Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Λεβέντικος «εκτσογλανισμός»



Ακόμη και στις πιο ταραγμένες πολιτικές περιόδους του πρόσφατου ή και του απώτερου παρελθόντος της χώρας οι πολιτικοί ηγέτες μας συνήθιζαν να κάθονται γύρω από το ίδιο τραπέζι, άλλοτε συμφωνώντας και άλλοτε διαφωνώντας, αλλά χωρίς ποτέ ως τώρα να απειλούν ο ένας τον άλλο είτε πίσω από τις κλειστές πόρτες είτε ενώπιον του κοινού.
Από την εποχή της συμφωνίας της Βάρκιζας, που στις δύο πλευρές του τραπεζιού κάθισαν πρόσωπα που τα χώριζε η πολεμική σύγκρουση και τα νωπό αίμα που είχε εκατέρωθεν χυθεί, ως τα προδικτατορικά Συμβούλια του Στέμματος και τα μεταπολιτευτικά Συμβούλια των Πολιτικών Αρχηγών για τη συγκρότηση των συμμαχικών κυβερνήσεων του αποκαλούμενου και «βρώμικου 89» ή αργότερα για το Μακεδονικό, ο «πολιτικός πολισμός» ήταν το στοιχείο που χαρακτήριζε αυτού του είδους τις συναθροίσεις των ταγών του Έθνους.
Όταν είδαν το φως της δημοσιότητας τα πρακτικά από τις συναντήσεις που είχαν στο Προεδρικό Μέγαρο τον Νοέμβριο του 1989 οι θεωρούμενοι ως… προαιώνιοι αντίπαλοι Ανδρέας Παπανδρέου και  Κωνσταντίνος Μητσοτάκης μπορεί να ξένισαν αρκετούς από τους φανατικούς οπαδούς των δύο ηγετών, πλην, όμως, οι έμπλεες αβρότητας προσφωνήσεις: «Κώστα μου», «Ανδρέα μου», τις οποίες αντήλλαξαν, αποτέλεσαν μια σημαντική παρακαταθήκη πολιτικής καταλλαγής.
Ούτε η σκληρή προσωπική τους κόντρα, που διαρκούσε ήδη 35 χρόνια και κατά πολλούς ήταν από τις βασικές αιτίες της Αποστασίας, ούτε η πολύ πρόσφατη, τότε, απόφαση για την παραπομπή του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ στο Ειδικό Δικαστήριο, δεν στάθηκαν εμπόδιο στον μεταξύ τους πολιτισμένο διάλογο και στην χωρίς απειλές και κουνήματα του δακτύλου συνεννόηση που οδήγησε –με τη συναίνεση και του πολύπειρου ηγέτη του νεοσύστατου Συνασπισμού της Αριστεράς Χαρίλαου Φλωράκη- στη συγκρότηση της συμμαχικής κυβέρνησης Ζολώτα.
Δεν ξέρω αν μοιάζει με… ιεροσυλία η σύγκριση των προσωπικοτήτων εκείνης της περιόδου με τα πρόσωπα που πέρασαν το περασμένο Σάββατο το κατώφλι του Προεδρικού Μεγάρου, καθώς θα μπορούσε, ίσως, κανείς να επικαλεστεί τη γνωστή ρήση με τα «νταούλια των αθιγγάνων» που πήραν τις θέσεις τις οποίες κατείχαν νωρίτερα τα «άρματα των καπεταναίων», αλλά δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να πειρασμό που όλες αυτές τις μέρες με τριβελίζει με ερωτήματα για την κατάπτωση των πολιτικών ηθών της οποίας γινόμαστε καθημερινοί μάρτυρες.
