Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λίστα Λαγκάρντ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λίστα Λαγκάρντ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2022

Ας μη μας κουνούν το δάκτυλο…

Την περασμένη Τρίτη έγιναν εκλογές για την ανάδειξη αντιπροέδρων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μεταξύ των (επαν)εκλεγέντων ήταν και δύο Έλληνες ευρωβουλευτές: η Εύα Καϊλή από το Κίνημα Αλλαγής και ο Δημήτρης Παπαδημούλης από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο τρόπος με τον οποίο υποδέχτηκαν τα μέσα ενημέρωσης ήταν εντελώς διαφορετικός. Η πλειονότητα των μέσων -στην Ελλάδα και διεθνώς- στάθηκε στην εκλογή από τον πρώτο γύρο της Εύας Καϊλή και έγραψε ότι ο επικεφαλής της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη δέκατος τρίτος και σχεδόν… καταϊδρωμένος, αφού χρειάστηκε να γίνουν τρεις κατά σειράν ψηφοφορίες μέχρις ότου καταφέρει να λάβει την απαιτούμενη πλειοψηφία.

«Αντιπρόεδρος με το 75% των ψήφων της Ευρωβουλής», πανηγύριζαν το ίδιο βράδυ και την επόμενη μέρα τα προσκείμενα στην αξιωματική αντιπολίτευση μέσα τα οποία κάτω από την φωτογραφία του κ. αντιπροέδρου προσέθεταν: «Μεγάλη προσωπική επιτυχία». Εννοείται του κ. Παπαδημούλη. Μέσα στο κείμενο εύρισκε κανείς πιο κάτω, κάτι ως ειρήσθω εν παρόδω, ότι είχε εκλεγεί και η Καϊλή χωρίς να δίνονται διευκρινίσεις για το σε ποιον γύρο συνέβη αυτό και ούτε αν η σειρά κατάταξης της ήταν ή όχι επιτυχία της. 

Δεν είναι η πρώτη φορά που τα μέσα ενημέρωσης αντιμετωπίζουν διαφορετικά το ίδιο γεγονός. Και εξίσου βέβαιον είναι ότι δεν θα είναι και η τελευταία. Είτε πρόκειται για κάτι τόσο ανούσιο, όπως το προκείμενο με την οριακή εκλογή του κ. Παπαδημούλη, είτε για πολύ σοβαρότερα ζητήματα. Τα μέσα ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά, «βλέπουν» με τον δικό τους τρόπο τα γεγονότα. Όπως άλλωστε συμβαίνει και με τους πολίτες – αναγνώστες, τηλεθεατές και ακροατές- που τα παρακολουθούν και τα προτιμούν ή δεν τα προτιμούν.

Υπό αυτή την έννοια, το ποιες ειδήσεις μεταδίδει ένα μέσο ενημέρωσης και ο τρόπος με τον οποίο τις αξιολογεί και τις μεταδίδει είναι θέμα που σχετίζεται άμεσα με την αναγνωσιμότητα, την ακροαματικότητα και τη θεαματικότητα που έχει. Αν διαστρεβλώνει τα γεγονότα ή τα παρουσιάζει με τους παραμορφωτικούς της κομματικής ή όποιας άλλης προπαγάνδας, το μόνο σίγουρο αποτέλεσμα που θα έχει είναι να το εγκαταλείψει το κοινό του. Το έργο το έχουμε δει πάμπολλες φορές στο παρελθόν και θα το δούμε και στο μέλλον.

Οι αυταπόδεικτες αυτές αλήθειες, οι οποίες ισχύουν σε ολόκληρη την υφήλιο από τη ημέρα που η μετάδοση των πληροφοριών έπαψε να γίνεται από στόμα σε στόμα και μετατράπηκε σε επαγγελματική υπόθεση, αμφισβητούνται εντόνως την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας από ένα συγκεκριμένο «σύστημα» το οποίο δεν μπορεί να ανεχθεί τη διαφορετική άποψη ή να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι μπορεί κάποιος να σκέπτεται αλλιώς χωρίς κάτι τέτοιο να αποτελεί προϊόν διαστρεβλωτικής ιδιοτέλειας. Επειδή ενδεχομένως όσοι σκέπτονται έτσι κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια ή έχουν ως πρότυπο την ομοιομορφία που επιβάλουν αυταρχικά καθεστώτα. 

Στα χρόνια της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ όποιο μέσο ενημέρωσης ή μεμονωμένος δημοσιογράφος διανοούνταν να ασκήσει κριτική, την επόμενη στιγμή καθίστατο στόχος με ανοίκειους χαρακτηρισμούς που εκτοξεύονταν εναντίον του. Αποκορύφωμα της απόπειρας ποδηγέτησης ήταν ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες, όπως και η Εξεταστική Επιτροπή για τα οικονομικά των μέσων ενημέρωσης στην οποία οι κλήσεις για κατάθεση έγιναν με επιλεκτικά κριτήρια και προφανή στόχο να εκτεθούν όσοι καλούνταν προς εξέταση.

