Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

Η Νέα Δημοκρατία δεν σηκώνει επισκευή, χρειάζεται κατεδάφιση!



            Όσοι θεωρούν την Πολιτική συνώνυμο της συμμετοχής στα κοινά, δεν μπορεί παρά να ικανοποιήθηκαν από τη μαζική προσέλευση των οπαδών της Νέας Δημοκρατίας στις κάλπες της περασμένης Κυριακής για την εκλογή του επόμενου ηγέτη της Κεντροδεξιάς παράταξης.
Τριγυρνώντας, από επαγγελματική υποχρέωση ή και… διαστροφή, στα εκλογικά κέντρα που συνωστίζονταν οι νεοδημοκράτες για να ψηφίσουν, αλλά και μιλώντας με πολύ κόσμο για το αξιοσημείωτο φαινόμενο της αυξημένης συμμετοχής στις κάλπες, δεν εξεπλάγην ακούγοντας ανθρώπους, που δεν είχαν την παραμικρή ιδεολογική συγγένεια με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να χαίρονται με την ενεργοποίηση τόσων πολλών συμπολιτών μας.
Η γενικότερη αίσθηση που αποκόμιζε ένας ψύχραιμος παρατηρητής ήταν πως το μήνυμα που βγήκε από τις γαλάζιες κάλπες της Κυριακής είναι ότι ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο υπερβαίνει σε αριθμούς τις 400 χιλιάδες που μπήκαν στην ταλαιπωρία να στηθούν στις ουρές για να ψηφίσουν τον επόμενο αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας και δέχθηκε να καταγραφεί στα κατάστιχα της Συγγρού, δεν βολεύεται με το… άραγμα στον καναπέ.
Το ερώτημα, ωστόσο, είναι ποιος μπορεί να εμπνεύσει και να  ξεσηκώσει τους Έλληνες πολίτες οι οποίοι, εκόντες άκοντες, γίνονται παθητικοί δέκτες επιλογών, καταστάσεων και γεγονότων επειδή, ιδίως σε αυτή την περίοδο της μνημονιακής επιβολής, οι αφορμές για δημιουργικά θετική συμμετοχή σπανίζουν, ενώ, αντιθέτως, πληθαίνουν οι αιτίες που στρέφουν στην απογοήτευση και στην αποστροφή του προσώπου από αυτό που αποκαλείται τρέχουσα πολιτική.
Θέλοντας να αποφύγω τον πειρασμό να σχολιάσω ξανά τα όσα διαδραματίζονται τον τελευταίο χρόνο σε κυβερνητικό επίπεδο, μένω στα νεοδημοκρατικά για να επισημάνω ότι οι ιθύνοντες της Συγγρού δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων τις οποίες δημιούργησαν οι οπαδοί τους που προσήλθαν μαζικά στις κάλπες για να δείξουν τη βούλησή τους να αποκτήσει η παράταξή τους έναν ηγέτη με υψηλή πολιτική νομιμοποίηση και ευρύ κοινωνικό εκτόπισμα.
Η μεταχείριση την οποία επεφύλαξαν σε όλους όσοι δεν δίστασαν να πληρώσουν τρία ευρώ και να εγγραφούν μέλη της ΝΔ, όπως απαιτούσε το «γαλάζιο» Καταστατικό για να μπορέσει κανείς να ψηφίσει για την εκλογή αρχηγού, υπήρξε, δυστυχώς, αποκαρδιωτική.
Ως εάν να μην είχαν διδαχθεί απολύτως τίποτε από το φιάσκο της ματαίωσης της πρώτης απόπειρας να κάνουν εκλογές τον περασμένο μήνα, οι απαρτίζοντες τον κομματικό μηχανισμό, που στην πλειονότητά τους αποτελούν «επαγγελματικά» στελέχη, δεν κατάφεραν αυτή τη φορά να εκδώσουν εγκαίρως τα εκλογικά αποτελέσματα παρά το τεράστιο έξοδο στο οποίο υποβλήθηκαν αναθέτοντας την οργάνωση της εκλογικής σε ιδιωτική εταιρία.
Ένα κόμμα με τόσες χιλιάδες μέλη, με πάμπολλα στελέχη και με εκατοντάδες (απλήρωτους, επί μήνες, ειρήσθω εν παρόδω) υπαλλήλους δεν είναι σε θέση όχι μόνον να οργανώσει το ίδιο μια ψηφοφορία, αλλά ούτε καν να συγκεντρώσει εγκαίρως τα αποτελέσματα και να τα δώσει στη δημοσιότητα.
