Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011

«Αύγουστε καλέ μου μήνα, νά ΄σουν δυο φορές το χρόνο…»

         O Αύγουστος υπήρξε ανέκαθεν ο μήνας της ανάπαυλας. Πολύ πριν ο σύγχρονος τρόπος ζωής «επιβάλει» την ανάγκη του παραθερισμού, των διακοπών και της θερινής άδειας, η φύση και για την ακρίβεια ο κύκλος της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας, με τον θερισμό και το αλώνισμα που είχαν τελειώσει και τη νέα σπορά που έπρεπε να περιμένει τα πρωτοβρόχια, είχε καθιερώσει τον Αύγουστο ως τον μήνα της ξεκούρασης και του γλεντιού.
        Έτσι έφτασε ως τις μέρες μας η παροιμία «Αύγουστε, καλέ μου μήνα, νά ΄σουν δυο φορές το χρόνο» που εκφράζει και σήμερα τη διάθεση που δημιουργεί στους περισσότερους εξ ημών, αφενός, η προσωρινή αποχή από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, την ίδια ώρα που, αφετέρου, ξαναζωντανεύουν τα έρημα χωριά μας και, κυρίως, τονώνεται η τουριστική «βιομηχανία» που, χωρίς αυτήν, οι ελπίδες για έξοδο από την οικονομική κρίση θα ήταν πολύ λιγότερες.
        Σε πείσμα, πάντως, της κρίσης, με χαρά διαπίστωνε κανείς αυτές τις μέρες, ότι πολύς κόσμος «βγήκε από το καβούκι του» και ξέδωσε, συμμετέχοντας σε κάθε είδους εκδηλώσεις: από ξένοιαστο «αραλίκι» στις παραλίες μας, που, παρότι δεν ήταν στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, έσφυζαν από ζωή, παραδοσιακά πανηγύρια και ανταμώματα, έως river parties και συναυλίες.
        Ο δεύτερος, ουσιαστικά, χρόνος λειτουργίας της Εγνατίας Οδού, που, ευτυχώς, ακόμη είναι χωρίς διόδια, έφερε και πάλι αυξημένη τουριστική κίνηση από την Βόρεια Ελλάδα στα παράλια της Θεσπρωτίας. Κίνηση που θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, ακόμη και για την ενδοχώρα του νομού, αν είχε ήδη «ανοίξει» το, πιο σημαντικό για μας, «μέτωπο» προς το Νότο, με την ολοκλήρωση τόσο της Ιόνιας Οδού που, δυστυχώς, παραμένει «παγωμένη», όσο και της Αθηνών – Πατρών που προχωράει με ρυθμούς «χελώνας».
        Δεν είναι, όμως, μόνον τα συγκεκριμένα υπερτοπικά μεγάλα έργα, που κρατούν καθηλωμένο τον μικρό μας τόπο, είναι και τα δικά μας τοπικά, με σημαντικότερα την παράκαμψη της Ηγουμενίτσας και τη σύνδεση με το μεθοριακό σταθμό στο Μαυρομάτι, που όσο μένουν στα χαρτιά τόσο θα δυσκολεύεται η ζωή όλων, ντόπιων και επισκεπτών, τουριστών και επιχειρηματιών της περιοχής.
        Τα επισημαίνω όλα αυτά όχι για λόγους μεμψιμοιρίας, ούτε για να χαλάσω την αυγουστιάτικη γιορτινή διάθεση, γκρινιάζοντας γι΄ αυτά που έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και για την συνεχιζόμενη, ασυγχώρητη ως ένα μεγάλο βαθμό, καθυστέρηση που παρατηρείται
Αν αναφέρομαι σε αυτά, είναι κυρίως επειδή είμαι πεπεισμένος πως μόνον με την άμεση και ταχύτατη προώθηση των μεγάλων αυτών έργων, όσων τουλάχιστον από αυτά είναι «ώριμα», θα σπάσει ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και της ανεργίας που αποτελεί την επιτομή της κρίσης της ελληνικής οικονομίας.
        Μπορεί οι περισσότεροι γύρω μας, μισθωτοί και συνταξιούχοι, να διαμαρτύρονται για τις περικοπές που υπέστησαν, προσωπικά δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι το άγριο πρόσωπο της οικονομικής κρίσης είναι εκείνο που βλέπουν οι εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι, ο αριθμός των οποίων αυξάνεται δραματικά από μήνα σε μήνα και η τάση που διαμορφώνεται προοιωνίζεται ένα δύσκολο φθινόπωρο και έναν ακόμη δυσκολότερο χειμώνα.
Χωρίς, λοιπόν, ουσιαστικά μέτρα για την ανάσχεση της ανεργίας, στόχος που μπορεί να επιτευχθεί με ένα συνεκτικό σχέδιο δημιουργίας θέσεων εργασίας, δεν πρόκειται να ξεπεραστεί η κρίση που αντιμετωπίζουμε και η οποία, όπως επανειλημμένως σημειώνω από τούτη τη στήλη, δεν είναι μόνον οικονομική, είναι πρωτίστως κοινωνική.
Όταν ο μη ενεργός πληθυσμός της χώρας είναι μεγαλύτερος από τον ενεργό και όταν σε λίγο, με το τέλος της τουριστικής σεζόν, ο αριθμός των ανέργων θα «σπάσει» το «ψυχολογικό» όριο του ενός εκατομμυρίου, όποιες –αναγκαίες, κατά τ΄ άλλα- αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και να προωθήσει η κυβέρνηση, θα έχει χάσει το μεγάλο παιχνίδι που δεν είναι άλλο από τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Και δεν χρειάζεται κανείς να είναι κοινωνιολόγος για να αντιληφθεί ότι η κοινωνική συνοχή είναι όρος απαραίτητος για την πρόοδο και την ανάπτυξη της κοινωνίας.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Το «τέρας» και «ο διάβολος που κρύβεται στις λεπτομέρειες…»

