Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

«Go forward madam Merkel et monsieur… Ηοllandreou»



            Πέρασε μάλλον απαρατήρητη, σε σχέση τουλάχιστον με το βάρος της, η βαρύτατη καταγγελία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ευάγγελου Μεϊμαράκη για τις –«αιτήσει της ελληνικής κυβέρνησης»!- πιέσεις που ασκεί η Ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά προς τη Νέα Δημοκρατία για να συνεχίσει να βάζει πλάτη στην κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου προκειμένου να περάσουν οι εφαρμοστικοί νόμοι του τρίτου και βαρύτερου κατά τα φαινόμενα Μνημονίου.  
«Μαθαίνω ότι χθες στη συζήτηση με την κ. Μέρκελ τής είπε ότι η αντιπολίτευση δε θα ψηφίσει το πολυνομοσχέδιο, το αδερφό κόμμα δε θα το ψηφίσει», είπε από το βήμα της Βουλής ο αρχηγός της ΝΔ και χωρίς περιστροφές απευθύνθηκε στον πρωθυπουργό με διατυπώσεις και ισχυρισμούς που, υπό άλλες συνθήκες, θα προκαλούσαν πολιτική σύρραξη και συζητήσεις που θα κρατούσαν μέρες και εβδομάδες, αν όχι μήνες και χρόνια.
«Φτάσατε στο σημείο να κάνετε σαν το παιδάκι που φωνάζει τη μαμά για να μας κάνει “ντα”, να μας πει η κυρία Μέρκελ να το ψηφίσουμε…», κατήγγειλε ο πρόεδρος της ΝΔ. «Εσείς ο αντι-Μερκελιστής, εσείς εκείνος ο οποίος υβρίζατε όλη την Ευρώπη, όλους τους ξένους, να τους βάλετε τώρα να μας μαλώσουνε; Ε, λοιπόν, πάει πολύ», συμπλήρωσε.
Πολύ, ξε-πολύ, στην πραγματικότητα δεν κουνήθηκε φύλλο. Άλλωστε, ο ίδιος ο κ. Τσίπρας που φωνασκούσε προεκλογικά το περίφημο πλέον «Go back, κυρία Μέρκελ, κύριε Σόιμπλε, κυρίες και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας της Ευρώπης», δεν ένοιωσε καν την ανάγκη να σχολιάσει τους ισχυρισμούς του κ. Μεϊμαράκη και, έστω για τα μάτια του κόσμου, βρε αδελφέ, να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από τις βαριές καταγγελίες ότι «καρφώνει» τους πολιτικούς του αντιπάλους του στο εξωτερικό.
Δεν πάει, εξάλλου, πολύς καιρός από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ χαλούσε τον κόσμο κάθε φορά που έρχονταν στη δημοσιότητα φράσεις αξιωματούχων της προηγούμενης συγκυβέρνησης του τύπου «μην μας πιέζετε άλλο για επιπλέον μέτρα, γιατί θα έχετε να διαπραγματευτείτε με τον Τσίπρα…». Οι χαρακτηρισμοί «εθελόδουλοι», «Γερμανοτσολιάδες» και «προδότες»  δονούσαν την πολιτική ατμόσφαιρα.
Τα έφερε, όμως, έτσι η ζωή που η προφητεία της… σαμαροβενιζελικής διακυβέρνησης λειτούργησε σχεδόν ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία: Οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι, που υποτίθεται ότι ήθελαν «οικεία πρόσωπα» στη διακυβέρνηση των Αθηνών, πίεσαν μέχρι εκεί που δεν έπαιρνε άλλο την προηγούμενη κυβέρνηση («μας μετακινούν συνεχώς τα γκολπόστ», διαπίστωνε, όντας ακόμη στο Μαξίμου, ο Αντώνης Σαμαράς), επιταχύνοντας την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία για να του επιβάλλουν στη συνέχεια ένα Μνημόνιο που οι προηγούμενοι –ακόμη και αν το δεχόταν- ούτε στον αιώνα τον άπαντα δεν επρόκειτο να περάσουν.
Για τους τυχόν… άπιστους, δεν έχει παρά να τους παραπέμψει κάποιος στις πρόσφατες συνεντεύξεις του φοβερού και τρομερού υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου και να τις συγκρίνει με εκείνες του ομολόγου του στην προηγούμενη διακυβέρνηση Γιάννη Βρούτση για να ψάξει να βρει ποιος είναι ο πούρος νεοφιλελεύθερος, ποιος ο κοινωνικά ανάλγητος, ή ποιος αντιστέκεται στους ξένους και στα Μνημόνια.
Δεν είναι, εξάλλου, μόνον η Μέρκελ που πιέζει τους νεοδημοκράτες να είναι υποστηρικτικοί προς τον Τσίπρα. Είναι, πολύ περισσότερο, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία η οποία, χωρίς υπερβολή, τα «δίνει όλα» για να φέρει στα νερά της τον Έλληνα πρωθυπουργό και το κόμμα του, όπως, μάλλον με έκπληξη διαπίστωσαν και όσοι άκουσαν τον Ιταλό πρώην πρωθυπουργό Μάσσιμο Ντ’  Αλέμα σε πρόσφατη εκδήλωση που οργάνωσε η Άννα Διαμαντοπούλου στην Αθήνα.   
Καλώς ή κακώς, στο Βερολίνο, στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες βλέπουν πόσο «υπάκουα παιδιά» είναι ο Κατρούγκαλος, ο Ευκλείδης που έχει πειστεί ότι είναι και χιουμορίστας, ο large Φίλης που δεν δίνει σημασία στις πενταροδεκάρες και όλοι οι άλλοι συνάδελφοί τους στην «πρωτοδεύτερη φορά Αριστερά». Βλέπουν επίσης και πόσο αποτελεσματικά… θολώνουν τα νερά με παραμύθια για δήθεν «ισοδύναμα» (που όλο τα ψάχνουν αλλά ποτέ δεν τα βρίσκουν…).
Και γι΄ αυτό, ας μην εκπλήσσεται κανείς, επενδύουν όλα τα λεφτά τους στον μεταμορφωμένο Αλέξη Τσίπρα, τον οποίο δεν αποκλείεται να δούμε και να ακούσουμε στην υποδοχή του Γάλλου Προέδρου, συγκινημένος καθώς θα είναι από τις τιμές και τις φιλοφρονήσεις να θυμηθεί, αίφνης, τον ακτιβιστή εαυτό του και να αρχίσει να φωνάζει: «Go forward madam Merkel et monsieur… Ηοllandreou».
Αλλά και αν (από… συστολή;) αποφύγει ο κ. Τσίπρας να πει ρητά το «Go forward…», οι εταίροι και δανειστές μας μάλλον δεν θα… παρεξηγηθούν. Ξέρουν πια πόσο συνεργάσιμος είναι. Και πόσο αποτελεσματικός. Το έχει, άλλωστε, σηματοδοτήσει με τον τρόπο που πέρασε το Μνημόνιο του παραμονές του Δεκαπενταύγουστου, αλλά και μόλις πρόσφατα τα πρώτα προαπαιτούμενα. Και με τον τρόπο που ετοιμάζεται να περάσει τα επόμενα. Τα πάντα όλα. Εδώ και τώρα.
Ποιος να το περίμενε άραγε; Ίσως μόνον εκείνοι που υπονόμευαν τους προηγούμενους, βλέποντας τους να… σέρνουν τα πόδια τους και να μην επιδεικνύουν τη μνημονιακή αποφασιστικότητα που διέβλεπαν στον κ. Τσίπρα και στον περίγυρό του. Κάτι παραπάνω θα ήξεραν. Go forward, λοιπόν, go…Και όποιος αντέξει!

