Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λιμάνι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λιμάνι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Ο πρωθυπουργός και το «συν Αθηνά και χείρα κίνει»

         Όποια άποψη και αν έχει κανείς για τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, εκείνο που δεν μπορεί να του αποδώσει είναι η φυγοπονία, για την οποία αρκετοί πιστεύουν ότι χαρακτηρίζει εν γένει τους πολιτικούς -συχνή είναι η αναφορά για ορισμένους που «δεν έχουν κολλήσει ούτε ένα ένσημο»- και πάντως ουδείς αμφιβάλει ότι χαρακτήριζε τον τέως πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, που, όπως (κατα)μαρτυρούν στενοί του συνεργάτες, αντιμετώπιζε τα προβλήματα με την περιβόητη, πλέον, έκφραση «άσ΄ το για αργότερα».
          Τις σκέψεις αυτές έκανα καθώς, με την επαγγελματική του ιδιότητα, χρειάστηκε να βρεθώ την περασμένη Παρασκευή στην Άρτα, όπου ο πρωθυπουργός επί έξι ολόκληρες ώρες ήταν καθηλωμένος σε μια καρέκλα και άκουγε έναν προς έναν όλους τους φορείς της περιοχής να εκθέτουν στον ίδιο και στο κυβερνητικό κλιμάκιο που τον συνόδευε -ένας υπουργός και έξι υφυπουργοί- τα προβλήματα της περιοχής.

          Σε μια αναμφίβολα πρωτόγνωρη, όχι μόνον για τη διάρκεια της, διαδικασία εξαντλητικού διαλόγου, βρέθηκαν γύρω από το ίδιο τραπέζι και εξέθεσαν τις απόψεις και τους προβληματισμούς τους περισσότεροι από τριάντα εκπρόσωποι φορέων, προερχόμενοι από όλους τους πολιτικούς, αυτοδιοικητικούς, επιστημονικούς και παραγωγικούς χώρους.

          Χωρίς κανέναν αποκλεισμό ή άλλο περιορισμό δόθηκε ο λόγος από τον περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέκο Καχριμάνη ή τον τοπικό βουλευτή της ΝΔ Κώστα Παπασιώζο, έως τους προέδρους των χοιροτρόφων και των πτηνοτρόφων της Άρτας. Και από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων ή τον επικεφαλής του τοπικού σωματείου των ταξιτζήδων έως έναν μεμονωμένο επιχειρηματία, ο οποίος (ανα)ζητούσε εναγωνίως τη συνδρομή της πολιτείας για να υλοποιήσει στον τόπο του μια καινοτόμο, σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδέα (πατέντα) που συνέλαβε και είναι, όπως εξήγησε, ένας ανελκυστήρας που κινείται χωρίς να καταναλώνει ενέργεια και για τον οποίο έχει, ήδη, εξασφαλισμένες παραγγελίες από το εξωτερικό.

          Ο πρωθυπουργός εξήγησε το χαρακτήρα της ανοικτής αυτής διαδικασίας, λέγοντας πως άποψη «για το πού πορεύεται η χώρα, πώς πρέπει να κινηθεί, με τι ρυθμούς και τι στόχους, δεν έχει μόνον η Αθήνα, έχει και η Άρτα, έχουν και οι πολίτες της περιφέρειας», ενώ προέτρεψε εξαρχής τους συνομιλητές του να μιλήσουν ανοικτά, αναφέροντας τους ότι είναι «καλοδεχούμενη και η κριτική».

          Ο ίδιος, άλλωστε, στην εισαγωγή του δεν έκρυψε την δυσμενή πραγματικότητα και είπε ξεκάθαρα: «Δεν ήρθα εδώ απλώς για να χαϊδέψω αυτιά, ούτε για να αρνηθώ ότι υπάρχουν προβλήματα, ούτε για να υποσχεθώ μαγικές λύσεις, αλλά για να συζητήσουμε μεταξύ μας, πώς από εδώ και πέρα θα πορευτούμε πολύ καλύτερα, αλλά και πώς φτάσαμε ως εδώ, ώστε να μην βρεθούμε ποτέ ξανά σ' αυτή την κατάσταση. Και κυρίως, για να μπορέσουμε μαζί να δημιουργήσουμε τη νέα Ελλάδα που όλοι μας θέλουμε, να μπούμε σε μια βιώσιμη ανάπτυξη και σε ένα δρόμο προοπτικής».  

          Χωρίς να λείψει ούτε ένα λεπτό από την αίθουσα -βγήκε μόνον για να πάει εκεί που και οι πρωθυπουργοί. πάνε μόνοι τους-, ο κ. Παπανδρέου, κατέγραφε, όπως και οι συνεργάτες του, όλα όσα ακούστηκαν στην πολύωρη σύσκεψη και στο κλείσιμό της συνόψισε, απαντώντας, ο ίδιος ή τα καθ΄ ύλην αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, σχεδόν σε όλες τις (και επικριτικές σε ορισμένες περιπτώσεις) επισημάνσεις που εκφράστηκαν.