Η διάχυτη καχυποψία ότι «κάποιος θα στήσει τη διαδικασία» μαζί με την αδυναμία συνεννόησης και την απίστευτη τυπολατρία που μαρτυρούν –αν ,μη τι άλλο- ανικανότητα χειρισμού καταστάσεων, τορπίλισε το θετικό κλίμα που δημιούργησαν το ξέσπασμα των φίλων της Νέας Δημοκρατίας και ο ενθουσιασμός με τον οποίον ανταποκρίθηκαν στο συμμετοχικό κάλεσμα και είναι απορίας άξιον αν, κατόπιν των όσων μεσολάβησαν, θα είναι εξίσου μεγάλη η συμμετοχή στον επαναληπτικό γύρο της 10ης Ιανουαρίου.     
    Κακά τα ψέματα, όσο βέβαιο είναι ότι η χώρα έχει ανάγκη από ένα αξιόπιστο Κεντροδεξιό κόμμα που να εκφράζει υπαρκτά ρεύματα μέσα στην ελληνική κοινωνία, όπως φάνηκε από τους χιλιάδες που πήγαν την Κυριακή να ψηφίσουν, άλλο τόσο σίγουρο είναι ότι ο χρεοκοπημένος –κυριολεκτικά και μεταφορικά- οργανισμός που λέγεται «Νέα Δημοκρατία» δεν μπορεί να σταθεί όρθιος με μερεμέτια και εργασίες επισκευής.
Το σαθρό οικοδόμημα της Συγγρού θέλει κατεδάφιση και ξαναχτίσιμο από την αρχή. Πέτρα – πέτρα. Τα υλικά υπάρχουν. Κατηρτισμένοι μηχανικοί και έμπειροι μαστόροι επίσης διατίθενται. Εκείνο, αντιθέτως, που φαίνεται να έχει λείψει είναι η πολιτική βούληση να γίνουν τολμηρές αλλαγές για να τερματιστεί η παραλυτική ακινησία. Και αυτήν κυρίως πρέπει να διαθέτει ο νέος αρχηγός που θα αναλάβει καθήκοντα σε λιγότερο από τρεις εβδομάδες.
Ας μην αυταπατώνται, άλλωστε, στην αξιωματική αντιπολίτευση: η ικανότητα του επόμενου προέδρου τους, είτε είναι ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, είτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θα δοκιμαστεί πριν από όλα στον τρόπο με τον οποίο θα διαχειριστεί τα ανοικτά ζητήματα της παράταξης του, οργανωτικά και ιδεολογικά. Μόνον αν οι πολίτες αισθανθούν ότι έχουν να κάνουν με έναν ηγέτη που κινείται σωστά στα «του οίκου του», θα τον εμπιστευτούν για να αναλάβει τις τύχες της χώρας και να αποτελέσει την εναλλακτική λύση για τη διακυβέρνηση του τόπου.
Αλλιώς, θα ζητήσουν να περάσει ο επόμενος…

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

Βορά στην ιδεοληψία της ήσσονος προσπάθειας



Μέσα στην τύρβη των τόσο πυκνών γεγονότων που μας κατακλύζουν και τις τριβές της σκληρής καθημερινότητας που μας περιβάλλει πέρασε σχεδόν απαρατήρητη μια συγκλονιστικά οπισθοδρομική αλλαγή που συντελέστηκε στον πολύπαθο χώρο της εκπαίδευσης και η οποία υπό άλλες συνθήκες θα ξεσήκωνε σάλο και θα προκαλούσε συζητήσεις επί συζητήσεων.
Με μια μονοκονδυλιά ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης κατεδάφισε το οικοδόμημα του λυκείου και μαζί του ολόκληρο ίσως το δευτεροβάθμιο εκπαιδευτικό σύστημα, τα μαθήματα του οποίου μάλλον μόνον εθελοντικά θα παρακολουθούν εφεξής οι μαθητές, αφού η βαθμολόγηση των επιδόσεων τους δεν θα έχει πλέον καμία απολύτως σημασία, τουλάχιστον για όλους όσοι θα επιδιώκουν να φοιτήσουν στα εγχώρια τριτοβάθμια εκπαιδευτικά συστήματα.