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Τα παράλληλα σύμπαντα του κ. Τσίπρα



            Ειπώθηκαν και γράφηκαν πολλά αυτές τις μέρες για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, που αν για κάτι έκαναν αίσθηση ήταν η απαράμιλλη φλυαρία και η μοναδική αοριστία που τις διέκρινε.
Και δεν ήταν φλύαρες και αόριστες οι συγκεκριμένες δηλώσεις επειδή, όπως σχολίασαν ορισμένοι, ο Αλέξης Τσίπρας και οι υπουργοί του ξέμειναν από καλούς λογογράφους. Αλλά αυτό οφείλεται μάλλον στο ότι ήταν, αφενός, τόσο νωπές οι μνήμες από τις προ οκταμήνου ανάλογες δηλώσεις και, αφετέρου, τόσο παρωχημένα όλα εκείνα που είχαν υποστηρίξει την προηγούμενη φορά ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και οι υπουργοί του.
Γιατί μπορεί να είναι μεγάλη η απόσταση από τις προηγούμενες αυτάρεσκα κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις «λέω να πρωτοτυπήσω και να τηρήσω τις προεκλογικές υποσχέσεις» ή «αυτή η Βουλή δεν ψηφίζει Μνημόνια» ως τις τωρινές πιο «μετρημένες» υποσχέσεις ότι «στο τέλος της τετραετίας θα έχουμε δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για μια νέα Ελλάδα που θα έχει αφήσει πίσω της την κρίση και τα μνημόνια», πλην, όμως, οι βερμπαλισμοί  και οι μεγαλοστομίες φαίνεται πως έχουν γίνει δευτέρα φύσις για την αλλοπρόσαλλο συνονθύλευμα που κυβερνά τους τελευταίους μήνες.
Ανάμεσα στις πολλές κραυγαλέες αντιφάσεις των ομιλιών που εκφώνησε ο κ. Τσίπρας στην αρχή και στο τέλος της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, θέλω να σταθώ στις αναφορές του στη δημόσια διοίκηση, στην οποία έδωσε και ο ίδιος μεγάλη έμφαση. Εκείνο που μου έκανε ξεχωριστή εντύπωση ήταν ότι, ενώ περιέγραψε με αρκετή ακρίβεια τα φαινόμενα που αντιμετωπίζει το ελληνικό δημόσιο, ήταν αδύνατο να απαλλαγεί από τις ιδεοληπτικές εμμονές του αντιπολιτευτικού παρελθόντος που εξακολουθούν να καθοδηγούν τον τρόπο σκέψης του.
Ξεκίνησε, λοιπόν, με την διαπίστωση πως «δεν υπάρχει αμφιβολία –και είναι κάτι στο οποίο πιστεύω ότι θα συμφωνήσουμε όλοι- ότι η Δημόσια Διοίκηση είναι ο μεγάλος ασθενής». Υποστήριξε, μάλλον σωστά, ότι η κατάσταση του ασθενούς «επιδεινώθηκε την τελευταία πενταετία με τις οριζόντιες περικοπές, τις μαζικές συνταξιοδοτήσεις, την ανυπαρξία οποιουδήποτε οργανωτικού σχεδιασμού, την εκτεταμένη μικρή και μεγάλη διαφθορά, το θεσμικό χάος, την επικάλυψη αρμοδιοτήτων, τις δαιδαλώδεις διαδικασίες, τη γραφειοκρατία, την υστέρηση στον τομέα της ψηφιακής πολιτικής».
Είπε στη συνέχεια ότι για την κυβέρνησή του αποτελεί «τεράστιο στοίχημα» η «εκ βάθρων μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης, ώστε να μπορέσει να επιτελέσει τον οργανωτικό και αναπτυξιακό της ρόλο», συμπληρώνοντας: «Θέλουμε μια Δημόσια Διοίκηση δημοκρατική, διαφανή, αδιάβλητη, τεχνολογικά εκσυγχρονισμένη, αντιγραφειοκρατική και στο τέλος της ημέρας κοινωνικά ανταποδοτική, δίπλα στον πολίτη».
