Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολύδωρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολύδωρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Ας αναλογιστούν, τουλάχιστον, την υστεροφημία τους!



Για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, αρχής γενομένης από τον Φεβρουάριο του 2012, οπότε κατέρρευσε το υφιστάμενο ως τότε πολιτικό σύστημα, όταν το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία ψήφισαν μαζί τη δανειακή σύμβαση που συνόδευε το μεγαλύτερο στην ιστορία της ανθρωπότητας κούρεμα δημοσίου χρέους, με το περιώνυμο PSI, ο Αλέξης Τσίπρας ό,τι έπιανε γινόταν χρυσός. Και ό,τι εύχονταν γινόταν πραγματικότητα.
Στους πενήντα και πλέον μήνες που παρήλθαν έκτοτε, ήρθαν τα πάνω κάτω και τα κάτω πάνω. Πρόσωπα, τα οποία, λόγω παρωχημένων νοοτροπιών, δεν τους έδινε κανείς σημασία και ήταν καταδικασμένα να ζουν μονίμως στο περιθώριο, βρέθηκαν αίφνης στο προσκήνιο. Ατάλαντοι και ξεπεσμένοι πολιτικάντηδες που, για διαφόρους λόγους, είχαν ξεβραστεί από την πολιτική ζωή, επανέκαμψαν και βρέθηκαν να διαδραματίζουν (συμ-)πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Αρκούσε να δηλώνει κάποιος «αντιμνημονιακός» -είτε είχε ψηφίσει Μνημόνια, είτε όχι- και να υμνολογεί τον Τσίπρα για να του συγχωρεθούν όλα τα ανομήματα και να κάνει μια νέα καριέρα. Ανεξάρτητα αν στο παρελθόν είχε υπηρετήσει την «ΠΑΣΟΚοκρατία», το «κράτος της Δεξιάς», ήταν θιασώτης του Στάλιν και του Μάο ή ε΄/ιχε φλερτάρει με τη… χούντα. Όποιος δήλωνε ΣΥΡΙΖΑ, έμπαινε αυτομάτως στη μεγάλη κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Και έβγαινε από αυτήν άσπιλος και αμόλυντος. Έτοιμος να επιβραβευτεί με την απονομή κάθε είδους αξιώματος. Κάπως έτσι είδαμε υπουργούς που, υπό άλλες συνθήκες, δηλαδή, όπως εκείνες που ισχύουν σε κανονικές χώρες, ούτε ως κλητήρες –και ας μας συγχωρήσει τον παραλληλισμό η συμπαθής τάξη των κλητήρων…- δεν θα έμπαιναν σε υπουργικά γραφεία.
Δεν ήταν, όμως, μόνον η άνεση και η απόλυτη ευχέρεια που είχε ο νυν πρωθυπουργός στις επιλογές προσώπων τις οποίες έκανε, με τον τρόπο με τον οποίο τις έκανε. Ήταν και τα όσα έλεγαν και έκαναν ο ίδιος και οι συνεργάτες του όλο αυτό το διάστημα, αποσπώντας το χειροκρότημα μιας μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού. Ακόμη και μνημειώδεις σαχλαμάρες του τύπου «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν», κατέπλησσαν τα πλήθη και προκαλούσαν ντελίριο ενθουσιασμού. Ενώ γίνονταν πιστευτές από πολύ κόσμο τερατώδεις προβοκάτσιες για, δήθεν, απόπειρες εξαγοράς βουλευτών ώστε «να μη γίνει πρωθυπουργός ο Αλέξης». Προβοκάτσιες, οι οποίες στήνονταν με τη σκηνοθετική επιμέλεια γνωστών διασκεδαστών.