Να είναι, άραγε, όλο αυτό που συνέβη το περασμένο Σάββατο η κορύφωση του «εκτσογλανισμού» της πολιτικής ζωής, για τον οποίο τόσο εύστοχα είχε μιλήσει παλαιότερα ο Ευάγγελος Βενιζέλος; Ή, όπως αρκετοί επισημαίνουν, «δεν τα έχουμε δει ακόμη όλα» και μας περιμένουν ακόμη μεγαλύτερες εκπλήξεις από την τοξική ατμόσφαιρα που έχει δημιουργήσει η πολύμορφη κρίση που διέρχεται η χώρα και περισσότερο από την αλλοπρόσαλλη παρέα που έχει εγκατασταθεί στα υπουργεία και παριστάνει την κυβερνητική εξουσία;
Διαρκούντος του Συμβουλίου και με σαφή διάθεση να σαρκάσω τις κυβερνητικές διαρροές που ήθελαν τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να απειλεί τους προσκεκλημένους του επειδή δεν συμφωνούσαν σε κοινό ανακοινωθέν για το Ασφαλιστικό, έκανα μια ανάρτηση στο twitter με την οποία αναρωτιόμουν: «Λες αν δεν υπογράψουν να τους καταγγείλει στη... Μέρκελ;». Και παρότι συμπλήρωνα το ερώτημα μου με το σχόλιο «Σύσκεψη για γέλια και για κλάματα μαζί!», ειλικρινά δεν διανοήθηκα ότι τα όσα συζητούσαν οι Έλληνες πολιτικοί ήταν δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο διαβούλευσης στο εξωτερικό.
Η πραγματικότητα, αλλοίμονο, με διέψευσε, αφού τρεις μέρες αργότερα το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου έδινε –αν είναι δυνατόν!- στη δημοσιότητα διαλόγους του Αλέξη Τσίπρα με τον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ που αφορούσαν τη στάση που τήρησε στη σύσκεψη η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά. Φαίνεται ότι προκειμένου να κρατήσουν τις καρέκλες τους δεν διστάζουν να γίνουν πιο ξενόδουλοι από όσο μπορούσε να φανταστεί κανείς. Και μάλιστα χωρίς να αντιλαμβάνονται πόσο καταγέλαστοι γίνονται και στο εξωτερικό, όπως και στο εσωτερικό με τις αστείες απειλές, όπως εκείνες που εκτόξευσε ο Πάνος Καμμένος περί Εξεταστικής Επιτροπής για το PSI.
Τι νομίζουν, αλήθεια, ότι θα πετύχουν «καρφώνοντας» την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στον Ολάντ; Τι πιστεύουν ότι μπορεί να κάνει ο Γάλλος πρόεδρος στην κυρία Γεννηματά; Και πως θεωρούν ότι θα την υποχρεώσει να μοιραστεί με τον θρασύτατο κ. Τσίπρα την ευθύνη για το περαιτέρω πετσόκομα των συντάξεων που έχει συνομολογηθεί και υλοποιείται με τον προϋπολογισμό που ψηφίζεται από τη Βουλή;
Δυστυχώς γι΄ αυτούς, όσες ανοίκειες απειλές και αν εκτοξεύσουν, όσους –πραγματικούς ή φανταστικούς- διαλόγους κι αν διαρρεύσουν, όσα ξόρκια και αν –εν είδει σκιάχτρων- κατασκευάσουν για να φοβίσουν δήθεν τη διαπλοκή που υποτίθεται ότι τους πολεμάει, όσους ευφημισμούς περί κυβερνητικής διεύρυνσης και αν χρησιμοποιήσουν για δικαιολογήσουν τις… λεβέντικες αποστασίες που ετοιμάζουν, το πικρό ποτήρι της μνημονιακής υποταγής είναι όλο δικό τους. Και θα το πιουν ως την τελευταία σταγόνα, πριν καταρρεύσουν με πάταγο από την οργή όχι των αντιπάλων τους, αλλά κυρίως όλων εκείνων τους οποίους εξαπάτησαν.
Ο «εκτσογλανισμός», άλλωστε, ακόμη και αν γίνει «λεβέντικος», έχει ημερομηνία λήξης, η οποία δεν είναι πολύ μακρινή, όπως τόσο αποκαλυπτικά προδικάζουν οι σπασμωδικές κινήσεις στις οποίες κατέφυγε ο πανικόβλητος πρωθυπουργός, τόσο πριν όσο και μετά το χωρίς προηγούμενο φιάσκο στο οποίο ο ίδιος οδήγησε τη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών.

