Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κούβα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κούβα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

Ο σταυρός και η σημαία που… κολλάνε με τα εμβόλια;

 

 

            Πλημμύρισαν το Σύνταγμα και η Ομόνοια την περασμένη Πέμπτη από ένα πλήθος συμπολιτών μας που αισθάνθηκε την ανάγκη να διαμαρτυρηθεί για την απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλει αφενός την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού για κάποιες ελάχιστες κατηγορίες εργαζομένων και αφετέρου να θεσπίσει περιορισμούς για την πρόσβαση σε κοινόχρηστους χώρους διασκέδασης και αναψυχής όσων επιμένουν να παραμένουν ανεμβολίαστοι.

            Το παράδοξο δεν είναι ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι –τέσσερις με πέντε χιλιάδες κατά τα φαινόμενα και τους επίσημους υπολογισμούς- σηκώθηκαν από τους καναπέδες για να διατρανώσουν την αντίθεσή τους απέναντι σε έναν «αόρατο εχθρό», που προφανώς δεν είναι ο ιός που έχει αναστατώσει στις ζωές όλων, αλλά κάτι αδιόρατο που το αποκαλούν «νέα τάξη πραγμάτων», «τσιπάκι του Μπιλ Γκέιτς», «παγκόσμιο πείραμα», «χούντα Μητσοτάκη» και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια. Ανάλογες κινητοποιήσεις, άλλωστε, έχουμε δει σε πολλές άλλες γωνιές του πλανήτη με αντίστοιχα συνθήματα – εξαιρουμένου, βεβαίως, εκείνου για τη… «χούντα Μητσοτάκη» που προσαρμόζεται στις τοπικές παραλλαγές («χούντα Μακρόν», «χούντα Μπάιντεν» και πάει λέγοντας….).     

Είναι, όμως, μεγάλο παράδοξο να βλέπει κανείς τους συμμετέχοντες σε αυτές τις… λαοσυνάξεις να κραδαίνουν ελληνικές σημαίες και σταυρούς, λες και είχαν βγει στους δρόμους για να υπερασπιστούν την πατρίδα και τη θρησκεία. Από την άλλη, ωστόσο, αυτή η παραδοξότητα αποτελεί ίσως και την καλύτερη απόδειξη για το πόσο συγκεχυμένα είναι τα πράγματα στο μυαλό των ανθρώπων οι οποίοι αντιδρούσαν παλαιότερα στα περιοριστικά μέτρα για την εξάπλωση της πανδημίας, πατώντας τις μάσκες στο Σύνταγμα, και κάνουν τώρα το ίδιο με τη δαιμονοποίηση του εμβολιαστικού προγράμματος.

Διότι, ακόμη και αν οποιοσδήποτε εχέφρων άνθρωπος θέλει να δείξει στοιχειώδη κατανόηση προς όσους προτάσσουν την -αναμφίβολα υπερβολική- ανησυχία για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, σίγουρα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παράλογη σύνδεση τους με τον πατριωτισμό και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ενός εκάστου. Οι μισοί και παραπάνω Έλληνες που έχουν ήδη εμβολιαστεί -5.364.957 έκαναν ήδη τουλάχιστον τη μία δόση- δεν είναι ούτε λιγότερο πατριώτες, ούτε λιγότεροι Χριστιανοί από εκείνους οι οποίοι για δικούς τους λόγους –φόβο, ανασφάλεια, παραπληροφόρηση ή απλή εμμονή- διστάζουν ή αρνούνται να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα.

Έχουν γραφεί πολλά και έχουν ειπωθεί περισσότερα για τον υποτιθέμενο διχασμό που προκαλούν οι αποφάσεις για τον διαχωρισμό ανάμεσα σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους. Ορισμένοι διατείνονται ότι τα μέτρα διαχωρισμού φουντώνουν το «κίνημα» του αρνητισμού. Η διεθνής εμπειρία, ωστόσο, που θα πρέπει να αποτελεί τη σταθερή πυξίδα για την ερμηνεία όσων συμβαίνουν και στη χώρα μας, δεν επιβεβαιώνει αυτές τις εικοτολογίες. Σχεδόν παντού στον κόσμο –από το Ισραήλ έως τη Βρετανία και από τη Γαλλία έως τις ΗΠΑ, για να αναφερθούμε κυρίως σε χώρες που έχουν επάρκεια εμβολίων- παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο: ο ρυθμός προόδου των εμβολιασμών φρενάρει περίπου όταν εμβολιάζεται ο μισός πληθυσμός της κάθε χώρας.