            Ερήμην της Βουλής και με μια απλή υπουργική υπογραφή, ο κ. Φίλης αποφάσισε να τερματίσει την οπισθοπορεία που εγκαινίασε ο προκάτοχος του, προωθώντας την ολοσχερή κατάργηση της συμμετοχής του βαθμού του απολυτηρίου του λυκείου στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα εγχώρια ΑΕΙ και ΤΕΙ, όπως, με παραλλαγές, ίσχυε επί δεκαετίες.
Εφεξής, λοιπόν, και άνευ ετέρου, οι απόφοιτοι των λυκείων θα εισάγονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με υπολογισμό αποκλειστικά και μόνον της βαθμολογίας που θα συγκεντρώνουν στα τέσσερα ή πέντε πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, χωρίς, δηλαδή, να λαμβάνεται πλέον υπόψη αν στα προηγούμενα λυκειακά χρόνια ήταν άριστοι, καλοί, μέτριοι, κακοί ή και πολύ κακοί μαθητές.
            Η απόφαση του κ. Φίλη συνιστά την απόλυτη αποθέωση της ιδεολογίας της ήσσονος προσπάθειας, που ξεκίνησε ο προκάτοχός του, θέτοντας εκ ποδών την «αριστεία», που ο ίδιος θεωρούσε «ρετσινιά», και ξηλώνοντας τις απόπειρες αναβάθμισης του λυκείου που είχαν γίνει όλα τα προηγούμενα χρόνια και κορυφώθηκαν με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της Άννας Διαμαντοπούλου.
            Με συνοπτικές διαδικασίες, ο προηγούμενος υπουργός Παιδείας Αριστείδης Μπαλτάς άλλαξε την περασμένη άνοιξη, πριν καν εφαρμοστεί για πρώτη φορά, τη ρύθμιση η οποία προέβλεπε ότι για να λάβει κανείς το εισιτήριο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα μετρούσε, εκτός από τις επιδόσεις στις πανελλαδικές εξετάσεις, και η βαθμολογία στις τρεις λυκειακές τάξεις με κλιμακούμενο συντελεστή.
Έπειτα από συζητήσεις ετών, την άνοιξη του 2011 η κυρία Διαμαντοπούλου παρουσίασε την πρότασή της για το νέο λύκειο που ξεκίνησε ενάμισι χρόνο αργότερα και κατέτεινε στην τόνωση του ενδιαφέροντος των μαθητών για συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία. Στόχος ήταν να πάψει το εκτεταμένο, ιδίως στη Γ΄ λυκείου, φαινόμενο των μαθητών οι οποίοι την ώρα των σχολικών μαθημάτων –με την ανοχή και καμιά φορά την προτροπή των καθηγητών τους…- ασκούνταν επί των… υποχρεώσεων που είχαν στα φροντιστήρια. 
Με πρόσχημα το δήθεν ξεφόρτωμα των μαθητών από το άγχος των σχολικών υποχρεώσεων, αλλά και των οικογενειακών προϋπολογισμών από το βάρος των φροντιστηρίων, ο κ. Μπαλτάς την περασμένη άνοιξη και ο κ. Φίλης λίαν προσφάτως αποφάσισαν το απόλυτο ξεθεμελίωμα του λυκείου, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που μπορεί να υπάρξουν από έναν «φετφά» που εκδόθηκε χωρίς, όπως όλα μαρτυρούν, να έχει προηγηθεί κάποια στοιχειωδώς σοβαρή μελέτη των επιπτώσεων που βάσιμα πιθανολογείται ότι θα έχει ένα τόσο ισοπεδωτικό μέτρο.
Στην πραγματικότητα, άλλωστε, όσοι γονείς έχουμε παιδιά στο λύκειο ξέρουμε ότι τα φροντιστήρια δεν πρόκειται να μειωθούν. Πολύ περισσότερο που με το νέο σύστημα των κυρίων Μπαλτά – Φίλη ο παράγων τύχη ή ατυχία αυξάνεται, οι επιμελείς μαθητές εξισώνονται με τους αδιάφορους, ενώ για να πετύχει κανείς τους στόχους του θα πρέπει να γράψει καλά σε όλα τα μαθήματα και άρα το ενδιαφέρον του εκεί και μόνον εκεί θα πρέπει να είναι επικεντρωμένο.
