Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Ο χερ Σόιμπλε ήταν… «μια κάποια λύσις»



            Σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης δεν πρέπει να υπήρξε τέτοιου είδους… ενδιαφέρον όπως αυτό που φαίνεται ότι εκδηλώθηκε στην Ελλάδα για το τι θα συμβεί με τις εκλογές στη Γερμανία, ποια κυβέρνηση θα σχηματιστεί και ποιοι θα είναι στα βασικά υπουργεία. Προφανώς και για τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς έχει μεγάλη σημασία ποιον δρόμο θα ακολουθήσει η ισχυρότερη οικονομικά -και άρα πολιτικά- χώρα της ηπείρου μας, η χώρα που οι αποφάσεις τις οποίες παίρνει η ηγεσία της διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για τα ευρωπαϊκά, ου μην αλλά και τα παγκόσμια, τεκταινόμενα.
Από το Ταλίν ως τη Βαλέτα και από Πεκίνο ως την Ιερουσαλήμ, όλες οι σοβαρές πολιτικές ηγεσίες αναγνωρίζουν ότι οι εξελίξεις που σημειώνονται στο Βερολίνο έχουν επιπτώσεις και στη δική τους μοίρα. Γι΄ αυτό και είναι σφόδρα πιθανό ότι η καθεμιά εξ αυτών έκανε τις δικές της αναλύσεις για τα επερχόμενα μετά τις κάλπες της περασμένης Κυριακής και ενδεχομένως είχαν και τις προτιμήσεις τους για το ποια από τις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν θα αναλάμβανε τα ηνία.
Με εξαίρεση, ωστόσο, την Αθήνα, σε καμία άλλη πρωτεύουσα οι κυβερνώντες δεν διεκήρυξαν δημοσίως τις προτιμήσεις τους, όπως έκανε ο αρχηγός της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ Αλέξης Τσίπρας που πήρε θέση υπέρ του Μάρτιν Σουλτς. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδος είναι ο μοναδικός υψηλόβαθμος πολιτικός στον πλανήτη που εκτίμησε –λανθασμένα, ως συνήθως…- ότι ο ηγέτης των γερμανών σοσιαλδημοκρατών και τέως πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου θα κέρδιζε τις εκλογές ή έστω θα ενίσχυε τη θέση του. Και, ως εκ τούτου, θα εκπαραθυρωνόταν από το υπουργείο Οικονομικών ο -κατά τις αναλύσεις των ΣΥΡΙΖΑίων- «κακός δαίμονας της Ελλάδας» που ακούσει στο όνομα Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Καταναλώθηκε όλους τους προηγούμενους μήνες πάρα πολύ λιβάνι για να επαινεθούν από τα κυβερνητικά λιβανιστήρια οι αυταπάτες του Αλέξη Τσίπρα περί της επερχόμενης αλλαγής των συσχετισμών στο Βερολίνο, σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Αυταπάτες που συνοδεύονταν από τις φαντασιώσεις ότι με το τέλος των εκλογών θα άνοιγε ο δρόμος για το πολυθρύλητο «κούρεμα του χρέους». Κάτι το οποίο μπορεί όλοι να το απορρίπτουν ως προοπτική, αλλά για τους συγγραφείς των προπαγανδιστικών non paper παραμένει ύψιστος εθνικός στόχος. Κάτι σαν τη… «Μεγάλη Ιδέα» των πιο μικρόνοων που κλήθηκαν να διαχειριστούν τις τύχες της άμοιρης τούτης χώρας εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Αλλά για να έχουμε ένα μέτρο της μεγαλοφυΐας όσων μας κυβερνούν, δεν πρέπει να παραλείψουμε την επισήμανση ότι, σύμφωνα με διαρροές «αρμοδίων», τρόπος του λέγειν, παραγόντων, η μεγάλη αύξηση των μεταναστευτικών ροών που παρατηρήθηκε τις προηγούμενες ημέρες αποδιδόταν στις γερμανικές  εκλογές. Ισχυρίζονταν οι νε λόγω παράγοντες πως τάχα «η Μέρκελ δεν θέλει να πάρει τώρα άλλους πρόσφυγες για προεκλογικούς λόγους επειδή κινδυνεύει να χάσει ψήφους από το ακροδεξιό AfD». Και επιχειρηματολογούσαν σοβαρά –με όποια σοβαρότητα τους διακρίνει- ότι «μόλις γίνουν οι εκλογές αυτό θα αλλάξει και όσοι φθάνουν στην Ελλάδα θα παίρνουν χαρτιά ασύλου για το Βερολίνο…».
Απεδείχθη, βεβαίως, ότι συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο, αφού οι γερμανικές κάλπες, αντί για τα «ανοιχτά σύνορα», όπως φαντασιώνονταν οι ΣΥΡΙΖΑίοι, έφεραν μάλλον το ασφυκτικότερο σφράγισμά τους. Διότι δεν είναι μόνον η ενίσχυση της ακροδεξιάς που σχεδόν μοιραία οδηγεί προς αυτή την κατεύθυνση, είναι και οι προτάσεις του γάλλου Προέδρου Μακρόν που κινούνται στην ίδια ρότα. Γι  αυτό και οι αυξημένες ροές του τελευταίου διαστήματος δείχνουν ότι οι απελπισμένοι του πλανήτη που κυνηγούν το ευρωπαϊκό όνειρο είναι πολύ πιο ευφυείς από τους ασκούντες μεταναστευτική πολιτική στην Αθήνα. Πώς; Κατάλαβαν ότι η ώρα που τα σύνορα θα κλείσουν πλησιάζει και έσπευσαν μήπως προλάβουν. 
Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα με την μεγάλη πολιτική επένδυση που είχαν κάνει οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στη μετακίνηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Όποιος και αν είναι ο αντικαταστάτης του ανθρώπου ο οποίος χάραζε την οικονομική πολιτική της ευρωζώνης την τελευταία οκταετία, τίποτε δεν προοιωνίζεται ότι η απουσία του από τις συνεδριάσεις του Eurogroup θα αλλάξει την οικονομική μας μοίρα, όπως ήθελαν να πιστεύουν πάμπολλοι συνέλληνες οι οποίοι θεωρούσαν ότι για όλα τα δεινά που μας συμβαίνουν εκείνος ήταν ο μοναδικός υπαίτιος…
Χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα εκπληρωθεί η προφητεία του ίδιου του Σόιμπλε ότι εμείς οι Έλληνες κάποια στιγμή στο μέλλον θα του στήσουμε ανδριάντα, εκείνο που ουδείς νουνεχής μπορεί να αμφισβητήσει είναι ότι η πάλαι ποτέ πολυπόθητη για τον κ. Τσίπρα αλλαγή φρουράς στο γερμανικό υπουργείο μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα επ΄ ωφελεία του ελληνικού λαού. Με μια ίσως εξαίρεση: το γεγονός ότι η αντικατάστασή του αποτελέσει την αφορμή για να καταρριφθούν πολλοί μύθοι που καλλιεργήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια και να πέσουν πολλές μάσκες άλλων ευρωπαίων παραγόντων που μας… πουλούσαν αλληλεγγύη γνωρίζοντας ότι και για τα συμφέροντα των δικών τους χωρών θα καθάριζε ο «σκληρός χερ Σόιμπλε». 
Το πιθανότερο, άλλωστε, είναι ότι στην περίπτωση της μετακίνησης του γερμανού πολιτικού από το υπουργείο Οικονομικών στην προεδρία της Βουλή ή όπου αλλού τελικώς πάει, ισχύει απολύτως η αποστροφή του Καβάφη στο εμβληματικό ποίημα «Περιμένοντας τους βαρβάρους», που κλείνει με τον στίχο: «Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις».
Όντως, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια «μια κάποια λύσις» για τους εγχώριους και μη… (αυτ)απατεώνες. Τώρα θα πρέπει να αναζητήσουν άλλον φαντασιακό «βάρβαρο» για να δικαιολογήσουν τα ψέματα, τις ψευδαισθήσεις, τις φαντασιώσεις και τις αυταπάτες που καλλιέργησαν και, δυστυχώς, συνεχίζουν να καλλιεργούν.

Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2017

Τα κορόιδα κάποτε τελειώνουν…



«Αυτό είναι ανεύθυνη κοινοβουλευτική στάση και αυτός είναι πολιτικός διπολισμός», ξιφουλκούσε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής κατά των στελεχών της αντιπολίτευσης που αρνούνταν να του δώσουν σανίδα σωτηρίας υπερψηφίζοντας την τροπολογία για τα μειονοτικά σωματεία της Θράκης την οποία καταψήφιζαν οι κυβερνητικοί σύμμαχοι του ΣΥΡΙΖΑ βουλευτές των ΑΝΕΛ.
Οι σφοδρές επικρίσεις, όμως, που σε έντονο ύφος εξαπέλυε ο ΣΥΡΙΖΑίος υπουργός, έδειχναν να διασκεδάζουν τους επικρινόμενους. «Τί είσαστε; Πολιτικά σχιζοφρενείς;», αναρωτιόνταν εκείνος. Και τους εγκαλούσε επειδή, παρόλο που αρκετοί εξ αυτών συμφωνούσαν με την προωθούμενη ρύθμιση, που αφορούσε συμμόρφωση της χώρας με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων, δεν ήταν διατεθειμένοι να δώσουν  θετική ψήφο.
Αντιθέτως, με μάλλον σαδιστικό τρόπο, ξεκαθάριζαν ότι θα καταψήφιζαν την τροπολογία για να καταδείξουν ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αυτό το αριστεροδεξιό και εξουσιομανές συνονθύλευμα, είχε για μια φορά ακόμη μείνει χωρίς τη «δεδηλωμένη». Δεν διέθετε, δηλαδή, την απαιτούμενη πλειοψηφία, στο όνομα της οποίας κάνει όσα κάνει στη χώρα τα τελευταία δυόμισι χρόνια.
Με τη στάση της αντιπολίτευσης αμφισβητήθηκε η πλειοψηφία που επιτρέπει στον υπουργό Άμυνας και αναγορευθέντα από τον ίδιο τον πρωθυπουργικά σε ηγέτη της «πατριωτικής Κεντροδεξιάς» να ταξιδεύει στο Λονδίνο και να… πετάγεται ως τα Selfridgesμε την Jaguar που πληρώνουμε όλοι μας και να λέει ότι το έκανε για να ψωνίσει Barbie για παιδιά του.
Με την άρνηση να ψηφίσουν την τροπολογία Κοντονή ετέθη εν αμφιβόλω η εξουσία που επιτρέπει στον υπουργό Ναυτιλίας να λέει με θράσος ότι «δεν θα παραιτηθώ ποτέ», η ίδια εξουσία που δίνει την άνεση στον πρωθυπουργικό σύμβουλο στρατηγικού σχεδιασμού να στέλνει «στα τσακίδια» τους επενδυτές που θίγουν τις άκρως επιλεκτικές οικολογικές… ευαισθησίες της κυβέρνησής του.
Γι΄ αυτό και θα πρέπει να ξεκαρδίστηκαν ακόμη και τα… έδρανα του Κοινοβουλίου από την ιερά οργή με την οποία αντιδρούσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, κυρίως όταν ισχυρίστηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο που ήταν στην αντιπολίτευση υπερψήφιζε (!) όλα εκείνα με τα οποία συμφωνούσε. Βέβαια όταν προκλήθηκε να θυμηθεί πότε συνέβη κάτι τέτοιο ανέφερε μια και μόνη φορά –κάποιες διατάξεις για τα ναρκωτικά, όπως είπε- που ακόμη και έτσι αν είναι δεν είχαν καμία σημασία.
Άλλωστε, η προηγούμενη κυβέρνηση, ακόμη και όταν αποχώρησε η ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη, δεν είχε αντιμετωπίσει ζήτημα δεδηλωμένης. Και, άρα, είτε υπερψήφιζε είτε καταψήφιζε η τότε αντιπολίτευση, η στάση της δεν είχε καμία ιδιαίτερη πολιτική σημασία αφού δεν άλλαζαν οι λεπτές, σε κάθε περίπτωση, ισορροπίες που επικρατούσαν.
Φαίνεται, όμως, ότι η μνήμη των κυβερνητικών στελεχών τα οποία, όπως ο υπουργός Δικαιοσύνης, επικαλούνται τώρα την… κοινοβουλευτική υπευθυνότητα, είναι τόσο ασθενική που δεν περιλαμβάνει μείζονα γεγονότα, όπως η πρόκληση των εκλογών του Ιανουαρίου του 2015 επειδή οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είχαν συμπήξει μέτωπο, συμμαχώντας ακόμη και με τη Χρυσή Αυγή, για να εμποδίσουν να σχηματιστεί προεδρική πλειοψηφία και να καταφέρουν –με τα γνωστά επακόλουθα- να οδηγηθεί η χώρα στις πρόωρες κάλπες.