          Το αδηφάγο «τέρας» των αγορών δείχνει και πάλι τα δόντια του, προκαλώντας οικονομική αναταραχή από άκρου εις άκρον του πλανήτη. Αφού έπαιξε «σαν τα σκύλο με τη γάτα» το παιχνίδι της επισημοποίησης της ελληνικής χρεοκοπίας, τώρα που η μικρή Ελλάδα, που αποτελούσε τον πιο αδύναμο κρίκο στην αλυσίδα της ευστάθειας του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, μπήκε κάτω από ευρωπαϊκή ομπρέλα προστασίας, το τέρας που εξέθρεψαν άφρονες πολιτικές ηγεσίες στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, επανήλθε δριμύτερο.
Εκτραχυμένο από το γεγονός ότι οι αποφάσεις που έλαβε η ευρωπαϊκή σύνοδος της 21ης Ιουλίου για την Ελλάδα, από τη μια καθυστέρησαν και από την άλλη αποδεικνύονται ανεπαρκείς για να αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα και ουσιώδη προβλήματα της ευρωζώνης, τα οποία –φυσικά και- δεν περιορίζονταν στα στερεότυπα για τους «τεμπέληδες του νότου» που χρησιμοποιούσε, μέχρι πρότινος, ο λαϊκίστικος γερμανικός Τύπος, τώρα το «τέρας» στόχευσε.
Η ίδια η γενέτειρα αυτού του σύγχρονου «Φρανκεστάιν», οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής νιώθουν την καυτή ανάσα του δημιουργήματός της, δείχνοντας, πλέον ανίσχυρες να τιθασεύσουν τις κερδοσκοπικές ορέξεις του, καθώς οι υπέρογκες πολεμικές δαπάνες των προηγούμενων χρόνων τις έχουν καταστήσει μια υπερχρεωμένη χώρα, στην οποία ο επιπρόσθετος εσωτερικός πολιτικός διχασμός, δυσκολεύει τους χειρισμούς του προέδρου Ομπάμα και της κυβέρνησης του.  
Από μια άποψη, εμείς, ως χώρα, θα μπορούσαμε (όπως τουλάχιστον ισχυρίζονται ορισμένοι)  να επιχαίρουμε με αυτές τις εξελίξεις, γιατί, επιτέλους, φύγαμε από τα διεθνή πρωτοσέλιδα και πάψαμε να είμαστε το πεδίο δοκιμής ενός πλανητικού πολέμου που μαίνεται επί μια τριετία, από το φθινόπωρο του 2008, όταν ήρθαν στην επιφάνεια τα μεγάλα προβλήματα που προκλήθηκαν από την ραγδαία επέλαση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, το οποίο πήρε τα ηνία στην παγκόσμια οικονομία, σαρώνοντας την πραγματική οικονομική παραγωγή, αλλά και εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Ας μην αυταπατόμαστε, όμως, και ας μην προσεγγίζουμε κοντόθωρα τις καταιγιστικές εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Από τη γέννηση του καπιταλισμού, στα τέλη του 18ου αιώνα, κυρίως, αλλά και πολύ νωρίτερα, οι οικονομίες ήταν αλληλοεξαρτώμενες. Εδώ και πολλούς αιώνες οι κρίσεις ποτέ δεν (ανα-)γνώριζαν οικονομικά σύνορα, ακόμη και όταν αυτά υπήρχαν. Πόσω μάλλον στις μέρες μας που έχουν πέσει και το κεφάλαιο, κερδοσκοπικό και μη, κινείται ελεύθερα και με ασύλληπτες ταχύτητες από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο.
Υπό αυτή την έννοια, όχι μόνον δεν δικαιολογείται ο παραμικρός εφησυχασμός από ελληνικής πλευράς, αλλά, αντιθέτως, απαιτείται ακόμη μεγαλύτερη εγρήγορση, καθώς είναι τόσο πολλά τα οποία πρέπει να γίνουν, κατά το προσεχές δίμηνο, για να εκπληρώσουμε τις δεσμεύσεις που αναλάβαμε ως αντιστάθμισμα στην ευρωπαϊκή ασπίδα πουν δημιουργήθηκε τον προηγούμενο μήνα για την αποτροπή της επισημοποιημένης χρεοκοπίας, που δεν υπάρχει κανένα απολύτως περιθώριο για αμφιταλαντεύσεις.
Από την άλλη, ωστόσο, η σπουδή και η ταχύτητα που πρέπει να επιδειχθούν στην προώθηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, είναι απαραίτητο να συνοδεύονται από υπευθυνότητα, σοβαρότητα, σχέδιο και, προπάντων, από αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης, χωρίς ισοπεδωτικές πολιτικές και μέτρα επί δικαίων και αδίκων, προκειμένου να καλυφθούν οι πρόσκαιροι ποσοτικοί στόχοι.
Όσο επικριτέο είναι να υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις και άλλα στελέχη που είτε πολεμούν, είτε δεν ενστερνίζονται ώριμα κοινωνικά αιτήματα για αλλαγές που έπρεπε να γίνουν από χρόνια, άλλο τόσο βλαπτικός είναι ο μεταρρυθμιστικός οίστρος ορισμένων που με φανατισμό επιζητούν «εδώ και τώρα να χυθεί αίμα» με απολύσεις, καρατομήσεις και μετακινήσεις, όταν σε άλλους ουσιώδεις τομείς, όπως, π.χ. η λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών, έχουν γίνει ελάχιστα.
Προς την κατεύθυνση, για παράδειγμα, της αξιολόγηση, του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτε, ενώ και στις εξαγγελίες που γίνονται, σπανίως βρίσκει κανείς κίνητρα που να διαχωρίζουν εκείνους που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους φιλότιμα από τους υπόλοιπους που είναι αργόμισθοι και δεν δείχνουν διάθεση ανταπόκρισης στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους. Μέχρι στιγμής και οι δύο κατηγορίες έχουν αντιμετωπιστεί ομοιόμορφα με οριζόντιες περικοπές.
Ο κίνδυνος, λοιπόν, να συνεχίσουν να «καίγονται τα χλωρά μαζί με τα ξερά» είναι μεγάλος, καθώς ορισμένοι συμπεριφέρονται λες και η δίκαιη κατανομή των βαρών και των θυσιών, από τη φορολόγηση έως τις περικοπές, συνιστά λεπτομέρεια που δεν τους αφορά, καθώς προέχει η μείζων προσπάθεια για τη διάσωση της χώρας. Όπως, όμως, σωστά λέγεται, πολλές φορές «ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες».
Γι΄ αυτό, αν οι κυβερνητικοί ιθύνοντες δεν θέλουν να αποδειχθούν τα όσα έγιναν τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες, άδικος χαμένος κόπος, εξαιτίας της απώλειας της κοινωνικής συναίνεσης και της πίστης στην προσπάθεια, η οποία μειώνεται διαρκώς, χρειάζεται να επιδείξουν προσοχή. Και να λάβουν υπόψη τους ότι, εκτός από το «τέρας» των διεθνών αγορών, εξίσου απειλητικός είναι για την Ελλάδα και ο «διάβολος που κρύβεται στις λεπτομέρειες».