Από τα μεγαλύτερα, ωστόσο, «επιτεύγματά» τους ήταν ότι οι άνθρωποι οι οποίοι, όπως και οι πλέον ανύποπτοι μπορούν πλέον να διαπιστώσουν, είχαν κάνει ρουτίνα και καθημερινότητα το «νταλαβέρι» με τους επιχειρηματίες, εμφανίζονταν ως πολέμιοι της διαπλοκής. Ποιός, για παράδειγμα, ξεχνάει ότι το υποτιθέμενο σοβαρότερο στέλεχος που διέθεταν, όταν προκλήθηκε στο Κοινοβούλιο να πει ονόματα, αντέτεινε με στεντόρεια φωνή πως «θα αποκαλύψουμε τα ονόματα της διαπλοκής εδώ μέσα όταν θα γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση…»;   
Ένα μεγάλο τμήμα του Ελλήνων πολιτών «κατάπιε αμάσητο» τόσο το συγκεκριμένο αυταπόδεικτο ψέμα περί του, τάχατες, πολέμου που είχαν κηρύξει στη διαπλοκή, την ώρα που ανενδοίαστα επισκέπτονταν φανερά και κρυφά εκδότες, καναλάρχες και κάθε λογής επιχειρηματίες με ισχύ. Όπως «κατάπιε» και πολλά άλλα μικρότερα και μεγαλύτερα ψέματα. Χαρίστηκε στον Τσίπρα και στην παρέα του ακόμη και για την αθέτηση της μείζονος υπόσχεσης ότι δεν θα υπέγραφαν ποτέ Μνημόνιο. Και του έδωσε απλόχερα μια δεύτερη ευκαιρία, αφήνοντας μάλιστα εκτός Βουλής όλους όσοι από το κόμμα του «τόλμησαν» να απαιτήσουν στοιχειώδη συνέπεια στις εξαγγελίες με τις οποίες αναρριχήθηκαν στην εξουσία.
Όλα αυτά, όμως, ίσχυαν μέχρι πρότινος. Διότι, όπως συμβαίνει συνήθως με τους νεόπλουτους της ζωής, έτσι και οι νεόπλουτοι της πολιτικής αδυνατούν να αντιληφθούν ότι η καλοτυχία δεν είναι αιώνια. Ούτε ότι τα… κέρδη από λαχεία δεν είναι παντοτινά. Κυρίως όταν το συσσωρευμένο κεφάλαιο σπαταλιέται απερίσκεπτα. Σπατάλη που, στη συγκεκριμένη περίσταση ,ισοδυναμεί με τα συνεχιζόμενα μετεκλογικά ψέματα που είναι χειρότερα και από τα προεκλογικά. Αλλά και με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να «παίζει εν ου παικτοίς» και να νομίζει ότι εξακολουθούν όλα τα φύλλα που τραβάει να είναι άσσοι.
Το παιχνίδι, ωστόσο, έχει γυρίσει. Και η τροπή που έχει πάρει είναι απολύτως αντίστροφη από εκείνη που ίσχυε μέχρι την περασμένη άνοιξη, άντε το καλοκαίρι. Έκτοτε, ακόμη και τα χαρτιά που ο περίγυρος του Μαξίμου θεωρεί ότι έχουν θέση «άσσου», όπως καλή ώρα η επιλογή του Βύρωνα Πολύδωρα για την προεδρία του ΕΣΡ, το μόνο αποτέλεσμα που έχουν είναι να καίγονται το ένα μετά το άλλο. Δεν βρήκε συμμάχους για την κάλπη της απλής αναλογικής. Πήγε στον κουβά το στοίχημα για τον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών. Πέρασε στα αζήτητα η συνταγματική αναθεώρηση.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ότι, ενώ η οικονομική δυσπραγία χτυπάει κόκκινο και η απογοήτευση των πολιτών παίρνει καθολικό χαρακτήρα, ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί πλέον ούτε την κυβέρνησή του να ανασχηματίσει. Δεν είναι μόνον ότι «δεν έχει πάγκο», αφού αυτοί που περιμένουν να μπουν δεν δείχνουν καλύτεροι από όσους θα κοπούν. Είναι, πολύ περισσότερο, ότι τον έχουν θέσει υπό κηδεμονία τα στελέχη του κόμματός του και του υπαγορεύουν ποιους θα κρατήσει. Ενώ την ίδια ώρα τον απειλεί ο κυβερνητικός εταίρος του, λέγοντας πως του αρκεί ένα νεύμα από τον Αρχιεπίσκοπο για να τον ανατρέψει. Με αποτέλεσμα να κλωθογυρίζει εδώ και ένα μήνα τις αλλαγές και το μόνο που φαίνεται ότι μπορεί να κάνει είναι να αυξήσει τις θέσεις για να βολέψει περισσότερους