Με άλλα λόγια, όπως σε πολλές άλλες παραμέτρους που αφορούν την πανδημία του κορωνοϊού, έτσι και στον αναγκαίο καθολικό εμβολιασμό που θα μπορούσε να μας απαλλάξει από αυτή τη μάστιγα, ουδείς έχει βρει τη χρυσή συνταγή. Από την μια άκρη του κόσμου ως την άλλη, της… Κούβας συμπεριλαμβανομένης, οι ίδιες τάσεις κυριαρχούν και, λίγο ως πολύ, οι ίδιες νοοτροπίες επικρατούν. Πάνω κάτω, τα ίδια προβλήματα καλούνται να επιλύσουν οι κυβερνήσεις και με τον ίδιο ανορθολογισμό βρίσκονται αντιμέτωποι οι πολίτες που πασχίζουν να προστατευθούν από την επέλαση του απειλητικού ιού.

Παρά ταύτα, θα είναι λάθος να πιστέψει κάποιος ότι οι παραδοχές αυτές οδηγούν στην παραίτηση από τον διπλό συλλογικό αγώνα που χρειάζεται να δώσουν οι σύγχρονες κοινωνίες, αφενός, για να περιοριστούν οι συνέπειες από το επιδημιολογικό φορτίο, που θα όλα δείχνουν ότι θα αργήσει να μας απαλλάξει από την παρουσία του, και, αφετέρου, για να πειστεί ο σκληρός πυρήνας των αρνητών ότι η πανδημία δεν απειλεί ούτε την πατρίδα ούτε τη θρησκεία του καθενός μας. Απειλεί τις ζωές όλων μας και περισσότερο εκείνων που παραμένουν πεισματικά ανεμβολίαστοι.

Το καλύτερο που έχουν να κάνουν όσοι αντιδρούν είναι να υποστείλουν τις σημαίες και τους σταυρούς και να δουν την πραγματικότητα κατάματα. Κανείς δεν πρόκειται να τους εμβολιάσει με το ζόρι. Οπότε μπορούν να παραμείνουν ανεμβολίαστοι χωρίς να παριστάνουν τους πατριώτες ή να επικαλούνται τα θεία. Εκείνο, όμως, που δεν μπορούν να αποφύγουν, τόσο οι ίδιοι οι αρνητές όσο και οι κάθε είδους «δικαιωματιστές», που δηλώνουν αλληλέγγυοι, μιλώντας εν ονόματι, δήθεν, της αποφυγής του διχασμού, είναι η αναγνώριση ότι στις οργανωμένες κοινωνίες επικρατεί μια άγραφη, αλλά καθοριστική για τη συμβίωσή μας, συνθήκη σύμφωνα με την οποία η ελευθερία του ενός σταματάει εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων.

Επειδή, λοιπόν είναι πλέον πασιφανές ότι η «ελευθερία» όσων επιμένουν να μη θέλουν να εμβολιαστούν πλήττει βάναυσα έως θανάσιμα την ελευθερία όλων όσοι εμβολιαστήκαμε, οι αρνούμενοι δεν έχουν παρά να συμβιβαστούν με αυτή τη συνθήκη. Ή εμβολιάζονται ή περιορίζονται. Τόσο απλά, τόσο καθαρά!