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Ο πρωθυπουργός και το «συν Αθηνά και χείρα κίνει»

         Όποια άποψη και αν έχει κανείς για τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, εκείνο που δεν μπορεί να του αποδώσει είναι η φυγοπονία, για την οποία αρκετοί πιστεύουν ότι χαρακτηρίζει εν γένει τους πολιτικούς -συχνή είναι η αναφορά για ορισμένους που «δεν έχουν κολλήσει ούτε ένα ένσημο»- και πάντως ουδείς αμφιβάλει ότι χαρακτήριζε τον τέως πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, που, όπως (κατα)μαρτυρούν στενοί του συνεργάτες, αντιμετώπιζε τα προβλήματα με την περιβόητη, πλέον, έκφραση «άσ΄ το για αργότερα».
          Τις σκέψεις αυτές έκανα καθώς, με την επαγγελματική του ιδιότητα, χρειάστηκε να βρεθώ την περασμένη Παρασκευή στην Άρτα, όπου ο πρωθυπουργός επί έξι ολόκληρες ώρες ήταν καθηλωμένος σε μια καρέκλα και άκουγε έναν προς έναν όλους τους φορείς της περιοχής να εκθέτουν στον ίδιο και στο κυβερνητικό κλιμάκιο που τον συνόδευε -ένας υπουργός και έξι υφυπουργοί- τα προβλήματα της περιοχής.

          Σε μια αναμφίβολα πρωτόγνωρη, όχι μόνον για τη διάρκεια της, διαδικασία εξαντλητικού διαλόγου, βρέθηκαν γύρω από το ίδιο τραπέζι και εξέθεσαν τις απόψεις και τους προβληματισμούς τους περισσότεροι από τριάντα εκπρόσωποι φορέων, προερχόμενοι από όλους τους πολιτικούς, αυτοδιοικητικούς, επιστημονικούς και παραγωγικούς χώρους.

          Χωρίς κανέναν αποκλεισμό ή άλλο περιορισμό δόθηκε ο λόγος από τον περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέκο Καχριμάνη ή τον τοπικό βουλευτή της ΝΔ Κώστα Παπασιώζο, έως τους προέδρους των χοιροτρόφων και των πτηνοτρόφων της Άρτας. Και από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων ή τον επικεφαλής του τοπικού σωματείου των ταξιτζήδων έως έναν μεμονωμένο επιχειρηματία, ο οποίος (ανα)ζητούσε εναγωνίως τη συνδρομή της πολιτείας για να υλοποιήσει στον τόπο του μια καινοτόμο, σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδέα (πατέντα) που συνέλαβε και είναι, όπως εξήγησε, ένας ανελκυστήρας που κινείται χωρίς να καταναλώνει ενέργεια και για τον οποίο έχει, ήδη, εξασφαλισμένες παραγγελίες από το εξωτερικό.

          Ο πρωθυπουργός εξήγησε το χαρακτήρα της ανοικτής αυτής διαδικασίας, λέγοντας πως άποψη «για το πού πορεύεται η χώρα, πώς πρέπει να κινηθεί, με τι ρυθμούς και τι στόχους, δεν έχει μόνον η Αθήνα, έχει και η Άρτα, έχουν και οι πολίτες της περιφέρειας», ενώ προέτρεψε εξαρχής τους συνομιλητές του να μιλήσουν ανοικτά, αναφέροντας τους ότι είναι «καλοδεχούμενη και η κριτική».

          Ο ίδιος, άλλωστε, στην εισαγωγή του δεν έκρυψε την δυσμενή πραγματικότητα και είπε ξεκάθαρα: «Δεν ήρθα εδώ απλώς για να χαϊδέψω αυτιά, ούτε για να αρνηθώ ότι υπάρχουν προβλήματα, ούτε για να υποσχεθώ μαγικές λύσεις, αλλά για να συζητήσουμε μεταξύ μας, πώς από εδώ και πέρα θα πορευτούμε πολύ καλύτερα, αλλά και πώς φτάσαμε ως εδώ, ώστε να μην βρεθούμε ποτέ ξανά σ' αυτή την κατάσταση. Και κυρίως, για να μπορέσουμε μαζί να δημιουργήσουμε τη νέα Ελλάδα που όλοι μας θέλουμε, να μπούμε σε μια βιώσιμη ανάπτυξη και σε ένα δρόμο προοπτικής».  

          Χωρίς να λείψει ούτε ένα λεπτό από την αίθουσα -βγήκε μόνον για να πάει εκεί που και οι πρωθυπουργοί. πάνε μόνοι τους-, ο κ. Παπανδρέου, κατέγραφε, όπως και οι συνεργάτες του, όλα όσα ακούστηκαν στην πολύωρη σύσκεψη και στο κλείσιμό της συνόψισε, απαντώντας, ο ίδιος ή τα καθ΄ ύλην αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, σχεδόν σε όλες τις (και επικριτικές σε ορισμένες περιπτώσεις) επισημάνσεις που εκφράστηκαν.