Πολύ προσγειωμένα, μάλιστα, αναγνώρισε ότι «βάζει τον πήχη πολύ ψηλά», επειδή, όπως παραδέχτηκε, «όλα αυτά είναι εύκολο να τα λες, αλλά πολύ δύσκολο να τα υλοποιήσεις, καθώς η υλοποίηση κάθε μεταρρυθμιστικού μέτρου στη Δημόσια Διοίκηση προϋποθέτει συγκρούσεις με κατεστημένες νοοτροπίες, με βαθιές πελατειακές δομές και με δίκτυα μικρών και μεγάλων εξουσιών, συγκρούσεις με ριζωμένες ιδιοτελείς πρακτικές».
Και εκεί που ετοιμάζεσαι να χειροκροτήσεις τη διάθεση να βάλει το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων που αποπνέει η διαβεβαίωσή του ότι «δεν μας επιτρέπεται να κλείσουμε τα μάτια και να βαδίσουμε στην πεπατημένη», έρχεται η πρώτη ψυχρολουσία, με τον ισχυρισμό ότι «το προσωπικό της Δημόσιας Διοίκησης έχει αδίκως λοιδορηθεί και περιθωριοποιηθεί στο πλαίσιο μίας προπαγάνδας για τη νομιμοποίηση σκληρών μέτρων λιτότητας»…
Και ακολουθεί και δεύτερη ακόμη μεγαλύτερη ψυχρολουσία: «Δεν είναι το προσωπικό της Δημόσιας Διοίκησης που ευθύνεται για την κρίση, αλλά ένα ολόκληρο πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο που οικοδόμησε, εξέθρεψε και ανέχτηκε –επιτρέψτε μου την έκφραση- αυτή τη θεσμική αναπηρία και δυσλειτουργία», ισχυρίστηκε, εν συνεχεία, ο κ. Τσίπρας, δίνοντας ένα μέτρο του πόσο ειλικρινά πίστευε όλα όσα έλεγε νωρίτερα για «πελατειακές δομές και δίκτυα» και «ιδιοτελείς πρακτικές».
Μόνον όποιος «ζει» ταυτοχρόνως σε δύο παράλληλα σύμπαντα -ένα αντιμνημονιακό κι ένα μνημονιακό- μπορεί να ισχυρίζεται ότι λοιδορείται –από ποιόν άραγε, όταν ο ίδιος μόλις πριν είχε εκστομίσει τόσο βαριές καταγγελίες;- το προσωπικό της Δημόσιας Διοίκησης για να περάσουν οι περικοπές και –αν είναι δυνατόν…- να νομιμοποιηθούν τα σκληρά μέτρα λιτότητας!
Και όλα αυτά από τον ίδιο πολιτικό ηγέτη που, ενώ επιβάλει τα σκληρά μέτρα λιτότητας με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και με επείγοντα νομοσχέδια, ανερυθρίαστα ισχυρίζεται, κλείνοντας την ομιλία του, ότι φιλοδοξία της κυβέρνησης, την οποία έφτιαξε με τον Πάνο Καμμένο, είναι «να επιστρέψουμε την εξουσία σ’ αυτούς που μας τη δίνουν, να επιστρέψουμε την εξουσία εκεί που ανήκει, να δώσουμε τη δυνατότητα στις ενεργές λαϊκές δυνάμεις να πάρουν την πρωτοβουλία για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις, για τις μεγάλες τομές, για τις απαραίτητες αλλαγές σ’ αυτόν τον τόπο» (Yolo!).
Α, και μην τολμήσει κανείς να του πει το παραμικρό για το πόσο αστεία ακούγονται όλα αυτά. Γιατί θα τον… αποστομώσει με το ανεπανάληπτα μοναδικό επιχείρημα: «Κέρδισα τις εκλογές με επτάμιση μονάδες»...