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2016

Οιωνοί μιας επερχόμενης πτώσης



Τί ενώνει τον Μίκη Θεοδωράκη με τον Δημήτρη Κοντομηνά; Ποιό κοινό στοιχείο μπορεί να είχαν ο Μανώλης Γλέζος με τον Σταύρο Ψυχάρη; Και τί είναι εκείνο που συνέδεσε κάποια στιγμή τον Παναγιώτη Λαφαζάνη με τον Τάκη Μπαλτάκο; Ή τον Αριστείδη Μπαλτά με τον Γιάννη Λούλη, τον Αλέκο Αλαβάνο με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο και τη Γιάννα Αγγελοπούλου με τον Στέφανο Τζουμάκα;
Πρόκειται για ένα μικρό δείγμα πολύπειρων, κατά τεκμήριο, προσώπων από τον χώρο της πολιτικής και των επιχειρήσεων που τα προηγούμενα χρόνια γοητεύθηκαν από τις μεγαλοστομίες του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα. Με τον ένα ή τον άλλο, ο καθένας εξ αυτών συνέβαλε στην αναρρίχηση και στη διατήρησή του νεαρού πολιτικού στην πρωθυπουργία, την οποία κατέλαβε σχεδόν δια περιπάτου. Και, στην πραγματικότητα, το πέτυχε χωρίς να διαθέτει κανένα ιδιαίτερο ταλέντο, αλλά, όπως περίτρανα πλέον αποδεικνύεται, με μοναδικό προσόν το θράσος το οποίο τροφοδοτούσε τον αμοραλισμό που του επέτρεπε να επιδίδεται σε κάθε είδους απίθανους ισχυρισμούς και υπερφίαλες διακηρύξεις, του τύπου «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν».
Είναι οι ίδιοι που ένας προς έναν, άλλος νωρίτερα και άλλος αργότερα, άρχισαν να αντιλαμβάνονται το μέγεθος της ασύγγνωστης πλάνης με την οποία αντιμετώπισαν τον κ. Τσίπρα. Θα αρκούσε να επισημάνει κανείς τα όσα με ύστερη γνώση πρεσβεύουν για εκείνον οι δύο προκάτοχοί του στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ: ο Αλέκος Αλαβάνος, ο οποίος τον έχρισε διάδοχό του, και ο Νίκος Κωνσταντόπουλος ο οποίος τον στήριξε σθεναρά στα πρώτα αρχηγικά βήματα. Παρότι βγαλμένοι και οι δύο από το καμίνι της προδικτατορικής και μεταδικτατορικής πολιτικής διαπάλης, βρέθηκαν χωρίς να το καταλάβουν στο περιθώριο από ένα μειράκιο της πολιτικής που απέδειξε πως για να κερδίσει όσα διεκδικούσε ήταν διατεθειμένος να κάνει τα πάντα.
Δεν ήταν, πάντως, μόνον από την αριστερή όχθη όσοι –με πιο πρόσφατο, αλλά πιθανότατα όχι τελευταίο, τον Αριστείδη Μπαλτά, ο οποίος απομακρύνθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού, χωρίς, όπως δήλωσε, να καταλάβει γιατί- βίωσαν την ψυχρολουσία ότι «χρησιμοποιήθηκαν» για τη δόξα του εκκολαπτόμενου ηγέτη και κατόπιν τους επιφυλάχθηκε η τύχη της στημένης λεμονόκουπας. Αφήνοντας κατά μέρος τους επιχειρηματίες, οι οποίοι πιθανότατα είχαν ως μοναδικό κίνητρο την υπεράσπιση των επιχειρηματικών τους συμφερόντων, δεν μπορεί να μην εκπλήσσεται κανείς με όσους από τον χώρο της συντηρητικής παράταξης έπεσαν τόσο εύκολα θύματα της τσιπρικής γοητείας: «ο Τσίπρας ιδρώνει τη φανέλα» ισχυριζόταν στις αρχές του 2015 ο κ. Μπαλτάκος, πάλαι ποτέ στενός συνεργάτης του Αντώνη Σαμαρά. Ενώ την ίδια ώρα διάφοροι σμπίροι απέδιδαν στον έτερο «γαλάζιο» πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή φράσεις του τύπου «τον πάω τον “μικρό”» ή «ο ”μικρός” έχει δίκιο» στην εποχή της βαρουφάκειας δήθεν διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους εταίρους.
