Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσίπρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσίπρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

Με τον Στέφανο ή με τον Αλέξη; Ούτε… ψύλλος στον κόρφο του ΣΥΡΙΖΑίου οπαδού


Μπορεί να μην είναι η πρώτη φορά -και ούτε προφανώς θα είναι η τελευταία- που ένας κομματικός σχηματισμός αντιμετωπίζει προβλήματα συνοχής του στελεχιακού του δυναμικού, το δράμα, όμως, ενώπιον του οποίου βρίσκονται αυτό το διάστημα οι εναπομείναντες οπαδοί και φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ είναι νομίζω πρωτοφανές και απερίγραπτο.

Μετά την πολλαπλή εκλογική ψυχρολουσία που υπέστησαν τον περασμένο Ιούνιο, ο βασικός υπαίτιος της χωρίς προηγούμενο καταβαράθρωσης που γνώρισε ποτέ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είχε τη γενναιότητα να παραιτηθεί πάραυτα αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις επαναλαμβανόμενες ήττες.

Ο λόγος φυσικά για τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, με την αλαζονεία του τάχατες αυτοδημιούργητου και δήθεν ταλαντούχου πολιτικού, που στην πραγματικότητα κατά τη μακρά διαδρομή του δεν έκανε τίποτε σπουδαιότερο από το να καβαλήσει το κύμα της λαϊκής οργής όταν η χώρα μπήκε στη μνημονιακή μέγγενη, χρειάστηκε πέντε ολόκληρες μέρες από τον διασυρμό που γνώρισε στην τελευταία βουλευτική κάλπη για να ανακοινώσει ότι αποφάσισε να… παραμερίσει.

Ναι, ναι, ο τέως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ποτέ του δεν παραιτήθηκε, όπως τόσο παραστατικά φρόντισε να μας θυμίσει λίγα μόλις λεπτά της ώρας πριν ανοίξει τις πύλες του το πρώτο Συνέδριο του κόμματός του που επρόκειτο να συνέλθει χωρίς να είναι ο ίδιος στο τιμόνι.

«Αποφάσισα να παραμερίσω για να περάσει ένα νέο κύμα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ», ανέφερε επί λέξει ο ίδιος ο κ. Τσίπρας στη διαβόητη πλέον (χθεσινή) δήλωση με την οποία προσπάθησε να ισοπεδώσει τον… άμοιρο διάδοχό του που μάλλον από άγνοια κινδύνου φορτώθηκε πολιτικά βάρη και ανομήματα που δεν του αναλογούσαν.

«Ήθελα με τη στάση μου να προκαλέσω ένα ηλεκτροσόκ ανάταξης στον κλονισμένο οργανισμό του κόμματος, που βρέθηκε μπροστά σε μια απρόσμενη σε εύρος ήττα, ώστε να συνέλθει σύντομα», ισχυρίστηκε ο πρώην πρωθυπουργός στη δήλωσή του, η οποία, παρότι ήταν μακροσκελής και αρκούντως φλύαρη ως προς τις ευθύνες των επιγόνων του που έμειναν στον ΣΥΡΙΖΑ ή έφυγαν από αυτόν, δεν χώρεσε ούτε τον παραμικρό υπαινιγμό αυτοκριτικής.

Για ποιόν άραγε ήταν απρόσμενη η συντριπτική ήττα την οποία υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ τον καιρό που εκείνος ηγούνταν; Και, πολύ περισσότερο, ποιος φταίει που η Κουμουνδούρου δεν… είχε πάρει χαμπάρι ότι δεν ήταν στραβός ο γιαλός αλλά ήταν ο ηγέτης της που έκανε το καράβι να αρμενίζει στραβά; Ποιος εκβίαζε τους δημοσκόπους και ποιος απειλούσε τα μέσα ενημέρωσης και τους δημοσιογράφους που προειδοποιούσαν για τα προφανή μελλούμενα;

Έπειτα από όλα αυτά και τους οκτώ μήνες της προσωπικής του σιωπής που μεσολάβησαν, είναι απορίας άξιον από που αντλεί ο συγκυβερνήτης του Πάνου Καμμένου το θράσος να στηλιτεύει τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ για «φαινόμενα ιδιοτέλειας, ναρκισσισμού, παραβίασης των αρχών της συλλογικότητας και της συντροφικότητας, (που) έχουν παραλύσει τον κομματικό οργανισμό».

Όποια άποψη και αν έχει κανείς για τον -αναμφισβήτητα- «ναρκισσιστή» Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος ηγείται του ΣΥΡΙΖΑ χάρις στη δήθεν «ευμενή ουδετερότητα» που τήρησε ο Αλέξης Τσίπρας στην κούρσα διαδοχής του, αλλά στην πραγματικότητα εξελέγη επειδή οι φίλοι του τέως αρχηγού νόμιζαν ότι ο αμερικανοτραφείς επιχειρηματίας απλώς θα του ζέσταινε την καρέκλα μέχρι να επιστρέψει, οι τελευταίες εξελίξεις έδειξαν ότι. μέσα στην πολυπλοκότητά της, η πολιτική είναι πολύ πιο απλή από όσο νομίζουν οι σύγχρονες ρεπλίκες του μακιαβελισμού.

Τόσο απλή που ακόμη και… αφελή, όπως κάποιοι θέλουν να ισχυρίζονται, «αμερικανάκια» να αντιλαμβάνονται τους προσωπικούς υπολογισμούς των δήθεν «μπαρουτοκαπνισμένων» αριστερών, οι οποίοι στην πραγματικότητα ζουν ακόμη στις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις που τους επέτρεπαν να ισχυρίζονται ότι θα καταργήσουν τα Μνημόνια «με ένα άρθρο και με ένα νόμο», χωρίς ποτέ να μετανοήσουν για την παραπλάνηση των πολιτών.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο Στέφανος Κασσελάκης στην εναρκτήρια ομιλία του στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ «σήκωσε το γάντι» που του πέταξε ο κ. Τσίπρας και απάντησε λέγοντας: «Όποιος νομίζει ότι μπορεί να ανορθώσει ένα κόμμα που συνετρίβη και διασπάστηκε δύο φορές μέσα σε λίγους μήνες, ας έρθει να αναλάβει». Για να προσθέσει αμέσως μετά: «Ζητούν να λογοδοτήσω για τις κακές δημοσκοπήσεις όσοι δε λογοδότησαν ποτέ για τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ από το 32 στο 18%».

Είναι παγκοίνως γνωστό ότι η πλειονότητα των μέχρι πρότινος υποστηρικτών του κ. Κασσελάκη ήταν ταυτόχρονα και φανατικοί θαυμαστές του Αλέξη Τσίπρα, οι οποίοι πίστευαν ότι ο νέος ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παρά ο… εκδικητής που ανέλαβε να πάρει πίσω το αίμα του τέως αρχηγού τον οποίο τάχατες υπονόμευαν οι συνεργάτες του.

Το σχήμα του «εσωτερικού εχθρού» που δήθεν υπονομεύει τον ηγέτη είναι, έξαλλου, τόσο παλιό όσο και η ίδια Πολιτική. Με τη διαφορά, όμως, ότι άλλοτε λειτουργεί και άλλοτε, όπως στην προκειμένη περίπτωση, προκαλεί γέλωτες και καγχασμούς.

Διότι ποιος εχέφρων άνθρωπος θα πιστέψει ότι για τα δεινά του ΣΥΡΙΖΑ, που δημοσκοπικά τουλάχιστον έχει πάψει να είναι αξιωματική αντιπολίτευση, αφήνοντας την κυβέρνηση της ΝΔ να κάνει «πάρτι», ευθύνονται η Αχτσιόγλου, ο Χαρίτσης ή ο Τσακαλώτος και όχι ο ίδιος ο Τσίπρας ο οποίος διεκδικεί ακόμη να έχει ρόλο στα πολιτικά τεκταινόμενα;

Όπως και να έχει, το μεγαλύτερο δράμα ζουν στις μέρες μας οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ που με πολύ επώδυνο τρόπο πρέπει να αποφασίσουν αν είναι με τον… παραδοσιακό Αλέξη ή με τον… σύγχρονο Στέφανο. Προσωπικά δεν θα ήθελα να είμαι «ούτε ψύλλος στον κόρφο τους», όπως λέει η γνωστή λαϊκή παροιμία.

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Τρικυμία στο… (μισο)άδειο ποτήρι της Κεντροαριστεράς

    Τρεις νέοι -και εν πολλοίς φερέλπιδες- πολιτικοί από διαφορετικούς πολιτικούς σχηματισμούς, ο Μανόλης Χριστοδουλάκης από το ΠΑΣΟΚ, η Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά και ο Διονύσης Τεμπονέρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, απεδέχθησαν την πρόσκληση μιας εφημερίδας για να συμμετάσχουν σε μια συζήτηση για τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις.