Έτσι, όμως, όσο και αν στο Μαξίμου στηρίζονται στο δόγμα πως «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία», για όποιον δεν εθελοτυφλεί είναι πασιφανές ότι στον πρωθυπουργό δεν βγαίνει πλέον καμία από τις κινήσεις που θέλει να κάνει. Και το ίδιο θα γίνεται εφεξής. Ό,τι και αν πιάνει ο Αλέξης Τσίπρας στα χέρια του –ακόμη και χρυσός να είναι, που λέει ο λόγος- κάρβουνο θα γίνεται. Οι εποχές έχουν αλλάξει. Και όλα δείχνουν ότι οι εξελίξεις του επόμενου διαστήματος θα είναι ραγδαίες. Και, κατά πάσα πιθανότητα, θα τρέξουν ερήμην των «εξευτελισμών» που είναι διατεθειμένοι να υποστούν οι κυβερνητικοί βουλευτές.
Εκτός πια και αν γίνει κάποιο θαύμα ώστε η παρέα του Μαξίμου να αντιληφθεί αυτό που έρχεται. Και να επιχειρήσει να περισώσει ό,τι περισώζεται. Είτε μοιράζοντας τις ευθύνες, είτε διασφαλίζοντας την ομαλότητα στη διαδοχή, η οποία μοιάζει να είναι αναπότρεπτη. Στο τέλος – τέλος, ας αναλογιστούν, τουλάχιστον, την υστεροφημία τους!

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

Το «δίλημμα του φυλακισμένου» στην προεδρική εκλογή

             Ο Βύρων Πολύδωρας είναι ένας από τους πλέον ευρυμαθείς πολιτικούς και, πιθανότατα, γνωρίζει το περίφημο παράδειγμα με το «δίλημμα του φυλακισμένου» από την περιώνυμη Θεωρία Παιγνίων που ξεκίνησε από τα Μαθηματικά αλλά τυγχάνει ευρείας εφαρμογής και στις Θεωρητικές Επιστήμες, μηδέ εξαιρουμένης της Πολιτικής.  
            Αλλά, ακόμη και αν δεν το είχε κατά νου, όταν προ ολίγων ημερών δήλωνε ότι αν βρεθούν οι 179 της προεδρικής πλειοψηφίας, τότε εκείνος θα μπορούσε να ήταν ο 180ος, είναι βέβαιο ότι η πολιτική εμπειρία που τον διακρίνει ήταν εκείνη που κατηύθυνε την αναλυτική του σκέψη προς το «δίλημμα του φυλακισμένου».
            Σπεύδω, για να μην υπάρξουν παρανοήσεις από όσους τυχόν δεν γνωρίζουν τι ακριβώς είναι το «δίλημμα του φυλακισμένου», να διευκρινίσω ότι πρόκειται για μια εφαρμογή -ένα παράδειγμα, αν θέλετε- που εξετάζει τις στρατηγικές επιλογές λογικά σκεπτόμενων «παικτών» που εμπλέκονται σε ανταγωνιστικές καταστάσεις, όπως είναι η εκλογή Προέδρου από την παρούσα Βουλή ή η προκήρυξη πρόωρων εκλογών εξαιτίας της αδυναμίας συγκέντρωσης της απαιτούμενης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
            Στη βασική εκδοχή του, το παράδειγμα αναφέρεται σε δύο άτομα που συλλαμβάνονται ως ύποπτοι διάπραξης εγκλημάτων και οι διωκτικές αρχές που δεν έχουν όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για να τους κατηγορήσουν, τους ανακρίνουν χωριστά και χωρίς μεταξύ τους επικοινωνία τους και τους διατυπώνουν την πρόταση ότι όποιος ομολογήσει και ενοχοποιήσει τον συνεργό του θα αφεθεί ελεύθερος, ενώ εκείνον που θα αρνηθεί την ενοχή του τον περιμένει σκληρή τιμωρία (π.χ. 12ετής φυλάκιση).