Οι εξαιρέσεις που έγιναν ήταν κραυγαλέες, με πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα τον γνωστό εκδότη που, όπως αποκαλύπτεται τώρα, άφησε πίσω του μια αμύθητης αξίας περιουσία που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την εμφανή επαγγελματική του δραστηριότητα. Παρότι υπήρξαν πολλές αφορμές (λίστα Lagarde, Panama Papers, διαφημιστική δαπάνη των προηγούμενων χρόνων κ.ά.) που μπορούσαν να κάνουν τις ελεγκτικές αρχές να ασχοληθούν μαζί του, έμεινε μέχρι τέλους στο απυρόβλητο ίσως γιατί ως κήνσορας της επιστροφής στη δραχμή δεν αποτελούσε σοβαρή απειλή για την ΣΥΡΙΖΑϊκή εξουσία. 

Η πραγματική επιδίωξη, άλλωστε, ήταν άλλη. Έπρεπε πάση θυσία να ενοχοποιηθούν και να αφανιστούν όλοι όσοι πήγαιναν κόντρα στο κυρίαρχο αφήγημα εκείνης της περιόδου. Και προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος, όλα τα μέσα ήταν επιτρεπτά. Με ψευδομάρτυρες, όπως οι δήθεν «προστατευόμενοι» στην υπόθεση Novartis, που οι καταθέσεις τους έβλεπαν το φως της δημοσιότητας σε φίλια μέσα πριν καν δοθούν, και με κάθε είδους απίθανες κατασκευές, όπως οι διαβόητες κρύπτες με τα στοιχεία πίσω από τις γυψοσανίδες του ΚΕΕΛΠΝΟ, δεν δίστασαν να επιστρατεύσουν μεθόδους που παρέπεμπαν ευθέως σε πολιτικό υπόκοσμο. 

Το αδιαμφισβήτητο φιάσκο στο οποίο οδηγήθηκαν η μια μετά την άλλη οι υποτιθέμενες «καθαρτήριες» απόπειρες της περιόδου 2015-2019, ωστόσο, δεν φαίνεται να συνέτισαν τους εμπνευστές του διαχωρισμού των ΜΜΕ σε αρεστά και μη. 

Αντί μετά τις εκλογές να αλλάξουν ρότα και να δουν πόσο τους κόστισε ο φαντασιακός κόσμος στον οποίο ζούσαν όταν ήταν «στα πράγματα», συνεχίζουν ακάθεκτοι την ίδια κοντόφθαλμη στρατηγική. 

Η εμφανής δημοσκοπική τους κακοδαιμονία εξακολουθεί να αποδίδεται στον (…αργυρώνητο) ρόλο των μέσων ενημέρωσης. Έτσι κάθε φορά που τα τελευταία επισημαίνουν τις άβολες αλήθειες οι οποίες ανακύπτουν από την τρέχουσα επικαιρότητα, επικρίνονται ως «πετσωμένα». Μια τουλάχιστον αστεία επίκριση αν λάβει κανείς υπόψη του τα πραγματικά μεγέθη της περιλάλητης «λίστας Πέτσα» με την οποία υποτίθεται ότι η σημερινή κυβέρνηση καταφέρνει να ελέγξει το τοπίο της ενημέρωσης. 

Το γεγονός ότι τα μέσα που υιοθετούν τις δικές τους προσεγγίσεις βολοδέρνουν, επειδή δεν βρίσκουν ακροατήριο, ούτε που τους απασχολεί. Αμετανόητοι, συνεχίζουν να κουνούν απειλητικά το δάχτυλο, παρόλο που τους παίρνουν όλο και λιγότεροι στα σοβαρά…

Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

Απαιτούνται πολλές συγγνώμες

 

            Οι άνθρωποι γενικώς την έχουμε πολύ δύσκολη τη συγγνώμη. Αν και δεν ζούμε σε έναν κόσμο αλάνθαστων όντων, είναι λίγοι εκείνοι που στην καθημερινή ζωή έχουν τη δύναμη να αναγνωρίσουν λάθη και το θάρρος να ζητήσουν συγγνώμη για λανθασμένες ενέργειες, συμπεριφορές ή εκτιμήσεις. Στην πολιτική τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα αφού η αναγνώριση λαθών είναι κάτι πολύ σπάνιο και η έκφραση συγγνώμης αποτελεί είδος σε πλήρη ανεπάρκεια.

            Είναι άκρως χαρακτηριστική η περίπτωση του Σταύρου Παπασταύρου, του συμβούλου του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος έπειτα από δικαστικές περιπέτειες που διήρκεσαν μια ολόκληρη εξαετία απαλλάχθηκε από όσα του είχαν καταμαρτυρήσει οι αντίπαλοι του πολιτικού του προϊσταμένου για παράνομες εμπλοκές στη διαβόητη «λίστα Lagarde» και τα περίφημα «PanamaPapers».

Από το βήμα του πρωθυπουργού, ο Αλέξης Τσίπρας είχε, ως μη όφειλε, υιοθετήσει πλήρως τα καταγγελλόμενα κατά του Παπασταύρου. Φαίνεται, μάλιστα, πως ήταν τόσο πεπεισμένος (;) για την ενοχή του που συγκατένευσε όταν ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης τον προκάλεσε να δεσμευτεί ότι θα ζητήσει συγνώμη εφόσον η δικαστική έρευνα θα κατέρριπτε τις εις βάρος του κατηγορίες.

