Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λεβέντης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λεβέντης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2019

«To φυλάξαι τ’ αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι»


            Ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Πάνος Καμμένος και ο Βασίλης Λεβέντης ανήκουν στις γενιές οι οποίες διδαχθήκαμε αρχαία ελληνικά. Και σίγουρα ένα από κείμενα που, έστω και ακροθιγώς, θα τους έχουν διδάξει οι δάσκαλοί τους πρέπει να ήταν οι «Ολυνθιακοί Λόγοι» του Δημοσθένη, ο πρώτος από τους οποίους περιλαμβάνει ένα από τα πλέον εύγλωττα αποφθέγματα: τη διαχρονική και αιώνια επίκαιρη ρήση, σύμφωνα με την οποία «τo φυλάξαι τ’ αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι».
            Ο διασημότερος ρήτορας της αρχαίας ελληνικής πραγματικότητας, προσπαθώντας να παροτρύνει τους συμπολίτες του Αθηναίους να αντισταθούν στις επεκτατικές διαθέσεις του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου, επικαλείται την επιθυμία των ανθρώπων να είναι ελεύθεροι, παρά δούλοι, επισημαίνοντας (σε απόδοση στη νέα ελληνική) τα εξής:
«Και μα τον Δία, αυτό δεν είναι καθόλου απίθανο· γιατί για τους ανοήτους η παρ αξίαν ευτυχία γίνεται αφορμή να μη σκέφτονται σωστά· γι αυτό, πολλές φορές συμβαίνει να είναι δυσκολότερη η διατήρηση των αγαθών παρά η απόκτησή τους».
            Αναφέρεται, δηλαδή, ο Δημοσθένης σε εκείνους που γεύονται την «παρ΄ αξίαν ευτυχία» με αποτέλεσμα «να μη σκέφτονται σωστά». Και, επαναπαυόμενοι σε αυτά που έχουν, αδυνατούν να αντιληφθούν ότι «η διατήρηση των αγαθών είναι δυσκολότερη από την απόκτησή τους».
Πρόκειται, αναμφισβήτητα, για μια συμπυκνωμένη σκέψη η οποία τυγχάνει γενικής εφαρμογής: από τον πλούτο σε γνώσεις, που, αν δεν καλλιεργούνται, χάνονται έως τον πλούτο σε υλικά αγαθά που μπορεί να σπαταληθούν ή να εξανεμιστούν με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από εκείνη που κατέβαλλε κάποιος για να τα συσσωρεύσει.
Το ίδιο, προφανώς, ισχύει και για τα πολιτικά κέρδη. Η ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, ιδίως στις εποχές της μεγάλης κρίσης που ξεκίνησε μετά το 2009, ήταν, σε σχέση τουλάχιστον με το παρελθόν, μια εύκολη διαδικασία.
Η χρεοκοπία της χώρας στα χέρια των παραδοσιακών δυνάμεων, έφθειρε τις δύο μεγάλες παρατάξεις και μια σημαντική μερίδα συμπολιτών μας, αλαφιασμένοι από το ότι αισθάνθηκαν ότι τους έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι, ένοιωσαν την ανάγκη να τιμωρήσουν σκληρά τα παλαιά κόμματα.
Στράφηκαν, γι΄ αυτό σε νέους σχηματισμούς, αδιαφορώντας πολλές φορές για την πραγματικότητα που βοούσε ότι ένας ικανός αριθμός από όσους εμφανίζονταν ως νέοι δεν ήταν ούτε άσπιλοι ούτε  αμόλυντοι.
Πολύ περισσότερο που σε ορισμένες περιπτώσεις το νέο δεν ήταν παρά απλή μεταμόρφωση του παλαιού και το μόνο που το διαφοροποιούσε από τους υπολοίπους ήταν ότι όσοι το απάρτιζαν λειτούργησαν σαν τους ποντικούς που εγκαταλείπουν πρώτοι το σκάφος που ναυαγεί και κινδυνεύει να βουλιάξει.