Όπως, εξάλλου, επισημαίνουν ειδικοί στα εκπαιδευτικά θέματα, αν κάποιος έχει μια ατυχία και δεν γράψει καλά σε ένα από τα εξεταζόμενα μαθήματα, ουσιαστικά θα τεθεί εκτός της διεκδίκησης της σχολής στην οποία στοχεύει, καθώς η απώλεια που μπορεί να έχει δεν αναπληρώνεται από τις επιδόσεις στα υπόλοιπα μαθήματα, που, επειδή έχει μειωθεί ο αριθμός τους, αυξάνονται οι απαιτήσεις που έχουν.
Όλοι αυτοί, βεβαίως, οι πρόχειροι πειραματισμοί που γίνονται τους τελευταίους μήνες στην εκπαίδευση δεν είναι παρά κινήσεις και πρωτοβουλίες απολύτως εναρμονισμένες με τις εν γένει ιδεοληπτικές εμμονές της δράκας των ανθρώπων οι οποίοι βρέθηκαν, όπως βρέθηκαν, στην εξουσία τον περασμένο Ιανουάριο.
Γιατί, κακά τα ψέματα, εξαιτίας της χρεωκοπίας του προηγούμενου συστήματος, οι σημερινοί κυβερνώντες ανέλαβαν να διαχειρίζονται τις τύχες της χώρας και όλων μας, χωρίς να έχουν καταβάλει κάποια ιδιαίτερα κοπιαστική προσπάθεια ως προς αυτό. Θεωρίες ανεπίδεκτες εφαρμογής αναμασούσαν και αυτό, εν πολλοίς, εξακολουθούν να κάνουν.
Καθώς, όμως, ακολουθώντας σε όλα τα επίπεδα την τακτική της ήσσονος προσπάθειας, επιβραβεύτηκαν από την ελληνική κοινωνία, τώρα γενικεύουν την εφαρμογή της συγκεκριμένης «συνταγής», δίνοντάς της βορά ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει: από την ισοπέδωση των πάντων στην εκπαίδευση και όχι μόνον ως την πεποίθηση που εκφράζουν ότι θα πετύχουν επανεκκίνηση της οικονομίας επειδή… αύξησαν οι απολαβές των συμβούλων των υπουργών ή την πίστη ότι θα καλύψουν τις μνημονιακές πομπές τους ψηφίζοντας στη Βουλή το παράλληλο… σύμπαν  (συγγνώμη, «πρόγραμμα» το είπαν).

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

«Η μεν φωνή, φωνή Τσίπρα, αι δε χείρες, χείρες Σόιμπλε»



            Ο Αλέξης Τσίπρας και όλοι εκείνοι τους οποίους επέλεξε ο ίδιος ως συνεργάτες του δεν είναι οι πρώτοι αμοραλιστές που κάθονται στα κυβερνητικά έδρανα. Αναμφίβολα, όμως, τέτοια αμοραλιστική συμπύκνωση δεν έχει γνωρίσει η εγχώρια –και ενδεχομένως ούτε η διεθνής- πολιτική σκηνή.
            Τι να… πρωτοθαυμάσει κανείς; Το θράσος με το οποίο κοτζάμ πρωθυπουργός ανακοινώνει τη διάψευση όσων προέβλεπαν ύφεση, μόλις λίγες ώρες πριν από τα επίσημα στοιχεία επιβεβαιωθεί ότι η καταβύθιση της οικονομικής δραστηριότητας τον τελευταίο χρόνο ήταν πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που είχε προϋπολογιστεί; Ή την ευκολία με την οποία προκαλεί τη νοημοσύνη των πάντων με ισχυρισμούς περί μείωσης της ανεργίας;
            Είναι, σε κάθε περίπτωση, εντυπωσιακό το γεγονός ότι χωρίς κανέναν απολύτως δισταγμό επιτίθεται με σταλινικού τύπου επιχειρηματολογία σε όποιον διανοείται να του ασκήσει κριτική, φθάνοντας μέχρι του σημείου να δαιμονοποιεί, εκ των προτέρων, ως «ύποπτες» τυχόν διαφωνίες στελεχών του απέναντι στην πλήρη μνημονιακή μετάλλαξη στην οποία κατέφυγε για να διατηρήσει την καρέκλα του πρωθυπουργού.
