Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Social Media. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Social Media. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2023

Εκλογή Κασσελάκη: Πολιτικό φαινόμενο ή μιντιακό γεγονός;


Ας ξεκινήσουμε με την αντικειμενική αλήθεια των αριθμών: Ο Στέφανος Κασσελάκης, επιβεβαιώνοντας όλα τα προγνωστικά, θριάμβευσε στην κούρσα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με ποσοστό άνω του 56%, αφού ψηφίστηκε από περίπου 75.000 μέλη, οπαδούς και φίλους του κόμματός του. Είναι πολλοί; Ίσως. Εξαρτάται πως το βλέπει κανείς.

Θέμα οπτικής είναι, άλλωστε, και το γεγονός ότι σχεδόν ένας στους πέντε ψηφοφόρους που μετείχαν στον πρώτο γύρο της εκλογικής διαδικασίας δεν πήγαν να ψηφίσουν στον δεύτερο γύρο. Παρακολουθώντας ολημερίς τη χθεσινή ειδησεογραφία που βασίζονταν μάλλον στα non paper της Κουμουνδούρου -τα οποία έχουν γίνει πια «του συρμού», αφού τα χρησιμοποιούν και τα άλλα κόμματα- έμενες με την εντύπωση ότι είχαν βγει στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες για να αποθεώσουν τον νέο «Μεσσία».

Όποιος βέβαια είχε την πρόνοια να περάσει έξω από ένα από τα πάμπολλα εκλογικά τμήματα δεν είχε την ίδια εικόνα, κάτι που επιβεβαίωσε και η ανακοίνωση νωρίς το βράδυ του αριθμού των ψηφισάντων. Ήταν συνολικά 15.000 λιγότεροι από την προηγούμενη Κυριακή και αν προσθέσει κανείς τους 7.000 που ψήφισαν τώρα, χωρίς να έχουν ψηφίσει στον πρώτο γύρο, τότε προκύπτει σαφώς ότι περίπου 22.000 ψηφοφόροι της πρώτης Κυριακής δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να ξαναψηφίσουν.

Τι συμπέρασμα βγάζει όλο αυτό; Ότι η πραγματικότητα δεν αντιπροσωπεύει σε καμία περίπτωση τις εντυπώσεις που τα (περισσότερα) μέσα ενημέρωσης δημιούργησαν. Το απέδειξε, άλλωστε, περίτρανα το ισχνό ακροατήριο το οποίο είχε συγκεντρωθεί έξω από την Κουμουνδούρου και με τα παρωχημένα και χιλιοακουσμένα συνθήματα («Στέφανε προχώρα…», κλπ) προσπαθούσε να δώσει υπόσταση σε ένα γεγονός που κινητοποίησε δυνάμεις που αντιπροσωπεύουν κάτι λιγότερο από το 2% του εκλογικού σώματος.

Επιμένοντας στη γλώσσα των αριθμών, δύσκολα μπορεί να παραβλέψει κάποιος ότι το περίφημο «κίνημα Κασσελάκη», γύρω από το οποίο στρατεύτηκαν τόσες ετερόκλητες δυνάμεις, εκείνο που ουσιαστικά πέτυχε ήταν να κινητοποιήσει κάτι ελάχιστα περισσότερο από το 1% της ελληνικής κοινωνίας, αν ληφθεί υπόψη ότι δόθηκε δικαίωμα ψήφου ακόμη και σε 15χρονα παιδιά, με στόχο να αυξηθεί το ενδιαφέρον των πολιτών και η συμμετοχή στις κάλπες.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χωρίς τη συμμετοχή του Στέφανου Κασσελάκη στην εκλογική κούρσα, η ανάδειξη του επόμενου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν μια υπόθεση που θα περνούσε εντελώς απαρατήρητη. Κακά τα ψέματα, ο ουρανοκατέβατος και αμερικανοτραφής 35χρονος οικονομολόγος, ο οποίος μέχρι πρότινος αποτελούσε το απόλυτο αντιπαράδειγμα που θα ήθελαν οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ για αρχηγό τους, έδωσε με την υποψηφιότητά του επικοινωνιακή πνοή σε ένα γεγονός που είχε αφήσει παγερά αδιάφορη τη μεγάλη πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας.

