Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σόιμπλε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σόιμπλε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

Όποιος στοιχηματίζει σε lockdown, το πιθανότερο είναι να… πάει κουβά!

 Ένα από τα πολλά παράδοξα που ζούμε στη χώρα μας κατά τους πάνω από 20 μήνες που διαρκεί η πανδημία του κορωνοϊού είναι η σπουδή να αναζητούμε τα επόμενα περιοριστικά μέτρα πριν καν αρχίσει η εφαρμογή των προηγουμένων.

Στην αρχή έμοιαζε με επαγγελματική διαστροφή των δημοσιογράφων, οι οποίοι αναζητούσαν ανυπόμονα το «plan b», ακόμη και όταν δεν είχε ξεκινήσει να εφαρμόζεται το «plan a». Η πορεία, ωστόσο, έδειξε ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο σκέπτονται πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, συμπατριώτες μας. Μια ανεξήγητη αδημονία για την επόμενη κίνηση ακολουθεί σχεδόν κάθε νέα αναγγελία περιορισμού.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι το πιο συχνό ερώτημα που τίθεται αυτή την περίοδο είναι: «Πότε λες θα μας κλείσουν;». Προσέξτε τη διατύπωση: όχι «πότε λες να κλείσουμε;», αλλά «πότε θα μας κλείσουν;». Διότι, ως γνωστόν, για κάθε τι άσχημο το οποίο συμβαίνει γύρω μας είναι πάντα κάποιοι… άλλοι που ευθύνονται. Αυτοί που, εν προκειμένω, θα αποφασίσουν το «κλείσιμο». Και όχι όσοι εξ ημών το προκαλούμε με τις συμπεριφορές μας.

Δεν είναι εύκολο να αποτιμήσει κανείς την επίπτωση που έχει στη βούληση των ανθρώπων, πλην, όμως, αδιαμφισβήτητη αλήθεια αποτελεί ότι τα lockdown που εφαρμόστηκαν τον τελευταίο ενάμισι χρόνο είχαν μάλλον… ευεργετικές οικονομικές συνέπειες για τις τσέπες μιας πολύ μεγάλης μερίδας των συνελλήνων. Το μαρτυρούν η τεράστια αύξηση στις καταθέσεις τόσο των νοικοκυριών όσο των επιχειρήσεων που καταγράφηκε το προηγούμενο διάστημα και προήλθαν από τις κάθε είδους αποζημιώσεις που πληρώθηκαν από τον κρατικό κορβανά.

Το συνολικό ποσό που συνέβαλε αποφασιστικά στη στήριξη του εισοδήματος ενός μεγάλου τμήματος του ιδιωτικού τομέα ξεπέρασε τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό το οποίο αντιστοιχεί σχεδόν στο ένα τέταρτο του ετήσιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) και αύξησε κατά περισσότερο από 10% το ήδη πολύ υψηλό ελληνικό δημόσιο χρέος.

Υπό άλλες συνθήκες, τα στοιχεία αυτά θα μας είχαν θέσει προ πολλού εκτός αγορών και όχι μόνον δεν θα συνεχίζαμε να δανειζόμαστε με τα ιστορικά χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού αλλά δεν θα μας… δάνειζε ούτε το ΔΝΤ όσο σκληρά μνημόνια και αν είμαστε διατεθειμένοι να συνομολογήσουμε.

Η πανδημία, όμως, έχει αλλάξει άρδην τα διεθνή δεδομένα, οπότε όπως όλες σχεδόν οι χώρες του πλανήτη, έτσι και το ελληνικό δημόσιο μπόρεσε και έκανε δαπάνες που σε άλλες εποχές θα ήταν αδιανόητες και θα οδηγούσαν σε κατάρρευση, χειρότερη ίσως και από αυτή με την οποία φαίνεται να είναι αντιμέτωποι αυτό το διάστημα οι εξ Ανατολών γείτονες μας.

Τα περιθώρια για έντονα ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, όπως και για υψηλό δανεισμό του δημοσίου, δεν είναι απεριόριστα. Έχουν όρια, τα οποία, καλώς ή κακώς, είναι πεπερασμένα. Και όποιος επιμείνει να τα υπερβεί, αργά ή γρήγορα, θα κληθεί να πληρώσει βαρύ τίμημα. Ήδη με τον σχηματισμό της νέας γερμανικής κυβέρνησης ο χρόνος έχει αρχίσει να μετρά αντίστροφα για την επαναφορά του στενού κορσέ που λέγεται ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας.

Η ανάληψη του χαρτοφυλακίου του υπουργείου Οικονομικών από τον Φιλελεύθερο Κρίστιαν Λίντνερ είναι το πρώτο σήμα για το επερχόμενο συμμάζεμα. Ακόμη και αν ο νέος επικεφαλής του γερμανικού θησαυροφυλακίου δεν δικαιώσει τη φήμη του που τον θέλει να γίνεται ο «νέος Σόιμπλε», όλοι γνωρίζουν ότι από το μέσον του 2022 και αφού μεσολαβήσουν και οι γαλλικές προεδρικές εκλογές, τα πράγματα θα αλλάξουν.

Μπορεί να μην πάμε πίσω στο 2010, όπως δήλωσε πρόσφατα ο ίδιος ο Λίντνερ, πλην όμως κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι θα μπορέσουν, από άποψης δημοσίων δαπανών, να επαναληφθούν ξανά στο ορατό μέλλον τα όσα έγιναν τα δύο τελευταία χρόνια. Κακά τα ψέματα, η «νεκρανάσταση» του ιδεών του Κέινς για τη δυνατότητα αύξησης των δημοσίων δαπανών σε έκτακτες συνθήκες κρίσης, όπως αυτές που δημιούργησε η πανδημία, έχουν ημερομηνία λήξης.

Ο στόχος, άλλωστε, της τόνωσης της ζήτησης, που είχαν οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες, φαίνεται ότι επετεύχθη, αν κρίνουμε και από τις ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις που πυροδότησε η ανεπαρκής προσφορά ορισμένων κρίσιμων αγαθών εξαιτίας της μειωμένης παραγωγής στην οποία οδήγησαν τα εκτεταμένα lockdown που ίσχυσαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.

Με λίγα λόγια και για να επανέλθουμε στα δικά μας, εκείνο που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε άπαντες είναι ότι έχουν εξαντληθεί προ πολλού τα περιθώρια για να επιβληθεί ένα νέο lockdown. Μπορεί ορισμένοι να το ελπίζουν ή να το εύχονται, επειδή μια χαρά βολεύτηκαν όταν δεν λειτουργούσαν τις επιχειρήσεις τους και είχαν έσοδα ή δεν πήγαιναν στις δουλειές τους και είχαν εισόδημα, όμως το ελληνικό δημόσιο δεν έχει τη δυνατότητα να «χρηματοδοτήσει» τυχόν νέους περιορισμούς στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.