          Αν έγραψα τούτες τις γραμμές, δεν είναι για να ισχυριστώ ότι η παρουσία του πρωθυπουργού έλυσε τα προβλήματα της Άρτας ή της Ηπείρου, τις έγραψα, κυρίως, για το μεταφέρω το μήνυμα που εξέπεμπε η τοποθέτηση του πρωθυπουργού, ένα μήνυμα δημιουργικής και ουσιαστικής συμμετοχής της ελληνικής περιφέρειας στο αναπτυξιακό γίγνεσθαι της χώρας.

          Γι΄ αυτό και δεν θα σταθώ σε όσα θετικά ειπώθηκαν από υπεύθυνα κυβερνητικά χείλη για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας ή τον ελληνοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου, το ειδικό πρόγραμμα για τον Αμβρακικό ή την παραχώρηση στο δήμο Αρταίων του «Ξενία» της πόλης για πολιτικές δραστηριότητες.

          Θα σταθώ μόνον στο θέμα της γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη», που αφορά όλη την Ήπειρο, και που, κατά τη γνώμη μου, η τοποθέτηση του κ. Παπανδρέου, σηματοδοτεί την απαρχή για να δοθεί λύση στο μεγάλο αυτό αναπτυξιακό ζήτημα της περιφέρειας μας. «Μην αφήνετε το θέμα στην τύχη. Βρείτε τα σχήματα που δεν θα αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της επιχείρησης. Δείτε τι συμμαχίες μπορείτε να συνάψετε. Εμείς είμαστε υπέρ της κοινωνικής οικονομίας και θέλουμε όχι μόνον να παραμείνει, αλλά και να μεγαλώσει η συνεταιριστική παράδοση», προέτρεψε τους παριστάμενους και κυρίως όσους είχαν νωρίτερα υποστηρίξει την -ανεδαφική, κατ΄ εμέ, όπως έχω εξηγήσει και με άλλες ευκαιρίες- άποψη να «μείνει ως έχει το ιδιοκτησιακό καθεστώς» της επιχείρησης.

          Εν ολίγοις, το μήνυμα του πρωθυπουργού μπορεί να συνοψιστεί στην αρχαιοελληνική ρήση: «συν Αθηνά και χείρα κίνει». Το ερώτημα, όμως, είναι αν οι αποδέκτες του μηνύματος είναι διατεθειμένοι να κουνήσουν τα χέρια τους.

  

          *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Οι «προφεσόροι» του Μπίσμαρκ και το νοσοκομείο Φιλιατών

