Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαϊκάλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαϊκάλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

Ατελείωτος παρακρατικός «βόρβορος»*


Το κείμενο της απομαγνητοφωνημένης συνομιλίας με τον πρώην υπουργό Νίκο Παπά που κατέθεσε στην Προανακριτική Επιτροπή ο επιχειρηματίας Σάμπυ Μιωνής συνιστά, χωρίς υπερβολή, την επιτομή της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛικής διακυβέρνησης και συνάμα αποτελεί αναμφισβήτητο μνημείο απροσμέτρητης φαυλότητας που όμοιό του δύσκολα μπορεί να βρει κανείς στην πρόσφατη ελληνική πολιτική ιστορία.
Μόνον οι εκφράσεις τις οποίες χρησιμοποιεί ένας υπουργός εκλεγμένης κυβέρνησης, φθάνοντας μέχρι του σημείου να χαρακτηρίζει κυνικά «μαγαζί» την κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει, όπως και ο τρόπος που συνομιλεί με έναν ιδιώτη επιχειρηματία, τον οποίο αποκαλεί με τη πασίγνωστη ελληνική λέξη με τα τρία «α», λες και είναι παιδικοί φίλοι, αναδύουν τέτοια χυδαιότητα που είναι αδύνατο να την προσπεράσει κάποιος.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ο παρακρατικός «βόρβορος», ο οποίος αναδεικνύεται μέσα από την επίμαχη συνομιλία Παπά - Μιωνή, όπως και από τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ που έφεραν στο φως τα «Παραπολιτικα», δείχνει πόσο αδίστακτη υπήρξε η στενή ηγετική παρέα της κατ΄ όνομα «πρώτη φορά αριστερής διακυβέρνησης». Μπροστά τους ορρωδούν και οι μεγαλύτεροι συνωμότες του υποκόσμου, αφού εμφανίζονται διατεθειμένοι να μετέλθουν οποιαδήποτε αθλιότητα θα μπορούσε να συμβάλει στη μακροημέρευση της παρουσίας τους στην εξουσία και να επαυξήσει τα ωφελήματα που απολάμβαναν σαν… να μην υπήρχε αύριο.  
Ξεχείλιζαν από αλαζονεία και δεν υπολόγιζαν κανέναν και τίποτε. Έκαναν τα στραβά μάτια σε παρανομίες τις οποίες ήξεραν και ομολογούσαν. Αρκεί να μην θιγεί το… «μαγαζί» τους. Οργάνωναν σκευωρίες για να εξουθενώσουν τους αντιπάλους τους, αδιαφορώντας αν εκείνους τους οποίους στοχοποιούν έχουν υποπέσει σε κάποια παρασπονδία ή είναι εντελώς αθώοι. Εύρισκαν δήθεν κρύπτες με στοιχεία και φαντασιωνόταν έρευνες και συλλήψεις το FBI. Ήθελαν πάση θυσία «στοιχεία» για τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι, τη σύζυγο του Κυριάκου Μητσοτάκη, χωρίς να πολυνοιάζονται αν έχει υποπέσει σε κάτι επίμεμπτο.
Στο καλοπροαίρετο ή μη ερώτημα, για το κατά πόσο είναι λογικό να γίνονται δεκτά ως αληθή τα καταγγελλόμενα από τον κ. Μιωνή και όχι ο αντίλογος του κ. Παπά, η απάντηση είναι προφανής. Διότι το πολιτικό συνονθύλευμα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει τόσο βεβαρημένο παρελθόν στην εφαρμογή παρακρατικών μεθόδων που δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών ούτε για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Η οποία, άλλωστε, αποτελεί ένα συμπίλημα πολλών υποθέσεων που διασυνδέονται μεταξύ τους και έχουν κοινό πρωταγωνιστή πίσω από την κουίντα τον αρχηγό της ΕΥΠ επί Κώστα Καραμανλή που έγινε αρμόδιος για τη δικαστική διαφάνεια επί Αλέξη Τσίπρα…
Κακά τα ψέματα, όμως, όσο και αν ο πρώην εισαγγελέας Δημήτρης Παπαγγελόπουλος αποτελεί  το μοιραίο πρόσωπο που φαίνεται να μεθόδευσε τα μύρια όσα για να συνδέσει τη λεγόμενη «λίστα Λαγκάρντ» και την απόπειρα να στριμωχτούν ο Σταύρος Παπασταύρου και ο Σάμπυ Μιωνής με το σκάνδαλο Novartis και την προσπάθεια να καταστραφούν οι βασικοί πολιτικοί αντίπαλοι της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όπως οι Αντώνης Σαμαράς, Ευάγγελος Βενιζέλος, Άδωνις Γεωργιάδης, Ανδρέας Λοβέρδος, κ.ά., οι ηγετικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ είχαν συνάψει σχέση αδελφοποιτών πολύ πριν ανέβουν στην εξουσία.
