Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προϋπολογισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προϋπολογισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

«Όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει, στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει…»

Έμπλεος από… ιερά οργή, ο υπουργός των Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος κατά τη συζήτηση επί του προϋπολογισμού ξιφουλκούσε από το βήμα της Βουλής εναντίον της αντιπολίτευσης: «Και μας λέτε ότι σας αφήσαμε καμένη γη;», αναρωτιόνταν με το γνωστό ύφος και τις ακόμη γνωστότερες κινήσεις του σώματος του που παραπέμπουν σε πρόσωπα που στην προσφιλή του Βρετανία αποκαλούν stand up comedians.
Με απόλυτη προσήλωση –ή μήπως επίδειξη;- της βρετανικής του παιδείας, που τον οδήγησε, όπως μας πληροφόρησε στην ίδια συζήτηση, να ζήσει στη γηραιά Αλβιώνα επί 28 συναπτά έτη, συμπλήρωσε (όπως ακριβώς κατέγραψαν τα πρακτικά της Βουλής) τα εξής: «Τέτοια αχαριστία έχουμε να δούμε από τότε που ο King Lear έδιωξε την κόρη του Cordelia, που τον αγαπούσε, και έδιωξε την Goneril και τη Regan που ήταν μπαγαπόντηδες…».
Για τους τυχόν αδαείς αναφερόταν στο περιώνυμο έργο του Σαίξπηρ που γράφηκε το 1609 και περιέγραφε την ιστορία του Ληρ, του βασιλιά της Βρετανίας, ο οποίος πριν μοιράσει το βασίλειό του στις τρεις κόρες του, τη Γονερίλη, τη Ρεγάνη και την Κορντέλια, ζήτησε από καθεμιά τους να του δηλώσει το μέγεθος της αγάπης της. Κολακευμένος από τις υπερβολικές απαντήσεις των δύο μεγαλύτερων θυγατέρων του, αποκλήρωσε την ειλικρινή Κορντέλια και εξόρισε τον δούκα του Κεντ που τον συμβούλευσε να πράξει το αντίθετο.
«Αυτή είναι πραγματική αχαριστία!», αναφώνησε ο ρέκτης υπουργός, ο οποίος, παρασυρμένος πιθανότατα από την προσπάθεια του να δείξει ότι είναι ανυπέρβλητος χιουμορίστας –ποιος ξεχνάει τις ιδιότυπες και επαναλαμβανόμενες παραβολές του με τις… φυματικές σαρανταποδαρούσες που πάσχουν και από μηνίσκο ή τις απονομές πορτοκαλόπιτας με τις οποίες επεχείρησε να αποστομώσει τους αντιπάλους του;- δεν αντελήφθη (ο άμοιρος…) ότι στην ουσία προεξοφλούσε την ήττα που αναμένει το κόμμα του.  
Δεν χρειάζεται, άλλωστε, να χαρακτηρίζεται κανείς από αίσθηση βρετανικού φλέγματος, όπως αυτή που νομίζει ότι διαθέτει ο κ. Τσακαλώτος, για να αντιληφθεί ότι όταν αποκαλείς κάποιον αχάριστο το κάνεις για να καταδείξεις ότι δεν αντιλαμβάνεται τη χάρη που του έχεις κάνει. Και, κακά τα ψέματα, ο υπουργός των Οικονομικών έχει κάνει πολύ μεγάλες χάρες στην αντιπολίτευση.
Όταν για παράδειγμα επικαλείται «ταξική μεροληψία» υπέρ τάχατες των αδυνάμων ενώ έχει περικόψει στο ελάχιστο το επίδομα θέρμανσης και έχει καταργήσει το ΕΚΑΣ, δύσκολα μπορεί να πείσει ότι διαθέτει μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία από τους προηγούμενους που τα είχαν καθιερώσει ή τα διατήρησαν παρά τις πιέσεις των δανειστών. Και ακόμη δυσκολότερο είναι να υποστηρίξει πειστικά ότι κινδυνεύουν οι… υπήκοοι του που έχουν υποστεί τόσο υπερβολική φοροαφαίμαξη από την «παλινόρθωση» όσων τους υπόσχονται φοροελαφρύνσεις.      
            Γι΄ αυτό και ήταν μάλλον θλιβερό το θέαμα τόσο του κ. Τσακαλώτου, όσο και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, που αφιέρωσαν το μεγαλύτερο μέρος των ομιλιών τους με τις οποίες έκλεισαν την πενθήμερη συζήτηση επί του προϋπολογισμού για να ασκήσουν κριτική στην… αχάριστη αντιπολίτευση. Κάποιοι μάλιστα που αρέσκονται στα στατιστικά στοιχεία επεσήμαναν ένα εκπληκτικό ρεκόρ που κατέγραψε ο κ. Τσίπρας, ο οποίος από τα 62 λεπτά της ώρας που μίλησε συνολικά, στα 50 λεπτά αναφερόταν στο σχέδιο της ΝΔ, καταβάλλοντας φιλότιμη προσπάθεια να το αποδομήσει.
Το πάθος, εξάλλου, με το οποίο μίλησαν τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Οικονομικών μαρτυρούσε πως ούτε ο ένας ούτε ο άλλος αντιλαμβανόταν ότι με τον τρόπο αυτό έδειχναν αφενός ότι δεν διαθέτουν κανένα δικό τους σχέδιο, τέτοιο τουλάχιστον που να υπερβαίνει την πεπατημένη των προσλήψεων στο δημόσιο, και αφετέρου προεξοφλούσαν την επερχόμενη εκλογική νίκη των αντιπάλων τους. Διότι, όσο κακά και να είναι τα ελληνικά σου, δεν είναι δύσκολο να μην καταλάβεις το πρωθύστερο σχήμα που δημιουργείται όταν αναρωτιέσαι γιατί σε κατηγορούν ότι τους παρέδωσες –σε χρονικό αόριστο!- καμένη γη...
Αυτή είναι η πραγματικότητα, την οποία δεν μπορούν να κρύψουν οι ενέσεις ηθικού με τις οποίες το Μαξίμου και η Κουμουνδούρου προσπαθούν να ανορθώσουν το πεσμένο ηθικό του ΣΥΡΙΖΑϊκού στρατεύματος επιδιδόμενοι σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βελτιώσουν κάπως τα δυσμενή δημοσκοπικά ευρήματα ώστε να βρουν την κατάλληλη στιγμή για να πάνε στις βουλευτικές κάλπες με τις μικρότερες δυνατές απώλειες.    
Άλλωστε, όποιος, εκτός από τον Σαίξπηρ και τον «Βασιλιά Ληρ», έχει εντρυφήσει έστω και λίγο στην ελληνική γραμματεία θα έχει υπόψη του τον μελοποιημένο από τον Μάνο Χατζηδάκη εκπληκτικό στίχο του Ιάκωβου Καμπανέλη που λέει:
«Από το τρωικό κάστρο η Ανδρομάχη
στον Έκτορα που κίναε για τη μάχη
φώναξε με φωνή φαρμακωμένη:
“Στρατιώτη μου, τη μάχη θα κερδίσει,
όποιος πολύ το λαχταρά να ζήσει.
Όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει,
στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει”…».
            Είναι, εν κατακλείδι, κανόνας διαχρονικός και απαράβατος ότι η νίκη ανήκει σε εκείνον που πιστεύει σε αυτήν και αγωνίζεται για την κατακτήσει. Με πάθος και ελπίδα. Και όχι με αυταπάτες και φαντασιώσεις που διαψεύδει η ίδια ζωή.