Εξαιρώντας τη Χρυσή Αυγή που αποτελεί μια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα που ξεπήδησε μέσα από την κρίση και χρήζει μεγάλης ανάλυσης, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στις επιδόσεις ορισμένων από τα νεοσύστατα κόμματα που ιδρύθηκαν τον καιρό της χρεοκοπίας.
Στις εκλογές του 2012, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του Πάνου Καμμένου συγκέντρωσαν το εντυπωσιακό 10,31% και εξέλεξαν 33 βουλευτές. Επτά χρόνια μετά και αφού ο αρχηγός και τα στελέχη τους απόλαυσαν τους καρπούς της κυβερνητικής εξουσίας με πάθος που οι προηγούμενοι δεν είχαν επιδείξει, οι ΑΝ.ΕΛ. βολοδέρνουν και ο ηγέτης τους, εκτός κυβέρνησης πια, προσπαθεί να επιβιώσει επιδιδόμενος σε βαρύτατες καταγγελίες εναντίον όσων συμπορεύθηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Με ένα κόμμα που είχε ιδρύσει μόλις τρεις μήνες νωρίτερα, ο Σταύρος Θεοδωράκης απέσπασε στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014 ποσοστό 6,61%, εκλέγοντας δύο ευρωβουλευτές. Στις βουλευτικές κάλπες του Ιανουαρίου του 2015 το Ποτάμι, που δεν είχε κλείσει καλά καλά τον πρώτο χρόνο από την ίδρυσή του, διατήρησε περίπου το ίδιο ποσοστό και εκλέγοντας 17 βουλευτές άφησε πίσω του κόμματα, όπως το ΚΚΕ, οι ΑΝ.ΕΛ. και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου.
Ο Βασίλης Λεβέντης συμμετείχε για περίπου 35 χρόνια σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις. Όποτε στηνόταν κάλπη, είτε για τη Βουλή, είτε για την Ευρωβουλή, ακόμη και για την Αυτοδιοίκηση, εκείνος έθετε υποψηφιότητα. Και πάντοτε αποτύγχανε παταγωδώς. Ώσπου, τον Σεπτέμβριο του 2015, του άνοιξε η τύχη και η Ένωση Κεντρώων με 3,69% μπήκε στη Βουλή με εννιά βουλευτές.
Οι τρεις τους, δηλαδή ο Πάνος Καμμένος, ο Σταύρος Θεοδωράκης και ο Βασίλης Λεβέντης, φλέρταραν με τη συμμετοχή στη δεύτερη κυβέρνηση που σχημάτισε ο Αλέξης Τσίπρας. Ο τελευταίος επέλεξε τον Πάνο Καμμένο, ο οποίος ταυτίστηκε μαζί του. Αλλά και οι άλλοι δύο δεν απογοητεύτηκαν από την χυλόπιτα που έφαγαν.
Συνέχισαν το φλερτ με την εξουσία, αδιαφορώντας για τις φυγόκεντρες τάσεις στα κόμματά τους. Δυσκολεύονταν –από αλαζονεία ή απειρία;- να αντιληφθούν ότι αφού εκείνοι παζάρευαν με τον Αλέξη Τσίπρα, γιατί να μην κάνουν το ίδιο και τα στελέχη τους; Άλλωστε, για να θυμηθούμε και τον Δημοσθένη, δεν ήταν μόνον εκείνοι που είχαν αποκτήσει την «παρ΄ αξίαν ευτυχία», το ίδιο ίσχυε και για τους συνεργάτες τους.
Ο Αλέξης Τσίπρας που δεν χρειάζονταν πλέον τους αρχηγούς των ΑΝΕΛ, του Ποταμιού και της Ένωσης Κεντρώων, έκανε απευθείας επαφές με την Κουντουρά και τον Κόκκαλη, τη Μεγαλοοικονόμου και τον Παπαχριστόπουλο, τον Δανέλλη και τον Σαρίδη.
