Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα PSI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα PSI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Εκλιπαρούν για σωσίβιο.Θα το βρουν;



Στην αρχή ήταν απολύτως σίγουροι για τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους. Γι΄ αυτό και υπόσχονταν «σεισάχθεια» για όλους τους πολίτες –αναξιοπαθούντες και μη, απλούς μπαταχτσήδες ή στρατηγικούς κακοπληρωτές- που είχαν χρέη. Φαντασιώνονταν διεθνή διάσκεψη που θα συγκαλούνταν για λογαριασμό τους από τους… έντρομους δανειστές. Και με απίστευτη κομπορρημοσύνη απειλούσαν Θεούς και δαίμονες.
Όποιος τολμούσε να διατυπώσει την παραμικρή αντίρρηση στους υπερφίαλους ισχυρισμούς ότι θα απάλλασσαν τους πάντες –το ελληνικό δημόσιο, αλλά και τον… πλανήτη ολόκληρο- από τα συσσωρευμένα χρέη, απειλούνταν με… ανασκολοπισμό. Με μοναδική ευκολία κάθε αντιρρησίας χαρακτηριζόταν «υπηρέτης ξένων αφεντάδων», «υπάλληλος των τοκογλύφων» και «υπονομευτής των συμφερόντων του λαού και του Έθνους».
Με όπλο, άλλωστε, την στενόμυαλη πολιτική μισαλλοδοξία, είχαν πείσει τους εαυτούς τους ότι η μεγαλύτερη διαγραφή χρέους στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, που έγινε με το περιλάλητο PSI, ήταν «καταστροφική». Και έτσι κατάφεραν να αυτοπαγιδευτούν βάζοντας πολύ ψηλότερα τον πήχη από τα 126 δισεκατομμύρια που κουρεύτηκαν το 2012 και την υπόσχεση που έλαβε λίγους μήνες αργότερα η χώρα για μελλοντικές διευθετήσεις στους χρόνους αποπληρωμής και στα επιτόκια των παλαιότερων δανειακών συμβάσεων.
Η προσάραξη στη σκληρή μνημονιακή πραγματικότητα που υπέστησαν το καυτό καλοκαίρι του 2015 οι ανεδαφικές προσδοκίες τις οποίες καλλιεργούσαν, δεν τους συνέτισε. Η επέμβαση, σε ρόλο ναυαγοσωστικών δυνάμεων, που έκαναν μετά το διαβόητο δημοψήφισμα του Ιουλίου, οι αντιπολιτευόμενες παρατάξεις που ενστερνίζονται τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, ερμηνεύτηκε ως «υπηρεσία προς τους ξένους» και όχι ως «θυσία για το εθνικό συμφέρον».
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 επιστρατεύθηκαν τα πιο διχαστικά συνθήματα από τη φαρέτρα του εμφυλιοπολεμικού μίσους –«ή εμείς ή αυτοί», «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» και άλλα ηχηρά παρόμοια. Αλλά και μετά τις εκλογές δεν έλειψαν οι ιταμές λοιδορίες εναντίον όποιου δεν έκαιγε λιβάνι στη διαπραγματευτική δεινότητα του Αλέξη Τσίπρα και του Ευκλείδη Τσακαλώτου που δεν… αρκούνταν στην προσπάθεια να αλλάζουν την Ελλάδα.
Παραμύθιαζαν τον κόσμο – ή μήπως αυτοπαραμυθιάζονταν;- ότι άλλαζαν την Ευρώπη και τον πλανήτη ολόκληρο που ήταν τάχατες έτοιμος να τους χαρίσει τα χρέη. Κάτι που δεν είχαν κάνει με τους προηγούμενους επειδή εκείνοι δεν ήταν τόσο… γενναίοι, όσο υποτίθεται ότι είναι ο Τσίπρας και η παρέα του, για να το ζητήσουν. Τόσο απλά. Ή, καλύτερα, τόσο απλοϊκά ώστε να το αντιληφθούν οι αφελείς και μόνον αυτοί…    
Στην πραγματικότητα, όμως, αντί να αλλάζουν την Ευρώπη, εκείνο που άλλαζαν διαρκώς ήταν οι θέσεις τους. Από Eurogroup σε Eurogroup ο πήχης των προσδοκιών χαμήλωνε. Και, την ίδια ώρα, ο λογαριασμός των μέτρων, με τα οποία επιβάρυναν τους πολίτες, μεγάλωνε, γελοιοποιούμενοι, συνάμα, διεθνώς με τις υποσχέσεις για «ούτε ένα ευρώ» μέτρα που απερίσκεπτα εκστόμιζαν.