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Ένας νταουλιέρης στο… Αμέρικα



Δεν ξέρει κανείς τι να… πρωτοθαυμάσει με το «American dream» που έζησε τις προηγούμενες ημέρες ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και επισφραγίστηκε με το… όνειρο εξόδου στις αγορές που φαίνεται να είδε εκεί στη Νέα Υόρκη, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα ο ίδιος δήλωσε στη διάρκεια του υπερατλαντικού ταξιδιού που φαίνεται να απόλαυσε δεόντως.
Μετά το φιάσκο της εμφάνισης στο Ίδρυμα Κλίντον και τα χάχανα που συνόδευσαν την αμηχανία του να κατανοήσει τη συζήτηση που του άνοιξε ο Αμερικανός πρώην πρόεδρος και την αδυναμία του να βρει επιχειρήματα υπέρ των επενδύσεων στην Ελλάδα, πρέπει να έχει είτε απόλυτη ιδεοληπτική εμμονή είτε άγνοια βασικών γνώσεων για να υποστηρίζει ότι την επομένη που θα αναδιαρθρωθεί το ελληνικό δημόσιο χρέος, η χώρα θα βγει στις αγορές.
Οι αμερικανοί συνομιλητές του κ. Τσίπρα προφανώς και δεν θυμούνταν τις αστειότητες που στο παρελθόν έχει ο ίδιος εκστομίσει για τον… χορό των αγορών. Και γι΄ αυτό πιθανότατα δεν τον ρώτησαν ποιος θα παίζει τα νταούλια. Αλλά ο… αθεόφοβος πώς μπόρεσε να διατυπώσει τέτοιους ισχυρισμούς μια μέρα μετά τα όσα δυσφημιστικά είχε επισημάνει αναφερόμενος σε «συναλλαγές κάτω από το τραπέζι» που χρειάζεται να γίνουν για να υλοποιηθούν επενδυτικές πρωτοβουλίες στην Ελλάδα;
Ακόμη και αν –«παλιά του τέχνη κόσκινο»- φορτώσει όλη την ευθύνη για τη «διεφθαρμένη Ελλάδα» στους προηγούμενους, στο περίφημο «παλιό», που πήρε εντολή να… ξεμπερδέψει μαζί του, πώς, αλήθεια. θα απαντούσε αυτός ο άσπιλος και αμόλυντος εκπρόσωπος του «νέου» αν τον ρωτούσαν οι συνομιλητές του για τη μαζική επιστροφή όλων των επίορκων –μιζαδόρων, φακελλάκηδων, παιδεραστών και πάει λέγοντας- υπαλλήλων στο ελληνικό δημόσιο που έγινε με νόμο της δικής του διακυβέρνησης;  
Είναι, πάντως, απορίας άξιο τι είναι εκείνο που έκανε τον κ. Τσίπρα στο πρώτο μετεκλογικό του ταξίδι να επιδεικνύει τόση… αμερικανολαγνεία. Να είναι μήπως επίδειξη έμπρακτης μεταμέλειας για όσα –«φονιάδες των λαών Αμερικάνοι» και άλλα ηχηρά παρόμοια- εκστόμιζε από νέος; Ή να γοητεύτηκε τώρα στα σαράντα του από τις κακές συνήθειες του καπιταλισμού και καθώς βρέθηκε στη «Μέκκα» του να είπε και δυο κουβέντες παραπάνω;
Όπως και να έχει, το απροκάλυπτο «γλείψιμο» στους Αμερικανούς στο οποίο επιδόθηκε και η επιθετική διάθεση απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας, που είναι οι μόνοι που συμβάλουν στην οικονομική στήριξη της Ελλάδας, από πουθενά δεν προκύπτει ότι μπορεί να προσπορίσουν οφέλη στη χώρα μας. Η κρυάδα, άλλωστε, που πήρε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας με το όνομα της FYROM είναι τόσο νωπή και τόσο διδακτική.
Η ανέξοδη συνηγορία των υπερατλαντικών συμμάχων υπέρ της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, δεν επιτρέπει στον κ. Τσίπρα να παραβλέπει ότι οι αποφάσεις για το συγκεκριμένο ζήτημα θα ληφθούν στις Βρυξέλλες, στο Βερολίνο, στο Παρίσι, που θα επωμιστούν το όποιο βάρος από τη δική μας ελάφρυνση, και όχι στην Ουάσιγκτον και στη Νέα Υόρκη.
Από τη στιγμή που οι Αμερικανοί και όποιοι άλλοι πέραν των μελών της ευρωζώνης, δεν συμβάλουν οικονομικά στην υπόθεση αυτή, δεν τους πέφτει και λόγος. Όπως προσφυώς τους είχε θυμίσει στο παρελθόν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Και είναι βέβαιο ότι θα τους το ξαναθυμίσει με την πρώτη ευκαιρία.
Εκτός πια και αν η δεύτερη φορά Αριστερά διακυβέρνηση της χώρας, που συμπεριφέρεται σαν να… ανακάλυψε την Αμερική, αποφάσισε να αναγορεύσει τις ΗΠΑ ως κηδεμόνα της Ελλάδας που θα διαπραγματεύεται για λογαριασμό της. Οπότε, σε μια τέτοια εκδοχή, ας μην εκπλαγούμε βλέποντας τον κ. Τσίπρα σε ρόλο νταουλιέρη που εκτελεί τον σκοπό που άλλοι παίζουν.
Μόνον, όμως, που το πιθανότερο είναι ότι και πάλι θα τον αναγκάζουν το δισκάκι της επαιτείας να το στρέφει προς την μεριά της Ευρώπης.

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Το «ράβε ξήλωνε» και η εσχατολογία