Γι΄ αυτό και είναι ώρα να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας: η κυβέρνηση να δείξει ευθύνη και αποφασιστικότητα στην απαρέγκλιτη εφαρμογή των μέτρων για την αναχαίτιση της πανδημίας που εισηγούνται οι ειδικοί επιστήμονες, η αντιπολίτευση να πάψει να επενδύει πολιτικά στην καταστροφή που μπορεί να φέρει μια νέα έξαρση στην κυκλοφορία του ιού και όλοι εμείς οι πολίτες να τηρούμε τα μέτρα και, πρωτίστως, να εμβολιαζόμαστε.

Αυτά, διότι, κατά τα λοιπά, όποιος στοιχηματίζει στην επιβολή νέου lockdown, το πιθανότερο είναι «να… πάει κουβά», όπως λένε στην αργκό τους οι «ειδικοί» των στοιχημάτων.

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Ο χερ Σόιμπλε ήταν… «μια κάποια λύσις»



            Σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης δεν πρέπει να υπήρξε τέτοιου είδους… ενδιαφέρον όπως αυτό που φαίνεται ότι εκδηλώθηκε στην Ελλάδα για το τι θα συμβεί με τις εκλογές στη Γερμανία, ποια κυβέρνηση θα σχηματιστεί και ποιοι θα είναι στα βασικά υπουργεία. Προφανώς και για τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς έχει μεγάλη σημασία ποιον δρόμο θα ακολουθήσει η ισχυρότερη οικονομικά -και άρα πολιτικά- χώρα της ηπείρου μας, η χώρα που οι αποφάσεις τις οποίες παίρνει η ηγεσία της διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για τα ευρωπαϊκά, ου μην αλλά και τα παγκόσμια, τεκταινόμενα.
Από το Ταλίν ως τη Βαλέτα και από Πεκίνο ως την Ιερουσαλήμ, όλες οι σοβαρές πολιτικές ηγεσίες αναγνωρίζουν ότι οι εξελίξεις που σημειώνονται στο Βερολίνο έχουν επιπτώσεις και στη δική τους μοίρα. Γι΄ αυτό και είναι σφόδρα πιθανό ότι η καθεμιά εξ αυτών έκανε τις δικές της αναλύσεις για τα επερχόμενα μετά τις κάλπες της περασμένης Κυριακής και ενδεχομένως είχαν και τις προτιμήσεις τους για το ποια από τις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν θα αναλάμβανε τα ηνία.
Με εξαίρεση, ωστόσο, την Αθήνα, σε καμία άλλη πρωτεύουσα οι κυβερνώντες δεν διεκήρυξαν δημοσίως τις προτιμήσεις τους, όπως έκανε ο αρχηγός της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ Αλέξης Τσίπρας που πήρε θέση υπέρ του Μάρτιν Σουλτς. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδος είναι ο μοναδικός υψηλόβαθμος πολιτικός στον πλανήτη που εκτίμησε –λανθασμένα, ως συνήθως…- ότι ο ηγέτης των γερμανών σοσιαλδημοκρατών και τέως πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου θα κέρδιζε τις εκλογές ή έστω θα ενίσχυε τη θέση του. Και, ως εκ τούτου, θα εκπαραθυρωνόταν από το υπουργείο Οικονομικών ο -κατά τις αναλύσεις των ΣΥΡΙΖΑίων- «κακός δαίμονας της Ελλάδας» που ακούσει στο όνομα Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Καταναλώθηκε όλους τους προηγούμενους μήνες πάρα πολύ λιβάνι για να επαινεθούν από τα κυβερνητικά λιβανιστήρια οι αυταπάτες του Αλέξη Τσίπρα περί της επερχόμενης αλλαγής των συσχετισμών στο Βερολίνο, σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Αυταπάτες που συνοδεύονταν από τις φαντασιώσεις ότι με το τέλος των εκλογών θα άνοιγε ο δρόμος για το πολυθρύλητο «κούρεμα του χρέους». Κάτι το οποίο μπορεί όλοι να το απορρίπτουν ως προοπτική, αλλά για τους συγγραφείς των προπαγανδιστικών non paper παραμένει ύψιστος εθνικός στόχος. Κάτι σαν τη… «Μεγάλη Ιδέα» των πιο μικρόνοων που κλήθηκαν να διαχειριστούν τις τύχες της άμοιρης τούτης χώρας εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Αλλά για να έχουμε ένα μέτρο της μεγαλοφυΐας όσων