Η διαγραφή του χρέους, παρόλο που στην πορεία είχε γίνει «διευθέτηση», εξακολουθούσε να είναι το «Ιερό Δισκοπότηρο» της κυβερνητικής προπαγάνδας περί επιτυχούς διαπραγμάτευσης. Μέχρι που στο Eurogroup της 22ας Μαΐου συνέβη ένα ακόμη ναυάγιο, οι εντυπώσεις από το οποίο, παρά τις χυδαίες επιθέσεις που εξαπολύθηκαν ενάντια στα μέσα ενημέρωσης που το περιέγραψαν, δεν μπόρεσαν να διασκεδαστούν.
Με καθυστέρηση αρκετών ημερών ο απίθανος τύπος που εμφανίζεται με το τσαλακωμένο κοστούμι του Έλληνα υπουργού Οικονομικών στα Eurogroup, υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει ότι πλέον «αυτό που επιθυμεί η κυβέρνηση να ειπωθεί για την Ελλάδα στο επόμενο Eurogroup είναι ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα εφαρμοστούν μετά το τέλος του προγράμματος, το 2018, θα είναι αρκετά, ώστε να θέσουν το χρέος σε μια βιώσιμη πορεία».
Με άλλα λόγια εγκαταλείπεται όχι μόνον η υπερφίαλη απαίτηση για διαγραφή αλλά και το αίτημα για άμεση διευθέτηση, το οποίο μάλιστα είχε συνδεθεί με τα προσφάτως ψηφισθέντα μέτρα για τα οποία έλεγαν στους βουλευτές τους ότι «θα ακυρωθούν αν δεν μας δώσουν τώρα το χρέος».  Αλλά δεν είναι μόνον ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που εκλιπαρεί τους δανειστές λέγοντας τους, με άλλα λόγια, «πείτε κάτι για το χρέος και ας μην το κάνετε». Είναι και ο πρωθυπουργός που αίφνης φόρεσε τον μανδύα του «συναινετικού». 
 Από το βήμα της – για φαντάσου…- γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ μίλησε για «πλατιά κοινωνική απαίτηση να συστρατευτούμε» ώστε «να αφήσουμε πίσω το παρελθόν και όλες οι υγιείς παραγωγικές δυνάμεις του τόπου να συνδράμουν στην επιτακτική προσπάθεια για την ανάταξη της οικονομίας και την απεξάρτηση της χώρας από τον εξωτερικό καταναγκασμό».
«Οι διαφορετικές μας απόψεις, μπορεί να είναι και πλούτος αν προσέλθουμε σε έναν υγιή διάλογο, με αμοιβαίο σεβασμό προς τον συνομιλητή και τις θεμελιώδεις δημοκρατικές αξίες», είπε ο πολιτικός που κέρδισε τις τελευταίες εκλογές με το σύνθημα «να τελειώνουμε με το παλαιό». Και έκλεισε την ομιλία του με «ένα κάλεσμα προς όλες τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου, να ενώσουν δυνάμεις, να συμπορευτούν στον κοινό μας αγώνα για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας, για την επόμενη μέρα της Ελλάδας».
Τι μαρτυρούν όλες αυτές οι μεταμορφώσεις των τελευταίων ημερών; Τίποτε περισσότερο από το γεγονός ότι, έχοντας ρίξει για μια ακόμη φορά σε ξέρα το σκάφος, αναζητούν εναγωνίως σωσίβια. Σωσίβια τα οποία δεν τα ζητούν, απλώς. Στην πραγματικότητα εκλιπαρούν γι΄ αυτά. Και εκλιπαρούν εκείνους τους οποίους έβριζαν όλα αυτά τα χρόνια. Εκείνους των οποίων παρακολουθούσαν τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και τους απειλούσαν με…  έξωση από τη χώρα. Κι εκείνους τους οποίους με ιταμό τρόπο αποκαλούσαν «συμμαχία των προθύμων» και «τρόικα εσωτερικού».