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2015

Μακάρι να ήταν… «σαμποτάζ»!



Μου είναι αδύνατο να μετρήσω πόσες φορές από την περασμένη Κυριακή κλήθηκα να απαντήσω στο ερώτημα «ποιος την έστησε τη δουλειά;», που αφορούσε –τι άλλο;- το φιάσκο με τις εκλογές για την ανάδειξη προέδρου στη Νέα Δημοκρατία.
Από μια πρώτη άποψη, είναι απορίας άξιο ότι, σε μια χώρα που σπανίως συναντά κανείς ανθρώπους οι οποίοι να ανταποκρίνονται στα καθήκοντα τους, συναντά κανείς τόσο πολλούς που πιστεύουν πως όλα όσα γίνονται αποτελούν προϊόντα οργανωμένης δράσης που κάποιοι τα ενορχήστρωσαν και τα έφεραν εις πέρας. Το ενδεχόμενα να συμβαίνουν κάποια πράγματα από απλή και… αδολη βλακεία δεν περνά από το νου τους.
Σε μια δεύτερη ανάγνωση, ωστόσο, η εξήγηση γι΄ αυτές τις εδραιωμένες συνωμοσιολογικές πεποιθήσεις είναι μάλλον απλή: Οι άνθρωποι που συνήθως δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους, αναζητούν σχεδόν πάντοτε ένα βολικό άλλοθι που να δικαιολογεί την αδράνεια και την απραξία τους, για την οποία δεν μπορεί παρά να ευθύνονται κάποιες «σκοτεινές δυνάμεις που λειτούργησαν υπογείως».
Έχοντας ξυπνήσει αξημέρωτα το πρωί της Κυριακής, επειδή ήδη από το προηγούμενο βράδυ ήταν διάχυτη η αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με το σύστημα ψηφοφορίας που είχε εγκαταστήσει η εταιρία με την οποία είχε συμβληθεί η Νέα Δημοκρατία, επισκέφθηκα σχεδόν με το που τα άνοιξαν τα κοντινά στο σπίτι μου εκλογικά κέντρα για να κάνω «αυτοψία».
Διαπιστώνοντας εκεί ότι η ψηφοφορία δεν μπορούσε να ξεκινήσει γιατί το πληροφορικό σύστημα δεν λειτουργούσε, τηλεφώνησα, για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, σε αρμόδια στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, που είτε ήταν ξύπνια ή τα ξύπνησε το τηλεφώνημά μου. Μου παρείχαν τις διαβεβαιώσεις που και οι ίδιοι είχαν από την εταιρία ότι το πρόβλημα ήταν παροδικό και «εντός ολίγου όλα θα κυλήσουν ομαλά».
Δίχως να είμαι ειδικός στους υπολογιστές, δεν πείστηκα με την, ίσως, απλοϊκή σκέψη ότι, εφόσον, όπως μου μετέφεραν, το «μπλακ άουτ» του ηλεκτρονικού συστήματος ήταν γενικευμένο, δεν έβλεπα τον τρόπο με τον οποίο θα επανερχόταν το σύστημα, αφού δεν λειτουργούσε πουθενά.
Παρά ταύτα, μετέδωσα την είδηση για τα «μεγάλα προβλήματα» που δεν επέτρεπαν την έναρξη της ψηφοφορίας, όπως και τις διαβεβαιώσεις ότι «θα ξεπεραστούν». Αλλά χωρίς να ρισκάρω, από την πρώτη εκείνη στιγμή, την πρόβλεψη ότι η ψηφοφορία οδηγούνταν όχι απλά σε αναβολή αλλά σε ματαίωση, όπως και έγινε περίπου τρεις ώρες αργότερα.   