Ακούγοντας από υπεύθυνα χείλη ότι τρεις διαφορετικές επιστημονικές ομάδες πρότειναν τρία διαφορετικά πράγματα για τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, ένα από τα οποία προβλέπει την διοικητική ενοποίηση του νοσοκομείου Φιλιατών με το νοσοκομείο Χατζηκώστα των Ιωαννίνων, μου ήρθε κατά νου η αξιομνημόνευτη ρήση του Όττο Μπίσμαρκ «drei professoren, vaterland verloren». Σε ελεύθερη απόδοση, ο Πρώσος (Γερμανός) καγκελάριος του τέλους του 19ου αιώνα ήθελε να πει με τη φράση αυτή, που έμεινε στην ιστορία, ότι, αν ανατεθούν οι υποθέσεις του κράτους σε τρεις καθηγητές, η πατρίδα χάθηκε.
Βρίσκω να ταιριάζει γάντι η ρήση του Μπίσμαρκ στην υπόθεση με τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, γιατί πραγματικά δεν βρήκα ούτε έναν άνθρωπο που να διαθέτει κοινό νου για να μου παραθέσει ένα επιχείρημα υπέρ της ενοποίησης δύο νοσοκομείων που και απέχουν μεταξύ τους και το ένα δεν έχει τίποτε να προσφέρει στο άλλο.
Σέβομαι απεριόριστα τους ειδικούς, στον επιστημονικό τομέα που έκαστος διακονεί, θαυμάζω τους ερευνητές που ανοίγουν νέους δρόμους στην επιστήμη τους, διατηρώ ο ίδιος σχέσεις με πανεπιστημιακούς δασκάλους και συχνά καταφεύγω στη σοφία τους, είτε δια ζώσης, είτε μέσα από τα κείμενά τους.
Πιστεύω, όμως, ακράδαντα -και το έχω επισημάνει από αυτή τη στήλη, με αφορμή τις συζητήσεις για κυβερνητικές λύσεις τεχνοκρατών- ότι τις λύσεις στα μικρά και μεγάλα κοινωνικά προβλήματα τις δίνουν οι πολιτικές ηγεσίες, ο ρόλος των οποίων είναι να ζυγιάζουν τις θέσεις και τις αντιθέσεις και να καταλήγουν στις βέλτιστες αποφάσεις.
Τα γράφω αυτά, γιατί έχω εδραία την πεποίθηση ότι κανένας γραφειοκράτης από τη βολή του γραφείου του, κανένας τεχνοκράτης, όσες έρευνες και αν έχει κάνει κλεισμένος στο εργαστήριο του, και κανένας αξιότιμος καθηγητής, όσα διπλώματα και αν έχει συλλέξει, δεν μπορεί να εισηγείται αξιόπιστες και κοινωνικά αποδεκτές προτάσεις, αν δεν έχει την ολοκληρωμένη εικόνα για τις επιπτώσεις της εισήγησής του, την οποία, κατά τεκμήριο, διαθέτουν οι πολιτικές ηγεσίες.
Προλαβαίνω τον αντίλογο για τα πελατειακά δίκτυα ανάδειξης των πολιτικών ηγεσιών, κυρίως σε τοπικό επίπεδο, που μπορεί να αντιπαραβληθεί στην πιο πάνω άποψή μου. Είμαι, άλλωστε, εξ εκείνων που σε κάθε ευκαιρία στηλιτεύω τέτοια φαινόμενα. Αυτό, ωστόσο, δεν με εμποδίζει να επισημάνω ότι παντού στον κόσμο, όπου υπάρχουν δημοκρατικά εκλεγμένες ηγεσίες, σε αυτές ανήκει η αρμοδιότητα να αποφασίζουν, κυρίως διότι είναι αυτές που έχουν αίσθηση του κοινωνικού γίγνεσθαι και είναι υπόλογες στην κοινωνική λογοδοσία.