Κάπως, έτσι, ο… πλούτος που είχαν αποκτήσει ο Καμμένος, ο Θεοδωράκης και ο Λεβέντης εξανεμίστηκε. Και ο βασικός λόγος γι΄ αυτό είναι ότι δεν είχαν λάβει υπόψη τους τη Δημοσθένεια διδαχή για το πόσο δυσκολότερη από την απόκτηση είναι η διατήρηση των αγαθών.
Υ.Γ.: Ακόμη πιο κραυγαλέο παράδειγμα πολιτικού… νεοπλουτισμού αποτελεί η περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα. Μέχρι τώρα, ωστόσο, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι μάχεται σκληρά για την διατήρηση των κερδών του. Το αν και πόσα από αυτά θα καταφέρει να διαφυλάξει θα αρχίσουμε να το μαθαίνουμε από αύριο που θα έχει εκπληρώσει και την τελευταία μεγάλη υποχρέωση που έχει αναλάβει έναντι του ξένου παράγοντα και είναι, φυσικά, η υπερψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Τα δίκια και τα άδικα του Βασίλη Λεβέντη



            «Έβαλα εννέα άσημους στη Βουλή και με πρόδωσαν οι τέσσερις…», παραπονιέται τις τελευταίες μέρες σε κανάλια και ραδιόφωνα ο Βασίλης Λεβέντης, ο οποίος εφόσον του φύγει ένας ακόμη… άσημος από το ξέφραγο, κατά τα φαινόμενα, μαντρί της Ένωσης Κεντρώων θα πάψει να είναι αρχηγός αναγνωρισμένου από τον Κανονισμό της Βουλής κόμματος και θα χάσει όλα τα προνόμια που τώρα απολαμβάνει.
            Ο αρχηγός, ωστόσο, δεν δείχνει να πτοείται. «Και όλοι να φύγουν η Ένωση Κεντρώων θα ξαναμπεί στη Βουλή», αισιοδοξεί. «Έχω προσωπική σχέση με τους ψηφοφόρους. Ούτε ψήφους μου έφεραν (σ.σ.: οι βουλευτές που εξελέγησαν με το κόμμα του), ούτε θα μου πάρουν», επιχειρηματολογεί. Και μάλλον δεν εκπλήσσει όσους έχουν παρακολουθήσει ή γνωρίζουν τη μακρά προσπάθεια, ήδη από τη δεκαετία του 1980,που κατέβαλε για να βρει μια θέση στα κοινοβουλευτικά έδρανα.
            Δεν πτοήθηκε, άλλωστε, όταν μετρούσε τη μια μετά την άλλη τις απογοητεύσεις από τα ισχνά ποσοστά που συγκέντρωνε στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις στις οποίες συμμετείχε και που τον καθιστούν… ρέκορντμαν της εγχώριας πολιτικής σκηνής. Οπότε, τι πιο φυσιολογικό από το να παραμένει απτόητος και τώρα που οι πολύχρονες προσπάθειες του ευοδώθηκαν αφού, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 συγκέντρωσε 186.644 ψήφους και ποσοστό 3,44% που του έδωσε το εισιτήριο για τη Βουλή;
            Όπως και να έχει, όμως, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ο επίμονος  κ. Λεβέντης μπήκε στη Βουλή σε μια περίοδο που δεν τα κατάφεραν πολλά υποσχόμενοι πολιτικοί σχηματισμοί, όπως η ΛΑΕ του Παναγιώτη Λαφαζάνη που στέγασε όλους όσοι αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ μετά τη μνημονιακή του στροφή. Ήταν, μάλιστα,η Ένωση Κεντρώων το μόνο κόμμα που αύξησε κατακόρυφα τη δύναμη του από τις 110.923 ψήφους που είχε πάρει λίγους μήνες νωρίτερα και με το 1,79% που συγκέντρωσε τον Ιανουάριο του 2015 απείχε αρκετά από τον στόχο της εισόδου στο Κοινοβούλιο.