μας κυβερνούν, δεν πρέπει να παραλείψουμε την επισήμανση ότι, σύμφωνα με διαρροές «αρμοδίων», τρόπος του λέγειν, παραγόντων, η μεγάλη αύξηση των μεταναστευτικών ροών που παρατηρήθηκε τις προηγούμενες ημέρες αποδιδόταν στις γερμανικές  εκλογές. Ισχυρίζονταν οι νε λόγω παράγοντες πως τάχα «η Μέρκελ δεν θέλει να πάρει τώρα άλλους πρόσφυγες για προεκλογικούς λόγους επειδή κινδυνεύει να χάσει ψήφους από το ακροδεξιό AfD». Και επιχειρηματολογούσαν σοβαρά –με όποια σοβαρότητα τους διακρίνει- ότι «μόλις γίνουν οι εκλογές αυτό θα αλλάξει και όσοι φθάνουν στην Ελλάδα θα παίρνουν χαρτιά ασύλου για το Βερολίνο…».
Απεδείχθη, βεβαίως, ότι συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο, αφού οι γερμανικές κάλπες, αντί για τα «ανοιχτά σύνορα», όπως φαντασιώνονταν οι ΣΥΡΙΖΑίοι, έφεραν μάλλον το ασφυκτικότερο σφράγισμά τους. Διότι δεν είναι μόνον η ενίσχυση της ακροδεξιάς που σχεδόν μοιραία οδηγεί προς αυτή την κατεύθυνση, είναι και οι προτάσεις του γάλλου Προέδρου Μακρόν που κινούνται στην ίδια ρότα. Γι  αυτό και οι αυξημένες ροές του τελευταίου διαστήματος δείχνουν ότι οι απελπισμένοι του πλανήτη που κυνηγούν το ευρωπαϊκό όνειρο είναι πολύ πιο ευφυείς από τους ασκούντες μεταναστευτική πολιτική στην Αθήνα. Πώς; Κατάλαβαν ότι η ώρα που τα σύνορα θα κλείσουν πλησιάζει και έσπευσαν μήπως προλάβουν. 
Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα με την μεγάλη πολιτική επένδυση που είχαν κάνει οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στη μετακίνηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Όποιος και αν είναι ο αντικαταστάτης του ανθρώπου ο οποίος χάραζε την οικονομική πολιτική της ευρωζώνης την τελευταία οκταετία, τίποτε δεν προοιωνίζεται ότι η απουσία του από τις συνεδριάσεις του Eurogroup θα αλλάξει την οικονομική μας μοίρα, όπως ήθελαν να πιστεύουν πάμπολλοι συνέλληνες οι οποίοι θεωρούσαν ότι για όλα τα δεινά που μας συμβαίνουν εκείνος ήταν ο μοναδικός υπαίτιος…
Χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα εκπληρωθεί η προφητεία του ίδιου του Σόιμπλε ότι εμείς οι Έλληνες κάποια στιγμή στο μέλλον θα του στήσουμε ανδριάντα, εκείνο που ουδείς νουνεχής μπορεί να αμφισβητήσει είναι ότι η πάλαι ποτέ πολυπόθητη για τον κ. Τσίπρα αλλαγή φρουράς στο γερμανικό υπουργείο μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα επ΄ ωφελεία του ελληνικού λαού. Με μια ίσως εξαίρεση: το γεγονός ότι η αντικατάστασή του αποτελέσει την αφορμή για να καταρριφθούν πολλοί μύθοι που καλλιεργήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια και να πέσουν πολλές μάσκες άλλων ευρωπαίων παραγόντων που μας… πουλούσαν αλληλεγγύη γνωρίζοντας ότι και για τα συμφέροντα των δικών τους χωρών θα καθάριζε ο «σκληρός χερ Σόιμπλε». 
Το πιθανότερο, άλλωστε, είναι ότι στην περίπτωση της μετακίνησης του γερμανού πολιτικού από το υπουργείο Οικονομικών στην προεδρία της Βουλή ή όπου αλλού τελικώς πάει, ισχύει απολύτως η αποστροφή του Καβάφη στο εμβληματικό ποίημα «Περιμένοντας τους βαρβάρους», που κλείνει με τον στίχο: «Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις».
Όντως, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια «μια κάποια λύσις» για τους εγχώριους και μη… (αυτ)απατεώνες. Τώρα θα πρέπει να αναζητήσουν άλλον φαντασιακό «βάρβαρο» για να δικαιολογήσουν τα ψέματα, τις ψευδαισθήσεις, τις φαντασιώσεις και τις αυταπάτες που καλλιέργησαν και, δυστυχώς, συνεχίζουν να καλλιεργούν.

