Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύπρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύπρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Διδάγματα από τα 200 χρόνια

 

Καθώς ολοκληρώθηκε ο κεντρικός κορμός των εκδηλώσεων για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ακολουθώντας την ανάγκη για αναστοχασμό, δεν μπορούμε να μην παραδεχθούμε και να μην διατυμπανίσουμε ότι ο ξεσηκωμός του υπόδουλου επί τέσσερις αιώνες Γένους των Ελλήνων υπήρξε ένα συγκλονιστικό γεγονός με πολύπλευρες διαστάσεις.

Με την απόσταση των δύο αιώνων που παρήλθαν έκτοτε, δεν χρειάζεται να είναι κάποιος εθνικά «υπερευαίσθητος» για να αναγνωρίσει ότι ο Αγώνας για την Παλιγγενεσία των Ελλήνων ήταν και παραμένει μοναδικός στην παγκόσμια Ιστορία.

Μπορεί να επηρεάστηκε από την Αμερικανική και τη Γαλλική Επανάσταση, που προηγήθηκαν χρονικά, ωστόσο, η εξέγερση του ελληνικού Γένους δεν είχε ανάλογο ιστορικό προηγούμενο. Με όλες τις διαφορές ή και τις αντιθέσεις που μπορεί να είχαν μεταξύ τους, οι πρόγονοί μας ήταν ο πρώτος λαός που ξεκίνησε και οδήγησε σε αίσιο πέρας έναν τιτάνιο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Ουδείς μπορεί να παραβλέψει ότι η θετική κατάληξη ήταν, εν τέλει, και αποτέλεσμα έξωθεν παρεμβάσεων, οι οποίες εκδηλώθηκαν είτε με τη δράση του επίσης μοναδικού έως τότε εθελοντικού κινήματος που συγκρότησαν χιλιάδες φιλέλληνες, είτε με την εμπλοκή των μεγάλων δυνάμεων της εποχής οι οποίες συναίνεσαν στην ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.

Από την άλλη, όμως, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι, πέρα και πάνω από όλα, εκείνο που έκρινε τον Αγώνα ήταν η απόφαση τόσο πολλών ανθρώπων να πολεμήσουν και να θυσιαστούν για «της πατρίδος την ελευθερία».

Σε αντίθεση, εξάλλου, με όσα διατείνονται ορισμένοι, οι τάξεις των εξεγερμένων Ελλήνων δεν στελεχώθηκαν μόνον από απελπισμένους οι οποίοι ανήκαν στην κατηγορία των ανθρώπων που δεν είχαν που «την κεφαλήν κλίναι». Σε πολλές περιπτώσεις οι επαναστάτες προέρχονταν από τους, τηρουμένων των αναλογιών, «προνομιούχους» της οθωμανικής περιόδου.

Στον ξεσηκωμό, άλλωστε, συμμετείχαν εκτός από μεμονωμένους ευκατάστατους της εποχής, και ολόκληρες περιοχές, όπως η Νάουσα ή η Χίος, που γνώριζαν οικονομική άνθηση επειδή διέθεταν ειδικά προνόμια. Και, παρά ταύτα, δεν έμειναν απαθείς στα επαναστατικά κελεύσματα. Χιλιάδες άνθρωποι δεν δίστασαν να διακινδυνεύσουν τη βολή τους υιοθετώντας εμπράκτως το σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος» για το οποίο πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος οι ίδιοι και οι οικογένειες τους.

Υπό αυτό το πρίσμα, είναι σίγουρα μεγάλο άδικο που η πανδημία του κορωνοϊού δεν επέτρεψε να γίνει η επέτειος των 200 χρόνων αφορμή για να συζητήσουμε –και να διαφωνήσουμε ίσως…- για τις πολλές πτυχές που αναμφισβήτητα είχε η Εθνεγερσία των Ελλήνων. Αλλά κυρίως χάθηκε η ευκαιρία να αναδειχθεί η μοναδικότητά της.

Σκεφθείτε μόνον πως ήταν ο χάρτης τη ευρύτερης περιοχής μας το 1821 μόλις πριν από δύο αιώνες. Και αναλογιστείτε σε πόσους λαούς και πόσα έθνη οι επαναστατημένοι Έλληνες έδειξαν τον δρόμο προς την ελευθερία και την εθνική αποκατάσταση.

Όπως και να έχει, πάντως, αν κάτι περισσότερο από όλα τα άλλα έχουμε να διδαχθούμε όλοι εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες από το ’21 είναι το συλλογικό πνεύμα της εθνικής αυτοπεποίθησης που διακατείχε τους ομοεθνείς μας εκείνης της συγκλονιστικής περιόδου.

Είναι εντυπωσιακό πως εκμηδενίστηκαν οι αποστάσεις και σε μια εποχή χωρίς τις σύγχρονες επικοινωνίες συντονίστηκαν παίρνοντας σχεδόν ταυτόχρονα τα όπλα για να ριχθούν στις μάχες νέοι άνθρωποι από το Ιάσιο και το Δραγατσάνι έως τον Μωριά και τη Ρούμελη και από τις Σπέτσες και τα Ψαρά έως την Κρήτη και την Κύπρο.

Μπορεί να μην απέφυγαν τους διχασμούς και τις εμφύλιες συγκρούσεις (για τις οποίες δεν είναι ανάγκη να αναζητούμε… άλλοθι ενοχοποιώντας τους ξένους), πλην, όμως, έμειναν ενωμένοι στον κοινό σκοπό. Και ο κοινός τους σκοπός δεν ήταν άλλος από το να στήσουν εκ του μηδενός ένα καινούργιο κράτος. Για να ζήσουν μέσα σε αυτό ελεύθεροι να μιλούν τη γλώσσα τους, να ακολουθούν τα ήθη και τα έθιμα τους, να τιμούν τους προγόνους τους και να εργάζονται για την προσωπική και τη συλλογική τους ευημερία.

Διακόσια χρόνια μετά, εμείς οι απόγονοί τους δεν έχουμε παρά να πορευθούμε με το ίδιο σθένος και να δώσουμε τις δικές μας μάχες για τη συλλογική εθνική αυτοπεποίθηση, όπως την επιτάσσουν οι δικοί μας –τόσο ίδιοι σε κάποια πράγματα και τόσο διαφορετικοί σε κάποια άλλα- καιροί!