Η γενική πρόβα για το αλισβερίσι ανάμεσα στο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα και στο κόμμα του Πάνου Καμμένου έγινε τον Δεκέμβριο του 2014 όταν λίγα 24ωρα πριν από τη δεύτερη ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ο προσκείμενος στον ΣΥΡΙΖΑ ηθοποιός Λάκης Λαζόπουλος βγήκε σε τηλεοπτικό πρωινάδικο για να υποστηρίξει ότι ήταν γνώστης απόπειρας δωροδοκίας του ομότεχνού του –τότε- βουλευτή των ΑΝΕΛ Παύλου Χαϊκάλη προκειμένου να ψηφίσει τον Σταύρο Δήμα που πρότειναν τα συγκυβερνώντα κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Σε πείσμα των απειλών του Πάνου Καμένου, αλλά και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, κατά της Αστυνομίας και της Δικαιοσύνης, απεδείχθη τελικά ότι η όλη υπόθεση δεν ήταν παρά μια κακοσκηνοθετημένη φάρσα. Σύντομα, άλλωστε, ξεχάστηκε και ποτέ ξανά δεν μίλησε κανείς γι΄ αυτήν. Ο στόχος είχε επιτευχθεί, αφού το πολιτικό σκηνικό πήρε φωτιά. Οι βουλευτές που αμφιταλαντεύονταν να ψηφίσουν υπέρ του Σταύρου Δήμα φοβήθηκαν τη ρετσινιά του αργυρώνητου. Η ψηφοφορία για την προεδρική εκλογή απέβη, φυσικά, άκαρπη. Και, έτσι, άνοιξε ο δρόμος για την προσφυγή στην κάλπη των βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιανουαρίου 2015 με τα γνωστά αποτελέσματα.
Περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, όμως, εκείνο που πέτυχε η εργαλειοποίηση της υποτιθέμενης «δωροδοκίας Χαϊκάλη» ήταν να φέρει κοντά –στην πραγματικότητα να ταυτίσει- δύο αδίστακτες λαϊκίστικες κομματικές παρέες που ξεπήδησαν μέσα από τη βίαιη μνημονιακή προσαρμογή. Και οι οποίες, όπως έδειξε η συνέχεια, ήταν διατεθειμένες να κάνουν τα πάντα για να κερδίσουν και για να διατηρήσουν την εξουσία.
Μαζί έκαναν «ναι» το «όχι» του δημοψηφίσματος. Μαζί ψήφισαν το νέο Μνημόνιο. Μαζί οργάνωσαν τις μικρές και μεγάλες σκευωρίες με τις οποίες πίστευαν ότι θα διαιωνίσουν την εξουσία. Και αν τους χώρισε κάποια στιγμή η συμφωνία των Πρεσπών και αυτό έγινε με στόχο να συνεχίσουν τη συγκυβέρνησή τους. Μόνον που είχε τελειώσει πλέον ο χρόνος τους και ο παρακρατικός «βόρβορος» που άφηναν πίσω τους είχε αρχίσει να υποψιάζει αρκετούς πολίτες.
Τώρα, με όσα έρχονται στο φως, γίνονται τα επίσημα αποκαλυπτήρια. Και έπεται συνέχεια…        
*«Βόρβορος», σύμφωνα με τα λεξικά, είναι η λάσπη με ακαθαρσίες και δυσοσμία που εμφανίζεται στον πυθμένα υδάτινων εκτάσεων. Μεταφορικά η λέξη αποδίδει την έσχατη ηθική κατάπτωση και διαφθορά.