Μεταφέρω τη μικρή αυτή προσωπική εμπειρία για να δείξω τον αρειμάνιο τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζαν οι πραγματικά υπεύθυνοι για το φιάσκο που ακολούθησε και ορισμένοι από τους οποίους εκ των υστέρων κατέφυγαν στις θεωρίες συνωμοσίας περί «σαμποτάζ» που έγινε από… ακατονόμαστους «σαμποτέρ».
Ενθυμούμενος και τους καβγάδες που πριν από μερικές εβδομάδες είχαν ξεσπάσει όταν ο κ. Βαγγέλης Μεϊμαράκης εισέβαλε σε συνεδρίαση της Κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής για να καταγγείλει ευθέως και ονομαστικά ότι στελέχη της Συγγρού ήθελαν να στήσουν «μαϊμουδιά με την εταιρία», πιστεύω ειλικρινά ότι θα ήταν ευχής έργο για τη Νέα Δημοκρατία αν όλα όσα έγιναν την περασμένη Κυριακή ήταν, όντως, αποτέλεσμα «σαμποτάζ».
Το δυστύχημα, όμως, είναι ότι η Νέα Δημοκρατία και τα στελέχη της δεν είναι επ΄ ουδενί σε θέση να οργανώσουν σαμποτάζ, αλλά ούτε καν στοιχειώδεις λειτουργίες να διεκπεραιώσουν. Γι΄ αυτό, άλλωστε, παρότι έχουν χιλιάδες στελέχη ανά την επικράτεια, χρειάστηκαν έξωθεν βοήθεια από ιδιωτική εταιρία για να οργανώσουν την εκλογική διαδικασία.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι, στην πραγματικότητα, ένας χρεωκοπημένος, από κάθε άποψη, οργανισμός, όχι μόνον γιατί χρωστάει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και έχει επί έξη μήνες απλήρωτους τους υπεράριθμους υπαλλήλους του που περιφέρονται στο κτίριο μέχρι που να τους κάνει έξωση ο ιδιοκτήτης του.
Το πρόβλημα, βεβαίως, της Νέας Δημοκρατίας δεν είναι οικονομικό. Είναι, πρωτίστως, πολιτικό και ιδεολογικό. Έχει, κυρίως, να κάνει με τις νοοτροπίες από τις οποίες διακατέχονται όσοι βρίσκονται στην κορυφή της –τυπικής και άτυπης- κομματικής πυραμίδας και αντιμετωπίζουν τη διατήρηση του κόμματος αποκλειστικά και μόνο ως μηχανισμό στην υπηρεσία της δικής τους ύπαρξης και της προσωπικής τους ματαιοδοξίας.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, δεν προκαλούν ιδιαιτέρως μεγάλη έκπληξη οι σχέσεις καχυποψίας μεταξύ των τωρινών διεκδικητών της αρχηγίας αλλά και οι φόβοι ότι θα παραβιαστεί το αδιάβλητο της ψηφοφορίας που είναι ο λόγος για τον οποίο κατέφυγαν σε μια ιδιωτική εταιρία, η οποία, όπως φαίνεται, επελέγη με τους παραδοσιακούς πελατειακούς όρους –έπαιρνε «ψιλοδουλειές» όταν η ΝΔ στην εξουσία.
Όλα, εξάλλου, μαρτυρούν ότι η πελατειακή λογική με την οποία έγινε η επιλογή της εταιρίας είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν μπόρεσε να φέρει εις πέρας ένα σχετικά πολύπλοκο έργο που ήταν η παρεμπόδιση διπλοψηφιών –τύφλα να έχουν τα δένδρα που… ψήφισαν μαζικά το 1961- σε περίπου 1.200 κάλπες που έπρεπε να είναι διασυνδεδεμένες με τους εκλογικούς καταλόγους του υπουργείου Εσωτερικών.
Εν κατακλείδι, αν υπήρχαν στη Νέα Δημοκρατία του 2015 δυνάμεις ικανές να κάνουν, έστω εσωκομματικά, «σαμποτάζ», δεν θα είχε καταλάβει με τόση άνεση στην διακυβέρνηση ο Αλέξης Τσίπρας και ούτε θα στρογγυλοκάθονταν στις καρέκλες της εξουσίας τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που, υπό άλλες συνθήκες, μόνον ως… «καταληψίες» θα έμπαιναν στα υπουργεία.