Σε πείσμα, ωστόσο, των βαθυστόχαστων αναλύσεων του κ. Λούλη, ο οποίος υποστήριζε το καλοκαίρι του 2015 ότι «η σύνεση είναι η πιο καθοριστική πυξίδα στον δρόμο που μοιάζει να διαλέγει ο Aλέξης Tσίπρας» και προεξοφλούσε την κυριαρχία του στον λεγόμενο «μεσαίο χώρο», χαρακτηρίζοντάς την «ευπρόσδεκτο δώρο», όποιος διάβασε την τελευταία δήλωση του Μίκη Θεοδωράκη για τον…. «μάγκα Τσίπρα», ο οποίος, ενώ «το παίζει επαναστάτης» στην Αβάνα, επιστρέφοντας στην Αθήνα «ξαναγίνεται «το παιδί που κάνει τα θελήματα της Μέρκελ», εύκολα αντιλαμβάνεται πόσο η πραγματικότητα διέψευσε τις προσδοκίες όλων όσοι είχαν επενδύσει στον πολιτικό που αυτοεπαιρόταν δημοσίως επειδή «κατάφερε στα σαράντα του να γίνει πρωθυπουργός».
Ανεξαρτήτως αν συμφωνεί ή όχι κανείς με την εμβρίθεια της πολιτικής ανάλυσης του διάσημου μουσικοσυνθέτη, τα όσα έγραψε ο Μίκης σχολιάζοντας το πρωθυπουργικό ταξίδι στην Κούβα, αποτελούν έναν σαφή οιωνό για το ξεκίνημα της αντίστροφης μέτρησης προς την πτώση της εξουσίας του κ. Τσίπρα. Μιας εξουσίας που οικοδομήθηκε στα σαθρά θεμέλια θεολογικού τύπου πεποιθήσεων όπως εκείνη που ήθελε τους δανειστές να μας διαγράφουν το μεγαλύτερο μέρος τους χρέους, χάρις στη γοητεία που θα ασκούσε πάνω τους ο έλληνας πρωθυπουργός, κατά το προηγούμενο της εγχώριας επιχειρηματικής ελίτ που του είχε παραδοθεί αμαχητί.
Άλλωστε, μόνον όποιος εθελοτυφλεί δεν βλέπει πλέον τη μεγάλη μεταστροφή της κοινής γνώμης, όπως καταγράφεται και στις έρευνες που δημοσιεύουν και φιλικά προς την κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης. Πέρασε, για παράδειγμα, σχετικά απαρατήρητη μια μέτρηση – καταπέλτης που είδε τις προηγούμενες ημέρες το φως από τις στήλες της «Εφημερίδας των Συντακτών». Η εταιρία Prorata που τη διεξήγαγε βρήκε ότι μόλις το 8% του εκλογικού σώματος δηλώνει, με βεβαιότητα ανώτερη του 80%, πρόθεση να ξαναψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν το αντίστοιχο ποσοστό για τη ΝΔ είναι 21%, καθώς επίσης και ότι είναι πολύ λιγότεροι εκείνοι που χαρακτηρίζουν «έντιμο» και «αποτελεσματικό» τον Αλέξη Τσίπρα σε σχέση με όσους πιστεύουν το ίδιο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ακόμη πιο σημαντικά, όμως, είναι τα ευρήματα της ίδιας έρευνας που καταδεικνύουν ότι πλέον όλα όσα υπερασπίζεται ο κ. Τσίπρας είναι μειοψηφικές απόψεις για την ελληνική κοινωνία, η οποία διαφωνεί, πλειοψηφικά, με τον χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, τάσσεται υπέρ της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, συμφωνεί να απολύονται οι δημόσιοι υπάλληλοι που αξιολογούνται αρνητικά και επιθυμεί  χαμηλότερη φορολογία για τις επιχειρήσεις.
Ο πιο αξιόπιστος οιωνός, όμως, για τα μελλούμενα μοιάζει να είναι η απάντηση στο ερώτημα – άλλοθι των κυβερνώντων: «και γιατί οι άλλοι καλύτεροι ήταν;». Όλο και περισσότεροι συμπολίτες μας απαντούν θετικά και αυτό δεν μπορεί να το αρνηθούν ούτε οι πιο ακραίοι αρνητές της δημοσκοπικής αξιοπιστίας.