         Από μια πρώτη άποψη, δεν φαίνεται να υπήρξε τίποτε το επιλήψιμο στην οργάνωση μιας τέτοιας εκδήλωσης. Από που κι ως όπου, άλλωστε, είναι πρόβλημα τρεις νέοι πολιτικοί να μη μπορούν να συνομιλούν μεταξύ τους, να εκφράζουν τις απόψεις τους και να προβληματίζονται για το μέλλον που επιφυλάσσουν στην ελληνική κοινωνία οι τρέχουσες καταστάσεις; Θα ήταν ευχής έργον αν οι Έλληνες πολιτικοί κατάφερναν να ανταλλάσσουν απόψεις χωρίς υστεροβουλίες και υπολογισμούς.    

         Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο τίτλος τον οποίο επέλεξαν να βάλουν οι οργανωτές της εκδήλωσης ήταν τουλάχιστον αφελής, αν όχι πολιτικά προβοκατόρικος. «Απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος;», είναι το βαρύγδουπο ερώτημα στο οποίο υποτίθεται ότι θα κληθούν να απαντήσουν ένας συμπαθής πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, μια παρ΄ όλίγον ηγέτις του ΣΥΡΙΖΑ και ένα στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που μέχρι στιγμής δεν έχει γνωρίσει την επικύρωση της λαϊκής νομιμοποίησης.

         Δεν ξέρω ποιος το σκέφθηκε το συγκεκριμένο ερώτημα, αλλά, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι απολύτως υπονομευτικό για το όλο εγχείρημα της υποτιθέμενης αναζήτησης εναλλακτικής πολιτικής προσωπικότητας που θα διαδεχθεί τον σημερινό πρωθυπουργό, ο οποίος, όπως συνήθως συμβαίνει στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, αποκλείεται να είναι… αιώνιος στο αξίωμα.

         Το πότε, όμως, αλλά κυρίως το από ποιον, θα γίνει, αργά ή γρήγορα, η διαδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο αποκλείεται να απαντηθεί σε μια ημερίδα που μάλλον πρόχειρα και σίγουρα αυτάρεσκα κάποιοι οργάνωσαν, θεωρώντας ότι μπορεί να καθορίσουν τα πολιτικά μελλούμενα με μόνο κριτήριο τη δική τους βουλησιαρχία ή ίσως και προπέτεια.

         Η αναμφισβήτητη αλήθεια είναι ότι ο χώρος της Κεντροαριστεράς, το οποίον με τον έναν ή τον άλλο φιλοδοξούν να εκπροσωπούν οι τρεις συγκεκριμένοι πολιτικοί, υπερβαίνει κατά πολύ τις δικές τους -θεμιτές ή αθέμιτες- φιλοδοξίες. Διότι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Κεντροαριστερά είναι ο κατακερματισμός, ο οποίος σχετίζεται απολύτως με τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν σε μια σειρά από διαφορετικά ζητήματα με έντονη ιδεολογική χροιά. 

Πώς αποτιμούν, για παράδειγμα, την υπερτετραετή διακυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ; Και, επίσης πώς εκτιμούν τον ρόλο που διαδραμάτισε στα πολιτικά πράγματα της τελευταίας 15ετίας ο Αλέξης Τσίπρας; Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι τον τελευταίο έσπευσε να συναντήσει τις προηγούμενες μέρες ο κ. Τεμπονέρας, θέλοντας ενδεχομένως να δείξει ότι οι πρωτοβουλίες του έχουν -αν μη τι άλλο!- την επίνευση του τέως αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, ας μην ξεχνάμε, ποτέ δεν παραιτήθηκε, παρά μόνο, κατά την επίσημη δήλωσή του, «παραμέρισε».

Όπως και να έχει, και σε πείσμα με τις δεύτερες σκέψεις που κάνουν κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην περί ής ο λόγος εκδήλωση, η διάσταση που της δόθηκε είναι δυσανάλογη τόσο του πολιτικού διαμετρήματος των τριών στελεχών που θα καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι για να βρουν τον αντικαταστάτη του Μητσοτάκη όσο και των παραμέτρων που συνθέτουν το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό.

Από την άλλη, δυσανάλογα μεγάλος μοιάζει να είναι και ο θόρυβος που ξεσηκώθηκε γύρω από την συγκεκριμένη εκδήλωση. Και αυτό διότι η ετερόκλητη τριάδα, όπως και όλοι όσοι έχουν αντίστοιχες ανησυχίες, προτού αναζητήσουν τον επόμενο πρωθυπουργό, χρειάζεται να διαμορφώσουν μια συνεκτική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης η οποία να αμφισβητεί βάσιμα την διαχειριστική επάρκεια του κ. Μητσοτάκη και των πολιτικών προσώπων που τον πλαισιώνουν στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας κατά τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια.

Όσο αυτό δεν συμβαίνει, καμμιά ημερίδα δεν θα καταφέρει να συγκολλήσει τις διαφορετικές τάσεις που επικρατούν στην Κεντροαριστερά. Με αποτέλεσμα η αναταραχή που κάποιοι διαβλέπουν να προκαλείται από πρωτοβουλίες αυτού του είδους να μην είναι στην πραγματικότητα τίποτε περισσότερο από… τρικυμία σε ένα (μισο)άδειο ποτήρι, όπως μοιάζει ο χώρος της Κεντροαριστεράς στις μέρες μας.

Δεν μπορεί, άλλωστε, να περάσει απαρατήρητο ότι, με βάση την τελευταία δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας (Alco για τον Alpha) το άθροισμα των δημοσκοπικών ποσοστών  τα οποία συγκεντρώνουν στην πρόθεση ψήφου το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά (24,5%) υπολείπονται της επίδοσης την οποία επιτυγχάνει η κυβερνητική παράταξη (28,2%). 

Αν και είναι αρκετοί εκείνοι που δεν βρίσκουν ευθείες αναλογίες, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου ο Χάρης Δούκας κατάφερε να ανατρέψει πολύ μεγαλύτερη διαφορά που χώριζε όχι μόνον τον ίδιο αλλά και τους συμμάχους που εξασφάλισε στη μάχη του δεύτερου γύρου από τον βασικό του αντίπαλο Κώστα Μπακογιάννη. 

Η ουσιαστική διαφορά, όμως, ήταν ότι ο Δούκας έδειξε εξαρχής να πιστεύει στην νίκη και, εκπονώντας ένα πρόγραμμα που διέφερε από τα τετριμμένα και μεγαλεπήβολα, κάλυψε τη δεύτερη Κυριακή μια δυσθεώρητη διαφορά που τον χώριζε στον πρώτο γύρο από τον αντίπαλό του, ο οποίος, επειδή πίστευε ότι ήταν… «άχαστος», επέλεξε να τον αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο στο περίφημο ντιμπέιτ που θα μνημονεύεται για χρόνια ως «case study» πολιτικής ανατροπής.  

Συμπέρασμα; Για να γεμίσει το ποτήρι της Κεντροαριστεράς, ώστε να καταστεί πλειοψηφική δύναμη, απαιτείται να συντρέξουν δύο απαράβατες προϋποθέσεις: ρηξικέλευθο πρόγραμμα και ηγέτης που να πείθει ότι μπορεί να το εφαρμόσει. Όλα τα άλλα είναι για να έχουν ύλη οι εφημερίδες και τα σάιτ και για να καταναλώνουν χρόνο τα τηλεοπτικά πρωινάδικα όταν δεν κατακλύζονται από το lifestyle του νεόκοπου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

Τα μέσα ενημέρωσης είναι αδηφάγα, κυρίως με όσους τα τροφοδοτούν


Τον Μάρτιο του 2012 είχαμε χαλάσει τις καρδιές μας με ορισμένους γνωστούς μου, οι οποίοι, γοητευμένοι από τον αντιμνημονιακό οίστρο της εποχής, επέχαιραν με τις έντονες διαμαρτυρίες που λάμβαναν χώρα σε συναυλίες του Γιώργου Νταλάρα σε διάφορες γειτονιές της πρωτεύουσας.