Ας μην θεωρητικολογήσω, όμως, άλλο και ας έρθω στο κυρίως θέμα, που είναι το νοσοκομείο Φιλιατών, τη σημασία της αυτονομίας του οποίου δεν μπορεί να την αντιληφθεί κανένας τεχνοκράτης που κατασκευάζει σχεδιαγράμματα με οικονομικούς ή άλλους δείκτες, χωρίς επίγνωση του παρελθόντος και του παρόντος της ευρύτερης περιοχής, αλλά και ενσυναίσθηση του μέλλοντός της.
Ολόκληρη η παλαιά επαρχία Φιλιατών, που από την αρχή του χρόνου αποτελεί τον ομώνυμο «Καλλικρατικό» δήμο,  μετά το προ ετών κλείσιμο των Κλωστηρίων που λειτούργησαν για λίγα χρόνια στην περιοχή, «αναπνέει» αναπτυξιακά με έναν και μοναδικό «πνεύμονα», που είναι το νομαρχιακό νοσοκομείο της Θεσπρωτίας, το οποίο για λόγους ιστορικούς -που είναι της παρούσης να αναλυθούν- εδρεύει από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στο Φιλιάτι.
Με αυτό το δεδομένο, το οποίο είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε κανένα επιστημονικό σύγγραμμα διοίκησης μονάδων υγείας, τυχόν υποβάθμιση ή συρρίκνωση του νοσοκομείου Φιλιατών -για κλείσιμο ας μην γίνεται λόγος, αφού δεν υπάρχει ανάγκη να υιοθετούμε ανυπόστατα κινδυνολογικά σενάρια, όταν, μάλιστα, εντάχθηκε λίαν προσφάτως στο ΕΣΠΑ το πρόγραμμα επέκτασης του, που ξεπερνά τα 10 εκατ. ευρώ - συνιστά θανατική καταδίκη ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής.
Μια άλλη, εξίσου σημαντική διάσταση της ανάγκης ύπαρξης του συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος, που επίσης δεν καταγράφεται στις ασκήσεις επί χάρτου που καταρτίζουν ξεκομμένοι από την πραγματικότητα «προφεσόροι», είναι το -οικονομικά ανυπολόγιστο- αίσθημα ασφαλείας που δημιουργεί στον γηρασμένο πληθυσμό της επαρχίας Φιλιατών, ακόμη και όταν δεν έχει άμεση ανάγκη χρήσης των υπηρεσιών του, γεγονός που επιπλέον λειτουργεί ως κίνητρο για πολύμηνες επισκέψεις αποδήμων, αλλά και για την παραμονή στις πατρογονικές εστίες νεώτερων ανθρώπων.
Στο πλαίσιο αυτό και μόνον η -ούτως ή άλλως ανώφελη και, ως εκ τούτου, απαράδεκτη- συζήτηση που άνοιξε για ενοποίηση με το νοσοκομείο Χατζηκώστα, προκαλεί μεγάλη ζημιά στην περιοχή. Γι΄ αυτό και δικαίως ξεσηκώθηκαν φορείς και κάτοικοι των Φιλιατών, έστω και αν κάποιοι το «είδαν» ως αφορμή για να εκφράσουν τα αντικυβερνητικά τους αισθήματα. Νοερά ήμουν κι εγώ μαζί τους, παρόλο που δεν με βρίσκει σύμφωνο το, έστω και συμβολικό, κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας που φαίνεται ότι τείνει να γίνει... του συρμού και σε λίγο καθένας που έχει ένα δίκαιο ή άδικο αίτημα, θα πηγαίνει και θα κλείνει το λιμάνι, αδιαφορώντας για τη ζημιά που αυτό μπορεί να προκαλέσει στον τουρισμό που είναι ο βασικός αναπτυξιακός αιμοδότης της Θεσπρωτίας.