Όσο διαβάζει κανείς τον εκλογικό χάρτη που διαμορφώθηκε ΜΕ την ψήφο των πολιτών την περασμένη Κυριακή τόσο περισσότερο εντυπωσιάζεται από την επικράτηση του Αλέξη Τσίπρα, η οποία μοιάζει… μοιραία. Γιατί όσο και αν επιχειρήσεις να βρεις μια ερμηνεία που να σχετίζεται με πιθανά λάθη των αντιπάλων του, η αναζήτηση αποβαίνει μάλλον μάταιη, καθώς δεν βρίσκεται κάτι απτό που να διαφοροποιεί το σχεδόν ομοιόμορφα κατανεμημένο σε πανελλαδική διάσταση εύρος που είχε η νίκη του κ. Τσίπρα.
Είναι χαρακτηριστικά τα αποτελέσματα των περιφερειών στις οποίες αποσκίρτησαν οι βουλευτές που είχαν εκλεγεί τον περασμένο Ιανουάριο με τον ΣΥΡΙΖΑ. Σχεδόν δεν διαφέρουν σε τίποτε από άλλες περιφέρειες στις οποίες το κόμμα του κ. Τσίπρα κατέβηκε με τις ίδιες λίστες. Από τη Βοιωτία ως τη Θεσσαλονίκη και την Καστοριά, από τη Λάρισα ως την Κοζάνη και την Αττική, η απήχηση στις τοπικές κοινωνίες όσων θέλησαν να μείνουν συνεπείς στις διακηρύξεις τους, καταψηφίζοντας το Μνημόνιο, απεδείχθη ανεπαίσθητα ισχνή.
Λες και ήταν παράσταση για έναν ρόλο αυτές οι εκλογές, η λαϊκή ετυμηγορία ήταν τέτοια που δεν άφηνε περιθώριο για να αναδειχθεί κανένας άλλος δίπλα στον μονοκράτορα αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη και ο συγκυβερνήτης Πάνος Καμμένος, που ανέβηκε την Κυριακή στην επινίκια εξέδρα τραβώντας τα παντελόνια που του έπεφταν, μάλλον δανεική από τον επανεκλεγέντα πρωθυπουργό, που είχε ευχηθεί να τον έχει συνοδοιπόρο, ήταν η λάμψη που εξέπεμπε.
Είναι αλήθεια ότι του κ. Τσίπρα φαίνεται να του βγαίνουν όλα. «Του γεννούν και τα κοκόρια», υποστηρίζουν αρκετοί φίλοι και αντίπαλοί του. Έκλεισε τις τράπεζες και θριάμβευσε στο δημοψήφισμα. Προκήρυξε εκλογές, κόντρα στη βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινής γνώμης, και, παρά ταύτα, τις κέρδισε με χαρακτηριστική άνεση. Έκανε την πιο εντυπωσιακή κωλοτούμπα  όλων των εποχών και παραλίγο να πάρει ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό από εκείνο που είχε τον Ιανουάριο.
Είναι, λοιπόν, πολιτικά «άτρωτος» ο Αλέξης Τσίπρας, όπως διατείνονται διάφοροι «αβανταδόροι» που προεξοφλούν εξάντληση της τετραετούς θητείας που θεωρητικά έχει μπροστά του; Αν κρίνουμε από το κυβερνητικό σχήμα που κατάφερε να παρουσιάσει μάλλον πολύ σύντομα όσοι έσπευσαν να αναπέμψουν δοξαστικούς ύμνους προς τον μέγιστο ηγέτη μάλλον θα πρέπει να αρχίσουν να αναθεωρούν τις εσχατολογικές προβλέψεις τους για την… αιώνια παραμονή του κ. Τσίπρα στην εξουσία.
Το «ράβε – ξήλωνε» στη δομή του υπουργικού συμβουλίου και η ανακύκλωση των ίδιων πάνω - κάτω προσώπων στη νέα κυβέρνηση, που ανακοινώθηκε λίγο πριν από τα μεσάνυκτα, έδειξε τα όρια του πολιτικού εκτοπίσματος του κ. Τσίπρα. Οι επιλογές του και το παρασκήνιο που βρίσκεται πίσω από κάθε μια εξ αυτών, δύσκολα μπορεί να κρύψουν την ένδεια προσώπων και νέων ιδεών, τις ισορροπιστικές τακτικές και τους επικοινωνιακούς χειρισμούς.
Ποιος αντιλήφθηκε τον λόγο για τον οποίο μετακινήθηκε από το υπουργείο  Υγείας ο Παναγιώτης Κουρουμπλής και τι κάνει καλύτερο τον Νίκο Τόσκα από τον Γιάννη Πανούση; Ήταν επιτυχές το πέρασμα του Αριστείδη Μπαλτά από την Παιδεία και εστάλη στον Πολιτισμό για να ανακαλύψει κι εκεί εστίες «αριστείας» και να τις απαλλάξει από τη «ρετσινιά»; Γιατί έγιναν δύο οι Καμμένοι της κυβέρνησης, ενώ χώρισε –από… υπουργικής κλίνης- το ζεύγος Δρίτσα – Χριστοδουλοπούλου; Η Ράνια Αντωνοπούλου, που κόπηκε από βουλευτής, πώς κρίθηκε επαρκής να ξαναγίνει υπουργός; Και ο Νίκος Νικολόπουλος, κύριε; Που είναι ο Νίκος Νικολόπουλος; Θυσιάστηκε για τη Θεοδώρα Τζάκρη ή για κάτι άλλο; Και πως, τέλος πάντων, θα ξεμπερδέψουμε με το… παλιό;
Πέρα από την πικρή πλάκα που μπορεί να κάνει κανείς, όλα τούτα δεν είναι παρά τα αρχικά σημάδια μιας προϊούσας παρακμής που –συν τω χρόνω- θα αναδύεται και θα αναδεικνύεται. Γιατί, δυστυχώς, δεν θα αργήσει πολύ ο καιρός που, μαζί με τις βαριές συνέπειες του τρίτου Μνημονίου οι οποίες οσονούπω καταφθάνουν, θα κληθούμε να πληρώσουμε όλοι εμείς οι πολίτες και τις αμαρτίες της αλαζονικής και αμοραλιστικής ανικανότητας με την οποία είμαστε αντιμέτωποι.
Στην πολιτική, όπως άλλωστε και στη ζωή ευρύτερα, δεν ισχύουν οι «εσχατολογικές» θεωρίες, τις οποίες όσοι κατά καιρούς υποστήριξαν, προαναγγέλλοντας «το τέλος της Ιστορίας» διαψεύστηκαν. Και διαψεύστηκαν οικτρά. Η ιστορία δεν τελειώνει. Και η ζωή κύκλους κάνει. Ας το έχουν υπόψη τους εκεί στο Μέγαρο Μαξίμου. Και ας το αντιληφθούν και οι «κολαούζοι» τους… 

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

«Τοιούτοι έπρεπεν ημίν αρχιερείς»