Πέμπτη 24 Αυγούστου 2017

«Μόνον Ντόιτς»!



Με… χαρές και πανηγύρια υποδέχθηκε η κυβέρνηση τα στοιχεία που δείχνουν αξιοσημείωτη άνοδο του τουριστικού ρεύματος κατά το πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς. Δικαιολογημένα, θα μπορούσε να πει κανείς. Κι αυτό καθώς, σε αντίθεση με τον προηγούμενο χρόνο –που και πάλι πανηγύριζαν οι κυβερνητικοί…-  φέτος, εκτός από τον αριθμό όσων επισκέφθηκαν τη χώρα μας, είναι αυξημένα και τα έσοδα από τις τουριστικές αφίξεις.
Ακόμη, ωστόσο, και αν παρακάμψει κανείς το γεγονός ότι ανάλογη εικόνα παρουσιάζει ολόκληρος ο ευρωπαϊκός Νότος , αφού άνοδος του τουρισμού παρατηρήθηκε και σε χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί το κατά πόσο η αυξητική τάση έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Όπως και αν τα αυξημένα έσοδα του τουριστικού κλάδου αρκούν για να δοθεί η αναγκαία ώθηση ώστε να αποκτήσει η ελληνική οικονομία την απαραίτητη αναπτυξιακή δυναμική που θα της επιτρέψει να αφήσει πίσω την πολύχρονη κρίση που την κρατά καθηλωμένη.
Επισκεπτόμενος τις προηγούμενες ημέρες την Θεσπρωτία, ένα νομό που στηρίζεται μεν στον τουρισμό της παράλιας ζώνης, αλλά οικονομικά αιμοδοτείται και από τον πρωτογενή τομέα της ενδοχώρας, όπου δρουν μικρές, στη μεγάλη πλειονότητά τους, κτηνοτροφικές μονάδες, βρέθηκα μπροστά στο παράδοξο φαινόμενο να μην υπάρχει σε σούπερ μάρκετ της περιοχής ελληνικό κρέας ούτε για… δείγμα.
«Μόνον ντόιτς!», ήταν η απάντηση που με μάλλον ειρωνικό ύφος έδινε στους καταναλωτές ο αρμόδιος υπάλληλος σε ένα από τα καταστήματα αυτής της κατηγορίας, το οποίο –ας μη βιαστεί κάποιος να βγάλει αντίθετα συμπεράσματα…- ανήκει σε εγχώρια αλυσίδα που διαφημίζει τον ελληνικό χαρακτήρα της. Ενώ, όπως διαπίστωσα στη συνέχεια, το ίδιο λίγο ως πολύ συνέβαινε και σε άλλα σούπερ μάρκετ της περιοχής τα οποία διέθεταν κρέατα γερμανικής ή άλλης προέλευσης, αλλά όχι ελληνικά.
Με άλλα λόγια, οι τουρίστες οι οποίοι καταφθάνουν στη χώρα μας καταναλώνουν –εκόντες, άκοντες- εισαγόμενα προϊόντα. Με αποτέλεσμα ένα μέρος από τις δαπάνες που κάνουν κατά την παραμονή τους στην Ελλάδα να επανεξάγεται άμεσα, αφού η εγχώρια παραγωγή στον αγροτοδιατροφικό τομέα δεν είναι ικανή να καλύψει τις –εγχώριες και μη- ανάγκες.
Για όποιον σκεφθεί ότι το περιγραφόμενο φαινόμενο της κατανάλωσης εισαγόμενου κρέατος σε μια, κατά το μάλλον ή ήττον, κτηνοτροφική περιοχή μπορεί να αποτελεί περιπτωσιολογία ή εξαίρεση, τα στοιχεία για το εμπορικό ισοζύγιο που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ είναι συντριπτικά. Και καταδεικνύουν ότι απέχουν πάρα πολύ από την πραγματικότητα οι εικασίες ότι βρισκόμαστε προ του τερματισμού της κρίσης.
Οι αριθμοί είναι αδυσώπητοι. Και δείχνουν ότι, παρά τη μεγάλη «εσωτερική υποτίμηση» την οποία υπέστησαν τα εισοδήματα και η περιουσία των Ελλήνων την τελευταία επταετία, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, αντί, όπως θα περίμενε κανείς, να περιορίζεται, τουλάχιστον τα δύο τελευταία χρόνια διευρύνεται.
Πιο συγκεκριμένα, με βάση τα επίσημα συγκριτικά στοιχεία για το πρώτο εξάμηνο του έτους, η αξία των εισαγωγών (χωρίς τα πετρελαιοειδή) από 16,2 δισ. ευρώ που ήταν το 2015, ανέβηκαν στα 17,5 δισ. ευρώ, την ίδια ώρα που οι εξαγωγές από 9,1 δισ. ευρώ μόλις που ανέβηκαν στα 9,7 δισ. Αποτέλεσμα; Το έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζυγίου από 7,1 δισ. ευρώ που ήταν το 2015, ανέβηκε στα 7,4 το 2016 και στα 7,7 δισ. ευρώ το 2017.
Συνολικά, μάλιστα, μαζί με τους λογαριασμούς των πετρελαιοειδών, το έλλειμμα για το φετινό πρώτο εξάμηνο διαμορφώθηκε στα 11,5 δισ. ευρώ, ποσό που αν αναχθεί σε ετήσια βάση οδηγεί στο αποκαρδιωτικό συμπέρασμα ότι για να επιζήσει η Ελλάδα χρειάζεται ετήσια ενίσχυση από το εξωτερικό που ξεπερνά τα 20 δισ. ευρώ.
Το γεγονός ότι το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου ήταν υπερδιπλάσιο κατά το παρελθόν –είχε εκτιναχθεί στα 42,5 δισ. ευρώ το 2007 και έφθασε στο ποσό ρεκόρ των 44,3 δισ. ευρώ το 2008- μπορεί για κάποιους να αποτελεί παρηγοριά, σε καμία, όμως, περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογία για να συνεχίσουμε να ταΐζουμε τους τουρίστες που μας επισκέπτονται με κρέατα γερμανικής ή άλλης προέλευσης.
Διότι, όπως και να το κάνουμε, μπορεί σε τόσους άλλους τομείς (εργαλεία, μηχανές, αυτοκίνητα, κλπ)  η Γερμανία να διαθέτει το συγκριτικό πλεόνασμα, δεν είναι όμως ανεκτό να συμβαίνει το ίδιο και με την αγροτική παραγωγή.
Γι΄ αυτό και, πολύ περισσότερο, δεν εν μπορεί το συνεχιζόμενο υψηλό εμπορικό μας έλλειμμα να αποτελεί -μια ακόμη…- αφορμή για να… βγάλουμε τα απωθημένα κατά των Γερμανών και του Σόιμπλε ή για να ισχυριστούμε ότι μας κατέστρεψε η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως, δυστυχώς, εμφανίζεται να πιστεύει η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων αγροτών οι οποίοι επιβιώνουν χάρις στις κοινοτικές επιδοτήσεις.
Η ίδια, άλλωστε, ΚΑΠ που ισχύει για τους δικούς μας παραγωγούς αγροτικών προϊόντων, ισχύει και για τους συναδέλφους τους στη Γερμανία και στη Δανία, από όπου επίσης προμηθευόμαστε το μεγαλύτερο μέρος από το χοιρινό κρέας για το… ελληνικό σουβλάκι και τον… ελληνικό γύρο που καταναλώνουμε στα εγχώρια σουβλατζίδικα.
Άρα, κάτι διαφορετικό κάνουν εκεί που δεν το κάνουμε εμείς εδώ. Και, αναμφίβολα, όσο δεν το κάνουμε, όταν πηγαίνουμε στα ελληνικά σούπερ μάρκετ και ζητάμε ντόπιο κρέας, οι υπάλληλοι θα μας λένε: «Μόνον ντόιτς»!