 *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

Πωλείται η «Δωδώνη»; Να κλείσει το λιμάνι!

 Την... τιμητική του είχε το λιμάνι της Ηγουμενίτσας στην τελευταία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Ηπείρου. Μόνο που, παρόλο που συνδεόταν με ένα από τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, τις βραχυχρόνιες δράσεις για την τουριστική ανάπτυξη της Περιφέρειας μας, που εισηγήθηκε ο αντιπεριφερειάρχης Πρέβεζας Στράτος Ιωάννου, χωρίς την παραμικρή αναφορά στην πολλά αναμενόμενη κρουαζιέρα,  το λιμάνι της πρωτεύουσας της Θεσπρωτίας δυσφημίστηκε με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο από τον ίδιο τον περιφερειάρχη.
 Ο κ. Αλ. Καχριμάνης, αφού μας περιέγραψε πόσο καλά πέρασε την εβδομάδα της Διακαινησίμου, στην κρουαζιέρα του στις Δαλματικές ακτές, από τις οποίες επέστρεψε στη χώρα, μέσω Αλβανίας, ένοιωσε την ανάγκη να πει πόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα στην Ηγουμενίτσα με τους μετανάστες, αποφεύγοντας, βεβαίως, να προσθέσει ότι η κατάσταση τελευταία βελτιώνεται, όπως διαπιστώθηκε και κατά την (καθυστερημένη, είν΄ αλήθεια) επιτόπια επίσκεψη του υπουργού Προστασίας του Πολίτη κ. Χρ. Παπουτσή.
 Και σα μην έφθανε αυτό, λίγο αργότερα που στο Συμβούλιο τέθηκε το ζήτημα της «Δωδώνης», ορισμένοι «επαγγελματίες» επαναστάτες από το ακροατήριο, που τους δόθηκε, όπως προβλέπει ο «Καλλικράτης», ο  λόγος για να εκθέσουν τις απόψεις τους επί του συζητούμενου θέματος, εκτόξευσαν απειλές για επ΄ αόριστον κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας, εφόσον προχωρήσει η Αγροτική Τράπεζα σε διαγωνισμό για τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας της γαλακτοβιομηχανίας.
 Ναι, όσο και αν ακούγεται απίστευτο, διατυπώθηκαν και τέτοιες προτάσεις, προερχόμενες, μάλιστα, από υποτιθέμενους εκπροσώπους του κτηνοτροφικού κόσμου, ο οποίος είναι βέβαιο ότι, αν εκπροσωπούνταν αυθεντικά, δεν επρόκειτο να συμφωνούσε με τέτοιες ενέργειες, όχι τόσο γιατί είναι ακραία αντικοινωνικές, αφού θα βλάψουν άλλους επαγγελματίες που δεν έχουν καμία ευθύνη για τις αποφάσεις της Αγροτικής Τράπεζας ή, αν θέλετε, και της κυβέρνησης, όσο επειδή τέτοιες πρωτοβουλίες δεν οδηγούν πουθενά και δεν λύνουν το πρόβλημα.
 Εκτός και αν αυτός είναι ο στόχος όχι μόνον των «επαγγελματιών επαναστατών» που θέλουν το κλείσιμο του λιμανιού για να... ανέβει η επαναστατικότητα των μαζών, αλλά και άλλων, από τους οποίους θα περίμενε κανείς περισσότερη υπευθυνότητα και λιγότερο αντικυβερνητικό «συνδικαλισμό», αλλά φεύ!
 Όποιος είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τη συζήτηση ή -ακόμη και- να ανατρέξει στα πρακτικά της συνεδρίασης του Συμβουλίου, την περασμένη Τετάρτη, εύκολα θα διαπίστωνε ότι για ένα τόσο σοβαρό θέμα, η Περιφέρεια Ηπείρου δεν είναι εις θέσιν να διαμορφώσει μια συγκεκριμένη πρόταση για το δέον γενέσθαι με την ειλημμένη απόφαση της Αγροτικής να παραχωρήσει τη «Δωδώνη» για να σωθεί η ίδια η Τράπεζα.
 Έτσι, αφού απέτυχε η λαϊκίστικη απόπειρα της συλλογής -αν είναι δυνατόν!- υπογραφών, ο ίδιος ο περιφερειάρχης, εισηγούμενος το θέμα στο Συμβούλιο, επιφυλάχθηκε αρχικά να κάνει την πρόταση του, περιοριζόμενος σε γενικόλογες διαπιστώσεις που θύμιζαν τη γνωστή ρήση «πιασ΄ τ΄ αβγό και κούρευ΄ το». Για να προτείνει, εν τέλει, τη συγκρότηση επιτροπής φορέων που θα ζητήσει συνάντηση με τον πρωθυπουργό για να διαπιστωθεί η πολιτική βούληση να τηρηθεί η δέσμευση που έδωσε ο κ. Γ. Παπανδρέου τον περασμένο Νοέμβριο ότι η «Δωδώνη» θα παραμείνει σε ηπειρωτικά χέρια.
 Εύλογα ρωτήσαμε τι θα απαντούσαμε στον πρωθυπουργό αν ζητούσε τη δική μας αντιπρόταση και, ως μείζων αντιπολίτευση, διατυπώσαμε τη δική μας θέση που είναι να εμπλακεί στην υπόθεση η Περιφέρεια Ηπείρου στην υπόθεση πώλησης της βιομηχανίας, συμβάλλοντας με κάθε μέσο στο να διατηρηθεί ο συνεταιριστικός και κοινωνικός χαρακτήρας της «Δωδώνης».
 Από αυτήν εδώ τη στήλη, άλλωστε, είχε παρουσιαστεί ήδη από τον περασμένο χρόνο (βλέπε «Θεσπρωτική», 21.12.2010, άρθρο με τίτλο: «Η Δωδώνη και το... αβγό του Κολόμβου») η σχετική πρόταση  που βασίζεται στο άρθρο 194 του νόμου 3852/10 («Καλλικράτης») και την οποία είχαμε επεξεργαστεί πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
   Προβλέπεται εκεί, όπως σημειώναμε τότε, η δυνατότητα των περιφερειών «να συνιστούν μία επιχείρηση, η οποία έχει τη μορφή της αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρίας» και «λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις της εμπορικής και φορολογικής νομοθεσίας», έχοντας ως αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την «προώθηση της επιχειρηματικής, οικονομικής και γενικότερα βιώσιμης ανάπτυξης της περιφέρειας».
   Ορίζεται, επιπλέον, ότι «στο μετοχικό κεφάλαιο συμμετέχουν περιφέρειες και δήμοι ή και άλλοι φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης», ενώ «είναι δυνατή η συμμετοχή και φορέων του δημόσιου τομέα, συνεταιρισμών και ενώσεων αυτών, επιστημονικών φορέων, επιμελητηρίων, φορέων συλλογικών κοινωνικών ή οικονομικών συμφερόντων, καθώς και τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων».
   Η πλειοψηφία του Περιφερειακού Συμβουλίου δεν δείχνει να συγκινείται με κάτι τέτοια. «Τζόγος» να γίνεται. Και άμα βγει η «Δωδώνη» στο... σφυρί -που θα βγει, γιατί ποιος ξεχνάει ότι πρόσφατα στο Προεδρικό Μέγαρο οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων στο μόνο που συμφώνησαν ήταν οι αποκραρικοποιήσεις;- κλείνουμε το λιμάνι της Ηγουμενίτσας και παριστάνουμε και τους σκληρούς. αντιμνημονιακούς ή αλλιώς τους τζάμπα μάγκες!