          Αν έγραψα τούτες τις γραμμές, δεν είναι για να ισχυριστώ ότι η παρουσία του πρωθυπουργού έλυσε τα προβλήματα της Άρτας ή της Ηπείρου, τις έγραψα, κυρίως, για το μεταφέρω το μήνυμα που εξέπεμπε η τοποθέτηση του πρωθυπουργού, ένα μήνυμα δημιουργικής και ουσιαστικής συμμετοχής της ελληνικής περιφέρειας στο αναπτυξιακό γίγνεσθαι της χώρας.

          Γι΄ αυτό και δεν θα σταθώ σε όσα θετικά ειπώθηκαν από υπεύθυνα κυβερνητικά χείλη για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας ή τον ελληνοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου, το ειδικό πρόγραμμα για τον Αμβρακικό ή την παραχώρηση στο δήμο Αρταίων του «Ξενία» της πόλης για πολιτικές δραστηριότητες.

          Θα σταθώ μόνον στο θέμα της γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη», που αφορά όλη την Ήπειρο, και που, κατά τη γνώμη μου, η τοποθέτηση του κ. Παπανδρέου, σηματοδοτεί την απαρχή για να δοθεί λύση στο μεγάλο αυτό αναπτυξιακό ζήτημα της περιφέρειας μας. «Μην αφήνετε το θέμα στην τύχη. Βρείτε τα σχήματα που δεν θα αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της επιχείρησης. Δείτε τι συμμαχίες μπορείτε να συνάψετε. Εμείς είμαστε υπέρ της κοινωνικής οικονομίας και θέλουμε όχι μόνον να παραμείνει, αλλά και να μεγαλώσει η συνεταιριστική παράδοση», προέτρεψε τους παριστάμενους και κυρίως όσους είχαν νωρίτερα υποστηρίξει την -ανεδαφική, κατ΄ εμέ, όπως έχω εξηγήσει και με άλλες ευκαιρίες- άποψη να «μείνει ως έχει το ιδιοκτησιακό καθεστώς» της επιχείρησης.

          Εν ολίγοις, το μήνυμα του πρωθυπουργού μπορεί να συνοψιστεί στην αρχαιοελληνική ρήση: «συν Αθηνά και χείρα κίνει». Το ερώτημα, όμως, είναι αν οι αποδέκτες του μηνύματος είναι διατεθειμένοι να κουνήσουν τα χέρια τους.

  

          *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 26 Ιουλίου 2011

«Δεν υπάρχουν δωρεάν γεύματα στις αγορές»


Οι αναμφίβολα ανακουφιστικές αποφάσεις που ελήφθησαν την περασμένη εβδομάδα στη σύνοδο κορυφής της ευρωζώνης για τη μείωση του δυσθεώρητου ελληνικού χρέους, σίγουρα δεν αφήνουν περιθώρια για πανηγυρισμούς στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Ταυτοχρόνως, όμως, δεν δίνουν και το δικαίωμα στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης να επιδίδονται στην συνήθη καταστροφολογία.
Σε πείσμα όλων όσοι εδώ στη χώρα μας έβλεπαν τα πράγματα με την απλοϊκή μονοδιάστατη προσέγγιση του «εμείς», δηλαδή οι Έλληνες, που, ως γνωστόν, «είμεθα έθνος ανάδελφον», και οι «άλλοι», δηλαδή οι… κακοί, οι ξένοι που «όταν εμείς κτίζαμε Παρθενώνες, αυτοί έτρωγαν βελανίδια» -και γι΄ αυτό, προφανώς, μας επιβουλεύονται και θέλουν να μας… πάρουν την Ακρόπολη-, οι αποφάσεις των Βρυξελλών έδειξαν ότι, έστω και καθυστερημένα, έστω και στο «παρά πέντε», όπως γράφει ο διεθνής τύπος, οι Ευρωπαίοι ηγέτες, αποφάσισαν να λειτουργήσουν πολιτικά και να αρθούν πάνω από τις αδυσώπητες αγορές.
Προσωπικά δεν τρέφω αυταπάτες ότι, εάν δεν απειλούνταν η παγκόσμια οικονομική σταθερότητα από την υπερχρέωση της Ελλάδας και τον συνακόλουθο κίνδυνο να οδηγηθεί η χώρα, μοιραία κάποια στιγμή, σε στάση πληρωμών, η λεγόμενη «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» που μας έφερε το νέο «πακέτο βοήθειας», δεν θα εκδηλωνόταν ποτέ και θα μας άφηναν στην τύχη μας.
Με άλλα λόγια οι εταίροι μας και κυρίως το γερμανικό «διευθυντήριο, αφού, όλους τους προηγούμενους μήνες, μέτρησαν κέρδη και κέρδη από μια ενδεχόμενη επισημοποίηση της χρεοκοπίας της Ελλάδας –που, ας μη γελιόμαστε, έχει ουσιαστικά επέλθει από πέρυσι τον Μάιο, όταν μπήκαμε στο μηχανισμό στήριξης, επειδή δεν μπορούσαμε πλέον να δανειστούμε από τις αγορές- κατέληξαν ότι η διάσωση της χώρας είναι λιγότερο βλαπτική για τα συμφέροντά τους.   
Το παιχνίδι, άλλωστε, των διεθνών σχέσεων και, πολύ περισσότερο, των οικονομικών δοσοληψιών ανάμεσα στα κράτη, πάντα έτσι παιζόταν. Το αμοιβαίο συμφέρον ήταν, είναι και θα είναι αυτό που κινητοποιεί τους συνεταιρισμούς μεταξύ των χωρών, όπως, καλ΄ ώρα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η ευρωζώνη, που, ό,τι και αν λένε διάφοροι επικριτές τους, η συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτούς τους θεσμούς, την διατηρεί στις 25 με 30 πλουσιότερες χώρες όλης της υφηλίου.  
Αντιθέτως, η επιβολή επαχθών οικονομικών όρων σε ένα έθνος, όπως π.χ. συνέβη με τη Γερμανία με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οδηγεί σε ακραίες καταστάσεις, όπως η άνοδος του χιτλερισμού, που οι συνέπειές τους, ιδιαίτερα στην εποχή μας που η αλληλοεξάρτηση του κεφαλαίου βρίσκεται στο ζενίθ και έχει καταλύσει τα εθνικά σύνορα, μπορεί να συμπαρασύρουν τους πάντες.
Ο επαπειλούμενος κίνδυνος της μετάδοσης της ελληνικής κρίσης χρέους σε άλλες χώρες της Ευρώπης, αλλά και όλου του κόσμου, ήταν που κινητοποίησε την ηγεσία ολόκληρου του πλανήτη, από τον Αμερικανό Πρόεδρο Ομπάμα, που αντιμετωπίζει και ο ίδιος στη χώρα του μεγάλο πρόβλημα με τον δημόσιο υπερδανεισμό, ως την Γερμανίδα καγκελάριο Μέρκελ, η οποία αντιστάθηκε επί μήνες, αλλά στο τέλος υποχώρησε, όταν συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν μόνο η μικρή και υπερχρεωμένη Ελλάδα που απειλούνταν με άμεση οικονομική κατάρρευση.           
Όμως, οι πρόσφατες, σημαντικές, από άποψη, αποφάσεις της ευρωσυνόδου για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, μέσω της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και της μείωσης των επιτοκίων, δεν απαλλάσσει τη χώρα μας από την υποχρέωση να προσαρμοστεί σε μια νέα πραγματικότητα και να αφήσει πίσω της το παρελθόν της αμεριμνησίας, της σπατάλης και των ελλειμμάτων.
Μπορεί να λύσαμε το πρόβλημα του (αναγκαίου) νέου δανεισμού για τα επόμενα χρόνια και να ξεφύγαμε από την απειλή της ολοκληρωτικής στάσης πληρωμών του δημοσίου, αλλά η βαθιά ύφεση στην οποία έχει βυθιστεί η ελληνική οικονομία, εκτοξεύοντας στα ύψη την ανεργία, είναι εδώ και δεν ξεπερνιέται με μόνο τα νέα δανεικά που εξασφαλίσαμε. Απαιτεί γενικό ανασκούμπωμα, συνειδητοποίηση της κατάστασης, αλλά των αιτιών της, όπως και εντατικοποίηση των προσπαθειών. 
Ένα αγαπημένο, άλλωστε, ρητό των οικονομολόγων, και κυρίως όσων εξ αυτών ασπάζονται το κυρίαρχο στις μέρες μας «δόγμα» του νεοφιλευθερισμού, είναι ότι, στις αγορές και, εν γένει, στην οικονομία, «δεν υπάρχουν δωρεάν γεύματα».
Είτε μας αρέσει είτε όχι, το πνεύμα αυτής της κυνικής ρήσης, ας την έχουμε υπόψη μας, τόσο οι ταγοί, όσο και όλοι εμείς οι πολίτες αυτής της χώρας, η οποία μοιάζει να έχει ξεχάσει να παράγει ιδέες, αλλά, πρωτίστως, υπηρεσίες και προϊόντα, που είναι ο μόνος αποφασιστικός παράγων που θα μας βγάλει από την κρίση.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Οι «προφεσόροι» του Μπίσμαρκ και το νοσοκομείο Φιλιατών