Εκείνη η ώρα ήρθε τώρα, αφού είναι γνωστή η… ταχύτητα με την οποία κινείται η ελληνική Δικαιοσύνη ακόμη και όταν πρόκειται για μείζονες δικαστικές υποθέσεις με έντονο αντίκτυπο στην πολιτική ζωή του τόπου. Ο τότε πρωθυπουργός, όμως, αντί της συγγνώμης που είχε υποσχεθεί και την οποία, ούτως ή άλλως, οφείλει γιατί δεν ήταν στα καθήκοντα να αποφαίνεται ποιος είναι ή δεν είναι ένοχος, προτίμησε τη σιωπή.

Κακά τα ψέματα, όμως, η στάση του κ. Τσίπρα δεν εκπλήσσει. Ο Σταύρος Παπασταύρου, άλλωστε, δεν ήταν ο μόνος που στοχοποιήθηκε αδίκως από αξιωματούχους της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το εκδικητικό και αναιτιολόγητο άνοιγμα των λογαριασμών του Κώστα Σημίτη; Ή τον απίστευτο δικαστικό Γολγοθά του επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου;

Και τι να ξεχάσουμε από όσα απίθανα σκαρφίστηκαν την προηγούμενη δεκαετία διάφοροι πολιτικοί σαλτιμπάγκοι για να αναρριχηθούν στην εξουσία; Τις πολύχρονες περιπέτειες του Ανδρίκου Παπανδρέου ο οποίος προσπαθούσε να αποδείξει ότι δεν αγόρασε ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) για τη χρεωκοπία της χώρας στην οποία τάχατες ήθελε να οδηγήσει ο αδελφός του; Ή την επιστράτευση κουκουλοφόρων μαρτύρων για τον διασυρμό και την ηθική εξόντωση κορυφαίων προσώπων της «απέναντι πλευράς», όπως ο Αντώνης Σαμαράς, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Γιάννης Στουρνάρας και ο Παναγιώτης Πικραμένος που βρέθηκαν «στα μανταλάκια» ως δήθεν εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο Novartis πριν να απαλλαγούν πανηγυρικά;

Είναι, λοιπόν, πολλές οι συγγνώμες που θα έπρεπε να ζητήσουν ο Αλέξης Τσίπρας και οι νυν και πρώην συνεργάτες του για τις άκομψες, αντιθεσμικές αλλά και σε πολλές περιπτώσεις παράνομες ενέργειες στις οποίες επιδόθηκαν εναντίον όσων εκείνοι θεωρούσαν ότι αντιστρατεύονταν το πάθος τους για να αποκτήσουν αρχικά και εν συνεχεία για να διατηρήσουν την εξουσία. Και το μόνο σίγουρο είναι ότι αν, άρχιζαν να ζητούν συγγνώμες, δεν θα μπορούσαν να σταματήσουν στον Παπασταύρου.

Αν, πάντως, αποφάσιζαν κάποια στιγμή να το κάνουν, θα ήταν ίσως καλύτερο για τους ίδιους τη μεγαλύτερη συγγνώμη να τη ζητήσουν από τον ελληνικό λαό. Και, ακόμη καλύτερα από όσους τους πίστεψαν και έγιναν ψηφοφόροι τους επειδή τους «δηλητηρίαζαν» επί χρόνια. Και το έκαναν χρησιμοποιώντας το άκρως αντιπολιτικό και απολύτως λαϊκίστικο «δηλητήριο» ότι τα προβλήματα της χώρας οφείλονταν αποκλειστικά και μόνον στο γεγονός ότι οι αντίπαλοι τους ήταν διεφθαρμένοι. Οπότε, όλα θα λύνονταν δια μαγείας, αν, κατά την… Πολάκεια έκφραση, «κλείναμε κάποιους στη φυλακή».

Αλλά για να μην τα φορτώνουμε όλα στον Παύλο Πολάκη, προσωπικά δεν θα ξεχάσω ποτέ την έκπληξη που αισθάνθηκα όταν άκουσα τον ανταγωνιστή του στα Χανιά Γιώργο Σταθάκη, ο οποίος ήταν και πανεπιστημιακός δάσκαλος, να απαντά στο ερώτημα «που θα βρει η παράταξή του τα 12 δισ. ευρώ για να εφαρμόσει το περίφημο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» με την παράθεση μιας απλής αριθμητικής πράξης: «Τρεις τέσσερις δώδεκα».

Είχε αμέσως μετά ο ίδιος εξηγήσει, αφήνοντας άφωνους τους συνομιλητές του, ότι υπολόγιζε σε πρόσθετα έσοδα του Δημοσίου τα οποία θα προέχονταν ως εξής: τρία δισ. από τη φοροδιαφυγή, τρία από την πάταξη του λαθρεμπορίου, τρία από τη λίστα «λίστα Lagarde» και άλλα τρία από την εν γένει καταπολέμηση της διαφθοράς. Επρόκειτο, εν ολίγοις, για τη «λογική» του «τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο» που αποτυπώνεται στη σχετική λαϊκή παροιμία.

«Λογική» την οποία, δυστυχώς, κατάπιαν αμάσητη εκατομμύρια συνέλληνες. Και η οποία, αν θέλετε, ήταν αυτή που έκανε πολύ μεγαλύτερη ζημιά από την ενορχήστρωση των συκοφαντικών επιθέσεων κατά των πολιτικών αντιπάλων τους, αφού έπεισε πολύ κόσμο ότι αρκεί να πεις «όχι» σε ένα ψευτοδημοψήφισμα, σαν αυτό που έγινε τέτοιες μέρες πριν από έξι χρόνια, για να σε… παρακαλούν οι άλλοι για να σε δανείσουν. Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους μας…

Υ.Γ.: Εννοείται ότι αν αθωωθεί ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παπάς που εγκαλείται από τους δικούς του αντιπάλους για παράβαση καθήκοντος, επειδή έκανε όσα έκανε με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, οι τωρινοί διώκτες του θα πρέπει να εκφράσουν απερίφραστα τη συγγνώμη τους.