Κατά τα φαινόμενα, από τους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών, τους κυρίους της «συντηρητικής νομενκλατούρας», όπως τους χαρακτήριζαν πάλαι ποτέ, θα είναι ικανοποιημένοι αν καταφέρουν να αποσπάσουν μια γενικόλογη περιγραφή μελλοντικής λύσης για το χρέος, ώστε να διασωθούν τα προσχήματα της νέας προσάραξης στα αβαθή.
Πιο απαιτητικοί, ωστόσο, φαίνεται να είναι απέναντι στις εγχώριες πολιτικές δυνάμεις, από τις οποίες ζητούν νέα «λευκή επιταγή». Και ουσιαστικά να συναινέσουν σε έναν νέο πολιτικό αυτοχειριασμό που θα διαιωνίζει την εξουσία του Αλέξη Τσίπρα και της παρέας του, στέλνοντας –όπως και το 2015- στην κοινωνία το μήνυμα ότι είναι το ίδιο όποιος και αν είναι στην εξουσία.
Εδώ, όμως, που έχουν φθάσει τα πράγματα, δεν είναι πολύ πιθανό να βρεθεί το διπλό σωσίβιο που επιζητούν. Ακόμη και αν τους πετάξουν μια… τρύπια σαμπρέλα οι «απέξω», που μια χαρά βολεύονται με τα μέτρα που λαμβάνονται, δύσκολα θα συμβεί το ίδιο και στο εσωτερικό. Και δεν θα συμβεί επειδή –καλώς ή κακώς- κανείς πλέον δεν τους εμπιστεύεται. Ούτε εντός, ούτε εκτός.

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Ας αναλογιστούν, τουλάχιστον, την υστεροφημία τους!



Για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, αρχής γενομένης από τον Φεβρουάριο του 2012, οπότε κατέρρευσε το υφιστάμενο ως τότε πολιτικό σύστημα, όταν το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία ψήφισαν μαζί τη δανειακή σύμβαση που συνόδευε το μεγαλύτερο στην ιστορία της ανθρωπότητας κούρεμα δημοσίου χρέους, με το περιώνυμο PSI, ο Αλέξης Τσίπρας ό,τι έπιανε γινόταν χρυσός. Και ό,τι εύχονταν γινόταν πραγματικότητα.
Στους πενήντα και πλέον μήνες που παρήλθαν έκτοτε, ήρθαν τα πάνω κάτω και τα κάτω πάνω. Πρόσωπα, τα οποία, λόγω παρωχημένων νοοτροπιών, δεν τους έδινε κανείς σημασία και ήταν καταδικασμένα να ζουν μονίμως στο περιθώριο, βρέθηκαν αίφνης στο προσκήνιο. Ατάλαντοι και ξεπεσμένοι πολιτικάντηδες που, για διαφόρους λόγους, είχαν ξεβραστεί από την πολιτική ζωή, επανέκαμψαν και βρέθηκαν να διαδραματίζουν (συμ-)πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Αρκούσε να δηλώνει κάποιος «αντιμνημονιακός» -είτε είχε ψηφίσει Μνημόνια, είτε όχι- και να υμνολογεί τον Τσίπρα για να του συγχωρεθούν όλα τα ανομήματα και να κάνει μια νέα καριέρα. Ανεξάρτητα αν στο παρελθόν είχε υπηρετήσει την «ΠΑΣΟΚοκρατία», το «κράτος της Δεξιάς», ήταν θιασώτης του Στάλιν και του Μάο ή ε΄/ιχε φλερτάρει με τη… χούντα. Όποιος δήλωνε ΣΥΡΙΖΑ, έμπαινε αυτομάτως στη μεγάλη κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Και έβγαινε από αυτήν άσπιλος και αμόλυντος. Έτοιμος να επιβραβευτεί με την απονομή κάθε είδους αξιώματος. Κάπως έτσι είδαμε υπουργούς που, υπό άλλες συνθήκες, δηλαδή, όπως εκείνες που ισχύουν σε κανονικές χώρες, ούτε ως κλητήρες –και ας μας συγχωρήσει τον παραλληλισμό η συμπαθής τάξη των κλητήρων…- δεν θα έμπαιναν σε υπουργικά γραφεία.