Ακούγοντας από υπεύθυνα χείλη ότι τρεις διαφορετικές επιστημονικές ομάδες πρότειναν τρία διαφορετικά πράγματα για τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, ένα από τα οποία προβλέπει την διοικητική ενοποίηση του νοσοκομείου Φιλιατών με το νοσοκομείο Χατζηκώστα των Ιωαννίνων, μου ήρθε κατά νου η αξιομνημόνευτη ρήση του Όττο Μπίσμαρκ «drei professoren, vaterland verloren». Σε ελεύθερη απόδοση, ο Πρώσος (Γερμανός) καγκελάριος του τέλους του 19ου αιώνα ήθελε να πει με τη φράση αυτή, που έμεινε στην ιστορία, ότι, αν ανατεθούν οι υποθέσεις του κράτους σε τρεις καθηγητές, η πατρίδα χάθηκε.
Βρίσκω να ταιριάζει γάντι η ρήση του Μπίσμαρκ στην υπόθεση με τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, γιατί πραγματικά δεν βρήκα ούτε έναν άνθρωπο που να διαθέτει κοινό νου για να μου παραθέσει ένα επιχείρημα υπέρ της ενοποίησης δύο νοσοκομείων που και απέχουν μεταξύ τους και το ένα δεν έχει τίποτε να προσφέρει στο άλλο.
Σέβομαι απεριόριστα τους ειδικούς, στον επιστημονικό τομέα που έκαστος διακονεί, θαυμάζω τους ερευνητές που ανοίγουν νέους δρόμους στην επιστήμη τους, διατηρώ ο ίδιος σχέσεις με πανεπιστημιακούς δασκάλους και συχνά καταφεύγω στη σοφία τους, είτε δια ζώσης, είτε μέσα από τα κείμενά τους.
Πιστεύω, όμως, ακράδαντα -και το έχω επισημάνει από αυτή τη στήλη, με αφορμή τις συζητήσεις για κυβερνητικές λύσεις τεχνοκρατών- ότι τις λύσεις στα μικρά και μεγάλα κοινωνικά προβλήματα τις δίνουν οι πολιτικές ηγεσίες, ο ρόλος των οποίων είναι να ζυγιάζουν τις θέσεις και τις αντιθέσεις και να καταλήγουν στις βέλτιστες αποφάσεις.
Τα γράφω αυτά, γιατί έχω εδραία την πεποίθηση ότι κανένας γραφειοκράτης από τη βολή του γραφείου του, κανένας τεχνοκράτης, όσες έρευνες και αν έχει κάνει κλεισμένος στο εργαστήριο του, και κανένας αξιότιμος καθηγητής, όσα διπλώματα και αν έχει συλλέξει, δεν μπορεί να εισηγείται αξιόπιστες και κοινωνικά αποδεκτές προτάσεις, αν δεν έχει την ολοκληρωμένη εικόνα για τις επιπτώσεις της εισήγησής του, την οποία, κατά τεκμήριο, διαθέτουν οι πολιτικές ηγεσίες.
Προλαβαίνω τον αντίλογο για τα πελατειακά δίκτυα ανάδειξης των πολιτικών ηγεσιών, κυρίως σε τοπικό επίπεδο, που μπορεί να αντιπαραβληθεί στην πιο πάνω άποψή μου. Είμαι, άλλωστε, εξ εκείνων που σε κάθε ευκαιρία στηλιτεύω τέτοια φαινόμενα. Αυτό, ωστόσο, δεν με εμποδίζει να επισημάνω ότι παντού στον κόσμο, όπου υπάρχουν δημοκρατικά εκλεγμένες ηγεσίες, σε αυτές ανήκει η αρμοδιότητα να αποφασίζουν, κυρίως διότι είναι αυτές που έχουν αίσθηση του κοινωνικού γίγνεσθαι και είναι υπόλογες στην κοινωνική λογοδοσία.
Ας μην θεωρητικολογήσω, όμως, άλλο και ας έρθω στο κυρίως θέμα, που είναι το νοσοκομείο Φιλιατών, τη σημασία της αυτονομίας του οποίου δεν μπορεί να την αντιληφθεί κανένας τεχνοκράτης που κατασκευάζει σχεδιαγράμματα με οικονομικούς ή άλλους δείκτες, χωρίς επίγνωση του παρελθόντος και του παρόντος της ευρύτερης περιοχής, αλλά και ενσυναίσθηση του μέλλοντός της.
Ολόκληρη η παλαιά επαρχία Φιλιατών, που από την αρχή του χρόνου αποτελεί τον ομώνυμο «Καλλικρατικό» δήμο,  μετά το προ ετών κλείσιμο των Κλωστηρίων που λειτούργησαν για λίγα χρόνια στην περιοχή, «αναπνέει» αναπτυξιακά με έναν και μοναδικό «πνεύμονα», που είναι το νομαρχιακό νοσοκομείο της Θεσπρωτίας, το οποίο για λόγους ιστορικούς -που είναι της παρούσης να αναλυθούν- εδρεύει από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στο Φιλιάτι.
Με αυτό το δεδομένο, το οποίο είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε κανένα επιστημονικό σύγγραμμα διοίκησης μονάδων υγείας, τυχόν υποβάθμιση ή συρρίκνωση του νοσοκομείου Φιλιατών -για κλείσιμο ας μην γίνεται λόγος, αφού δεν υπάρχει ανάγκη να υιοθετούμε ανυπόστατα κινδυνολογικά σενάρια, όταν, μάλιστα, εντάχθηκε λίαν προσφάτως στο ΕΣΠΑ το πρόγραμμα επέκτασης του, που ξεπερνά τα 10 εκατ. ευρώ - συνιστά θανατική καταδίκη ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής.
Μια άλλη, εξίσου σημαντική διάσταση της ανάγκης ύπαρξης του συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος, που επίσης δεν καταγράφεται στις ασκήσεις επί χάρτου που καταρτίζουν ξεκομμένοι από την πραγματικότητα «προφεσόροι», είναι το -οικονομικά ανυπολόγιστο- αίσθημα ασφαλείας που δημιουργεί στον γηρασμένο πληθυσμό της επαρχίας Φιλιατών, ακόμη και όταν δεν έχει άμεση ανάγκη χρήσης των υπηρεσιών του, γεγονός που επιπλέον λειτουργεί ως κίνητρο για πολύμηνες επισκέψεις αποδήμων, αλλά και για την παραμονή στις πατρογονικές εστίες νεώτερων ανθρώπων.
Στο πλαίσιο αυτό και μόνον η -ούτως ή άλλως ανώφελη και, ως εκ τούτου, απαράδεκτη- συζήτηση που άνοιξε για ενοποίηση με το νοσοκομείο Χατζηκώστα, προκαλεί μεγάλη ζημιά στην περιοχή. Γι΄ αυτό και δικαίως ξεσηκώθηκαν φορείς και κάτοικοι των Φιλιατών, έστω και αν κάποιοι το «είδαν» ως αφορμή για να εκφράσουν τα αντικυβερνητικά τους αισθήματα. Νοερά ήμουν κι εγώ μαζί τους, παρόλο που δεν με βρίσκει σύμφωνο το, έστω και συμβολικό, κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας που φαίνεται ότι τείνει να γίνει... του συρμού και σε λίγο καθένας που έχει ένα δίκαιο ή άδικο αίτημα, θα πηγαίνει και θα κλείνει το λιμάνι, αδιαφορώντας για τη ζημιά που αυτό μπορεί να προκαλέσει στον τουρισμό που είναι ο βασικός αναπτυξιακός αιμοδότης της Θεσπρωτίας.