Με περισσή απλοχεριά ο ελληνικός λαός έδωσε με την ψήφο του στον Αλέξη Τσίπρα σχεδόν ό,τι ακριβώς του ζήτησε. Ευχόταν πριν από τις εκλογές ο κ. Τσίπρας να του δοθεί η ευκαιρία να σχηματίσει εκ νέου κυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ; Το εκλογικό σώμα με μια… χειρουργικού τύπου ανταπόκριση,  τού έδωσε συγκυβέρνηση με τους ΑΝ.ΕΛ. και εκείνος έσπευσε να το γιορτάσει στην πλατεία Κλαυθμώνος –για φαντάσου…- αγκαλιά με τον Πάνο Καμμένο.
Επιθυμούσε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ να εξαφανιστούν πολιτικά οι πρώην «σύντροφοι» του που του αμφισβήτησαν την εξουσία να διαγράφει μονοκοντυλιά το ψηφισμένο κυβερνητικό πρόγραμμά του και να μεταστρέφει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος; Οι ψηφοφόροι καταδίκασαν –για χάρη του…- στην ταπεινωτική περιθωριοποίηση πολιτικούς με μακρά διαδρομή στην παραδοσιακή αριστερή ίντριγκα, όπως ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, ή πρόσωπα που φαινόταν να διαθέτουν προσωπικό χάρισμα και λαϊκή απήχηση, όπως η Ζωή Κωνσταντόπουλου ή ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής, που αναμφισβήτητα αποτελεί έναν προσωπικό θρίαμβο του κ. Τσίπρα, δεν μπορεί να ερμηνευτεί μονοσήμαντα. Και πρέπει να αναζητήσει κανείς τη συνδρομή περισσότερων γνωστικών αντικειμένων από επιστήμες, όπως η Κοινωνική Ψυχολογία, για να επιχειρήσει να εξηγήσει πως, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, φθάσαμε στην προμνησία, το γαλλιστί déjà vu, του περασμένου Ιανουαρίου.
Δεν αρκούν, νομίζω, τα κλασσικά εργαλεία της Πολιτικής Επιστήμης για να αντιληφθεί κανείς πως και γιατί οι Έλληνες πολίτες αποφάσισαν να μηδενίσουν το πολιτικό… κοντέρ για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και να του δώσουν την ευκαιρία να κάνει καινούργιο ξεκίνημα.
Κρίνοντας, πάντως, από τις επινίκιες (εκ)δηλώσεις, το ξεκίνημα που είναι διατεθειμένος να κάνει ο κ. Τσίπρας δεν φαίνεται να είναι και τόσο καινούργιο. «Ο ελληνικός λαός (μάς) έδωσε καθαρή εντολή να ξεμπερδεύουμε με όλα όσα μας κρατάνε κολλημένους στο χθες και να συνεχίσουμε τον όμορφο αγώνα, τον αγώνα που ξεκινήσαμε πριν από επτά μήνες να καταφέρουμε να βάλουμε μπροστά το δίκιο του λαού μας απέναντι σε ασύμμετρες δυνάμεις και σε εχθρούς με μεγαλύτερες δυνάμεις από εμάς», ήταν τα λόγια που χρησιμοποίησε θυμίζοντας τον «παλαιό» -καταγγελτικό- Τσίπρα που ονειρευόταν να βαράει νταούλια και να χορεύουν οι αγορές.
Ο πολιτικός που υπέγραψε το πιο σκληρό Μνημόνιο το οποίο καλείται τώρα να εφαρμόσει, επαιρόταν από την εξέδρα ότι κατόρθωσε να κάνει «την ελληνική σημαία να κυματίζει όχι μόνο στις πλατείες της Ελλάδας αλλά και στις μεγάλες πλατείες όλης της Ευρώπης», ισχυριζόμενος, συνάμα, ότι «σήμερα στην Ευρώπη η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός είναι συνώνυμο του αγώνα και της αξιοπρέπειας».
Επιπλέον, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε να αντιλαμβάνεται από την ετυμηγορία της κάλπης ότι «η εντολή που μας έδωσε ο ελληνικός λαός είναι και μία εξίσου κρυστάλλινη και καθαρή εντολή να ξεμπερδέψουμε με την φαυλότητα και το καθεστώς της διαπλοκής και της διαφθοράς που τόσα χρόνια κυβερνούσε τον τόπο», όπως είπε με προφανή διάθεση να κατασκευάσει και έναν εσωτερικό εχθρό.
Και –ω της ειρωνείας!- ακριβώς την ώρα που πλησίαζε προς το μέρος του ο πολυπόθητος εταίρος του κ. Καμένος, ο για δεύτερη φορά πρωθυπουργός συμπλήρωνε: «Από αύριο κιόλας ξεμπερδεύουμε με το παλιό»…
Αν βγαίνει ένα συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι ο κ. Τσίπρας θεώρησε –δικαιολογημένα, άραγε;- το εκλογικό αποτέλεσμα ως το απαραίτητο συγχωροχάρτι για τις ουκ ολίγες ταλαιπωρίες (κλειστές τράπεζες, επαναφορά στην ύφεση, επιστροφή στα ελλείμματα και σε αύξηση της ανεργίας) στις οποίες υπέβαλε τους Έλληνες, αλλά εκείνοι –προς το παρόν τουλάχιστον- τις παρέβλεψαν με τον ίδιο τρόπο που οι γονείς παραβλέπουν τις παρεκτροπές των άτακτων παιδιών τους.
Όπως και να έχει, η επιλογή του ελληνικού λαού δεν μπορεί παρά να είναι σεβαστή, ακόμη και όταν, εκτός από το «ντουέτο» της εθνολαϊκιστικής διακυβέρνησης, στη νέα Βουλή ενυπάρχει η αυξημένη δόση της ντροπιαστικής φαιάς πανούκλας, όπως και το προϊόν του αυτοτρολλαρίσματος των πολιτών.
Στο τέλος – τέλος, «τοιούτοι έπρεπεν ημίν αρχιερείς», όπως μου ήρθε αυθόρμητα στο νου βλέποντας αγκαλιασμένους τους δύο συγκυβερνήτες.

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Το χαμένο πλεονέκτημα στην εργολαβία της ηθικής