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Η Αβάνα, η γαλοπούλα και ο οβελίας



Αν, όπως έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, ισχύει το «ουδέν κακόν αμιγές καλού», μάλλον πρέπει να δούμε και τις… θετικές πλευρές από το μακρινό ταξίδι που έκανε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ως την Αβάνα για να αποχαιρετίσει τον Φιντέλ Κάστρο.
Άθελά του προφανώς, ο κ. Τσίπρας απομυθοποίησε την υποτιθέμενη κρισιμότητα των στιγμών, την οποία -εν μέσω άνοστων αστεϊσμών, όπως οι παραλληλισμοί με τους γάμους της Γκρέις Κέλι και της Νταϊάνα- επικαλούνταν ο αλλοπρόσαλλος υπουργός του επί των Οικονομικών που αποδεικνύεται επικίνδυνα ανίκανος ακόμη και να μάθει να μιλάει σωστά ελληνικά. 
Διότι αν «ο Δεκέμβρης είναι ο πιο κρίσιμος μήνας, από το καλοκαίρι του 2015», όπως ισχυρίστηκε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος από το βήμα της Βουλής, με ποιο θράσος ο πρωθυπουργός πήρε το αεροπλάνο και πέταξε ως την Καραϊβική για να εκφωνήσει επικήδειο στον εκλιπόντα Κουβανό ηγέτη; Μπορεί να είναι δικαιολογία ότι άδραξε την ευκαιρία για να επιτεθεί σε εκείνους με τους οποίους υποτίθεται ότι διαπραγματεύεται;
Πολύ περισσότερο που λίγο πριν ξεκινήσει η πτήση του εκλιπαρούσε τον Επίτροπο Π. Μοσκοβισί και τον τραπεζίτη Μ. Κερέ να δείξουν λίγη γενναιοδωρία για το δημόσιο χρέος, ώστε να μην κινδυνεύσει η καρέκλα του, αλλά και να έχει… καύσιμα το πρωθυπουργό αεροπλάνο για να πετάξει πάνω από τον Ατλαντικό. Χωρίς καμία ιδιαίτερη δυσκολία, όμως, φθάνοντας στον προορισμό του αποκάλεσε «δυνάστες» τους εταίρους – δανειστές της χώρας μόλις βρέθηκε μπροστά σε ένα διαφορετικό κοινό, όπως ήταν οι ηγέτες χωρών του τρίτου κόσμου που τον πλαισίωναν στον αποχαιρετισμό του Κάστρο και άκουγαν μάλλον ευχάριστα τον έμμεσο εξάψαλμο κατά της… άκαρδης Ευρώπης που έβγαινε από τα χείλη του.
Γι΄ αυτό και τόσο το ταξίδι του στην Αβάνα όσο και τα όσα περιείχε ο επικήδειος στον Φιντέλ που εκφώνησε, πέρα από ο,τιδήποτε άλλο μπορεί να ισχυριστεί ο καθένας που συμπαθούσε ή όχι τον εκλιπόντα Κουβανό, το μόνο βέβαιο είναι ότι λειτούργησαν απομυθοποιητικά για την –υποτιθέμενη- υπερήφανη –δήθεν- διαπραγμάτευση την οποία κάνουν ο Τσίπρας και οι συνεργάτες του και που η κατάληξή της μοιάζει προδιαγεγραμμένη.
Δεν χρειάζεται να έχει κάποιος μαντικές ικανότητες για να προδικάσει ότι, με μεγαλύτερη ή μικρότερη καθυστέρηση, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα δεχθεί στο τέλος όλα όσα θα θελήσουν να της επιβάλουν οι αποκληθέντες «δυνάστες», συνεχίζοντας τη γνωστή τακτική των συνεχών υποχωρήσεων που, κατά την προσφιλή τους συνήθεια, συνοδεύονται από πολεμικές ιαχές με τις οποίες επιχειρείται να καλλιεργηθούν ψευδαισθήσεις περί επικράτησης.