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Σχέδιο «πορτοκαλόπιτα»



Είτε πιστεύει κανείς είτε όχι τον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη, ο οποίος, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και από τους πλέον αξιόπιστους ανθρώπους σε αυτόν τον πλανήτη, πολύ δύσκολα μπορεί να αμφισβητήσει ότι από όλους όσοι διαδραματίζουν ρόλο στο υπερεπταετές ελληνικό δράμα ο μόνος που έχει αποδειχθεί ότι διαθέτει στρατηγικό σχέδιο είναι ο γερμανός υπουργός των Οικονομικών.
Μπορεί, λοιπόν, να έχει τους δικούς του λόγους ο γνωστός και μη εξαιρετέος Βαρουφάκης όταν δηλώνει ότι «ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συμπεριφέρθηκε με σκαιό τρόπο απέναντι στον Σαμαρά», αποτελεί, ωστόσο, γεγονός πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το Βερολίνο όταν αντιλήφθηκε πως η προηγούμενη κυβέρνηση υπό τον Αντώνη Σαμαρά είχε ουσιαστικά εκμετρήσει το πολιτικό ζην, τόσο με τις επιδόσεις που είχε στις ευρωεκλογές της άνοιξης του 2014 όσο και με τον τρόπο που αντέδρασε εν συνεχεία, δεν κούνησε ούτε το μικρό του δακτυλάκι για να αλλάξει την προδιαγεγραμμένη πορεία των ελληνικών πολιτικών πραγμάτων.
Αρκετοί είχαν διαβλέψει τότε ότι δεν ήταν διόλου τυχαία η παγωμένη υποδοχή της οποίας έτυχε από την καγκελάριο Μέρκελ στις 23 Σεπτεμβρίου εκείνης της μοιραίας χρονιάς ο έλληνας πρωθυπουργός που πήγε στη γερμανική πρωτεύουσα για να ζητήσει μια ελάχιστη χείρα βοηθείας προκειμένου να καταφέρει να κλείσει το μνημονιακό πρόγραμμα και να αποπειραθεί να βγει στο οικονομικό ξέφωτο με το δεκανίκι της περιώνυμης προληπτικής πιστωτικής γραμμής.
Όμως, ούτε η υποτιθέμενη ιδεολογική συνάφεια των δύο κυβερνήσεων, ούτε η επίκληση του «επαπειλούμενου κινδύνου» από την επελαύνουσα ελληνική αριστερά, έκαμψαν τις πεποιθήσεις του Βερολίνου και πιο συγκεκριμένα του κ. Σόιμπλε, ο οποίος απαίτησε την απαρέγκλιτη εφαρμογή του προγράμματος, αδιαφορώντας αν αυτό θα λειτουργούσε ως «πιστοποιητικό θανάτου» για την κυβέρνηση Σαμαρά.
Και, παρότι κανείς δεν το έχει παραδεχθεί, είναι σαφές -και από τις εκ των υστέρων ομολογίες του Γ. Βαρουφάκη- ότι ο βασικός λόγος που τους έκανε να αδιαφορούν για την τύχη της κυβέρνησης Σαμαρά ήταν ότι ουδόλως έπαιρναν τοις μετρητοίς τις παραφροσύνες οι οποίες ακούγονταν από τα ελληνικά προεκλογικά μπαλκόνια –«Go back madam Merkel». Ενώ, αντιθέτως, προεξοφλούσαν ότι οι τύποι που ανέλαβαν τις τύχες της Ελλάδος, ακόμη και αν εννοούσαν όσα έλεγαν, ήταν έτοιμοι να κάνουν κάθε συμβιβασμό και να επιδοθούν σε κάθε πιθανή και απίθανη κωλοτούμπα.
Με αυτά και με πολλά άλλα, το σχέδιο Σόιμπλε, το οποίο όπως κάθε σοβαρό σχέδιο είχε και το «plan b» του, το οποίο εκδηλώθηκε με τις (τάχατες) εναλλακτικές ιδέες που «έριχνε» ο γερμανός υπουργός αρχικώς προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο και κατόπιν προς τον Βαρουφάκη, προτείνοντας «να σας χρηματοδοτήσουμε για να μείνετε κάποια χρόνια έξω από το ευρώ και, όταν εξυγιανθείτε οικονομικά, επιστρέφετε», είναι, δυστυχώς, εκείνο που έδινε και εξακολουθεί να δίνει τον τόνο των (δυσμενών, για μας) εξελίξεων και των (ακόμη δυσμενέστερων) προοπτικών.
Το μεγαλύτερο δυστύχημα, ωστόσο, δεν είναι ούτε οι συμβιβασμοί ούτε οι κωλοτούμπες. Είναι το πόσο αστόχαστα εξακολουθούν να λειτουργούν και πόσο ανεπίδεκτοι μαθήσεως αποδεικνύονται όσοι απαρτίζουν τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση. Ενώ στην πραγματικότητα είναι έτοιμοι να υποστούν κάθε ταπείνωση, αποδεχόμενοι πράγματα που καμία άλλη κυβέρνηση δεν θα αποδεχόταν (από το αιωνόβιο Υπερταμείο για τη δημόσια περιουσία έως τους αυτόματους «κόφτες» που διαιωνίζουν την επιτροπεία), προσπαθούν με διάφορα προσχηματικά τερτίπια να παραστήσουν πως δήθεν αντιστέκονται.
Βρίζουν, από τη μια, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τα στελέχη τους, αποκαλώντας τους «ανόητους τεχνοκράτες», και, από την άλλη, τους καλούν να… δείξουν χαρακτήρα και να υποστηρίξουν την ελληνική θέση για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Ομνύουν πίστη στις συμφωνίες που υπέγραψαν, αλλά την ίδια ώρα καταφεύγουν σε αχρείαστους λεονταρισμούς μοιράζοντας, χωρίς προσυνεννόηση, ψηφοθηρικούς «μποναμάδες» με την προσδοκία να πείσουν το… «πόπολο» ότι τηρούν κάποιες από τις υποσχέσεις τους.
Καταφεύγουν απερίσκεπτα στην εκτόξευση απειλών για προκήρυξη εκλογών, αγνοώντας ότι η απειλή τους μπορεί να λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Αποκαλούν από την Κούβα «δυνάστες» τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές, αλλά σπεύδουν στο Βερολίνο για να ικετέψουν την καγκελάριο Μέρκελ να αγνοήσει τις δικές της κάλπες και να ανατρέψει το μόνο συνεκτικό σχέδιο για την ελληνική κρίση, που, κακά τα ψέματα, δεν είναι άλλο από το σχέδιο Σόιμπλε.
Όποιος αμφιβάλει για τη… μοναδικότητα του σχεδίου Σόιμπλε δεν έχει παρά να ανατρέξει στην πρωτοφανή για τα ελληνικά κοινοβουλευτικά χρονικά ομιλία με την οποία έκλεισε το περασμένο Σάββατο τη συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό ο έλληνας ομόλογός του, Ευκλείδης Τσακαλώτος. Υπό τα «χάχανα» των κυβερνητικών βουλευτών, που λίγο αργότερα είπαν «ναι σε όλα», ο υπουργός Οικονομικών της καθημαγμένης Ελλάδας διηγούνταν από το βήμα της Βουλής ανέκδοτα για… πορτοκαλόπιτες τις οποίες του χαρίζουν γιαγιάδες, εκφράζοντας τον θαυμασμό τους επειδή… κατατροπώνει τους πολιτικούς του αντιπάλους στην Αθήνα.
Λέτε αν επαναλάβουν στο Βερολίνο όλα όσα είπαν στην ελληνική Βουλή τόσο ο ίδιος ο χιουμορίστας υπουργός μας, που ταξιδεύει αυτές τις ημέρες στη γερμανική πρωτεύουσα, όσο και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, να καμφθούν η Μέρκελ με τον Σόιμπλε; Καλού - κακού, ας τους πάνε πεσκέσι μερικές πορτοκαλόπιτες για να καταλάβουν ότι υπάρχουν τομείς στην Ελλάδα που έχουν εκτοξευθεί επί των ημερών του Ευκλείδη. Ο οποίος ήρθε η ώρα να αποδείξει ότι, παρόλο που δυσκολεύεται ακόμη λίγο στα ελληνικά, στα ανέκδοτα τα πάει καλά και κερδίζει αφειδώς πορτοκαλόπιτες.