Από τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» μάλλον ελάχιστοι πρέπει να είναι όσοι δικαιολογημένα… έπεσαν από τα σύννεφα με τις αρχικές αποκαλύψεις για την «υπόθεση Φλαμπουράρη». Εξάλλου, ποιος είναι εκείνος που στην Ελλάδα του 2015… δικαιούται να εκπλήσσεται επειδή ένας «αριστερός εργολάβος» (σ.σ.:  αδιαχώριστη περίφραση επαγγελματικής ιδιότητας) σάρωνε τα δημόσια έργα επί της επαράτου μνημονιακής περιόδου;
Ενδεχομένως, μάλιστα, αν είχαν τηρηθεί τα προσχήματα της τυπικής νομιμότητας μπορεί το «σκάνδαλο» να έκλεινε χωρίς τις ευρύτερες προεκτάσεις που απέκτησε από την ώρα που κινητοποιήθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός συγκάλυψης, ο οποίος, στη σπουδή να ρίξει στάχτη στα μάτια όλων μας, υπέπεσε σε τόσο προκλητικά κραυγαλέες αντιφάσεις που ενίσχυσε τις αρχικές υποψίες και έκανε ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για δικαστική διερεύνηση της όλης υπόθεσης.
Ανεξάρτητα, ωστόσο, από την εξέλιξη που θα έχει από την ερχόμενη εβδομάδα η «υπόθεση Φλαμπουράρη», οι αποκαλύψεις που τη συνόδευαν ήταν μια καλή αφορμή για να επισημανθεί το μοναδικό μεγαλείο της υποκρισίας που χαρακτηρίζει το σύστημα εξουσίας το οποίο κυβέρνησε τη χώρα το τελευταίο οκτάμηνο και διεκδικεί να συνεχίσει να το κάνει.
Είναι το «σύστημα» που αναρριχήθηκε στην εξουσία επειδή, μεταξύ άλλων, επί δεκαετίες ηθικολογούσε κουνώντας το δάκτυλο στους αντιπάλους του, τους οποίους εγκαλούσε για διαφθορά και διαπλοκή, επιφυλάσσοντας, ταυτόχρονα, το απόλυτο απυρόβλητο για τους εαυτούς τους με την -αποτελεσματική, όπως απεδείχθη- μέθοδο της αυτοαναγόρευσης ως των μοναδικών κατόχων του «ηθικού πλεονεκτήματος».
Καθώς, όμως, «αρχή άνδρα δείκνυσι», όπως έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι, η σχεδόν οκτάμηνη διακυβέρνηση ήταν αρκετή για να πέσουν οι μάσκες της δήθεν «ηθικής» υπεροχής την οποία διατείνονταν ότι είχαν. Και, ταυτόχρονα, να αποκαλυφθεί πόσο γυμνός είναι ο βασιλιάς, ακόμη και όταν κραδαίνει τη ρομφαία της κάθαρσης, η οποία… λοξοδρομεί όταν έρχεται αντιμέτωπη με το κυβερνητικό στέλεχος που δεν δηλώνει το σπίτι που ενοικιάζει η σύζυγος του ή τον συνάδελφό του που έχει off shore και δεν έχει κληθεί ακόμη για εξηγήσεις από τις ελεγκτικές αρχές.
Δύο μόνον στοιχεία από τα έργα και τις ημέρες του οκταμήνου, αρκούν ίσως για να αναδείξουν την πελώρια απόσταση που χωρίζει τις πράξεις από τις διακηρύξεις:
Το πρώτο είναι ότι η κυβέρνηση, η οποία κατασκεύασε ειδικό χαρτοφυλάκιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, δεν έφερε όλο αυτό το διάστημα ούτε μια καινούργια νομοθετική ρύθμιση που να ενισχύει το ελεγκτικό οπλοστάσιο. Ενώ, το ακόμη χειρότερο, δεν εισέπραξε παρά ψίχουλα από τα δισεκατομμύρια ευρώ που, όπως διεκήρυττε, ήταν στις διάφορες λίστες και τα οποία υποτίθεται οι προηγούμενοι δεν ήθελαν να διεκδικήσουν.
Όλα όσα έγιναν στη διάρκεια του οκταμήνου περιορίστηκαν σε επικοινωνιακές στοχεύσεις, όπως το να δοθούν στη δημοσιότητα τα εμβάσματα που έστειλε στο εξωτερικό ο πρώην υπουργός Γκίκας Χαρδούβελης ή να γίνουν προεκλογικά… ραντεβού με τον περιβόητο Ερβέ Φαλτσιανί, τον άνθρωπο πίσω από τη «λίστα Λαγκάρντ», ο οποίος, όμως, έχει γράψει βιβλίο στο οποίο η μόνη «αποκάλυψη» ήταν η αναπαραγωγή διαφόρων γελοιοτήτων που έχουν κυκλοφορήσει στην Ελλάδα, και τώρα αξιοποιείται για να μας καλέσει να ξαναψηφίσουμε ΣΥΡΙΖΑ! 
Το δεύτερο και ακόμη εξοργιστικότερο στοιχείο για την «πρώτη φορά Αριστερά» διακυβέρνηση είναι ότι ακόμη και ο θεσμός του «πόθεν έσχες» μπήκε «στο ψυγείο», αφού είναι η πρώτη που δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των βουλευτών και των μελών της κυβέρνησης για τα προηγούμενα χρόνια, ενώ δεν υπεβλήθησαν καν δηλώσεις για το προηγούμενο οικονομικό έτος που στο παρελθόν υποβάλλονταν μέχρι το τέλος Ιουνίου.
Η πρωτοφανής αυτή αβελτηρία (;) που επέδειξαν οι υποτιθέμενοι «αρχάγγελοι της διαφάνειας», οι ίδιοι που έβαλαν στο στόχαστρό τους τον θεσμό της «Διαύγειας» για να μην υπάρχει πρόσβαση από το Διαδίκτυο στους διορισμούς «ημετέρων» και στις προκλητικές δαπάνες, δεν είναι διόλου τυχαία. Έχει άμεση σχέση με τα όσα είχαν έρθει στο φως της δημοσιότητας τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και αφορούσαν τις μεγάλες περιουσίες, τις υψηλές καταθέσεις εντός και εκτός Ελλάδος, όπως και τις επενδύσεις σε funds της αλλοδαπής που περιείχοντο στις δηλώσεις αξιωματούχων της εξουσίας του οκταμήνου.
Πληροφορούμαι πως όταν κάποια στιγμή, ας ελπίσουμε αμέσως μόλις αναλάβει το νέο Προεδρείο της Βουλής, δημοσιοποιηθούν οι δηλώσεις των προηγούμενων ετών που εκκρεμούν και δεν δίνονται στη δημοσιότητα με το πρόσχημα ότι δεν ολοκληρώθηκε ο έλεγχός τους, θα έχουμε επί μέρες πολλές να συζητούμε για τα όσα πρόκειται να δουν τα μάτια μας.
Τότε ίσως τελειώσει δια παντός το παραμύθι με το υποτιθέμενο «ηθικό πλεονέκτημα» και την… κουτοπονηριά διάφορων διεφθαρμένων που δηλώνουν «αριστεροί» μόνον και μόνον για να καλύψουν τις πομπές τους…