Θα έχουν επίσης διαγράψει από το μυαλό τους την απίστευτη αθλιότητα με την οποία αντιμετωπίστηκαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης αμέσως μόλις έδωσαν, τον Αύγουστο του 2015, την ψήφο τους για να μείνει η χώρα στο ευρώ και και στην Ευρώπη και να διασωθεί ο διαλυμένος ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλέξης Τσίπρας αντί για ευχαριστώ, τους εξαπάτησε προκηρύσσοντας εκλογές τις οποίες κέρδισε με το απίθανο σύνθημα «ξεμπερδεύουμε με το παλιό».  
Ούτε επίσης θα θέλουν να θυμηθούν την ψυχρολουσία που δοκίμασαν η Φώφη Γεννηματά και ο Σταύρος Θεοδωράκης όταν την επομένη των εκλογών -21 Σεπτεμβρίου, σαν σήμερα ήταν-δέχθηκαν τηλεφωνήματα από τον τότε πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς που περιχαρής τους συνέχαιρε για τη… συμμετοχή τους στην κυβέρνηση Τσίπρα.
Τι είχε συμβεί; Ο νυν αρχηγός του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SPD) είχε επικοινωνήσει νωρίτερα με τον νικητή των εκλογών της 20ής Σεπτεμβρίου είχε καταλάβει ότι ετοίμαζε «προοδευτική κυβέρνηση» με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι. Κάτι φυσικά που ποτέ δεν συνέβη, επειδή ο κ. Τσίπρας ήταν και παραμένει σφιγκαγκαλιασμένος με τον Πάνο Καμμένο από τον καιρό που ασκούσαν «υπεύθυνη»- κατά τον κ. Κοντονή- αντιπολίτευση, δημιουργώντας εντυπώσεις με καταγγελίες περί δήθεν εξαγοράς βουλευτών που ποτέ δεν αποδείχθηκαν.
Παρά ταύτα, τα κόμματα της αντιπολίτευσης επέδειξαν όλο αυτό το διάστημα απεριόριστη ανοχή στα κάθε λογής κοινοβουλευτικά καμώματα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, επιτρέποντας πότε σε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και πότε σε συναδέλφους του των ΑΝΕΛ να παριστάνουν ότι διαφοροποιούνται σε διάφορα ζητήματα για λόγους… συνείδησης.
Το έκαναν, φυσικά,  εκ του ασφαλούς επειδή γνώριζαν ότι κάποια «κορόιδα» από τον χώρο της αντιπολίτευσης θα παρενέβαιναν και με την ψήφο τους θα διέσωζαν την πλειοψηφία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Και θα επέτρεπαν στους τελευταίους να απολαμβάνουν το μέλι της εξουσίας που αποτελεί τη μόνη συγκολλητική ουσία που ενώνει το κυβερνητικό συνονθύλευμα που απαρτίζουν θαυμαστές του Στάλιν, ακόλουθοι του Τραμπ, οπαδοί του Βελουχιώτη και θιασώτες του Φάρατζ.
Το επετειακό «χουνέρι», όμως, που επεφύλαξαν στην κυβέρνηση οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗ.ΣΥ., του Ποταμιού και της Ένωσης Κεντρώων, ακριβώς την ημέρα που συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από τις τελευταίες εκλογές, έδειξε ότι τα κορόιδα τελείωσαν. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έστειλαν ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν πρόκειται να διασώσουν ξανά την ετερόκλητη κυβερνητική πλειοψηφία.
Ήταν, αναμφίβολα, μια πολυσήμαντη πρωτοβουλία. Μια πρωτοβουλία που σηματοδοτεί ότι Τσίπρας και Καμένος, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, όπως σφιχταγκαλιασμένοι και με μεγάλο θόρυβο αναρριχήθηκαν στην εξουσία, έτσι σφιχταγκαλιασμένοι και με μεγάλο πάταγο θα την εγκαταλείψουν. Αργά ή γρήγορα…