            Οι δύο κρατούμενοι ξέρουν, επίσης, ότι, αν ομολογήσουν και οι δύο, η ποινή τους θα είναι μειωμένη (π.χ. από 4 χρόνια έκαστος), αφού θα ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι συνεργάστηκαν με τις αρχές. Ενώ αν μείνουν και οι δύο «σιωπηλοί», με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν εναντίον τους, θα πέσουν ακόμη πιο «μαλακά» (π.χ. θα τιμωρηθούν από έναν χρόνο φυλάκιση ο καθένας).
            Υπό αυτές τις συνθήκες, η καλύτερη επιλογή και για τους δύο κρατούμενους είναι να κρατήσουν την ίδια ακριβώς στάση: είτε να μη μιλήσει κανείς τους, κάτι, όμως, που ο ένας δεν ξέρει αν θα το ακολουθήσει και ο άλλος, είτε να μιλήσουν και οι δύο για να αποφύγουν –ο καθένας για λογαριασμό του- τη βαριά ποινή που περιμένει εκείνον που θα εξακολουθεί να δηλώσει «αθώος» ενώ ο συνεργός του θα έχει ομολογήσει. 
            Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα και στην περίπτωση του κ. Πολύδωρα, αλλά και των υπολοίπων 45 βουλευτών από τους ανεξάρτητους, τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμένου και τους ΔΗΜΑΡίτες, που αποτελούν το «μήλον της έριδος» ανάμεσα στη συγκυβέρνηση που, ξεκινώντας από τα 155 υπέρ της προεδρικής εκλογής, θέλει να φθάσει στους 180, και στην αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία, έχοντας σίγουρα τα 99 «όχι» (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, Χ.Α.) επιδιώκει να φθάσουν τουλάχιστον στους 121 όσοι επιλέγουν πρόωρες κάλπες.
            Το δίλημμα, λοιπόν, που έχουν ο καθένας από τους ένθεν κακείθεν διεκδικούμενους 46 βουλευτές είναι αν η στάση που, εν τέλει, θα τηρήσουν θα είναι η καλύτερη για τους ίδιους. Διότι, αν κάποιος σπεύσει από τώρα και ταχθεί υπέρ της μιας ή της άλλης κατάστασης, χωρίς, προηγουμένως, να έχει εξασφαλίσει ότι θα είναι με το στρατόπεδο που θα κερδίσει στη διελκυστίνδα, κινδυνεύει να εκτεθεί διπλά: αφενός χάνοντας την όποια διαπραγματευτική δυνατότητα διαθέτει και αφετέρου μένοντας «εκτός νυμφώνος».
            Ισχυρό, εν προκειμένω, είναι το δίλημμα που αντιμετωπίζουν όσοι, χωρίς να έχουν συνδιαλλαγεί με κανέναν, είναι έτοιμοι να μην ψηφίσουν Πρόεδρο, ενώ μέσα τους θα εύχονται να βρεθούν οι 180 για να παραταθεί η θητεία της Βουλής, ούτως ώστε οι ίδιοι να έχουν τον χρόνο για να προετοιμάσουν το έδαφος για τα επόμενα πολιτικά τους βήματα.
            Εξίσου, όμως, ισχυρό, αν όχι ακόμη ισχυρότερο, είναι το δίλημμα όσων κλίνουν προς το να ψηφίσουν Πρόεδρο, αλλά την ίδια ώρα φοβούνται ότι μπορεί να εκτεθούν επειδή άλλοι συνάδελφοί τους δεν θα το κάνουν και, έτσι, δεν θα αποφευχθούν οι εκλογές και δεν θα παραταθεί η κοινοβουλευτική τους παρουσία, ενώ θα τους βαραίνει και η υποψία της συνδιαλλαγής.
            Από τη δύσκολη διλημματική θέση, πάντως, μπορεί να βγάλει αρκετούς η -μάλλον «σοφή»- πρόνοια του Συντάγματος για τις τρεις ψηφοφορίες και με δυνατότητα, μάλιστα, αλλαγής κάθε φορά των υποψηφίων που θα προταθούν από τις κοινοβουλευτικές ομάδες. Κι αυτό επειδή, όπως έχει αποδειχθεί στη μαθηματική Θεωρία των Παιγνίων, στα διαδοχικά «παίγνια» είναι πιο ευχερής η (κατά Nash, από το όνομα του επιστήμονα που επινόησε τη Θεωρία) ισορροπία, ενώ αυξάνεται και η πιθανότητα εξεύρεσης της βέλτιστης λύσης.
            Όσο για το ποια θα αποδειχθεί ως βέλτιστη λύση στην προκείμενη εφαρμογή της συγκεκριμένης Θεωρίας στην Πολιτική, δεν μπορεί παρά να το μάθουμε τον Φεβρουάριο. Και, κατά πάσα πιθανότητα, στην τρίτη κατά σειρά ψηφοφορία που όλοι οι «παίκτες» θα αναπτύξουν τις στρατηγικές τους, προσπαθώντας να μαντέψουν και τις στρατηγικές των άλλων.

Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Η αποδοκιμασία του «πάρτα όλα»



            Πριν επιχειρήσει κανείς να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα από τα εκλογικά αποτελέσματα της Κυριακής, αξίζει, νομίζω, μια μακροσκοπική, έστω, επισκόπησή τους μέσα από κάποιες αξιοπρόσεκτες επισημάνσεις που αναιρούν τις εύκολες και μονοδιάστατες ερμηνείες που επιχειρούνται.
            Οι υποψήφιοι της Νέας Δημοκρατίας στις αυτοδιοικητικές εκλογές αναδείχθηκαν νικητές σε επτά από τις δεκατρείς Περιφέρειες, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται σε αυτές ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας που κατέβηκε χωρίς γαλάζιο χρίσμα από ένα ανεξήγητο πείσμα. Την ίδια ώρα, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ κατατασσόταν πρώτος στις ευρωεκλογές σε οκτώ περιφέρειες.
Ακόμη και στην Ήπειρο, όπου ο γαλάζιος περιφερειάρχης εξελέγη με άνεση από τον πρώτο γύρο, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έδωσε το δικό του χρώμα στον εκλογικό χάρτη της περιοχής, όπως και στη Θεσσαλία, στη Δυτική Ελλάδα και στην Κρήτη, όπου οι υποψήφιοι του για τις Περιφέρειες δεν κατάφεραν καν να μπουν στον δεύτερο γύρο.
Στην μεγάλη πλειονότητα των Δήμων όλης της χώρας, από το Ηράκλειο της Κρήτης έως την Κηφισιά, όπου αναμετρήθηκαν τη δεύτερη Κυριακή εν ενεργεία δήμαρχοι, ηττήθηκαν κατά κράτος ακόμη και σε περιπτώσεις που είχαν ευδιάκριτο προβάδισμα από την πρώτη Κυριακή, καθώς, όπως φαίνεται, αντιμετώπιζαν τις ενωμένες αντιπολιτευόμενες δυνάμεις που ήθελαν να τερματίσουν την θητεία τους.
Να συνεχίσω; Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες που καταβαραθρώθηκαν  στις ευρωκάλπες, κατάφεραν να εκλέξουν δήμαρχο στη Λέσβο ένα δικό τους στέλεχος, τον πρώην βουλευτή Σπύρο Γαληνό. Όπως και το κόμμα Ένωση για την Πατρίδα και το Λαό του Βύρωνα Πολύδωρα, που μόλις που πέρασε το 1% πανελλαδικά, έχει να πανηγυρίζει για την εκλογή στον Δήμο του βουλευτή Νίκου Σταυρογιάννη.
Τι να πει κανείς, εξάλλου, και πώς να σχολιάσει το γεγονός ότι την ίδια περίοδο που εκτινάσσεται σε πανελλαδική κλίμα η Χρυσή Αυγή και ένα τμήμα του ελληνικού λαού επιμένει να επιβραβεύει τον ξενοφοβικό και ρατσιστικό λόγο του νεοναζιστικού μορφώματος, στον καλλικρατικό Δήμο της Ανδραβίδας στον οποίο ανήκει και η περιβόητη Νέα Μανωλάδα με τις «φράουλες της οργής», εκλέγεται δήμαρχος ο πρώτος μετανάστης, ο γιατρός Ναμπίλ Μοράντ που γεννήθηκε στη Συρία.
Γίνεται, λοιπόν, σαφές από όλα αυτά ότι το μήνυμα από τις τρεις κάλπες δεν είναι ένα και ενιαίο. Και μόνον όποιος εθελοτυφλεί μπορεί να ισχυρίζεται ότι είναι ο απόλυτος νικητής και κυρίαρχος, όταν ένα μεγάλο μέρος των πολιτών φαίνεται να έκαναν τις επιλογές τους με διαφορετικά κριτήρια, αλλού επιβραβεύοντας και αλλού αποδοκιμάζοντας πρόσωπα, αλλά και πολιτικές προτάσεις τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και σε ευρύτερη πανελλαδική διάσταση.
Το ηχηρότατο καμπανάκι, για παράδειγμα, που χτύπησε για τα δύο συγκυβερνώντα κόμματα, τα οποία απώλεσαν σχεδόν δέκα ποσοστιαίες δυνάμεις από την εκλογική δύναμη που είχαν στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, δεν μπορεί να μην ακουστεί από τις ηγεσίες τους επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ, με ό,τι συνέβη στη χώρα την τελευταία διετία στη χώρα, δεν κατάφερε να υπερβεί τον πήχη του 27% που είχε από τις εκλογές του Ιουνίου του 2012.
Από την άλλη, η οριακή επικράτηση της Ρένας Δούρου στην Αττική, δεν μπορεί να κρύψει την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να επιλέξει αυτοδιοικητικά στελέχη με κύρος στις τοπικές κοινωνίες και να συσπειρώσει τις δυνάμεις εκείνες που τον έφεραν να οδηγεί την κούρσα των ευρωεκλογών και να αποσπά ένα σημαντικό προβάδισμα από τη Νέα Δημοκρατία. Με άλλα λόγια, το άκρως διχαστικό μήνυμα «τρεις κάλπες, μια ψήφος» απέτυχε παταγωδώς.
Όσο για τους μεγάλους χαμένους των ευρωεκλογών, τη ΔΗΜΑΡ και τους Ανεξάρτητους Έλληνες, που εγκαταλείφθηκαν μαζικά από τους ψηφοφόρους τους, δύσκολα μπορεί να κρύψουν οι ηγεσίες τους ότι πλήρωσαν την έλλειψη σαφήνειας στο κυρίως ζητούμενο των εκλογών που δεν είναι -και δεν μπορεί να είναι- άλλο από την διατύπωση πρότασης για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Συμπερασματικά, λοιπόν, φαίνεται ότι η κατακερματισμένη και παραζαλισμένη από την πολύχρονη κρίση ελληνική κοινωνία, ακόμη και όταν στέλνει, από Κυριακή σε Κυριακή, εντελώς διαφορετικά και σε αρκετό βαθμό αντιφατικά μηνύματα επιβράβευσης και αποδοκιμασίας, δείχνει ότι αναζητεί εναγωνίως προτάσεις εξόδου από τα σημερινά αδιέξοδα, χωρίς να ταυτίζεται, πλειοψηφικά τουλάχιστον, με τη μια ή την άλλη παράταξη.
Υπό αυτή την έννοια, αν κάποιος ηττήθηκε περισσότερο σε αυτές τις κάλπες είναι οι, εν πολλοίς αλαζονικές, λογικές του «πάρτα όλα» που διακατείχαν τις συνολικές επιλογές τόσο της αξιωματικής αντιπολίτευσης όσο, βεβαίως, και του μεγαλύτερου κυβερνητικού κόμματος.