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

«Η κατάρα μου να δέρνει τη σκιά σου…»



Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ασκεί κανείς την πολιτική και να διαχειρίζεται την -συνήθως πρόσκαιρη- εξουσία που κατέχει. Όσοι πολιτεύονται χωρίζονται, κατά βάση, σε δύο κατηγορίες. Είναι, από τη μια, εκείνοι που θέλουν να είναι χρήσιμοι και αποτελεσματικοί και που, γι΄ αυτό, ασκούν την πολιτική με λογική και την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη ειλικρίνεια. Πασχίζουν να συνδυάσουν τα «θέλω» με τα «μπορώ», τη θεωρία με την πράξη, την ιδεολογία με την πραγματικότητα. Κάνοντας όλα αυτά, αναμένουν τις επόμενες εκλογές για να κριθούν τα έργα τους. Αν και δεν είναι λίγες οι φορές που η ετυμηγορία για τα πεπραγμένα ενός εκάστου που αναμειγνύεται στην πολιτική απαιτεί χρόνο για να βρει την πιο αμερόληπτη κρίση.    
Στην αντίπερα όχθη στέκονται οι πολιτευόμενοι που αρκούνται στην απόλαυση της εξουσίας τους, κυρίως όταν την απέκτησαν αναπάντεχα. Ενδιαφέρονται πρωτίστως και συχνά αποκλειστικά με την πρόσκαιρη πολιτική επιβίωσή τους. Χωρίς να πολυσκοτίζονται για την υστεροφημία. Τους φθάνουν οι αυταπάτες τους. Βολεύονται με τις ψευδαισθήσεις τους. Και δεν προβληματίζονται διόλου από τις απανωτές συγκρούσεις με την πραγματικότητα. Όταν, δε, έρχονται τα δύσκολα, καταφεύγουν στη δαιμονολογία, στη συνωμοσιολογία και στην καλλιέργεια της εχθροπάθειας. Ακόμη και στις… κατάρες ή στα ξόρκια τα οποία επιστρατεύονται ως στοιχεία στρατηγικού κυβερνητικού σχεδιασμού και διαχείρισης κρίσεων.
Είναι πασιφανές ότι όσοι μας κυβερνούν τα τελευταία δυόμισι χρόνια ανήκουν πλειοψηφικά στη δεύτερη κατηγορία. Και το πιο εντυπωσιακό είναι μάλλον ότι όσο και αν ψάξει κάποιος είναι αδύνατο να βρει ανάλογο ιστορικό προηγούμενο που να προσιδιάζει με το τωρινό συνονθύλευμα των τόσο ετερόκλητων προσώπων που έχουν αναλάβει πολιτικά αξιώματα. Και τα οποία ασκούν με τόσο απροσχημάτιστα προκλητικό τρόπο την εξουσία τους, αδιαφορώντας απολύτως για το παράδειγμα που δίνουν ή για τις εντυπώσεις που δημιουργούν.
Σε ποιά άλλη χώρα, για παράδειγμα, κατέχει πόστο στο υπουργείο Παιδείας πολιτικός που βγαίνει στην τηλεόραση και δηλώσει αφοπλιστικά: «Έλεγα τρομερό φλιτζάνι αλλά όχι πια, έχω χρόνια να το κάνω»; Ο κ. Κώστας Ζουράρις, όμως, το δήλωσε ευθαρσώς. Και στη δήλωσή του δεν υπήρξε καμία αντίδραση. Όπως δεν υπήρξε και καμία αντίδραση όταν ένας άλλος υφυπουργός της ίδιας κυβέρνησης -ο ηθοποιός κ. Παύλος Χαϊκάλης, ο οποίος δεν εξελέγη στις τελευταίες εκλογές και έτσι έχασε το πόστο του υφυπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων- εμφανιζόταν (και) ως… «καθηγητής Αστρολογίας».
Όπως, ακόμη χειρότερα, δεν θεωρήθηκε κώλυμα για να αναλάβει το υπουργείο Πολιτισμού η κυρία Λυδία Κονιόρδου, η οποία, εκτός από διάσημη ηθοποιός, υπήρξε… «ενεργειακή θεραπεύτρια» που εφάρμοζε την αμφιλεγόμενη μέθοδο του «pranic healing» που όσοι την ενστερνίζονται υποστηρίζουν ότι «αντιμετωπίζει παθήσεις του σώματος χρησιμοποιώντας το ενεργειακό του πεδίο». Με αυτά και με άλλα πολλά αποδεικνύεται περίτρανα ότι σε αυτή την κυβέρνηση μπορεί ο καθένας να λέει ή να κάνει ό,τι νομίζει χωρίς να υφίσταται καμία συνέπεια. Επειδή οι έννοιες της πολιτικής ευθιξίας και της ανάληψης ευθύνης είναι είδος σε απόλυτη ανεπάρκεια.