   *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 7.6.2011)

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Για τους μετανάστες της Ηγουμενίτσας*


Έχω την αίσθηση ότι αν μπορούσε η ευρεία κοινωνία της Ηπείρου να παρακολουθήσει τη σημερινή –συνέχεια ουσιαστικά της εναρκτήριας- συνεδρίαση του Συμβουλίου μας, θα ένοιωθε απογοήτευση και θλίψη για το ξεκίνημά μας.
Και τα αισθήματα αυτά που –τουλάχιστον εμένα προσωπικά- με διακατείχαν από την αρχή της προηγούμενης συνεδρίασης μας, έγιναν πιο έντονα εξαιτίας της εισήγησης που μόλις ακούσαμε, όχι μόνο από το ύφος της, όσο κυρίως από το περιεχόμενό της.
Γιατί μπορεί, κύριε Πρόεδρε, ως θεσμός να είμαστε νέος, αλλά ο εισηγητής που μόλις ακούσαμε, ο κ. Πιτούλης, δεν είναι καθόλου νέος, όχι στην ηλικία -σε αυτήν φαίνεται νεότατος-, αλλά στη θητεία στα δημόσια πράγματα.
Οκτώ χρόνια δήμαρχος υπήρξε στην Ηγουμενίτσα και θα περίμενε κανείς μια πιο εμπεριστατωμένη μελέτη και παρουσίαση του σοβαρού αυτού προβλήματος που, όπως μόλις μας είπε, ταυτίζεται χρονικά με τη θητεία του. Και κυρίως θα περίμενε κανείς να ξεπερνούσε τις –όποιου επιπέδου- γενικόλογες διαπιστώσεις και ως γνώστης να μας πρότεινε εφικτές λύσεις. Δυστυχώς, όμως, δεν ακούσαμε την παραμικρή πρόταση. Πόσω μάλλον κάτι σχετικό με την ανάληψη δράσης!
Το ζήτημα, βεβαίως, δεν είναι προσωπικό του κ. Πιτούλη. Είναι βαθύτατα πολιτικό και, μετά τις δύο πολύωρες συνεδριάσεις μας, έχω, πλέον, την πεποίθηση ότι άπτεται συνολικά του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζει η διοίκηση της Περιφέρειας τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ήπειρος.
Από την ημερήσια διάταξη, άλλωστε, της σημερινής συνεδρίασης «εξαφανίστηκε» η συζήτηση για τη λειτουργία της Κοινωνικής Επιτροπής που ήταν επόμενο στην προηγούμενη ατζέντα μας, υπό τη μορφή ενός πρωθύστερου σχήματος, το οποίο παραμένει.
Καλούμαστε, δηλαδή σήμερα να κάνουμε αυτό που λένε για το κάρο που μπαίνει πριν από το άλογο. Πως αλλιώς, αλήθεια να εξηγηθεί το γεγονός ότι καλούμαστε να συζητήσουμε πρώτα για ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή μας, προτού να συζητήσουμε για τη λειτουργία της Κοινωνικής Επιτροπής και να αποφασίσουμε για τη συγκρότησή της, όπως, καθ΄ ά γνωρίζω, έχει γίνει στις άλλες Περιφέρειες;

Τα λέω όλα αυτά, χωρίς, πιστέψτε με, την παραμικρή αντιπολιτευτική διάθεση, αλλά με γνώμονα ότι εμείς ως παράταξη πιστεύουμε σε μια Περιφέρεια που δεν αναζητεί άλλοθι στην απραξία και στην αδράνεια, αλλά, αντιθέτως, μέσα από τη λειτουργία των Επιτροπών και της Ολομέλειας, όπως και από την καθημερινή συγκροτημένη λειτουργία των αρμοδίων υπηρεσιών, αντιμετωπίζει τα προβλήματα και δεν περιορίζεται σε διαπιστώσεις καταστάσεων και απλές διεκπεραιώσεις υποθέσεων.
Και στο προκείμενο πρόβλημα του συνωστισμού των μεταναστών πέριξ του λιμανιού της Ηγουμενίτσας –που η παράταξη μας με ανακοίνωσή της ζήτησε να συζητηθεί στο Συμβούλιο μας και το οποίο, νομίζω, όλοι μας, λίγο ως πολύ, γνωρίζουμε και ξέρουμε τις διαστάσεις του, γι΄ αυτό δεν θα επεκταθώ σε περιττές περιγραφές- πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο ρόλος της Κοινωνικής Επιτροπής είναι κομβικός.

Εν τάχει και για να μην κουράσω το Σώμα θέλω να κλείσω την παρέμβασή μου με τα βασικά σημεία της πρότασής μας που είναι η άμεση σύσταση της Κοινωνικής Επιτροπής, η οποία πρέπει το γρηγορότερο δυνατόν να αναλάβει δράση, κινητοποιώντας όλες τις δυνάμεις που εμπλέκονται στο οξύ μεταναστευτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ηγουμενίτσα, στην οποία δεν είναι υπερβολή να υπογραμμίσει κανείς ότι απειλείται η κοινωνική συνοχή της πόλης και επηρεάζεται αρνητικά η οικονομική ζωή της ευρύτερης περιοχής.