Δεν ήταν, όμως, μόνον η άνεση και η απόλυτη ευχέρεια που είχε ο νυν πρωθυπουργός στις επιλογές προσώπων τις οποίες έκανε, με τον τρόπο με τον οποίο τις έκανε. Ήταν και τα όσα έλεγαν και έκαναν ο ίδιος και οι συνεργάτες του όλο αυτό το διάστημα, αποσπώντας το χειροκρότημα μιας μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού. Ακόμη και μνημειώδεις σαχλαμάρες του τύπου «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν», κατέπλησσαν τα πλήθη και προκαλούσαν ντελίριο ενθουσιασμού. Ενώ γίνονταν πιστευτές από πολύ κόσμο τερατώδεις προβοκάτσιες για, δήθεν, απόπειρες εξαγοράς βουλευτών ώστε «να μη γίνει πρωθυπουργός ο Αλέξης». Προβοκάτσιες, οι οποίες στήνονταν με τη σκηνοθετική επιμέλεια γνωστών διασκεδαστών.
Από τα μεγαλύτερα, ωστόσο, «επιτεύγματά» τους ήταν ότι οι άνθρωποι οι οποίοι, όπως και οι πλέον ανύποπτοι μπορούν πλέον να διαπιστώσουν, είχαν κάνει ρουτίνα και καθημερινότητα το «νταλαβέρι» με τους επιχειρηματίες, εμφανίζονταν ως πολέμιοι της διαπλοκής. Ποιός, για παράδειγμα, ξεχνάει ότι το υποτιθέμενο σοβαρότερο στέλεχος που διέθεταν, όταν προκλήθηκε στο Κοινοβούλιο να πει ονόματα, αντέτεινε με στεντόρεια φωνή πως «θα αποκαλύψουμε τα ονόματα της διαπλοκής εδώ μέσα όταν θα γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση…»;   
Ένα μεγάλο τμήμα του Ελλήνων πολιτών «κατάπιε αμάσητο» τόσο το συγκεκριμένο αυταπόδεικτο ψέμα περί του, τάχατες, πολέμου που είχαν κηρύξει στη διαπλοκή, την ώρα που ανενδοίαστα επισκέπτονταν φανερά και κρυφά εκδότες, καναλάρχες και κάθε λογής επιχειρηματίες με ισχύ. Όπως «κατάπιε» και πολλά άλλα μικρότερα και μεγαλύτερα ψέματα. Χαρίστηκε στον Τσίπρα και στην παρέα του ακόμη και για την αθέτηση της μείζονος υπόσχεσης ότι δεν θα υπέγραφαν ποτέ Μνημόνιο. Και του έδωσε απλόχερα μια δεύτερη ευκαιρία, αφήνοντας μάλιστα εκτός Βουλής όλους όσοι από το κόμμα του «τόλμησαν» να απαιτήσουν στοιχειώδη συνέπεια στις εξαγγελίες με τις οποίες αναρριχήθηκαν στην εξουσία.
Όλα αυτά, όμως, ίσχυαν μέχρι πρότινος. Διότι, όπως συμβαίνει συνήθως με τους νεόπλουτους της ζωής, έτσι και οι νεόπλουτοι της πολιτικής αδυνατούν να αντιληφθούν ότι η καλοτυχία δεν είναι αιώνια. Ούτε ότι τα… κέρδη από λαχεία δεν είναι παντοτινά. Κυρίως όταν το συσσωρευμένο κεφάλαιο σπαταλιέται απερίσκεπτα. Σπατάλη που, στη συγκεκριμένη περίσταση ,ισοδυναμεί με τα συνεχιζόμενα μετεκλογικά ψέματα που είναι χειρότερα και από τα προεκλογικά. Αλλά και με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να «παίζει εν ου παικτοίς» και να νομίζει ότι εξακολουθούν όλα τα φύλλα που τραβάει να είναι άσσοι.