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

«Η κατάρα μου να δέρνει τη σκιά σου…»



Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ασκεί κανείς την πολιτική και να διαχειρίζεται την -συνήθως πρόσκαιρη- εξουσία που κατέχει. Όσοι πολιτεύονται χωρίζονται, κατά βάση, σε δύο κατηγορίες. Είναι, από τη μια, εκείνοι που θέλουν να είναι χρήσιμοι και αποτελεσματικοί και που, γι΄ αυτό, ασκούν την πολιτική με λογική και την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη ειλικρίνεια. Πασχίζουν να συνδυάσουν τα «θέλω» με τα «μπορώ», τη θεωρία με την πράξη, την ιδεολογία με την πραγματικότητα. Κάνοντας όλα αυτά, αναμένουν τις επόμενες εκλογές για να κριθούν τα έργα τους. Αν και δεν είναι λίγες οι φορές που η ετυμηγορία για τα πεπραγμένα ενός εκάστου που αναμειγνύεται στην πολιτική απαιτεί χρόνο για να βρει την πιο αμερόληπτη κρίση.    
Στην αντίπερα όχθη στέκονται οι πολιτευόμενοι που αρκούνται στην απόλαυση της εξουσίας τους, κυρίως όταν την απέκτησαν αναπάντεχα. Ενδιαφέρονται πρωτίστως και συχνά αποκλειστικά με την πρόσκαιρη πολιτική επιβίωσή τους. Χωρίς να πολυσκοτίζονται για την υστεροφημία. Τους φθάνουν οι αυταπάτες τους. Βολεύονται με τις ψευδαισθήσεις τους. Και δεν προβληματίζονται διόλου από τις απανωτές συγκρούσεις με την πραγματικότητα. Όταν, δε, έρχονται τα δύσκολα, καταφεύγουν στη δαιμονολογία, στη συνωμοσιολογία και στην καλλιέργεια της εχθροπάθειας. Ακόμη και στις… κατάρες ή στα ξόρκια τα οποία επιστρατεύονται ως στοιχεία στρατηγικού κυβερνητικού σχεδιασμού και διαχείρισης κρίσεων.
Είναι πασιφανές ότι όσοι μας κυβερνούν τα τελευταία δυόμισι χρόνια ανήκουν πλειοψηφικά στη δεύτερη κατηγορία. Και το πιο εντυπωσιακό είναι μάλλον ότι όσο και αν ψάξει κάποιος είναι αδύνατο να βρει ανάλογο ιστορικό προηγούμενο που να προσιδιάζει με το τωρινό συνονθύλευμα των τόσο ετερόκλητων προσώπων που έχουν αναλάβει πολιτικά αξιώματα. Και τα οποία ασκούν με τόσο απροσχημάτιστα προκλητικό τρόπο την εξουσία τους, αδιαφορώντας απολύτως για το παράδειγμα που δίνουν ή για τις εντυπώσεις που δημιουργούν.
Σε ποιά άλλη χώρα, για παράδειγμα, κατέχει πόστο στο υπουργείο Παιδείας πολιτικός που βγαίνει στην τηλεόραση και δηλώσει αφοπλιστικά: «Έλεγα τρομερό φλιτζάνι αλλά όχι πια, έχω χρόνια να το κάνω»; Ο κ. Κώστας Ζουράρις, όμως, το δήλωσε ευθαρσώς. Και στη δήλωσή του δεν υπήρξε καμία αντίδραση. Όπως δεν υπήρξε και καμία αντίδραση όταν ένας άλλος υφυπουργός της ίδιας κυβέρνησης -ο ηθοποιός κ. Παύλος Χαϊκάλης, ο οποίος δεν εξελέγη στις τελευταίες εκλογές και έτσι έχασε το πόστο του υφυπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων- εμφανιζόταν (και) ως… «καθηγητής Αστρολογίας».
Όπως, ακόμη χειρότερα, δεν θεωρήθηκε κώλυμα για να αναλάβει το υπουργείο Πολιτισμού η κυρία Λυδία Κονιόρδου, η οποία, εκτός από διάσημη ηθοποιός, υπήρξε… «ενεργειακή θεραπεύτρια» που εφάρμοζε την αμφιλεγόμενη μέθοδο του «pranic healing» που όσοι την ενστερνίζονται υποστηρίζουν ότι «αντιμετωπίζει παθήσεις του σώματος χρησιμοποιώντας το ενεργειακό του πεδίο». Με αυτά και με άλλα πολλά αποδεικνύεται περίτρανα ότι σε αυτή την κυβέρνηση μπορεί ο καθένας να λέει ή να κάνει ό,τι νομίζει χωρίς να υφίσταται καμία συνέπεια. Επειδή οι έννοιες της πολιτικής ευθιξίας και της ανάληψης ευθύνης είναι είδος σε απόλυτη ανεπάρκεια.