Ο λόγος της διαφωνίας μας ήταν ότι οι γνωστοί μου δεν εύρισκαν προβληματικό το γεγονός ότι ομάδες δήθεν «αγανακτισμένων πολιτών» επέδραμαν και διέλυαν τις συναυλίες του γνωστού τραγουδιστή με αποδοκιμασίες, εκτοξεύοντας εναντίον του ίδιου και των μουσικών που τον συνόδευαν στη σκηνή κάδους με σκουπίδια ή νεράντζια και κραδαίνοντας πανό  που έγραφαν το σύνθημα: «Έξω οι Νταλάρες από τις γειτονιές»!

Ο ίδιος ο -κατά λοιπά λαλίστατος- αοιδός έμεινε τότε άφωνος αποφεύγοντας να κάνει αυτό που έκανε τούτες τις μέρες όταν τα έβαλε με τους «μαρκουτσοφόρους» των μεσημεριανών τηλεοπτικών εκπομπών που -διόλου αδικαιολόγητα- τον πολιορκούσαν για να του ζητήσουν… διευκρινίσεις για όσα απαξιωτικά σχόλια είχε εξαπολύει νωρίτερα κατά συναδέλφων του καλλιτεχνών. Τους οποίους ομότεχνους του θεώρησε σωστό να στοχοποιήσει είτε επειδή, κατά την άποψή του, δεν είναι όσο καλλίφωνοι θεωρεί ότι είναι ο ίδιος, είτε διότι υπέπεσαν στο… αμάρτημα να κάνουν διαφημίσεις προϊόντων που δεν ετύγχαναν της αρεσκείας του κ. Νταλάρα.

Προφανώς και δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν όλοι όσοι επικροτούσαν τότε τις αθλιότητες κατά του τραγουδιστή είναι πάνω κάτω οι ίδιοι που επαινούν τώρα τις προσβλητικές επιθέσεις του κατά των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης προς τους οποίους απηύθυνε το δήθεν καταλυτικό ερώτημα αν είναι περήφανοι οι γονείς και οι συγγενείς τους με τη συμπεριφορά τους. Ο ίδιος, άραγε, αναρωτήθηκε αν οι  δικοί του συγγενείς ήταν πάντα σύμφωνοι με τη δική του συμπεριφορά; Ή προβληματίστηκε ίσως με το πως εξέλαβαν οι πολίτες τον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχθηκε την αντίδρασή του ο «αψύς» Παύλος Πολάκης και οι κάθε λογής «πολακιστές»;     

Όπως και να έχει, ο ρόλος των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης -ανεξάρτητα από τον τομέα που υπηρετούν- δεν είναι άλλος από το να κάνουν τις πλέον άβολες ερωτήσεις χωρίς να επηρεάζονται από το ενδεχόμενο να φέρουν σε δύσκολη θέση όλους εκείνους προς τους οποίους απευθύνονται. Έτσι ακριβώς συνέβη τις προηγούμενες ημέρες -και μπράβο στα νέα παιδιά που έκαναν κάτι που οι πρεσβύτεροι δύσκολα κάνουμε…- όταν ο Νταλάρας εκλήθη να δώσει εξηγήσεις για όσα είχε δηλώσει νωρίτερα και αφορούσαν κυρίως ομότεχνους του.

Εφόσον ο διάσημος τραγουδιστής δεν επιθυμούσε να απαντήσει στα… ανεπιθύμητα ερωτήματα που δέχθηκε, ήταν πολύ απλό αυτό που μπορούσε να κάνει: θα απαντούσε με το στερεότυπο «κανένα σχόλιο» και θα προσπερνούσε τα «μαρκούτσια» τα οποία είχαν απλωθεί μπροστά του. Οι νεαροί «μαρκουτσοφόροι» δεν διέθεταν την παραμικρή εξουσία για να τον υποχρεώσουν να απαντήσει στα ερωτήματά τους.

Κακά τα ψέματα, για όποιον δεν καθοδηγείται από τις ιδεοληπτικές εμμονές του, η αυταπόδεικτη αλήθεια είναι ότι -σχεδόν χωρίς εξαίρεση- οι κάθε είδους διάσημοι αρέσκονται στην αναπαραγωγική και δοξαστική διάσταση των μέσων ενημέρωσης και εξεγείρονται κάθε φορά που εκδηλώνεται η κριτική και αποδομητική εκδοχή του ρόλου τον οποίο καλούνται να διαδραματίσουν.

Είτε αφορά πρωταγωνιστές της καλλιτεχνικής ζωής, είτε όσους έχουν ή διεκδικούν κεντρικούς ρόλους σε άλλους τομείς της δημόσιας σφαίρας, ο σχεδόν απαράβατος κανόνας είναι ότι οι πάντες αισθάνονται ικανοποίηση μόνον όταν οι φορείς της ενημέρωσης λειτουργούν ως προπαγανδιστικοί μηχανισμοί προβολής τους. Αν, αντιθέτως, τολμήσουν να κινηθούν διαφορετικά, θέτοντας διευκρινιστικά ερωτήματα, γίνονται αυτομάτως κατακριτέοι, πρωτίστως από όλους εκείνους οι οποίοι βρίσκονται στο επίκεντρο της κριτικής τους.

Είναι προφανές ότι το φαινόμενο δεν περιορίζεται στην καλλιτεχνική ζωή, που εκπροσωπεί ο Γιώργος Νταλάρας. Επεκτείνεται σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς που αποτελούν πεδίο άντλησης ειδησεογραφικής ύλης. Αρέσει ή όχι στους πρωταγωνιστές των εξελίξεων, η βασική δουλειά των μέσων ενημέρωσης στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και λοιπή δημόσια ζωή είναι να θέτουν ερωτήματα και να ζητούν απαντήσεις.

Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι οι  «μεσημεριανές» τηλεοπτικές εκπομπές αποτελούν το πρότυπο της δημοσιογραφίας. Ας μου επιτραπεί, μάλιστα, να εξομολογηθώ ότι, αν και προσωπικά δεν έχω παρακολουθήσει ποτέ μια ολοκληρωμένη τέτοια εκπομπή και ό,τι ξέρω για αυτές αποτελεί προϊόν δευτερογενούς ενημέρωσης, αυτό δεν με οδηγεί σε συμφωνία με τις απόψεις όσων σπεύδουν να τις καταδικάσουν μόνον όταν δεν βολεύονται από τη θεματολογία τους.

Η αλήθεια είναι ότι οι συγκεκριμένες εκπομπές είναι αδηφάγες. Όπως, άλλωστε, είναι εν γένει τα μέσα ενημέρωσης, αναλόγως με τον τομέα στον οποίο εξειδικεύονται και στο κοινό στο οποίο απευθύνονται. Η ακόμη μεγαλύτερη αλήθεια είναι ότι πολύ συχνά η «πρώτη ύλη» τους προέρχεται από εκείνους που τα τροφοδοτούν για τους δικούς τους λόγους. Δείτε, για παράδειγμα, από όσους είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας (είτε πρόκειται για πολιτικούς, επιστήμονες, καλλιτέχνες ή κάθε είδους celebritys), πόσοι είναι εκείνοι που από μόνοι τους έχουν παραχωρήσει το υλικό της αποδόμησής τους.

Η σύγκριση ανάμεσα στη σημερινή και στην προηγούμενη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι άκρως χαρακτηριστική. Ο Αλέξης Τσίπρας κράτησε την προσωπική και οικογενειακή του ζωή μακριά από τα φώτα των κουτσομπολίστικων εκπομπών και έτσι ουδείς ασχολήθηκε με τη σύζυγο, τα παιδιά ή τα σκυλιά του. Ο Στέφανος Κασσελάκης, που τον διαδέχθηκε, θεώρησε ότι είναι καλό για τον ίδιο να βρεθούν απέναντι τον μεγεθυντικό των ενημερωτικών μέσων ο σύζυγός του, ο σκύλος του και εν γένει οι επιλογές του που δεν αφορούσαν αυτές καθεαυτές τις πολιτικές του θέσεις.

Όπως ο Νταλάρας, έτσι και ο Κασσελάκης ανακάλυψε με σχετική καθυστέρηση ότι το παιχνίδι με τα μέσα ενημέρωσης δεν είναι μονοδιάστατο και δεν παίζεται με τους κανόνες που θέλει να χαράξει όποιος διεκδικεί την αίγλη της προβολής τους. Χωρίς να αποτελεί απόδειξη ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ μαθαίνει όσο γρήγορα ισχυρίσθηκε ότι μπορεί να το κάνει, γεγονός είναι ότι από την απόλυτη υπερέκθεση, στην οποία κατέφυγε όταν εμφανίστηκε στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό, το τελευταίο διάστημα κινείται στον αντίποδα, επιλέγοντας την «εξαφάνιση» από το προσκήνιο που παρακολουθήσαμε τις προηγούμενες ημέρες με το «κρυφτούλι» των Σπετσών.