Το παιχνίδι, ωστόσο, έχει γυρίσει. Και η τροπή που έχει πάρει είναι απολύτως αντίστροφη από εκείνη που ίσχυε μέχρι την περασμένη άνοιξη, άντε το καλοκαίρι. Έκτοτε, ακόμη και τα χαρτιά που ο περίγυρος του Μαξίμου θεωρεί ότι έχουν θέση «άσσου», όπως καλή ώρα η επιλογή του Βύρωνα Πολύδωρα για την προεδρία του ΕΣΡ, το μόνο αποτέλεσμα που έχουν είναι να καίγονται το ένα μετά το άλλο. Δεν βρήκε συμμάχους για την κάλπη της απλής αναλογικής. Πήγε στον κουβά το στοίχημα για τον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών. Πέρασε στα αζήτητα η συνταγματική αναθεώρηση.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ότι, ενώ η οικονομική δυσπραγία χτυπάει κόκκινο και η απογοήτευση των πολιτών παίρνει καθολικό χαρακτήρα, ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί πλέον ούτε την κυβέρνησή του να ανασχηματίσει. Δεν είναι μόνον ότι «δεν έχει πάγκο», αφού αυτοί που περιμένουν να μπουν δεν δείχνουν καλύτεροι από όσους θα κοπούν. Είναι, πολύ περισσότερο, ότι τον έχουν θέσει υπό κηδεμονία τα στελέχη του κόμματός του και του υπαγορεύουν ποιους θα κρατήσει. Ενώ την ίδια ώρα τον απειλεί ο κυβερνητικός εταίρος του, λέγοντας πως του αρκεί ένα νεύμα από τον Αρχιεπίσκοπο για να τον ανατρέψει. Με αποτέλεσμα να κλωθογυρίζει εδώ και ένα μήνα τις αλλαγές και το μόνο που φαίνεται ότι μπορεί να κάνει είναι να αυξήσει τις θέσεις για να βολέψει περισσότερους
Έτσι, όμως, όσο και αν στο Μαξίμου στηρίζονται στο δόγμα πως «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία», για όποιον δεν εθελοτυφλεί είναι πασιφανές ότι στον πρωθυπουργό δεν βγαίνει πλέον καμία από τις κινήσεις που θέλει να κάνει. Και το ίδιο θα γίνεται εφεξής. Ό,τι και αν πιάνει ο Αλέξης Τσίπρας στα χέρια του –ακόμη και χρυσός να είναι, που λέει ο λόγος- κάρβουνο θα γίνεται. Οι εποχές έχουν αλλάξει. Και όλα δείχνουν ότι οι εξελίξεις του επόμενου διαστήματος θα είναι ραγδαίες. Και, κατά πάσα πιθανότητα, θα τρέξουν ερήμην των «εξευτελισμών» που είναι διατεθειμένοι να υποστούν οι κυβερνητικοί βουλευτές.
Εκτός πια και αν γίνει κάποιο θαύμα ώστε η παρέα του Μαξίμου να αντιληφθεί αυτό που έρχεται. Και να επιχειρήσει να περισώσει ό,τι περισώζεται. Είτε μοιράζοντας τις ευθύνες, είτε διασφαλίζοντας την ομαλότητα στη διαδοχή, η οποία μοιάζει να είναι αναπότρεπτη. Στο τέλος – τέλος, ας αναλογιστούν, τουλάχιστον, την υστεροφημία τους!

Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013

Υπάρχει εναλλακτική στην «τσιγκούνα θεία»;


           Κακώς, κάκιστα ίσως, δεν εξαιρέθηκαν εξ αρχής από το «κούρεμα» οι μικροκαταθέτες των κυπριακών τραπεζών. Και δεν χρειάζεται να μας το πει ο «πολύς» Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, ο οποίος πριν από ένα χρόνο επέμενε άτεγκτα να περιληφθούν στο απείρως πιο καταστροφικό ελληνικό PSI οι Έλληνες μικροομολογιούχοι που και αυτοί αποταμιευτές ήταν, δεν ήταν ούτε επενδυτές, ούτε κερδοσκόποι.
          Έχω, ωστόσο, εδραία την πεποίθηση ότι η πολύ πιθανή απαλλαγή των Κυπρίων μικροκαταθετών ουδόλως αλλάζει τα δυσμενή δεδομένα του ασύμμετρου οικονομικού πολέμου που διαδραματίζεται στην Κύπρο. Ακόμη δε χειρότερα, η επικέντρωση της όλης συζήτησης στους μικροκαταθέτες, μόνον ως υπεκφυγή και αποπροσανατολισμός λειτουργεί και δεν μετριάζει τη ζημιά που σίγουρα προκαλείται από το γεγονός ότι για πρώτη φορά στη μεταπολεμική Ευρώπη «μπαίνει χέρι» στους τραπεζικούς λογαριασμούς.
          Εξάλλου, είτε εξαιρεθούν ολοσχερώς οι μικροκαταθέτες από το «κούρεμα», είτε μειωθεί το ποσοστό της δικής τους συμμετοχής, ο βαρύς λογαριασμός που καλείται να πληρώσει η μικρή Κύπρος για να περισώσει ό,τι περισώζεται από το υπερτροφικό τραπεζικό της σύστημα, το οποίο από μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημά της μετατράπηκε σε ασήκωτο βαρίδι που απειλεί να την βουλιάξει οικονομικά, δεν φαίνεται να αλλάζει ουσιαστικά.
          Δυστυχώς, η «τσιγκούνα θεία», όπως μάλλον εύστοχα, αποκάλεσε την Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ, ο αρχηγός του αντιπάλου γερμανικού κόμματος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, δεν πρόκειται να γίνει ξαφνικά γενναιόδωρη και να απαρνηθεί την τευτονική πειθαρχία την οποία βάλθηκε να να επιβάλει από άκρου εις άκρον της Ευρώπης.
         Αν δει, όμως, κανείς χωρίς συναισθηματισμούς το πρόβλημα της Κύπρου, με λύπη διαπιστώνει ότι το ακόμη μεγαλύτερο δυστύχημα στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι στην πολιτική της Μέρκελ δεν προβάλλεται καμία σοβαρή εναλλακτική πρόταση που να συνιστά ουσιαστική λύση στο αδιέξοδο ενώπιον του οποίου βρίσκεται η αδύναμη κυπριακή ηγεσία.
         Δεν είναι μόνον ότι καμία από τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης –ακόμη και από αυτές που κινδυνεύουν λίαν συντόμως να βρεθούν στη θέση της Λευκωσίας- δεν εξέφρασε αντιρρήσεις στις αποφάσεις που επέβαλε ο Β. Σόιμπλε τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου στο Eurogroup.
         Είναι, κυρίως, ότι τόσο πριν όσο μετά τη συνεδρίαση του Eurogroup δεν βρέθηκε κανείς –στην Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο- πρόθυμος να βάλει το χέρι στη δική του τσέπη και να προσφέρει στην Κύπρο τα χρήματα που χρειάζεται ή έστω να υποδείξει μια άλλη πηγή από την οποία θα μπορούσαν να αντληθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια.
         Βλέπετε, ακόμη και οι «ομόδοξοι» Ρώσοι του Β. Πούτιν, κατέστησαν σαφές ότι ενδιαφέρονται πρωτίστως να μη θιγούν οι συμπατριώτες τους που πήγαν τα «μαύρα» τους στο νησί, ενώ φαίνεται να είναι διστακτικοί ακόμη και για να ανανεώσουν το «δανειάκι» των περίπου τριών δισ. ευρώ που –προφανώς με το αζημίωτο- χορήγησαν παλαιότερα στην κυπριακή κυβέρνηση.      