Μιλάμε, άλλωστε, για την κυβέρνηση που ο επικεφαλής της τη μια χρονιά διακήρυσσε ότι «ο ΕΝΦΙΑ δεν διορθώνεται, καταργείται» και την επομένη από το ίδιο βήμα ανακάλυψε ότι «δεν είναι ο πιο άδικος από τους φόρους». Γι΄ αυτό και δεν εξέπληξε ότι δεν υπέστη καμία συνέπεια ο περιβόητος πρωθυπουργικός σύμβουλος Νίκος Καρανίκας, ούτε όταν παλαιότερα λάνσαρε στο διαδίκτυο απολύτως αντιεπιστημονικές θεωρίες για τη θεραπεία του καρκίνου, ούτε τώρα που επιδόθηκε σε κατάρες –«Στα τσακίδια El Dorado Gold»!- κατά των Καναδών που αποφάσισαν να παγώσουν τα επενδυτικά τους σχέδια στη Χαλκιδική επειδή, όπως ισχυρίζονται, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες ορθώνουν προσκόμματα στα επιχειρηματικά τους σχέδια.
Με τα όσα βιώνουμε και με τη φόρα που έχουν πάρει οι κυβερνώντες, δεν νομίζω ότι μπορεί να εκπλαγούμε με κάτι που μπορεί να πουν ή να κάνουν το επόμενο διάστημα που θα βρίσκονται στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Πόσο, για παράδειγμα, μεγαλύτερη εντύπωση από τα μέχρι τώρα κυβερνητικά πεπραγμένα θα έκανε αν πληροφορούμαστε ότι ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου είναι έτοιμος να προτείνει η εισαγωγή στα Πανεπιστήμια να γίνεται με… διαλογισμό; Μήπως ηχεί λιγότερο αστείο από τον πρόσφατο ισχυρισμό του για την αντιμετώπιση από το «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα» της ανεξέλεγκτης εγκληματικότητας που ανθεί μέσα στα ΑΕΙ;
Ποιός, εξάλλου, θα «πέσει από τα σύννεφα» αν ακούσει τον υπουργό Ναυτιλίας Παναγιώτη Κουρουμπλή να ισχυρίζεται ότι προσπάθησε να αντιμετωπίσει με… τηλεπάθεια την τεράστια ρύπανση που υφίσταται ο Σαρωνικός εξαιτίας της ασυγχώρητης ολογωρίας και της εγκληματικής καθυστέρησης που ακολούθησε το ναυάγιο του πετρελαιοφόρου; Μήπως υπήρξε σοβαρότερη η πρόταση του να μπορεί να σηκώνει… σημαία Αγίου Όρους ο ελληνόκτητος στόλος για να έχει τα προνόμια των off shore και να μπούμε, έτσι, στο… μάτι των Γερμανών;
Θα σας φανεί απίθανο να ακούσετε από την Όλγα Γεροβασίλη ότι ο πρωθυπουργός ήταν… ματιασμένος όταν έλεγε στους γάλλους επενδυτές ότι αναλαμβάνει επικεφαλής της task force για τις επενδύσεις και γι΄ αυτό δεν πρέπει να ζητούν να τον δουν τα στελέχη της «Ελληνικός Χρυσός»; Θα είναι εξίσου απίθανο με την εικόνα του υπουργού Εθνικής Άμυνας που τον κατέγραψαν οι κάμερες να… σταυρώνει με τα δάκτυλά του τα αεροπλάνα που σηκώνονταν για αερομαχίες στο Αιγαίο.
Όπως και να έχει, τέτοια προσήλωση σε παντοειδείς δεισιδαιμονίες, τόσο εκτεταμένη άρνηση της πραγματικότητας και τόσο υψηλά επίπεδα ανορθολογισμού δεν πρέπει να έχει βιώσει άλλη ευρωπαϊκή χώρα από την εποχή που κυριάρχησαν στην ήπειρό μας οι ιδέες του Διαφωτισμού και οι αξίες της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Υπό αυτές τις συνθήκες και καθώς ζούμε «μέρες Πομπηίας», δεν αποκλείεται να ακούσουμε, ενόψει της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης, να γίνεται κυβερνητικός ύμνος το εμβληματικό τραγούδι «Η κατάρα μου να δέρνει τη σκιά σου…» που υπήρξε μεγάλο σουξέ την δεκαετίας του ΄70….
Βρίσκει κανείς καλύτερο τρόπο για να αντιμετωπιστεί η επελαύνουσα αντιπολίτευση που απειλεί την εξουσία τους; Όλα τα άλλα τα δοκίμασαν. Έβρισαν, δίχασαν, λοιδόρησαν, έστησαν Εξεταστικές, έκαναν τα πάντα. Τι τους έμεινε πλέον; Μόνον οι κατάρες!

Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

Ο πόνος για την Κεντροαριστερά




Θα μπορούσε να είναι εξαιρετικά διασκεδαστικό, αν δεν ήταν τόσο πολύ εξοργιστικό, το όψιμο ενδιαφέρον που επιδεικνύουν και την τεράστια αγωνία που εκφράζουν πολλοί από το κυβερνητικό στρατόπεδο για την πορεία της Κεντροαριστεράς.
Είναι μάλλον αστείο, για παράδειγμα, να βλέπει κανείς να δημοσιεύεται ανήμερα των γενεθλίων του ΠΑΣΟΚ άρθρο για τον ιδρυτή και γεννήτορα του με την υπογραφή του πρωθυπουργού -αλήθεια ποιος να το έγραψε, γιατί στα 43 του δύσκολα γίνεται κανείς αρθογράφος;  Είναι, όμως, συνάμα εξοργιστικό να επιχειρεί ο Αλέξης Τσίπρας να χωρέσει στο μέτρο της δικής του μικρότητας το πολιτικό μέγεθος που μοναδικού Ανδρέα Παπανδρέου.
Είναι, επίσης, διασκεδαστικό ότι η σύγκριση που θέλει να κάνει ο κ. Τσίπρας γίνεται μέσα από το ερώτημα αν «ήταν ψεύτης ο Ανδρέας», καθώς έτσι αναγνωρίζει –μάλλον άθελά του- ποια άποψη πιστεύει ο ίδιος ότι έχει ο κόσμος για εκείνον. Έχει πει, εξάλλου, και άλλες φορές ότι μπορεί να κατηγορηθεί για ψεύτης, αλλά όχι για κλέφτης. Μόνον, όμως, που γίνεται εξοργιστικό το ιστορικό άλλοθι το οποίο αναζητεί από την τόσο διαφορετική πολιτική διαδρομή του Ανδρέα Παπανδρέου. Και το οποίο παραπέμπει περισσότερο στη γνωστή παροιμία «και η μυλωνού τον άνδρα της με τους πραματευτάδες».
Είναι, άλλωστε, προφανές και για τον πλέον ανυποψίαστο πολίτη ότι η απροσχημάτιστη καπηλεία της μνήμης του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ στην οποία κατέφυγε ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του Μαξίμου δεν είναι άσχετη με όσα τεκταίνονται αυτή την περίοδο στον ενδιάμεσο πολιτικό χώρο. Αν ήταν άλλωστε διαφορετικά τα πράγματα, ο Αλέξης Τσίπρας θα είχε πάρει… χαρτί και μολύβι για να γράψει για τον Ανδρέα και όλα τα προηγούμενα χρόνια που το ημερολόγιο έδειχνε 3 Σεπτεμβρίου.
Δεν το έκανε γιατί τότε ήταν ακόμη καβάλα στο κύμα που τον οδηγούσε στην εξουσία, σε αντίθεση με τώρα που, εξαιτίας του ασύστολου αμοραλισμού που επιδεικνύει καθημερινά,  φαίνεται ότι το κύμα άλλαξε φορά. Και πλέον τον κατευθύνει πίσω στις ξέρες της πολιτικής περιθωριοποίησης από τις οποίες προέρχονται ο ίδιος και η μεγάλη πλειονότητα των συνεργατών του.
Τώρα, λοιπόν, που ξέφτισε το αντιμνημονιακό παραμύθι και αντιλήφθηκαν πολλοί Έλληνες ότι τα λεφτόδενδρα είναι μη καρποφόρα προϊόντα που ευδοκιμούν μόνο στη φαντασία πολιτικών απατεώνων, το κυβερνητικό καραβάνι άλλαξε ρότα. Και το έκανε επειδή βλέπει ότι όλοι εκείνοι τους οποίους κορόιδευε παλαιότερα με επιχειρήματα όπως τα προαναφερθέντα μπορούν πλέον να συγκρίνουν το χθες με το σήμερα και να αναζητήσουν εναλλακτικές διακυβέρνησης που να μη στηρίζονται σε αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.
Η επιχειρούμενη ανασυγκρότηση είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που μπορεί να συμβάλει στην εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων στα διχαστικά ψευτοδιλήμματα  του τύπου «ή με τον Τσίπρα ή με τον Μητσοτάκη» που θέλουν ορισμένοι να επιβάλουν στους πολίτες. Γι΄ αυτό και τα κυβερνητικά φερέφωνα έχουν επιδοθεί σε έναν αδυσώπητο αγώνα για την υπονόμευση του ενοποιητικού εγχειρήματος που -για πρώτη καταβάλλεται με τόση ελπίδα επιτυχίας- στον χώρο του Κέντρου.
Στην αρχή κάποιοι φιλοΣΥΡΙΖΑίοι αρθρογράφοι έχυναν –προφανώς καθ΄ υπαγόρευση, όπως πρόδιδε η ομοιομορφία των «επιχειρημάτων» τους- αφειδώς κροκοδείλια δάκρυα επειδή τάχατες θα διαλυόταν το ΠΑΣΟΚ με τον σχηματισμό του καινούργιου φορέα. Μετά οι ίδιοι απαιτούσαν από τους επίδοξους ηγέτες πιστοποιητικά αντιδεξιών φρονημάτων, θέλοντας στην πραγματικότητα να μετατραπεί ο νέος σχηματισμός σε παρακολούθημα του ΣΥΡΙΖΑ έτσι ώστε να μην έχει λόγο ύπαρξης. Και, αφού κατέρρευσε κι αυτή η επιχείρηση, τώρα τους… πήρε ο πόνος για τον κίνδυνο που, όπως ισχυρίζονται, σηματοδοτεί το γεγονός ότι είναι πολλοί οι διεκδικητές της ηγεσίας.
Όπως και στις δύο άλλες απόπειρες απαξίωσης της αυθυπαρξίας του νέου φορέα, έτσι και στην τελευταία, ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Οι πολλές υποψηφιότητες είναι, εν τέλει, πλούτος για τη Δημοκρατική Παράταξη που αποδεικνύεται ότι διαθέτει αξιόμαχο στελεχιακό δυναμικό το οποίο, αν καταφέρει να ενώσει τις δυνάμεις του και να ξορκίσει το προπατορικό αμάρτημα της πολυδιάσπασης του Κέντρου, θα φέρει πραγματικό νέο αέρα στο πολιτικό σύστημα.     
Όποιος δημοκρατικός πολίτης αμφισβητεί ότι είναι έτσι τα πράγματα δεν έχει παρά απέναντι στους πιθανότατα επτά υποψηφίους για την ηγεσία του νέου φορέα –δηλαδή, με αλφαβητική σειρά, τον Ανδρουλάκη, τη Γεννηματά, τον Θεοδωράκη, τον Καμίνη, τον Κωνσταντινόπουλο, τον Μανιάτη και τον Ραγκούση που, όποιος και αν κερδίσει, όλοι μαζί θα αποτελούν την ηγετική ομάδα της νέας Παράταξης- να αντιπαρατάξει έναν αντίστοιχο αριθμό από αυτούς που κυβερνούν σήμερα τη χώρα.
Αν βρει κάποιος στις τάξεις των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μια εξάδα στελεχών που να υπερέχει των επίδοξων ηγετών του Κέντρου, δεν έχει παρά να μείνει σπίτι του στις 5 Νοεμβρίου. Ή, έστω, να πάει να κλάψει μαζί με τον Παναγιώτη Κουρουμπλή, ο οποίος, όταν δεν σκέφτεται πως θα κάνει off shore το Άγιο Όρος, ψάχνει νησί που να πουλάει αφορολόγητα μαντίλια για να σκουπίσει τα ασταμάτητα δάκρυα που του τρέχουν από τον… πόνο που του προκαλεί το γεγονός ότι δεν τιμάται επαρκώς η μνήμη του Ανδρέα…

Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

«Πράκτορες από άλλο επάγγελμα»



Έχουν φίλους; Γείτονες; Γονείς; Παιδιά; Τα ερωτήματα αφορούν στους κυβερνώντες. Και αν η απάντηση, σε κάποια έστω από αυτά, είναι καταφατική, ανακύπτει μια ακόμη μεγαλύτερη απορία: Δεν τους λέει κανείς πόσο γελοιοποιούνται με αυτά που λένε και κυρίως με αυτά που κάνουν;
Η περίπτωση, για παράδειγμα, του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου είναι απολύτως ενδεικτική. Ανέλαβε καθήκοντα στον κυβερνητικό ανασχηματισμό του περασμένου Οκτωβρίου, όταν, εξαιτίας των πειραματισμών του, εκπαραθυρώθηκε ο Νίκος Φίλης. Ο οποίος με τη σειρά του είχε παραλάβει το χαρτοφυλάκιο από τον Αριστείδη Μπαλτά που επίσης είχε βρεθεί εκτός υπουργείου αφού είχε επιδοθεί σε κάθε είδους ασκήσεις ιδεοληπτικών εφαρμογών στο πολύπαθο σώμα της ελληνικής εκπαίδευσης.
Θα περίμενε, λοιπόν, κάποιος ότι ο κ. Γαβρόγλου , όντας ο τρίτος κατά σειρά υπουργός των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στον συγκεκριμένο τομέα, θα ήταν πιο προσεκτικός από τους προκατόχους του που εγκατέλειψαν τόσο άδοξα το πόστο τους. Και, γι΄ αυτό, θα απέφευγε τις βαρύγδουπες εξαγγελίες προτού μετρήσει ποια από αυτά που έλεγε το κόμμα του προεκλογικά είναι εφαρμόσιμα και ποια όχι. Πώς θα το μετρούσε; Απλά, απλούστατα: αν δεν είχε εικόνα ο ίδιος, θα ζητούσε να του ετοιμάσουν μια έκθεση με το τι συμβαίνει διεθνώς και τι είχαν προσπαθήσει να κάνουν οι προηγούμενοι υπουργοί Παιδείας.
Τίποτε, όμως, από όλα αυτά δεν έκανε ο κ. Γαβρόγλου. Εθισμένος με τις μεγαλοστομίες που αστόχαστα –αφού ήταν βέβαιο ότι ποτέ δεν θα εφαρμόζονταν όσα έλεγαν- εκστόμιζε επί χρόνια ο πολιτικός χώρος από τον οποίο προέρχεται, μόλις ανέλαβε τον υπουργικό θώκο έβαλε στόχο να καταργήσει τις Εξετάσεις για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ήταν ένας στόχος που ακουγόταν ευχάριστα στα αυτιά όλων όσοι δεν είχαν –και κυρίως όσων δεν ήθελαν να αποκτήσουν- ευκρινή εικόνα για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα μας.
Χωρίς μελέτη, λοιπόν, έσπευσε να ανακοινώσει «αναμόρφωση του Λυκείου σε βάθος τριετίας, όπου θα παρέχεται ένα ισχυρό εθνικό απολυτήριο, ο βαθμός του οποίου θα ανοίγει χωρίς εξετάσεις την πόρτα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση». Η πολιτική του αυταρέσκεια δεν του επέτρεψε να ρωτήσει έναν από τους προκατόχους του γιατί δεν το έκανε εκείνος. Και δεν τον άφησε ούτε καν να αναρωτηθεί γιατί κανείς άλλος πριν από αυτόν δεν είχε εφαρμόσει αυτή την τόσο απλή λύση που έμοιαζε με το «αυγό του Κολόμβου»: καταργείς τις εξετάσεις, μπαίνουν οι μαθητές στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ της αρεσκείας τους και ούτε… γάτα ούτε ζημιά!
Μέχρι και ο ίδιος ο πρωθυπουργός πήγε τον περασμένο Μάιο στο υπουργείο Παιδείας για να δώσει πανηγυρικό χαρακτήρα στον σχεδιασμό Γαβρόγλου για κατάργηση των εξετάσεων. Φαίνεται, όμως, πως μόλις πήγαν να υλοποιήσουν την εξαγγελία βρέθηκαν προ αδιεξόδου. Οι ίδιοι που μόλις πριν από μερικές εβδομάδες επικαλούνταν ως άλλοθι τη «βαθμοθηρική πίεση» των γονέων που έχουν παιδιά στο Δημοτικό ώστε να επιβάλουν κλήρωση για τον σημαιοφόρο στις παρελάσεις, έπρεπε να νομοθετήσουν την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με μόνο κριτήριο τον βαθμό του απολυτηρίου...
Και, ω του θαύματος, ο υπουργός Παιδείας ανέκρουσε πρύμναν. «Δεν μιλήσαμε ποτέ για κατάργηση των Πανελλαδικών, αλλά για κατάργηση των εξετάσεων έτσι όπως αυτές έχουν καταγραφεί στη συνείδηση των πολιτών», ισχυρίζεται τώρα ο Κ. Γαβρόγλου. Ο οποίος έπειτα από μήνες παλινωδιών, αντί της κατάργησης, ανακοινώνει διπλές εξετάσεις: και τον Φεβρουάριο και τον Ιούνιο. «Δεν μπορεί άλλωστε να υπάρξει εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς εξετάσεις», αποφαίνεται, αναγνωρίζοντας –επιτέλους- το αυτονόητο, το οποίο δικαιολογούνται να αγνοούν μόνον άνθρωποι που δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα τούτης της χώρας.
Το μεγάλο δυστύχημα, βεβαίως, είναι ότι ο κ. Γαβρόγλου δεν αποτελεί την εξαίρεση μεταξύ των προσώπων που έχουν επιλεγεί για να ασκήσουν κυβερνητικά καθήκοντα. Ο κατάλογος με τους αξιωματούχους που αγνοούν προκλητικά την πραγματικότητα είναι μακρύς. Και, με ελάχιστες εξαιρέσεις, περιλαμβάνει σχεδόν σύσσωμο το υπουργικό συμβούλιο που έχει σχηματίσει ο κ. Τσίπρας. Ποιον να ξεχωρίσει κανείς; Τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος «βλέπει» ξενοδόχους να βάζουν φωτιές στα ορεινά της Ζακύνθου και αγνοεί ότι οι καμμένες εκτάσεις κηρύσσονται αναδασωτέες και αυτό δυσχεραίνει την οικοδόμηση τους; Ή τον υπουργό Ναυτιλίας που τη μια θέλει πλοία με σημαία Αγίου Όρους και την άλλη φαντάζεται νησί με αφορολόγητα;
Όπως καν έχει, πάντως, είναι απορίας άξιον αν όλα αυτά γίνονται με σκοπιμότητα, τη σκοπιμότητα της ψηφοθηρικής εξαπάτησης. Ή αν απλώς πρόκειται για ανθρώπους άσχετους με την πραγματικότητα. Αν έχουμε, δηλαδή, να κάνουμε με… «πράκτορες από άλλο επάγγελμα», όπως έλεγε για τέτοιες περιπτώσεις ο φίλος μου Βασίλης Σ. Με πολιτικούς οι οποίοι έχουν πέσει «θύματα» της αυταπάτης, των φαντασιώσεων και των ψευδαισθήσεων που επί δεκαετίες οι ίδιοι καλλιεργούσαν.
Υπήρξε άλλωστε, αρκούντως αποκαλυπτική η κυνική ομολογία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα που είπε δημόσια ότι, μόλις έφυγε από το γραφείο του ο διευθύνων σύμβουλος της «Παπαστράτος», ο οποίος τον επισκέφθηκε για να του ανακοινώσει την πρόθεση της εταιρίας του να επενδύσει στη χώρα, εκείνος ρώτησε τον στενό του συνεργάτη Δ. Τζανακόπουλο: «Είσαι σίγουρος ότι δεν μας κοροϊδεύει;». Αποκάλυψε, με άλλα λόγια, ο κ. Τσίπρας ότι για τον ίδιο και τους συνεργάτες του, η πρώτη σκέψη που κάνουν όταν έχουν κάποιον απέναντι τους είναι ότι κοροϊδεύει. Γιατί άραγε; Επειδή, προφανώς, για αυτούς η κοροϊδία είναι, κατά το πως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, «έξις δευτέρα φύσις»…

Πέμπτη 24 Αυγούστου 2017

«Μόνον Ντόιτς»!