Μιλάμε, άλλωστε, για την κυβέρνηση που ο επικεφαλής της τη μια χρονιά διακήρυσσε ότι «ο ΕΝΦΙΑ δεν διορθώνεται, καταργείται» και την επομένη από το ίδιο βήμα ανακάλυψε ότι «δεν είναι ο πιο άδικος από τους φόρους». Γι΄ αυτό και δεν εξέπληξε ότι δεν υπέστη καμία συνέπεια ο περιβόητος πρωθυπουργικός σύμβουλος Νίκος Καρανίκας, ούτε όταν παλαιότερα λάνσαρε στο διαδίκτυο απολύτως αντιεπιστημονικές θεωρίες για τη θεραπεία του καρκίνου, ούτε τώρα που επιδόθηκε σε κατάρες –«Στα τσακίδια El Dorado Gold»!- κατά των Καναδών που αποφάσισαν να παγώσουν τα επενδυτικά τους σχέδια στη Χαλκιδική επειδή, όπως ισχυρίζονται, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες ορθώνουν προσκόμματα στα επιχειρηματικά τους σχέδια.
Με τα όσα βιώνουμε και με τη φόρα που έχουν πάρει οι κυβερνώντες, δεν νομίζω ότι μπορεί να εκπλαγούμε με κάτι που μπορεί να πουν ή να κάνουν το επόμενο διάστημα που θα βρίσκονται στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Πόσο, για παράδειγμα, μεγαλύτερη εντύπωση από τα μέχρι τώρα κυβερνητικά πεπραγμένα θα έκανε αν πληροφορούμαστε ότι ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου είναι έτοιμος να προτείνει η εισαγωγή στα Πανεπιστήμια να γίνεται με… διαλογισμό; Μήπως ηχεί λιγότερο αστείο από τον πρόσφατο ισχυρισμό του για την αντιμετώπιση από το «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα» της ανεξέλεγκτης εγκληματικότητας που ανθεί μέσα στα ΑΕΙ;
Ποιός, εξάλλου, θα «πέσει από τα σύννεφα» αν ακούσει τον υπουργό Ναυτιλίας Παναγιώτη Κουρουμπλή να ισχυρίζεται ότι προσπάθησε να αντιμετωπίσει με… τηλεπάθεια την τεράστια ρύπανση που υφίσταται ο Σαρωνικός εξαιτίας της ασυγχώρητης ολογωρίας και της εγκληματικής καθυστέρησης που ακολούθησε το ναυάγιο του πετρελαιοφόρου; Μήπως υπήρξε σοβαρότερη η πρόταση του να μπορεί να σηκώνει… σημαία Αγίου Όρους ο ελληνόκτητος στόλος για να έχει τα προνόμια των off shore και να μπούμε, έτσι, στο… μάτι των Γερμανών;
Θα σας φανεί απίθανο να ακούσετε από την Όλγα Γεροβασίλη ότι ο πρωθυπουργός ήταν… ματιασμένος όταν έλεγε στους γάλλους επενδυτές ότι αναλαμβάνει επικεφαλής της task force για τις επενδύσεις και γι΄ αυτό δεν πρέπει να ζητούν να τον δουν τα στελέχη της «Ελληνικός Χρυσός»; Θα είναι εξίσου απίθανο με την εικόνα του υπουργού Εθνικής Άμυνας που τον κατέγραψαν οι κάμερες να… σταυρώνει με τα δάκτυλά του τα αεροπλάνα που σηκώνονταν για αερομαχίες στο Αιγαίο.
Όπως και να έχει, τέτοια προσήλωση σε παντοειδείς δεισιδαιμονίες, τόσο εκτεταμένη άρνηση της πραγματικότητας και τόσο υψηλά επίπεδα ανορθολογισμού δεν πρέπει να έχει βιώσει άλλη ευρωπαϊκή χώρα από την εποχή που κυριάρχησαν στην ήπειρό μας οι ιδέες του Διαφωτισμού και οι αξίες της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Υπό αυτές τις συνθήκες και καθώς ζούμε «μέρες Πομπηίας», δεν αποκλείεται να ακούσουμε, ενόψει της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης, να γίνεται κυβερνητικός ύμνος το εμβληματικό τραγούδι «Η κατάρα μου να δέρνει τη σκιά σου…» που υπήρξε μεγάλο σουξέ την δεκαετίας του ΄70….
Βρίσκει κανείς καλύτερο τρόπο για να αντιμετωπιστεί η επελαύνουσα αντιπολίτευση που απειλεί την εξουσία τους; Όλα τα άλλα τα δοκίμασαν. Έβρισαν, δίχασαν, λοιδόρησαν, έστησαν Εξεταστικές, έκαναν τα πάντα. Τι τους έμεινε πλέον; Μόνον οι κατάρες!

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Μετρημένες οι μέρες της νέας κυβέρνησης



Σπεύδουν ορισμένοι να προεξοφλήσουν τις επερχόμενες εξελίξεις που θεωρούν ότι θα κινηθούν ευθύγραμμα και δεν θα επηρεαστούν από όσα δραματικά επισυνέβησαν το τελευταίο -πυκνό σε γεγονότα- δεκαπενθήμερο, όπως και όσα προοιωνίζονται οι αποφάσεις που ελήφθησαν ή θα φέρουν αστάθμητοι παράγοντες που ενδεχομένως ούτε να τους υποψιαστούμε μπορούμε στην παρούσα, πολύπλοκη από κάθε άποψη, περίοδο που διανύουμε.
Στην πολιτική τίποτε δεν είναι τελεσίδικο, όπως καλά γνωρίζουν ακόμη και όσοι δεν ενστερνίζονται την άποψη του Βρετανού πρωθυπουργού της μεταπολεμικής περιόδου Χάρολντ Γουίλσον ότι «μια εβδομάδα στην πολιτική είναι ένα μεγάλο χρονικό διάστημα», άποψη που εκφράστηκε σε μια εποχή που αναμφίβολα ο κόσμος κινούνταν πολύ πιο αργά και οι άνθρωποι ούτε που μπορούσαν να διανοηθούν ότι οι συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου μιας μικρομεσαίας χώρας του πλανήτη, όπως είναι η Ελλάδα, θα αποτελούσε παγκόσμιο θέαμα σε απευθείας μετάδοση.
Μας χωρίζουν μόλις δύο εβδομάδες από το διαβόητο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου και το πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται γύρω μας σε τίποτε δεν θυμίζει τη διθυραμβική ατμόσφαιρα που προκάλεσε το αποτέλεσμα του σε ένα μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης που πίστεψε, επειδή έτσι ήθελε ή έτσι τον έπεισαν, ότι με την επικράτηση του «Όχι» θα λυνόταν δια μιας όλα τα μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν τη χώρα, θα εξαφανιζόταν τα μνημόνια και θα άνοιγαν οι ουρανοί για να… βρέξουν χρήματα.
Στο διάστημα που μεσολάβησε, το ελληνικό Κοινοβούλιο παρέσχε κατ΄ αρχήν στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα την εξουσιοδότηση να ανατρέψει το δημοψηφισματικό «Όχι» και να κάνει αυτό που εξ αρχής είχε υποχρέωση, δηλαδή να αναλάβει τις ευθύνες του και να καταλήξει σε συμβιβασμό με τους εταίρους και δανειστές της χώρας για την παραμονή σε ευρωπαϊκή τροχιά.
Ακολούθησε η «ιστορική» Δευτέρα 12 Ιουλίου κατά την οποία ο κ. Τσίπρας έκανε, επιτέλους, εκείνο που αρνιόταν επί σχεδόν πέντε μήνες, αγόμενος και φερόμενος από απίθανους τύπους που είχε επιλέξει για συνεργάτες του, με προεξάρχοντα τον αποπεμφθέντα υπουργό Οικονομικών. Άφησε πίσω του τα παιχνίδια και έδωσε τα χέρια με τους εταίρους της χώρας, τους μοναδικούς, άλλωστε, διαθέσιμους, έστω και αν είναι με το αζημίωτο, να μας δανείσουν για να μην κάνουμε στάση πληρωμών όχι μόνο προς το εξωτερικό αλλά κυρίως προς τα εσωτερικό.
Η συνέχεια δόθηκε με την οριακή ψηφοφορία της 15ης Ιουλίου επί του πρώτου κύματος των προαπαιτούμενων για να ανοίξει ο δρόμος για το νέο πρόγραμμα που θα συνοδεύει τη δανεική σύμβαση που αιτηθήκαμε, κατά την οποίο επιβεβαιώθηκε επαυξημένο το ρήγμα στο στελεχιακό δυναμικό του ΣΥΡΙΖΑ με τη διαφοροποίηση πλειάδας κυβερνητικών βουλευτών.
 Διαφοροποίηση που δεν αποκλείεται να διευρυνθεί στην επερχόμενη νέα σκληρή δοκιμασία που συνιστά το δεύτερο κύμα μέτρων το οποίο θίγει κοινωνικές ομάδες με ισχυρή επιρροή, όπως οι αγρότες, οι θεμιστοπόλοι (δικηγόροι και δικαστές) και άλλοι.
Η απροθυμία, εξάλλου, στελεχών του μεγαλύτερου κόμματος της συμπολίτευσης να συμμετάσχουν στο κυβερνητικό σχήμα που ήταν μάλλον ένας από τους παράγοντες που υποχρέωσαν τον κ. Τσίπρα να καταφύγει σε τόσο αποκαρδιωτικές -ακόμη και για τους πιο φανατικούς υποστηρικτές του- επιλογές συγκρότησης του υπουργικού του συμβουλίου, συνιστά μάλλον την πιο απτή απόδειξη ότι το πολιτικό αποθεματικό που μέχρι πρότινος διέθετε ο αρχηγός –για πόσο άραγε ακόμα;- του ΣΥΡΙΖΑ βαίνει μειούμενο με επιταχυνόμενους ρυθμούς.
Γι΄ αυτό και παρά την προσπάθεια που καταβάλει ο επικοινωνιακός μηχανισμός της κυβέρνησης να εμφανίσει εικόνα παγιωμένης πρωθυπουργικής υπεροχής, οι μέρες και οι εβδομάδες που θα ακολουθήσουν μέχρι την οριστική υπογραφή του νέου προγράμματος δεν θα είναι ανέφελες για τον κ. Τσίπρα και όσους γύρω του σχεδιάζουν έναν γρήγορο εκλογικό γύρο που θα ξαναφέρει στο Μαξίμου την ίδια ομάδα που κινεί τώρα τα νήματα.
Θα αποδειχθεί, πιθανότατα, ότι «πλανώνται πλάνην  οικτρά» αν θεωρούν ότι οι πρόωρες κάλπες θα γίνουν σε ανάλογο με το σημερινό κλίμα, όπως αυτό διαμορφώνεται από τη θετική ψήφο που δίνουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης στα μέτρα που εισηγείται η κυβέρνηση, καλύπτοντας, έτσι, τις απώλειες που παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τα στελέχη του καταφεύγουν στην παγκόσμια παραδοξότητα που συνιστά ο ισχυρισμός του τέως υπουργού Παναγιώτη Λαφαζάνη σύμφωνα με τον οποίο «καταψηφίζουμε το μνημόνιο και στηρίζουμε την κυβέρνηση».
Οι αποστάσεις που μάλλον εσκεμμένα τηρεί η αντιπολίτευση από τον φόβο μήπως ο κ. Τσίπρας δεν αντέξει και επιχειρήσει… ηρωική έξοδο από του Μαξίμου προτού να υπογράψει το νέο πρόγραμμα δεν θα διαρκέσουν για πολύ ακόμη. Η πρωθυπουργική επιλογή, άλλωστε, να πορευθεί ως επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας, δίνει έρεισμα στην εκτίμηση όσων από το στελεχιακό δυναμικό της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι «το κόστος μιας –υποτίθεται- ανανεωμένης κυβέρνησης με πρόσωπα όπως ο Χαϊκάλης, ο Πολάκης ή ο Βερναρδάκης μπορεί, εν τέλει, να αποδειχθεί εξίσου βαρύ με το τίμημα που πληρώνει η χώρα από τα έργα και τις ημέρες της Βαλαβάνη και, πολύ περισσότερο, του Βαρουφάκη».
Το μόνο βέβαιο στην από κάθε άποψη αβέβαιη περίοδο που ζούμε είναι ότι τα «υλικά» που απαρτίζουν την κυβέρνηση που σχημάτισε ο κ. Τσίπρας, την καθιστούν εξ ορισμού θνησιγενή.
Γι΄ αυτό και –ας μου επιτραπεί η πρόβλεψη ότι- οι μέρες αυτής της κυβέρνησης θα είναι μετρημένες. Και πολύ γρήγορα θα χρειαστεί να δώσει τη θέση της σε μιαν άλλη κυβέρνηση, που θα είναι είτε «υπηρεσιακή» για να πάει τη χώρα στις εκλογές είτε «οικουμενική» για να δώσει τη μάχη για την έξοδο από την κρίση.

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

Η Δικαιοσύνη και της τερατολογίας το ανάγνωσμα



            Από την πρώτη στιγμή που «έσκασε», ήμουν πολύ διστακτικός απέναντι στην περιβόητη «υπόθεση Χαϊκάλη» και στον τρόπο που ήρθε στη δημοσιότητα. Μπορεί, δεν το κρύβω, να ήταν και αποτέλεσμα μιας κάποιας προκατάληψης, αφού τα πρόσωπα που είχαν εμπλακεί στη βορβορώδη αυτή ιστορία δεν μου ενέπνεαν εμπιστοσύνη.
            Δεν είχαν, άλλωστε, περάσει πολλές μέρες, αφότου ένας από τους πρωταγωνιστές της ιστορίας ισχυριζόταν, από τηλεοράσεως, ότι ο πρωθυπουργός είχε τηλεφωνήσει εννιά φορές μέσα σε μια μέρα σε έναν από τους βουλευτές του, πιέζοντάς τον να ψηφίσει Πρόεδρο, μέχρι που, πάντα κατά τον καταγγέλλοντα πολιτικό αρχηγό, ο βουλευτής απηύδησε και του το έκλεισε στα μούτρα (του πρωθυπουργού…).
            Ήταν, για όσους δεν έχουν χάσει τη μνήμη τους, ο ίδιος που πριν από δυόμισι χρόνια ως αρχηγός του τέταρτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος είχε βγάλει ψεύτη και πλαστογράφο (!) τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν, αφού του είχε παραδώσει πολυσέλιδο έγγραφο με τους όρους που έθετε για να συμμετάσχει σε συμμαχικό κυβερνητικό σχήμα, εν συνέχεια το αναίρεσε υποστηρίζοντας ότι «το κατασκεύασε η Προεδρία». Και πολλά ακόμη, από τις απίθανες ιστορίες τρομοκρατίας, την υπόθεση Οτσαλάν ή τα περίφημα CDS, ως τόσα και τόσα άλλα του πρόσφατου και του απώτερου παρελθόντος που αν συγκεντρωθούν κάποια στιγμή μπορεί να γεμίσουν έναν ολόκληρο τόμο συνωμοσιολογικής τερατολογίας…
            Όσο, λοιπόν, εκτυλισσόταν η εμφανώς κακοσκηνοθετημένη τηλεϊστορία και ερχόταν στο φως η μια μετά την άλλη οι απανωτές αντιφάσεις των πρωταγωνιστών της, όπως και οι σχέσεις που τους συνέδεαν, η αρχική μου προαίρεση από δισταγμός και επιφύλαξη μετατράπηκε σε πεποίθηση για τα ταπεινά κίνητρα που κρύβονταν πίσω από τους κοριούς και τις παγιδεύσεις, το επαγγελματικό μοντάζ από τον μετρ του είδους Λάκη Λαζόπουλο, τις… χρυσοφόρες επενδύσεις στο εξωτερικό, τα λεφτά της απαγωγής Παναγόπουλου, τις ράβδους χρυσού και άλλα ηχηρά παρόμοια που συνέθεταν έναν απίθανο σεναριακό καμβά, από εκείνους που σε κάνουν να λες «αυτά, ρε φίλε, ούτε στον σινεμά δεν γίνονται…».
            Παρά ταύτα, ακούγοντας ότι οι εισαγγελικές αρχές αποφάσισαν να θέσουν στο αρχείο την υπόθεση της υποτιθέμενης δωροδοκίας, δεν σας κρύβω ότι ένοιωσα απορία για τη σπουδή που έγινε κάτι τέτοιο, επηρεασμένος, από τη μια, από τη γενικότερη άποψη που έχουμε όλοι μας για τον «αραμπά» με τον οποίο κινείται η ελληνική δικαιοσύνη και προβλέποντας, από την άλλη, την ένταση του θορύβου προς δημιουργία εντυπώσεων περί δήθεν «κουκουλώματος» που ήδη είχε ξεκινήσει μόλις διεφάνη η εισαγγελική πρόθεση για ταχύτατη εκκαθάριση του αντικοινοβουλευτικού οχετού που είχε ανοίξει.