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

Μνημόσυνα με ξένα κόλλυβα και άλλα προεκλογικά «φούμαρα»



Μόνο σε μια χώρα, η οποία έχει λύσει όλα τα προβλήματά της ή απλώς κυβερνάται από αργόσχολους, θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν τελετές και παράτες που στήνονται άνευ λόγου και αιτίας, όπως αυτές που παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρεςμε τον περιβόητο «Φάκελο της Κύπρου» και αφήνουν έκθαμβους όσους, τουλάχιστον, εξ ημών έχουμε μια σχετική (επί)γνωση των πραγμάτων.
Μέχρι φωτογραφίες –με δικά μας προφανώς έξοδα- μοίρασε το Μέγαρο Μαξίμου για να εορταστεί το… κοσμοϊστορικό γεγονός που δεν ήταν άλλο «από τη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο της Βουλής για την παράδοση των εκδόσεων Φάκελος Κύπρου», όπως μας πληροφορεί η ανακοίνωση που συνοδεύει τα ενσταντανέ με τους τέσσερις τόμους που είναι απλωμένοι πάνω στο τραπέζι του πρωθυπουργικού γραφείου και δείχνουν τον Αλέξη Τσίπρα να παρακολουθεί βλοσυρά τον Νίκο Βούτση.
Προσωπικά δεν μπορώ να κρύψω την πολύ μεγάλη περιέργεια που με διακατέχει για να μάθω τι ακριβώς έλεγαν οι δυο τους. Όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά για να πληροφορηθώ αν ήταν επίσημη «γραμμή» ή προϊόν απλής αδαοσύνης τα όσα διέδιδαν εκ των προτέρων κάποια αμειβόμενα από το κυβερνητικό «Πρυτανείο» τρολ του διαδικτύου.
«Ακόμα και τον Φάκελο της Κύπρου, αυτή η κυβέρνηση τον φέρνει στο φως... Αύριο το μεσημέρι, μετά από δεκαετίες σιωπής, ο Πρόεδρος της Βουλής θα παραδώσει στον Πρωθυπουργό τους πρώτους τέσσερις τόμους από 600 σελίδες, του Φακέλου της Κύπρου», έγραψε αυτολεξεί εις εξ αυτών στην πανηγυρική ανάρτησή του, η οποία συνέχιζε ως εξής: «Μετά την παράδοση στον ΠτΔ, στον ΠΘ, τους πολιτικούς αρχηγούς κ.ά., θα αναρτηθούν σε κοινή θέα. Συνολικά θα είναι 30 τόμοι και δεν θα λείπει ούτε μια λέξη από όλο το υλικό που είχε μαζευτεί από το 1986, από την εξεταστική επιτροπή, πλην όμως δεν υπήρξε ποτέ πόρισμα της Βουλής...».
Η αλήθεια, όμως, είναι εντελώς διαφορετική. Τόσο διαφορετική που δεν δικαιολογεί κανέναν πανηγυρισμό. Διότι, όποιος προστρέξει στην ιστοσελίδα της Βουλής, όπου ξεκίνησαν οι αναρτήσεις, θα αντιληφθεί ότι όλα αυτά δεν είναι παρά fakenews. Ή, αλλιώς, ένα προπέτασμα καπνού με το οποίο επιχειρείται να μυθοποιηθεί έτι περαιτέρω μια πολύ απλή υπόθεση όπως είναι το –κατά τα άλλα σοβαρό- έργο της προ τριακονταετίας διερεύνησης των τραγικών γεγονότων της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.
Στον πρώτο κιόλας τόμο, άλλωστε, βρίσκει κανείς τα –κατά τους προπαγανδιστές ανύπαρκτα- πορίσματα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων και της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κύπρου, τα οποία ήταν από την πρώτη στιγμή δημοσιευμένα και προσβάσιμα στους πάντες.
Αυτό που στην πραγματικότητα θα γίνει τώρα δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη δημοσιοποίηση ολόκληρων των καταθέσεων που έδωσαν οι περισσότεροι από τους πρωταγωνιστές της τραγωδίας οι οποίοι παρέλασαν από την Εξεταστική Επιτροπή που άρχισε να λειτουργεί το καλοκαίρι του 1986 και ολοκλήρωσε τις εργασίες της σχεδόν τρία χρόνια αργότερα με ένα πόρισμα στο οποίο κάθε κόμμα είχε καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα.
Είχα, ας μου επιτραπεί η περιαυτολογία, την τύχη να παρακολουθήσω ως νεαρός συντάκτης από κοντά τις εργασίες εκείνης της Επιτροπής και να συνομιλήσω για λίγο ή περισσότερο με αρκετούς από όσους κλήθηκαν ως μάρτυρες, όπως και με πολλούς από τους βουλευτές που ήταν μέλη της Επιτροπής. Μπορώ εξ ου να διαβεβαιώσω ότι η πλειονότητα των τελευταίων είχαν δείξει –σε αντίθεση με συναδέλφους τους που μετείχαν σε μεταγενέστερες αντίστοιχες κοινοβουλευτικές διαδικασίες- ιδιαίτερη προσήλωση στο καθήκον να αναζητήσουν την αλήθεια.
Είναι βαθιά χαραγμένοι στη μνήμη μου οι ομηρικοί καβγάδες των δημοσιογράφων που καλύπταμε τις εργασίες με τον προεδρεύοντα της Εξεταστικής, αείμνηστο Χρήστο Μπασαγιάννη, ο οποίος κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες να τηρήσει απόρρητες τις καταθέσεις, σε πείσμα της δικής μας επαγγελματικής υποχρέωσης να δημοσιεύσουμε ό,τι περισσότερο μπορούσαμε από το περιεχόμενό τους. 
Ωστόσο, από τη μια, ο χρόνος που είχε ήδη παρέλθει από τα γεγονότα του 1974, και, από την άλλη, τα στόματα των μαρτύρων που δεν άνοιγαν παρά μόνον για να καλύψει ο καθείς τον εαυτό του –ενώ κεντρικά πρόσωπα όπως οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Δημήτριος Ιωαννίδης και Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος παρέμειναν απόλυτα σιωπηλά- δεν άφησαν πολλά περιθώρια για αποκαλύψεις που να αλλάζουν όσα ήταν γνωστά ως τότε για τα δραματικά γεγονότα που άνοιξαν τον δρόμο στον συνεχιζόμενο έως τις μέρες μας «Αττίλα».
Όπως και να έχει, όμως, το υλικό που συγκεντρώθηκε τότε έχει αναμφισβήτητη αξία. Μόνον που είναι αξία η οποία αφορά τους ιστορικούς και άλλους ειδικούς επιστήμονες που θα θελήσουν να ερευνήσουν περαιτέρω τα καθοριστικά γεγονότα εκείνης της περιόδου που οι δραματικές συνέπειες τους είναι ακόμη παρούσες τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. Διότι, κατά τα λοιπά, ουδείς πολίτης είναι σε θέση να βγάλει άκρη και να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα διαβάζοντας τις χιλιάδες σελίδες των καταθέσεων που θα έρθουν στο φως σε βάθος χρόνου.
Γι΄ αυτό και είναι προφανές ότι οι κυβερνώντες έσπευσαν να δώσουν τώρα στη δημοσιότητα τους τέσσερις πρώτους τόμους αποκλειστικά και μόνον για προπαγανδιστικούς λόγους, όπως αυτοί που αναδύονται από τις προαναφερθείσες αναρτήσεις των κυβερνητικών προπαγανδιστικών μηχανισμών.
Με άλλα λόγια, οι τελετές και οι παράτες για τον «Φάκελο της Κύπρου» που στήθηκαν ήδη, όπως και εκείνες που είναι βέβαιο ότι θα στηθούν προσεχώς, δεν είναι παρά ένα… μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα το οποίο επιχειρείται να ενταχθεί στις προεκλογικές ανάγκες του κυβερνώντος κόμματος και υπηρετεί τη διαρκή απόπειρα καθορισμού εκ των άνω της λεγόμενης επικοινωνιακής ατζέντας.
Να μην συζητούμε, δηλαδή, για το υπουργικό συμβούλιο που θυμίζει καφενέ με τις συζητήσεις που γίνονται στις συνεδριάσεις του για τα κονδύλια του… Σόρος. Ούτε να απασχολούμαστε με τις ανατριχιαστικές προχειρότητες με τις οποίες ασκείται στις μέρες μας η εξωτερική πολιτική.
Αλλά, αντιθέτως, να έχουμε να λέμε πότε για τον Φάκελο της Κύπρου, πότε για τις γερμανικές επανορθώσεις και το κατοχικό δάνειο. Και, γενικώς, να είμαστε προσανατολισμένοι σε ό,τι άλλο μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτρέπει την ενασχόληση με τα ουσιώδη προβλήματα της χώρας: τη γήρανση του πληθυσμού, τους νέους που παίρνουν των ομματιών τους και φεύγουν ή την ανάπτυξη που δεν έρχεται.
Ας οπλιστούμε, λοιπόν, με υπομονή. Διότι στη μακρά, όπως όλα προοιωνίζονται, προεκλογική περίοδο που έχουμε μπροστά μας, μέλλει να δούμε, να ακούσουμε και να κληθούμε να ασχοληθούμε με πολλά τέτοια «φούμαρα». Αυτό ξέρουν, αυτό κάνουν!