 *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Οι τοπάρχες, πρωταγωνιστές στην υποθήκευση του μέλλοντος

          Η ιστορία με τους δύο Δήμους της Αττικής (Αχαρνών και Ζωγράφου) που είχαν συνάψει, χωρίς να τηρήσουν τις νόμιμες προϋποθέσεις, δάνεια από το εξωτερικό,που αποκαλύφθηκαν τώρα, καθώς, εξαιτίας της θεσμικής αδυναμίας να αποπληρωθούν, παρά λίγο να τορπιλιστεί η εκταμίευση της πέμπτης δόσης του δανεισμού του ελληνικού δημοσίου από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι, νομίζω, άκρως αποκαλυπτική για το τι συνέβαινε όλα τα προηγούμενα χρόνια σε αυτή τη χώρα.
Ταυτοχρόνως, όμως, είναι και απολύτως επεξηγηματική για το πώς φθάσαμε στη δυσχερή θέση να απαιτείται να εκποιήσουμε τα «ασημικά» για να ξεπληρώσουμε το δυσθεώρητο χρέος που επισωρεύτηκε στις πλάτες των επόμενων γενιών, με αποφάσεις στις οποίες τον πρωταγωνιστικό ρόλο δεν είχαν, τις περισσότερες φορές, οι «300» της Βουλής, οι οποίοι έχουν γίνει, συλλήβδην, ο «σάκος του μποξ» για την -δικαιολογημένη, ως ένα βαθμό- κοινωνική οργή και αγανάκτηση.