Με… χαρές και πανηγύρια υποδέχθηκε η κυβέρνηση τα στοιχεία που δείχνουν αξιοσημείωτη άνοδο του τουριστικού ρεύματος κατά το πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς. Δικαιολογημένα, θα μπορούσε να πει κανείς. Κι αυτό καθώς, σε αντίθεση με τον προηγούμενο χρόνο –που και πάλι πανηγύριζαν οι κυβερνητικοί…-  φέτος, εκτός από τον αριθμό όσων επισκέφθηκαν τη χώρα μας, είναι αυξημένα και τα έσοδα από τις τουριστικές αφίξεις.
Ακόμη, ωστόσο, και αν παρακάμψει κανείς το γεγονός ότι ανάλογη εικόνα παρουσιάζει ολόκληρος ο ευρωπαϊκός Νότος , αφού άνοδος του τουρισμού παρατηρήθηκε και σε χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί το κατά πόσο η αυξητική τάση έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Όπως και αν τα αυξημένα έσοδα του τουριστικού κλάδου αρκούν για να δοθεί η αναγκαία ώθηση ώστε να αποκτήσει η ελληνική οικονομία την απαραίτητη αναπτυξιακή δυναμική που θα της επιτρέψει να αφήσει πίσω την πολύχρονη κρίση που την κρατά καθηλωμένη.
Επισκεπτόμενος τις προηγούμενες ημέρες την Θεσπρωτία, ένα νομό που στηρίζεται μεν στον τουρισμό της παράλιας ζώνης, αλλά οικονομικά αιμοδοτείται και από τον πρωτογενή τομέα της ενδοχώρας, όπου δρουν μικρές, στη μεγάλη πλειονότητά τους, κτηνοτροφικές μονάδες, βρέθηκα μπροστά στο παράδοξο φαινόμενο να μην υπάρχει σε σούπερ μάρκετ της περιοχής ελληνικό κρέας ούτε για… δείγμα.
«Μόνον ντόιτς!», ήταν η απάντηση που με μάλλον ειρωνικό ύφος έδινε στους καταναλωτές ο αρμόδιος υπάλληλος σε ένα από τα καταστήματα αυτής της κατηγορίας, το οποίο –ας μη βιαστεί κάποιος να βγάλει αντίθετα συμπεράσματα…- ανήκει σε εγχώρια αλυσίδα που διαφημίζει τον ελληνικό χαρακτήρα της. Ενώ, όπως διαπίστωσα στη συνέχεια, το ίδιο λίγο ως πολύ συνέβαινε και σε άλλα σούπερ μάρκετ της περιοχής τα οποία διέθεταν κρέατα γερμανικής ή άλλης προέλευσης, αλλά όχι ελληνικά.
Με άλλα λόγια, οι τουρίστες οι οποίοι καταφθάνουν στη χώρα μας καταναλώνουν –εκόντες, άκοντες- εισαγόμενα προϊόντα. Με αποτέλεσμα ένα μέρος από τις δαπάνες που κάνουν κατά την παραμονή τους στην Ελλάδα να επανεξάγεται άμεσα, αφού η εγχώρια παραγωγή στον αγροτοδιατροφικό τομέα δεν είναι ικανή να καλύψει τις –εγχώριες και μη- ανάγκες.
Για όποιον σκεφθεί ότι το περιγραφόμενο φαινόμενο της κατανάλωσης εισαγόμενου κρέατος σε μια, κατά το μάλλον ή ήττον, κτηνοτροφική περιοχή μπορεί να αποτελεί περιπτωσιολογία ή εξαίρεση, τα στοιχεία για το εμπορικό ισοζύγιο που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ είναι συντριπτικά. Και καταδεικνύουν ότι απέχουν πάρα πολύ από την πραγματικότητα οι εικασίες ότι βρισκόμαστε προ του τερματισμού της κρίσης.
Οι αριθμοί είναι αδυσώπητοι. Και δείχνουν ότι, παρά τη μεγάλη «εσωτερική υποτίμηση» την οποία υπέστησαν τα εισοδήματα και η περιουσία των Ελλήνων την τελευταία επταετία, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, αντί, όπως θα περίμενε κανείς, να περιορίζεται, τουλάχιστον τα δύο τελευταία χρόνια διευρύνεται.
Πιο συγκεκριμένα, με βάση τα επίσημα συγκριτικά στοιχεία για το πρώτο εξάμηνο του έτους, η αξία των εισαγωγών (χωρίς τα πετρελαιοειδή) από 16,2 δισ. ευρώ που ήταν το 2015, ανέβηκαν στα 17,5 δισ. ευρώ, την ίδια ώρα που οι εξαγωγές από 9,1 δισ. ευρώ μόλις που ανέβηκαν στα 9,7 δισ. Αποτέλεσμα; Το έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζυγίου από 7,1 δισ. ευρώ που ήταν το 2015, ανέβηκε στα 7,4 το 2016 και στα 7,7 δισ. ευρώ το 2017.
Συνολικά, μάλιστα, μαζί με τους λογαριασμούς των πετρελαιοειδών, το έλλειμμα για το φετινό πρώτο εξάμηνο διαμορφώθηκε στα 11,5 δισ. ευρώ, ποσό που αν αναχθεί σε ετήσια βάση οδηγεί στο αποκαρδιωτικό συμπέρασμα ότι για να επιζήσει η Ελλάδα χρειάζεται ετήσια ενίσχυση από το εξωτερικό που ξεπερνά τα 20 δισ. ευρώ.
Το γεγονός ότι το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου ήταν υπερδιπλάσιο κατά το παρελθόν –είχε εκτιναχθεί στα 42,5 δισ. ευρώ το 2007 και έφθασε στο ποσό ρεκόρ των 44,3 δισ. ευρώ το 2008- μπορεί για κάποιους να αποτελεί παρηγοριά, σε καμία, όμως, περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογία για να συνεχίσουμε να ταΐζουμε τους τουρίστες που μας επισκέπτονται με κρέατα γερμανικής ή άλλης προέλευσης.
Διότι, όπως και να το κάνουμε, μπορεί σε τόσους άλλους τομείς (εργαλεία, μηχανές, αυτοκίνητα, κλπ)  η Γερμανία να διαθέτει το συγκριτικό πλεόνασμα, δεν είναι όμως ανεκτό να συμβαίνει το ίδιο και με την αγροτική παραγωγή.
Γι΄ αυτό και, πολύ περισσότερο, δεν εν μπορεί το συνεχιζόμενο υψηλό εμπορικό μας έλλειμμα να αποτελεί -μια ακόμη…- αφορμή για να… βγάλουμε τα απωθημένα κατά των Γερμανών και του Σόιμπλε ή για να ισχυριστούμε ότι μας κατέστρεψε η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως, δυστυχώς, εμφανίζεται να πιστεύει η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων αγροτών οι οποίοι επιβιώνουν χάρις στις κοινοτικές επιδοτήσεις.
Η ίδια, άλλωστε, ΚΑΠ που ισχύει για τους δικούς μας παραγωγούς αγροτικών προϊόντων, ισχύει και για τους συναδέλφους τους στη Γερμανία και στη Δανία, από όπου επίσης προμηθευόμαστε το μεγαλύτερο μέρος από το χοιρινό κρέας για το… ελληνικό σουβλάκι και τον… ελληνικό γύρο που καταναλώνουμε στα εγχώρια σουβλατζίδικα.
Άρα, κάτι διαφορετικό κάνουν εκεί που δεν το κάνουμε εμείς εδώ. Και, αναμφίβολα, όσο δεν το κάνουμε, όταν πηγαίνουμε στα ελληνικά σούπερ μάρκετ και ζητάμε ντόπιο κρέας, οι υπάλληλοι θα μας λένε: «Μόνον ντόιτς»!