Πέμπτη 19 Απριλίου 2018

Πόσο «απρόβλεπτος» είναι ο Ερντογάν και πόσο ο Τσίπρας;


            Ένας βασικός κανόνας της πολιτικής θέλει τις κυβερνήσεις να προκηρύσσουν πρόωρες εκλογές μόνον όταν έχουν τη βεβαιότητα ότι θα κερδίσουν. Και ένας βασικός κανόνας της οικονομίας είναι ότι οι λεγόμενες «αγορές» προεξοφλούν τις πιο πολλές φορές το αποτέλεσμα της κάλπης η οποία στήνεται πριν από τον προκαθορισμένο χρόνο.
            Αν οι δύο αυτοί κανόνες ισχύουν και σε «ειδικού τύπου» καθεστώτα, όπως αυτό που έχει εγκατασταθεί στη γειτονική Τουρκία, τότε ο εκλογικός αιφνιδιασμός που επεφύλαξε στους πολιτικούς αντιπάλους του ο «νεο-Σουλτάνος» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δημιουργεί μια χαραμάδα ελπίδας για μελλοντική αποκλιμάκωση της υψηλής έντασης που βιώνουμε το τελευταίο διάστημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
            Η αλήθεια είναι ότι ο -κατά τα άλλα «απρόβλεπτος»- Ερντογάν ακολούθησε εν τέλει την πεπατημένη και πήγε σε εκλογές όπως προέβλεπαν αρκετοί αναλύοντας την πολεμική έξαψη που εδώ και καιρό επικρατεί στην Άγκυρα και η οποία κορυφώθηκε αφενός με την εισβολή στη Συρία και αφετέρου με τη συνεχή εκτόξευση απειλών για χρήση βίας κατά της Ελλάδας και της Κύπρου.
Τόσο οι ισχυρισμοί υψηλόβαθμων αξιωματούχων για αφαίρεση τις προηγούμενες ημέρες σημαίας από ελληνική βραχονησίδα, όσο, πολύ περισσότερο, η τελευταία προκλητική δήλωση για την κυριαρχία στα Ίμια, η οποία έγινε μόλις λίγη ώρα προτού ανακοινωθεί η 24η Ιουνίου ως η ημερομηνία προσφυγής στις πρόωρες κάλπες, επιβεβαίωσαν όσους διέβλεπαν πίσω από την κινητικότητα και τη ρητορική του Ερντογάν προθέσεις για να προλειανθεί το έδαφος που θα επέτρεπε στον τελευταίο να διατηρήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων στο εσωτερικό της χώρας του.  
Όπως και να έχει, το βέβαιο είναι ότι η δική μας πλευρά θα πρέπει να οπλιστεί με μεγάλη υπομονή για το διάστημα της προεκλογικής περιόδου που θα διατρέχει την ιδιότυπη πολιτική ζωή που υπάρχει στη γειτονική χώρα, όπου τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, με αφορμή ή πρόσχημα το (υποτιθέμενο) πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, έχουν καταπνιγεί οι περισσότερες αντιπολιτευτικές φωνές.
Και θα πρέπει μάλλον να… ευχόμαστε οι δημοσκοπήσεις να δείχνουν άνετη επικράτηση για τον νυν -και αεί;- Πρόεδρο έτσι ώστε ο ίδιος και οι συνεργάτες του να ρίξουν κάπως τους πολεμικούς τόνους που χρησιμοποιούν εναντίον της χώρας μας, αναλογιζόμενοι, ενδεχομένως, ότι τα ήρεμα νερά στο Αιγαίο μπορεί να σταματήσουν την κατακρύλα της τουρκικής οικονομίας.
Ο θετικός, άλλωστε, πρώτος αντίκτυπος που είχε στην πολύπαθη τουρκική λίρα η ανακοίνωση των πρόωρων εκλογών ήταν μια σαφής ένδειξη ότι ο κόσμος της οικονομίας επιθυμεί να επικρατήσουν συνθήκες σταθερότητας στη γείτονα τις οποίες, καλώς ή κακώς, στην παρούσα φάση ο μόνος που μπορεί να τις εξασφαλίσει είναι ο Ερντογάν. Εξάλλου, είτε μας αρέσει είτε όχι, οι αντίπαλοί του είναι, δυστυχώς, περισσότερο πολεμοκάπηλοι από εκείνον και διαγ(κ)ωνίζονται για το ποιος θα φανεί πιο πολεμοχαρής.
Επειδή, όμως, δεν πρέπει να τρέφουμε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες ότι μπορεί ο Ερντογάν να μεταμορφωθεί και από «γεράκι του πολέμου» να γίνει «περιστέρι της ειρήνης», διακυβεύοντας το πολιτικό του μέλλον και πιθανότατα την ίδια την υπόστασή του, δεν χρειάζεται να βγει λάθος μήνυμα και να νομίσει κανείς ότι μειώθηκαν οι κίνδυνοι από το γεγονός ότι προκηρύχθηκαν εκλογές στη γειτονική χώρα.
Οι τουρκικές διεκδικήσεις εις βάρος ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι πολύ παλαιές και εκείνο που τις διαφοροποιεί σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι το τελευταίο διάστημα αναβαθμίστηκαν χάρις και σε μια σειρά αφελείς χειρισμούς της δικής μας πλευράς η οποία συμβαίνει να έχει στη διακυβέρνησή της ένα συνονθύλευμα προσώπων που λειτουργούν κατά τρόπον που παραπέμπει στη ρήση ότι «δεν γνωρίζει η αριστερά τι ποιεί η δεξιά».
Διότι αν είναι μια φορά προβλέψιμος ο Ερντογάν, είναι πολύ περισσότερο ο Αλέξης Τσίπρας ο οποίος ελάχιστα απέχει από την εποχή που με δήθεν ιερή οργή αναρωτιόνταν αν «έχει σύνορα η θάλασσα». Και με την ίδια αφελή άγνοια κινούνται ο ίδιος και οι συνεργάτες του όταν καταφέρονται κατά των νεαρών από τους Φούρνους που ύψωσαν σημαίες στις ακατοίκητες βραχονησίδες υποστηρίζοντας ότι «δεν μπορούν ιδιώτες να ασκούν εξωτερική πολιτική».
Για να ασκηθεί εξωτερική πολιτική από ιδιώτες θα πρέπει να μην έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους εκείνοι που είναι επιφορτισμένοι με αυτό το καθήκον. Και, κακά τα ψέματα, αυτό ακριβώς ζούμε εδώ και πολύ καιρό, καθώς άλλα λέει και πράττει ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος, άλλα ο νεοφώτιστος αναπληρωτής του Φώτης Κουβέλης, άλλα ο υπουργός Εξωτερικών και άλλα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Όλοι αυτοί φλυαρούν με αντικρουόμενες κρίσεις και εκτιμήσεις για γεγονότα και καταστάσεις χωρίς ούτε μια φορά να έχουν καθίσει γύρω από το ίδιο τραπέζι…
Υ.Γ.: Α, και με την ευκαιρία ξέρει κανείς τι έχει απογίνει εκείνο το «Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας» για το οποίο -εν χορδαίς και οργάνοις- κλήθηκε στο Μαξίμου ο Σταύρος Θεοδωράκης για να δώσει τα φώτα του στον κ. Τσίπρα; Μάλλον θα ξαναβγεί στο προσκήνιο όταν εκτιμηθεί ότι η δημιουργία του δημιουργεί προβλήματα στην αντιπολίτευση. Προβλέψιμα πράγματα, δηλαδή.

Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

Η μυθοπλαστική κοροϊδία με τον «Φάκελο της Κύπρου»