Πέμπτη 25 Μαΐου 2017

Οι ατελείωτες αυταπάτες και οι ανελέητες ψυχρολουσίες



            Δεν χρειαζόταν, ίσως, η νέα ανελέητη ψυχρολουσία που επεφύλαξαν στην ελληνική κυβέρνηση ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και οι συν αυτώ στο τελευταίο Eurogroup για να αντιληφθούμε πόσο πολύ υποτιμά τη νοημοσύνη όλων των ελλήνων πολιτών -και όχι μόνον των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ- ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Διότι μόνον σε υποτίμηση της νοημοσύνης όλων μας μπορεί να αποδοθούν τα όσα ισχυριζόταν ο κ. Τσίπρας όλο το προηγούμενο διάστημα για τα σκληρά μέτρα που –μαζί με τα υποτιθέμενα «αντίμετρα»- ψήφισαν ομοθυμαδόν οι κυβερνητικοί βουλευτές. Και, πολύ περισσότερο, η συσχέτιση που υποστήριζε ότι έχουν όλα αυτά με την πολυπόθητη ρύθμιση του χρέους που την έχει αναδείξει ο ίδιος ως το «Ιερό Δισκοπότηρο» για τη διαιώνιση της εξουσίας του.
«Τα μέτρα αυτά που ψηφίζουμε σήμερα θα εφαρμοστούν αν -και μόνο αν- πρώτα αρχίσουν να εφαρμόζονται, μετά το τέλος του Προγράμματος, τον Σεπτέμβρη 2019, ουσιαστικά μέτρα για το χρέος, μέτρα για το χρέος που θα μας οδηγήσουν σε οριστική έξοδο από την κρίση», έλεγε επί λέξει στη Βουλή κατά τη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου με το οποίο σφαγιάστηκαν όσο ποτέ άλλοτε τόσο οι συντάξεις όσο και το αφορολόγητο, πλήττοντας περισσότερο από κάθε άλλη φορά τους πλέον αδύναμους από τους συμπολίτες μας που εξακολουθούν να διαθέτουν και να δηλώνουν εισοδήματα.
«Σε αντίθετη περίπτωση, τα μέτρα αυτά θα αποσυρθούν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Το γνωρίζουν αυτό και οι πιστωτές μας, το γνωρίζει ο ελληνικός λαός, το γνωρίζει και το Σώμα», κομπορρημονούσε ο κ. Τσίπρας με τη γνωστή, πλέον, άνεση με την οποία μπορεί να «ξεφουρνίζει» ο,τιδήποτε, αδιαφορώντας πλήρως αν τα λεγόμενα του συγκρούονται κατά μέτωπο με την πραγματικότητα.
Με την ίδια, άλλωστε, αφελή (ή μήπως κουτοπόνηρη;) άνεση είχε φροντίσει μια μέρα νωρίτερα να φωνάξει τους δημοσιογράφους στο γραφείο του στη Βουλή για να τους πει πόσο καλά νέα είχε να περιμένει. «Too good to be true», ήταν η φράση που χρησιμοποίησε κάνοντας επίδειξη αγγλομάθειας. Ενώ εμφανίστηκε… προβληματισμένος όχι με κάτι άλλο παρά –αν είναι δυνατόν!- με το γεγονός ότι έφθανε η ώρα να φορέσει γραβάτα! 
Το ερώτημα, ωστόσο, αν όλα αυτά τα πίστευε ή τα έλεγε ως τονωτική ένεση για το ηθικό των στελεχών του, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Σε ανάλογες περιπτώσεις, ο ίδιος παλαιότερα είχε ζητήσει από τους πολιτικούς του αντιπάλους να μην τον χαρακτηρίζουν ψεύτη, αλλά να του καταλογίζουν ότι είχε αυταπάτες. Είναι, όμως, έτσι; Για να θέσουμε τα λεγόμενα του πρωθυπουργού στη βάσανο της κοινής λογικής:
Αν, για παράδειγμα, όπως διαφάνηκε στο πρόσφατο Eurogroup δεν ρυθμιστεί το χρέος με τον τρόπο που επιθυμεί η χώρα μας, το αφορολόγητο θα μείνει ως έχει; Και αν μείνει, τότε που θα βρεθούν τα κονδύλια για να χρηματοδοτηθούν τα σχολικά γεύματα και η ένταξη όλων των παιδιών στους βρεφονηπιακούς σταθμούς; Μάλλον πουθενά. Και το πιθανότερο είναι ότι θα βγει μια νύκτα και θα διαμαρτύρεται κλαίουσα η Όλγα Γεροβασίλη, όπως τότε που το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε τον νόμο για την αδειοδότηση των καναλιών και όρισε να επιστραφούν στους καναλάρχες το τίμημα που –υποτίθεται ότι- προορίζονταν για ανάλογους σκοπούς. 
Ακόμη χειρότερα: Στην απευκταία περίπτωση που δεν ληφθούν τώρα ή αργότερα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, πού θα βρεθούν τα χρήματα για να παραμείνουν στο σημερινό ύψος τους οι καταβαλλόμενες συντάξεις; Μπορεί να πιστέψει κανείς ότι ο κ. Τσίπρας θα ανακαλέσει τις ψηφισμένες περικοπές και θα βρει χρήματα για να πληρώσει τις σημερινές παροχές προς τους συνταξιούχους, έχοντας αποσύρει τα μέτρα που ψήφισε; Από πού άραγε; Θα βγει στις αγορές να δανειστεί; Ή θα ανακαλύψει τώρα τα λεφτόδενδρα που δεν βρήκαν το 2015 από κοινού με τον Γ. Βαρουφάκη; 
Κακά τα ψέματα, λοιπόν. Και ακόμη χειρότερες οι αυταπάτες. Οι περικοπές στις συντάξεις και στο αφορολόγητο δεν πρόκειται, δυστυχώς, να ανακληθούν. Και δεν θα ανακληθούν είτε οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος ληφθούν στο επόμενο Eurogroup, είτε μετατεθούν για μετά τις γερμανικές εκλογές. Ή -ακόμη, ακόμη- και αν πάει πιο πίσω η λύση και δοθεί, εν τέλει, το καλοκαίρι του 2018 που τελειώνει το τρέχον πρόγραμμα.
Σε κάθε περίπτωση, όσο ο κ. Τσίπρας αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα ενώπιον της οποίας έχει φέρει τη χώρα, όσο εξακολουθεί να συμπεριφέρεται ως άλλος Πολάκης, κατασκευάζοντας «εσωτερικούς εχθρούς» εκεί που δεν υπάρχουν, όσο καλλιεργεί ψευδαισθήσεις ότι μπορεί να αλλάζουν για χάρη του οι ευρωπαϊκοί και οι παγκόσμιοι συσχετισμοί και όσο τρέφει αυταπάτες ότι μεγαλοπιάστηκε επειδή του βγαίνουν στο τηλέφωνο η Μέρκελ και ο Μακρόν, οι ανελέητες ψυχρολουσίες, όπως αυτή της περασμένης Δευτέρας, θα διαδέχονται η μια την άλλη.
Και αυτό θα γίνεται μέχρις ότου τα παθήματα θα αρχίσουν, επιτέλους, να του γίνονται μαθήματα. Και, πάνω από όλα, μέχρι να πάψει να υποτιμά τη νοημοσύνη των Ελλήνων που τον πίστεψαν και τον έκαναν πρωθυπουργό.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Σταυροκοπήματα και αυταπάτες