Το φαινόμενο της υπερχρέωσης, που έχει υποθηκεύσει το μέλλον μας για πολλά-πολλά χρόνια, δεν αποτελεί, δυστυχώς, «προνόμιο» του κεντρικού Κράτους, αλλά επεκτείνεται από άκρου εις άκρον της χώρας, καθώς οι τοπάρχες των Αχαρνών και του Ζωγράφου -που, μην έχετε αμφιβολία, ανήκαν σε διαφορετικά κόμματα- δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα στην άφρονα οικονομική διαχείριση, που άσκησε η μεγάλη πλειονότητα των δημάρχων και νομαρχών, ανεξαρτήτως πολιτικής απόχρωσης.

Τα «χαΐρια» των δικών μας Δήμων εδώ στη Θεσπρωτία είναι γνωστά, τα ξέρουμε και τα μαθαίνουμε με όσα εξακολουθούν να αποκαλύπτονται, ενώ και στο επίπεδο της Περιφέρειας Ηπείρου, όπως ξανάγραψε η στήλη, όταν πριν από λίγους μήνες ψηφίστηκε ο προϋπολογισμός για του 2011, η κατάσταση είναι ίδια και χειρότερη.

Μπήκαμε στον έβδομο μήνα αφότου ανέλαβε η νέα διοίκηση της Περιφέρειας και ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί ποιο είναι το ακριβές ύψος των οφειλών που κληροδότησαν στο νέο θεσμό οι τέσσερις πρώην νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις Ιωαννίνων, Άρτας, Πρέβεζας και Θεσπρωτίας.

Στην τελευταία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, που συνήλθε στις 4 Ιουλίου, ήρθε -επιτέλους!- ως θέμα ο προγραμματισμός των έργων της Περιφέρειας και, έτσι, πήραμε μια «γεύση» από το εύρος του «ανοίγματος», που σε τάξη μεγέθους είναι δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, από τις απλήρωτες οφειλές που αφορούν έργα, τα οποία, σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν ολοκληρωθεί από ετών.

Το διαπίστωσα έκπληκτος όταν είδα να περιλαμβάνεται στον κατάλογο ένα -αρκούντως υπερκοστολογημένο- μικροέργο στο χωριό μου, υπό τον τίτλο «αποπεράτωση δρόμου Τσατσουλέικα - Κοκκινιά και των σχετικών παρακαμπτηρίων», που δεν ξεπερνά τα 300 με 400 μέτρα ασφάλτου και χρεώθηκε με 110 χιλιάδες ευρώ. Το έργο είναι έτοιμο εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια, αλλά, κατά τα φαινόμενα, δεν αποπληρώθηκε ακόμη και, έτσι, ένα υπόλοιπο 22 χιλιάδων ευρώ που οφείλονται στον εργολάβο, κληροδοτήθηκε στην Περιφέρεια.

Ενδεικτικά και μόνο για την Περιφερειακή Ενότητα Θεσπρωτίας, από τα 99 έργα που εμφανίζονται στον κατάλογο, τα 76 -και τα πλέον δαπανηρά εξ αυτών- είναι παλαιοτέρων ετών, για τα οποία έχει καταβληθεί στους εργολήπτες σχεδόν το ήμισυ των συμβατικών τιμημάτων, με ό,τι σημαίνει αυτό το «φέσι» για την αγορά, αλλά και με ό,τι υποκρύπτει το γεγονός ότι αρκετά από τα έργα ξεκίνησαν εν μέσω της τελευταίας προεκλογικής περιόδου.

Η σκληρή μάχη που δώσαμε στο Συμβούλιο, ως μείζων αντιπολίτευση, μπορεί να μην απέφερε το επιδιωκόμενο, που ήταν να πληροφορηθούμε το ύψος των συνολικών οφειλών της Περιφέρειας, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η Θεσπρωτία είναι το 1/7 της Ηπείρου, υπήρξε, ωστόσο, αποδοτική, καθώς απεκάλυψε τις προθέσεις του τέως νομάρχη Ιωαννίνων και νυν περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέκου Καχριμάνη.

Ο κ. Καχριμάνης, αμυνόμενος, εξακόντισε τα βέλη του κατά της αντιπολίτευσης στην τέως Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, επειδή δεν συνηγόρησε στη σύναψη δανείου που σχεδίαζε κατά την προγηγούμενη αυτοδιοικητική περίοδο. Βέβαια, όπως προέκυψε από τη συζήτηση, ο πραγματικός λόγος που δεν έλαβε το δάνειο, που ήθελε να συνάψει ως νομάρχης, ήταν επειδή ο νόμος, τότε, δεν επέτρεπε δανειοδότηση για χρηματοδότηση παρελθόντων έργων. Έργα, τα οποία είχε σπεύσει ο ίδιος να δρομολογήσει, με προφορικές δεσμεύσεις της τότε κυβέρνησης Καραμανλή και ειδικότερα του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γιώργου Σουφλιά για πρόσθετη χρηματοδότηση, που αποδείχθηκαν «έπεα πτερόεντα».

Ο περιφερειάρχης μάς προϊδέασε ότι αυτό που δεν μπόρεσε να κάνει τότε, επειδή το απαγόρευε ο Κώδικας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, θα επιδιώξει να το κάνει τώρα που η νομοθεσία δεν είναι περιοριστική, συνάπτοντας δάνειο για την αποπληρωμή των παλαιών οφειλών. Ελπίζουμε να μην το κάνει όπως ο... δήμαρχος Ζωγράφου και θα είμαστε εκεί για να τον ελέγξουμε.