Ένας από τους πιο προσφιλείς «μύθους» της μεταπολιτευτικής περιόδου υπήρξε ο «Φάκελος της Κύπρου». Γενιές και γενιές πολιτικών, ου μην αλλά και δημοσιογράφων, έκαναν καριέρες στην Ελλάδα και στην Κύπρο με την κατασκευή ή την αναπαραγωγή απίθανων θεωριών συνωμοσίας γύρω από τα υποτιθέμενα «κρυμμένα μυστικά» που περιείχε.
Στις τέσσερις και πλέον δεκαετίες που παρήλθαν από την Κυπριακή Τραγωδία που ακολούθησε το άφρον πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 καλλιεργήθηκαν στους Ελλαδίτες και στους Κυπρίους ψευδείς και παραπλανητικές εντυπώσεις ότι τάχατες κάπου υπήρχε κάποιος φάκελος τον οποίο δήθεν ουδείς τολμά να ανοίξει για να αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Αν, όμως, όλα αυτά μπορούσαν να δικαιολογηθούν τα πρώτα χρόνια μετά την βάρβαρη τουρκική εισβολή, καθώς η συλλογική μας συνείδηση δεν ήθελε να αναγνωρίσει τα εγκληματικά λάθη τα οποία διαχρονικά έγιναν, είτε με ευθύνη του «εθνικού κέντρου» είτε από τη δράση δυνάμεων στη Μεγαλόνησο, στους χειρισμούς του Κυπριακού, η διαιώνιση του «μύθου» με τον… κλειστό «Φάκελο της Κύπρου» είναι μάλλον ασυγχώρητη.
Και είναι σίγουρα ακόμη πιο ασυγχώρητο να χρησιμοποιείται έως τις μέρες μας ως εργαλείο αποπροσανατολισμού έπειτα από ένα ακόμη ναυάγιο των προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού. Διότι αυτό ακριβώς συνέβη στη διάρκεια της συζήτησης την οποία προκάλεσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο ελληνικό Κοινοβούλιο για να ενημερώσει για την ατυχή κατάληξη που είχαν οι τελευταίες συνομιλίες ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων.
Στήθηκε ολόκληρη «παράσταση» και επιχειρήθηκε να δοθεί  πανηγυρική διάσταση για κάτι εντελώς ανούσιο, όπως είναι η συμφωνία των δύο Κοινοβουλίων να ανταλλάξουν το υλικό από τις έρευνες που έχουν διεξάγει Επιτροπές που συστάθηκαν στην Αθήνα και στη Λευκωσία και οι οποίες, αφού εξέτασαν μάρτυρες και ερεύνησαν τα διαθέσιμα έγγραφα, κατέληξαν σε πορίσματα.
Ειδικά, η Εξεταστική Επιτροπή που συνέστησε η Βουλή των Ελλήνων, έπειτα από πολλές παλινωδίες, στις αρχές του 1986 και ξεκίνησε τις εργασίες της τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου, πραγματοποίησε μακρά και επίπονη έρευνα, όπως είχα προσωπικά την ευκαιρία να διαπιστώσω, καθώς, νεαρός δημοσιογράφος ων τότε, είχα επιφορτιστεί με το επαγγελματικό καθήκον να παρακολουθώ από κοντά τις συνεδριάσεις της που διήρκεσαν επί δυόμισι συναπτά έτη.
Η 30μελής διακομματική Επιτροπή, με πρόεδρο τον αείμνηστο βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας Χρήστο Μπασαγιάννη, με τον οποίο όλοι οι εκπρόσωποι του Τύπου ήμασταν σε διαρκή αντιπαράθεση, καθώς εκείνος ήθελε να διαφυλάξει τη μυστικότητα των καταθέσεων και μείς πασχίζαμε να μάθουμε και να μεταφέρουμε στους αναγνώστες μας τα όσα διαμείβονταν πίσω από τις κλειστές πόρτες, συνεδρίασε 154 φορές.
Εξέτασε 131 μάρτυρες και μεταξύ εκείνων που κλήθηκαν να καταθέσουν ήταν και οι κρατούμενοι ακόμη τότε στον Κορυδαλλό αρχιπραξικοπηματίες Γεώργιος Παπαδόπουλος και Δημήτριος Ιωαννίδης οι οποίοι αρνήθηκαν να συμβάλουν στις έρευνες. Σε γενικές γραμμές, ελάχιστα διαφωτιστικές ήταν και οι περισσότερες καταθέσεις που δόθηκαν από αξιωματικούς οι οποίοι είχαν πρωταγωνιστήσει στα γεγονότα του ΄74. Ίσως και επειδή η απόσταση των χρόνων ήταν τέτοια που ο καθένας είχε οικοδομήσει το δικό του άλλοθι και τις δικές του αιτιολογήσεις.