Υπό αυτή την έννοια, οι αραχνιασμένοι τοίχοι της Κουμουνδούρου έχουν όντως ανάγκη από ένα φως, όπως αυτό που υποσχέθηκε να φέρει ο κ. Κασσελάκης. Βλέποντας, ωστόσο, κανείς όλους εκείνους που στάθηκαν δίπλα του τόσο τον προηγούμενο καιρό που έτρεξε την καμπάνια του μέσα από τα σόσιαλ μίντια, όσο και εκείνα που διημείφθησαν στη διάρκεια της επινίκιας παράστασης, την οποία έδωσε έξω από τα κεντρικά γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ, δύσκολα μπορεί να πιστέψει κάποιος ότι η χθεσινή ημέρα ήταν η απαρχή ενός πολιτικού φαινομένου που ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες για αλλαγή που έχει η χώρα.

Με τον ομόφωνα καταδικασμένο από Ειδικό Δικαστήριο Νίκο Παπά στο πλευρό του και με τον γνωστό και μη εξαιρετέο Παύλο Πολάκη να αποτελεί τον πολιτικό μέντορα και παρασκηνιακό καθοδηγητή του, τίποτε καλό δεν μπορεί να προοιωνίζεται για τη συνέχεια. Διότι ακόμη και αν είναι τόσο φιλομαθής όσο θέλει να λέει ότι είναι, για να δικαιολογήσει τις αντιφάσεις και τις γκάφες στις οποίες υπέπεσε, αν επιλέξει ως δασκάλους τους ίδιους που τον έπεισαν να ισχυρίζεται όσα ισχυρίστηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του καμπάνιας, η κατάληξη την οποία θα έχει η επικοινωνιακή καταιγίδα που συνόδευσε την παρουσία του στο μιντιακό προσκήνιο, είναι μάλλον προδιαγεγραμμένη.

Πέρα από συνωμοσιολογικού τύπου προσεγγίσεις, τα μίντια, ως εκ της φύσεώς τους, αρέσκονται σχεδόν εξίσου τόσο με τη δημιουργία ειδώλων όσο και με την κατακρήμνισή τους. «Τρελαίνονται» με όσους επικοινωνούν μέσω το tik tok, διότι δίνουν «έτοιμη τροφή». «Εξιτάρονται» με το πηγαινέλα στο γυμναστήριο. «Παθαίνουν ντελίριουμ» με τις οικογένειες, κυρίως όταν δεν είναι συμβατικές. Όπως και με τα χαριτωμένα σκυλάκια που βγαίνουν βόλτα μπροστά στις κάμερες.

Οι συγκεκριμένες προδιαγραφές σε κάνουν μια τηλεοπτική και, εν γένει, μια μιντιακή περσόνα. Είναι στην πραγματικότητα ένας ρόλος που πρέπει να παίζεται για όσο οι αδηφάγες κάμερες είναι ανοιχτές. Και δεν αρκεί να παίζεται με το ίδιο μοτίβο. Το ρεπερτόριο πρέπει να αλλάζει συχνά γιατί οι επαναλήψεις το κάνουν βαρετό. Και όταν τελειώνουν τα ερωτήματα για τους γονείς, τους συντρόφους και τα κατοικίδια, τότε αρχίζουν τα δύσκολα.

Οι «κακομαθημένοι» δημοσιογράφοι ξεκινούν πια να ρωτούν για τις πολιτικές θέσεις, τις προτεραιότητες της διακυβέρνησης, την ακρίβεια, τις διεθνείς σχέσεις της χώρας, τον πόλεμο στην Ουκρανία, το Κυπριακό και τόσα άλλα για τα οποία ο Στέφανος Κασσελάκης δεν μίλησε όλον αυτόν τον καιρό. Και όταν μίλησε για κάποια εξ αυτών, ή κατέφυγε σε λαϊκίστικες γενικότητες ή απλώς απέδειξε πόσο αδαής είναι για την ελληνική πραγματικότητα.