*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

Δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτόν τον πλανήτη

                «Ξέρεις η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, αλλά αρκετά μεγαλύτερη από την πλατεία που εσύ βλέπεις να επικρατεί πολεμική ατμόσφαιρα.», απάντησε, με το βρετανικό φλέγμα που τον χαρακτηρίζει, επισκέπτης της χώρας μας που δέχθηκε αγωνιώδες τηλεφώνημα από φίλο του στο εξωτερικό, την περασμένη Τετάρτη, όταν όλα τα ξένα ειδησεογραφικά τηλεοπτικά δίκτυα ήταν σε απευθείας σύνδεση με την Αθήνα και μετέδιδαν σκηνές από τη «φλεγόμενη» Πλατεία Συντάγματος.
   Παρακολουθώντας από επαγγελματική υποχρέωση σε καθημερινή βάση τα αναγραφόμενα και αναμεταδιδόμενα για τη χώρα μας στα διεθνή μέσα, δεν βρίσκω άλλη περίοδο της ιστορίας μας που να έχουμε βρεθεί, τόσο πολύ και για τόσο μεγάλη διάρκεια, στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος. Συνάδελφός μου που είχε εκπονήσει μελέτη για την παρουσία της Ελλάδας στα διεθνή μέσα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80, μου εξηγούσε πόσο σπάνιες ήταν οι αναφορές που μπόρεσε να εντοπίσει, σε βαθμό που σου έδινε την εντύπωση ότι είμαστε για εκείνους από αδιάφοροι έως... ανύπαρκτοι.

   Το δυστύχημα, όμως, είναι ότι τώρα που έχουμε γίνει το επίκεντρο, η πλειονότητα των -ων ουκ έστιν αριθμός- δημοσιευμάτων που αναφέρονται στη χώρα μας, είναι, όπως εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς, αρνητικά και κάθε άλλο παρά τιμητικές είναι οι, σε αρκετές περιπτώσεις υπερβολικές και άδικες, αναφορές στη χώρα μας και στους πολίτες της.

   Σε πολλούς συμπατριώτες μας, αυτή η αρνητική δημοσιότητα ίσως να μη λέει και πολλά και γι΄ αυτό εμφανίζονται να αδιαφορούν για το πώς μας βλέπουν οι άλλοι. Καλυμμένοι πίσω από ιδεολογήματα του τύπου «είμαστε έθνος ανάδελφον» ή «όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, αυτοί έτρωγαν βαλανίδια», αδυνατούν να αντιληφθούν τη σημασία που έχει η διεθνής εικόνα της χώρας για την εσωτερική μας ευημερία.

   Όποιος έχει στοιχειώδη αίσθηση της παγκόσμιας ιστορίας, εύκολα αντιλαμβάνεται ότι οι εξωστρεφείς χώρες ήταν εκείνες που, στο διάβα των αιώνων, άκμασαν και οικονομικά και πολιτισμικά. Από την ελληνική αρχαιότητα ως τις μέρες μας τα παραδείγματα που το καταδεικνύουν είναι πάμπολλα.

   Αντιθέτως, οι κλειστές και φοβικές κοινωνίες, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη γειτονική μας Αλβανία, το μόνο που πέτυχαν ήταν να συντηρούν την υπανάπτυξη και τη μιζέρια, που στην εποχή μας δεν μπορούν να γίνουν και δεν γίνονται ανεκτές, ιδίως σε μια χώρα που η μόνη «βαριά βιομηχανία» που διαθέτει ο τουρισμός.

   Όλα αυτά ισχύουν πολύ περισσότερο σήμερα που η παγκοσμιοποίηση, κυρίως στον τομέα της διακίνησης των πληροφοριών, έχει μετατρέψει τον πλανήτη, όπως λένε παραστατικά οι ειδικοί της επικοινωνίας, σε ένα «παγκόσμιο χωριό», στο οποίο σχεδόν τα πάντα μαθαίνονται και μαθαίνονται πολύ γρήγορα.

   Και όσο και αν μας κακοφαίνεται πολλές φορές από τις επανειλημμένες κακόβουλες αναφορές πουν συντηρούν στα μάτια των βόρειων εταίρων μας το στερεότυπο για τους «τεμπέληδες του νότου», ας έχουμε υπόψη μας ότι, τα περισσότερα τέτοια αρνητικά δημοσιεύματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας στα ξένα μέσα ενημέρωσης, δεν είναι παρά αναδημοσιεύσεις από τον ελληνικό τύπο. 

   Πέρα από αυτό, όμως, παρατηρείται συχνά το φαινόμενο οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου μας να συμπεριφέρονται με απολύτως αντιφατικό τρόπο που δεν μπορεί να γίνει κατανοητός από τους εταίρους μας στο εξωτερικό. Πάρτε για παράδειγμα την πρόσφατη ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου στη Βουλή των Ελλήνων και τη στάση που τήρησαν όχι μόνον οι διαμαρτυρόμενοι πολίτες, αλλά και τα ελληνικά κόμματα.

   Από τους συντηρητικούς του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που πίεσαν ασφυκτικά τον Πρόεδρο της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά να συναινέσει, ως τους Οικολόγους Πράσινους που η ηγεσία τους στις Βρυξέλλες χαιρέτισαν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης, την ίδια ώρα που οι ομοϊδεάτες τους στην Αθήνα ζητούσαν την καταψήφιση του Προγράμματος, οι ευρωπαϊκές πολιτικές οικογένειες, στις οποίες ανήκουν οι εγχώριες πολιτικές δυνάμεις, προσέγγισαν το ζήτημα της οικονομικής «διάσωσης» της Ελλάδας με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον με τον οποίον τοποθετούνταν τα περισσότερα κόμματα της εσωτερικής αντιπολίτευσης.

   Εκείνο, λοιπόν, που νομίζω ότι χρειάζεται να αντιληφθούμε -πολιτική τάξη και πολίτες- είναι ότι δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτόν τον πλανήτη και η περιχαράκωση στην εθνική μας αυταρέσκεια, όχι μόνον δεν είναι αποδοτική, αλλά στο μόνο που οδηγεί είναι στην επιδείνωση της δυσμενούς θέσης στην οποία έχουμε βρεθεί.



  *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.