            Ήταν, γι΄ αυτό, μεγάλο ευτύχημα που δημοσιοποιήθηκαν, αφενός, οι καταθέσεις των πρωταγωνιστών της απίθανης ιστορίας και αφετέρου η πορισματική αναφορά του αντεισαγγελέως Εφετών Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου, ο οποίος, όπως εναργέστατα αποκαλύπτεται μέσα από το κείμενο που συνέταξε, φαίνεται ότι κινήθηκε με απαράμιλλο επαγγελματισμό, φωτίζοντας όλες τις πτυχές της βορβορώδους αυτής υπόθεσης πριν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «δεν προέκυψε κανένα στοιχείο της αντικειμενικής υπόθεσης του εγκλήματος», ούτε «η βασιμότητα της καταγγελίας» περί δήθεν απόπειρας χρηματισμού.
            Θα αδικούσα το ίδιο το κείμενο αν επιχειρούσα να συντμήσω τα επιχειρήματα που παραθέτει, αλλά δεν μπορώ να μην σταθώ, περιγράφοντάς τα με δικές μου λέξεις, σε δύο εξ αυτών που καταρρίπτουν τη σκευωρία που επιχειρήθηκε να στηθεί: Το πρώτο είναι η περιγραφή της εμφάνισης του βουλευτή των ΑΝ.ΕΛ. στην εισαγγελία αρκετές ώρες μετά την αλληλοπαγίδευση της συνομιλίας του με τον Αποστολόπουλο και οι φόβοι του Π. Χαϊκάλη μήπως διαρρεύσει από αλλού το περιεχόμενο των όσων έλεγε στις επαφές που από μήνες είχε ξεκινήσει. Και το δεύτερο η επισήμανση του γεγονότος ότι οι αρχές έμαθαν το όνομα του υποτιθέμενου δράστη της δωροδοκίας αρκετή ώρα μετά το οριστικό «ναυάγιο» της προκαθορισμένης συνάντησης στο σπίτι του βουλευτή, όπου υποτίθεται ότι θα προσερχόταν για να παραδώσει τα χρήματα και θα συλλαμβανόταν από την Αστυνομία για την οποία ήταν ακόμη άγνωστος.
            Αξίζει πραγματικά κάθε καλοπροαίρετος πολίτης να μπει στον κόπο να αναζητήσει και να διαβάσει ολόκληρο το πόρισμα του εισαγγελέα Παναγιωτόπουλου, που, πιστέψτε με, δεν χρειάζεται να είναι κανείς νομικός για να αναγνωρίσει ότι είναι ένα από τα κείμενα που πρέπει να διδάσκονται στις Νομικές Σχολές και τις Σχολές Δικαστών ως υπόδειγμα δικανικής παρρησίας από έναν λειτουργό της Δικαιοσύνης που δεν επηρεάζεται από κομματικές ή άλλες σκοπιμότητες.
            Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από τις πρόσκαιρες εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν από την προφανή προσπάθεια να δηλητηριαστεί το πολιτικό κλίμα σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για το μέλλον της χώρας μας, η κατάληξη της υπόθεσης ίσως αποφέρει και κάτι θετικό για τη Δημοκρατία μας και τους θεσμούς της, αφού κατεδείχθη ότι η Δικαιοσύνη έχει τη δύναμη και μπορεί να λειτουργεί.
Κέρδος, εξάλλου, για τη Δημοκρατία μπορεί να αποδειχθεί και από το γεγονός ότι όλα αυτά τα απίθανα για προηγμένα κοινοβουλευτικά συστήματα (που, αλήθεια, αλλού ακούστηκε αρχηγός κόμματος να στήνει ο ίδιος μηχανισμούς παγίδευσης;) έγιναν τόσο κοντά με τις επερχόμενες εκλογές. Γιατί, ενδεχομένως, δεν θα αμβλυνθούν οι μνήμες έως ότου στηθούν οι κάλπες και οι πολίτες που θα κληθούν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα θα ξέρουν (όσοι τουλάχιστον ενδιαφέρονται να μάθουν…) με ποιους έχουν να κάνουν.