Από τον κατάλογο των μαρτύρων δεν έλειψαν και πολιτικά πρόσωπα, όπως ο πρώην υπουργός Άμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ ο οποίος προσήλθε σε τρεις συνεδριάσεις της Επιτροπής και απάντησε σε ερωτήσεις βουλευτών, σε αντίθεση με τον πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας και πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή ο οποίος περιορίστηκε να στείλει επιστολή με τις εκτιμήσεις του για τα επίμαχα γεγονότα.
Το έργο της Επιτροπής, τα πρακτικά της οποίας, με τις μαρτυρικές καταθέσεις και τα έγγραφα, εκτείνονταν σε 20.798 σελίδες, ολοκληρώθηκε  31 Οκτωβρίου 1988. Εκείνη την ημερομηνία κατατέθηκε στα πρακτικά του Κοινοβουλίου –και υπάρχει ακόμη εκεί για όποιον ενδιαφέρεται να το διαβάσει- το πολυσέλιδο πόρισμα της Εξεταστικής, το οποίο δεν ήταν ενιαίο, αφού τα κόμματα διαφώνησαν στις εκτιμήσεις τους για την αποτίμηση των δραματικών γεγονότων του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής.
Λόγω της συγκυρίας, καθώς ήταν μια εποχή που η χώρα συγκλονιζόταν από την υπόθεση Κοσκωτά και είχε μπει σε τεταμένη προεκλογική περίοδο, δεν δόθηκε καμία συνέχεια. Μπορεί, ωστόσο, τα έγγραφα και οι μαρτυρικές καταθέσεις να τηρούνταν έκτοτε στο αρχείο της Βουλής και να μην επιτρεπόταν η ελεύθερη πρόσβαση των ερευνητών, η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι όλο το πλήθος των στοιχείων που είχαν συγκεντρωθεί χρησιμοποιήθηκε από τους βουλευτές προκειμένου να συνταχθούν τα πορισματικά συμπεράσματα στα οποία ένας έκαστος κατέληξε.
Υπό αυτή την έννοια και έχοντας μιλήσει με όλους όσοι πρωταγωνίστησαν στις έρευνες εκείνης της περιόδου, μπορώ βασίμως να ισχυριστώ ότι δεν υπάρχουν μείζονα μυστικά τα οποία να βρίσκονται κρυμμένα στον αποκαλούμενο «Φάκελο της Κύπρου». Γι΄ αυτό και το μόνο αναγκαίο «άνοιγμα» που απαιτείται να γίνει είναι να δοθούν άμεσα όλες οι μαρτυρικές καταθέσεις και ενδεχομένως και τα έγγραφα  στη δημοσιότητα, ώστε να τερματιστεί άπαξ δια παντός η καλλιεργούμενη μυθοπλασία.   
Ποιά σκοπιμότητα, άλλωστε, εξυπηρετείται με το να θεωρούνται απόρρητες καταθέσεις που δόθηκαν πριν από 29 χρόνια και αφορούν γεγονότα που διαδραματίστηκαν πριν από 43 χρόνια; Η μυστικότητα που συντηρήθηκε επί τόσο μακρύ χρονικό διάστημα, μόνον βλαπτική αποδεικνύεται. Κι αυτό διότι, αφενός, εμποδίζει την εξαγωγή των σωστών συμπερασμάτων και, αφετέρου, εκθέτει το πολιτικό σύστημα.
Την καλύτερη απόδειξη για το πόσο βλάπτονται τα πραγματικά συμφέροντα του Έθνους και η υγιής λειτουργία του πολιτικού συστήματος αποτελούν, ίσως, οι ισχυρισμοί που διατύπωσε ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής: «Επί σαράντα τρία χρόνια κρατάει το πολιτικό σύστημα μια ένοχη σιωπή για την προδοσία της Κύπρου και απ’ ό,τι φαίνεται δεν είναι μόνον κάποιοι στρατιωτικοί οι οποίοι ενέχονται σε αυτό, αλλά και πολιτικοί», υποστήριξε ο κατ΄ εξοχήν απολογητής της Χούντας κάνοντας ρελάνς στο επιχειρούμενο δήθεν «άνοιγμα» που επιχειρείται με το πρωτόκολλο συνεργασίας των δύο Κοινοβουλίων. Ο ίδιος, άλλωστε, νωρίτερα είχε ισχυριστεί ότι το νεοναζιστικό μόρφωμα του οποίου ηγείται έχει δις υποβάλει –χωρίς να ικανοποιηθεί- αίτημα για να λάβει αντίγραφο του περιώνυμου «Φακέλου».
Όλα στο φως, λοιπόν, για να σταματήσει η μυθοπλαστική κοροϊδία. Στο κάτω – κάτω, όπως έλεγε και ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός, «εθνικόν είναι το αληθές»!

Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

«Φάκελος της Κύπρου»: Μύθοι και πραγματικότητες

Καθώς συμπληρώνονται 40 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, αν ρωτήσει κανείς εκατό Έλληνες στο δρόμο τι νομίζουν για τον περίφημο «Φάκελο της Κύπρου», είναι βέβαιο ότι η συντριπτική πλειονότητα, ίσως και πάνω από 90%, όσων έχουν κάτι ακούσει για το ζήτημα αυτό, θα δώσει απαντήσεις του τύπου: «κάπου είναι κρυμμένος και καταχωνιασμένος και ουδείς τολμά να τον ανοίξει…».
Οι απόψεις αυτού του είδους που αναμασιούνται ως τις μέρες από διαφόρους δημοσιολογούντες και αναπαράγονται στους ανά την επικράτεια καφενέδες είναι «συμβατές» με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα των πρώτων χρόνων μετά την πτώση της Χούντας που δημιούργησε έναν από τους πιο ανθεκτικούς μύθους της μεταπολιτευτικής περιόδου, τον «μύθο» που άκουγε στο όνομα «Φάκελος της Κύπρου».
Επιμένω στον χαρακτηρισμό «μύθος» γιατί «Φάκελος» με την έννοια που του προσδίδεται στη φαντασίωση πολλών δεν υπήρξε ποτέ. Αλλά και για έναν ακόμη σημαντικότερο λόγο: υπόθεση, όπως αυτή του προδοτικού πραξικοπήματος στην Κύπρο που άνοιξε το δρόμο στην τουρκική εισβολή, δεν έχει ερευνηθεί ενδελεχέστερα σε όλη τη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Νεαρός δημοσιογράφος ων, είχα το επαγγελματικό «προνόμιο» να παρακολουθήσω από κοντά τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής για το «άνοιγμα του Φακέλου της Κύπρου», την οποία συνέστησε, στις αρχές του 1986, η Βουλή έπειτα από πολλές αναβολές και ταλαντεύσεις που είχαν να κάνουν με τις κομματικές αντιδικίες της εποχής. Γι΄ αυτό και μπορώ να βεβαιώσω ότι, αν όντως… υπήρξε «Φάκελος της Κύπρου», αυτός… άνοιξε. Και… άνοιξε διάπλατα.
Η Εξεταστική Επιτροπή, η οποία λειτούργησε επί δυόμισι συναπτά έτη και ολοκλήρωσε το έργο της στις 31 Οκτωβρίου 1988, οπότε παρέδωσε το πόρισμά της που είναι δημοσιευμένο στα πρακτικά εκείνης της ημέρας. Στο διάστημα που μεσολάβησε τα 30 μέλη της Επιτροπής που ήταν βουλευτές από όλα τα κόμματα εκείνης της περιόδου έκαναν 154 συνεδριάσεις και εξέτασαν συνολικά 131 μάρτυρες.
Ανάμεσα σε εκείνους που κλήθηκαν για κατάθεση ήταν οι κρατούμενοι ακόμη τότε στον Κορυδαλλό αρχιπραξικοπηματίες Γεώργιος Παπαδόπουλος και Δημήτριος Ιωαννίδης –με τον δεύτερο να αναλαμβάνει την ευθύνη για το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και να αρνείται να απαντήσει σε ερωτήσεις. Κατέθεσαν ακόμη σχεδόν στο σύνολό τους οι εν ενεργεία και απόστρατοι αξιωματικοί που είχαν πρωταγωνιστήσει στα γεγονότα του ΄74, καθώς και αρκετοί πολιτικοί, όπως ο Ευάγγελος Αβέρωφ που προσήλθε σε τρεις συνεδριάσεις της Επιτροπής και απάντησε σε ερωτήσεις βουλευτών, σε αντίθεση με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή που περιορίστηκε να στείλει επιστολή με τις εκτιμήσεις του για τα επίμαχα γεγονότα.
Συνολικά, πάντως, τα πρακτικά της Επιτροπής καταλαμβάνουν 20.798 σελίδες, με μαρτυρικές καταθέσεις και έγγραφα που φυλάσσονται στο αρχείο της Βουλής, στο οποίο είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει πρόσβαση, αλλά αυτό δεν γίνεται επειδή εκεί κρύβονται κάποια μυστικά, παρά μόνο από μια γενικότερη αντίληψη που επικρατεί ευρύτερα στην ελληνική δημόσια διοίκηση που δεν ταξινομεί και δεν αποχαρακτηρίζει τα αρχεία της.
Θυμάμαι, μάλιστα, ακόμη τη σκληρή μάχη που έπρεπε να δώσουμε οι δημοσιογράφοι στους κοινοβουλευτικούς διαδρόμους για να αποκτήσουμε πρόσβαση στο περιεχόμενο των μαρτυρικών καταθέσεων και στα έγγραφα που προσκομίζονταν στην Επιτροπή. Παρά, πάντως, την επιμονή ορισμένων μελών της Επιτροπής να μας αποκλείσουν –είτε από αίσθηση καθήκοντος, καθώς είχαν πάρει πολύ σοβαρά το ρόλο τους, είτε από προσκόλληση στους τύπους της μυστικότητας της ανακρίσεων- στις πιο κρίσιμες συνεδριάσεις καταφέρναμε και αποκτούσαμε πρόσβαση, άλλοτε συνομιλώντας με τους ίδιους τους μάρτυρες όταν μπαινόβγαιναν, και πολύ συχνά από βουλευτές που ήταν πιο «ανοιχτοί» και αντιλαμβανόταν διαφορετικά το ρόλο μιας ερευνητικής Επιτροπής που αποτελούνταν από πολιτικά στελέχη.
Το ίδιο το πόρισμα, άλλωστε, έστω και αν στο τέλος δεν συμφώνησαν μεταξύ τους τα μέλη της Εξεταστικής και κάθε παράταξη κατέθεσε τις δικές της θέσεις που ενσωματώθηκαν στο τελικό κείμενο, κατέδειξε ότι δεν υπήρχαν μείζονα μυστικά σε αυτή την υπόθεση, η οποία μπορεί να μην εξιχνιάστηκε πλήρως, αφού είναι σαφές ότι ρόλο διαδραμάτισαν και διεθνείς δυνάμεις, από ελληνικής πλευράς, όμως, έγινε ό,τι ήταν δυνατόν για να διερευνηθούν οι συνθήκες υπό τις οποίες μια δράκα παραφρόνων που είχαν καταλάβει την εξουσία στην Αθήνα διευκόλυναν τα διχοτομικά σχέδια της Άγκυρας.
Η πλειοψηφία της Επιτροπής, άλλωστε, που απαρτιζόταν από βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, το οποίο ήταν το επισπεύδον στη συγκεκριμένη υπόθεση, αφού διατήρησε την επιφύλαξη ότι «δεν είναι δυνατόν να βεβαιώσει ότι δεν υπάρχουν άλλα αποδεικτικά στοιχεία που πιθανόν να φώτιζαν και από άλλη οπτική γωνία την κυπριακή τραγωδία», κατέληγε στο εξής συμπέρασμα:
«Η κυπριακή τραγωδία και η εξέλιξή της διδάσκουν: ότι οι δικτατορίες και τα πραξικοπήματα οδηγούν σε εθνικές καταστροφές, ότι μόνον η Δημοκρατία ως πολιτειακό σύστημα εγγυάται την ομαλότητα των εξελίξεων, και ότι η ενότητα και η ομοψυχία του λαού μας αποτελεί προϋπόθεση για την πρόοδο και την ευημερία τους Έθνους μας».
Ένα συμπέρασμα με απλές και διαχρονικές αλήθειες που, ωστόσο, δεν στάθηκαν ικανές για να διαλύσουν τον –μάλλον, βολικό- «μύθο» για τον «Φάκελο» που… δεν άνοιξε. 