            Δεν δόθηκε μάλλον η δέουσα προσοχή στη φράση «κάτι άλλο κρύβεται από πίσω» την οποία τόλμησε να εκστομίσει στη συνέντευξη του στην ΕΡΤ για να πλήξει ηθικά τις τυχόν μελλοντικές διαφοροποιήσεις κυβερνητικών βουλευτών στις επερχόμενες δύσκολες ψηφοφορίες για τις νέες περικοπές των συντάξεων και τις αυξήσεις στη φορολογία που ακολουθούν ως αποτέλεσμα της ανερμάτιστης δήθεν διαπραγμάτευσης που έκανε το περασμένο καλοκαίρι.
Είναι απορίας άξιον ποιους θεωρούν ότι μπορεί να πείσουν οι επικοινωνιακοί ινστρούχτορες του Μαξίμου με ισχυρισμούς αυτού του είδους, που παραπέμπουν σε μέρες… σταλινικής δόξας. Πολύ περισσότερο που στα βουλευτικά έδρανα της συμπολίτευσης, αλλά στις υπουργικές καρέκλες κάθονται δεκάδες στελέχη που… διέλαμψαν νωρίτερα σε άλλους πολιτικούς χώρους από τους οποίους αποχώρησαν –για να χρησιμοποιήσω το ηπιότερο δυνατό ρήμα που άλλοι αντ΄ αυτού θα χρησιμοποιούσαν το βαρύτερο «αποστάτησαν»-, επειδή διαφώνησαν με τα προηγούμενα Μνημόνια.    
            Το πιο απίθανο όλων, όμως, είναι ότι ο κ. Τσίπρας με απύθμενη θρασύτητα εγκαλεί τόσο τους βουλευτές του όσο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης ότι, αφού έδωσαν ψήφο στο Μνημόνιο του, τώρα δεν δικαιούνται… δια να διαφωνούν, την ίδια ώρα που εκείνος υποτίθεται ότι προσπαθεί δήθεν να μετριάσει τις επιπτώσεις, καλώντας τους να δώσουν, δήθεν, μάχη από κοινού για να μην κοπούν οι συντάξεις.
            Στον ίδιο, εξάλλου, αστερισμό κινείται και ο ψευτοκαβγάς που υποτίθεται ότι επιχειρεί να στήσει το επικοινωνιακό επιτελείο του Μαξίμου με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μόνον μειωμένης αντίληψης άνθρωποι μπορεί να εκλάβουν ως… εκδήλωση ιερής οργής τις μεγαλόστομες κυβερνητικές πομφόλυγες τόσο για τα περί «ακυβέρνητης χώρας» που ως άποψη της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα έφερε στο φως η εφημερίδα «Die Welt» όσο και για την απειλητική παροιμία με τη στάμνα που χρησιμοποίησε ο Σόιμπλε για να θυμίσει στον κ. Τσίπρα τις δεσμεύσεις του για το ΔΝΤ.
            Δεν είναι μόνον ότι λίγες ώρες αργότερα τα πήραν όλα πίσω, είναι, κυρίως, που ο γερμανός υπουργός στην πραγματικότητα χρησιμοποίησε τα ίδια τα επιχειρήματα που –αλά καρτ και κατά το δοκούν- χρησιμοποιούν στην κορυφή της κυβερνητικής πυραμίδας για να παρατείνουν την παραμονή τους στους κυβερνητικούς θώκους.
Γι΄ αυτό, ας μην αυταπατώμεθα, στην πραγματικότητα ο Β. Σόιμπλε δεν έκανε τίποτε περισσότερο από το να επαναλάβει τον πυρήνα της επιχειρηματολογίας με την οποία ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ εκβιάζουν τη συμφωνία των δικών τους αλλά και των αντιπολιτευόμενων βουλευτών, όπως και τη συναίνεση του ελληνικού λαού που τους ψήφισε.
Ο γερμανός υπουργός κινήθηκε απολύτως μέσα στον καμβά της πρωθυπουργικής επιχειρηματολογίας, σύμφωνα με την οποία «τα ξέρατε, μας ψηφίσατε, τι θέλετε τώρα;», κάτι, άλλωστε, που καθημερινά το βλέπουμε να εκτυλίσσεται μπροστά μας με τις κυβερνητικές υποχωρήσεις που η μια διαδέχεται την άλλη: από το ξεπούλημα των τραπεζών, που για να πάρει το δημόσιο πίσω τα λεφτά που έβαλε θα πρέπει η μετοχή της Εθνικής, που ο πρωθυπουργός προέβλεψε ότι θα να ανέβει, να… χιλιαπλασιαστεί, ως τον ΑΔΜΗΕ και τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια που περνούν οσονούπω σε ξένα χέρια.