Για να μην αδικήσουμε, πάντως, τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πρέπει να επισημάνουμε ότι και οι νυν κυβερνώντες δεν απέχουν από την ίδια νοοτροπία. Απλώς δεν ήρθε ακόμη το πλήρωμα του χρόνου για να αισθανθούν και εκείνοι ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν χειραγωγούνται. Και όσο και αν καταφέρει κάποιος να τα χειραγωγήσει, αυτό δεν ισχύει δια παντός. Διότι, έτσι θα χάσουν την «πρώτη ύλη» και άρα την επιρροή τους στην κοινή γνώμη.

Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2023

Σε ποιον ανήκουν οι έδρες και ποιοι είναι οι «αποστάτες»

«Oι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος», ορίζει ρητά και απερίφραστα το Σύνταγμα της Ελλάδος (άρθρο 51, παραγρ. 2) και κάποιος πρέπει να αναλάβει να το πει στον Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος μάλλον το αγνοεί, παρότι εξέπνευσε το δίμηνο της περιόδου χάριτος που είχε ζητήσει ο ίδιος για να μάθει να εκφράζεται στα ελληνικά και να έχει έγκυρη άποψη για την πολιτική μας πραγματικότητα.

Αν το ήξερε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως αν το σεβόταν, δεν θα ζητούσε, ούτε ο ίδιος, ούτε ο περίγυρος του που λειτουργεί και ως υποβολέας, να παραδώσουν τις έδρες οι βουλευτές που εγκαταλείπουν το κόμμα του επειδή αισθάνονται ότι έχουν διαρραγεί οι πολιτικοί, ψυχολογικοί και ανθρώπινοι δεσμοί που είχαν μαζί του.

Χωρίς την παραμικρή διάθεση εκ μέρους μου να δικαιολογηθούν όλες οι κινήσεις και οι πρωτοβουλίες εκείνων που αποχωρούν από την Κουμουνδούρου, ειλικρινά απορώ πως θα μπορούσαν να έμεναν κάτω από την ίδια στέγη πολιτικά στελέχη τα οποία επικρίνονται από την ηγετική ομάδα του κόμματός τους ότι λειτουργούν ως «πέμπτη φάλαγγα».

Το ότι οι αποχωρούντες είχαν νωρίτερα χρησιμοποιήσει βαρύτατες εκφράσεις (περί Τραμπ, Μπέπε Γκρίλλο, φυτευτού αρχηγού κλπ) δεν αρκεί για να δικαιολογηθεί η επιθετικότητα με την οποία αντέδρασε η ομάδα Κασσελάκη που έχει να ηνία στην Κουμουνδούρου. Διότι, όποια άποψη και αν έχει κανείς για την κυβερνητική θητεία του Ευκλείδη Τσακαλώτου, δύσκολα θα μπορούσε να τον φανταστεί να παραμένει στις «γραμμές» ενός κόμματος που ο αρχηγός του δηλώνει δημοσίως ότι «η εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε με Τσακαλώτους και Κατρούγκαλους έχει λήξει».

Υπό αυτό το πρίσμα, χρειάζεται πολύ μεγάλο θράσος για να χαρακτηρίζει κάποιος «αποστάτες» βουλευτές που ανεξαρτητοποιούνται από ένα κόμμα που δεν τους θέλει και δεν το θέλουν. Το θράσος γίνεται απύθμενο όταν αυτούς τους χαρακτηρισμούς εκστομίζουν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είναι το κόμμα που επιδόθηκε στη μαζικότερη αποστασία βουλευτών της μεταπολιτευτικής περιόδου. Και το έκανε με μοναδική επιδίωξη να διατηρηθεί στην εξουσία σχηματίζοντας κυβέρνηση – «κουρελού» με πολιτικά ρετάλια που προσεταιρίστηκε από σχεδόν όλες τις πτέρυγες της Βουλής.

Για όσους ενδεχομένως διαθέτουν κοντή μνήμη, ή απλώς δεν θυμούνται, χρειάζεται να επισημανθεί το γεγονός ότι, για να σχηματιστεί η πλειοψηφία η οποία επέτρεψε τον Ιανουάριο του 2019 να περάσει από τη Βουλή η περίφημη Συμφωνία των Πρεσπών και να μην πέσει η τότε κυβέρνηση, ο Αλέξης Τσίπρας διέλυσε τις κοινοβουλευτικές ομάδες των ΑΝΕΛ και του Ποταμιού και έπληξε τη συμπαράταξη ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ αποσπώντας τον Θ. Θεοχαρόπουλο.

Νωρίτερα είχε ανενδοίαστα ενσωματώσει στο κόμμα του βουλευτές που είχαν αποσκιρτήσει από τους ΑΝΕΛ, την Ένωση Κεντρώων (ποιος θυμάται την κυρία Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου;), αλλά ακόμη και από τη Νέα Δημοκρατία: η κυρία Κατερίνα Παπακώστα έγινε με απόφαση του κ. Τσίπρα η πρώτη και μόνη βουλευτής που είχε εκλεγεί με την αξιωματική αντιπολίτευση και έγινε στην ίδια κοινοβουλευτική περίοδο υφυπουργός με το αντίπαλο κυβερνών κόμμα!

Κακά τα ψέματα, μετά τη διαβόητη «Αποστασία» της περιόδου 1965 – 1966, οπότε ανετράπη ο εκλεγμένος πρωθυπουργός και οι βουλευτές της πλειοψηφίας, ενδίδοντας σε εξαγορές, στήριξαν άλλες κυβερνητικές λύσεις, ο μόνος πρωθυπουργός ο οποίος διατήρησε το αξίωμα του χάρις σε αποστάτες ήταν ο Αλέξης Τσίπρας.

«Αποστασία», άλλωστε, για να μην χάνουμε την έννοια των λέξεων και της πολιτικής ορολογίας, είναι όταν κάποιοι αποσπώνται από την παράταξή τους και περνούν στην απέναντι πολιτική όχθη στηρίζοντας την εξουσία των αντιπάλων τους.

Ανεξάρτητα, πάντως, από την προαναφερθείσα συνταγματική διάταξη που ρητά κατοχυρώνει το δικαίωμα των βουλευτών να «αντιπροσωπεύουν το Έθνος» και, άρα, να πολιτεύονται χωρίς να δίνουν λόγο όχι μόνον στο κόμμα με το οποίο κατέβηκαν στις εκλογές, αλλά ούτε καν στους ψηφοφόρους που τους ψήφισαν, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αποστασία στην περίπτωση των 9+2 μελών της Εθνικής Αντιπροσωπείας οι οποίοι εξελέγησαν τον περασμένο Ιούνιο με τον ΣΥΡΙΖΑ και σχεδιάζουν να σχηματίσουν τις επόμενες ημέρες τη δική τους Κοινοβουλευτική Ομάδα.

Είναι αναφαίρετο δικαίωμα τους, το οποίο δεν θα μπορούσε να τους αμφισβητηθεί ακόμη και αν επέλεγαν να παραμείνουν ανεξάρτητοι. Όπως και να έχει, τα καταστατικά των κομμάτων που, σε κάποιες περιπτώσεις, περιέχουν ρυθμίσεις με τις οποίες επιχειρείται να δεσμευτούν οι βουλευτές ότι θα παραιτούνται της έδρας τους όταν έρχονται σε διαφωνία με την ηγεσία τους, δεν έχουν την παραμικρή αξία.

Αυτό ισχύει πρωτίστως από νομικής άποψης, γεγονός που βεβαίως καθιστά απλά κουρελόχαρτα διάφορες δήθεν υπεύθυνες δηλώσεις που υποχρεώνονται να υπογράψουν υποψήφιοι βουλευτές -όχι μόνον από τον ΣΥΡΙΖΑ- κυρίως πριν από τις εκλογές.

Αλλά και από την ηθική και πολιτική διάσταση του θέματος, στις περισσότερες περιπτώσεις το δίκαιο είναι με το μέρος των βουλευτών και όχι των κομματικών ηγεσιών. Πολύ περισσότερο που δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι τα κόμματα στη χώρα μας, μάλλον χωρίς εξαίρεση, λειτουργούν με τήρηση των κανόνων της δημοκρατικής λειτουργίας. Και αυτό δεν αφορά μόνον το κόμμα του κ. Κασσελάκη.

