση, όπως έγινε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη γενναιόδωρη βοήθεια που έλαβαν τότε οι ηττημένοι Γερμανοί.
Χωρίς να τρέφουμε αυταπάτες ότι το σύνολο των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας μπορεί να επιλυθούν αυτομάτως και μόνον με την έξωθεν βοήθεια, είναι βέβαιο ότι η ετυμηγορία των Γερμανών ψηφοφόρων δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους, καθώς μας αφορά και θα κρίνει πολλά. Και κυρίως θα καθορίσει την προοπτική να απαλλαγούμε μια ώρα αρχύτερα από τον σφικτό μνημονιακό κορσέ που, εν είδει «ζουρλομανδύα», μας φόρεσε το «τρίο» των Μέρκελ – Σόιμπλε και Ρέσλερ.
Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να παραβλέψει κανείς ότι οι επαφές που θα έχει αυτή την εβδομάδα στις Βρυξέλλες ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, προετοιμάζοντας το έδαφος για τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν το επόμενο διάστημα σχετικά με την κατεύθυνση που θα πάρει το οικονομικό πρόγραμμα, θα κριθούν, είτε το θέλουμε είτε όχι, από το αποτέλεσμα που θα βγάλουν οι γερμανικές κάλπες. Και, αν θέλετε, το ίδιο ακριβώς ισχύει και για όσα εξήγγειλε χθες από τη ΔΕΘ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας.
Ας ελπίσουμε, λοιπόν, το βράδυ της Κυριακής να ξαναδούμε… αφρισμένο τον κ. Ρέσλερ. Σίγουρα θα είναι μια καλή είδηση για την Ελλάδα, μια καλή είδηση για την Ευρώπη…

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 16.9.2013)

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Καλοί οι Φρανσουά, αλλά, πρωτίστως, για τη Γαλλία