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Η Δούρου και η… ξεροκεφαλιά των γεγονότων



            Ο αφορισμός ότι «πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού» βρίσκει, νομίζω, την απόλυτη δικαίωσή του στα όσα ήρθαν τις τελευταίες ημέρες στη δημοσιότητα για τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας διοίκησης, υπό την κυρία Ρένα Δούρου, στην Περιφέρεια Αττικής.
            Δεν είναι μόνο το ζήτημα με τον διαγωνισμό για το συνεργείο καθαριότητας που είναι αλήθεια ότι είχε ξεκινήσει από την προηγούμενη διοίκηση Σγουρού, πλην, όμως, προχώρησε κανονικότατα επί των ημερών της νέας περιφερειάρχη, παρά τους συνειρμούς που μοιραία δημιουργούνται με τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών και την εκ των υστέρων προσπάθεια να δικαιολογηθούν τα αδικαιολόγητα.
Είναι κυρίως το ευρύτερο θέμα του προϋπολογισμού της Περιφέρειας Αττικής που εισηγήθηκαν οι συνεργάτες της κυρίας Δούρου και ψήφισε την περασμένη εβδομάδα το Περιφερειακό Συμβούλιο, υιοθετώντας, ουσιαστικά, με κάποιες μικροδιευθετήσεις κονδυλίων αμφίβολης αποτελεσματικότητας, το σχέδιο που είχε ετοιμάσει ο προκάτοχός της Γιάννης Σγουρός.
            «Ο άθλος της αναμόρφωσης μέρους του προϋπολογισμού πραγματοποιήθηκε μέσα σε 15 ημέρες και το σύνολο του κειμένου τους επόμενους τρεις μήνες θα ελεγχθεί γραμμή προς γραμμή», δικαιολογήθηκε, όπως διαβάζει κανείς στο σχετικό ρεπορτάζ που δημοσίευσε η «Αυγή», ο αρμόδιος αντιπεριφερειάρχης.
            Γιατί, αλήθεια, μόνον 15 μέρες; Οι περιφερειακές εκλογές που ανέδειξαν την κυρία Δούρου στο αξίωμά της έγιναν τον περασμένο Μάιο και οι πολίτες της Αττικής πείστηκαν από τις προεκλογικές εξαγγελίες της ότι η νέα περιφερειάρχης είχε έτοιμο πρόγραμμα που θα έφερνε από την πρώτη κιόλας μέρα τη μεγάλη ανατροπή στη μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας.
            Η νέα περιφερειακή αρχή είχε όλο το καλοκαίρι μπροστά της για να προετοιμάσει τον δικό της προϋπολογισμό και επί σχεδόν δύο μήνες που είναι στα πράγματα, από το τέλος Αυγούστου που ορκίστηκε σε εκείνη την ιδιαίτερη τελετή στα Άνω Λιόσια, θα μπορούσε κάλλιστα να είχε φέρει τα πάνω κάτω, δρομολογώντας τις δικές της προτεραιότητες που περιείχε το πρόγραμμα που παρουσίασε στους πολίτες.
Οι δικαιολογίες ότι «ο προϋπολογισμός είναι μεταβατικός και θα αλλάξει στην πορεία» δείχνουν, αν μη τι άλλο, ένδεια επιχειρημάτων ικανών να δικαιολογήσουν τις προεκλογικές μεγαλοστομίες που τις παρέσυραν τα νερά που έπνιξαν τις προηγούμενες μέρες τις δυτικές συνοικίες της Αττικής και για τις οποίες ο προϋπολογισμός της κυρίας Δούρου, όπως άλλωστε και των ανθυποψηφίων της για να μην την αδικήσουμε ως προς αυτό, δεν είχε καμία ιδιαίτερη πρόνοια, κάτι που ίσως θα περίμενε ο ψηφοφόρος που έστειλε πριν από πέντε μήνες στην αντιπολίτευση τον κ. Σγουρό.
Αν η νέα περιφερειάρχης και οι συνεργάτες της δεν ήξεραν τα μεγάλα προβλήματα της έλλειψης αντιπλημμυρικής προστασίας οι γειτονιές που πνίγηκαν και γι΄ αυτό δεν ενέγραψαν αντίστοιχα κονδύλια για την αντιμετώπισή τους στον «αναμορφωμένο» προϋπολογισμό που κατήρτισαν, τόσο το χειρότερο γι΄ αυτούς.
Όπως και να έχει, όμως, αν, όπως μας πληροφόρησε, με άρθρο του στην «Αυγή», ο αρμόδιος αντιπεριφερειάρχης χρειάστηκαν δύο ολόκληροι μήνες για να ανακατανεμηθεί το… 10% των κονδυλίων μιας Περιφέρειας, της οποίας ο προϋπολογισμός είναι στην πραγματικότητα ένας μικρός «τυφλοσούρτης», εύκολα αναρωτιέται κανείς πόσα χρόνια χρειάζονται για να αλλάξει ο κρατικός προϋπολογισμός.
Και αυτή, αν θέλετε, είναι –πέρα από επικοινωνιακά αλυσοδέματα με τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών- η μεγάλη εικόνα που αναδεικνύεται από την όλη υπόθεση με τα δείγματα γραφής της νέας περιφερειάρχη Αττικής. Είναι η απόσταση που χωρίζει τα εύκολα προεκλογικά λόγια με τα μετεκλογικά έργα. Και που τα κάνει να συγκρούονται μεταξύ τους επειδή μεσολαβεί η αδυσώπητη πραγματικότητα.
Σύμφωνα, άλλωστε, με τη ρήση ενός παλαιού προέδρου των ΗΠΑ, που αργότερα αποδόθηκε και στον Γάλλο Φρανσουά Μιτεράν, «τα γεγονότα είναι ξεροκέφαλα…».

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Μοιρολόγια, ροζ συννεφάκια και στο βάθος η... κάλπη