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

Debate ήταν και πέρασε…



Πόσο σοφότεροι, άραγε,  γίναμε από την πρώτη τηλεμαχία των επτά αρχηγών; Το ρητορικό, κυρίως, αυτό ερώτημα μάλλον δεν θα απαντηθεί παρά μόνον το βράδυ της 20ής Σεπτεμβρίου όταν θα γίνει «ταμείο» για τις «εισπράξεις» ενός εκάστου από τους συμμετέχοντες στο πρώτο αυτό debate.
Τότε πιθανότατα και, προφανώς, σε συνάρτηση με πολλούς ακόμη παράγοντες, που παραδοσιακά καθορίζουν την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών, θα μάθουμε πόσο απέδωσαν οι προετοιμασίες και τα «φροντιστήρια» που έκαναν τα κομματικά επιτελεία ή πόσο «μέτρησαν» οι ατάκες του καθενός από τους αρχηγούς που διαγωνίστηκαν μπροστά στις κάμερες.
Πέρα, πάντως, από τις εκ των πραγμάτων αντιφατικές εκτιμήσεις που ο καθένας μπορεί να κάνει για τους πιθανούς νικητές και τους ενδεχόμενους χαμένους της συγκεκριμένης τηλεοπτικής αντιπαράθεσης, αν υπάρχει ένα σαφές συμπέρασμα που εξάγεται από την τρίωρη τηλε-κόντρα είναι ότι σε αυτή τη χώρα έχουμε μια μοναδική ικανότητα να καθιερώνουμε κανόνες που, εκ των πραγμάτων, είναι ανεφάρμοστοι.
Όπως σε πάρα πολλά ζητήματα της εγχώριας δημόσιας σφαίρας παρατηρούμε να θεσπίζονται όροι και προϋποθέσεις που όλοι αναγνωρίζουμε ότι είναι αναποτελεσματικοί, έτσι και στο debate αλά ελληνικά ισχύουν νόρμες με τις οποίες κανείς δεν φαίνεται να συμφωνεί, πλην, όμως, παρά ταύτα, όλοι τις ακολουθούν και ουδείς αναλαμβάνει την ευθύνη να τις αλλάξει.
Οι ασφυκτικά περιοριστικοί χρόνοι που, όπως φάνηκε, ήταν δύσκολο να τηρηθούν από έμπειρους επαγγελματίες, όπως οι ερωτώντες δημοσιογράφοι, που καθημερινά εργάζονται με το χρονόμετρο που μετράει δευτερόλεπτα, δεν μπορεί να προσδοκά κάποιος ότι είναι δυνατόν να τηρηθούν από πολιτικούς οι οποίοι, εκτός των άλλων, δρουν σε μια κοινοβουλευτική διαδικασία που τα κάθε είδους χρονικά περιθώρια – προσέλευσης ή ομιλίας- είναι συνήθως μόνον… ενδεικτικά.
Τι νόημα, αλήθεια, έχει μια τηλεμαχία με επτά αρχηγούς και έξι τηλεδημοσιογράφους; Και, το κυριότερο, τί μπορεί να μείνει στο τέλος στον μέσο τηλεθεατή - ψηφοφόρο από μια απολύτως αποστεωμένη διαδικασία παράλληλων μονολόγων; Από όσο μπορώ να ξέρω, πουθενά αλλού στον κόσμο δεν υπάρχει κάτι ανάλογα πολύπλοκο και, πάντως, δεν συναντά κανείς τέτοιας έκτασης συζητήσεις για τα διαδικαστικά τόσο πριν όσο και μετά από αυτή καθεαυτή την τηλεμαχία.
Μιλώντας, εξάλλου, κανείς γενικότερα, είναι παγκοίνως παραδεκτό ότι, όπου εμφιλοχωρούν υπερβολικά πολλές ρυθμίσεις, το αποτέλεσμα είναι σχεδόν πάντα η πλήρης… απορρύθμιση. Γι΄ αυτό και στην πρώτη έπειτα από μια εξαετία προεκλογική τηλεοπτική αναμέτρηση που στήθηκε στη χώρα μας, παρατηρήθηκε το φαινόμενο στο πρώτο μέρος να παρακολουθήσουμε μια απίστευτα βαρετή «σούπα», η οποία, κακά τα ψέματα, απέκτησε κάποιο περιορισμένο, σε κάθε περίπτωση, ενδιαφέρον μόνον όταν «καταλύθηκαν» οι κανόνες.
Παρά ταύτα, η δυνατότητα που είχαν οι πολιτικοί αρχηγοί να υπεκφεύγουν και να μην απαντούν στην ουσία των ερωτημάτων που τους απευθύνονταν, αφήνοντας σε γκρίζες ζώνες ζητήματα, όπως, επί παραδείγματι, το αν και πότε πλήρωσε ΕΝΦΙΑ ο Αλέξης Τσίπρας ή το κατά πόσο είναι ψευδείς οι ισχυρισμοί του Πάνου Καμμένου ότι είναι υπόδικος ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης, αποτελούν μάλλον τη σημαντικότερη παθογένεια που αναδείχθηκε από τη συγκεκριμένη αναμέτρηση.
Τούτων δοθέντων, μάλλον «πολύ κακό για το τίποτε» θα ήταν το καταλληλότερο συνοπτικό σχόλιο για όσα διαδραματίστηκαν μπροστά στις οθόνες μας το βράδυ της Τετάρτης. Και ας ευχηθούμε, κλείνοντας, ότι στη νέα αντιπαράθεση που προγραμματίζεται για την προσεχή Δευτέρα, αυτή τη φορά ανάμεσα στους δύο επικρατέστερους πρωθυπουργούς, τον κ. Τσίπρα και τον κ. Μεϊμαράκη, να ισχύουν απλούστεροι κανόνες που θα διευκολύνουν τον διάλογο ανάμεσα στους δυο τους και θα βοηθήσουν όσους εξ ημών παραμένουν αναποφάσιστοι να λάβουν θέση είτε υπέρ του ενός ή του άλλου, είτε –γιατί όχι;- κατά και του ενός και του άλλου….