            Τι μεσολάβησε, άραγε, αυτούς τους εννέα μήνες και ο… αιώνιος loser Βασίλης Λεβέντης έγινε ξαφνικά ο αρχηγός που γοήτευσε τόσους περισσότερους ψηφοφόρους που του εξέδωσαν το πολυπόθητο για εκείνον κοινοβουλευτικό εισιτήριο; Στην πραγματικότητα δεν έγινε τίποτε απολύτως που να δικαιολογεί την επιτυχία της Ένωσης Κεντρώων και που με δεδομένη τη μειωμένη συμμετοχή σε αυτές τις κάλπες, στις οποίες ψήφισαν 750 χιλιάδες λιγότεροι εκλογείς από την προηγούμενη αναμέτρηση, μπορεί να θεωρηθεί μεγαλύτερη από αυτή που δείχνουν οι ξεροί αριθμοί.
Μια προφανής εξήγηση για το ως ένα μεγάλο βαθμό αναπάντεχο αποτέλεσμα για τον κ. Λεβέντη είναι ότι εδώ και πολλές δεκαετίες παρατηρείται το φαινόμενο σχεδόν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση να αναδεικνύεται ένα κόμμα σε υποδοχέα της ψήφου διαμαρτυρίας των πολιτών που είναι δυσαρεστημένοι με ένα ή περισσότερα κόμματα εξουσίας. Συνέβη αυτό παλαιότερα με αρκετούς σχηματισμούς, όπως η Πολιτική Άνοιξη του Αντώνη Σαμαρά, το ΔΗΚΚΙ του Δημήτρη Τσοβόλα και ο ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη, που είχαν έντονα αρχηγικά χαρακτηριστικά. Αλλά και με τους«Οικολόγους» ή –με λιγότερη επιτυχία- τους«Κυνηγούς», που αρκετοί από εκείνους που τους ψήφιζαν δεν ήξεραν ούτε τους αρχηγούς τους, ούτε τα στελέχη τους.
Οι πλείστοι εξ αυτών μετά την πρώτη είσοδο τους στη Βουλή και, το πολύ, άλλημια παρουσία στην Ευρωβουλή, δεν μακροημέρευσαν. Οι προσδοκίες των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων συνήθως δεν εκπληρώνονταν από τη νέα τους επιλογή και εκείνοι –όχι, κατ΄ ανάγκην, πάντα οι ίδιοι- αναζητούσαν άλλο ψηφοδέλτιο για να εκφράσουν τη διαμαρτυρία τους. Είναι αυτό που δεν θέλει ή δεν μπορεί να κατανοήσει ο Βασίλης Λεβέντης. Όπως, άλλωστε, για να πούμε και του στραβού το δίκιο, δεν μπόρεσαν να το αντιληφθούν και άλλοι πριν από αυτόν που βρέθηκαν στην ίδια θέση.
Διότι,όσο δίκιο και αν έχει ο αρχηγός της Ένωσης Κεντρώων όταν υποστηρίζει ότι έβαλε «εννέα άσημους στη Βουλή», άλλο τόσο άδικο είναι που τους κράτησε στο Κοινοβούλιο αναιρώντας την κεντρική προεκλογική δέσμευσή του για εναλλαγή των βουλευτών της Ένωσης Κεντρώων ανά εξάμηνο. Όπως, επίσης, όσο δίκιο έχει όταν λέει «ούτε ψήφους μου έφεραν», αφού οι εκλογές της επιτυχίας τους έγιναν με λίστα και όχι με σταυρό, άλλο τόσο άδικο έχει όταν καταγγέλλει «αποστασίες». Καλώς ή κακώς το πολιτικό παιχνίδι έτσι παίζεται. Και ο κ. Λεβέντης, ο οποίος παλαιότερα είχε πολιτευθεί με τη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, το ξέρει ίσως καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον εν ενεργεία πολιτικό.