Εν κατακλείδι, μη δίνετε σημασία στις… αντιστασιακές ιαχές που, όλο ξεψυχισμένα είναι η αλήθεια, αναδύονται από το… πανικόβλητο Μέγαρο Μαξίμου. Εκείνο που στην πραγματικότητα γίνεται είναι μια παραλλαγή της γνωστής βιβλικής παραβολής με τον Ιακώβ και τον Ησαύ, που για τις ανάγκες της στιγμής θα ήταν: «Η μεν φωνή, φωνή Τσίπρα, αι δε χείρες, χείρες Σόιμπλε».

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Λεβέντικος «εκτσογλανισμός»



Ακόμη και στις πιο ταραγμένες πολιτικές περιόδους του πρόσφατου ή και του απώτερου παρελθόντος της χώρας οι πολιτικοί ηγέτες μας συνήθιζαν να κάθονται γύρω από το ίδιο τραπέζι, άλλοτε συμφωνώντας και άλλοτε διαφωνώντας, αλλά χωρίς ποτέ ως τώρα να απειλούν ο ένας τον άλλο είτε πίσω από τις κλειστές πόρτες είτε ενώπιον του κοινού.
Από την εποχή της συμφωνίας της Βάρκιζας, που στις δύο πλευρές του τραπεζιού κάθισαν πρόσωπα που τα χώριζε η πολεμική σύγκρουση και τα νωπό αίμα που είχε εκατέρωθεν χυθεί, ως τα προδικτατορικά Συμβούλια του Στέμματος και τα μεταπολιτευτικά Συμβούλια των Πολιτικών Αρχηγών για τη συγκρότηση των συμμαχικών κυβερνήσεων του αποκαλούμενου και «βρώμικου 89» ή αργότερα για το Μακεδονικό, ο «πολιτικός πολισμός» ήταν το στοιχείο που χαρακτήριζε αυτού του είδους τις συναθροίσεις των ταγών του Έθνους.
Όταν είδαν το φως της δημοσιότητας τα πρακτικά από τις συναντήσεις που είχαν στο Προεδρικό Μέγαρο τον Νοέμβριο του 1989 οι θεωρούμενοι ως… προαιώνιοι αντίπαλοι Ανδρέας Παπανδρέου και  Κωνσταντίνος Μητσοτάκης μπορεί να ξένισαν αρκετούς από τους φανατικούς οπαδούς των δύο ηγετών, πλην, όμως, οι έμπλεες αβρότητας προσφωνήσεις: «Κώστα μου», «Ανδρέα μου», τις οποίες αντήλλαξαν, αποτέλεσαν μια σημαντική παρακαταθήκη πολιτικής καταλλαγής.
Ούτε η σκληρή προσωπική τους κόντρα, που διαρκούσε ήδη 35 χρόνια και κατά πολλούς ήταν από τις βασικές αιτίες της Αποστασίας, ούτε η πολύ πρόσφατη, τότε, απόφαση για την παραπομπή του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ στο Ειδικό Δικαστήριο, δεν στάθηκαν εμπόδιο στον μεταξύ τους πολιτισμένο διάλογο και στην χωρίς απειλές και κουνήματα του δακτύλου συνεννόηση που οδήγησε –με τη συναίνεση και του πολύπειρου ηγέτη του νεοσύστατου Συνασπισμού της Αριστεράς Χαρίλαου Φλωράκη- στη συγκρότηση της συμμαχικής κυβέρνησης Ζολώτα.
Δεν ξέρω αν μοιάζει με… ιεροσυλία η σύγκριση των προσωπικοτήτων εκείνης της περιόδου με τα πρόσωπα που πέρασαν το περασμένο Σάββατο το κατώφλι του Προεδρικού Μεγάρου, καθώς θα μπορούσε, ίσως, κανείς να επικαλεστεί τη γνωστή ρήση με τα «νταούλια των αθιγγάνων» που πήραν τις θέσεις τις οποίες κατείχαν νωρίτερα τα «άρματα των καπεταναίων», αλλά δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να πειρασμό που όλες αυτές τις μέρες με τριβελίζει με ερωτήματα για την κατάπτωση των πολιτικών ηθών της οποίας γινόμαστε καθημερινοί μάρτυρες.