 «Εγώ κάνω τον σταυρό μου που το πιάσαμε αυτό το πλεόνασμα», ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το βράδυ της Τρίτης στην τηλεοπτική συνέντευξη του στην οποία εμφανίστηκε ως (ολίγον) θρησκευόμενος. Είπε ότι κάνει το σταυρό του με την ίδια ευκολία που παριστάνει τον μεγάλο διαπραγματευτή. Ή τον περιπλανώμενο Οδυσσέα ο οποίος χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία μπορεί να πετιέται και σε άλλο έπος για να περάσει τις… Συμπληγάδες.
«Διότι αν δεν είχαμε αυτό το πλεόνασμα, τώρα θα ήμασταν μπαλάκι του πινγκ-πονγκ ανάμεσα στον κύριο Σόιμπλε και στην κυρία Λαγκάρντ», συμπλήρωσε, μιλώντας στον Αντένα. Αν και προτίμησε αυτή τη φορά έναν παραλληλισμό από τον αθλητισμό, δεν απέφυγε και πάλι το στομφώδες ύφος που δημιουργούσε την εντύπωση πως εκείνο που θα τον ικανοποιούσε θα ήταν οι χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες στους ναούς όλης της επικρατείας.
Μπορεί, τελικά, προς απογοήτευση του κ. Τσίπρα να μην ήχησαν οι καμπάνες των εκκλησιών, αλλά είναι βέβαιο ότι εκατομμύρια Ελλήνων σταυροκοπήθηκαν όταν τον άκουσαν με δήθεν... ιερή οργή να υποστηρίζει ότι το περιβόητο υπερπλεόνασμα προέκυψε επειδή «σκουπίσαμε τη ρεμούλα, τη μίζα, τη διαπλοκή, το λαθρεμπόριο, σκουπίσαμε την παραοικονομία…», όπως ανέφερε επί λέξει.
Μεταξύ εκείνων που σίγουρα έκαναν τον σταυρό τους πρέπει να είναι η (γνωστή μου) γιαγιά Δήμητρα η οποία πριν από λίγο καιρό είδε με έκπληξη να της έχουν παρακρατήσει στην τράπεζα χρήματα για μια παλαιά κλήση από τροχαία παράβαση του παιδιού της που συνέβαινε να είναι συνδικαιούχος στον τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο μπαίνει η γλίσχρα σύνταξή της.
Μαζί με τη γιαγιά Δήμητρα, είναι εκατομμύρια οι Έλληνες που είδαν τους λογαριασμούς τους να αδειάζουν απροειδοποίητα για να μπορέσει ο πρωθυπουργός να ικανοποιήσει  τον κ. Σόιμπλε, ο οποίος πλέον είναι «ένας πολύ σοβαρός και σεβαστός πολιτικός» που μετέχει «σε μια συμμαχική κυβέρνηση» της οποίας ηγείται μια καγκελάριος που -παρότι ο κ. Τσίπρας της φώναζε «Go back κυρία Merkel»- έχει «συναίσθηση της ευθύνης και θα έλεγα –τολμώ να το πω- ότι παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο κεντροδεξιό κόμμα, είναι ανοιχτόμυαλη».
Είναι πρόσφατα τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν από την Ανεξάρτητη Αρχή Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και δείχνουν ότι «τα τμήματα δικαστικού και νομικής υποστήριξης των εφοριών και των ελεγκτικών κέντρων επέβαλαν πέρυσι συνολικά 1.602.835 μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, με κατασχέσεις, πλειστηριασμούς, υποθήκες και ποινικές διώξεις για απλήρωτους φόρους να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη».
Οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων -από καταθέσεις, μισθούς και συντάξεις, όπως η κλήση του παιδιού της γιαγιάς Δήμητρας, καθώς και από ενοίκια- κατέγραψαν στη διάρκεια του 2016 αύξηση κατά 128,6%: από 670.728 που ήταν το 2015 ανήλθαν σε 1.533.451. Και η… απειλή που εκτοξεύεται είναι ότι με τον ίδιο ρυθμό θα συνεχιστούν για το 2017, καθώς όπως αναφέρεται σε σχετικά δημοσιεύματα, «προγραμματίζονται αυτοματοποιημένες διαδικασίες με στόχο τις μέγιστες δυνατές εισπράξεις».
Τα στοιχεία, ωστόσο, που κυκλοφόρησαν τις προηγούμενες ημέρες και κάνουν λόγο για «1.000 κατασχέσεις την ημέρα από την αρχή του χρόνου», μάλλον επιβράδυνση παρά επιτάχυνση του ρυθμού είσπραξης αποτυπώνουν. Και η εξήγηση γι΄ αυτό είναι απλή: πόσες απλήρωτες κλήσεις από το παρελθόν θα βρεθούν για να κατασχεθούν στους λογαριασμούς των γιαγιάδων;
Όπως και να έχει, εξάλλου, ακόμη και αν δεχθούμε τον πρωθυπουργικό ισχυρισμό ότι το πλεόνασμα προήλθε από το «σκούπισμα στις ρεμούλες και στις μίζες» αποκλείεται να ξαναβρεθεί άλλοι ενάμισι εκατομμύριο Έλληνες που να είναι αναμεμειγμένοι σε τέτοιες υποθέσεις και –το σημαντικότερο- να εξακολουθούν να έχουν χρήματα στους λογαριασμούς τους. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι και το διαβόητο «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» με τις δαπάνες των 12 δισ. ευρώ που απαιτούσε θα χρηματοδοτούνταν από τη πάταξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου και τις εισπράξεις από τη λίστα Λαγκάρντ; 
Με τη χώρα, μάλιστα, να είναι ακόμη σε ύφεση και την ανάπτυξη που προβλέπεται για τα επόμενα χρόνια να είναι μάλλον καχεκτική, όσους σταυρούς και αν κάνει ο κ. Τσίπρας το πιο πιθανό είναι ότι θα τον ακούσουμε να ξαναλέει ότι «είμαι ίσως ο πρώτος πολιτικός που είχα την ευθύνη να βγω και να πω ότι είχα αυταπάτες την προηγούμενη περίοδο, ότι η Ευρώπη αυτή μπορεί να αλλάξει χωρίς συμμαχίες, χωρίς δουλειά μεγάλη».
Είναι όντως ο πρώτος πολιτικός που είπε απλώς ένα «πέσαμε σε τοίχο» και πήγε παρακάτω. Θεώρησε προφανώς ότι, επειδή, όπως κάνουν οι περισσότεροι θεομπαίχτες, έμαθε να σταυροκοπιέται, μπορεί να βαφτίζει αυταπάτες τα σκέτα ψέματα –«μας ζητούσαν 42 φορές περισσότερα μέτρα»- και να λαμβάνει, έτσι, άφεση αμαρτιών. Ως πότε άραγε;

Πέμπτη 6 Απριλίου 2017

Να έμαθε ο Τσίπρας στον Τουσκ πώς «παίζονται οι κουμπάρες»;