Η πενθήμερη συζήτηση επί του Προϋπολογισμού που ολοκληρώθηκε τα μεσάνυχτα του Σαββάτου κάθε άλλο παρά δικαίωσε ένα από τα κλασσικά στερεότυπα που συνοδεύουν την κοινοβουλευτική αυτή διαδικασία η οποία, υποτίθεται ότι, αφορά, κατά τη γνωστή επωδό, την έγκριση του «κορυφαίου νομοθετήματος της χρονιάς».
Δεν ήταν μόνο το αμήχανο κλισέ για τα «άδεια έδρανα», στο οποίο παγίως καταφεύγουμε οι δημοσιογράφοι όταν παρακολουθούμε τέτοιες ανιαρές συζητήσεις, που αποτύπωνε τη διαφοροποίηση της φετινής κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης για το κυβερνητικό σχέδιο της οικονομικής πολιτικής που θα εφαρμοστεί την επόμενη χρονιά. 
Ούτε, βεβαίως, έκαναν τη διαφορά οι προβλέψιμες, στη συντριπτική τους πλειονότητα, βερμπαλιστικές τοποθετήσεις των ομιλητών που εναλλάσσονταν στο βήμα της Βουλής, με τους μεν αντιπολιτευόμενους να συμπεριφέρονται ως… μοιρολογίστρες και τους δε κυβερνητικούς να πασχίζουν να βρουν θετικές αποχρώσεις και νότες αισιοδοξίας.
Λίγο ως πολύ αυτού του είδους οι συζητήσεις σχεδόν πάντα -και με εξαίρεση την «ώρα των αρχηγών»- διεξάγονται με παρόντες ελάχιστους βουλευτές στην αίθουσα. Όπως πάγια είναι και η τακτική των βουλευτών της συμπολίτευσης να αναζητούν επιχειρήματα για να εκθειάσουν υπαρκτά ή ανύπαρκτα κυβερνητικά επιτεύγματα, την ίδια ώρα που οι αγορητές της αντιπολίτευσης επιστρατεύουν τα μελανότερα των χρωμάτων για να περιγράψουν την πραγματικότητα.
Οι συνήθειες αυτές του παρελθόντος, ήταν, δυστυχώς, παρούσες και στη συζήτηση των προηγουμένων ημερών, αποδεικνύοντας σε όσους την παρακολούθησαν ότι δεν είναι εύκολο να ξεπεραστούν νοοτροπίες βαθιές εμπεδωμένες και συνυφασμένες με το λεγόμενο «πολιτικό παιχνίδι» και τους (παλαιούς) κανόνες που αυτό εξακολουθεί να παίζεται.
Με τη χώρα να βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς καλείται να κάνει το αποφασιστικό βήμα προς την έξοδο από την εξαετή κρίση, αλλά και με τον ίδιο τον συζητούμενο Προϋπολογισμό να είναι «στον αέρα», αφού δεν έχει τύχει της έγκρισης των εταίρων μας, που αποτελεί ανειλημμένη υποχρέωση η οποία δεν σχετίζεται με το Μνημόνιο, θα περίμενε κανείς περισσότερη διάθεση συνεννόησης από τους πολιτικούς ταγούς και λιγότερη προσπάθεια να αποδείξουν ο ένας πόσο πιο... καταστροφικός είναι ο άλλος.
Η στόχευση, ωστόσο, των δύο αντιμαχόμενων πλευρών ήταν σαφές ότι δεν αφορούσε τον Προϋπολογισμό και τις δυσκολίες της εφαρμογής του. Γι’ αυτό και η αντιπαράθεση δεν έγινε ούτε για τα κονδύλια που περιέχει ούτε για τις οικονομικές εκτιμήσεις που ενσωματώνει. 
Πέρα από τους μάλλον προφανείς ένθεν κακείθεν βερμπαλισμούς, τα μοιρολόγια ή τα ροζ συννεφάκια, με τα οποία διάνθιζαν οι περισσότεροι τις ομιλίες τους, εκείνο που όλοι είχαν κατά νου ήταν οι επερχόμενες κάλπες του προσεχούς Μαΐου, είτε αυτές είναι διπλές (τοπικές και ευρωβουλευτικές), όπως επιμένει η κυβέρνηση, είτε τριπλές (και βουλευτικές, δηλαδή, ταυτόχρονα), όπως επιδιώκει η αντιπολίτευση.
Γι' αυτό και αν κάτι έκανε διαφορετική τη φετινή συζήτηση του Προϋπολογισμού ήταν η αίσθηση ότι αξιοποιήθηκε ως αφορμή για να κηρυχθεί η μακρά προεκλογική περίοδος που διανοίγεται μπροστά μας και στη διάρκεια της οποίας θα δούμε και θα ακούσουμε πολλά.
Όσο για το προφανές ερώτημα «και τι λέει η τρόικα για όλα αυτά;», που μπορεί να περάσει από το μυαλό κανενός, η απάντηση είναι πολύ… απλή: Τρόικα δεν… υπάρχει. Δεν ακούσατε, άλλωστε, τον Ευάγγελο Βενιζέλο να λέει στον Αλέξη Τσίπρα ότι δεν θα τη βρει για να την διώξει; Εκτός και αν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ζητήσει να γυρίσει πίσω για να κάνει, όπως είπε και η Αλέκα Παπαρήγα, «κομφετί» μπροστά της το Μνημόνιο...

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 8.12.2013)

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

Ποιος θυμάται τα «παπαγαλάκια» της ευρωκάλπης;

          Με το «κλείσιμο» του κρατικού προϋπολογισμού για το 2014, ο οποίος κατατίθεται εντός της εβδομάδας στη Βουλή για να ψηφιστεί ως τις αρχές Δεκεμβρίου, «ανοίγει» ουσιαστικά η προεκλογική περίοδος για τις ευρωεκλογές του Μαΐου, στις οποίες, θεωρητικώς, καλούμαστε να εκλέξουμε όσους θα μας εκπροσωπήσουν στο Ευρωκοινοβούλιο την επόμενη πενταετία.
          Στην πραγματικότητα, όμως, όπως συνέβη αρκετές φορές στο παρελθόν και πάντως κάθε φορά που οι ευρωεκλογές απείχαν ικανό χρονικό διάστημα από τις βουλευτικές εκλογές, η ψήφος που θα ρίξουμε στην ευρωκάλπη, ελάχιστα θα αφορά τα πρόσωπα που θα είναι υποψήφιοι ευρωβουλευτές.
Η επερχόμενη πολιτική αντιπαράθεση, όπως και η μακρά προεκλογική περίοδος που θα τη συνοδεύει, θα έχει, σχεδόν ακραιφνή, χαρακτηριστικά «εσωτερικής» αναμέτρησης και το διακύβευμα της, σχεδόν αναπότρεπτα, θα είναι η διακυβέρνηση της χώρας και οι δυνάμεις που θα την ασκήσουν.
Το «έργο», άλλωστε, όπως προείπαμε, το έχουμε ξαναδεί. Στο μακρινό 1984 ο τότε αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Ευάγγελος Αβέρωφ τέθηκε επικεφαλής του «γαλάζιου» ευρωψηφοδελτίου για να σηματοδοτήσει τη σκληρή προσπάθεια που κατέβαλε το κόμμα του για την «απαλλαγή», όπως διεκήρυσσε, της χώρας από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Εικοσιπέντε χρόνια μετά, στο πολύ πιο κοντινό μας 2009 ο Γιώργος Παπανδρέου έδωσε αντίστοιχα χαρακτηριστικά σε εκείνη την ευρωαναμέτρηση, ζητώντας να αποτελέσει η κάλπη των ευρωεκλογών το έναυσμα για να τερματιστεί η διακυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή και να αναλάβει ο ίδιος την εξουσία.
Στην περίπτωση του Αβέρωφ η καμπάνια της «απαλλαγής» απέτυχε και ο ίδιος ο εμπνευστής της υποχρεώθηκε πολύ σύντομα να παραδώσει τα ηνία της κομματικής αρχηγίας, αφού ηττήθηκε στις ευρωεκλογές, ενώ το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, κερδίζοντας και τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, συνέχισε να κυβερνά για μια ακόμη πενταετία.
Αντιθέτως, ο αγώνας του Γιώργου Παπανδρέου ευοδώθηκε και η επικράτηση του κόμματος του στις προ πενταετίας ευρωεκλογές, αποτέλεσε το προοίμιο για τη νίκη του στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές που υποχρεώθηκε να προκηρύξει ο Κώστας Καραμανλής τον Οκτώβριο του 2009, από τον οποίο μας χωρίζουν μόλις τέσσερα χρόνια, παρόλο που, λόγω των γεγονότων που έχουν μεσολαβήσει, δημιουργείται η αίσθηση ότι απέχουμε… αιώνες.
Ποιο από τα δύο προηγούμενα θα επαναληφθεί σε αυτές τις ευρωεκλογές είναι μάλλον αρκετά πρόωρο για να το προδικάσει κανείς, όχι μόνο γιατί έχουμε μπροστά μας ένα ολόκληρο προεκλογικό εξάμηνο, αλλά, πολύ περισσότερο, επειδή στη δοκιμαζόμενη από τη βαθειά οικονομική κρίση ελληνική κοινωνία επικρατεί μεγάλη σύγχυση και οι πολίτες εμφανίζονται να είναι πιο δύσπιστοι από κάθε άλλη φορά απέναντι στο πολιτικό σύστημα.
Υπό αυτή την έννοια, εκτιμώ και (μάλλον θέλω να) ελπίζω ότι στο ούτως ή άλλως μεγάλο διάστημα που μας χωρίζει από τις κάλπες του Μαΐου, τα κόμματα που θα διεκδικήσουν την τόσο κρίσιμη ευρωψήφο μας θα κάνουν τις απαραίτητες επεξεργασίες και θα μας παρουσιάσουν ρεαλιστικά προγράμματα για την αξιόπιστη παρουσία της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και τη σηματοδότηση μιας νέας πορείας για την έξοδο από την κρίση.
Εύκολες προσεγγίσεις της πραγματικότητας με καμπάνιες του τύπου «λεφτά υπάρχουν» ή με «παπαγαλάκια», όπως εκείνα που επιστράτευσε πριν από πέντε χρόνια η τότε κυβέρνηση στο τόσο… προφητικό προεκλογικό σποτ, με το οποίο «ξόρκιζε», υποτίθεται, την οικονομική καταστροφή, που, όμως, είχε επέλθει, δε νομίζω ότι μπορεί να είναι πειστικές και να επιβραβευτούν από τους πολίτες.
Οι καιροί έχουν αλλάξει. Μένει να δούμε αν μπορεί να αλλάξει και το πολιτικό μας σύστημα.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 17.11.2013).