Στο γενικό αυτό πλαίσιο αυτό, προτείνουμε, λοιπόν, ειδικότερα τα εξής:
*Κατ΄ αρχήν, οι κοινωνικές υπηρεσίες και οι υγειονομικές μονάδες της Περιφέρειας μας, όπως και οι εθελοντικές οργανώσεις αρωγής, μη κυβερνητικές οργανώσεις, της Εκκλησίας ή και άλλες, είναι ανάγκη να συντονίζονται από την Κοινωνική Επιτροπή, η οποία καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανακούφιση τόσο των ίδιων των μεταναστών που ζουν υπό συνθήκες που προσβάλουν τις αξίες του ανθρώπινου πολιτισμού, όσο και των περιοίκων που βιώνουν αισθήματα έντονης ανασφάλειας. Και με αυτή την ευκαιρία πρέπει να χαιρετίσουμε τις πρωτοβουλίες του Δήμου Ηγουμενίτσας, για τις οποίες, δυστυχώς, δεν μπορούσε να είναι σήμερα εδώ για να τις αναπτύξει ο δήμαρχος Γιώργος Κάτσινος που έμεινε ματαίως πέντε ώρες στην προηγούμενη συνεδρίαση, αλλά δεν συζητήθηκε το θέμα. Εμείς εξαίρουμε τη στάση του και στηρίζουμε τις πρωτοβουλίες, διότι είναι η πρώτη φορά που κάποια αρχή της περιοχής μας ασχολείται επιτέλους με το μείζον αυτό ζήτημα και γι΄ αυτό ως παράταξη ήμασταν παρόντες στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου     
*Παράλληλα, η δεύτερη επιμέρους πρότασή μας είναι ότι η Κοινωνική Επιτροπή απαιτείται να βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τις αστυνομικές και λιμενικές υπηρεσίες, όπως και με τους υπευθύνους του Οργανισμού Λιμένος Ηγουμενίτσας, προκειμένου να βρεθεί τρόπος να προπαγανδιστεί αποτελεσματικά η αδυναμία διαφυγής από την Ηγουμενίτσα που –όπως λένε ειδικότεροι από μένα- είναι ο μόνος αποτρεπτικός παράγοντας για τη συγκέντρωσή τους στις παρυφές της πόλης.   
*Επίσης, η Περιφέρεια Ηπείρου, μέσω κυρίως της Κοινωνικής Επιτροπής, αλλά όχι μόνον, πρέπει να προετοιμαστεί άμεσα και να πιέσει προς κάθε κατεύθυνση για την έγκαιρη ενεργοποίηση του νόμου που ψηφίστηκε τις προηγούμενες εβδομάδες από τη Βουλή. Ο νόμος αυτός, μεταξύ άλλων, προβλέπει τη δημιουργία Περιφερειακών Επιτροπών Ασύλου, μια από τις οποίες θα λειτουργήσει εδώ στην έδρα μας, όπως και Κέντρων Υποδοχής, για τα οποία θα πρέπει να έχει άποψη η Περιφέρεια και να υποδείξει –εφόσον θεωρηθεί αναγκαίο- άμεσα κατάλληλους χώρους.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Αν θέλουμε να δικαιώσουμε το ρόλο μας, το μόνο που δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να μένουμε θεατές των εξελίξεων. Κι εμείς που οραματιζόμαστε την Ήπειρο, Τόπο Να Ζούμε, δεν το επιτρέπουμε στους εαυτούς μας.

       *Εισήγηση στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου στις 9 Φεβρουαρίου 2011.

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

Ο «φράκτης» και τα βαρύγδουπα «τσιτάτα»