         Κακά τα ψέματα, το ποσό των συνολικά 17 δισεκατομμυρίων ευρώ που απαιτείται για το πρόγραμμα «διάσωσης» (;) της κυπριακής οικονομίας δεν πρόκειται να μειωθεί και τα 5,6 δισ. ευρώ που είναι αναγκαία για να μπορέσουν να σταθούν όρθιες οι κυπριακές τράπεζες δεν θα «πέσουν από τον ουρανό».
         Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυπριακή ηγεσία δεν έχει παρά να σταθμίσει με ψυχραιμία την κατάσταση, να εξαντλήσει τη δημιουργική της φαντασία και να αναζητήσει τη βέλτιστη λύση για τους πολίτες της. Χωρίς, όμως, περαιτέρω χρονοτριβές και ατέρμονες υπεκφυγές.
          Όπως, άλλωστε, αποδείχθηκε, η καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων που παρατηρήθηκε τους τελευταίους μήνες με τις αμφιθυμίες της κυβέρνησης του Δημήτρη Χριστόφια, δεν μετρίασε τη ζημιά, μάλλον την επαύξησε. Το ίδιο προφανώς ισχύει και τώρα όσο η κυβέρνηση του Νίκου Αναστασιάδη ακολουθεί την πεπατημένη και νομίζει ότι κερδίζει κάτι αναβάλλοντας την λήψη αποφάσεων και κρατώντας κλειστές τις τράπεζες.

                    (Δημοσιεύτηκε στο www.protothema.gr στις 19.3.2013)

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Διαπραγμάτευση για να αποφύγουμε ρόλο της ευρωγλάστρας

Η χρονική σύμπτωση της επικράτησης της Ιταλίας επί της Γερμανίας στον ημιτελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου με τη σύνοδο κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ελήφθησαν σημαντικές αποφάσεις που χαλαρώνουν τον οικονομικό κλοιό, υπό τον οποίο βρίσκεται η γειτονική μας χώρα, έκανε πολλούς να μιλήσουν για τους δύο «σούπερ Μάριο», τον πρωθυπουργό Μόντι και τον ποδοσφαιριστή Μπαλοτέλι.
Οι έπαινοι, ωστόσο, για τον νεαρό ιδιόρρυθμο αθλητή δεν διήρκεσαν, αφού στην επόμενη ποδοσφαιρική μάχη, με την ομάδα της Ισπανίας, ούτε ο Μπαλοτέλι, ούτε οι συμπαίκτες του επέδειξαν το ίδιο πάθος και την ίδια αγωνιστικότητα, με αποτέλεσμα το τρόπαιο του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος να καταλήξει στους Ισπανούς που αποδείχθηκαν πιο μαχητικοί και με μεγάλη διάρκεια στο παιχνίδι τους.
Σε αντίθεση με την ιταλική ποδοσφαιρική ομάδα, η ιταλική κυβέρνηση, υπό τον πρωθυπουργό Μάριο Μόντι, αποδείχθηκε πολύ πιο οργανωμένη και πολύ πιο έτοιμη για την επιτυχημένη αναμέτρηση των Βρυξελλών που έδωσε απέναντι στη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και στην εμμονή της να επιβάλει τον «ζουρλομανδύα» των μνημονίων και της τρόικας από άκρου εις άκρον της Ευρώπης.
Έχοντας χτίσει, εκ των προτέρων, τις απαραίτητες συμμαχίες και εκμεταλλευόμενοι τους νέους συσχετισμούς που δημιουργούνται στην Ευρώπη μετά την εκλογή του Γάλλου Προέδρου Φρανσουά Ολάντ, οι γείτονες μας διαπραγματεύτηκαν αποτελεσματικά και πέτυχαν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τους, οι οποίες, λόγω μαζικής φυγής κεφαλαίων, αντιμετωπίζουν ανάλογα με τα δικά μας προβλήματα, να γίνει με τέτοιο τρόπο που δεν θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος της χώρας και συνακόλουθα το κόστος δανεισμού της χώρας.