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

«Το κεφάλι έξω από το νερό»

Χύθηκε πολύ μελάνη το τελευταίο διάστημα για τον σχολιασμό της εν εξελίξει διαπραγμάτευσης με την τρόικα. Διακινήθηκαν ακόμη και σενάρια εκλογών, με αφορμή τις σκληρές θέσεις των εταίρων και δανειστών μας. Και γενικά δημιουργήθηκε μια πολεμική ατμόσφαιρα σύγκρουσης που η σκοπιμότητά της είναι αμφισβητήσιμη.
Η ελληνική πλευρά εμφανίστηκε για μια ακόμη φορά να πορεύεται χωρίς μπούσουλα, δικαιώνοντας, εν πολλοίς, την, κατά τα άλλα προσβλητική, εκτίμηση του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα ότι το μνημόνιο παραμένει το μόνο σοβαρό κείμενο χάραξης οικονομικής πολιτικής με δεσμευτικούς στόχους.
Όποιος παρακολούθησε την τελευταία τηλεοπτική συνέντευξη του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά δεν δυσκολεύθηκε, νομίζω, να αντιληφθεί ότι η ελληνική κυβέρνηση, αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει άλλη επιλογή από τη διαπραγμάτευση με την τρόικα και την παράθεση ουσιαστικών επιχειρημάτων για τα όσα έγιναν και τα όσα μπορούν να γίνουν για να κλείσει ο προϋπολογισμός του 2014.
Η περίφημη «πολιτική διαπραγμάτευση», που ανασύρθηκε, εκ νέου, ως επιχειρηματολογία (ή μήπως ως άλλοθι;) για να περιοριστούν οι πιέσεις των τροϊκανών, αποδείχθηκε και πάλι ανέφικτος στόχος, όπως προσφυώς, θεωρώ ότι, επεσήμανε με πρόσφατο άρθρο του ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ο οποίος, ας μην ξεχνάμε, είναι ο μόνος Έλληνας πολιτικός που εγκαίρως και εγκύρως είχε κρούσει, ήδη από τον Δεκέμβριο του 2008, τον κώδωνα του κινδύνου για την υπαγωγή της χώρας μας στη μέγγενη του ΔΝΤ.
Μας αρέσει ή όχι, ο πρώην πρωθυπουργός, στις όχι και τόσο συχνές παρεμβάσεις του, λέει πολλές από τις άβολες αλήθειες που το σημερινό πολιτικό σύστημα δεν θέλει να αναγνωρίσει, προσεγγίζοντας τα ζητήματα με επικοινωνιακή και μόνον διάθεση και δημιουργώντας φρούδες ελπίδες ότι επίκειται η έξοδος της χώρας από το μνημόνιο που στη φαντασίωση ορισμένων μεταφράζεται ως επιστροφή στην  κραιπάλη του παρελθόντος.
Γι΄ αυτό και θεωρώ σημαντικό να επαναλάβω ορισμένες από τις θέσεις του κ. Σημίτη που πριν από μερικές εβδομάδες φιλοξενήθηκαν στο «Πρώτο Θέμα». Ο πρώην πρωθυπουργός επισήμαινε στους συνομιλητές του ότι η πορεία βελτίωσης που θα διαγράψει η ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια θα είναι σταθερή αλλά αργή, ωστόσο η κατάσταση θα παραμείνει «μίζερη» για αρκετά χρόνια.
 Εκτιμούσε, επίσης, ότι θα συνεχιστεί η πίεση των Ευρωπαίων εταίρων μας, κυρίως για την εφαρμογή διαρθρωτικών μέτρων, αλλά, όπως σημείωνε χαρακτηριστικά, «θα μας αφήσουν να έχουμε το κεφάλι έξω από το νερό».
Με την απόσταση των εβδομάδων που πέρασαν από τη δημοσίευση των εκτιμήσεων του κ. Σημίτη, νομίζω ότι εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι υπήρξαν κάτι ως προλεγόμενα των όσων διαμείβονται αυτές τις μέρες με την –καθυστερημένη- έλευση της τρόικας και την έναρξη των διαπραγματεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Για όσους δεν τρέφουν αυταπάτες, είναι ξεκάθαρο ότι χωρίς να επικυρωθούν τα στοιχεία που δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία έχει όντως πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους που ετέθησαν, δεν πρόκειται να υπάρξει η επιθυμητή από την ελληνική πλευρά συνολική λύση του ελληνικού οικονομικού προβλήματος.
Εκτός αυτού, δεν μπορεί να παραβλέπει κανείς και το γεγονός ότι ο κίνδυνος ενίσχυσης των ακραίων αντιευρωπαϊκών κινημάτων στις επικείμενες ευρωεκλογές δεν είναι μόνον ελληνικός. Αφορά ολόκληρη την Ευρώπη και για τον ακριβώς αντίθετο λόγο για τον οποίο υφίσταται αυτή η απειλή στη χώρα μας.
Γιατί, κακά τα ψέματα, τυχόν «πολιτική λύση» σε αυτή τη φάση, που θα προνοεί πρόωρη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, θα αξιοποιηθεί από μια σειρά λαϊκίστικες δυνάμεις στην Ευρώπη που θα ψηφοθηρήσουν ενόψει των ευρωεκλογών, μιλώντας στο όνομα των δικών τους φορολογουμένων.
Τούτων δοθέντων, νομίζω ότι δεν έχουμε παρά να προετοιμαζόμαστε να κολυμπήσουμε ως τον Μάιο με τον κεφάλι έξω από το νερό. Και μετά τις ευρωεκλογές, ίδωμεν!

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Κάθε εποχή και οι βουλευτές της