Δυστυχώς, ο «κανόνας» που ισχύει στην πράξη ακόμη και για κόμματα, όπως ο -προ Κασσελάκη- ΣΥΡΙΖΑ, στα οποία ήταν εμφανής η λειτουργία τάσεων και ομαδοποιήσεων, στο τέλος εκείνος που αποφασίζει είναι ο αρχηγός. Εκείνος καθορίζει τη γραμμή και συγκροτεί την ηγετική ομάδα. Προνόμιο του θεωρείται η στελέχωση των ψηφοδελτίων, αλλά και η σύγκληση των κομματικών οργάνων. Για να μην αναφερθούμε στις αντιδημοκρατικές φαεινές ιδέες της «παρέας Κασσελάκη» περί εσωτερικών δημοψηφισμάτων για την επιβολή πειθαρχικών ποινών ή περί «Πολιτικού Κέντρου», που έρχονται και πάνε κατά πως βολεύουν την «παρέα».

Είναι, λοιπόν, ώρα να σταματήσει η «καραμέλα» περί «αποστατών» που έτσι κι αλλιώς είναι λιωμένη γιατί ουδείς την παίρνει στα σοβαρά. Οι πολίτες όταν πηγαίνουν στις κάλπες δεν ψηφίζουν μόνον κόμματα. Επιλέγουν και βουλευτές οι οποίοι πρέπει να έχουν άποψη και προσωπικότητα. Και να μην είναι απλώς «στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα…».

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2023

«Του λιτλ, του λέιτ*», που λέμε και στην… Ήπειρο!

Ήταν, θεωρώ, θέμα χρόνου και το πλήρωμά του φαίνεται ότι ήρθε αυτές τις μέρες που ξεκίνησε η μεγάλη φυγή στελεχών από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν θα μπορούσε παρά να κατρακυλήσει στην τρίτη θέση στη σειρά κατάταξης των κομμάτων, χωρίς μάλιστα να αποκλείεται η δυναμική των επερχόμενων εξελίξεων να τον οδηγήσει ακόμη πιο κάτω στην ευρωκάλπη του προσεχούς Ιουνίου. 

Όλα, εξάλλου, μαρτυρούν ότι δεν είναι ούτε πρόσκαιρο ούτε συγκυριακό το πέρασμα του ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη θέση έπειτα από ένδεκα ολόκληρα χρόνια, όπως κατεγράφη στην πρώτη δημοσκόπηση η οποία είδε το φως της δημοσιότητας μετά τα ρήγματα που προκάλεσε ο «τσαμπουκάς» του Στέφανου Κασσελάκη και όσων τον πλαισιώνουν κατά τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο Σαββατοκύριακο. 

Μπορεί η ίδια η Χαριλάου Τρικούπη να μην κάνει και… τόσα πολλά για να ανατραπεί ο συσχετισμός των δυνάμεων ανάμεσα στα αντιπολιτευόμενα κόμματα, το έργο της διάλυσης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης φαίνεται ότι το έχουν αναλάβει οι τωρινοί «ένοικοι» της Κουμουνδούρου.

Τα δηλητηριώδη βέλη που ανταλλάσσουν ο ουρανοκατέβατος νέος αρχηγός και οι συν αυτώ με τους εσωκομματικούς αμφισβητίες τους, οι οποίοι ο ένας μετά τον άλλον παίρνουν την άγουσα προς την έξοδο, δείχνουν ότι στο συνονθύλευμα που είχε συνασπιστεί γύρω από την προοπτική εξουσίας, που τους έδινε παλαιότερα ο Αλέξης Τσίπρας, δεν υπάρχει πλέον καμία συγκολλητική ουσία ικανή να μπορεί να το κρατήσει ενιαίο. 

Το ενδιαφέρον, πάντως, είναι ότι, σε αντίθεση με εκείνους που μένουν, σχεδόν όλοι όσοι φεύγουν δείχνουν σα να έχουν μεταμορφωθεί και να προσχωρούν στο πεδίο της λογικής. Τα κείμενα αποχώρησης που υπογράφουν οι περισσότεροι μπορεί να έχουν αρκετές σάλτσες, όπως τους κατηγόρησε ο Κασσελάκης, πλην όμως διαθέτουν συνοχή και κάνουν παραδοχές για τις οποίες, ακόμη και αν διαφωνείς μαζί τους, δεν μπορείς να πεις ότι απέχουν από την πραγματικότητα. 

Αναγνωρίζουν, για παράδειγμα, ότι δεν ήταν όλα καλώς καμωμένα από τον ΣΥΡΙΖΑ, είτε όταν ήταν στην εξουσία είτε όταν πέρασε στην αντιπολίτευση. Παραδέχονται τις λάθος αναγνώσεις και τις απλοϊκές ερμηνείες σύμφωνα με τις οποίες οι πολίτες εξαπατήθηκαν και γι΄ αυτό καταψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ. Και -το κυριότερο που, αν θέλετε, δείχνει ότι αφήνουν πίσω την παράνοια της κατασκευής μιας πλαστής πραγματικότητας που μόνον οι ίδιοι έβλεπαν- δεν αμφισβητούν τις δημοσκοπήσεις, όπως συνέβαινε χρόνια τώρα, που τις εμφάνιζαν ως δήθεν συνωμοσία του «συστήματος» το οποίο τάχατες τούς πολεμούσε.

Την ίδια ώρα οι σφοδρές αντιπαραθέσεις γύρω από τον άθλιο ρόλο που διαδραμάτιζαν και εξακολουθούν να διαδραματίζουν τα πολυποίκιλα Συριζοτρόλ αναδεικνύουν το σαθρό πεδίο μέσα από το οποίο ξεπήδησε ένας αλλοπρόσαλλος κομματικός σχηματισμός, όπως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2012 - 2023, που δεν κατάφερε να γειωθεί με την ελληνική κοινωνία επειδή το πάνω χέρι σε αυτόν είχαν δυνάμεις του πολιτικού περιθωρίου.

Είναι οι δυνάμεις που στο παρελθόν πολεμούσαν με ανοίκειες μεθόδους τους αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μόλις αισθάνθηκαν ότι απειλούνταν από «εσωτερικούς εχθρούς» δεν δυσκολεύτηκαν να εξαπολύσουν τις ίδιες δολοφονικές επιθέσεις χαρακτήρων ενάντια στους μέχρι χθες «συντρόφους» τους.

Ο πόλεμος, εξάλλου, ο οποίος ξέσπασε αυτές τις μέρες γύρω από το διαβόητο «μαξιλάρι» των 37 δισ. ευρώ ήταν μια απτή απόδειξη των δύο… κόσμων που στέγαζε μέχρι πρότινος η αξιωματική αντιπολίτευση. Από τη μια είναι οι αρειμάνιοι πολακιστές, που «όλα τα σφάζουν και όλα τα μαχαιρώνουν» χωρίς να έχουν πρόβλημα να καταφύγουν σε ανέξοδους βερμπαλισμούς ότι δήθεν κάποιοι κακοί μέσα στην κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν επέτρεψαν να μοιραστούν χρήματα στον λαό για να έχουν ακόμη την κυβέρνηση.

Από την άλλη, αντιπαρατάσσονται, έστω με καθυστέρηση, κάποιοι όψιμοι ρεαλιστές που προσπαθώντας να διαφυλάξουν την αξιοπρέπειά τους υποστηρίζουν ότι το αποκαλούμενο «μαξιλάρι» δεν ήταν χρήματα που μπορούσαν να μοιραστούν επειδή στην πραγματικότητα ήταν «λύτρα» τα οποία έπρεπε να μείνουν να μείνουν ανέπαφα για να μπορεί να συνεχίζεται απρόσκοπτα ο δανεισμός του ελληνικού δημοσίου. (Σ.Σ.: Μέχρι και με τον γνωστό και μη εξαιρετέο Πάνο Λάμπρου είχα επ΄ αυτού μια πολλή λογική συζήτηση τις προηγούμενες ημέρες στο στούντιο της εκπομπής «Συνδέσεις» της ΕΡΤ που μας φιλοξένησε και τους δύο).

Τις επικίνδυνες ατραπούς που ανοίγονται από τις επιλογές της ομάδας Κασσελάκη φαίνεται να αντιλήφθηκε με μεγάλη καθυστέρηση και ο τέως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μέχρι τώρα τηρούσε μια αιδήμονα σιωπή, επειδή ίσως -με «μακιαβελικού τύπου», όπως λένε ορισμένοι- υπολογισμούς πίστευε ότι η νέα ηγετική ομάδα θα δούλευε για την υστεροφημία του και θα εξοβέλιζε όσους αμφισβητούσαν ότι ήταν ο ένας και μοναδικός δημιουργός του κόμματός του.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Τσίπρας, ο οποίος δεν αντιδρούσε στις επανειλημμένες εκκλήσεις παλαιών συνεργατών του να διαψεύσει ότι δήθεν είχε πέσει θύμα εσωτερικών αμφισβητήσεων, αισθάνθηκε την ανάγκη να παρέμβει μόλις αντιλήφθηκε ότι με τη φόρα που έχουν πάρει οι… «σκιτζήδες» οι οποίοι κατέλαβαν τον 7ο όροφο της Κουμουνδούρου θα αποδομήσουν πλήρως τον ίδιο προσωπικά και την όποια κληρονομιά τούς άφησε. Αν πιστέψουμε, άλλωστε, τις διαρροές συνομιλητών του, «έχει τρομάξει κι ο ίδιος από αυτά που βλέπει να εκτυλίσσονται».

Μόνον, όμως, που -από αδυναμία χαρακτήρα, άραγε, ή από ταπεινό υπολογισμό;- ο Αλέξης Τσίπρας καθυστέρησε πάρα πολύ να παρέμβει. Με αποτέλεσμα οι κινήσεις τις οποίες κάνει πλέον παρασκηνιακά να θυμίζουν τη φράση «too little, too late». Το ποτάμι της δρομολογημένης διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν γυρίζει πίσω. Ίσως διότι δεν του έπρεπε τίποτε λιγότερο. Κυρίως επειδή η ελληνική κοινωνία φαίνεται διατεθειμένη να κλείσει και τους τελευταίους λογαριασμούς που άνοιξαν την περίοδο της μνημονιακής επέλασης.

*Είναι η ελληνική γραφή της αγγλικής έκφρασης «too little, too late», η οποία, για όσους ενδεχομένως δεν το ξέρουν, σημαίνει «τόσο λίγα και τόσο αργά» (όπως λέμε και στην… Ήπειρο όταν μεταφράζουμε τη δική μας ρήση «καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια»…).

 

Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

«Πέστε να έρθουν… ψυχολόγοι είναι σοβαροί οι λόγοι…»


            Αν ισχύει η γνωστή λαϊκή ρήση, σύμφωνα με την οποία «από μικρό και από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια», τότε νομίζω ότι ο Πάνος Καμμένος, το… μικρό «αδελφάκι» του ΣΥΡΙΖΑ, έκανε τον πιο εύστοχο σχολιασμό για τα δρώμενα στο πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λέγοντας ότι «τη διοίκηση του φρενοκομείου την ανέλαβαν οι τρόφιμοι».

            Με την ιδιότητά του «ως τέως κυβερνητικός εταίρος», την οποία, άλλωστε, επικαλέστηκε, ο αρχηγός των ΑΝΕΛ ξέρει ίσως περισσότερο από κάθε άλλον τα πρόσωπα και τις καταστάσεις που συνθέτουν το ετερόκλητο συνονθύλευμα των ΣΥΡΙΖΑίων, το οποίο δεν είναι τυχαίο ότι στο σύνολό του και χωρίς καμία εξαίρεση, επέλεξε τον κ. Καμμένο και τους συν αυτώ για να μοιραστούν την εξουσία που τόσο απροσδόκητα κλήθηκαν να διαχειριστούν τον Ιανουάριο του 2015.

Είναι πλέον παγκοίνως γνωστό ότι ενώ υπήρχαν και άλλες κυβερνητικές λύσεις, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να συνεργαστεί με τον κ. Καμμένο στο πλαίσιο της υποτιθέμενης αντιμνημονιακής συμφωνίας που είχαν συνάψει όταν ήταν ακόμη στην αντιπολίτευση και έστηναν από κοινού σκευωρίες με δήθεν απόπειρες χρηματισμού στελεχών των ΑΝΕΛ, οι οποίες -τι ζήσαμε αλήθεια!- αποκαλύπτονταν τάχατες σε τηλεοπτικά πρωινάδικα από ηθοποιούς που διακονούσαν την τέχνη της κωμωδίας.

Η φαρσοκωμωδία έγινε πλήρης εν συνεχεία, όταν όλοι μαζί οργάνωσαν το ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα το οποίο απετέλεσε το απαραίτητο προπέτασμα καπνού για να ακολουθήσει το παγκόσμιο ρεζίλι με τη μεγαλύτερη «κωλοτούμπα» όλων των εποχών που έκαναν εκχωρώντας στους δανειστές της χώρας το σύνολο της δημόσιας περιουσίας την οποία ουδείς από τους προκατόχους τους είχε διανοηθεί να παραχωρήσει: ούτε ο Γιώργος Παπανδρέου, ούτε ο Λουκάς Παπαδήμος, ούτε ο Αντώνης Σαμαράς, οι οποίοι έχασαν την εξουσία με τη ρετσινιά του «μνημονιακού», είχε ενδώσει στις απαιτήσεις των δανειστών στις οποίες ενέδωσε το ντουέτο των Τσίπρα και Καμένου.

Ο Πάνος Καμμένος, λοιπόν, ξέρει καλύτερα από κάθε άλλον με ποιους συνεργάστηκε τα χρόνια που συγκυβέρνησε με το σύνολο των ΣΥΡΙΖΑίων. Κάποιοι, άλλωστε, από όσους σήμερα εξεγείρονται, επειδή ο νέος αρχηγός τους Στέφανος Κασσελάκης ενστερνίζεται φιλελεύθερα ιδεολογήματα, όταν κατείχαν υπουργικούς θώκους δεν είχαν πρόβλημα να υπηρετούν σε θέσεις εντεταλμένων και υφισταμένων του αρχηγού των ΑΝΕΛ. Τον έβλεπαν να επιδίδεται σε ένα ατελείωτο λαϊκίστικο κρεσέντο, «σταυρώνοντας», άλλοτε, τα αεροπλάνα και καθιστώντας, σε άλλες φάσεις, εγγυητή της κυβερνητικής σταθερότητας τον Αρχιεπίσκοπο, χωρίς ουδείς εξ αυτών, που κατά τα άλλα παρίσταναν τους ανεξίθρησκους, να διαμαρτύρεται. 

Για παράδειγμα, ο Νίκος Φίλης, ο οποίος τώρα… ανέβηκε στα κεραμίδια της Κουμουνδούρου -και δικαίως ίσως- κατά των αλλοπρόσαλλων θέσεων, απόψεων και πρωτοβουλιών του κ. Κασσελάκη, είχε καταπιεί αμάσητες τις εναντίον του προσκλήσεις από τον κυβερνητικό εταίρο του κόμματός του και παρέδωσε αδιαμαρτύρητα το υπουργείο Παιδείας από το οποίο εκπαραθυρώθηκε επειδή, καλώς ή κακώς, είχε γίνει στόχος θρησκευτικών κύκλων. 

Για να μην πούμε για τον Δημήτρη Βίτσα που μια χαρά υπηρέτησε ως αναπληρωτής του κ. Καμμένου στο υπουργείο Άμυνας. Ή, πολύ χειρότερα, για τον Πάνο Σκουρλέτη, ο οποίος, αν και υπηρέτησε ως υπεύθυνος Τύπου αλλά και γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ, ανακάλυψε τώρα τον άθλιο ρόλο που διαδραματίζει ο εσμός των διαδικτυακών τρολ της Κουμουνδούρου που όλα τα προηγούμενα χρόνια επιδίδονταν σε δολοφονίες χαρακτήρων των αντιπάλων του Αλέξη Τσίπρα, αλλά τώρα περιέλαβαν όσους δεν συντάσσονται με την ομάδα που περιβάλλει τον κ. Κασσελάκη.      

Άρα, μετά λόγου γνώσεως, ο κ. Καμμένος παρομοιάζει τα προσφάτως τεκταινόμενα στον ΣΥΡΙΖΑ με τις καταστάσεις που ισχύουν στα φρενοκομεία. Απόντος, άλλωστε, του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος διοικούσε με πυγμή και χωρίς αντιρρήσεις το… φρενοκομείο της Κουμουνδούρου, τώρα οι «τρόφιμοι», οι οποίοι μέχρι πρότινος ήταν σε καταστολή, χάρις της προοπτικής να αναλάβουν και πάλι την εξουσία, τελούν πλέον σε κατάσταση υπερδιέγερσης, διεκδικώντας τη… διοίκηση του Ιδρύματος που τούς στεγάζει. 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν ο νέος αρχηγός τους, τον οποίο η πλειοψηφία εξέλεξε επειδή φάνταζε ικανός να τους επαναφέρει στην Εδέμ της εξουσίας, δικαίωνε τον ισχυρισμό του ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε να κερδίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα είχε γίνει αποδεκτός από όλους αυτούς που νέμονταν την εξουσία χάρις στον συνεταιρισμό που είχαν συνάψει με τον Πάνο Καμμένο. 