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

Οι συμψηφισμοί, τα ανοικτά σύνορα και ο νέος παγκόσμιος χάρτης


            Μπορεί ως φαινόμενο να παρατηρείται και σε άλλες χώρες, καθώς η βλακεία δεν έχει σύνορα, αλλά έχω την αίσθηση ότι η έκταση που παίρνουν στη χώρα μας οι απόπειρες συμψηφισμού των θυμάτων από τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα, όπως εκείνο της περασμένης Παρασκευής στο Παρίσι, με τους μετανάστες και πρόσφυγες που θαλασσοπνίγονται στη Μεσόγειο, δεν νομίζω να βρίσκουν πουθενά αλλού τόσο πρόσφορο έδαφος.
            Είναι, δυστυχώς, αρκετοί οι συμπατριώτες μας οι οποίοι, κυρίως μέσα από Διαδίκτυο και το καμουφλάζ της θρασύδειλης ανωνυμίας που προσφέρει, ενίστανται έναντι όλων όσοι εκφράζουμε τη θλίψη και τον αποτροπιασμό μας για την ασύμμετρη απειλή που συνιστούν οι τζιχαντιστές και την τυφλή βία την οποία είναι έτοιμοι να εξαπολύσουν ανά πάσα στιγμή, βάζοντας στο στόχαστρο τις ζωές όλων μας.
            «Όλα έγιναν για να σταματήσουν οι προσφυγικές ροές», διαμαρτύρεται ο ένας. «Δεν είδα την ίδια ευαισθησία όταν βομβαρδίζονταν η Συρία», ασχημονεί ο άλλος. «Γιατί δεν βάλατε στο προφίλ σας και τη σημαία του Λιβάνου, όπως κάνετε τώρα με τη γαλλική;», εγκαλεί ένας τρίτος που διεκδικεί για το εαυτό του τη μοναδικότητα της «ευαισθησίας» για την πρόσφατη πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στη Βηρυτό.
Και όλα αυτά συνοδεύονται, συνήθως, από αναρτήσεις φωτογραφιών αρχείου που απεικονίζουν νεκρά προσφυγόπουλα. Με στόχο, άραγε, τι; Να… νοιώσουμε τύψεις και να θρηνήσουμε λιγότερο για τους φοιτητές που έπεσαν νεκροί παρακολουθώντας τη συναυλία στο Μπατακλάν; Τόσο δύσκολο, δηλαδή, είναι να αντιληφθούν ορισμένοι ότι μπορεί κάποιος να θλίβεται και να αγανακτεί για το δράμα των προσφύγων, χωρίς να… επιχαίρει για την τρομοκρατική δράση των φανατικών;
            Είναι διανοητικά ασύλληπτο ότι σε αυτή τη χώρα η οποία, παρά τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει, παραμένει ανοικτή και δημοκρατική, κατοικούν τόσοι τυφλωμένοι από ιδεοληπτικά στερεότυπα –ας θυμηθούμε τους «Δίδυμους Πύργους» της Νέας Υόρκης- άνθρωποι οι οποίοι αντιδρούν τόσο στενόμυαλα και τόσο στενόκαρδα απέναντι στην αποτρόπαια απειλή του τζιχαντισμού, εγκαλώντας την Ευρώπη, την οποία θεωρούν υπαίτια για ό,τι συμβαίνει εντός και εκτός της επικράτειάς της: από τους πνιγμούς στο Ανατολικό Αιγαίο ως την επίθεση των καμικάζι στο Σταντ ντε Φρανς.