«Παιχνίδι χωρίς ειδικούς κανόνες, στο οποίο τα παιδιά παριστάνουν τις νοικοκυρές», είναι η ερμηνεία που δίνει το «Βικιλεξικό» στην έκφραση «παίζουμε τις κουμπάρες» την οποία χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στις δηλώσεις που έκανε ενώπιον του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, μετά τη συνάντηση που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου.
Χρειάστηκε να καταφύγω στο λεξικό, καθότι, αν και δεν ήταν η πρώτη φορά που την άκουγα, πρέπει να ομολογήσω δεν γνώριζα σε ποιο ακριβώς παιχνίδι αντιστοιχεί η συγκεκριμένη έκφραση. Η αλήθεια, μάλιστα, είναι ότι μετά τη διαδικτυακή αναζήτηση που έκανα, αλλά και τις σχετικές ερωτήσεις που υπέβαλα στον περίγυρο μου, δεν μπορώ να πω ότι διαφωτίστηκα επαρκώς για το πως παίζεται.
«Ρώτησε τον Τσίπρα, αυτός θα ξέρει…», ήταν η πιο συχνή απάντηση που έλαβα στα ερωτήματά μου. Ενώ ορισμένοι από εκείνους στους οποίους αποτάθηκα, με μάλλον κακεντρεχή διάθεση, με… προέτρεπαν να καταφύγω στη μετάφραση με την οποία αποδίδεται η πρωθυπουργική έκφραση στα αγγλικά ή στα πολωνικά που είναι η μητρική γλώσσα του Ντ. Τουσκ. Επειδή και το ένα και το άλλο –να ρωτήσω, δηλαδή, τον πρωθυπουργό και να βρω την πολωνική μετάφραση- δεν ήταν εύκολη υπόθεση, προτίμησα να διαβάσω ξανά και ξανά τα όσα ειπώθηκαν στις κοινές δηλώσεις των δύο πολιτικών ανδρών.
«Διαρκώς έχουμε καλά νέα, αλλά στο παρά πέντε βλέπουμε κάποιους να προσπαθούν να μεταφέρουν τα “γκολπόστ”, να μεταφέρουν τον στόχο λίγο παραπέρα. Και επειδή εδώ δεν παίζουμε ένα παιχνίδι, όπως παίζαμε όταν ήμασταν μικροί, που παίζαμε τις “κουμπάρες”, εδώ παίζουμε με το μέλλον ενός ολόκληρου λαού, αυτό πρέπει να σταματήσει», είπε ο Έλληνας πρωθυπουργός.
Σε άλλη αποστροφή του λόγου του, μάλιστα, ο ίδιος ζήτησε επιτακτικά «να τελειώσει εδώ αυτή η ατέρμονη και ατελείωτη διαπραγμάτευση», δικαιώνοντας όλους όσοι ασκούν κριτική για τις καθυστερήσεις στο κλείσιμο της αξιολόγησης με το επιχείρημα ότι πλήττεται βαρύτατα η ελληνική οικονομία. Διότι, όπως συμπλήρωσε ο άνθρωπος που μέχρι πρότινος χαρακτήριζε «χρήσιμο ηλίθιο» και «υπερασπιστή του ΔΝΤ και του Σόιμπλε» όποιον ψέλλιζε κάτι ανάλογο, «κάθε μέρα που περνάει επιβαρύνει την ελληνική οικονομία και δημιουργεί ζημιές, θα έλεγα, καταστρέφοντας όλα όσα με τόσο μεγάλο κόπο ο ελληνικός λαός έχει καταφέρει και αυτό το δικαίωμα δεν το έχει κανείς».
Θέλοντας, εξάλλου, να αποκτήσει ακόμη πιο δραματική διάσταση ο λόγος του, εμφανίστηκε να δίνει τελεσίγραφο στον συνομιλητή του, ζητώντας σύγκληση της Συνόδου των κρατών-μελών του ευρώ: «Είχα την υποχρέωση να θέσω στον Πρόεδρο τις ανησυχίες μου ότι εάν, παρά τις προβλέψεις, αυτή η συμφωνία δεν επιτευχθεί την ερχόμενη Παρασκευή στο πλαίσιο αυτού του άτυπου οργάνου, του άτυπου οικονομικού διευθυντηρίου της Ευρώπης, του Eurogroup, θα πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες σε ένα ανώτερο επίπεδο, ώστε να έχουμε θετική εξέλιξη», είπε.
Με τόσο υψηλούς τόνους, θα περίμενε κανείς από τον Ευρωπαίο αξιωματούχο που βρισκόταν στο απέναντι πόντιουμ να επιδείξει ανάλογη ανησυχία. Δεν είναι, άλλωστε, και το πλέον σύνηθες να στέλνεται ένα τέτοιο τελεσίγραφο. Παραδόξως, όμως, ο πολύπειρος Πολωνός, ο οποίος πρόσφατα αντιμετώπισε την απαίτηση των λαϊκιστών που έχουν τη διακυβέρνηση της χώρας του να μην ανανεωθεί η θητεία του στην προεδρία της ΕΕ, με αποτέλεσμα να είναι οι συμπατριώτες του οι μόνοι από τους 27 που τον καταψήφισαν, αντέδρασε με απόλυτη ψυχραιμία.
Επιστράτευσε ορισμένες μάλλον «παρηγορητικές» διατυπώσεις, όπως το «κάθε ημέρα φτάνουμε πιο κοντά σε μια συμφωνία» ή το «ελπίζω ότι θα είμαστε σε θέση να καταλήξουμε σε μια συμφωνία την Παρασκευή στο Eurogroup». Αλλά ως εκεί. Γιατί κατά τα λοιπά δεν έδειξε να… τρομάζει από την ένταση των λόγων του Αλέξη Τσίπρα ούτε να συμμερίζεται θέσεις, απόψεις και εκτιμήσεις για τα κινούμενα «γκολπόστ» ή το παιχνίδι με τις «κουμπάρες».
«Θέλω να υπογραμμίσω ότι η ευθύνη επίτευξης της συμφωνίας αυτής είναι κάτι το οποίο μοιραζόμαστε όλοι όσοι συμμετέχουμε σε αυτή τη διαδικασία», είπε ο Ντ. Τουσκ. Και με την ίδια ψυχραιμία ξέκοψε τη συζήτηση για σύγκληση έκτακτης Συνόδου, αρνούμενος, όπως με διπλωματικό τρόπο σχολίασε, να απαντήσει επί υποθετικών αρνητικών σεναρίων. «Εγώ θα κάνω τη δουλειά μου, ξέρω τις υποχρεώσεις μου, ξέρω τα εργαλεία που έχω στη διάθεσή μου. Όμως, αυτή τη στιγμή, αυτό που θέλω να κάνω μαζί με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα είναι να υποστηρίξω τους συναδέλφους μας να φτάσουν σε μια συμφωνία την Παρασκευή», κατέληξε.
Η συγκεκριμένη κατάληξη μού δημιούργησε την υποψία ότι πιθανότατα ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε εξηγήσει στον Πολωνό πολιτικό πως παίζεται το παιχνίδι με τις «κουμπάρες» στην εκδοχή της… σκληρής διαπραγμάτευσης. Δεν ερμηνεύεται αλλιώς ότι, αφενός, δεν είχε καμία απορία για το παιχνίδι και, αφετέρου, επέδειξε τόσο ψύχραιμη απάθεια ακούγοντας το… δραματικό –ή μήπως δραματοποιημένο;- αφήγημα του συνομιλητή του. Σε μια δεύτερη απόδοση, άλλωστε, το «παίζουμε τις κουμπάρες» έχει, πάλι κατά το «Βικιλεξικό», την έννοια του «κοροϊδευόμαστε, αντιμετωπίζουμε ένα θέμα ειρωνικά».