Επειδή, όμως, όλα μαρτυρούν το αντίθετο, ότι δηλαδή ο κ. Κασσελάκης όχι μόνον δεν υπηρετεί το αφήγημα της επιστροφής στην εξουσία, αλλά το υπονομεύει, είναι απλώς ζήτημα πολύ λίγου χρόνου που, όπως και πάλι πρεσβεύει η λαϊκή σοφία, τα ανεμομαζέματα να γίνουν διαβολοσκορπίσματα. 

Σε κάθε περίπτωση, για να θυμηθούμε τον «χρησμό» του γνώστη της ΣΥΡΙΖΑϊκής πραγματικότητας Πάνου Καμμένου, τον τελευταίο λόγο θα τον έχουν ψυχίατροι και ψυχολόγοι… 

Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2023

Το «φλερτ» ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ και το «βοήθα με, φτωχέ μου, να μην γίνω σαν και σένα»

            Ανάμεσα στα λίγα ή πολλά που κληρονόμησε ο Στέφανος Κασσελάκης από τον προκάτοχό του στην ηγετική καρέκλα της Κουμουνδούρου φαίνεται ότι είναι η… αθεράπευτη αισιοδοξία -κατ΄ άλλους ματαιοδοξία- την οποία εξέπεμπε επί χρόνια, δημοσίως τουλάχιστον, ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος, ενώ όλα γύρω του μαρτυρούσαν ότι είχε χρεοκοπήσει πολιτικά, επέμενε να παριστάνει τον «άχαστο» σε βαθμό που, παρότι ηττήθηκε επανειλημμένα, δεν παραιτήθηκε, παρά μόνον, κατά την έκφρασή του, «παραμέρισε».  

Δεν εξηγείται αλλιώς η ανυπέρβλητη χαρά με την οποία υποδέχτηκε ο νεόκοπος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών της περασμένης Κυριακής μέσω της φωνητικής ανάρτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που έκανε από το πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου το οποίο κινούνταν στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταγράψει εκείνη την ημέρα τη χειρότερη εκλογική επίδοση από την ίδρυση του και ο Κασσελάκης πανηγύριζε για κάτι που μόνον εκείνος είχε εκλάβει ως νίκη.  

Βλέποντάς τον αισθανόσουν ότι το αυτοκινητιστικό διάγγελμα θα κατέληγε με το γνωστό ειρωνικό σχόλιο… «κερδάμε αδέλφια!». Και ότι αμέσως μετά θα ξεσπούσε στα βροντερά γέλια, δίνοντας, έτσι, ο ίδιος τέλος στη φαρσοκωμωδία που όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται ότι εξελίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεν το έκανε, όμως. Διότι, όπως όλα δείχνουν, η ευκολία με την οποία ένας άνθρωπος του χρήματος, όπως εκείνος, κατάφερε να κατακτήσει την ηγεσία ενός κόμματος που αυτοτοποθετείται στην Αριστερά, ενίσχυσε την ήδη μεγάλη αυτοπεποίθησή του και τον οδηγεί σε επίπεδα οίησης και αλαζονείας, που ίσως αποδειχθούν ακόμη υψηλότερα από αυτά στα οποία είχε κινηθεί ο προηγούμενος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. 

Ο Αλέξης Τσίπρας, άλλωστε, είχε υπερασπιστεί, ενόσω ήταν πρωθυπουργός, το δικαίωμά του στην οίηση. Είχε πει χαρακτηριστικά, τον Δεκέμβριο του 2015, από το βήμα της Βουλής ότι «θα είχε κάθε δικαίωμα και θα ήταν δικαιολογημένη μια μικρή οίηση σε κάποιον που δεν προέρχεται από τζάκι και κατάφερε στα σαράντα του να γίνει πρωθυπουργός». Μπορεί να μιλούσε σε τρίτο πρόσωπο, αλλά αναφερόταν στον εαυτό του, σε μια εποχή που είχε κάνει τη μεγάλη κωλοτούμπα και είχε ανατρέψει άρδην την ετυμηγορία που ψευδεπίγραφου δημοψηφίσματος που είχε προκηρύξει λίγους μήνες νωρίτερα.  

Αν, λοιπόν, «ήταν δικαιολογημένη μια μικρή οίηση» για τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος  έγινε πρωθυπουργός επειδή καβάλησε το κύμα της αντιμνημονιακής υστερίας και δεν είχε πρόβλημα όταν πήρε την εξουσία να κάνει τα ακριβώς αντίθετα από όσα διακήρυττε προηγουμένως, φανταστείτε πόσο πιο εύκολο είναι να υποπέσει στο ίδιο «αμάρτημα» ένας αμερικανοτραφής νέος, ο οποίος, κατά δήλωσή του, έχει λύσει όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με τα προς το ζην ώστε να μην χρειάζεται να ξαναδουλέψει, ήρθε για διακοπές στην Ελλάδα με τα καλοκαιρινά ρούχα και πείστηκε να δοκιμάσει την τύχη του διεκδικώντας την ηγεσία ενός κόμματος με το οποίο μέχρι πρότινος δεν τον συνέδεε τίποτε απολύτως.  

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν η περίπτωση του Κασσελάκη είχε γίνει σειρά στο Netflix δεν θα έπειθε πολλούς να τη δουν, διότι οι περισσότεροι θα θεωρούσαν υπερβολικά ευφάνταστο όποιον υπέγραφε ένα τέτοιο σενάριο. Η ΣΥΡΙΖΑϊκή πραγματικότητα, όμως, αποδεικνύεται πιο ευφάνταστη και είτε γυριστεί ταινία, είτε όχι, αποτελεί ήδη πλανητικών διαστάσεων παραδοξότητα ο απίστευτος τρόπος με τον οποίο πήρε τα κλειδιά ενός αριστερού κόμματος κάποιος που πρεσβεύει ιδεολογικά τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που δεκαετίες τώρα διακηρύσσει το συγκεκριμένο κόμμα.

Μόνον και μόνον τα όσα είπε στην πρόσφατη Συνέλευση του ΣΕΒ για τον ρόλο του κεφαλαίου και «την ανάγκη καθιέρωσης των stockoptions (σ.σ.: διανομή μετοχών στους εργαζόμενους) προς επίτευξη συμπεριληπτικής ανάπτυξης» ήταν αρκετά για να κάνουν την περίπτωσή του αντικείμενο ειδικής μελέτης από την Πολιτική Επιστήμη. Και προφανώς δεν είναι αυτά τα μόνα στοιχεία που καθιστούν «case study» το παγκοσμίως πρωτοφανές φαινόμενο ένας… περαστικός να γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη αρχηγός μιας παράταξης η οποία κινείται στον αντίποδα των δικών του πεποιθήσεων.

Ο Κασσελάκης δείχνει να κινείται όπως τα υπερατλαντικά επιθετικά funds, τα οποία αναλαμβάνουν χρεωκοπημένες επιχειρήσεις με σκοπό να τις εξυγιάνουν, εφαρμόζοντας ανατρεπτικές θεραπείες σοκ και χωρίς να υπολογίζουν τη βούληση όσων ήταν προηγουμένως εκεί. Δείτε, για παράδειγμα, πως συμπεριφέρεται στα όργανα του κόμματος, τι ενδιαφέρον δείχνει για την τήρηση του καταστατικού και πόσο επιμένει στην αδιαμεσολάβητη επικοινωνία του ίδιου με τον λαό. Βεβαίως, τα κόμματα δεν λειτουργούν όπως ακριβώς λειτουργούν οι επιχειρήσεις και αργά ή γρήγορα θα το διαπιστώσουν ο νέος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και όσοι συνασπίστηκαν γύρω από αυτόν.

Από την περασμένη Κυριακή και ύστερα είναι σαφές ότι προσπαθούν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις από τη νέα εκλογική κατάρρευση που υπέστησαν, καλυπτόμενοι πίσω από τα αυτοδιοικητικά κέρδη που είχε το ΠΑΣΟΚ, το οποίο, μπορεί στα μνημονιακά χρόνια να έχασε εκατομμύρια ψηφοφόρους, διατήρησε, όμως, ερείσματα στους θεσμούς της αυτοδιοίκησης και του συνδικαλισμού. Γι΄ αυτό και τώρα που καταρρέει ο ΣΥΡΙΖΑ, η Χαριλάου Τρικούπη δεν φαίνεται διατεθειμένη να δώσει σανίδα σωτηρίας σε εκείνους που τη λοιδόρησαν και τη λεηλάτησαν όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Το «φλερτ» προς το ΠΑΣΟΚ για συμπόρευση ή ό,τιδήποτε άλλο, στο οποίο επιδίδεται ο υπό διάλυση ΣΥΡΙΖΑ, που το πιθανότερο είναι ότι σε λίγο καιρό δεν θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση, θυμίζει μια από τις πιο σοφές λαϊκές παροιμίες που ταιριάζουν γάντι στην περίσταση και η οποία λέει το εξής: «Βοήθα με, φτωχέ μου, να μη γίνω σαν και σένα».