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Οι ποικιλώνυμες λίστες σε ρόλο «Ιερού Δισκοπότηρου»



            Είναι εντυπωσιακή η υψηλότατη «επένδυση» την οποία φαίνεται ότι έχει κάνει η σημερινή κυβέρνηση στη λεγόμενη καταπολέμηση της διαφθοράς. Είναι τόση μεγάλη η εμονική προσήλωσή τους που μόνον έτσι εξηγείται γιατί δεν πολυενδιαφέρονται για ο,τιδήποτε άλλο, όπως πρωτίστως η δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά και ευρύτερα η ανάληψη πρωτοβουλιών που να κινητοποιούν τη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία.
Το υπουργικό συμβούλιο, το οποίο, ειδικά μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου οπότε ο Αλέξης Τσίπρας απηλλάγη από τους «ενοχλητικούς» της εσωκομματικής του αντιπολίτευσης, συνεδριάζει σπανιότατα, συνήλθε εκτάκτως την προπαραμονή των Χριστουγέννων με σχεδόν αποκλειστικό σκοπό να πανηγυρίσουν τα μέλη του την άφιξη στην Αθήνα νέας λίστας με συναλλαγές καταθετών που παρέλαβε ο γενικός γραμματέας της Κυβέρνησης από τον Γάλλο πρώην υπάλληλο της τράπεζας HSBC στη Γενεύη Ερβέ Φαλτσιανί.
Τα στοιχεία των συγκεκριμένων καταθετών δεν είναι άγνωστα στις ελληνικές αρχές, αφού έχουν φθάσει στη χώρα μας ήδη από το 2011 και περιέχονται στη περιώνυμη «λίστα Λαγκάρντ». Υποτίθεται, όμως, ότι τώρα ο περιβόητος κ. Φαλτσιανί, ο οποίος έγραψε ολόκληρο βιβλίο και το μόνο αποκαλυπτικό που βρήκε να προσθέσει ήταν τα γελοία κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν στην Αθήνα για το ποιος ή ποια κρυβόταν πίσω από τη μεγαλύτερη σε ύψος κατάθεση που περιείχε η λίστα που εκείνος υπέκλεψε, αποφάσισε –και μπράβο του!- να κάνει «δώρο» στην ελληνική κυβέρνηση και τις συνοδευτικές κινήσεις των επίμαχων λογαριασμών.
Οι διθυραμβικοί τόνοι, όμως, με τους οποίους έκτοτε τα κυβερνητικά στελέχη αναφέρονται στις υποθέσεις που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη λίστα, αλλά και με άλλες συναφείς, δίνουν την εντύπωση ότι για τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ οι λίστες αυτές συνιστούν το «Ιερό Δισκοπότηρο» που η ανακάλυψή του θα λύσει δια παντός το… μυστήριο της μνημονιακής ζωής. Και γι΄ αυτό δεν χρειάζεται ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του να ασχολούνται τόσο σοβαρά με τίποτε άλλο. Ούτε με την ανεργία, ούτε με την ανάπτυξη. Εδραία πεποίθησή τους είναι ότι με τον θησαυρό από τις συγκεκριμένες λίστες θα γεμίσουν τα δημόσια ταμεία, θα προσληφθούν όλοι οι άνεργοι στο δημόσιο και γενικώς θα είναι όλα καλά και όλα ωραία.
Έχουν, μάλιστα, πιστέψει τόσο πολύ όλα αυτά που μάλλον δεν αντιλαμβάνονται τον απίστευτο σουρεαλισμό που αναδύεται από τις ίδιες τις δηλώσεις τους. «Ξέρετε ότι απεχθάνομαι τα μεγάλα λόγια και τις δηλώσεις χάριν εντυπωσιασμού. Προσπαθώ πάντοτε να κρατάω τον πήχη των προσδοκιών χαμηλά, γιατί είναι γνωστό ότι η ελληνική κοινωνία έχει κουραστεί από τις δηλώσεις», δήλωνε τις προηγούμενες ημέρες σε διαδικτυακή συνέντευξή του αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος. Και εκεί που ήσουν έτοιμος να αναφωνήσεις: «να και ένας εγκρατής σε μια κυβέρνηση έμπλεη φαφλατάδων», σε άφηνε ενεό με τη συνέχεια των λεγομένων του.
«Ωστόσο, οι εξελίξεις στο θέμα με τις λίστες είναι ήδη καταιγιστικές», συμπλήρωνε για να σημειώσει: «Οι ταυτοποιήσεις προχωρούν με ταχύτατους ρυθμούς. Πολύ πιο γρήγορα από ό,τι ελπίζαμε. Εκτιμούμε ότι θα προχωρήσουν άμεσα και οι διασταυρώσεις των στοιχείων με τα δηλωθέντα εισοδήματα και έτσι θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε και σε καταλογισμό, που είναι και το πιο σημαντικό».
Το καλύτερο, όμως, ο εν λόγω κυβερνητικός αξιωματούχος –το όνομα του οποίου δεν έχει σημασία, αλλά όποιος κάνει μια στοιχειώδη αναζήτηση στο Διαδίκτυο είναι εύκολο να το βρει- το φύλαγε για τη συνέχεια: «Στο εξωτερικό, ήδη, μας θεωρούν “μουτζαχεντίν”, που δεν έχουμε πρόθεση να σταματήσουμε πουθενά, όποιον και αν βρούμε μπροστά μας και αυτό για εμάς είναι τίτλος τιμής», ανέφερε με μια τεράστια δόση αυταρέσκειας, προκαλώντας πελώριες απορίες για το πόση επαφή με την πραγματικότητα έχουν όλα αυτά.
Γιατί, στον Θεό σας, ποιός είναι εκείνος στο «εξωτερικό» που απονέμει «τίτλους τιμής» σε Έλληνες αξιωματούχους και τους αναγορεύει σε «μουτζαχεντίν» κατά της διαφθοράς;  Η τρόικα μήπως; Και τότε γιατί πιέζει για νέα μέτρα και δεν αποδέχεται το «μπαλαμούτι» περί «ισοδυνάμων»; Αλλά και αν δεν είναι η επάρατος «τρόικα», που τώρα τη λέμε «θεσμοί», τότε ποιός είναι; Μήπως οι… Ρώσοι με τα δισεκατομμύρια που θα μας έδιναν «μπροστάντζα» για τον αγωγό που δεν θα γίνει;
Πέρα από τα αστεία, πάντως, φαίνεται ότι τα παθήματα της ίδιας της τωρινής διακυβέρνησης από τις απανωτές διαψεύσεις που έχει υποστεί μέχρι τώρα στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν έχουν γίνει μαθήματα. Ποιός, αλήθεια, θα εξηγήσει γιατί μετά τις τελευταίες εκλογές εξαφανίστηκε από το προσκήνιο ο προερχόμενος από τον εισαγγελικό κλάδο και επί χρόνια διώκτης του «μαύρου χρήματος» υπουργός Επικρατείας κ. Παναγιώτης Νικολούδης; Ποιό ήταν το «λάθος» του; Ότι καλλιέργησε προσδοκίες πως θα λυνόταν το οικονομικό πρόβλημα με τις λίστες; Ή ότι προσγείωσε τους υπερφίαλους υπολογισμούς;
Κακά τα ψέματα και ακόμη πιο κάκιστη η κοροϊδία των πολιτών. Η διαφθορά με τη μορφή της φοροδιαφυγής δεν είναι ούτε ελληνική εφεύρεση ούτε ελληνική μοναδικότητα. Αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο το οποίο, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, όλες οι κυβερνήσεις αν μπορούσαν θα το καταπολεμούσαν. Αν όχι για άλλον λόγο, σίγουρα για να έχουν λεφτά, είτε για να ξοδεύουν είτε για να ψηφοθηρούν με τη μείωση της φορολογίας. 
Σύμφωνα, άλλωστε, με τις πλέον έγκυρες διεθνείς μελέτες, οι πλούσιοι αυτού του πλανήτη έχουν κρυμμένα σε διάφορους «φορολογικούς παραδείσους» ποσά που υπολογίζονται στα 10 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αντιστοίχως, στις ελβετικές τράπεζες υπολογίζεται ότι έχουν κατευθυνθεί από Έλληνες καταθέτες (συμπεριλαμβανομένων και των εφοπλιστών που είναι αμφίβολο αν μπορεί να φορολογηθούν στην Ελλάδα) κεφάλαια περίπου 100 δισ. ευρώ, τα οποία αναλογικά αποτελούν το 1/100 του συνόλου.
Με λίγα λόγια, ακόμη και αν οι εγχώριοι αυτοαποκαλούμενοι «μουτζαχεντίν» έκαναν τη μεγάλη έκπληξη και κατάφερναν  να κατάσχουν –αμήν και πότε!- όλα τα χρήματα που βρίσκονται στις ποικιλώνυμες λίστες που έχουν στα χέρια τους, το οικονομικό πρόβλημα της χώρας δεν επρόκειτο να λυθεί δια μιας, όπως αφελώς φαίνεται να πιστεύουν αρκετοί  στην κυβέρνηση. Μόνον η παραγωγική ανασυγκρότηση και η προσπάθεια να δημιουργηθούν όλο και περισσότερες θέσεις εργασίας μπορεί να αλλάξει τη μοίρα αυτού του τόπου. Και όσο γρηγορότερα το αντιληφθούν τόσο το καλύτερο και για εκείνους και για όλους εμάς.