Και, εν κατακλείδι, όσο δίκιο και αν έχει ο κ. Λεβέντης όταν ισχυρίζεται ότι η πεντακομματική Βουλή διευκολύνει την αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος, άλλο τόσο άδικος –με την έννοια περισσότερο του άστοχου- είναι ο ισχυρισμός του ότι εφόσον καταφέρει να μπει το κόμμα του στην επόμενη Βουλή θα αποτραπεί η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας και ο σχηματισμός μονοκομματικής κυβέρνησης από τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο δεν έχει καμία σημασία ο αριθμός των κομμάτων που διαθέτουν κοινοβουλευτικές έδρες. Εκείνο που μετράει για την αυτοδυναμία του νικητή των εκλογών, εκτός από τη δική του επίδοση, είναι το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που δεν θα μπουν στη Βουλή. Αυτοδυναμία προκύπτει με το πρώτο κόμμα στο 35% αν τα κόμματα που θα μείνουν εκτός Βουλής συγκεντρώσουν περί το 15%. Αν, αντιθέτως, τα τελευταία έχουν αθροιστικά λίγο πάνω από 5%, τότε το πρώτο κόμμα χρειάζεται 38% για να πάρει οριακά την αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 151 εδρών.
Αυτά!

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018

Ώρα για πάρτι στο Μαξίμου

Πριν από αρκετά χρόνια ο συνήθως προσεκτικός στην τήρηση των αρχών της διάκρισης των εξουσιών πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης υπέπεσε στο «παράπτωμα» να συγκαλέσει στο Μέγαρο Μαξίμου σύσκεψη στην οποία, εκτός από τους υπουργούς του, συμμετείχαν και υψηλόβαθμα κομματικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Ήταν, αν θυμάμαι καλά, την περίοδο της ολυμπιακής προετοιμασίας και για να μη χάνεται χρόνος στην κινητοποίηση όλων των μηχανισμών που έπρεπε να ενεργοποιηθούν, κάποιοι πρωθυπουργικοί συνεργάτες σκέφθηκαν ότι για τον καλύτερο συντονισμό θα έπρεπε να βρεθούν όλοι μαζί και επειδή ήταν κυβερνητικό θέμα προτιμήθηκε το γραφείο του πρωθυπουργού και όχι τα γραφεία της Χαριλάου Τρικούπη.
Την επομένη ημέρα -δεν υπήρχαν, βλέπετε, ακόμη το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου ανθούν κάθε είδους τρολ που τις περισσότερες φορές ενεργοποιούνται εν τω γεννάσθαι της είδησης που θέλουν να αποδομήσουν- ξεσηκώθηκε μέγας πολιτικός και δημοσιογραφικός σάλος. Με προεξάρχοντα τα στελέχη του τότε Συνασπισμού (που, μπορεί να βολόδερναν μεταξύ του 3 και του 4% και να θεωρούσαν υπαίτιους γι΄ αυτό την πολυτραγουδισμένη «διαπλοκή», διέθεταν, όμως, ένα αξιοζήλευτο επικοινωνιακό δυναμικό) οι καταγγελίες για το «μέγα ανοσιούργημα» της ταύτισης κόμματος και κράτους υπήρξαν ουρανομήκεις.
Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, πάντως, οι αντιδράσεις ενδεχομένως να μην ήταν και πολύ άδικες. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα πολιτικά προσχήματα. Δεν πρέπει, άλλωστε, να ξεχνάμε ότι ήταν η εποχή που εύρισκε έρεισμα το σύνθημα «ΠΑΣΟΚ και κράτος, Θεόδωρος Τσουκάτος!». Ένα σύνθημα που ξεκίνησε από το εσωτερικό του τότε κυβερνώντος κόμματος. Και μπορεί να το λάνσαραν οι οπαδοί του Άκη Τσοχατζόπουλου επειδή, κακά τα ψέματα, ήθελαν μεγαλύτερο μερίδιο από τα λάφυρα του πολύπαθου δημοσίου, ωστόσο αυτό δεν μειώνει τη σημασία του. Και κυρίως δεν μπορεί να διασκεδαστούν οι αντιλήψεις που εμπεδώνονταν στην ελληνική κοινωνία. Αντιλήψεις που, δυστυχώς, διέτρεχαν οριζόντια το πολιτικό σύστημα. Και φάνηκε ολοκάθαρα όταν έφυγε από τα πράγματα ο Κώστας Σημίτης...
Επιστρέφοντας στην αρχή και στις καταγγελίες ότι «οι κομματικοί του ΠΑΣΟΚ βεβήλωσαν το κυβερνητικό κτίριο», πρέπει να επισημάνουμε ότι ο τότε πρωθυπουργός πήρε στα σοβαρά την κριτική που του ασκήθηκε. Και έκτοτε απέφευγε επιμελώς να κάνει συσκέψεις με τους κομματικούς στο Μαξίμου. Τα προσχήματα, που λέγαμε παραπάνω. Ενώ και οι διάδοχοι του -άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο- κινήθηκαν στο ίδιο μοτίβο. Είχαμε, για παράδειγμα, τις επισκέψεις που δεχόταν ο Κώστας Καραμανλής από τον γραμματέα της Νέας Δημοκρατίας Ευάγγελο Μεϊμαράκη, προτού ο τελευταίος αναλάβει κυβερνητικό πόστο, αλλά χαρακτηρίζονταν άτυπες. Γι΄ αυτό και κανείς ποτέ δεν διανοήθηκε να διανείμει φωτογραφίες από το τετ α τετ. Ενώ και ο επισκέπτης ενημέρωνε τους δημοσιογράφους για τα διαμειφθέντα κάτω από τις… νεραντζιές του απέναντι πεζοδρομίου. Άλλοι ένοικοι του Μαξίμου καλούσαν κατά καιρούς ομάδες βουλευτών για να τους μεταφέρουν το κλίμα από τις περιφέρειες τους, κάλεσμα που μπορούσε να δικαιολογηθεί ότι αφορούσε το «γκελ» της κυβέρνησης στην κοινωνία, αλλά ως εκεί…
Τα θυμήθηκα όλα αυτά βλέποντας τις φωτογραφίες από την πανηγυρική ατμόσφαιρα υπό την οποία η βουλευτής Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου, έγινε δεκτή στο Μέγαρο Μαξίμου για να… τιμηθεί η απόφασή της να πάψει να είναι «ανεξάρτητη». Όπως συνέβαινε τους τελευταίους μήνες της πολιτικής της περισυλλογής που ακολούθησε την αποσκίρτηση από την Ένωση Κεντρώων και την εγκατάλειψη του… άμοιρου αρχηγού της (που θεωρούσε τον εαυτό του ισότιμο συνομιλητή του Τσίπρα). Περιχαρής η κυρία βουλευτής, που μετά τον προϋπολογισμό ψήφισε και το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο για να εντχθεί ως συνεργαζόμενη στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, πέρασε το κατώφλι του Μαξίμου. Στη συνάντηση με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα τη συνόδευαν η γραμματέα της ΣΥΡΙΖΑϊκής Κ.Ο. Αφροδίτη Θεοπεφτάτου και -άκουσον, άκουσον!- και ο γραμματέας του υπουργικού Συμβουλίου Μιχάλης Καλογήρου.