Το έργο, άλλωστε, είναι γνωστό και πολυπαιγμένο: μπαίνουν γονυπετείς στο Χίλτον και αφού αποθέσουν τα πάντα στα πόδια της Ντέλιας Βελκουλέσκου, με πρώτη και καλύτερη την προσωπική τους αξιοπρέπεια, βγαίνουν έξω επιδιδόμενοι πότε σε αστείους λεονταρισμούς και πότε σε γελοίους πανηγυρισμούς. Ποιός, για παράδειγμα, ξεχνά τον περιλάλητο Κατρούγκαλο που τρόλαρε αδίστακτα τους συνταξιούχους υποσχόμενος επερχόμενες αυξήσεις τις μέρες που οι απόμαχοι της δουλειάς έρχονταν αντιμέτωποι με την κατακρεούργηση του εισοδήματός τους; 
Επειδή, πάντως, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες βρίσκουν παραλληλισμούς με το καλοκαίρι του 2015, θα είχε ενδιαφέρον να προχωρούσαν και σε ανάλογες κινήσεις με τις οποίες θα ενέπλεκαν τους πολίτες στο ζήτημα της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης, όπως έγινε αρχικά με το διαβόητο δημοψήφισμα του περυσινού Ιουλίου και κατόπιν με τις κάλπες «εξπρές» του Σεπτεμβρίου.
Τώρα, βεβαίως, το… τροπάρι με τις εκλογές φαίνεται να έχει αλλάξει, αφού, για την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, «το σενάριο των εκλογών είναι επικίνδυνο για την χώρα», όπως υποστήριξε ο εκπρόσωπος της Δ. Τζανακόπουλος. Διότι, λέει, «διακόπτει την 2η αξιολόγηση, διακόπτει τη συζήτηση και το momentum για τη ρύθμιση του χρέους, διακόπτει και τη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται έτσι ώστε να ενταχθεί η χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης».
Αν, όμως, έχουν έτσι τα πράγματα και πλέον οι άνθρωποι, οι οποίοι αποθέωναν σε κάθε ευκαιρία την προσφυγή στις κάλπες, πιστεύουν ότι «οι εκλογές είναι επικίνδυνες», γιατί δεν δοκιμάζουν την εναλλακτική ενός δημοψηφίσματος; Θα είχε ενδιαφέρον, επιστρέφοντας από την Αβάνα, ο Αλέξης Τσίπρας να έμπαινε στον… πειρασμό να ρωτούσε πόσοι από τους Έλληνες επιθυμούν να κλείσει εκείνος την αξιολόγηση, υπογράφοντας στην πραγματικότητα ένα ακόμη Μνημόνιο και πόσοι θέλουν να τον δουν να αφήνει το Μαξίμου. Και ας έκανε μετά το αντίθετο, όπως εκείνος ξέρει…
Ας μην τρέφονται, ωστόσο, αυταπάτες. Το πιθανότερο είναι ότι ο Τσίπρας δεν θα κάνει ούτε εκλογές ούτε δημοψήφισμα. Και δεν θα κάνει τίποτε από τα δυο, διότι όλο και κάποιος θα του έχει θέσει υπόψη του τη ρήση του Αμερικανού Προέδρου Αβραάμ Λίνκολν σύμφωνα με την οποία «μπορείς να κοροϊδεύεις πολλούς για λίγο καιρό ή λίγους για πολύ καιρό, αλλά δεν μπορείς να τους κοροϊδεύεις όλους για πάντα». Αλλά και αν δεν του είπαν για τον Λίνκολν, μπορεί ευρισκόμενος στην Κούβα να αναρωτήθηκε ο ίδιος τους λόγους για τους οποίους οι Κάστρο αποφεύγουν επί τόσες δεκαετίες να προκηρύξουν εκλογές στη χώρα τους.
Συμπέρασμα; Οι πολυπληθείς εν Ελλάδι μετακλητοί υπάλληλοι που «τρούπωσαν» τους τελευταίους 22 μήνες σε θέσεις του Δημοσίου, ας μην αγωνιούν. Χριστουγεννιάτικη «γαλοπούλα» θα φάνε στις καρέκλες τους. Για τον πασχαλινό «οβελία» βλέπουμε...