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Το χαμένο πλεονέκτημα στην εργολαβία της ηθικής



Από τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» μάλλον ελάχιστοι πρέπει να είναι όσοι δικαιολογημένα… έπεσαν από τα σύννεφα με τις αρχικές αποκαλύψεις για την «υπόθεση Φλαμπουράρη». Εξάλλου, ποιος είναι εκείνος που στην Ελλάδα του 2015… δικαιούται να εκπλήσσεται επειδή ένας «αριστερός εργολάβος» (σ.σ.:  αδιαχώριστη περίφραση επαγγελματικής ιδιότητας) σάρωνε τα δημόσια έργα επί της επαράτου μνημονιακής περιόδου;
Ενδεχομένως, μάλιστα, αν είχαν τηρηθεί τα προσχήματα της τυπικής νομιμότητας μπορεί το «σκάνδαλο» να έκλεινε χωρίς τις ευρύτερες προεκτάσεις που απέκτησε από την ώρα που κινητοποιήθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός συγκάλυψης, ο οποίος, στη σπουδή να ρίξει στάχτη στα μάτια όλων μας, υπέπεσε σε τόσο προκλητικά κραυγαλέες αντιφάσεις που ενίσχυσε τις αρχικές υποψίες και έκανε ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για δικαστική διερεύνηση της όλης υπόθεσης.
Ανεξάρτητα, ωστόσο, από την εξέλιξη που θα έχει από την ερχόμενη εβδομάδα η «υπόθεση Φλαμπουράρη», οι αποκαλύψεις που τη συνόδευαν ήταν μια καλή αφορμή για να επισημανθεί το μοναδικό μεγαλείο της υποκρισίας που χαρακτηρίζει το σύστημα εξουσίας το οποίο κυβέρνησε τη χώρα το τελευταίο οκτάμηνο και διεκδικεί να συνεχίσει να το κάνει.
Είναι το «σύστημα» που αναρριχήθηκε στην εξουσία επειδή, μεταξύ άλλων, επί δεκαετίες ηθικολογούσε κουνώντας το δάκτυλο στους αντιπάλους του, τους οποίους εγκαλούσε για διαφθορά και διαπλοκή, επιφυλάσσοντας, ταυτόχρονα, το απόλυτο απυρόβλητο για τους εαυτούς τους με την -αποτελεσματική, όπως απεδείχθη- μέθοδο της αυτοαναγόρευσης ως των μοναδικών κατόχων του «ηθικού πλεονεκτήματος».
Καθώς, όμως, «αρχή άνδρα δείκνυσι», όπως έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι, η σχεδόν οκτάμηνη διακυβέρνηση ήταν αρκετή για να πέσουν οι μάσκες της δήθεν «ηθικής» υπεροχής την οποία διατείνονταν ότι είχαν. Και, ταυτόχρονα, να αποκαλυφθεί πόσο γυμνός είναι ο βασιλιάς, ακόμη και όταν κραδαίνει τη ρομφαία της κάθαρσης, η οποία… λοξοδρομεί όταν έρχεται αντιμέτωπη με το κυβερνητικό στέλεχος που δεν δηλώνει το σπίτι που ενοικιάζει η σύζυγος του ή τον συνάδελφό του που έχει off shore και δεν έχει κληθεί ακόμη για εξηγήσεις από τις ελεγκτικές αρχές.
Δύο μόνον στοιχεία από τα έργα και τις ημέρες του οκταμήνου, αρκούν ίσως για να αναδείξουν την πελώρια απόσταση που χωρίζει τις πράξεις από τις διακηρύξεις:
Το πρώτο είναι ότι η κυβέρνηση, η οποία κατασκεύασε ειδικό χαρτοφυλάκιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, δεν έφερε όλο αυτό το διάστημα ούτε μια καινούργια νομοθετική ρύθμιση που να ενισχύει το ελεγκτικό οπλοστάσιο. Ενώ, το ακόμη χειρότερο, δεν εισέπραξε παρά ψίχουλα από τα δισεκατομμύρια ευρώ που, όπως διεκήρυττε, ήταν στις διάφορες λίστες και τα οποία υποτίθεται οι προηγούμενοι δεν ήθελαν να διεκδικήσουν.
Όλα όσα έγιναν στη διάρκεια του οκταμήνου περιορίστηκαν σε επικοινωνιακές στοχεύσεις, όπως το να δοθούν στη δημοσιότητα τα εμβάσματα που έστειλε στο εξωτερικό ο πρώην υπουργός Γκίκας Χαρδούβελης ή να γίνουν προεκλογικά… ραντεβού με τον περιβόητο Ερβέ Φαλτσιανί, τον άνθρωπο πίσω από τη «λίστα Λαγκάρντ», ο οποίος, όμως, έχει γράψει βιβλίο στο οποίο η μόνη «αποκάλυψη» ήταν η αναπαραγωγή διαφόρων γελοιοτήτων που έχουν κυκλοφορήσει στην Ελλάδα, και τώρα αξιοποιείται για να μας καλέσει να ξαναψηφίσουμε ΣΥΡΙΖΑ! 
Το δεύτερο και ακόμη εξοργιστικότερο στοιχείο για την «πρώτη φορά Αριστερά» διακυβέρνηση είναι ότι ακόμη και ο θεσμός του «πόθεν έσχες» μπήκε «στο ψυγείο», αφού είναι η πρώτη που δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των βουλευτών και των μελών της κυβέρνησης για τα προηγούμενα χρόνια, ενώ δεν υπεβλήθησαν καν δηλώσεις για το προηγούμενο οικονομικό έτος που στο παρελθόν υποβάλλονταν μέχρι το τέλος Ιουνίου.
Η πρωτοφανής αυτή αβελτηρία (;) που επέδειξαν οι υποτιθέμενοι «αρχάγγελοι της διαφάνειας», οι ίδιοι που έβαλαν στο στόχαστρό τους τον θεσμό της «Διαύγειας» για να μην υπάρχει πρόσβαση από το Διαδίκτυο στους διορισμούς «ημετέρων» και στις προκλητικές δαπάνες, δεν είναι διόλου τυχαία. Έχει άμεση σχέση με τα όσα είχαν έρθει στο φως της δημοσιότητας τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και αφορούσαν τις μεγάλες περιουσίες, τις υψηλές καταθέσεις εντός και εκτός Ελλάδος, όπως και τις επενδύσεις σε funds της αλλοδαπής που περιείχοντο στις δηλώσεις αξιωματούχων της εξουσίας του οκταμήνου.
Πληροφορούμαι πως όταν κάποια στιγμή, ας ελπίσουμε αμέσως μόλις αναλάβει το νέο Προεδρείο της Βουλής, δημοσιοποιηθούν οι δηλώσεις των προηγούμενων ετών που εκκρεμούν και δεν δίνονται στη δημοσιότητα με το πρόσχημα ότι δεν ολοκληρώθηκε ο έλεγχός τους, θα έχουμε επί μέρες πολλές να συζητούμε για τα όσα πρόκειται να δουν τα μάτια μας.
Τότε ίσως τελειώσει δια παντός το παραμύθι με το υποτιθέμενο «ηθικό πλεονέκτημα» και την… κουτοπονηριά διάφορων διεφθαρμένων που δηλώνουν «αριστεροί» μόνον και μόνον για να καλύψουν τις πομπές τους…

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Οι φούσκες που σκάνε



            Την περασμένη Πέμπτη, 2 Απριλίου, για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, με ένα άτυπο ενημερωτικό σημείωμα (non paper, κατά την έκφραση του συρμού) το κυβερνητικό επιτελείο γνωστοποίησε ότι τη μεταπροσεχή Τρίτη 14 του μηνός «ο υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης και ο υπουργός Επικρατείας αρμόδιος για την καταπολέμηση της διαφθοράς Π. Νικολούδης θα συναντηθούν με αντιπροσωπεία του υπουργείου Οικονομικών της Ελβετίας, με επικεφαλής τον υφυπουργό για διεθνή Οικονομικά θέματα Dr. Jacques de Watteville».
            Δεν τη λες άσχημη ως πρωτοβουλία. Τουναντίον, με τόσα και τόσα που έχουμε ακούσει για το ευπρόσιτο ελβετικό «Ελ Ντοράντο», αισθάνεσαι ίσως και μια εθνική ανάταση. Και, αν είσαι και large τύπος, απευθύνεις και ένα «μπράβο» στην κυβέρνηση για την έγκαιρη ενημέρωση που παρέχει στους πολίτες της. Πόσω μάλλον που αμέσως μετά οι συντάκτες του non paper θύμιζαν, αυτολεξεί παρακαλώ, ότι «είχε προηγηθεί συνάντηση (26/03/2015) με τον υπουργό Επικρατείας Νίκο Παππά, προκειμένου να υπάρξει επανεκκίνηση και εντονότερη συνεργασία των φορολογικών αρχών των δύο χωρών στο μέλλον».
            Ακολουθούσε, εν συνεχεία, το σημαντικότερο, το οποίο μπορεί και να αποτελούσε τη δικαιολογία για την έκδοση του περί ου ο λόγος σημειώματος: «Οι ελβετικές αρχές», αναφερόταν, «είχαν εκφράσει τότε την απορία τους για την απουσία ενδιαφέροντος από τις ελληνικές αρχές κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα για εκκρεμείς υποθέσεις Ελλήνων πολιτών κι επιχειρήσεων στην Ελβετία. Όπως αναφέρθηκε στη συνάντηση, μόνο δεκαπέντε αιτήματα συλλογής και διαβίβασης στοιχείων φορολογικού ενδιαφέροντος πραγματοποιήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση».
            Κάτι τέτοια ακούν οι Έλληνες και αφιονίζονται με όσους τους κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια. Είναι δυνατόν, σου λέει -απολύτως δικαιολογημένα- ο άλλος, να απορούν (!) οι Ελβετοί για την αδράνεια μας; Πάνω, όμως, που ετοιμάζεσαι να πει «ευτυχώς που ήρθε μια νέα... αμόλυντη κυβέρνηση που δεν θέλει δανεικά από τους εταίρους γιατί διόρισε κοτζάμ υπουργό για την καταπολέμηση της διαφθοράς που θα πάει στην Ελβετία, μαζί με τον «ουάου» Βαρουφάκη και θα επιστρέψουν με τον πακτωλό στο χέρι», έρχεται ο κ. Νικολούδης και μέσα σε ελάχιστα λεπτά της ώρας χαλάει φαντασιώσεις χρόνων και χρόνων.
            Δεν θα είχε -κατά το γνωστό κλισέ- στεγνώσει, αν ήταν γραμμένο σε χαρτί, το... μελάνι του non paper, όταν, λίγες ώρες μετά την κυκλοφορία του, εμφανίστηκε στη Βουλή, για να απαντήσει σε ερώτηση του χρυσαυγίτη Η. Κασιδιάρη για τη λίστα Λαγκάρντ, ο υπουργός Επικρατείας, ο οποίος για περισσότερο από 15 χρόνια ασχολείτο ως εισαγγελικός λειτουργός, από διάφορα πόστα, με την καταπολέμηση της διαφθοράς και ειδικότερα με το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, φθάνοντας μέχρι τη θέση του επικεφαλής της ανεξάρτητης αρχής για την αντιμετώπισή του, θέση την οποία κατείχε μέχρι τη μέρα που η νέα κυβέρνηση του έδωσε υπουργικό θώκο.
«Ο έλεγχος της λίστας Λαγκάρντ είναι, καταρχήν, εξαιρετικά δύσκολος, δεδομένου ότι η Ελβετία θεωρεί ότι με παράνομο τρόπο έφυγαν αυτά τα στοιχεία από τη συγκεκριμένη τράπεζα και αρνείται να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία», είπε αυτολεξεί ο τέως εισαγγελέας και νυν κυβερνητικός αξιωματούχος που –προς τιμήν μου- ουδόλως επηρεάστηκε από το απροκάλυπτο –μάρτυς μου τα πρακτικά της Βουλής…- γλείψιμο που του είχε ρίξει νωρίτερα ο προφυλακισμένος ακόμη χρυσαυγίτης.
Δεν περιορίστηκε, μάλιστα, σε αυτή τη γενικόλογη διαπίστωση ο κ. Νικολούδης, αλλά θέλησε να γίνει σαφέστερος προσθέτοντας: «Ακούστε, το να επιχειρήσει κάποιος φορολογικό έλεγχο στηριζόμενος μόνο στη λίστα Λαγκάρντ ή βλέποντας τη κεχωρισμένα και μεμονωμένα –ή τη λίστα Λαγκάρντ ή τη λίστα Λουξεμβούργου ή οποιαδήποτε άλλη θέλετε, τη λίστα Νικολούδη, που είπανε κάποια φορά, που περιλαμβάνει τα εμβάσματα που έφυγαν από εδώ και πήγαν στο εξωτερικό– είναι, λοιπόν, περίπου βέβαιο ότι θα καταλήξει σε λανθασμένα συμπεράσματα. Γιατί έχεις μόνο το δέντρο και δεν βλέπεις το δάσος».
«Ο σωστός τρόπος αντιμετώπισης και αξιοποίησης αυτής της λίστας είναι μαζί με άλλα στοιχεία να τη συνεκτιμήσεις», συνέχισε ο πολύπειρος σε θέματα αντιμετώπισης της διαφθοράς υπουργός. «Να βρω, για παράδειγμα, αν ο Χ ελεγχόμενος έχει πόσα σε μία ελληνική τράπεζα, πόσα σε άλλη ελληνική τράπεζα, πόσα χρηματιστήριο κλπ., μαζί να βρω αν συναντάται και στη λίστα Λαγκάρντ, που σημαίνει ότι έστελνε χρήματα έξω, και αυτή η συνολική εικόνα είναι η μόνη εικόνα που μπορεί να αντιπαραβληθεί με το τι δήλωνε όλα τα προηγούμενα χρόνια και να σου δώσει τη διαφορά. Αν κοιτάξεις μόνο την εικόνα, δεν είναι απλώς άτοπο, είναι λάθος».
            Εν ολίγοις, με την τοποθέτηση του κ. Νικολούδη κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος το παραμύθι ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν ζητούσαν στοιχεία, τα οποία τάχατες ήταν διατεθειμένοι να δώσουν οι Ελβετοί. Άλλωστε, αν κάποιος ήταν αρμόδιος να ζητήσει τέτοια στοιχεία, αυτός δεν ήταν άλλος από τον επικεφαλής της αρμόδιας αρχής για το ξέπλυμα χρήματος, δηλαδή ο κ. Νικολούδης, ο οποίος μόνον για αβελτηρία δεν μπορεί να επικριθεί, αν κρίνουμε και από την απόφαση υπουργοποίησής του. Κατέρρευσε επίσης και η εξαπάτηση των πολιτών ότι δήθεν δεν έχει λυθεί το οικονομικό πρόβλημα της χώρας επειδή δεν διερευνήθηκε η λίστα Λαγκάρντ. Και μαζί κονιορτοποιήθηκαν από τον καθ΄ ύλην αρμόδιο οι… ψεκασμένες γελοιότητες ότι την έρευνα εμπόδιζε η εμπλοκή συγγενικών προσώπων ή συνεργατών πρώην πρωθυπουργών.
            Αργότερα ή γρηγορότερα, να είστε σίγουροι ότι κάποια στιγμή θα σκάσουν και άλλες προσφιλέστατες «φούσκες» με τις οποίες απατεώνες της πολιτικής παραπλανούν τους Έλληνες πολίτες: Από τις –υποτιθέμενες- υπέρογκες εισπράξεις («ήμουνα νιος και γέρασα», ακούγοντας γι΄ αυτές)  που θα προέλθουν από την πάταξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου καυσίμων έως τις αυταπάτες ότι θα αλλάξει δια μιας η μοίρα του τόπου με την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων (ναι, αυτών που έσπευσε να παραχωρεί κατά... 70% στους Αμερικανούς ο γαλαντόμος υπουργός Αμύνης που πρόλαβε και βρήκε και λεφτά για απευθείας αναθέσεις οπλικών συστημάτων…). Και από τα κέρδη που θα αποκομίσουμε (εκεί που κανείς άλλος δεν τα κατάφερε) με την επιτροπή λογιστικού  ελέγχου του δημοσίου χρέους έως τις γερμανικές επανορθώσεις που τις διεκδικούμε… σθεναρά όταν είμαστε μεταξύ μας αλλά λέμε ότι είναι «πρωτίστως ηθικό» ζήτημα όταν μιλάμε σε διεθνές ακροατήριο...