Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πυρσόγιαννη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πυρσόγιαννη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Οι «Πυρσογιαννίτες» της Κουμουνδούρου

            «Ποιος έκτισε τον κόσμο τέκνο μου;», ήταν το ερώτημα που θρυλείται ότι απηύθυνε Μητροπολίτης Ιωαννίνων σε ορεσίβιο νεαρό που είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον να χειροτονηθεί ιερέας. «Οι Πυρσογιαννίτες, δέσποτα!», απάντησε με απόλυτη βεβαιότητα ο νέος, που είχε υπόψη του ότι οι ξακουστοί μαστόροι της Πυρσόγιαννης, που ήταν το χωριό του, είχαν κτίσει όλα τα σπίτια της ευρύτερης περιοχής και είχαν επεκτείνει την πετυχημένη επαγγελματική δραστηριότητα τους και πέραν αυτής.
            Το ιστορικό αυτό ανάλεκτο μού ήρθε κατά νου διαβάζοντας το πολυσέλιδο κείμενο της πρότασης για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής που κατέθεσε στη Βουλή η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΑ, ζητώντας την άσκηση ποινικής δίωξης κατά των κυρίων Γιώργου Παπακωνσταντίνου και Ευάγγελου Βενιζέλου, αλλά και την απόδοση πολιτικών ευθυνών σε σύμπασα την πολιτική τάξη των τελευταίων ετών για τους χειρισμούς στην περιβόητη υπόθεση με τη λίστα Λαγκάρντ.
            Ο Πυρσογιαννίτης υποψήφιος παπάς του θρύλου εξέφρασε και μια μικρή αμφιβολία όταν ο δεσπότης, θέλοντας να ακούσει και κάτι περί της συνεισφοράς του Θεού στο κτίσιμο του κόσμου, επανήλθε: «Καλά, δεν βοήθησε κανένας άλλος, τέκνο μου;», τον ρώτησε. «Ε, βοήθησαν και λίγο οι Βουρμπιανίτες», απάντησε ο νεαρός, αναγνωρίζοντας μια, έστω, μικρή συνεισφορά στην κτίση του κόσμου στους κατοίκους της Βούρμπιανης, του διπλανού με την Πυρσόγιαννη χωριού.
            Σε αντίθεση με τον επίδοξο ιερέα, στο εντυπωσιακό από πολλές απόψεις, αλλά κυρίως για την αυταρέσκεια των συντακτών του, κείμενο με τις υπογραφές των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να εκφράζεται καμία αμφιβολία. Ο κόσμος όλος περιστρέφεται γύρω από την Κουμουνδούρου. Και στην υπόθεση με τη λίστα Λγκάρντ, μάλλον δεν θα… υπήρχε κόσμος, αν δεν υπήρχαν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με το πνεύμα που αποπνέεται από την πρόταση κατηγορίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
            Στο προοίμιο, άλλωστε, του κειμένου, κάτω από τον βαρύγδουπο υπότιτλο «οι σκελετοί βγαίνουν από τις ντουλάπες της εξουσίας», διαβάζει κανείς το ακόλουθο εκπληκτικό για την μονομέρεια, ου μην αλλά και την εμπάθεια (η οποία, πάντως, διατρέχει όλο το κείμενο) απόσπασμα:  «Η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ και οι συναφείς εξελίξεις που πυροδοτήθηκαν από την επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ να διερευνηθεί σε βάθος η υπόθεση παρά τα πρωτοφανή εμπόδια που συνάντησε από σύσσωμο το σύστημα εξουσίας, πολιτικά στελέχη, βουλευτές, υπουργούς, και, φυσικά, «εντεταλμένους» δημοσιογράφους που λειτούργησαν ως υποτακτικοί οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων, ανοίγει μια χαραμάδα που επιτρέπει στον ελληνικό λαό να διακρίνει όψεις της δυσώδους πραγματικότητας που κρύβεται πίσω από την κουρτίνα της προσχηματικής “πολιτικής ορθότητας” και της υποκριτικής ηθικολογίας των κυβερνητικών αξιωματούχων».
Τι καταλαβαίνει κανείς από τα πιο πάνω;  Ότι στην υπόθεση της διερεύνησης της λίστας Λαγκάρντ βρίσκονται αντιμέτωποι δύο… κόσμοι: από τη μια ο… ηρωικός ΣΥΡΙΖΑ που μάχεται κατά πάντων και από την άλλη… όλοι οι άλλοι, που είτε «εκπροσωπούν το σύστημα εξουσίας» ή είναι «εντεταλμένοι» και «υποτακτικοί» συμφερόντων. Τόσο απλά. (Ή μήπως τόσο απλοϊκά;). 
Για τους νομικούς φωστήρες της Κουμουνδούρου, η επίμονη δημοσιογραφική έρευνα που ανέδειξε την «εξαφάνιση» της λίστας δεν υπάρχει. Οι δύο δικογραφίες που σχημάτισαν και έστειλαν στη Βουλή οι οικονομικοί εισαγγελείς δεν υφίστανται. Όπως δεν υφίστανται οι ερωτήσεις των βουλευτών των άλλων κομμάτων, ούτε η πρωτοβουλία τους να συγκληθεί η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, ή, πολύ περισσότερο, η κίνηση του υπουργείου Οικονομικών να γίνει νέο αίτημα προς τις γαλλικές αρχές για να έρθει το πρωτότυπο της λίστας και να γίνει αντιπαραβολή του με το αντίγραφο, από την οποία αποκαλύφθηκε η αλλοίωση της λίστας.
Πέραν, όμως, από την εγωπαθή μονομέρεια των συντακτών της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ, που διεκδικούν για τους εαυτούς τους όλη τη… δόξα των αποκαλύψεων σε αυτή την πολύκροτη υπόθεση, εκείνο που περισσότερο από κάθε τι άλλο χαρακτηρίζει το κείμενο τους είναι η πολιτική εμπάθεια που αναδύεται μέσα από επανειλημμένους βερμπαλισμούς του τύπου: «η ηθική ποιότητα και το ποιοτικό ανάστημα των “ηρώων” της ελληνικής μεταπολιτευτικής δημοκρατίας», ο «τρικομματικός κυβερνητικός “όρκος σιωπής”» και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια που… προετοιμάζουν τον αναγνώστη για το επερχόμενο τέλος του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού που θα προέλθει από την εισαγγελική ρομφαία της Κουμουνδούρου.
Καταφανή πολιτική εμπάθεια, εξάλλου, μαρτυρούν οι ακροβασίες που γίνονται με την –προφανώς- σκόπιμη σύγχυση που επιχειρείται ανάμεσα στον καταλογισμό πολιτικών ευθυνών για ολέθριους χειρισμούς, που αναμφισβήτητα έγιναν στη συγκεκριμένη υπόθεση, και στην αναζήτηση ποινικής ευθύνης, προκειμένου να δικαιολογηθεί η επιχειρούμενη στοχοποίηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, προς τον οποίο η… κατηγορούσα αρχή του ΣΥΡΙΖΑ δεν φείδεται χαρακτηρισμών, παρότι τον χρήζει –χωρίς στοιχεία- κατηγορούμενο, αποδίδοντας του τα βαρύτατα αδικήματα της υπεξαίρεσης εγγράφου, της απιστίας και της παράβασης καθήκοντος.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς εξειδικευμένος νομικός για να αντιληφθεί ότι είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα η απόδοση πολιτικών ευθυνών για πιθανούς λανθασμένους χειρισμούς κάποιου που άσκησε εξουσία, από την ενεργοποίηση, κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος, εναντίον του ποινικής δίωξης, για την οποία απαιτούνται τουλάχιστον αποχρώσες ενδείξεις ότι ο κατηγορούμενος ενήργησε με δόλο. Αν, άλλωστε, προκύψουν τέτοιες ενδείξεις κατά τη διερεύνηση που θα ξεκινήσει για τον κ. Παπακωνσταντίνου, η Βουλή έχει τη δυνατότητα να επανέλθει και να κατηγορήσει και τον κ. Βενιζέλο.
Οι γενικόλογοι, όμως, ισχυρισμοί περί υποψιών «διαπλοκής» μέσω της λίστας και πιθανής χρήσης της κατά την προεκλογική περίοδο, μένει να αποδειχθούν. Το βάρος της απόδειξης το φέρουν ακέραιο οι κατήγοροι, οι οποίοι, στην αντίθετη περίπτωση, θα βαρύνονται αιωνίως με την κατηγορία της καθυπόταξης της ηθικής και του δικαίου στην πολιτική σκοπιμότητα της διεκδίκησης με κάθε μέσο της εξουσίας. Και, όπως μάλλον θα συμφωνούσε ακόμη και ο Πυρσογιαννίτης επίδοξος ιερωμένος, ο σκοπός δεν αγιάζει (πάντα) τα μέσα.      
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος (πολιτικός συντάκτης στο «Πρώτο Θέμα»), περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.