Υποκριτικά ή όχι, είναι πολλοί που τις τελευταίες μέρες δηλώνουν έκπληκτοι από το πλούσιο… «θέαμα» που παρήγαγε η τετραήμερη κοινοβουλευτική διαδικασία –για συζήτηση, δεν νομίζω, ότι μπορεί να μιλά κανείς- έγκρισης του προϋπολογισμού.
Έχοντας παρακολουθήσει όλες ανεξαιρέτως τις ανάλογες διαδικασίες των τελευταίων δύο και πλέον δεκαετιών, από τότε ακόμη που δεν υπήρχε τηλεοπτική κάλυψη των συνεδριάσεων της Βουλής, μπορώ να πω ότι δεν εξεπλάγην ούτε από το επίπεδο της αντιπαράθεσης, ούτε από τις λεκτικές ακρότητες και το σόου στο οποίο επιδόθηκαν από του βήματος ορισμένοι από τους ομιλητές.
Όλα αυτά δεν είναι παρά σημεία των καιρών, καθώς κάθε εποχή έχει τους βουλευτές της. Και, ως εκ τούτου, σε μια περίοδο με βαθιά και γενικευμένη κρίση, θα ήταν παράταιρο οι εκπρόσωποι μιας κοινωνίας, η οποία, καλώς ή κακώς, βρίσκεται «στα κάγκελα», να θύμιζαν… κοινό όπερας. Γι΄ αυτό, εκτιμώ ότι δεν μπορεί να γίνονται συγκρίσεις και αξιολογικές κατατάξεις για το πότε ήταν καλύτερα και πότε χειρότερα. Το «καλύτερα» ή το «χειρότερα» μόνον με τις κοινωνικές προσλαμβάνουσες της κάθε εποχής μπορεί να κριθεί.
Σε αντίθεση, άλλωστε, με ό,τι ισχυρίζονται ορισμένοι, κυρίως μέσω του ανιστόρητου αφορισμού που θέλει να «φταίνε για όλα οι 300» και πως αν τους… «καθαρίσουμε», μόνον «τότε θα σωθούμε», στα έδρανα του Κοινοβουλίου κάθονται –ανακλητοί, παρακαλώ!- εκπρόσωποι αυτού που λέγεται ελληνικός λαός, ή –μάλλον, πιο σωστά- εκλογικό σώμα. 
Έτσι, εξάλλου, συνέβαινε πάντα. Από τις ενδυματολογικές προτιμήσεις των «εθνοπατέρων», έως την εκφορά του λόγου τους και την εν γένει συμπεριφορά ενός εκάστου εξ αυτών, είτε εντός, είτε εκτός του Κοινοβουλίου, κάθε κοινοβουλευτική περίοδος έχει τα χαρακτηριστικά της, τα οποία, εν πολλοίς, καθορίζονται από την δυναμική που αναπτύσσεται στην ελληνική κοινωνία.
Στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, ήταν αδιανόητο να εισέλθει κάποιος χωρίς κοστούμι και γραβάτα, όχι μόνον στην μπαροκικού στυλ αίθουσα συνεδριάσεων, αλλά και στο ίδιο το Μέγαρο. Και μόνον προσωπικότητες όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου μπορούσαν να «σπάσουν» τον αυστηρό ενδυματολογικό κώδικα, κάνοντας –και αυτό όχι μονίμως- χρήση του ζιβάγκο.
Ήταν η συνέχεια της προδικτατορικής περιόδου που στη Βουλή επικρατούσαν, μέσω των κομματαρχικών δικτύων, αλλά και της οικογενειακής παράδοσης, τα λεγόμενα πολιτικά «τζάκια», οι «καταφερτζήδες» δικηγόροι, οι οποίοι, αφενός, μετέφεραν στο βήμα την πειθαρχία και τη ρητορική ακρίβεια του δικανικού λόγου και, αφετέρου, επέβαλαν τις νυκτερινές συνεδριάσεις του σώματος –που διατηρούνται έως σήμερα…- επειδή τα πρωινά έπρεπε, κατά το πρότυπο του κινηματογραφικού «βουλευτή Καλοχαιρέτα», να συναντήσουν τους ψηφοφόρους τους και να τηλεφωνούν στα υπουργεία για τις υποθέσεις τους. 
Στη δεκαετία του ΄80 που, ως αποτέλεσμα των νέων συνθηκών που δημιουργούσε το κοινωνικό αίτημα για «αλλαγή», το πολιτικό προσωπικό ανανεώθηκε σε σημαντικό βαθμό, στο Κοινοβούλιο επικράτησαν άλλες συνήθειες. Η πλειονότητα των βουλευτών αναδεικνυόταν, πλέον, από τους θητεύσαντες στις κομματικές οργανώσεις, αρχικώς του ΠΑΣΟΚ και, προϊόντος του χρόνου, της Νέας Δημοκρατίας.
Είναι, τότε, που οι γραβάτες αρχίζουν να χαλαρώνουν ή και να βγαίνουν, αφού στους –με συνδικαλιστική, συχνά, προπαίδεια- μηχανικούς, γιατρούς και δημόσιους υπαλλήλους που έμπαιναν πια μαζικά στη Βουλή, ο σφιγμένος λαιμοδότης δεν ήταν απαραίτητο αξεσουάρ. Και, επιπλέον, χαλούσε το στυλ του «λαϊκού» βουλευτή που είχε γίνει… του συρμού, χάρις και στα νέα πελατειακά δίκτυα που είχαν δημιουργηθεί και διαμεσολαβούσαν, όπως και τα παλαιότερα, για κάθε είδους «εξυπηρετήσεις».
Νέα «ήθη» έφερε, κατόπιν, στα κοινοβουλευτικά πράγματα, η ιδιωτική τηλεόραση και η εποχή του lifestyle, όταν, από τα μέσα της δεκαετίας του ΄90, στα έδρανα επέδραμαν –με την ψήφο, βεβαίως, του λαού- κάθε λογής «αστέρες» που διέθεταν το προσόν της αναγνωρισιμότητας. Τηλε-δημοσιογράφοι, τηλε-καλλιτέχνες, τηλε-γιατροί, τηλε-πωλητές και κάθε είδους τηλε-κάτι, έφεραν μαζί τους και τον τηλεοπτικό λόγο της εύκολης –και όχι πάντα έξυπνης- «ατάκας», αντικαθιστώντας τον «ξύλινο» κομματικό λόγο που είχε επικρατήσει τις δύο προηγούμενες δεκαετίες. 
Μας αρέσει ή όχι, λοιπόν, ας μην εκπλησσόμαστε που στις μέρες μας επικρατεί ο ακτιβιστικός χαβαλές που «φύτρωσε» στις «πλατείες» και βρήκε γόνιμο έδαφος στα τηλεοπτικά πλατό. Να θυμόμαστε ότι αρκετοί από τους σημερινούς βουλευτές έχουν εκλεγεί επειδή ένα κομμάτι κοινωνίας ήθελε «να πέσουν φάπες στη Βουλή», όπως και ένα άλλο επιχαίρει για το πάθημα του Αμερικανού πρεσβευτή στη Λιβύη και –παρότι βαυκαλίζεται ότι είναι… «προοδευτικό»!- αρέσκεται να αποκαλούν «κουτσό» έναν ξένο αξιωματούχο, μόνον και μόνον επειδή είναι Γερμανός!  
Όπως η Βουλή της ευημερίας και της αμεριμνησίας είχε το δικό της «αρχέτυπο» βουλευτή που… εξυπηρετούσε, έτσι και η Βουλή της κρίσης… δικαιούται να έχει τον δικό της βουλευτή, ο οποίος, αφού δεν μπορεί –όχι φυσικά γιατί δεν θέλει- να κάνει εξυπηρετήσεις, προτιμά να… κραυγάζει. Και αυτό θα κάνει, όσο η βούληση του λαού τον θέλει να είναι εκεί!
   
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος (πολιτικός συντάκτης στο «Πρώτο Θέμα»), περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Ο γκρεμός και το ρέμα


Δέος σε καταλαμβάνει διαβάζοντας τα οικονομικά στοιχεία που συνοδεύουν τον προϋπολογισμό για το 2013, που κατατέθηκε στη Βουλή και –εκτός εξαιρετικού απροόπτου- θα ψηφιστεί την Κυριακή από τη Βουλή. Δεν είναι μόνον οι περικοπές δαπανών (ύψους 9,4 δισ. ευρώ) και οι αυξήσεις φόρων (άλλα περίπου 3,1 δισ. ευρώ), όπως προβλέπονται και στο «πακέτο» της συμφωνίας με την τρόικα, που προκαλούν αυτό το συναίσθημα.

Είναι κυρίως η πρόβλεψη για την συνεχιζόμενη –για έκτο συνεχή χρόνο!- ύφεση, που υπολογίζεται ότι θα φθάσει στο 4,5%, μειώνοντας ακόμη περισσότερο την απασχόληση και αυξάνοντας, συνάμα, το ήδη τεράστιο ποσοστό της ανεργίας, αφού θα συνεχίσουν να υποχωρούν οι επενδύσεις, ενώ και η ισχνή αύξηση των εξαγωγών –μόλις κατά 2,6%- δεν είναι ικανή να αλλάξει την κατάσταση.