Η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία ανέλαβε την εξουσία την ίδια περίοδο που στην Ελλάδα σχηματίστηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου. Έκτοτε, εμείς εδώ αλλάξαμε δύο κυβερνήσεις και ψηφίσαμε άλλες δύο φορές, χωρίς, με εξαίρεση το PSI και την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης, να λύσουμε κανένα πρόβλημα ή να αντιμετωπίσουμε κάποιες έστω από τις παθογένειες που μας ταλανίζουν.
Έτσι, δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη που η Ελλάδα ήταν “ωσεί παρούσα” στη τελευταία ευρωπαϊκή σύνοδο, αφού η παρατεταμένη ακυβερνησία έχει αποσαρθρώσει την ήδη προβληματική κρατική μηχανή, η οποία αποδείχθηκε ανίκανη ακόμη και να διαχειριστεί την ατυχία με το πρόβλημα της υγείας του νέου πρωθυπουργού και την αστοχία που προέκυψε με την επιλογή του νέου υπουργού Οικονομικών.  
Άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν μείνει μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς κυβέρνηση, όπως προ καιρού το Βέλγιο, όπου σχηματίστηκε κυβέρνηση έπειτα από 18 μήνες, χωρίς αυτό να έχει επιπτώσεις στην καθημερινή λειτουργία της κρατικής μηχανής ή στη διεθνή εκπροσώπηση της χώρας. Εδώ, όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά και οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν είναι καν σε θέση να καθορίσουν ούτε τα στοιχειώδη, όπως το ποιος εκπροσωπεί τη χώρα στα συμβούλια κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν αδυνατεί να παραστεί ο πρωθυπουργός. 
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι παράδοξο που προϊόντος του χρόνου, μήνα με το μήνα και, ίσως, μέρα με την μέρα, βρισκόμαστε όλο και περισσότερο απομονωμένοι στο ευρωπαϊκό στερέωμα, με αποτέλεσμα να προκαλούν όλο και μικρότερη εντύπωση τα σενάρια για την αποπομπή μας από την ευρωζώνη που είναι βέβαιο ότι έχουν εξυφανθεί ερήμην μας και η ενεργοποίησή τους ίσως να είναι επί θύραις.
Ο χρόνος τρέχει αδυσώπητα σε βάρος μας και η περίφημη επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου καθυστερεί, μεγιστοποιώντας τα ήδη μεγάλα και ανυπέρβλητα προβλήματα της ύφεσης και της ανεργίας που επιβαρύνονται από την οξύτατη τραπεζική κρίση που έχει κλείσει τους κρουνούς της ρευστότητας στην χειμαζόμενη πραγματική οικονομία.
Απλοϊκοί ισχυρισμοί σύμφωνα με τους οποίους η κυβέρνηση μπορεί να αδιαφορήσει για τις τράπεζες, δεν χωρούν στην περίσταση, έστω και αν ορισμένοι προσπαθούν να δώσουν ιδεολογικό περίβλημα στην υπόθεση, που, καλώς ή κακώς, αφορά όλους μας, καθώς χωρίς τραπεζική ρευστότητα ούτε επενδύσεις μπορεί να γίνουν ούτε νέες θέσεις εργασίας να δημιουργηθούν, ούτε ανάπτυξη της οικονομίας μπορεί να υπάρξει. 
Σε πείσμα, λοιπόν, όσων, για τους δικούς τους λόγους, επενδύουν στην καταστροφή και στην ερειπιοποίηση της χώρας, η κυβέρνηση, που θα λάβει –επιτέλους!- ψήφο εμπιστοσύνης την Κυριακή,  δεν πρέπει να επαναπαυθεί, επιφυλάσσοντας ρόλο… γλάστρας που ποτίζεται χάριν του βασιλικού (εν προκειμένω των αποφάσεων που αφορούν κατ΄ αρχήν τις τράπεζες της Ιταλίας και της Ισπανίας), αλλά να ξεκινήσει άμεσα τις απαραίτητες διαπραγματεύσεις με τους εταίρους – δανειστές μας για αναθεώρηση του οικονομικού προγράμματος, με παράλληλη, όμως, τήρηση των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.