Φρονίμως, μάλλον, ποιών ο ίδιος, δεν δείχνει να βιάζεται να μπει στο Κοινοβούλιο, όπως θα μπορούσε να γίνει αν παραιτούνταν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που διόρισε πριν από εκείνον στη λίστα Επικρατείας ο Αλέξης Τσίπρας. Η αλήθεια βεβαίως είναι ότι ούτε εκείνοι προτίθενται να παραιτηθούν –«ΣΥΡΙΖΑ είναι οι άνθρωποι, δεν είναι κορόιδα…»-, αλλά ούτε ο ίδιος φαίνεται να έχει καμία σχετική πρεμούρα.

Διότι, όση άγνοια κινδύνου και αν διαθέτει ο κ. Κασσελάκης, μπορεί να αντιληφθεί ότι αν ανέβαινε το στο βήμα της Βουλής στην παρούσα φάση, η πιθανότητα να έρθει στο φως η ασχετοσύνη που τον διακρίνει είναι πολύ μεγάλη. Οπότε μέχρι τότε και για όσο μπορεί θα εξακολουθήσει να κρύβεται. Διότι η περίπτωσή του δεν αποτελεί πολιτικό φαινόμενο, όπως διατείνονται οι υποστηρικτές του, καθώς δεν έχει τίποτε να πει, τουλάχιστον ως ηγέτης ενός κόμματος το οποίο θέλει να ισχυρίζεται ότι ανήκει στη ριζοσπαστική Αριστερά. Αντιθέτως, όλη η μέχρις στιγμής παρουσία του στο πολιτικό στερέωμα, δεν είναι παρά ένα μιντιακό γεγονός το οποίο δεν θα πάρει πολύ καιρό για να ξεφουσκώσει.

Όπως άλλωστε συμβαίνει στην φυσική, έτσι και στην πολιτική, οι κομήτες όσο ξαφνικά εμφανίζονται, τότε γρήγορα εξαφανίζονται. Εδώ μπορεί να περιμένουμε ως τις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου.

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Θεσσαλονίκη – Ζάππειο: ο δρόμος της διαπραγματευτικής λήθης



            Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τον φανατισμό που επιδεικνύουν, κυρίως μέσα από τα social media, αλλά και από τα συμβατικά μέσα ενημέρωσης, ορισμένοι νεοφώτιστοι οπαδοί των ευρωπαϊκών -και όχι μόνον- «θεσμών».
Αλήθεια, τι ωραία λέξη που είναι οι «θεσμοί». Και, κυρίως, πόσο εύηχη. Και για τους υποστηρικτές τους. Αλλά και για τους… επικριτές τους, οψέποτε υπάρξουν τέτοιοι… «προδότες». Για παράδειγμα, θα συμφωνήσετε ότι δεν ακούγεται το ίδιο βαρύ να θέλεις να επιτεθείς σε κάποιον, αποκαλώντας τον… «θεσμικό», όπως, ενδεχομένως, έκανε εκείνος τα τεσσεράμισι χρόνια απέναντι στους… επάρατους «μνημονιακούς».
Δεν θα αρνηθείτε επίσης το πλεονέκτημα που έχει όποιος θέλει να την… πέσει σε κάποιον που δεν συμφωνεί μαζί του, χαρακτηρίζοντας τον «αντιθεσμικό». Όπως και να έχει, ακούγεται βαρύτερο και εκπέμπει πολύ υψηλότερους τόνους απαξίας, αντιστρόφως ανάλογους με την περηφάνεια –και τα συνακόλουθα ωφελήματα- που απολάμβανε όποιος αυτοπροσδιοριζόταν ως «αντιμνημονιακός». 
            Βλέπετε, στις λίγες βδομάδες που μεσολάβησαν από τις εκλογές, άλλαξαν πολλά γύρω μας. Παρά ταύτα, προσωπικά δεν εκπλήσσομαι για την εξέλιξη. Ίσως γιατί πάντα πίστευα ότι η απόσταση που χωρίζει τα «Ζάππεια» από τις «Θεσσαλονίκες» (την παλαιότερη και την πρόσφατη) δεν είναι παρά ο δρόμος της λήθης που μπορεί να χαραχθεί για τις διαπραγματευτικές ανάγκες που ορίζουν οι δυσμενείς συνθήκες της προεκλογικής πεπατημένης. 
Άλλωστε, ήμουν εξ εκείνων που πριν, αλλά και μετά τις εκλογές επέμενα να πιστεύω ότι η λογική θα επικρατούσε της φανφάρας, παρόλο που γνωστοί και φίλοι, οι οποίοι είχαν αντίθετη εκτίμηση από τη δική μου, με έψεγαν υποστηρίζοντας –με εκκίνηση από διαφορετικές αφετηρίες- ότι έκανα την επιθυμία μου πραγματικότητα.
Δεν μπορώ να ξεχάσω την… πανταχόθεν επίθεση που δέχθηκα το βράδυ της ανάγνωσης των προγραμματικών δηλώσεων από τον Αλέξη Τσίπρα, όταν στους διαδρόμους της Βουλής τόλμησα να εκτιμήσω ότι ο νέος πρωθυπουργός, με τις «εύπλαστες» διατυπώσεις που είχε επιλέξει στην ομιλία του, προετοίμαζε τον επερχόμενο συμβιβασμό με τους εταίρους της χώρας.
Οι φιλοκυβερνητικοί με αντιμετώπιζαν καχύποπτα αποδίδοντας μου, άλλοτε εμμέσως και άλλοτε αμέσως, πρόθεση… υπονόμευσης της υποτιθέμενης δεσμευτικότητας περί τήρησης των υπεσχημένων που, κατ΄ εκείνους, περιείχε ο πρωθυπουργικός λόγος.
Οι της αντίπερα όχθης με έβλεπαν ως… «αβανταδόρο του Τσίπρα», επειδή υποστήριζα –παραπέμποντας τους δύσπιστους σε μια δεύτερη ανάγνωση της πρωθυπουργικής ομιλίας- ότι τα σκληρά λόγια που συνόδευαν την απλή παράθεση των προεκλογικών επαγγελιών, χωρίς σχεδόν κανένα σαφές χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, ήταν επιμελώς επιλεγμένα για να περάσει καλύτερα η συμβιβαστική διάθεση, η οποία εξ υπαρχής κυριαρχούσε στον στενό κυβερνητικό πυρήνα.
Τα όσα ακολούθησαν είναι λίγο ως πολύ γνωστά. Αν και θα χρειαστεί καιρός για να τα «χωνέψουν» όσοι ανυστερόβουλα είχαν ειλικρινά πιστέψει στις προεκλογικές μεγαλοστομίες.
