Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαζόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαζόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Ασκήσεις θάρρους για την… έξοδο από το Μαξίμου




Με τις ασκήσεις θάρρους στις οποίες επιδιδόταν ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς τύπους που υποδυόταν ο αγαπημένος του Λάκης Λαζόπουλος, όταν το πάλαι ποτέ έκανε πραγματική σάτιρα με τους «Μικρούς Μήτσους», προσιδίαζαν οι νουθεσίες και οι προτροπές που απηύθυνε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας προς τα κοινοβουλευτικά στελέχη του κόμματός του.
Δεν εξηγείται αλλιώς ότι συγκάλεσε συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ για να ζητήσει –από ποιον άραγε;- να πάψει να… κλείνεται στο Μαξίμου και να αντιμετωπίσει τη δυσμενή πραγματικότητα που έχει δημιουργήσει στην ελληνική κοινωνία η κραυγαλέα διάψευση όλων των ψευδών προσδοκιών που καλλιέργησαν στους πολίτες οι νυν κυβερνώντες  για να τους υφαρπάξουν την ψήφο τους και να καταλάβουν την εξουσία.   
«Έχουμε σήμερα ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη φορά να βγούμε από τα γραφεία μας, από τη Βουλή, από το Μέγαρο Μαξίμου, από τα υπουργικά γραφεία, από τα βουλευτικά γραφεία, από τα κομματικά γραφεία και να σταθούμε δίπλα στους ανθρώπους, που θα έχουν να μας πουν και τα παράπονά τους, που θα έχουν να μας πουν και την κριτική τους», ήταν τα ακριβή λόγια που χρησιμοποίησε ο κ. Τσίπρας, ο οποίος προετοιμάζεται για την πρώτη εδώ και πάνω από ένα χρόνο έξοδο του από το περίκλειστο πρωθυπουργικό γραφείο.  
Χωρίς να είναι βέβαιο αν ήθελε να πάρει ο ίδιος κουράγιο ή αν προσπαθούσε να ενθαρρύνει τους βουλευτές του, οι οποίοι είναι γνωστό ότι αποφεύγουν να κυκλοφορήσουν δημοσίως, συμπλήρωσε: «Πρέπει, λοιπόν, η Κοινοβουλευτική Ομάδα, το κόμμα να μπει σε διάταξη κινητοποίησης, σε διάταξη μάχης, προκειμένου να σταθούμε δίπλα στην ελληνική κοινωνία. Και αυτό, νομίζω, ότι αφορά όλες και όλους, όσοι βρισκόμαστε σε αυτήν εδώ την αίθουσα. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να παρακολουθούμε τις εξελίξεις. Πρέπει να τις συνδιαμορφώσουμε».
Το μόνο σίγουρο είναι ότι την Παρασκευή και το Σάββατο ο πρωθυπουργός σχεδιάζει να βρεθεί στη Θράκη για να περιοδεύσει στην περιοχή με ένα πρόγραμμα που θυμίζει έντονα προεκλογικές εξορμήσεις, καθώς περιλαμβάνει επιθεωρήσεις έργων, ανεξαρτήτως του αν άλλοι ήταν εκείνοι που τα σχεδίασαν και τα δρομολόγησαν (π.χ. ο αγωγός TAP), όπως και εγκαίνια εκθέσεων, επειδή, προφανώς, δεν βρέθηκε κάτι άλλο πιο χειροπιαστό για να κοπούν κορδέλες.
Τόσο αυτή καθεαυτή η επίσκεψη στη Θράκη -όπου, ειρήσθω εν παρόδω, προγραμμάτιζε να μεταβεί και ο πρόεδρος της ΝΔ, αλλά ανέβαλε το ταξίδι του για να μην συμπέσουν με τον πρωθυπουργό- όσο και το επίμαχο περιεχόμενο της ομιλίας με τις παραινέσεις προς τους βουλευτές του, προκάλεσαν σε πολιτικούς από όλους τους χώρους ζωηρές υποψίες ότι ο κ. Τσίπρας μπορεί και να έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του τον πειρασμό να δοκιμάσει έναν εκλογικό αιφνιδιασμό, σε τρόπον ώστε να περισώσει ό,τι περισώζεται από το αποδεκατισμένο πολιτικό του κεφάλαιο.
Ο ίδιος, πάντως, είχε επιχειρήσει να διασκεδάσει όλα τα συναφή σενάρια, καταφεύγοντας, ωστόσο, σε παραλληλισμούς που, παρά τις ιαχές για επερχόμενες νίκες, προδίδουν μάλλον ηττοπάθεια και χαμηλό ηθικό. Δήλωσε, για παράδειγμα, πως αισθάνεται ότι βρίσκεται στη μέση του ποταμού και πως κάθε πισωγύρισμα θα ήταν αποτυχία. Για να επιστρατεύσει μια ακόμη ένεση ηθικού, σύμφωνα με την οποία «θα κολυμπήσουμε για να βγούμε στην άλλη μεριά της όχθης, για να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση».