Την ίδια ώρα, το συνολικό χρέος της χώρας αναμένεται να συνεχίσει την πορεία εκτίναξης: από τα 263 δισ. που ήταν το 2008 και τα 340 δισ. ευρώ που έφθασε φέτος, τον επόμενο χρόνο θα σκαρφαλώσει  στα 346 δισ. ευρώ. Που σημαίνει ότι καθένας μας, συμπεριλαμβανόμενων και  των νεογέννητων, εκτός από τα δικά μας -προσωπικά, οικογενειακά ή επιχειρηματικά- χρέη σε τράπεζες Ταμεία, δημόσιο, κ.λ.π., έχουμε επιπλέον στην πλάτη μας χρέος από τα δανεικά του κράτους από περίπου 32.000 ευρώ κατά κεφαλήν.

Ο συνδυασμός, μάλιστα, του αυξημένου χρέους με το μειωμένο, λόγω της ύφεσης, Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), που το 2008 ήταν 233 δισ. ευρώ και το 2013 θα υποχωρήσει στα 183 δισ. ευρώ, δείχνει ακόμη πιο εκρηκτική την κατάσταση που διαμορφώνεται, καθώς, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, το χρέος –παρά το «κούρεμα» που προηγήθηκε, διαλύοντας τα ασφαλιστικά Ταμεία και τσακίζοντας τους καταθέτες που εμπιστεύθηκαν το ελληνικό δημόσιο- θα διαμορφωθεί τον επόμενο χρόνο στο δυσθεώρητο 189%.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς εξειδικευμένος οικονομολόγος για να αντιληφθεί ότι με ένα τέτοιο χρέος και με μια τέτοια, εν γένει, οικονομική κατάσταση, η χώρα στην οποία ζούμε δεν είναι «βιώσιμη». Η παγίδα στην οποία έχουμε εγκλωβιστεί, πολίτες και Πολιτεία, μοιάζει να είναι αξεπέραστη. Με άλλα λόγια «ο λογαριασμός δεν βγαίνει». Και αυτό αποτελεί κοινή διαπίστωση που κανείς, πλέον, δεν μπορεί να αρνηθεί.

Χωρίς αμφιβολία, ο… γκρεμός που χάσκει μπροστά μας είναι βαθύς. Από την ολοκληρωτική άβυσσο μάς χωρίζει μόλις ένα μικρό βήμα. Το ερώτημα, όμως, που, για πολλαπλή, είν’ αλήθεια, φορά, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ανακύπτει και νομίζω ότι απασχολεί όλους μας τούτη την ώρα είναι: υπό αυτές τις δραματικές συνθήκες, τι κάνουμε;

Μια από τις «συνταγές» που αρκετοί σπεύδουν να υιοθετήσουν είναι να «πέσουμε ηρωικά». Να καταγγείλουμε, δηλαδή, τους πολιτικούς μας, τωρινούς και προγενέστερους, για ανικανότητα αντιμετώπισης των προβλημάτων (που το κάνουμε, ούτως ή άλλως), κατόπιν να τα «σπάσουμε» με τους δανειστές και εταίρους μας, που μας… φόρτωσαν το «μνημόνιο» και να τραβήξουμε μια… ξεγυρισμένη στάση πληρωμών. Να  βουτήξουμε, δηλαδή, στο γκρεμό και… γαία πυρί μιχθήτω.

Πριν, όμως, προχωρήσουμε σε τόσο δραστικές(;) λύσεις, θα πρότεινα να το ξανασκεφθούμε. Ας ρίξουμε, κατ΄ αρχήν, μια ματιά στον περίγυρό μας. Η Γαλλία, χωρίς «μνημόνιο» και με δημόσιο χρέος μόλις 91,3% του ΑΕΠ της, προέβλεψε στο νέο προϋπολογισμό της αυξήσεις στους φόρους κατά 20 δισ. ευρώ, και περικοπή δαπανών κατά 10 δισ. ευρώ. Η Ισπανία, που είναι σε ύφεση, έχει χρέος, όμως, μόλις 87%, αλλά χρόνια ανεργία μεγαλύτερη από τη δική μας, και βρίσκεται με το ένα πόδι μέσα στο μνημόνιο, πήρε, επίσης, πρόσθετα μέτρα 40 δισ. ευρώ.

Θα μπορούσα να συνεχίσω με την Ιταλία, την Κύπρο και άλλες χώρες, οι οποίες έχουν διαφόρων μορφών κυβερνήσεις: δεξιές, σοσιαλιστικές, ακόμη και… κομμουνιστικές (στον Δημήτρη Χριστόφια αναφέρομαι) που, όπως και να το κάνουμε, δεν μπορεί να συνέπεσαν να είναι όλες τόσο… ανίκανες, όσο και οι δικές μας. Χωρίς να απαλλάσσω από τις ευθύνες με τις οποίες βαρύνονται, για πράξεις και παραλείψεις, οι εκάστοτε κυβερνώντες, προφανώς, βλέποντας κανείς όλη την εικόνα, που είναι παρόμοια σε όλο τον ευρωπαϊκό νότο, διαπιστώνει ότι υπάρχει κάτι πιο βαθύ από το εύκολο, αλλά κυρίως αναποτελεσματικό, «ανάθεμα».  

Γι΄ αυτό, έχω την άποψη ότι είναι, μάλλον, προτιμότερο να αποφύγουμε τον γκρεμό. Μου φαίνεται -χωρίς, βεβαίως, να πιστεύω και να υποστηρίζω ότι κι εκεί θα είναι εύκολα τα πράγματα- πως θα ήταν ίσως αποτελεσματικότερο, ακόμη και για τους απελπισμένους ανέργους ή τους καταχρεωμένους συμπολίτες μας, να επιλέξουμε το διπλανό… ρέμα.

Αν προσπαθήσουμε, δηλαδή, να… κολυμπήσουμε μαζί με όλους όσοι βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση με μας, θα είναι, ενδεχομένως, καλύτερα. Θα έχουμε, κατ΄ αρχήν, αποφύγει τον… ηρωικό γκρεμό, από όπου, αφού… πέσουμε, ίσως να είναι ανεπίστρεπτη η πορεία. Και, επιπλέον, θα ελπίζουμε σε ένα «ευρωπαϊκό κύμα» που θα μας κρατήσει έξω από το νερό και κάποια στιγμή μπορεί να μας βγάλει στο απέναντι ξέφωτο.  Τι λέτε; Ποιο είναι προτιμότερο;    

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος (πολιτικός συντάκτης στο «Πρώτο Θέμα»), περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.
 

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

«Λεφτά υπάρχουν» για… φιέστες και «ημέτερους»

            «Ευχολόγιο» χαρακτήρισε ο ίδιος ο περιφερειάρχης Αλέκος Καχριμάνης, τον προϋπολογισμό της Περιφέρειας Ηπείρου για το 2012 που ενέκρινε την περασμένη Τετάρτη η πλειοψηφία του Περιφερειακού Συμβουλίου, στο ρόλο του οποίου μού δίνεται αφορμή να αναφερθώ έπειτα από πολύ καιρό, καθώς οι περισσότερες –από τις, ούτως ή άλλως, σπάνιες- συνεδριάσεις του είναι ανιαρές και άνευ ουσίας. 
Τα προβλεπόμενα έσοδα της Περιφέρειας για τον επόμενο χρόνο μόλις που ξεπερνούν τα 100 εκατ. ευρώ, ποσό σημαντικά «κουρεμένο» σε σχέση με τα 132 εκατ. ευρώ που είχε ο αρχικός προϋπολογισμός για το τρέχον έτος, που στην  πορεία χρειάστηκε να διορθωθεί στα 119 εκατ. ευρώ, αλλά μάλλον θα βρεθεί στο τέλος του χρόνου πολύ χαμηλότερα. Αντιστοίχως τα έξοδα προβλέπεται να ανέλθουν το 2012 σε 104 εκατ. ευρώ, από 127 εκατ. ευρώ που ήταν στον τροποποιημένο προϋπολογισμό του 2011, όπως εγκρίθηκε τον περασμένο Ιούλιο.