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Γιατί οι Κύπριοι διαψεύδουν τους "μυαλοπώληδες" των Αθηνών

                Όταν την περασμένη άνοιξη η Κύπρος οδηγούνταν στο δικό της Μνημόνιο έπειτα από τη σκληρή και πρωτόγνωρη απόφαση του Eurogroup να «κουρέψει» τις καταθέσεις και ουσιαστικά να διαλύσει το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, οι κραυγές και οι οιμωγές για την επερχόμενη καταστροφή της Μεγαλονήσου που ακούστηκαν στην Αθήνα ήταν μεγαλύτερες από εκείνες που ακούστηκαν στη Λευκωσία.
Υποτίθεται ότι εμείς οι «Ελλαδίτες», όπως μας αποκαλούν οι Κύπριοι αδελφοί, ξέραμε καλύτερα, αφού είχαμε ήδη τριετή μνημονιακή εμπειρία. Και γι΄ αυτό διάφοροι «μυαλοπώληδες» εξ Αθηνών, δεν αρκέστηκαν στις νουθεσίες, αλλά ταξίδεψαν στην κυπριακή πρωτεύουσα για να πείσουν τους Κυπρίους να πουν ένα ηρωικό «όχι», απορρίπτοντας το αναμφισβήτητα σκληρό πρόγραμμα διάσωσης που τους προτάθηκε και αρνούμενοι να δεχθούν την τρόικα.
Εννιά μήνες μετά και σε πείσμα όλων όσοι προειδοποιούσαν για τη νέα «Κατοχή» του νησιού, όπως καταδεικνύεται από πολύ πρόσφατη δημοσκόπηση, οι Κύπριοι αξιολογούν, σε ποσοστό 63%, ως θετικούς τους χειρισμούς που έκανε η κυβέρνηση τους από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα, ενώ το 59% θεωρούν ότι η προσήλωση στο Μνημόνιο θα φέρει αποτελέσματα και το 61% πιστεύει δεν θα χρειαστεί η υπογραφή νέου Μνημονίου.
Οι απαντήσεις αυτές των Κυπρίων δεν προκαλούν έκπληξη σε όσους έχουν μια στοιχειώδη, έστω, εικόνα για τις αισιόδοξες προοπτικές της κυπριακής οικονομίας που αποτυπώνονται σε όλες τις τελευταίες εκθέσεις και δείχνουν ότι η προβλεπόμενη ύφεση, τόσο τη χρονιά που φεύγει όσο και την επόμενη, θα είναι τελικά μικρότερη από την προϋπολογισθείσα, ενώ η χώρα θα καταγράψει ήδη από τον φετινό χρόνο πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της.
Τα επίσημα στοιχεία, αλλά και η θετική προαίρεση των Κυπρίων, δείχνουν ότι η Μεγαλόνησος είναι πολύ πιθανό να απαλλαγεί από τον ασφυκτικό μνημονιακό κορσέ συντομότερα από όσο μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο στην Ελλάδα που παραμένει παγιδευμένη στην ύφεση για έκτη χρονιά και το περίφημο φως στο βάθος του τούνελ αργεί να φανεί. Γιατί άραγε;
Είναι αλήθεια ότι η κυπριακή οικονομία, λόγω μεγέθους και όχι μόνον, δεν συγκρίνεται με την ελληνική, όπως και ότι τα προβλήματα που οδήγησαν στην ανάγκη για εφαρμογή σχεδίου διάσωσης ήταν διαφορετικά, αφού στη Λευκωσία ο «ασθενής» ήταν το υπερτροφικό τραπεζικό σύστημα και στην Αθήνα τα τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα και ο δυσθεώρητος κρατικός δανεισμός.
Κατά την άποψη πολλών, όμως, όπως και του γράφοντος, δεν είναι αυτές οι διαφορές που δίνουν στην Κύπρο «προβάδισμα» εξόδου από το μνημόνιο. Είναι, νομίζω, πολύ περισσότερο οι νοοτροπίες που επικρατούν στις κοινωνίες των δύο χωρών, όπως και στις ελίτ που τις καθοδηγούν.
Χωρίς, άλλωστε, να λείπουν και από τη Μεγαλόνησο οι δυνάμεις του εθνολαϊκισμού που ζητούσαν την απόρριψη του σχεδίου διάσωσης και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, φαίνεται ότι τον κυρίαρχο τόνο έδωσαν και δίνουν οι δυνάμεις της λογικής και της υπευθυνότητας, που ήξεραν τι θα πει πραγματική Κατοχή -την βιώνουν, εξάλλου, και άρα δεν χρειάζεται ούτε να την φαντασιώνονται, ούτε να την κατασκευάζουν.
Επιπλέον, στο συλλογικό υποσυνείδητο των Κυπρίων έχει ιστορικά καταγραφεί το αίσθημα της εθνικής αναδημιουργίας που ήταν εκείνο που τους οδήγησε από την καταστροφική τουρκική εισβολή του 1974 στο οικονομικό θαύμα που οικοδόμησαν μέσα σε τρεις δεκαετίες, πετυχαίνοντας την ένταξη της χώρας τους στην ευρωζώνη με πραγματικά οικονομικά στοιχεία και χωρίς τη «δημιουργική» λογιστική που άλλοι –ονόματα δεν λέμε, υπολήψεις δεν θίγουμε…-επιστράτευσαν.   
Τα πράγματα δεν είναι, βεβαίως, ρόδινα στην Κύπρο, που βιώνει, όπως οι περισσότερες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, μεγάλα προβλήματα με την ανεργία. Η αισιοδοξία των πολιτών της είναι το πρώτο και καθοριστικό βήμα για να ξεπεράσει την κρίση. Και να δείτε που θα την ξεπεράσει πολύ πριν από μας.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 23.12.2013)