Ακόμη πιο εξοργιστικό, όμως, είναι ότι πίσω από αυτές τις δήθεν «ευαισθησίες» υποκρύπτεται ένας μισαλλόδοξος αντιευρωπαϊσμός για χάρη του οποίου αναγνωρίζονται κάθε είδους άλλοθι στους σκοταδιστές που στην πραγματικότητα είναι ένοχοι τόσο για τα τυφλά χτυπήματα του Παρισιού, της Άγκυρας και της Βηρυτού, όσο και για το βίαιο ξεσπίτωμα των Σύρων, των Αφγανών, των Λίβυων, αλλά και των υπολοίπων που εγκαταλείπουν τις εστίες τους για οικονομικούς λόγους, καθώς η δράση όλων αυτών των φανατισμένων αφανίζει τις χώρες αυτές στερώντας τους τη δυνατότητα για ανάπτυξη.    
Είναι αλήθεια, ωστόσο, ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, η Ευρώπη και ο υπόλοιπος πολιτισμένος κόσμος δεν μπορούν να αντιδρούν ως Πόντιοι Πιλάτοι, δηλώνοντας άμοιροι ευθυνών και περιοριζόμενοι μόνον στο να ξαναϋψώνουν τείχη και να κατασκευάζουν νέους φράκτες για να περιορίσουν τις προσφυγικές ροές αλλά και τα μεταναστευτικά ρεύματα που θα εξακολουθήσουν –με ή χωρίς πολέμους- να κινούνται προς την (πλούσια και δημοκρατική) Ευρώπη.
Προς κακοφανισμό, ίσως, πολλών από τους φανατικούς πολέμιους της Ευρώπης και της προοπτικής για μεγαλύτερη εμβάθυνση της ενοποίησής της, η ήπειρος μας αποτελεί τον βασικό προορισμό για εκατομμύρια άμοιρους από την Ασία και την Αφρική, οι οποίοι πιστεύουν ότι εδώ θα βρουν, εκτός από την ελπίδα για οικονομική ευημερία, συνθήκες ελευθερίας και ασφάλειας που –παρά τα στραβά και τα ανάποδα τα οποία μπορεί ο καθένας μας να καταμαρτυρά- μόνον οι ευρωπαϊκές κοινωνίες εξασφαλίζουν. Και αυτό μάλλον είναι εκείνο που περισσότερο από ό,τιδήποτε άλλο τις καθιστά, εκτός από μεταναστευτικό προορισμό, και στόχο των κάθε λογής σκοταδιστών.
Ας το καταλάβουμε, όμως, δεν υπάρχει δυνατότητα να ανοίξουν τα ευρωπαϊκά σύνορα –όπως αφελώς πιστεύουν και αρκετοί που απαρτίζουν την κυβερνητική εξουσία στην Ελλάδα- ώστε να δοθεί η ευκαιρία σε όλους όσοι θέλουν να αναζητήσουν την τύχη τους στην Ευρώπη. Και δεν πρόκειται να υπάρξει. Γιατί, πέραν των άλλων, πολύ σύντομα θα ερήμωναν από τη φυγή ενδεχομένως και του συνόλου του πληθυσμού τους, δεκάδες χώρες της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Η οργανωμένη διεθνής κοινότητα είναι υποχρεωμένη να μην επαναλάβει τα λάθη του πρόσφατου παρελθόντος και να αναζητήσει λύσεις τέτοιες ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο να συγκεντρωθεί ο μισός πληθυσμός της γης στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Βεβαίως, οι καταδιωκόμενοι από τους πολέμους και οι αιτούντες άσυλο πρέπει να βρουν αρωγή, αλλά δεν είναι υποχρεωτικό κάτι τέτοιο να ισοδυναμεί με δυνατότητα για μόνιμη μετανάστευση.
Είναι, για παράδειγμα, προσφορότερο τα εκατομμύρια των Σύριων που κυνηγημένοι από τους τζιχαντιστές πέρασαν στην Τουρκία, να μείνουν σε καταυλισμούς εκεί, παρά να μεταφερθούν σε καταυλισμούς στην Ευρώπη. Γιατί στην πρώτη περίπτωση μπορεί –με τη συνδρομή της Ευρώπης και της διεθνούς κοινότητας- η πλειονότητά τους κάποια στιγμή να επιστρέψει στη γενέθλια γη. Ενώ, αντιθέτως, αν τους δοθεί «ελευθέρας» για την Ευρώπη, πέρα από τα προβλήματα με τα οποία θα έρθουν αντιμέτωποι στις νέες πατρίδες, οι πιθανότητες επαναπατρισμού τους –όταν αρθούν οι λόγοι της φυγής τους- περιορίζονται σημαντικά.