«Τα έσοδά μας είναι μόνον μέσω της κρατικής επιχορήγησης», δικαιολόγησε το χαρακτηρισμό που χρησιμοποίησε ο περιφερειάρχης, απευθυνόμενος στο Περιφερειακό Συμβούλιο. «Αν έρθουν χρήματα καλώς, αν δεν έρθουν…», συμπλήρωσε και, χωρίς να ολοκληρώσει τη συγκεκριμένη φράση του, επιδόθηκε, κατόπιν, σε μια ηθικοπλαστικού περιεχομένου περικοκλάδα για «την πατρίδα που περνάει δύσκολα».


Σύμβουλος της ελάσσονος αντιπολίτευσης που διαίρεσε τα προϋπολογισμένα κονδύλια με τον πληθυσμό της Ηπείρου, επεσήμανε ότι η κατά κεφαλήν αναλογία του προϋπολογισμού είναι μόλις 293 ευρώ ανά κάτοικο, που, όπως πρόσθεσε, είναι από τις χαμηλότερες πανελληνίως. Αν και δεν μπόρεσα να βρω συγκριτικά στοιχεία από τις άλλες περιφέρειες, βρήκα σωστή την επισήμανσή του, αν και ο ίδιος στη συνέχεια πρωταγωνίστησε στη μάχη να μην πληρώσει κανένας το περιβόητο «χαράτσι» που επιβλήθηκε μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, κάτι που, αν εισακουστεί, είναι βέβαιο ότι, κατ΄ αναλογίαν του κρατικού προϋπολογισμού, θα μειώσει αυτομάτως και τα έσοδα της περιφέρειας Ηπείρου τόσο για τον χρόνο που εκπνέει όσο και για τον προσεχή.


Η «γλίσχρα» κρατική επιχορήγηση είναι σίγουρα ένα μεγάλο ζήτημα, το οποίο, ωστόσο, όχι μόνον δεν επιλύεται, αλλά, τουναντίον, επιδεινώνεται με την υπόθαλψη πρακτικών «δεν πληρώνω», συλλήβδην από έχοντες και μη έχοντες. Γιατί άλλο είναι να ζητείται εξάντληση των ορίων για την απαλλαγή όλων όσοι πράγματι αδυνατούν να πληρώνουν και για τους οποίους η Πολιτεία έχει υποχρέωση να ανοίξει ένα «δίχτυ προστασίας», είτε ως ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ή όπως αλλιώς θα ονομαστεί, κι άλλο νομίζω να καταφεύγει κανείς σε γενικευμένα καλέσματα να μην πληρώσει κανένας, επειδή, λέει, είπε ένας Γερμανός Ευρωπαίος Επίτροπος πως δεν μπορεί να διακόπτεται η παροχή του ρεύματος.


Από την άλλη, όμως, ζήτημα, εξίσου σοβαρό, κατά τη γνώμη μου, ανακύπτει τόσο από τον τρόπο διαχείρισης των, σχετικά πενιχρών, εσόδων της Περιφέρειας Ηπείρου, όσο, κυρίως, από την παντελής έλλειψη, έστω και ενός στοιχειώδους, προγραμματισμού, όπως μαρτυρεί από μόνο του το γεγονός ότι ο εγκριθείς προϋπολογισμός δεν συνοδεύεται από σχέδιο δράσης, το οποίο ο περιφερειάρχης υποσχέθηκε ότι θα φέρει το προσεχές διάστημα.


 Την ίδια ώρα, άλλωστε, η Οικονομική Επιτροπή του Περιφερειακού Συμβουλίου που συνεδριάζει σχεδόν κάθε εβδομάδα, εγκρίνει σωρηδόν λογής δαπάνες για κάθε είδους μικροδιευθετήσεις: από επιχορηγήσεις για τρούλους (…βοήθεια μας Άγιος Μάξιμος ο Γραικός στην Άρτα, για τον οποίον εξασφαλίστηκαν 20 χιλιαρικάκια) και καμπαναριά έως… ανακάτεμα χωμάτων, προμήθειες με πρόχειρους διαγωνισμούς και δεξιώσεις που οργανώνονται με διάφορες ευκαιρίες και επ΄ αφορμή συνάξεων, ορισμένες από τις οποίες, μάλιστα, έχουν ευδιάκριτο κομματικό χρώμα.


Δεν θέλω να επαναφέρω την υπόθεση με την πανάκριβη καρέκλα αξίας 2.700 ευρώ που έγινε πρωτοσέλιδο στον αθηναϊκό Τύπο, αλλά δεν θα αντισταθώ αυτή τη φορά στον πειρασμό να εκφράσω την απορία μου για την έγκριση δαπάνης, προκειμένου να οργανωθεί γεύμα για τα μέλη του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου  (ΓΕΩΤΕΕ) που έκαναν το συνέδριο τους στην Ηγουμενίτσα, με σκοπό, όπως τουλάχιστον γράφεται στην τοπική «γαλάζια» μπλογκόσφαιρα, να προωθηθεί συγκεκριμένη υποψηφιότητα στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές.


Αλήθεια ποιοι και γιατί κλήθηκαν να φάνε αυτή την εποχή με έξοδα της Περιφέρειας; Αν, σε περίοδο οικονομικής κρίσης, δαπανώνται, κατ΄ αυτόν τρόπο, τα 66 εκατ. ευρώ που απομένουν, εφόσον αφαιρεθούν οι ανελαστικές  δαπάνες  που  αφορούν σε μισθούς και λειτουργικά έξοδα, για επενδύσεις στην Ήπειρο σε αναπτυξιακά έργα, το μόνο βέβαιο είναι ότι ανάπτυξη δεν πρόκειται να δούμε.


Η παράταξη «Ήπειρος, Τόπος Να Ζεις» στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου που συζητήθηκε ο προϋπολογισμός, όπως και σε προηγούμενες, δεν έμεινε μόνο στην κριτική. Δια του επικεφαλής της Βαγγέλη Αργύρη, αλλά και των συμβούλων που έλαβαν το λόγο, καταγγείλαμε την ευκαιριακή και ψηφοθηρική λειτουργία της περιφερειακής αρχής που έχει μάθει να  χτυπάει στην πλάτη τους πολίτες και να αναλώνει ολόκληρους  προϋπολογισμούς σε  μικροπαρεμβάσεις εξυπηρέτησης μικρών ομάδων πολιτών, την ίδια ώρα που τα χρέη των προηγούμενων ετών πνίγουν την Περιφέρεια και εξοφλούνται με κριτήριο ποιος είναι περισσότερο «ημέτερος» ή ποιος προμηθευτής απειλεί με δικαστική κατάσχεση.


Ζητήσαμε να σταματήσουν τα πανηγύρια και οι δημόσιες σχέσεις, οι λειτουργικές σπατάλες, π.χ. για ενοίκια ιδιωτικών κτιρίων, όταν υπάρχουν δημόσια κτίρια που αραχνιάζουν, και η πρόσληψη δεκάδων ειδικών συνεργατών, ενώ υπάλληλοι της Περιφέρειας κάθονται χωρίς αντικείμενο, επειδή δεν είναι «αρεστοί». Επίσης, να πληρωθούν όσοι δούλεψαν μέχρι σήμερα, εφόσον, πράγματι, έχουν  δουλέψει, και να πάψουν πλέον οι μικροεργολαβίες που δεν δίνουν καμία προοπτική στον τόπο παρά μόνο αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση «ημετέρων». Και, πάνω απ΄ όλα να συνεργαστούμε για τη καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων, ώστε να δικαιώσουμε το ρόλο της αιρετής περιφέρειας και να συμβάλλουμε στην ανάπτυξη της Ηπείρου.


*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.