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Από το έλεος της Μέρκελ ως τη γοητεία του Σουλτς



            Ηχεί ακόμη στα αυτιά όλων μας ο θόρυβος από τη δικαιολογημένη ενόχληση που είχαν αισθανθεί αρκετοί εδώ στη χώρα μας εξαιτίας της «απομόνωσης» την οποία είχαν επιφυλάξει οι ευρωπαίοι ομόλογοί του στον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη.
Παρά, πάντως, το γεγονός ότι ο έλληνας υπουργός είχε υπερβεί επανειλημμένως τα εσκαμμένα, δηλώνοντας διάθεση να μην αποδεχθεί τους κανόνες που ίσχυαν στη λειτουργία του Eurogroup ή ισχυριζόμενος με υπαινικτικό τρόπο ότι κατέγραφε τα όσα διαμείβονταν στις απόρρητες συνεδριάσεις του εν λόγω θεσμικού οργάνου της ευρωζώνης, ουδείς διεθνής παράγων διανοήθηκε να ζητήσει δημοσίως από την ελληνική κυβέρνηση να τον αποπέμψει ή, έστω, να τον «συμμαζέψει».
Όπως όλοι καλά θυμούμαστε, τον απέπεμψε ουσιαστικά μήνες αργότερα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όταν έπαψε να του είναι χρήσιμος στο παιχνίδι της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης που έκανε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 και κορυφώθηκε με την παρωδία του δημοψηφίσματος.
Είναι, λοιπόν, απορίας άξιον πως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, ο οποίος θα ανέβαινε –και δικαίως- στα… κεραμίδια εφόσον του έκανε κανείς υποδείξεις για τους συνεργάτες του, υποδεικνύει σε άλλους ηγέτες να εγκαλέσουν τους δικούς τους υπουργούς.
«Θέλω να αξιοποιήσω την παρουσία μου σ’  αυτό εδώ το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής (σ.σ.: του ΣΥΡΙΖΑ!) και να παρακαλέσω θερμά την καγκελάριο (σ.σ.: Άνγκελα Μέρκελ, που από τα προεκλογικά μπαλκόνια της φώναζε «Go back») να αποθαρρύνει τον υπουργό των Οικονομικών της, απ’ αυτή τη διαρκή επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας», είπε το περασμένο Σάββατο αναφερόμενος στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το κομματικό του βήμα.
Ακόμη και αν του πιστώσει κανείς όλα το δίκια του κόσμου όταν ισχυρίστηκε ότι θεωρεί «υποτιμητικές» τις αναφορές του γερμανού υπουργού ότι «η Ελλάδα και οι Έλληνες ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους», δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για τη σκοπιμότητα της απροσχημάτιστης ανάμειξης του πρωθυπουργού της Ελλάδας στην προεκλογική περίοδο μιας άλλης χώρας.
Ισχυρίστηκε αρχικώς ότι οι «αφορισμοί» Σόιμπλε σχετίζονται με προσπάθεια για «συγκράτηση των διαρροών (σσ.: των χριστιανοδημοκρατών) προς το κόμμα της “Εναλλακτικής για τη Γερμανία”», για να τοποθετηθεί εν συνεχεία αναφανδόν υπέρ των θέσεων του βασικού αντιπάλου κόμματος προς το CDU των Μέρκελ - Σόιμπλε.
«Πιστεύω ότι δικαίως το SPD, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, επισήμως μετά από αυτές τις δηλώσεις, εγκάλεσε τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών ότι επιχειρεί να συντηρήσει ένταση γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα, προσπαθώντας να φορτώσει στην Ελλάδα τα δικά του αδιέξοδα», υποστήριξε.
Μπορεί, αλήθεια, κανείς να φανταστεί τι θα γινόταν αν το Βερολίνο αποφάσιζε να ανταποδώσει τα ίσα και έβγαιναν, για παράδειγμα, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε ή οποιοσδήποτε άλλος γερμανός πολιτικός παράγων και έπαιρνε δημόσια θέση για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο στην Ελλάδα;
Για λόγους οι οποίοι, προφανώς, έχουν να κάνουν με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της, η άλλη πλευρά επέλεξε να μην απαντήσει στην πρόκληση, παρότι η παρουσία στη γερμανική πρωτεύουσα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκου Μητσοτάκη θα μπορούσε να αποτελέσει μια αφορμή για να εκφράσουν προτίμηση, αν όχι σε πρόσωπα, ενδεχομένως σε πολιτικές.
Επέλεξαν να μην το κάνουν. Δημοσίως τουλάχιστον. Υποδέχθηκαν χωρίς φανφάρες τον κ. Μητσοτάκη, τηρώντας το ίδιο ακριβώς πρωτόκολλο που είχαν εφαρμόσει και όταν ο κ. Τσίπρας με την αντίστοιχη ιδιότητα του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε πριν από τρία χρόνια περάσει το κατώφλι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών στο Βερολίνο.
Πρόκειται για μια επιλογή η οποία είναι μάλλον η ουσιωδέστερη διαφορά που χωρίζει τις σοβαρές χώρες που διαθέτουν στιβαρές ηγεσίες οι οποίες ασκούν πολιτικές που υπακούουν στο εθνικό τους συμφέρον, από τις αποτυχημένες χώρες («failed states», όπως τις αποκαλούν οι αγγλοσάξωνες) που… ατύχησαν να έχουν ηγεσίες οι οποίες θεωρούν ότι προέχει η δική τους παραμονή στην εξουσία.
Γι΄ αυτό φυσικά οι μεν ηγούνται της Ευρώπης και οι δε εκλιπαρούν για το έλεος των άλλων, ακόμη και όταν φαντασιώνονται ότι αλλάζουν τον κόσμο, κλείνοντας τα αυτιά τους στις επισημάνσεις των ίδιων των ηγετικών στελεχών τους, όπως ο Νίκος Φίλης, που τους λένε κατάμουτρα ότι «δεν επιβεβαιώθηκε καμία εκτίμησή μας».
Ο κίνδυνος να βρεθεί η κυβέρνηση και μαζί της και η χώρα ενώπιον μιας ακόμη διάψευσης είναι αναμφισβήτητος. Παρά ταύτα, η ηγεσία της -«αμέριμνη», όπως παρατηρεί και ο κ. Φίλης τώρα που είναι εκτός νυμφώνος- τρενάρει το κλείσιμο της αξιολόγησης σε πείσμα φίλων και εχθρών που προτείνουν το αντίθετο.
Ο κ. Τσίπρας, όμως, δεν το κάνει, προσδοκώντας να λειτουργήσει η… φιλευσπλαχνία της Μέρκελ που έχει την αυταπάτη ότι μπορεί να λυπηθεί τους Έλληνες και να ανακαλέσει στην τάξη τον στενό της συνεργάτης Β. Σόιμπλε. Ή, εναλλακτικά, -γιατί αυτή η κυβέρνηση είναι γνωστό ότι δεν… πορεύτηκε ποτέ «χωρίς plan b»- στη γοητεία που μπορεί να ασκήσει ο ηγέτης των σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς στους γερμανούς ψηφοφόρους το προσεχές φθινόπωρο.
Στην οπτική ενός εχέφρονος ανθρώπου, άραγε, πόσες πιθανότητες έχουν να ευοδωθούν σχεδιασμοί αυτού του είδους;