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Οι έρευνες και οι ελπίδες

           Οι αποκαλύψεις για το διακομματικό «φαγοπότι» που γινόταν επί χρόνια στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου, όπως και οι καταγγελίες που έρχονται στο φως για ενδεχόμενη εκμετάλλευση από ισχυρούς παράγοντες του νησιού της «εσωτερικής πληροφόρησης» για τις συνέπειες της πιθανολογούμενης από καιρό απόφασης για «κούρεμα» των καταθέσεων, επιβεβαιώνει όλους όσοι εξ αρχής υποστήριξαν –και ανάμεσά τους και τούτη εδώ η στήλη- ότι η ευθύνη για τη νέα «κυπριακή τραγωδία» ανήκει στο ακέραιο στην πολιτική ηγεσία της χώρας που όλα τα προηγούμενα χρόνια μοίραζε και μοιραζόταν προνόμια.
           Σε συνέχεια, ίσως, της εντυπωσιακής ωριμότητας με την οποία αντέδρασαν οι Κύπριοι πολίτες, διαψεύδοντας όσους είχαν σπεύσει να προεξοφλήσουν ότι το πολυήμερο κλείσιμο των τραπεζών θα οδηγούσε σε «αργεντινοποίηση» της Μεγαλονήσου, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη η ταχύτητα με την οποία κινήθηκε η κυπριακή ηγεσία στο ζήτημα της διερεύνησης των ευθυνών για την κατάρρευση των τραπεζών που παρέσυρε στην πτώση της ολόκληρη την οικονομία του νησιού.
           Ο διορισμός της τριμελούς Ερευνητικής Επιτροπής, που απαρτίζεται από τρεις έμπειρους πρώην δικαστές, οι οποίοι διαθέτουν όλα τα εχέγγυα ότι θα λειτουργήσουν με ανεξαρτησία και ευθυκρισία, γεννά βάσιμες ελπίδες –πρωτίστως στους ίδιους τους Κύπριους πολίτες-ότι θα γίνει πραγματική και εις βάθος διερεύνηση της υπόθεσης και δεν θα επιχειρηθεί «κουκούλωμα» των ευθυνών για όλους όσοι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, συνέβαλαν στην οικονομική καταστροφή.
           Σε αντίθεση, εξάλλου, με την Ελλάδα, στην οποία η (υποτιθέμενη) διερεύνηση σκανδάλων, δεκαετίες τώρα, είναι εξ αρχής «βραχυκυκλωμένη», καθώς ανατίθεται σε διακομματικές –Εξεταστικές ή Προανακριτικές- Επιτροπές, που, εκ των πραγμάτων, υποταγμένες στις κομματικές σκοπιμότητες, στην Κύπρο υπάρχει ισχυρό προηγούμενο ανεξάρτητης έρευνας που έφερε εις πέρας το έργο της.
           Μετά την καταστροφική έκρηξη που προκλήθηκε το καλοκαίρι του 2011 στη Ναυτική Βάση στο Μαρί από πυρομαχικά που ήταν αποθηκευμένα στο ύπαιθρο, ο κορυφαίος νομικός κ. Πόλυς Πολυβίου, στον οποίο ανατέθηκε η έρευνα για την υπόθεση, δεν δίστασε να ανακρίνει και κατόπιν να καταλογίσει ευθύνες στον Πρόεδρο Χριστόφια, ο οποίος τον είχε διορίσει.
           Mπορεί ο κ. Χριστόφιας να μην αποδέχθηκε το πόρισμα που τον ενοχοποιούσε, οι συνέπειες, ωστόσο, για εκείνον ήταν τέτοιες που τον υποχρέωσαν να τερματίσει πρόωρα την πολιτική του καριέρα.
           Έχω την αίσθηση ότι ο τρόπος με τον οποίο κινούνται οι κυπριακές αρχές, με τον διορισμό της ανεξάρτητης Ερευνητικής Επιτροπής, εναρμονίζεται πλήρως με το ισχυρό λαϊκό αίτημα για κάθαρση και απόδοση ευθυνών στους υπαίτιους της βαρύτατης κρίσης που έπληξε τη χώρα.
           Και δεν θα εκπλαγώ αν οι έρευνες της κυπριακής Επιτροπής καταλήξουν πολύ πριν από τη «δική μας» Προανακριτική για τη λίστα Λαγκάρντ, η οποία, αν και αφορά μια… λεπτομέρεια της πολύπτυχης κρίσης που κρατά καθηλωμένη την Ελλάδα, «βαλτώνει» επειδή έχει εμπλακεί στις μικροκομματικές μυλόπετρες και τα αξεπέραστα θεσμικά αδιέξοδα του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος της χώρας μας.
           Υπό αυτήν την έννοια, όχι μόνον δεν θα εκπλαγώ αλλά θεωρώ σχεδόν δεδομένο ότι η κυπριακή οικονομία, η οποία επλήγη πιο βάναυσα και πιο ξαφνικά από την ελληνική, είναι δυνατόν να ανακάμψει πολύ νωρίτερα από την δική μας.

(Δημοσιεύθηκε στο www.protethema.gr στις 2 Απριλίου 2013)