Οι υπόλοιποι, είτε προέρχονται από την κατηγορία των… νεοφώτιστων «θεσμικών», είτε είναι οπαδοί της θεωρίας του λεγόμενου «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» ή απλά θα βρουν τη βολή τους στη νέα κυβερνητική τάξη, που εξίσου πλουσιοπάροχα με τους προκατόχους της διανέμει προνόμια και εξουσιαστικά λάφυρα, δεν φαίνεται να έχουν προβλήματα. Τους τα καλύπτουν οι «ευφημισμοί», η «εποικοδομητική ασάφεια» και τα τόσα άλλα επικοινωνιακά στρατηγήματα που ανέλαβαν να φέρει εις πέρας ο υπουργός των Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης και πάμπολλοι εκλεκτοί επικοινωνιολόγοι.
Δεν χρειάζονται, ωστόσο, μεμψιμοιρίες, όπως αυτές τις οποίες εκφράζει –μάλλον πρόωρα…- ένα τμήμα της αντιπολίτευσης που βιάζεται να βρει «δικαίωση» της πολιτικής της προηγούμενης κυβέρνησης μέσα από τη συνεχή επισήμανση των αντιφάσεων των τωρινών κυβερνώντων, που αποδεικνύονται πολύ πιο ευέλικτοι από όσο τους περίμεναν οι προκάτοχοί τους όταν τους εμφάνιζαν ως επερχόμενους «ολετήρες».
Γι΄αυτό και στην παρούσα φάση ματαιοπονούν όσοι βιάζονται να προεξοφλήσουν την ανάλωση του πολιτικού κεφαλαίου της σημερινής κυβέρνησης. Στον λίγο χρόνο, άλλωστε, που έχει μεσολαβήσει από τις εκλογές, το νέο κυβερνητικό σχήμα δείχνει να προσφέρει τεράστιες υπηρεσίες στη χώρα. Υπηρεσίες, οι οποίες μάλλον δεν είναι ακριβώς εκείνες που μπορεί να περίμεναν οι περισσότεροι από όσους, κυρίως αντιευρωπαϊστές, συμμετείχαν στις επονομαζόμενες «ανάσες αξιοπρέπειας» ή όσους από την άκρα δεξιά πτέρυγα του πολιτικού φάσματος έσπευσαν να «βαρέσουν προσοχή» στους «καραμπουζουκλήδες» κυβερνητικούς διαπραγματευτές. Είναι, όμως, άλλες, πολύ σημαντικότερες υπηρεσίες.
Πείθει, για παράδειγμα, η νέα κυβέρνηση ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, που είχε αντίθετες εντυπώσεις (και αυταπάτες τις λες!), ότι οι Ευρωπαίοι είναι εταίροι της Ελλάδας και όχι κατακτητές. Όπως και ότι οι εκπρόσωποι της χώρα μας που συνομιλούν με Γερμανούς αξιωματούχους –ακόμη και όταν δεν τους… επαινούν τόσο πολύ όσο ο κ. Βαρουφάκης- δεν είναι υποχρεωτικά «γερμανοτσολιάδες», «μερκελιστές» και «τσολάκογλου».
Μεγάλη υπηρεσία, επίσης, προσφέρει η συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝ.ΕΛ. κάνοντας αρκετούς συνέλληνες να συνειδητοποιούν ότι το δυσβάστακτο δημόσιο χρέος που συσσωρεύτηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια ούτε «επονείδιστο» είναι, ούτε μπορεί να διαγραφεί διαμιάς. Όπως ότι οι τετρακόσιοι τόσοι «μνημονιακοί» νόμοι δεν μπορούν να καταργηθούν με ένα νομοσχέδιο. Ή ότι η πληρωμή των φόρων είναι «πατριωτική πράξη». Και ακόμη-ακόμη ότι τα ΜΑΤ, αν δεν είναι «φρουροί της Δημοκρατίας», σίγουρα δεν μπορεί να αφοπλιστούν ούτε να απαγορευτούν τα χημικά που χρησιμοποιούν όταν καλούνται να αντιμετωπίσουν εγκληματικά στοιχεία στα γήπεδα ή όπου αλλού απειλούνται αγαθά όπως η ζωή και η ελευθερία των πολιτών.
Ο κατάλογος με τις υπηρεσίες προς την ίδια κατεύθυνση που μπορεί ακόμη να προσφερθούν από την παρούσα κυβέρνηση είναι δυνατόν να μακρύνει πολύ. Και να περιλάβει ίσως και το ενδεχόμενο να  ανατραπεί η βαθιά πεποίθηση που, σύμφωνα με δημοσιευμένη δημοσκόπηση, έχει το ένα τρίτο των συμπατριωτών ότι τα προηγούμενα χρόνια μας… ψέκαζαν με σκοπό να μας… δίνουν δάνεια και εμείς να ψηφίζουμε «μνημονιακά».
Υ.Γ.: Αλήθεια, τώρα που θα εξαφανίσουμε το «Μνημόνιο» και θα εμφανίσουμε το «Συμβόλαιο», «Πρόγραμμα» ή όπως αλλιώς το ονομάσουν, δεν θα (έχουν λόγους να) μας… ψεκάζουν; Ή μήπως όχι; Λέτε να αντικαταστήσουν την Τρόικα και στους ψεκασμούς οι… «Θεσμοί»;

Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015

Ψυχραιμία, τρεις βδομάδες έμειναν…



Είναι μεγάλο ευτύχημα που η προεκλογική περίοδος που ξεκίνησε είναι μικρής διάρκειας, γιατί με την τροπή που έχει πάρει, ήδη από την αρχή της κούρσας, η κομματική αντιπαράθεση, αν τραβούσε εις μάκρος, δεν είμαι βέβαιος ότι θα τον γλυτώναμε τον… εμφύλιο.
Ευτύχημα, ίσως, αποτελεί και το γεγονός ότι η χρονική περίοδος που στήνονται οι κάλπες, δηλαδή, μέσα στο καταχείμωνο, αποτρέπει τις ανοιχτές εκδηλώσεις και έτσι θα έχουμε αυτό που έχει αποκληθεί -και πολλές φορές στο παρελθόν είχε κατακριθεί- «εκλογές του καναπέ» που περιορίζουν τις μετακινήσεις και άρα και τις επαπειλούμενες συγκρούσεις των «κομματικών στρατών».
Το ξέχειλο, άλλωστε, πάθος που εκπέμπεται από τα τηλεοπτικά πάνελ και, πολύ περισσότερο, από το Διαδίκτυο, που εξασφαλίζει και την ανωνυμία, οδηγεί πιο εύκολα στην… εκτόνωση, ενώ αν έβγαινε στους δρόμους και τις πλατείες, δεν είναι βέβαιο ότι θα έμενε μόνο στα… διχαστικά λόγια.
Παρακολουθώντας, μάλλον από επαγγελματική διαστροφή, τον απηνή πόλεμο που μαίνεται στα social media, αρκετές φορές αναρωτιέμαι για το προφίλ των ανθρώπων που κρύβονται πίσω από τόσους ψευδώνυμους, κατά κύριο λόγο, «λογαριασμούς» και βρίσκονται σε διαρκή θέση μάχης για να σχολιάσουν αρνητικά, να επιτεθούν, να βρίσουν, να χυδαιολογήσουν.
Τι δουλειά, άραγε, να κάνουν όλα αυτά τα λεγόμενα «τρολ»; Πως εξασφαλίζουν τα προς τα ζην; Και, προπάντων, τι είναι εκείνο που τους κάνει να είναι τόσο (προσ)κολλημένοι στην παθιασμένη προσπάθειά τους όχι για να παρουσιάσουν κάτι θετικό που έχουν κάνει ή έχουν να πουν οι ίδιοι, αλλά για να επικρίνουν, να κατακρίνουν, να επιτεθούν στον «αντίπαλο», να τον εκθέσουν και, ει δυνατόν, να τον εξοντώσουν.
Εντάξει, κάποιους «επαγγελματίες» του είδους, τους καταλαβαίνει κανείς εύκολα, ακόμη και όταν φορούν τη… «δημοσιογραφική» τήβεννο ως άλλοθι για την απόλυτη κομματική τους προσήλωση. Αλλά όλοι οι υπόλοιποι; Βγάζουν «μεροκάματο»; Ή σκοτώνουν την ώρα τους με… ψηφιακή εκτόνωση; Θυμάμαι ένα σύνθημα που ήταν γραμμένο παλαιότερα σε έναν τοίχο και έλεγε: «Εκτονωθείτε, η ψυχανάλυση κοστίζει». Λέτε να είναι οπαδοί αυτού του δόγματος;
Όπως και να έχει, πάντοτε τη ζωή και την Ιστορία την κινούσαν τα συμφέροντα και οι νοοτροπίες. Άλλοτε χωριστά, αλλά, τις περισσότερες φορές, από κοινού. Το ίδιο, προφανώς, συμβαίνει και στην προκειμένη περίπτωση. Ένα αλληλοτροφοδοτούμενο σύμπλεγμα συμφερόντων και ιδεοληπτικών εμμονών φαίνεται να είναι εκείνο που καθοδηγεί όλο αυτό το φαινόμενο.
Μιλάμε, βεβαίως, για ένα φαινόμενο, το οποίο δεν περιορίζεται μόνον στις προεκλογικές περιόδους, αλλά, ειδικά σε αυτές, γνωρίζει μεγάλες… δόξες. Ας είναι. Τρεις εβδομάδες απομένουν ως τις 25 Ιανουαρίου. Θα το αντέξουμε. Με λίγη ψυχραιμία παραπάνω. Και, κυρίως, με την ελπίδα να είναι τέτοια η ετυμηγορία της κάλπης που να μη χρειαστεί να πάμε σε νέες εκλογές.
Αν και αυτή τη φορά, όπως το 2012 που πήγαμε σε δεύτερη αναμέτρηση για να σχηματιστεί κυβέρνηση, δεν τελειώσουμε «μια και έξω», τότε… αλλοίμονό μας. Δεν μας σώζει τίποτε. Και, σε μια τέτοια περίπτωση τα αφιονισμένα διαδικτυακά «τρολ», που θα ξεσαλώσουν, θα είναι, πιθανότατα, το μικρότερο κακό που μπορεί να μας έχει συμβεί…