Να είναι, άραγε, όλο αυτό που συνέβη το περασμένο Σάββατο η κορύφωση του «εκτσογλανισμού» της πολιτικής ζωής, για τον οποίο τόσο εύστοχα είχε μιλήσει παλαιότερα ο Ευάγγελος Βενιζέλος; Ή, όπως αρκετοί επισημαίνουν, «δεν τα έχουμε δει ακόμη όλα» και μας περιμένουν ακόμη μεγαλύτερες εκπλήξεις από την τοξική ατμόσφαιρα που έχει δημιουργήσει η πολύμορφη κρίση που διέρχεται η χώρα και περισσότερο από την αλλοπρόσαλλη παρέα που έχει εγκατασταθεί στα υπουργεία και παριστάνει την κυβερνητική εξουσία;
Διαρκούντος του Συμβουλίου και με σαφή διάθεση να σαρκάσω τις κυβερνητικές διαρροές που ήθελαν τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να απειλεί τους προσκεκλημένους του επειδή δεν συμφωνούσαν σε κοινό ανακοινωθέν για το Ασφαλιστικό, έκανα μια ανάρτηση στο twitter με την οποία αναρωτιόμουν: «Λες αν δεν υπογράψουν να τους καταγγείλει στη... Μέρκελ;». Και παρότι συμπλήρωνα το ερώτημα μου με το σχόλιο «Σύσκεψη για γέλια και για κλάματα μαζί!», ειλικρινά δεν διανοήθηκα ότι τα όσα συζητούσαν οι Έλληνες πολιτικοί ήταν δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο διαβούλευσης στο εξωτερικό.
Η πραγματικότητα, αλλοίμονο, με διέψευσε, αφού τρεις μέρες αργότερα το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου έδινε –αν είναι δυνατόν!- στη δημοσιότητα διαλόγους του Αλέξη Τσίπρα με τον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ που αφορούσαν τη στάση που τήρησε στη σύσκεψη η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά. Φαίνεται ότι προκειμένου να κρατήσουν τις καρέκλες τους δεν διστάζουν να γίνουν πιο ξενόδουλοι από όσο μπορούσε να φανταστεί κανείς. Και μάλιστα χωρίς να αντιλαμβάνονται πόσο καταγέλαστοι γίνονται και στο εξωτερικό, όπως και στο εσωτερικό με τις αστείες απειλές, όπως εκείνες που εκτόξευσε ο Πάνος Καμμένος περί Εξεταστικής Επιτροπής για το PSI.
Τι νομίζουν, αλήθεια, ότι θα πετύχουν «καρφώνοντας» την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στον Ολάντ; Τι πιστεύουν ότι μπορεί να κάνει ο Γάλλος πρόεδρος στην κυρία Γεννηματά; Και πως θεωρούν ότι θα την υποχρεώσει να μοιραστεί με τον θρασύτατο κ. Τσίπρα την ευθύνη για το περαιτέρω πετσόκομα των συντάξεων που έχει συνομολογηθεί και υλοποιείται με τον προϋπολογισμό που ψηφίζεται από τη Βουλή;
Δυστυχώς γι΄ αυτούς, όσες ανοίκειες απειλές και αν εκτοξεύσουν, όσους –πραγματικούς ή φανταστικούς- διαλόγους κι αν διαρρεύσουν, όσα ξόρκια και αν –εν είδει σκιάχτρων- κατασκευάσουν για να φοβίσουν δήθεν τη διαπλοκή που υποτίθεται ότι τους πολεμάει, όσους ευφημισμούς περί κυβερνητικής διεύρυνσης και αν χρησιμοποιήσουν για δικαιολογήσουν τις… λεβέντικες αποστασίες που ετοιμάζουν, το πικρό ποτήρι της μνημονιακής υποταγής είναι όλο δικό τους. Και θα το πιουν ως την τελευταία σταγόνα, πριν καταρρεύσουν με πάταγο από την οργή όχι των αντιπάλων τους, αλλά κυρίως όλων εκείνων τους οποίους εξαπάτησαν.
Ο «εκτσογλανισμός», άλλωστε, ακόμη και αν γίνει «λεβέντικος», έχει ημερομηνία λήξης, η οποία δεν είναι πολύ μακρινή, όπως τόσο αποκαλυπτικά προδικάζουν οι σπασμωδικές κινήσεις στις οποίες κατέφυγε ο πανικόβλητος πρωθυπουργός, τόσο πριν όσο και μετά το χωρίς προηγούμενο φιάσκο στο οποίο ο ίδιος οδήγησε τη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών.