Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πυρκαϊές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πυρκαϊές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου 2023

Σε έναν μήνα ψηφίζουμε: Θα επιλέξουμε φίλους και συγγενείς ή άξιους και ικανούς;

            Οι τεράστιες ζημιές από τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές είναι ακόμη ανυπολόγιστες, καθώς την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές τα νερά από τις πλημμύρες που χτύπησαν τη Θεσσαλία, την καρδιά της παραγωγικής Ελλάδας στον αγροτικό τομέα, θα χρειαστεί μερικές ακόμη μέρες για να αποσυρθούν ώστε να αποτιμηθεί το συνολικό κόστος το οποίο θα κληθεί να πληρώσει ο κρατικός προϋπολογισμός και το οποίο θα έρθει να προστεθεί στο ήδη μεγάλο κόστος με το οποίο θα επιφορτιστούμε οι φορολογούμενοι εξαιτίας των θερινών πυρκαγιών.

Υπό αυτό το πρίσμα, η μόνη βεβαιότητα που υπάρχει αυτή την ώρα είναι ότι η επόμενη μέρα η οποία θα ξημερώσει στη Λάρισα, στη Μαγνησία, στα Τρίκαλα και στην Καρδίτσα όταν αποτραβηχτούν τα ύδατα από τους δρόμους, τα σπίτια και τις καλλιέργειες δεν πρόκειται να είναι ίδια με τις μέρες πριν από το ξέσπασμα του ακραίου καιρικού φαινομένου που είδαμε να εξελίσσεται με τέτοια σφοδρότητα. Η αδιαμφισβήτητη κλιματική κρίση, η οποία εντείνει τα καιρικά φαινόμενα και πολλαπλασιάζει τη συχνότητα της εμφάνισής τους, οδηγώντας σε συχνότερους παρατεταμένους καύσωνες και σε ολοένα πιο σφοδρές βροχοπτώσεις, δεν μπορεί να αποτελεί αέναο άλλοθι για επαναλαμβανόμενες καταστάσεις όπως αυτές του φετινού καλοκαιριού.

Τόσο οι αρμόδιοι επιστήμονες, όσο και τα ίδια τα φαινόμενα των φυσικών καταστροφών, μάς έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει για όσα βλέπουμε να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια μας. Ως εκ τούτου είναι απολύτως ασυγχώρητο τα συνεχή παθήματα να μη γίνονται μαθήματα. Για όλους μας. Και πρωτίστως για τον κρατικό μηχανισμό σε όλες του τις εκφάνσεις (κυβέρνηση, περιφέρειες, δήμοι). Ουδείς, λοιπόν, δικαιούται πλέον να επικαλείται είτε άγνοια είτε αιφνιδιασμό. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο το «έργο» το έχουμε ξαναδεί.

Πριν από τρία χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2020, η Θεσσαλία δοκιμάστηκε σκληρά από την κακοκαιρία που είχε αποκληθεί «Ιανός». Οι καταστροφές που υπέστησαν τότε ο παραγωγικός ιστός και οι υποδομές της περιοχής ήταν εντυπωσιακά μεγάλες. Ακόμη πιο εντυπωσιακές, όμως, ήταν οι υποσχέσεις οι οποίες δόθηκαν για αποκατάσταση των ζημιών που θα γινόταν με τρόπο ώστε να μην επαναληφθούν ανάλογα φαινόμενα. Όλοι θυμόμαστε τις διαβεβαιώσεις που έδιναν οι ιθύνοντες ότι δεν θα ξαναζήσουμε ανάλογες συνθήκες με ασφαλτοστρωμένους δρόμους να διαλύονται εις τα εξ ων συνετέθησαν και γέφυρες να καταρρέουν σαν χάρτινα οικοδομήματα.

Έπειτα από εκείνη την εμπειρία, θα περίμενε κανείς ότι τα διόλου ευκαταφρόνητα κονδύλια για την αποκατάσταση των ζημιών που διατέθηκαν από το υστέρημα του ελληνικού λαού θα έπιαναν τόπο και θα απέτρεπαν την επανάληψη των καταστροφών, αφού η… φύση είχε προϊδεάσει για τις διαθέσεις της. Συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Για του λόγου το αληθές, επικαλούμαι την τηλεοπτική συνέντευξη μιας επιχειρηματία, η οποία, θρηνώντας τις εκ νέου μεγάλες ζημιές που υπέστη το εργοστάσιο της, δήλωνε ότι το ίδιο ακριβώς είχε υποστεί και κατά την επέλαση του «Ιανού». Και, παρότι παραδεχόταν -και μπράβο της!- ότι είχε γενναιόδωρα αποζημιωθεί από το Κράτος, δεν έδειχνε να βολεύεται που οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν και πάλι για να ξαναστηθεί η επιχείρησή της.

Αμφιβάλλω αν τη θλίψη, την οποία εξέπεμπε ο λόγος της συγκεκριμένης κυρίας, τη συμμερίζονται και οι κάθε λογής πολιτικοί παράγοντες που σε τοπικό αλλά και σε κεντρικό επίπεδο έλαβαν την τελευταία τριετία τις αποφάσεις για τα έργα τα υλοποιήθηκαν στη Θεσσαλία. Το γεγονός, άλλωστε, ότι λίγο ως πολύ χτυπήθηκαν οι ίδιες ή παραπλήσιες υποδομές της περιοχής, δείχνει ότι μάλλον δεν υπήρχε ούτε ο κατάλληλος σχεδιασμός ούτε η ενδεδειγμένη εκτέλεση των έργων.

Ακόμα και αν όντως έπεσαν περισσότερα χιλιοστά βροχής ανά τετραγωνικό μέτρο, όπως αρέσκονται να λένε σχετικοί και μη με τις μετεωρολογικές συνθήκες, αυτό επ΄ ουδενί δεν δικαιολογεί τις εικόνες που αποσβολωμένοι βλέπουμε στις τηλεοπτικές οθόνες μας με ανθρώπους να αναζητούν καταφύγιο στις στέγες των σπιτιών τους και να περιμένουν βάρκες και ελικόπτερα να τους διασώσουν.

Οι δρόμοι, οι γέφυρες, τα αναχώματα των ποταμών και τα αντιπλημμυρικά έργα υποδομής δεν κατασκευάζονται για να αντέχουν μόνον σε συνθήκες καλοκαιρίας. Απαιτείται η αντοχή τους σε συνθήκες παντός καιρού. Γι΄ αυτό, εξάλλου, προβλέπεται ότι προηγούνται μελέτες οι οποίες λαμβάνουν υπόψιν τους και τα πλέον ακραία σενάρια. Έγινε, άραγε, αυτό στα έργα που εκτελέστηκαν στη Θεσσαλία μετά τη θεομηνία του 2020; Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι η απάντηση είναι μία και είναι η προφανής: Όχι, βεβαίως!

Σε ακριβώς ένα μήνα από σήμερα, οι ψηφοφόροι από άκρου εις άκρον της ελληνικής επικράτειας θα κληθούμε στις κάλπες για να επιλέξουμε τοπικούς άρχοντες σε περιφέρειες, δήμους και κοινοτικά διαμερίσματα. Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά το 2% των Ελλήνων είναι υποψήφιοι σε αυτές τις κάλπες διεκδικώντας αυτοδιοικητικά αξιώματα ως επικεφαλής ή σύμβουλοι στους ΟΤΑ όλης της χώρας. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων έχουμε κάποιον συγγενή ή -κομματικό και όχι μόνο- φίλο που θέτει υποψηφιότητα και ζητά να τον ψηφίσουμε στις κάλπες της 8ης Οκτωβρίου.

Στις τριάντα μέρες που μεσολαβούν μέχρι να πάμε στα εκλογικά τμήματα για να ασκήσουμε το υπέρτατο δικαίωμα που διαθέτουμε ως πολίτες, έχουμε όλον τον καιρό μπροστά μας για να σταθμίσουμε πολύ καλά σε ποιους θα δώσουμε την ψήφο μας και σε ποιους θα την αρνηθούμε. Είτε ψηφίζουμε στη Θεσσαλία, είτε οπουδήποτε αλλού στη χώρα, χρειάζεται να κλείσουμε τα αυτιά μας στις σειρήνες της συγγένειας και της -κομματικής ή άλλης- φιλίας. Και με το χέρι στην καρδιά να ψηφίσουμε τους άξιους και ικανούς οι οποίοι έχουν όρεξη για δουλειά και μπορούν να δώσουν σύγχρονες λύσεις στα προβλήματα που απασχολούν τις τοπικές κοινωνίες στις μέρες μας.

Οι συγγενείς και φίλοι μας, που αγαπούν πραγματικά τον τόπο που θέλουν να υπηρετήσουν, θα το καταλάβουν. Οι υπόλοιποι δεν έχουν σημασία…

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Στο ίδιο έργο θεατές του… κυνηγιού των εμπρηστών

«Εγώ δεν φταίω...». Με αυτό τον εύγλωττο τίτλο επιγραφόταν πριν από 25 ολόκληρα χρόνια η συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην εφημερίδα «Τα Νέα» ο τότε αρμόδιος για τη δασοπυρόσβεση υπουργός. 

Ο Στέφανος Τζουμάκας -ναι, ναι, ο νυν υποψήφιος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ- στον οποίο ανήκει η φράση που έγινε τίτλος στη συνέντευξη, ήταν ο τελευταίος υπουργός Γεωργίας που είχε στο χαρτοφυλάκιό του την αρμοδιότητα της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών. Επί των ημερών της υπουργίας του, όπως άλλωστε και τα περισσότερα προηγούμενα καλοκαίρια, η Ελλάδα είχε βρεθεί επανειλημμένα σε πύρινο κλοιό. Αλλά κι εκείνος, όπως σχεδόν όλοι οι προκάτοχοι αλλά και οι διάδοχοί του, «έψαχνε να βρει το λάθος που έκανε, αλλά δεν το εύρισκε», για να θυμηθούμε τον ισχυρισμό που διατύπωσε δυο δεκαετίες αργότερα ο Νίκος Τόσκας, την επαύριο της τραγωδίας στο Μάτι.   

Το 1998, μετά πολλών βασάνων και κόπων, η κυβέρνηση Σημίτη κατάφερε να κάνει ένα αποφασιστικό βήμα για την καλύτερη αντιμετώπιση του φαινομένου των ετησίως επαναλαμβανόμενων καταστροφικών πυρκαγιών: καθιέρωσε τον ενιαίο φορέα δασοπυρόσβεσης, που επί χρόνια πρότειναν όλοι οι ειδικοί αλλά δεν υλοποιούνταν επειδή οι δυνάμεις της αδράνειας ήταν ισχυρότερες από τις δυνάμεις της λογικής. Μεταφέρθηκε, σε αυτό το πλαίσιο, η ευθύνη της κατάσβεσης όλων των πυρκαγιών στο Πυροσβεστικό Σώμα το οποίο έως τότε ασχολούνταν μόνον με τις αστικές πυρκαγιές. Ενώ στις φωτιές που ξεσπούσαν σε δασικές περιοχές επιχειρούσαν οι δασοπυροσβέστες του υπουργείου Γεωργίας και για τα εναέρια μέσα ήταν υπεύθυνη η Πολεμική Αεροπορία.

Παρότι πέρασε έκτοτε ένα τέταρτο του αιώνα, τα λεγόμενα του κ. Τζουμάκα θυμίζουν ισχυρισμούς που ακούστηκαν πολλές φορές στη διάρκεια των επόμενων χρόνων. Και που το μεγαλύτερο δυστύχημα είναι ότι εξακολουθούν να ακούγονται έως και σήμερα. Με πιο χαρακτηριστικούς τους ισχυρισμούς για τις πολλές ταυτόχρονες πυρκαγιές που ξεσπούν, φαινόμενο το οποίο στην πραγματικότητα είναι ετησίως επαναλαμβανόμενο, ιδίως τις ημέρες που πνέουν ισχυροί άνεμοι και επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες. Όπως και οι ανακυκλούμενες εικασίες για υποτιθέμενο «οργανωμένο σχέδιο εμπρησμών», οι οποίες, ωστόσο, ουδέποτε απεδείχθησαν παρότι σχεδόν χωρίς εξαίρεση κάθε χρόνο διατάσσεται και μια αναβαθμισμένη εισαγγελική έρευνα. 

Το αφήγημα για τη δράση «εμπρηστών που μας καίνε» αποτελεί διαχρονικά μια πολύ εύπεπτη ιστορία για λαϊκή κατανάλωση αλλά και μια πολύ βολική δικαιολογία για την ανικανότητα και την έλλειψη συντονισμού τόσο μετά όσο κυρίως πριν από την εκδήλωση των πυρκαγιών.     

«Πέρσι (σ.σ.: το 1997) όλες οι πυρκαγιές, όλο το έτος, ήταν 3.100. Τον Ιούλιο μόνο, φέτος (σ.σ.: 1998), ήταν 2.800», έλεγε στην περί ης ο λόγος συνέντευξη ο κ. Τζουμάκας. Και συμπλήρωνε: «Πέρσι, μόνο δύο πυρκαγιές έκαιγαν επί δέκα μέρες. Ειδικά της Εύβοιας ­πιστεύω να θυμάστε­ είχε πλησιάσει περίπου το 10ήμερο, και του δάσους της Θεσσαλονίκης είχε περάσει το 5ήμερο. Επίσης θυμάμαι ότι το πρώτο Σαββατοκύριακο είχαμε σε διάστημα μιας ώρας 182 πυρκαγιές και έσβησαν μέσα στη δεύτερη μέρα».

            Και μπορεί ο τότε υπουργός Γεωργίας, παραθέτοντας όλα αυτά τα συγκριτικά στοιχεία, να κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «τα προβλήματα του συντονισμού ήταν ένα από τα βασικά στοιχεία της δασοπυρόσβεσης ως τώρα», αυτό δεν τον εμπόδισε να στραφεί αφενός κατά των δασικών υπαλλήλων, ο κλάδος των οποίων αντιδρούσε επειδή «δεν έπρεπε να χάσει αυτό το αντικείμενο» καθώς μέχρι τότε διαχειριζόταν σημαντικούς οικονομικούς πόρους. Δεν έμεινε, όμως, εκεί. Επέμεινε σε έναν παλαιότερο ισχυρισμό του για «παρακρατικούς» που υποτίθεται ότι κρύβονταν πίσω από τους εμπρησμούς. Ενώ δεν θέλησε να αποσύρει δήλωση στην οποία είχε προβεί τον προηγούμενο χρόνο μιλώντας γενικώς και αορίστως για δράση «Τούρκων πρακτόρων» και «Γκρίζων Λύκων». 

Κι όλα αυτά την ίδια ώρα που αναγνώριζε ότι «το να υπάρξουν τεκμηριωμένες αποδείξεις είναι ένα πολύ δύσκολο θέμα». Αλλά παρά ταύτα δεν δυσκολευόταν να πει ότι «στοιχεία φυσικά έχουμε. Και ενδείξεις επίσης. Όχι όμως αποδείξεις. Αλλά υπάρχουν εκτιμήσεις και δεδομένα». Ποια ήταν αυτά τα δεδομένα; Άγνωστον. Ο ίδιος αρκέστηκε να πει ότι «η κυβέρνηση έχει ανησυχίες: γιατί όλα αυτά; Σε τι αποσκοπούν αυτοί οι εμπρησμοί;».

Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι ο κ. Τζουμάκας δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε -δυστυχώς- ο τελευταίος που, ως άλλος Δον Κιχώτης, ξιφουλκούσε κατά των (αόρατων) εμπρηστών. Μετά την τραγωδία στο Μάτι, ένας ακόμη τωρινός υποψήφιος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, ο τότε υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παπάς, έστηνε ολόκληρο σόου μπροστά στις κάμερες για να καταδείξει ότι οι υποτιθέμενοι δορυφόροι που είχε εκτοξεύσει στο Διάστημα είχαν τάχατες εντοπίσει τους εμπρηστές.

Τη σκυτάλη πήρε στις μέρες μας ο νυν υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Βασίλης Κικίλιας, ο οποίος έλυσε την πολυήμερη σιωπή του και με στεντόρεια φωνή ξεσπάθωσε επειδή «κάποιοι αλητήριοι εμπρηστές βάζουν φωτιές». Τους προειδοποίησε, μάλιστα, λέγοντας αυστηρά: «Δεν θα γλιτώσετε, θα σας βρούμε, θα λογοδοτήσετε στη Δικαιοσύνη». 

Με δεδομένο, ωστόσο, ότι οι περισσότεροι εμπρηστές που έχουν προσαχθεί όλα αυτά τα χρόνια έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι παρά πρόσωπα με διαταραγμένη προσωπικότητα, τα οποία τις περισσότερες φορές είτε αφήνονται ελεύθεροι, είτε παραπέμπονται σε ψυχιατρικές κλινικές, το πιθανότερο είναι ότι οι προειδοποιητικές απειλές του κ. Κικίλια κατά των… αλητήριων εμπρηστών θα έχουν την ίδια κατάληξη που είχαν οι ισχυρισμοί Τζουμάκα για «παρακρατικούς» και το δορυφορικό κυνήγι που εξαπέλυσε ο Παπάς.

Η προστασία των δασών -ιδιαίτερα στην εποχή μας που, κακά τα ψέματα, η δασοκάλυψη της Ελλάδας είναι πυκνότερη από οποτεδήποτε άλλοτε στο παρελθόν- είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να εξαντλείται σε εύκολους λαϊκισμούς ότι θα λυθεί το πρόβλημα των πυρκαγιών επειδή ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης θα βρει τους εμπρηστές. Κάτι που, αν όντως συνέβαινε, θα διέψευδε τον τίτλο του υπουργικού χαρτοφυλακίου που του ανέθεσε ο πρωθυπουργός.

Γι΄ αυτό και, εν κατακλείδι, η κυβέρνηση αντί να επιδίδεται στο ατελέσφορο εικονικό κυνήγι των εμπρηστών, καλό θα είναι να ρίξει το βάρος της αφενός στην ενίσχυση των δυνάμεων της δασοπυρόσβεσης και αφετέρου στην προληπτική δασοπροστασία που έχει αποδειχθεί ότι είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης των πυρκαγιών. Οι οποίες υπήρχαν πάντοτε. Και θα υπάρχουν στο διηνεκές.

Παρασκευή 28 Ιουλίου 2023

Ψηφίζουν Έφη, αλλά το πνεύμα τους το οδηγεί ο…. «Παυλάρας»

Δεν είμαι σίγουρος ότι συμβαίνει αλλού, τουλάχιστον στην ίδια έκταση, αλλά στη χώρα μας ενδημεί μια μεγάλη κατηγορία μέσων ενημέρωσης και δημοσιολόγων που δεν περιορίζονται στην αποστολή τους που είναι να μεταδίδουν ή να σχολιάζουν τα γεγονότα, τις ειδήσεις και ό,τι άλλο συμβαίνει γύρω μας.

Το ενδιαφέρον τους, σχεδόν εμμονικά, είναι στραμμένο στον σχολιασμό της συμπεριφοράς των άλλων μέσων ενημέρωσης. Δεν αρκούνται, για παράδειγμα, στην πεποίθηση που μπορεί να έχουν -και είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους!- ότι η κυβέρνηση έχει ευθύνες για τις πυρκαγιές και, όπως ισχυρίζονται, κακώς κάνει εκκενώσεις μέσω του 112. Εκείνο το οποίο κυρίως τους απασχολεί και σε αυτό εστιάζουν όλη τους την επικριτική διάθεση είναι γιατί τα «συστημικά», όπως αρέσκονται να τα χαρακτηρίζουν, μέσα ενημέρωσης δεν ακολουθούν την ίδια «γραμμή».

Με την ίδια μανία με την οποία καταφέρονταν όλα τα προηγούμενα χρόνια κατά των «βοθροκάναλων», επειδή μετέδιδαν τις δημοσκοπήσεις, που καταδείκνυαν την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, τώρα εγκαλούν τους –«πετσοταϊσμένους», κατ΄ αυτούς- επαγγελματίες της ενημέρωσης για τον τρόπο που καλύπτουν την τρέχουσα επικαιρότητα η οποία, εκ των πραγμάτων, κατακλύζεται από την επέλαση των πύρινων μετώπων που κατακαίουν τα ελληνικά δάση.

«Ναι, αλλά γιατί τα κανάλια και τα ραδιόφωνα δεν έχουν 24ωρη κάλυψη;», είναι ο, εν μέσω θέρους και διακοπών για πολλούς εργαζόμενους, ισχυρισμός των -συνήθως άκαπνων- σχολιαστών. Οι οποίοι, κρίνοντας προφανώς εξ ιδίων, υποστηρίζουν άλλοτε ευθέως και άλλοτε υπαινικτικά ότι όλοι οι άλλοι έχουν πάρει γραμμή από την κυβέρνηση να «κρύβουν την πραγματικότητα». Παραβλέπουν, φυσικά, (ή, μάλλον, κάνουν πως παραβλέπουν) ότι αν ίσχυε κάτι τέτοιο, αυτό θα ήταν το καλύτερο βούτυρο για το δικό τους ψωμί.

Χωρίς αμφιβολία, αν ήταν αληθινές οι καταγγελίες τους για απόκρυψη γεγονότων, θα είχαν χρυσή ευκαιρία να αποκαλύψουν εκείνοι όλη την αλήθεια και να κερδίσουν την αποκλειστικότητα στο αναγνωστικό, στο ραδιοφωνικό και στο τηλεοπτικό κοινό. Φανταστείτε την απήχηση που θα είχε ένας ραδιοφωνικός ή τηλεοπτικός σταθμός, μια εφημερίδα ή ένα site που θα αποκάλυπτε πραγματικά και αποκλειστικά «όσα όλοι οι άλλοι κρύβουν».

Σε μια τέτοια κατάσταση, τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης θα είχαν χρεωκοπήσει. Και θα ήταν ζήτημα μόνο λίγων εβδομάδων το πότε θα έβαζαν λουκέτο, όση βοήθεια και αν τους παρείχε «το σύστημα». Ενώ αυτοί που θα αποκάλυπταν την… κρυμμένη αλήθεια θα ήταν στην κορυφή της τηλεθέασης, της ακροαματικότητας και της αναγνωσιμότητας.

Αν και την πραγματικότητα ισχύει το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή το κοινό, που έχει κριτήριο επιλογής για τα μέσα που του δίνουν ενημέρωση και όχι «fake news» και «wishful thinking» (ευσεβείς πόθους, ελληνιστί) είναι στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, όποιος δεν καταγγέλλει ως μέγιστη υποκρισία την… αξυρισία του Κικίλια «σίγουρα τα έχει πιάσει». Ενώ όποιος διανοηθεί να θυμίσει ότι ο Τσίπρας που είχε υποσχεθεί να μείνει επί των επάλξεων την… έκανε για το Αμέρικα «είναι απολύτως εξωνημένος».

Η αλήθεια είναι ότι στα χρόνια της μνημονιακής κρίσης, που συνέπεσαν με την άνθηση της διαδικτυακής ενημέρωσης, η οποία έδωσε στον κάθε πικραμένο που αγόραζε ένα smart phone ίσα «δικαιώματα» μετάδοσης και σχολιασμού ειδήσεων με τους επαγγελματίες του κλάδου, δημιουργήθηκε στη χώρα μας ένα μεγάλο κοινό που ήθελε εύκολες δικαιολογίες για τα δεινά που επέπεσαν επί των κεφαλών των Ελλήνων.

Ήταν ένα κοινό που προτιμούσε τις εύπεπτες θεωρίες συνωμοσίας για τις ευθύνες των άλλων. Και το οποίο απέστρεφε το βλέμμα έκλεινε τα αυτιά σε κάθε αναφορά που θα μπορούσε να περιλαμβάνει και τον ίδιο στους υπαίτιους της κρίσης. 

Οι ξένοι, οι δημοσιογράφοι (σ.σ.: θυμηθείτε το σύνθημα «αλήτες, ρουφιάνοι…», που δονούσε τους δρόμους και τις πλατείες), αλλά και όσοι κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια και δεν άλλαξαν στρατόπεδο μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ήταν οι αποκλειστικά υπεύθυνοι για την οικονομική δυσπραγία, την εκτίναξη της ανεργίας και τη συρρίκνωση των εισοδημάτων -σχεδόν- όλων μας.

Παρόλο που τα τελευταία χρόνια μειώθηκε σημαντικά το συγκεκριμένο κοινό, η λαϊκίστικη τοξικότητα με την οποία εμποτίστηκε η ελληνική κοινωνία ήταν δύσκολο να ξεριζωθεί. Γι΄ αυτό και τη βλέπουμε να παραμένει διάχυτη γύρω μας και να εκφράζεται με πολλούς τρόπους και από πολλές κατευθύνσεις.

Είναι, για παράδειγμα, απολύτως χαρακτηριστικές οι επιθέσεις που δέχθηκε αυτές τις μέρες η υποψήφια για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ Έφη Αχτσιόγλου, επειδή εξέφρασε την αυτονόητη αλήθεια προτρέποντας τους «συντρόφους» της «να μην αδικούμε τους δημοσιογράφους», έτσι ώστε «ούτε και εκείνοι να μας αδικούν…».

Με προεξάρχοντα τον γνωστό και μη εξαιρετέο διαπρύσιο… μαχητή του πληκτρολογίου Παύλο Πολάκη, ο οποίος έσπευσε να δηλώσει ότι θα… συνεχίσει να «αδικεί», εκατοντάδες ή ίσως και χιλιάδες στελέχη, μέλη και φίλοι του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ξιφούλκησαν κατά των όσων είπε η Αχτσιόχλου.

Είναι προφανώς πάνω – κάτω οι ίδιοι που ξεσηκώθηκαν τον περασμένο Μάρτιο και δεν άφησαν τον Αλέξη Τσίπρα να διαγράψει τον «αψύ Σφακιανό» που είχε επιδοθεί σε… «προγραφές» δημοσιογράφων, δικαστών και θεσμικών παραγόντων οι οποίοι δεν ήταν αρεστοί στον ίδιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο τότε αρχηγός του πλήρωσαν στις πρόσφατες εκλογές βαρύ τίμημα -και- εξαιτίας της υπαναχώρησης στη διαγραφή Πολάκη.

Φαίνεται, όμως, ότι το εναπομείναν εκλογικό σώμα των υποστηρικτών του ΣΥΡΙΖΑ εμφορείται σε μεγάλο βαθμό από τις ίδιες ιδέες της βολικής στοχοποίησης των μέσων ενημέρωσης και των εργαζομένων σε αυτά. Γι΄ αυτό και ουδείς από τους τέσσερις υποψηφίους αρχηγούς δεν αντέδρασε στους ισχυρισμούς του Πολάκη, τον οποίο φαίνεται ότι, όπως έκανε και ο Τσίπρας, ουδείς θέλει να βρει απέναντί του.

Επειδή, προφανώς, ο επονομαζόμενος από τους υποστηρικτές του και… «Παυλάρας», έχει με το μέρος του το μεγαλύτερο μέρος των διαδικτυακών στρατευμάτων που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και τον διατήρησαν, έστω οριακά, στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Όλα -ακόμη και οι δημοσκοπήσεις που κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν αρχίσει να μην αμφισβητούν πια- δείχνουν ότι η κ. Αχτσιόγλου θα είναι η νέα αρχηγός στην Κουμουνδούρου. Στην παρούσα φάση δείχνει να διστάζει να έρθει σε ανοιχτή ρήξη με τους οπαδούς του «Παυλάρα». Και δικαίως ίσως, λένε κάποιοι, αφού χρειάζεται ψήφους για να εκλεγεί στην ηγεσία.

Αν, όμως, συμβιβαστεί μέχρι τέλους με όσους διακατέχονται από το πολάκειο πνεύμα της τυφλής και δαιμονολογικής σύγκρουσης με τα μέσα ενημέρωσης και τους εργαζομένους σε αυτά, θα κερδίσει ίσως ευκολότερα την εσωκομματική κούρσα. Περπατησιά, όμως, υποψήφιας πρωθυπουργού αποκλείεται να αποκτήσει χωρίς να συγκρουστεί με τέτοιες απόψεις και νοοτροπίες.

Υ.Γ.: Α, και για την ιστορία, ώστε να μην έχουν διάφοροι αυταπάτες, θέλω να θυμίσω ότι πριν από τις νικηφόρες για εκείνον εκλογές του 2015, ο Αλέξης Τσίπρας δεν συναντήθηκε μόνον στα κρυφά με την περιβόητη πλέον «γάτα Ιμαλαΐων». Ήρθε και στο «Θέμα» και φωτογραφήθηκε μαζί μας στα φανερά. Παρά τα όσα ακολούθησαν όταν έγινε πρωθυπουργός…

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2022

Tο Μάτι και ο… εμπρησμός της λογικής

Από επαγγελματική υποχρέωση -που ώρες ώρες ενδεχομένως να μετατρέπεται και σε… διαστροφή- παρακολούθησα τις προηγούμενες ημέρες τις «στρατιές» των τρολ, τα οποία είναι μονίμως ακροβολισμένα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να αντιμάχονται ανταλλάσσοντας ύβρεις για την εξέλιξη που είχαν οι πυρκαγιές οι οποίες ξέσπασαν στην Πεντέλη.

Δεν ήταν λίγες οι φορές που δυσκολευόμουν -και πιστεύω δεν ήμουν ο μόνος- να αποφασίσω αν έπρεπε να εκνευριστώ ή απλώς να καγχάσω με το χαμηλό επίπεδο της επιχειρηματολογίας που ένθεν κακείθεν επιστρατευόταν από τα «στρατεύματα» της μιας και της άλλης πλευράς.

Το βασικό «επίδικο» της σκληρής αντιπαράθεσης, η οποία βρήκε έδαφος και στα τηλεπαράθυρα, ήταν κατά πόσο τα όσα δραματικά συνέβησαν στο Ντράφι, στην Ανθούσα, στην Παλλήνη και στις άλλες περιοχές οι οποίες επλήγησαν από την πύρινη λαίλαπα που σάρωσε την Πεντέλη μπορούν να συγκριθούν με την ανείπωτη τραγωδία που βίωσαν πριν από τέσσερα χρόνια κάτοικοι και παραθεριστές στη Ραφήνα και στο Μάτι.

«Που είναι ο Συνολάκης που μας έλεγε ότι θα εκκένωνε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή σε λίγα μόνον λεπτά και τι κάνει ο Πατούλης που καταλόγιζε ευθύνες στη Δούρου για την έλλειψη συντονισμού στο Μάτι;», κραύγαζε το ένα διαδικτυακό «στρατόπεδο» που είναι προσκείμενο στην αξιωματική αντιπολίτευση και εγκαλούσε το άλλο που απαρτίζεται από φίλιες προς την κυβερνητική παράταξη διαδικτυακές δυνάμεις. 

Διάβαζες το μένος με το οποίο εκφράζονταν και έμενες με την εντύπωση πως εύχονταν να είναι βαρύτερες οι επιπτώσεις της καταστροφής και επιθυμούσαν να μην ελεγχθεί η κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι ενοχλούνταν και ασκούσαν οξεία κριτική επειδή οι αρχές έδιναν -και σωστά- προτεραιότητα στον απεγκλωβισμό των κατοίκων από τις απειλούμενες περιοχές.

«Μη μιλάτε εσείς που βαρύνεστε με τους 102 νεκρούς της τραγωδίας του 2018», αντέτεινε το αντίπαλο «στράτευμα» των φιλοκυβερνητικών τρολ χωρίς να έχει την υπομονή να περιμένει την εξέλιξη των πραγμάτων που θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερη αν δεν έπεφτε η ένταση των ανέμων που έδωσαν την ευκαιρία στις πυροσβεστικές δυνάμεις να τιθασεύσουν τα διάσπαρτα πύρινα μέτωπα. Κακά τα ψέματα, αν ο… ασκός του Αιόλου παρέμενε μερικές ακόμη ώρες ανοικτός, η εικόνα στα καμένα θα ήταν πολύ χειρότερη, όπως λένε οι ειδικοί επιστήμονες και αντιλαμβάνεται ο κάθε λογικός άνθρωπος που δεν τυφλώνεται από τα πάθη του.

Χωρίς αμφιβολία, προβλήματα με πυρκαγιές αντιμετωπίζουν πολλές χώρες σε ολόκληρο τον πλανήτη και κυρίως όσες έχουν κλιματικές συνθήκες παρόμοιες με τις δικές μας. Από την Πορτογαλία έως την Καλιφόρνια των ΗΠΑ και από την Αυστραλία έως τη Βραζιλία, εκατομμύρια στρέμματα δασών γίνονται κάθε χρόνο παρανάλωμα του πυρός. 

Σε κάποιες μάλιστα εξ αυτών οι φωτιές μαίνονται επί πολλές ημέρες, φαινόμενο το οποίο είδαμε πρόσφατα στη Γαλλία και στην Ισπανία και από αρκετούς επιστήμονες αποδίδεται στις βίαιες αλλαγές που έχει επιφέρει η κλιματική κρίση την οποία βιώνει όλη η υφήλιος και εκδηλώνεται με ασύμμετρες φυσικές καταστροφές.

Από όσο είμαι σε θέση να ξέρω -και ας με διαψεύσει όποιος έχει στοιχεία περί του αντιθέτου-, πουθενά αλλού στον κόσμο, οι συνέπειες των φυσικών καταστροφών δεν γίνονται αντικείμενο τόσο έντονων κομματικών αντιπαραθέσεων όσο στη δική μας χώρα. 

Η αλήθεια είναι ότι στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα είναι πολύ σύνηθες να… κομματικοποιούνται στο έπακρο καταστάσεις και γεγονότα που μικρή σχέση έχουν με την κυβερνητική διαχείριση. 

Θυμίζω ότι στο Κοινοβούλιο πριν μερικά χρόνια είχε υποβληθεί αίτημα για Εξεταστική Επιτροπή έπειτα από ένα πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη. 

Συμβαίνει, μάλιστα, πολύ συχνά το εξής εντελώς αντιφατικό: στηλιτεύεται η διάλυση του κρατικού μηχανισμού την ίδια ώρα που επαινείται ο ηρωισμός των δυνάμεων που τον απαρτίζουν, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση -δικαιολογημένα, κατά τα λοιπά- οι πυροσβέστες.

Όπως και να έχει, αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο ότι η προ τετραετίας τραγωδία στο Μάτι είναι ακόμη νωπή και ρίχνει βαριά τη σκιά της στον τρόπο με τον τρόπο έδρασε η τότε πολιτική εξουσία.

Το μεγάλο δυστύχημα, όμως, είναι ότι οι πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου δεν έβγαλαν ποτέ τα σωστά συμπεράσματα για τα όσα συνέβησαν εκείνη την αποφράδα 23η Ιουλίου. 

Οι ίδιοι και οι οπαδοί τους πιστεύουν ακόμη και σήμερα -το έβλεπε κανείς να διαπνέει αυτές τις μέρες την επιχειρηματολογία που εκφραζόταν από τα επίσημα και ανεπίσημα κομματικά τρολ- ότι πλήρωσαν βαρύ πολιτικό τίμημα επειδή τα (εκ των υστέρων… «πετσωμένα») ΜΜΕ συνωμότησαν για να εκμεταλλευθούν μια «στραβή που έτυχε στη βάρδια τους».

Για όποιον, όμως, δεν εθελοτυφλεί η πραγματικότητα ήταν άλλη. Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είδε πράγματι τη συσσωρευμένη λαϊκή οργή να εκτοξεύεται στα ύψη την περίοδο που εκτυλίχθηκε η τραγωδία στο Μάτι. Αυτό, όμως, δεν συνέβη επειδή κάποιοι συνωμότησαν εις βάρος τους. Συνέβη επειδή είχαν χάσει την έξωθεν καλή μαρτυρία και με τους χειρισμούς τους επιβεβαίωσαν όσους πίστευαν ότι σε όλα τα ζητήματα κινούνταν με επικοινωνιακή υστεροβουλία.

Η άθλια σκηνοθεσία που οργάνωσαν το βράδυ της τραγωδίας με την προσπάθεια απόκρυψης των βεβαιωμένων νεκρών που υπήρχαν ήδη όταν γινόταν η περιβόητη σύσκεψη στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής για να ρωτάει ο πρωθυπουργός «τι ώρα πετάνε τα αεροπλάνα» και οι υπουργοί του να παίζουν με τα τηλέφωνα στα χέρια, τα λάθη τα οποία δεν μπορούσαν να βρουν τις επόμενες ημέρες και κυρίως το σόου το οποίο έστησαν δείχνοντας στο… πόπολο δήθεν δορυφόρους που έψαχναν από το διάστημα υποτιθέμενους εμπρηστές, ήταν εκείνα τα οποία, περισσότερο από την προφανή έλλειψη συντονισμού, καταμαρτυρήθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης και τους πολίτες σε εκείνη την αλαζονική εξουσία.

Ο συνειδητός και κακόβουλος… εμπρησμός της λογικής μας ήταν το βασικό πρόβλημα που αναδείχθηκε στο Μάτι. Μετά και το πάθημα του περασμένου καλοκαιριού, με τις φωτιές που έκαιγαν επί μέρες στην Αττική και στη Εύβοια, η τωρινή κυβέρνηση και η -υπό τον Χρήστο Στυλιανίδη- ηγεσία του νεοσύστατου υπουργείου Πολιτικής Προστασίας και Κλιματικής Κρίσης δείχνουν να το έχουν κατανοήσει. 

Αν συνεχίσουν έτσι, χωρίς φανφάρες και πανηγυρισμούς, με πολλή δουλειά και λίγη… τύχη, τα πράγματα θα είναι καλύτερα για τους ίδιους.

Αλλά κυρίως και πάνω από όλα για όλους εμάς τους πολίτες που έχουμε τον κοινό νου να καταλαβαίνουμε ότι οι φωτιές δεν πρόκειται να πάψουν να εκδηλώνονται, όμως, δεν θέλουμε και δεν πρέπει να ζήσουμε άλλο… Μάτι!

Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2021

Η υπεροψία είναι ο χειρότερος σύμβουλος

 

            Δύο εβδομάδες πριν ανακοινωθεί, με τον τρόπο που ανακοινώθηκε, ο τελευταίος ανασχηματισμός της κυβέρνησης, οι πολιτικοί αρχηγοί, σύμφωνα με το δημοσιογραφικό στερεότυπο, διασταύρωναν τα ξίφη τους στη Βουλή για τις συνέπειες και τις ευθύνες από τις καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου.

Οι τόνοι ανέβηκαν συχνά σε εκείνη τη συνεδρίαση της 25ης Αυγούστου και ακούστηκαν βαριές εκατέρωθεν εκφράσεις κυρίως ανάμεσα στον πρωθυπουργό και στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και δευτερευόντως ανάμεσα στη Φώφη Γεννηματά και στον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Παρακολουθώντας την οξεία αντιπαράθεση, προσωπικά μου κέντρισε το ενδιαφέρον μια αποστροφή της ομιλίας του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος απευθυνόμενος προς το πρωθυπουργικό έδρανο είπε επί λέξει τα εξής: «…Δεν είστε ικανός την ώρα της κρίσης να δείξετε ότι καταλαβαίνετε τι δεν πήγε καλά και αναζητείτε -μαθαίνω- διέξοδο σε ανασχηματισμούς και σε πρόσωπα από τον δημοκρατικό χώρο για να αποτελέσουν τις σωσίβιες λέμβους σας…».

Το βράδυ της ίδια μέρας, αλλά και τις επόμενες ημέρες, έθεσα υπόψιν συνεργατών του πρωθυπουργού την εν λόγω επισήμανση του κ. Τσίπρα, καλώντας τους να μου επιβεβαιώσουν ή να μου διαψεύσουν ότι η κυβέρνηση βολιδοσκοπούσε πρόσωπα από άλλους πολιτικούς χώρους ενόψει του ανασχηματισμού. Με λύπη μου διαπίστωσα ότι σχεδόν κανείς άλλος πλην εμού δεν είχε προσέξει την -εν είδει προειδοποιητικής βολής- καταγγελία του πρώην πρωθυπουργού ότι η κυβέρνηση έψαχνε –κατά την έκφρασή του- «σωσίβιες λέμβους» στον «δημοκρατικό χώρο».

Η λύπη μου έγινε έκπληξη την περασμένη Τρίτη όταν στο άκουσμα των μεταβολών που αποφάσισε ο πρωθυπουργός να κάνει στη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου διαπίστωσα ότι η μόνη εντυπωσιακή αλλαγή του ανασχηματισμού ήταν η είσοδος στην κυβέρνηση του πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Ευάγγελου Αποστολάκη σε θέση επικεφαλής στο υπό σύσταση υπουργείο Πολιτικής Προστασίας. Με λίγα λόγια είχε γίνει ακριβώς εκείνο που είχε… προφητέψει ο κ. Τσίπρας, χωρίς, μάλιστα, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, να λάβει κάποιος από την κυβέρνηση υπόψιν του την… προφητεία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η συνέχεια του επεισοδίου είναι πλέον παγκοίνως γνωστή: ο ΣΥΡΙΖΑ αντέδρασε εντόνως, αποδίδοντας χαρακτηρισμούς περί «αποστασίας» και «εξαγοράς» στον ναύαρχο Αποστολάκη, ο τελευταίος υπαναχωρώντας δεν απεδέχθη το αξίωμα και το κυβερνητικό σχήμα ορκίστηκε εν τέλει «κολοβό» αφού η θέση του υπουργού Πολιτικής Προστασίας έμεινε κενή μέχρι να βρεθεί άλλο πρόσωπο που θα την καλύψει. Κι όλα αυτά διότι ο κ. Τσίπρας ήξερε τι προετοιμάζει ο πρωθυπουργός, καθώς είναι σαφές πλέον ότι τον είχε προϊδεάσει ο βολιδοσκοπηθείς από το Μέγαρο Μαξίμου κ. Αποστολάκης, αλλά η κυβέρνηση νόμιζε ότι ετοίμαζε τον απόλυτο επικοινωνιακό αιφνιδιασμό που θα κατέπλησσε φίλους και αντιπάλους.

Ανεξαρτήτως του κατά πόσο ήταν «ηρωική» ή «ατιμωτική» η πράξη του ναυάρχου Αποστολάκη, αλλά και του γεγονότος ότι ο κ. Τσίπρας «δεν δικαιούται δια να… ομιλεί», κατά την περιώνυμη έκφραση του μακαρίτη Μένιου Κουτσόγιωργα, για «αποστασίες» καθώς όταν ήταν πρωθυπουργός διόρισε στην κυβέρνησή του ακόμη και βουλευτές που είχαν εκλεγεί στην ίδια κοινοβουλευτική περίοδο με την αντίπαλη παράταξη, το βασικό συμπέρασμα που εξάγεται από την περιγραφείσα υπόθεση είναι ότι οι συζητήσεις που γίνονται στη Βουλή είναι… διάλογοι κωφών.

Στις περισσότερες κοινοβουλευτικές αντιπαραθέσεις οι αγορεύσεις μοιάζουν με παράλληλους μονόλογους που εκφωνούνται χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν οι ομιλίες των άλλων. Ούτε η αντιπολίτευση ακούει την κυβέρνηση. Αλλά ούτε και η κυβέρνηση δίνει βάση στα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης. Με λίγες εξαιρέσεις και οι μεν και οι δε καταλαμβάνονται από έναν αυτάρεσκο ναρκισσισμό που συχνά καταλήγει σε αλαζονική υπεροψία. Όπως αυτή που έκανε την κυβέρνηση Μητσοτάκη να μην λάβει διόλου υπόψιν της την προειδοποίηση Τσίπρα που, με την ύστερη γνώση, εύκολα αναγνωρίζει κανείς (σ.σ.: οι λέξεις «σωσίβιες λέμβοι» είναι χαρακτηριστικές) ότι ήταν φωτογραφία του κ. Αποστολάκη.     

Στην επίμαχη συζήτηση της 25ης Αυγούστου, ο πρωθυπουργός αντέδρασε έντονα στην επίθεση που δέχθηκε και με αυτή την αφορμή είπε προς τον κ. Τσίπρα: «Μην περιμένετε μετά να συζητάμε για αναβάθμιση του πολιτικού διαλόγου και μην εκπλήσσεστε μετά που όλα αυτά τα οποία λέτε, ουσιαστικά, δεν τα ακούει κανείς». Δεν έμεινε, όμως, μόνον σε αυτό: «Ειλικρινά σας το λέω, δεν μετριέμαι με εσάς, δεν είστε το μέτρο σύγκρισής μου εσείς. Θα είχα βάλει τον πήχη πάρα πολύ χαμηλά εάν απλά ήθελα να είμαι καλύτερος από εσάς», συμπλήρωσε ο κ. Μητσοτάκης.

Δεν ήταν αυτή η πρώτη φορά που ένας πρωθυπουργός απευθύνθηκε κατ΄ αυτόν τον -μάλλον υποτιμητικό- τρόπο προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ίδιος όταν ήταν στη αντίστοιχη θέση είχε ακούσει πολύ πιο βάναυσες προσβολές από τον πρωθυπουργό Τσίπρα. Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, το ίδιο έργο το έχουμε δει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. Ο εκάστοτε πρωθυπουργός και ο κύκλος του νομίζουν ότι είναι άτρωτοι και δεν πρόκειται να χάσουν από τον αντίπαλό τους, κάτι που τις πιο πολλές φορές διαψεύδεται στην πράξη.  

Η υπεροψία, βλέπετε, είναι ο χειρότερος σύμβουλος των ισχυρών. Πλην, όμως, ελάχιστοι είναι εκείνοι που μπορεί να την ελέγξουν. Και ακόμη λιγότεροι όσοι έχουν τη δύναμη να την καθυποτάξουν, έτσι ώστε να κρατήσουν αυτιά και μάτια ανοιχτά στην πραγματικότητα.

 

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2021

Ψυχραιμία, η υπέρτατη αρετή στις ώρες της κρίσης

 

            Σε αυτές τις τόσο κρίσιμες ώρες κατά την οποίες η χώρα, σχεδόν από τη μια άκρη ως την άλλη, δοκιμάζεται από τις καταστροφικές πυρκαγιές που πλήττουν την Αττική, την Εύβοια, την Αρχαία Ολυμπία, τη Μεσσηνία και άλλες περιοχές, είναι απορίας άξιο πόσο πολλοί συμπολίτες μας έχουν έτοιμες τις συνταγές για την πρόληψη και την καταστολή των φυσικών καταστροφών.

Από την ασφάλεια του καναπέ ή του κλιματισμένου γραφείου τους και έχοντας ως μοναδικό εργαλείο το θράσος και την ημιμάθεια, χρησιμοποιούν το πληκτρολόγιο του υπολογιστή ή του smartphone για να κάνουν υποδείξεις, να δώσουν συμβουλές, να απευθύνουν νουθεσίες, να ασκήσουν δηλητηριώδη κριτική, να δικάσουν και να καταδικάσουν όλους εκείνους που βρίσκονται στα καυτά μέτωπα και δίνουν μάχες με ολοφάνερα ασύμμετρες απειλές.

Διαδικτυακά τρολ, που βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία ή απλώς δυσκολεύονται να ελέγξουν την κομματική τους εμπάθεια, δημοσιολογούντες και «δημοσιογράφοι» της συμφοράς, οι οποίοι έχουν γνώμη χωρίς γνώση επί παντός του επιστητού, μεταμορφώθηκαν αίφνης σε ειδικούς που παίζουν στα δάχτυλα σύνθετα ζητήματα οργάνωσης των υπηρεσιών πυρόσβεσης που κανείς άλλος στον πλανήτη δεν μπορεί να διανοηθεί. Μετρούν από τις κάμερες των κινητών τους την ένταση των ανέμων και βγάζουν συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητα όσων επιχειρούν στα πύρινα πεδία.     

Κραυγάζουν και ολοφύρονται σχεδόν από τη στιγμή που ξέσπασαν οι πρώτες σπίθες φωτιάς. Ήταν σα να ήθελαν να πάρουν κάποια «ρεβάνς». Από ποιον άραγε; Εξαπολύθηκαν επιθέσεις ακόμη κατά των ρεπόρτερ των καναλιών που σε πολύ αντίξοες συνθήκες έδιναν τη μάχη της ενημέρωσης. «Επιστρατεύθηκαν» περιθωριακές καρικατούρες και πολιτικά απολειφάδια που επεχείρησαν να δώσουν πολιτικά χαρακτηριστικά στον πύρινο όλεθρο ο οποίος στο πέρασμα του σάρωνε τα πάντα ως συνέπεια και του παρατεταμένου καύσωνα.       

Όσο δικαιολογημένος είναι ο θυμός και η οργή όλων όσοι βλέπουν τις περιουσίες τους, σε πολλές περιπτώσεις τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής, να γίνονται παρανάλωμα του πυρός, άλλο τόσο αδικαιολόγητη είναι η φθηνή λαϊκίστικη προσπάθεια που καταβάλουν ορισμένοι για να δρέψουν οφέλη από τον όλεθρο ο οποίος αφανίζει τον συλλογικό πλούτο που είναι τα καιόμενα δάση μας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αντίστοιχες εικόνες έχουμε ζήσει και κατά το παρελθόν. Με περισσότερα ή με λιγότερα μποφόρ. Στην Πάρνηθα, στην Ηλεία, στο Μάτι, παλαιότερα στην Ικαρία. Από την άλλη, όμως, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι χρόνο με τον χρόνο τα πράγματα γίνονται όλο και δυσμενέστερα. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής δημιουργούν όλο και χειρότερες συνθήκες για τις ζωές όλων μας. Και μπορεί η συγκεκριμένη παραδοχή να μην συνιστά άλλοθι για να πετάξουμε ως κοινωνία λευκή πετσέτα, πλην, όμως, δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια σε αυτά τα δεδομένα.

Στην παρούσα φάση, ωστόσο, εκείνο που προέχει είναι η ψυχραιμία, η οποία αποτελεί την υπέρτατη αρετή στις ώρες της κρίσης. Ο κρατικός μηχανισμός ο οποίος εμπλέκεται στην υπόθεση της προστασίας των ζωών και των περιουσιών όλων μας είναι συγκεκριμένος. Καλώς ή κακώς –και προφανώς καλώς- οι ίδιοι άνθρωποι σβήνουν τις φωτιές όποιο κόμμα και αν είναι στην εξουσία. Αλλάζουν βεβαίως οι πολιτικοί προϊστάμενοι τους, οι οποίοι δεν είναι άμοιροι και θα κριθούν για τις αποφάσεις που λαμβάνουν. Μόνον, όμως, που αυτό είναι ζήτημα της επόμενης ημέρας.

Η ώρα του απολογισμού, της κριτικής, του καταλογισμού των ευθυνών ή της απόδοσης των ευσήμων θα έρθει όταν σβήσει και η τελευταία σπίθα φωτιάς. Τότε θα φανεί αν έγιναν όσα μπορούσαν να γίνουν. Τότε θα ξέρουμε αν υπήρξε σχέδιο και πολύ περισσότερο αν αυτό λειτούργησε αποδοτικά. Ή αν οι φωτιές έσβησαν όταν έφθασαν στη θάλασσα επειδή δεν είχαν τίποτε άλλο για να κάψουν.

Τι έγινε, για παράδειγμα, στην Αρχαία Ολυμπία και στο πρώην βασιλικό κτήμα του Τατοϊου, δύο κρίσιμα σημεία που ακούγαμε και διαβάζαμε το προηγούμενο διάστημα  ότι υπήρχαν ειδικά αντιπυρικά σχέδια; Πόσο αποτελεσματικές αποδείχθηκαν οι αποφάσεις για εκκενώσεις κατοικημένων περιοχών; Τι έφταιξε και είχαμε τόσες πολλές πυρκαγιές;

Οι εύκολες εικασίες για δήθεν «ξένους πράκτορες» και υποτιθέμενους «εμπρηστές οικοπεδοφάγους» δεν πείθουν πλέον κανένα. Και είναι ευτύχημα που δεν τις επικαλέστηκε επισήμως η κυβέρνηση. Η οποία κυβέρνηση θα κληθεί λίαν συντόμως να δώσει πειστικές εξηγήσεις για το κατά πόσο τα δύο χρόνια που βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας πήρε μαθήματα από τα προηγούμενα παθήματα.

Η ιστορία, άλλωστε, έχει αποδείξει πως, ό,τι και αν πιστεύουν όσοι θεωρούν ανόητο ή ανώριμο τον ελληνικό λαό, στις ανοικτές δημοκρατικές κοινωνίες, στις οποίες, όσο κι αν το αρνούνται τα κάθε είδους φασιστοειδή, ανήκει η ελληνική, ο τελικός κριτής όλων είναι ο πολίτης. Ο οποίος με ψυχραιμία και στον κατάλληλο χρόνο αποδίδει «τα του Καίσαρα στον Καίσαρα και τα του Θεού στον Θεό». Το ίδιο θα γίνει και τώρα!