Δεν είχα κλείσει τα είκοσι,  τον Μάιο του 1981, που έγινε η κυβερνητική αλλαγή στη Γαλλία. Με την νεανική ορμή, αλλά και με το κλίμα της περιόδου εκείνης, πανηγύρισα δεόντως, όπως, άλλωστε, και πολλοί άλλοι  Έλληνες, την εκλογή του σοσιαλιστή –θρύλου, για μας τους νέους της εποχής- Φρανσουά Μιτεράν στη γαλλική προεδρία, την οποία –δικαίως- θεωρήσαμε ως προπομπό της επερχόμενης ιστορικής αλλαγής στη χώρα μας.
Τριάντα ένα χρόνια μετά, χαίρομαι που ένας άλλος σοσιαλιστής, ο Φρανσουά -και αυτός- Ολάντ, πήρε προβάδισμα στον προχθεσινό πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών και είναι πολύ πιθανόν ότι θα καταφέρει να εκθρονίσει τον Νικολά Σαρκοζί από τα Ηλύσια Πεδία στον δεύτερο γύρο που θα γίνει στις 6 Μαΐου, την μέρα που και εμείς εδώ θα ψηφίζουμε για τη δική μας διακυβέρνηση.
Χωρίς διάθεση να υποτιμήσω την αυταπόδεικτη σημασία μιας ενδεχόμενης κυβερνητικής αλλαγής στην Γαλλία, που όλοι αναγνωρίζουν ότι μπορεί να επηρεάσει τους υφισταμένους συντηρητικούς συσχετισμούς που επικρατούν στην Ευρώπη, θέλω να εξομολογηθώ ότι δεν νιώθω να με διακατέχει ο ενθουσιασμός που με είχε συνεπάρει όταν εξελέγη ο Μιτεράν.
Δεν ξέρω αν είναι τα (δικά μου) χρόνια που πέρασαν ή η εποχή που διανύουμε, αλλά αισθάνομαι πολύ συγκρατημένος απέναντι στις προσδοκίες που μπορεί -δικαιολογημένα, ως έναν βαθμό- να προκαλεί, ακόμη και σε συντηρητικά στρώματα του εγχώριου πολιτικού δυναμικού, η πιθανολογούμενη μετατροπή του σημερινού ευρωπαϊκού διδύμου κορυφής από «Μερκοζί» σε «Μερκολάντ».
Είναι γνωστό ότι ο σοσιαλιστής υποψήφιος υποσχέθηκε προεκλογικά ότι θα θέσει βέτο στην επικύρωση του περίφημου συμφώνου δημοσιονομικής πειθαρχίας, που καθιερώνει τον λεγόμενο «χρυσό κανόνα», ο οποίος απαγορεύει το έλλειμμα στους εθνικούς προϋπολογισμούς, και  με περισσή επιμονή επέβαλε σε όλη την Ευρώπη η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ.
«Αν το Σύμφωνο δεν περιέχει μέτρα για την ανάπτυξη , δεν θα υποστηρίξω την επικύρωσή του από την Εθνοσυνέλευση. Αυτή την υπόσχεση έχω δώσει στους Γάλλους και θα την τηρήσω», δήλωσε ο κ. Ολάντ, ο οποίος πρόσθεσε ότι δεν αισθάνεται ότι θα βρεθεί «απομονωμένος στην Ευρώπη», στην οποία, ως γνωστόν, τον τόνο δίνει η κ. Μέρκελ και η πλειοψηφία των συντηρητικών κυβερνήσεων.
Υπό άλλες, βεβαίως, συνθήκες, ο Φρανσουά Μιτεράν πριν από τρεις δεκαετίες επεχείρησε στην αρχή της προεδρικής θητείας του να εφαρμόσει στη Γαλλία «κεϊνσιανές» πολιτικές. Γρήγορα, όμως, υποχρεώθηκε να τις εγκαταλείψει, καθώς οι αδυσώπητες –ακόμη και τότε που δεν υπήρχε το σημερινό επίπεδο παγκοσμιοποίησης- αγορές, αντέδρασαν με βίαιο τρόπο, προκαλώντας υποχώρηση του φράγκου, φυγή κεφαλαίων, επενδυτική άπνοια και εκτίναξη της ανεργίας.
Στον σημερινό, απείρως πιο πολύπλοκο, κόσμο, τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα και τα περιθώρια για τον Φρανσουά Ολάντ πολύ πιο στενά. Η παγκοσμιοποίηση των αγορών, η κρίση δημοσίου χρέους που βαρύνει το σύνολο, σχεδόν, της Ευρώπης και το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, περιορίζουν τη μονομερή εφαρμογή μέτρων οικονομικής πολιτικής. Σε βαθμό τέτοιο που διακηρύξεις, όπως αυτές του πολιτικού του προπάτορα Φρανσουά Μιτεράν για «σοσιαλισμό σε μια χώρα», να μοιάζουν ως απόλυτη ουτοπία.
Επιπλέον, θέλω να υπενθυμίσω, για να μην τρέφουμε αυταπάτες, ότι ο γαλλογερμανικός άξονας βρίσκει δεκαετίες τώρα πεδίο συνεννόησης και συμβιβασμού, ανεξαρτήτως της ιδεολογικής κατεύθυνσης που έχουν οι ένοικοι των Ηλυσίων Πεδίων  και της καγκελαρίας. Είχα την τύχη να παρακολουθήσω από κοντά, το 1995, μια από τις τελευταίες ομιλίες του Φρανσουά Μιτεράν, έμπλεη με τα ευρωπαϊκά του οράματα, αλλά εκείνο που κυριάρχησε τα επόμενα χρόνια ήταν οι επιταγές του Μάαστριχτ που είχαν συνυπογράψει με τον Χέλμουτ Κολ. 
Όπως, επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα πολεμικά αεροσκάφη Μιράζ που παραγγείλαμε στη δεκαετία του ΄80, στη, σωστή, προσπάθεια που κατέβαλε η τότε ελληνική κυβέρνηση, να μην εξαρτώμεθα μόνον από τις ΗΠΑ στην προμήθεια αμυντικού υλικού, τα πληρώσαμε κανονικά και δεν μας έγινε καμία ειδική έκπτωση, επειδή οι κυβερνήσεις των δύο χωρών είχαν τους ίδιους θεωρητικούς ιδεολογικούς προσανατολισμούς. 
Έτσι, σε κάθε περίπτωση, όπως η εκλογή του Φ. Μιτεράν ήταν, πρωτίστως, καλή –ή, ίσως κατ΄ άλλους, κακή- για την Γαλλία και, δευτερευόντως, για την υπόλοιπη Ευρώπη, το ίδιο, πιστεύω, ότι ισχύει και για το νέο πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας. Εφόσον θα είναι ο Φρανσουά Ολάντ, δημιουργούνται, αναμφισβήτητα, ελπίδες για ένα καλύτερο ευρωπαϊκό περιβάλλον απέναντι στη χώρα μας. Αλλά, όπως επανειλημμένα έχω επισημάνει από αυτή τη στήλη, τα βασικά προβλήματα της Ελλάδας η εγχώρια πολιτική τάξη θα κληθεί να τα αντιμετωπίσει.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.