Πολιτική βούληση θέλει και ανοικτά μυαλά. Αλλά πάνω από όλα διάθεση για αποτελεσματική δράση. Έτσι ώστε να παταχθούν ανελέητα οι τζιχαντιστές οι οποίοι απειλούν να αλλάξουν τον παγκόσμιο χάρτη τόσο δραματικά και τόσο σύντομα όσο δεν κατάφερε, ίσως, κανένα άλλο πολιτικό ή θρησκευτικό κίνημα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ας το έχει υπόψη του ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας καθώς θα ταξιδεύει προς την Άγκυρα…

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

«Τρώνε, πίνουν και την Άρτα φοβερίζουν…»




            Δεν ξέρω αν ευθύνεται ο σχετικά άκοπος τρόπος με τον οποίο ήρθαν στην εξουσία ή η άνεση την οποία νοιώθουν επειδή οι πολίτες τούς επιβράβευσαν, παρόλο που αθέτησαν ήδη από την πρώτη κυβερνητική περίοδο σχεδόν το σύνολο όσων είχαν υποσχεθεί, αλλά μου δημιουργείται η εντύπωση ότι ο αλαζονικός τρόπος με τον οποίο επιχειρούν να κυβερνήσουν ο Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του δεν έχει το προηγούμενο του όχι μόνον στα εγχώρια αλλά ενδεχομένως και στα ευρωπαϊκά χρονικά.
            Δεν εξηγείται διαφορετικά η ακραία μορφή που φαίνεται να προσλαμβάνει η υποτίμηση της νοημοσύνης των ανθρώπων στους οποίους απευθύνονται οι κυβερνώντες με τη διαρκή διαστροφή γεγονότων και την εξύφανση απίθανων σεναρίων συνωμοσιολογίας που δεν υπακούουν στην κοινή λογική.
            Είναι χαρακτηριστικό ότι, την ίδια ώρα που υποχωρούν ταπεινωτικά σε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών για να διατηρήσουν τις καρέκλες τους, σαλπίζουν ιαχές… νίκης που είναι εκτός τόπου και χρόνου. Οι γελοίοι ισχυρισμοί του απίθανου υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου ότι η «κυβέρνηση είναι θύμα της επιτυχίας της (!)», δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά τον κανόνα της πρόκλησης απέναντι σε κάθε άνθρωπο που έχει σώας τα φρένας.
            Σε κυβερνητική ανακοίνωση, άλλωστε, της ίδιας μέρας αναφορικά με τη συνεδρίαση του Eurogroup εξαπολυόταν επίθεση σε όσους, λέει, προεξοφλούσαν ότι δεν θα γινόταν δεκτές οι ελληνικές θέσεις για τον βαθμό εφαρμογής των μνημονιακών προαπαιτουμένων. Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν είχε αμφισβητήσει τη μηνημονιακή προσήλωση της κυβέρνησης και ο «εχθρός» που είχαν ανακαλύψει οι επικοινωνιακοί ινστρούχτορες του Μεγάρου Μαξίμου δεν ήταν παρά «εικονικός», αφού ακόμη και ο «συνήθης ύποπτος» Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν, αυτή τη φορά, αρκετά καλός και επιβραβευτικός προς  τον υπάκουο Ευκλείδη.  
            Εκεί, όμως, που οι κυβερνητικοί μηχανισμοί διαστρέβλωσης της πραγματικότητας έδωσαν τα ρέστα τους στην προσβολή της κοινής λογικής και στην κατασκευή εικονικών εχθρών ήταν με την υπόθεση των βαρύτατων καταγγελιών του πρώην υπουργού Γιάννη Πανούση για τους πολυπλόκαμους παρακρατικούς μηχανισμούς που ενεργοποιήθηκαν σχεδόν από την πρώτη μέρα που ανέλαβαν τη διακυβέρνηση οι σημερινοί κυβερνώντες.
            Οι ιταμές επιθέσεις κατά του Γιάννη Πανούση με στόχο να απονομιμοποιήσουν στα μάτια της κοινής γνώμης την επιτακτική ανάγκη να ριφθεί φως στην σκοτεινή υπόθεση που αναδείχθηκε από τις αποκαλύψεις του πρώην υπουργού, αποτελούν την αδιάψευστη μαρτυρία για τον πανικό που προκάλεσαν στο Μαξίμου τα όσα -λίγα, όπως φαίνεται- ήρθαν στη δημοσιότητα, καθώς η ιστορία έχει μεγαλύτερο βάθος και, επί παραδείγματι, η οικονομική της διάσταση –οι «μίζες» για τις οποίες μίλησε ο πρώην υπουργός- είναι ακόμη στο πλήρες σκοτάδι.
Η σπουδή, εξάλλου, των δύο υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης να τρέξουν στον Άρειο Πάγο, όχι για να, όπως θα περίμενε κανείς από αυτοαποκαλούμενους «προοδευτικούς» πολιτικούς, ζητήσουν πλήρη διαλεύκανση των καταγγελλομένων, αλλά εντεταλμένοι για να επιβάλουν συσκότιση με το απίστευτο ακόμη και για –έστω κατ’ όνομα - «αριστερούς» επιχείρημα της, δήθεν, «προστασίας της εθνικής ασφάλειας», συνιστά ίσως την τρανότερη απόδειξη ότι έχουμε μπλέξει με αδίστακτους πολιτικούς τυχοδιώκτες που δεν ορρωδούν προ ουδενός.
Καταφεύγουν με απίστευτη ευκολία σε αυταπόδεικτα ψέματα και είναι τόσο παθιασμένοι με την υπεράσπιση των εξουσιαστικών λαφύρων τα οποία φαίνεται να απολαμβάνουν που σε κάθε ευκαιρία και προς κάθε κατεύθυνση στέλνουν το μήνυμα ότι είναι αποφασισμένοι να καθυποτάξουν στις ανομολόγητες ορέξεις τους κάθε θεσμό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και να πλήξουν ηθικά κάθε πρόσωπο το οποίο μπορεί να αισθανθούν ότι στέκεται εμπόδιο στις κάθε είδους -εθνικολαϊκιστικές και συνάμα «πελατειακές»- επιδιώξεις τους.  
Αν συνδυάσει κανείς όλα αυτά με τις ανήκουστες και ανατριχιαστικές απειλές που εκστόμισε η κυβερνητική εκπρόσωπος επειδή, λέει, ένα κανάλι, το Mega, δεν ενέδωσε στην απαίτησή της να βγει στον αέρα, όταν εκείνη αποφάσισε ότι έπρεπε να σχολιάσει όσα είχαν μεταδοθεί στο δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού, συμπληρώνεται, νομίζω, το παζλ της ολοκληρωτικής νοοτροπίας που χαρακτηρίζει τους νεόκοπους εξουσιαστές που νομίζουν ότι η εξουσία την οποία μάλλον ανεπάντεχα απέκτησαν τους ανήκει απόλυτα και ει9ς τους αιώνας των αιώνων. 
Γι΄ αυτό και προφανώς συμπεριφέρονται όπως οι πολυτραγουδισμένοι Κλέφτες από το πολύ γνωστό δημώδες άσμα το οποίο έλεγε πως «τρώνε, πίνουν και την Άρτα φοβερίζουν…». Για πόσο άραγε;  Άγνωστο. Αν και ο Αβραάμ Λίνκολν έλεγε γι΄ αυτές τις περιπτώσεις το εξής: «μπορείς να ξεγελάς συνεχώς κάποιους, μπορεί κάποιες στιγμές να τους ξεγελάς όλους, δεν μπορείς, όμως, να τους ξεγελάς όλους για πάντα».