            Η μετανάστευση, για όσους δεν διακατέχονται από ιδεολογικές παρωπίδες, υπήρξε ανέκαθεν αναζωογονητικός παράγων για τις κοινωνίες και τις οικονομίες των χωρών υποδοχής.  Από τους αποικισμούς της αρχαίας Ελλάδας ως τα μεταμεσαιωνικά ευρωπαϊκά μεταναστευτικά ρεύματα με κατεύθυνση το λεγόμενο Νέο Κόσμο ή τις πιο σύγχρονες μαζικές μετακινήσεις εργατικού δυναμικού στις φάμπρικες της μεταπολεμικής Ευρώπης, οι μετανάστες, ακόμη και στις περιπτώσεις που ξεριζώνονταν βίαια από τους τόπους γέννησης τους, συνέβαλαν καθοριστικά στην οικονομική άνοδο των τόπων εγκατάστασής τους.
Τα παραδείγματα είναι πολλά και σίγουρα δυσκολεύεται κανείς να φανταστεί την εξέλιξη της Αμερικής χωρίς τα αλλεπάλληλα κύματα μεταναστών που έφτασαν εκεί τους προηγούμενους αιώνες ή ακόμη και τη σημερινή Ελλάδα χωρίς τους ξεριζωμένους πρόσφυγες του Πόντου και της Μικράς Ασίας. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι στη Γερμανία, η οποία στήριξε το μεταπολεμικό οικονομικό της «θαύμα» στους εργάτες από την Ελλάδα, την Γιουγκοσλαβία, την Πορτογαλία και την Τουρκία, η συμμαχική κυβέρνηση του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαντ Σρέντερ με τους Πράσινους ψήφισε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας ειδικό νόμο για να προσελκύσει νέους επιστήμονες από την Ινδία και άλλες  ασιατικές χώρες για να καλύψει τις ανάγκες των επιχειρήσεων της σε εξειδικευμένο προσωπικό στις νέες τεχνολογίες.
Στο ίδιο συμπέρασμα της θετικής οικονομικής αλλά και κοινωνικής επίδρασης καταλήγουν όλες οι ψύχραιμες αποτιμήσεις του φαινομένου της μαζικής εισόδου μεταναστών στην Ελλάδα που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 και έκτοτε, δυστυχώς, συνεχίζεται με αμείωτους, αν όχι και αυξανόμενους, ρυθμούς. Παρά τον άναρχο τρόπο με τον οποίο εισήλθαν στη χώρα μας εκατοντάδες χιλιάδες Βαλκάνιοι, Ασιάτες και Αφρικανοί μετανάστες, η παρουσία τους εδώ υπήρξε αναμφίβολα τονωτική τόσο σε μακροοικονομικό επίπεδο, αφού συνέβαλε στο αυξημένο ΑΕΠ που επέτρεψε την είσοδό μας στην ευρωζώνη, όσο και σε μικροοικονομικό επίπεδο, καθώς πάμπολλες μικρές επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά και μεμονωμένοι μοναχικοί συνάνθρωποι μας σε πόλεις και απομακρυσμένα χωριά, βρήκαν στα πρόσωπα των μεταναστών πολύτιμους αρωγούς.    
Έτσι, μπορούν να εξηγηθούν και οι απαράμιλλες αντοχές που πλειοψηφικά επέδειξε η ελληνική κοινωνία στην «ενσωμάτωση» ενός, κατά γενική ομολογία, πληθυσμιακά δυσανάλογα μεγάλου αριθμού μεταναστών που βρήκαν δουλειά, στέγη και σχολείο για τα παιδιά τους, έστω και αν όλα αυτά ήταν σε πολλές περιπτώσεις υπό συνθήκες υποδεέστερες από εκείνες που είχαμε εξασφαλίσει για εμάς τους ίδιους. Επειδή, όμως, σε όλες τις καταστάσεις υπάρχουν και όρια, μόνον όσοι εθελοτυφλούν  δεν αναγνωρίζουν ότι τα όρια αντοχής της ελληνικής κοινωνίας έχουν προ πολλού εξαντληθεί εξαιτίας του εγκλωβισμού μέσα στα ελληνικά σύνορα χιλιάδων –ή μήπως πλέον ή σε λίγο εκατομμυρίων;- λαθρομεταναστών που δεν θέλουν πια να μείνουν ή να δουλέψουν εδώ, αλλά χρησιμοποιούν τη χώρα μας ως σταθμό για να βρεθούν στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι εικόνες με τους «φτωχοδιάβολους» που πολιορκούν το λιμάνι της Ηγουμενίτσας μπορεί να αφήνουν ασυγκίνητους μόνον εκείνους που από την ασφάλεια της αυτάρεσκης βολής τους αρκούνται να εκστομίζουν βαρύγδουπα, δήθεν προοδευτικά, «τσιτάτα», όπως οι περί «αυγού του φιδιού»  χαρακτηρισμοί για την πρόθεση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη Χρήστου Παπουτσή να τοποθετηθεί φράκτης στην ελληνοτουρκική μεθόριο του Έβρου για τον περιορισμό της εισόδου λαθρομεταναστών. Απόψεις αυτού του είδους είναι εξίσου ανεδαφικές με τους λαϊκίστικους ισχυρισμούς ότι μπορούμε να κάνουμε τα «στραβά μάτια» και να επιτρέψουμε σε όσους συνωστίζονται στα ελληνικά λιμάνια την επιβίβαση στα πλοία, διευκολύνοντας, κατ΄ αυτόν τον τρόπο,  την αναχώρησή τους.       
Είναι αυτονόητη βεβαιότητα  ότι η προάσπιση ενός περίκλειστου ευρωπαϊκού κάστρου αποτελεί μια κοντόθωρη πολιτική. Και, βεβαίως, έχουν απόλυτο δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι το παγκόσμιο μεταναστευτικό πρόβλημα θα επιλυθεί μόνον όταν δημιουργηθούν συνθήκες μεγαλύτερης ασφάλειας και ευημερίας για τους λαούς του Τρίτου Κόσμου. Ως τότε, όμως, η Ελλάδα, η οποία δέχεται τη μεγαλύτερη πίεση, δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι το μόνο ξέφραγο αμπέλι που θα υποδέχεται όλους όσοι θέλουν να εκπορθήσουν το ευρωπαϊκό κάστρο.
Μια κυβέρνηση που σέβεται την αποστολή της έχει καθήκον και υποχρέωση να πάψει να είναι θεατής των προβλημάτων που απειλούν την κοινωνική συνοχή και να λαμβάνει μέτρα.

           *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 11.1.2011)