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι προφανές: Τι σχέση έχει η κυρία Μεγαλοοικονόμου με την κυβέρνηση, ώστε συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό, παρόντος του γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου; Η βουλευτής μπορεί να είναι άξια θαυμασμού επειδή είδε αίφνης το φως το αληθινό, αλλά η προσχώρησή της στον ΣΥΡΙΖΑ είναι γεγονός που αφορά το κόμμα που τη δέχθηκε μετά βαΐων και κλάδων. Εξάλλου, ακόμη και αν πρέπει να τιμηθεί με υπουργοποίηση για την επιλογή της, ή επειδή είναι, κατά δήλωσή της, «Ταύρος» (στο ζώδιο), απαιτείται πρώτα να πάει να ορκιστεί στο Προεδρικό Μέγαρο και μετά να συνεργαστεί με τον γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου…
Ξέρω, ξέρω, ορισμένοι θα σκεφτούν ότι μπροστά σε τόσα και τόσα που συμβαίνουν γύρω μας, στην τυπικότητα της διάκρισης των εξουσιών θα… κολλήσουμε; Δεν είναι έτσι, όμως. Γιατί στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους που ενώ έχουν υποσχεθεί να είναι «κάθε λέξη του Συντάγματος», καταπατούν απροκάλυπτα τον καταστατικό χάρτη της χώρας. Πιστοί στην τόσο μακρινή από τις παραδόσεις της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας νοοτροπία ότι «πήραμε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία», όπως την εξέφρασε παραστατικά στην πρόσφατη συνέντευξη της η πρωθυπουργική συμβία Μπέτυ Μπαζιάνα, είναι προφανές ότι οι θεωρίες, αλλά και οι πρακτικές περί διάκρισης εξουσιών -Εκτελεστική, Νομοθετική, Δικαστική- είναι απολύτως ξένες με αυτά που πρεσβεύουν και, κατά το σλόγκαν τους, κάνουν πράξη.
Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι για να γιορτάσουν την πρώτη επέτειο από την εκλογική νίκη του 2015 μετέτρεψαν σε πιάνο μπαρ το Μέγαρο Μαξίμου; Κλήθηκαν εκεί αποκλειστικά οι βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ δείχνοντας πόσο σέβονται τους θεσμούς. Η αλήθεια είναι ότι πέρυσι, που έκλεισαν δύο χρόνια δεν το επανέλαβαν. Ίσως επειδή ο… πιανίστας, που για όποιον το λησμόνησε θυμίζουμε ότι ήταν ο Κώστας Ζουράρις, είχε βαριά καθήκοντα στο υπουργείο Παιδείας. Η παραγωγικότητα και το δυσβάστακτο βάρος που -άμοιρη Παιδεία!- είχε επωμιστεί αποδεικνύεται τώρα που αποπέμφθηκε. Για την ακρίβεια, αποκαλύπτεται ότι υπέγραφε μια απόφαση για κάθε μήνα που ήταν υφυπουργός. Που σημαίνει ότι χρειαζόταν έναν ολόκληρο μήνα προετοιμασίας για κάθε υπογραφή!
Τώρα όμως που απαλλάχθηκε από τα βαριά καθήκοντα του υφυπουργού, μπορεί άνετα να προσληφθεί από τον, κατά την κρίση του, «σοφό» πρωθυπουργό για να συνεχίσει την προσφορά του ως πιανίστας. Διότι μπορεί η κυρία Μεγαλοοικονόμου να έγινε δεκτή χωρίς μουσική υπόκρουση, οι επόμενοι, όμως, που προανήγγειλε ότι περιμένει ο κ. Τσίπρας να του παράσχουν στήριξη, πως θα περάσουν το κυβερνητικό κατώφλι; Χωρίς ούτε ένα πάρτι; Θα κάνουν οι σημερινοί κυβερνώντες τα ίδια που έκανε και το… «παλαιό πολιτικό σύστημα»; Παίρνεται έτσι η εξουσία;
Ώρα για πάρτι, λοιπόν. Τώρα, εξάλλου, που βγαίνουμε και από το Μνημόνιο. Όχι; Πως όχι;