Λέτε να ενδώσει ο Νίκος Ανδρουλάκης ή όποιος άλλος από τη Χαριλάου Τρικούπη διαθέτει στοιχειώδη κοινό νου και αίσθημα αυτοσυντήρησης; Δεν φαίνεται πιθανό. Διότι δεν δείχνουν να είναι… τόσο μεγάλα κορόιδα ώστε να δελεαστούν, όπως οι απελπισμένοι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, από τον «ουρανοκατέβατο» Στέφανο Κασσελάκη….

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Το γκελ του Κασσελάκη και οι κάλπες της άλλης Κυριακής

Ας ελπίσουμε ότι ο νέος ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη δεν θα έχει την ίδια αντίδραση που είχε ο παλαιός ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα κάθε φορά που τα τελευταία επτά χρόνια έβλεπε το φως της δημοσιότητας μια νέα δημοσκόπηση. Διότι, σε διαφορετική περίπτωση, προβλέπεται ότι θα ξαναζήσουμε σκηνές απείρου κάλους όλο το επόμενο διάστημα.

Αν κρίνουμε, μάλιστα, από το γεγονός ότι οι πρώτες μετρήσεις που δημοσιοποιήθηκαν αυτές τις μέρες διέψευσαν ακόμη και τις πιο συντηρητικές προσδοκίες για το υποτιθέμενο γκελ το οποίο θα έκανε στην κοινή γνώμη η επιλογή Κασσελάκη για την ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι απλώς θέμα χρόνου για το πότε θα αρχίσει να ξιφουλκεί και να εκτοξεύει απειλές κατά των δημοσκόπων ο μέντορας του νέου αρχηγού της Κουμουνδούρου, Παύλος Πολάκης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ελληνική κοινωνία αρέσκεται στην ανανέωση του πολιτικού δυναμικού. Και όταν διακρίνει ότι δημιουργούνται τέτοιες προϋποθέσεις ενθουσιάζεται και σπεύδει να επικροτήσει όσους την επαγγέλλονται. Θυμηθείτε πόσες φορές στο παρελθόν οι αλλαγές στις ηγεσίες κομμάτων ή η δημιουργία νέων πολιτικών σχηματισμών έγιναν δεκτές με πολύ θετική προαίρεση. Για παράδειγμα, πριν από σχεδόν δύο χρόνια που εξελέγη αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ο Νίκος Ανδρουλάκης, η δημοσκοπική δύναμη της Χαριλάου Τρικούπη εκτοξεύτηκε στα ύψη. Ανεξάρτητα αν στην πορεία του χρόνου υπήρξε προσγείωση που δεν δικαίωσε τις αρχικές εντυπώσεις.

Αντιθέτως, το πιο πρόσφατο κύμα των μετρήσεων δείχνει ότι, παρά την πρωτοφανή για τα εγχώρια -αλλά ίσως και για τα διεθνή- χρονικά επικοινωνιακή καταιγίδα, με την οποία συνοδεύτηκε η… ουρανοκατέβατη εμφάνιση του αμερικανοτραφούς οικονομολόγου-επιχειρηματία, η ανταπόκριση της κοινής γνώμης δεν φαίνεται να ήταν η αναμενόμενη. Η πλειονότητα των πολιτών δεν έδειξε να συγκινείται από το… «καινούργιο κοσκινάκι» που τόσο ξαφνικά ενέσκηψε στο ελληνικό πολιτικό στερέωμα.

Παρόλο που οι μισοί από τους ερωτηθέντες (51%) στη δημοσκόπηση της Pulse για τον Σκάι απαντούν ότι η κυβέρνηση στις πρώτες 100 ημέρες από την εκλογή της κινείται σε λάθος κατεύθυνση, ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν καταφέρνει να καλύψει το κενό που δημιουργείται. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει ο δημοφιλέστερος πολιτικός αρχηγός ενώ η Νέα Δημοκρατία διατηρεί σχεδόν αλώβητο το double score που απέσπασε στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις σε σχέση με τον βασικό της αντίπαλο. 

Τη δυσαρέσκεια από τις πρόσφατες κυβερνητικές αστοχίες στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και όχι μόνον δεν την καρπώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ (ούτε, ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ – και αυτό είναι πρόβλημα για τον Νίκο Ανδρουλάκη). Επωφελούνται από αυτήν η Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ.

Κι όλα αυτά καταγράφονται ενώ σε λιγότερο από δέκα ημέρες θα (ξανα)πάμε στις κάλπες. Μπορεί αυτή τη φορά να καλούμαστε να εκλέξουμε τους τοπικούς άρχοντες, οι οποίοι θα διαχειριστούν τις τύχες των πόλεων και των περιφερειών που ζούμε για την επόμενη πενταετία, πλην, όμως, όπως παραδοσιακά συμβαίνει, η έκφραση της λαϊκής ετυμηγορίας έχει πάντα πολιτικά χαρακτηριστικά. Πολύ περισσότερο όταν όλα τα κόμματα στις περισσότερες από τις 13 περιφέρειες και στους τρεις μεγαλύτερους δήμους επέλεξαν να δώσουν χρίσματα.

Αφού το έκαναν, τότε μοιραία στις 8 Οκτωβρίου, που είναι ο πρώτος γύρος των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, και στις 15, που θα γίνει ο δεύτερος γύρος, μοιραία θα ακολουθήσει πολιτικό «ταμείο» και όλοι θα μετρήσουν κέρδη και ζημιές.

Όσο, πάντως, κι αν μοιάζει να είναι άδικο ότι το αποτέλεσμα αυτής της κάλπης κάποιοι θα σπεύσουν να το προσθέσουν στο παθητικό του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος μετά την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας θα είναι αρχηγός μόλις τριών εβδομάδων, από την άλλη δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι ήταν επιλογή του ίδιου και όσων βρίσκονται πίσω του ή δίπλα του να ηγηθεί ενός κόμματος το οποίο δεν απέκτησε ποτέ κοινωνικές γειώσεις.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, κακά τα ψέματα, πέτυχε επί των ημερών της ηγεσίας του Αλέξη Τσίπρα να γίνει κόμμα εξουσίας και να κυβερνήσει -με τον τρόπο που κυβέρνησε!- τη χώρα. Δεν κατάφερε, όμως, να αποκτήσει ρίζες στο κοινωνικό σώμα και ούτε είχε ποτέ στελεχιακό δυναμικό το οποίο να ανταποκρίνεται στις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες. 

Από τον συνδικαλισμό ως την Τοπική Αυτοδιοίκηση ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν και παρέμεινε, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, μια λέσχη με ετερόκλητα μεγαλοστελέχη που είχαν ποικίλες πολιτικές προελεύσεις: από το παλαιό ΚΚΕ Εσωτερικού και το ΚΚΕ έως την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και τις παρυφές της τρομοκρατίας και από τους αριβίστες του παλαιού ΠΑΣΟΚ έως τους ψεκασμένους των ΑΝΕΛ και τον κάθε πικραμένο δεξιό που δεν εβρισκε ρόλο στη μητσοτακική Νέα Δημοκρατία.

Αντίστοιχη προέλευση είχε και έχει η αποδεκατισμένη μάζα των ψηφοφόρων που απέμειναν στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ και προσήλθαν την περασμένη Κυριακή, επιλέγοντας πλειοψηφικά Κασσελάκη, επειδή τους έπεισε ότι είναι ο καταλληλότερος για να πάρει την πρωθυπουργία από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. 

Οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών έδειξαν ότι η πλειονότητα των πολιτών δεν συμμερίζεται τέτοιες υπερφίαλες διακηρύξεις. Οι αντιφάσεις του νέου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ήταν κατά της θητείας, αλλά τώρα ζητάει να υπηρετήσει στη… Ρω, δεν πείθουν παρά έναν πυρήνα φανατικών που δύσκολα μπορεί να ξαναγίνει πλειοψηφικό ρεύμα.

Όλο και περισσότεροι συμπολίτες μας είναι πια υποψιασμένοι με τη fake επικοινωνία και αυτό θα φανεί τόσο την άλλη Κυριακή, όσο, πολύ πιο παραστατικά, στις ευρωεκλογές του επερχόμενου Ιουνίου.