Την ίδια ώρα, εξάλλου, φρόντιζε να παρουσιάσει τον αρχηγό της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη ως… «μπαμπούλα», ο οποίος, κατά την πρωθυπουργική περιγραφή, «ονειρεύεται 4ο Μνημόνιο», με «άγρια λιτότητα και περικοπές, μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, απολύσεις στο Δημόσιο, πλήρης απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα και κατεδάφιση (από ό,τι έχει απομείνει, ό,τι με νύχια και με δόντια περισώσαμε) της δημόσιας Υγείας και της δημόσιας Παιδείας».
Εκτός, όμως, από τον πρόεδρο της ΝΔ, τα όνειρα του κ. Τσίπρα φαίνεται ότι  ταράζει και ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος, τον οποίο μόνον αυτόν –γιατί άραγε;- από την υπόλοιπη αντιπολίτευση, έβαλε στο στόχαστρό του. «Αλλά δεν θα του κάνουμε το χατίρι. Δεν πρόκειται να τον αφήσουμε», είπε αναφερόμενος στον κ. Μητσοτάκη. Και κάνοντας μάλλον μια ακόμη άσκηση θάρρους (που θύμιζε το εμβληματικό «άι χάσου μυρμηγκάκι…» του λαζοπουλικού «Μήτσου»), συμπλήρωσε: «Δεν θα αφήσουμε τη χώρα και την κοινωνία να καταστραφεί για να έρθει αυτός να τη λεηλατήσει, μαζί με τον φίλο του τον κ. Βενιζέλο και τους ίδιους συνεργάτες και συνεργούς, που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ελληνικός λαός αυτό δεν θα το επιτρέψουν».
Εντάξει ο ΣΥΡΙΖΑ, δικό του δημιούργημα είναι, μπορεί και να τον εκφράζει. Αλλά τον ελληνικό λαό, αλήθεια, γιατί δεν τον ρωτάει;

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

Η Δικαιοσύνη και της τερατολογίας το ανάγνωσμα



            Από την πρώτη στιγμή που «έσκασε», ήμουν πολύ διστακτικός απέναντι στην περιβόητη «υπόθεση Χαϊκάλη» και στον τρόπο που ήρθε στη δημοσιότητα. Μπορεί, δεν το κρύβω, να ήταν και αποτέλεσμα μιας κάποιας προκατάληψης, αφού τα πρόσωπα που είχαν εμπλακεί στη βορβορώδη αυτή ιστορία δεν μου ενέπνεαν εμπιστοσύνη.
            Δεν είχαν, άλλωστε, περάσει πολλές μέρες, αφότου ένας από τους πρωταγωνιστές της ιστορίας ισχυριζόταν, από τηλεοράσεως, ότι ο πρωθυπουργός είχε τηλεφωνήσει εννιά φορές μέσα σε μια μέρα σε έναν από τους βουλευτές του, πιέζοντάς τον να ψηφίσει Πρόεδρο, μέχρι που, πάντα κατά τον καταγγέλλοντα πολιτικό αρχηγό, ο βουλευτής απηύδησε και του το έκλεισε στα μούτρα (του πρωθυπουργού…).
            Ήταν, για όσους δεν έχουν χάσει τη μνήμη τους, ο ίδιος που πριν από δυόμισι χρόνια ως αρχηγός του τέταρτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος είχε βγάλει ψεύτη και πλαστογράφο (!) τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν, αφού του είχε παραδώσει πολυσέλιδο έγγραφο με τους όρους που έθετε για να συμμετάσχει σε συμμαχικό κυβερνητικό σχήμα, εν συνέχεια το αναίρεσε υποστηρίζοντας ότι «το κατασκεύασε η Προεδρία». Και πολλά ακόμη, από τις απίθανες ιστορίες τρομοκρατίας, την υπόθεση Οτσαλάν ή τα περίφημα CDS, ως τόσα και τόσα άλλα του πρόσφατου και του απώτερου παρελθόντος που αν συγκεντρωθούν κάποια στιγμή μπορεί να γεμίσουν έναν ολόκληρο τόμο συνωμοσιολογικής τερατολογίας…
            Όσο, λοιπόν, εκτυλισσόταν η εμφανώς κακοσκηνοθετημένη τηλεϊστορία και ερχόταν στο φως η μια μετά την άλλη οι απανωτές αντιφάσεις των πρωταγωνιστών της, όπως και οι σχέσεις που τους συνέδεαν, η αρχική μου προαίρεση από δισταγμός και επιφύλαξη μετατράπηκε σε πεποίθηση για τα ταπεινά κίνητρα που κρύβονταν πίσω από τους κοριούς και τις παγιδεύσεις, το επαγγελματικό μοντάζ από τον μετρ του είδους Λάκη Λαζόπουλο, τις… χρυσοφόρες επενδύσεις στο εξωτερικό, τα λεφτά της απαγωγής Παναγόπουλου, τις ράβδους χρυσού και άλλα ηχηρά παρόμοια που συνέθεταν έναν απίθανο σεναριακό καμβά, από εκείνους που σε κάνουν να λες «αυτά, ρε φίλε, ούτε στον σινεμά δεν γίνονται…».
            Παρά ταύτα, ακούγοντας ότι οι εισαγγελικές αρχές αποφάσισαν να θέσουν στο αρχείο την υπόθεση της υποτιθέμενης δωροδοκίας, δεν σας κρύβω ότι ένοιωσα απορία για τη σπουδή που έγινε κάτι τέτοιο, επηρεασμένος, από τη μια, από τη γενικότερη άποψη που έχουμε όλοι μας για τον «αραμπά» με τον οποίο κινείται η ελληνική δικαιοσύνη και προβλέποντας, από την άλλη, την ένταση του θορύβου προς δημιουργία εντυπώσεων περί δήθεν «κουκουλώματος» που ήδη είχε ξεκινήσει μόλις διεφάνη η εισαγγελική πρόθεση για ταχύτατη εκκαθάριση του αντικοινοβουλευτικού οχετού που είχε ανοίξει.
            Ήταν, γι΄ αυτό, μεγάλο ευτύχημα που δημοσιοποιήθηκαν, αφενός, οι καταθέσεις των πρωταγωνιστών της απίθανης ιστορίας και αφετέρου η πορισματική αναφορά του αντεισαγγελέως Εφετών Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου, ο οποίος, όπως εναργέστατα αποκαλύπτεται μέσα από το κείμενο που συνέταξε, φαίνεται ότι κινήθηκε με απαράμιλλο επαγγελματισμό, φωτίζοντας όλες τις πτυχές της βορβορώδους αυτής υπόθεσης πριν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «δεν προέκυψε κανένα στοιχείο της αντικειμενικής υπόθεσης του εγκλήματος», ούτε «η βασιμότητα της καταγγελίας» περί δήθεν απόπειρας χρηματισμού.
            Θα αδικούσα το ίδιο το κείμενο αν επιχειρούσα να συντμήσω τα επιχειρήματα που παραθέτει, αλλά δεν μπορώ να μην σταθώ, περιγράφοντάς τα με δικές μου λέξεις, σε δύο εξ αυτών που καταρρίπτουν τη σκευωρία που επιχειρήθηκε να στηθεί: Το πρώτο είναι η περιγραφή της εμφάνισης του βουλευτή των ΑΝ.ΕΛ. στην εισαγγελία αρκετές ώρες μετά την αλληλοπαγίδευση της συνομιλίας του με τον Αποστολόπουλο και οι φόβοι του Π. Χαϊκάλη μήπως διαρρεύσει από αλλού το περιεχόμενο των όσων έλεγε στις επαφές που από μήνες είχε ξεκινήσει. Και το δεύτερο η επισήμανση του γεγονότος ότι οι αρχές έμαθαν το όνομα του υποτιθέμενου δράστη της δωροδοκίας αρκετή ώρα μετά το οριστικό «ναυάγιο» της προκαθορισμένης συνάντησης στο σπίτι του βουλευτή, όπου υποτίθεται ότι θα προσερχόταν για να παραδώσει τα χρήματα και θα συλλαμβανόταν από την Αστυνομία για την οποία ήταν ακόμη άγνωστος.
            Αξίζει πραγματικά κάθε καλοπροαίρετος πολίτης να μπει στον κόπο να αναζητήσει και να διαβάσει ολόκληρο το πόρισμα του εισαγγελέα Παναγιωτόπουλου, που, πιστέψτε με, δεν χρειάζεται να είναι κανείς νομικός για να αναγνωρίσει ότι είναι ένα από τα κείμενα που πρέπει να διδάσκονται στις Νομικές Σχολές και τις Σχολές Δικαστών ως υπόδειγμα δικανικής παρρησίας από έναν λειτουργό της Δικαιοσύνης που δεν επηρεάζεται από κομματικές ή άλλες σκοπιμότητες.
            Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από τις πρόσκαιρες εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν από την προφανή προσπάθεια να δηλητηριαστεί το πολιτικό κλίμα σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για το μέλλον της χώρας μας, η κατάληξη της υπόθεσης ίσως αποφέρει και κάτι θετικό για τη Δημοκρατία μας και τους θεσμούς της, αφού κατεδείχθη ότι η Δικαιοσύνη έχει τη δύναμη και μπορεί να λειτουργεί.
Κέρδος, εξάλλου, για τη Δημοκρατία μπορεί να αποδειχθεί και από το γεγονός ότι όλα αυτά τα απίθανα για προηγμένα κοινοβουλευτικά συστήματα (που, αλήθεια, αλλού ακούστηκε αρχηγός κόμματος να στήνει ο ίδιος μηχανισμούς παγίδευσης;) έγιναν τόσο κοντά με τις επερχόμενες εκλογές. Γιατί, ενδεχομένως, δεν θα αμβλυνθούν οι μνήμες έως ότου στηθούν οι κάλπες και οι πολίτες που θα κληθούν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα θα ξέρουν (όσοι τουλάχιστον ενδιαφέρονται να μάθουν…) με ποιους έχουν να κάνουν.