Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

Από πού πάνε για την κανονικότητα;



Όποια ερμηνεία και αν έχει καθένας  για τους λόγους παραίτησης του προέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας Νικόλαου Σακελλαρίου, το έντονο αυτό διάβημα του συγκεκριμένου ανώτατου δικαστή μαρτυρά με τον πλέον παραστατικό τρόπο τη βαθιά και πολύπλευρη θεσμική κρίση που διέρχεται η χώρα την τελευταία δεκαετία.
Είναι μια κρίση η οποία υπερβαίνει τα δυσχερή οικονομικά δεδομένα που φτωχοποίησαν τον ελληνικό λαό και διέλυσαν τη μεσαία τάξη. Όλα δείχνουν ότι έχουμε να κάνουμε με μια κρίση που επεκτείνεται παντού. Kαι δίχως υπερβολή μπορεί να υποστηρίξει κανείς δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο κανέναν απολύτως τομέα της δημόσιας ζωής: από την Παιδεία και την Υγεία έως τον τρόπο λειτουργίας της Δικαιοσύνης ή και του Κοινοβουλίου από την κατάσταση στη δημόσια διοίκηση και την αυτοδιοίκηση έως τον αθλητισμό και την καθημερινότητα των πολιτών, αδυνατεί να βρει κανείς σημάδια που να δείχνουν ότι η χώρα έχει χαράξει πορεία επιστροφής στην περιβόητη κανονικότητα.
Σε πείσμα όσων βλέπουν τη μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ σε κανονικό κόμμα και του αρχηγού του Αλέξη Τσίπρα σε σοσιαλδημοκράτη πολιτικό ηγέτη, η πραγματικότητα διαψεύδει καθημερινά όλες αυτές τις προφητείες. Και, αντιθέτως, αναδεικνύει τον καμβά μιας μισαλλόδοξης και φανατισμένης εξουσίας που πολιτεύεται με το δόγμα «πας μη ων μεθ’ ημών, καθ’ ημών». Όποιος ενστερνίζεται την κυβερνητική ατζέντα αποθεώνεται, ενώ όποιος την αμφισβητεί κατακρεουργείται. Η τωρινή συμπεριφορά, για παράδειγμα, απέναντι στον Σταύρο Θεοδωράκη σε σύγκριση με την παλαιότερη, είναι απλώς η χαρακτηριστικότερη επιτομή του φαινομένου.  
Οι πάντες και τα πάντα υποτάσσονται στον υπέρτατο σκοπό που είναι η διατήρηση της εξουσίας. Τίποτε δεν γίνεται χωρίς αυτόν τον υπολογισμό. Τα σκάνδαλα, για παράδειγμα, αντιμετωπίζονται ως τέτοια μόνον όταν αφορούν πολιτικούς αντιπάλους ή όταν μπορούν να αξιοποιηθούν για να ενοχοποιηθούν πολιτικοί αντίπαλοι. Αν σε μια οποιαδήποτε υπόθεση με οσμή σκανδάλου δεν εμπλέκεται κάποιος που συνδέεται με άλλες πολιτικές παρατάξεις δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για τη διαλεύκανση. Ενώ αν εμπλέκονται πρόσωπα σχετιζόμενα με τους κυβερνώντες κινούνται πάραυτα μηχανισμοί συγκάλυψης. Ας συγκρίνει κάποιος τον θόρυβο με το ΚΕΕΛΠΝΟ και τη Novartis με την πρόσφατη αντιμετώπιση των πρωταγωνιστών στην κλοπή των αντικαρκινικών φαρμάκων ή στην υπόθεση με την αφαίρεση του σήματος της Unicef.
Ο αριθμός των φωτογραφικών διατάξεων που πέρασαν την τελευταία τριετία από τη Βουλή για να βολευτούν ημέτεροι, που πολλές φορές εκπροσωπούσαν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, είναι τόσο μεγάλος που πιθανόν να μη συγκρίνεται με τα αντίστοιχα φαινόμενα που κατεγράφησαν τις προηγούμενες δεκαετίες που στα ηνία της χώρας εναλλάσσονταν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Δεν υπάρχει παθογένεια του παρελθόντος που να έχει καταπολεμηθεί ή ρουσφέτι το οποίο να μην γίνεται σε τακτικότερη και πιο οργανωμένη βάση.
Η διαπλοκή κατακτά πεδία που το λεγόμενο «παλαιό πολιτικό σύστημα» ούτε στη φαντασία του δεν μπορούσε να κατακτήσει. Επιχειρηματίες παραδέχονται δημοσίως ότι πήγαν από την πίσω πόρτα στο πρωθυπουργικό γραφείο και οι κατά τα άλλα εύθικτοι των υπογείων του Μεγάρου Μαξίμου, που βγάζουν nonpaper για ψύλλου πήδημα, καταπίνουν τη γλώσσα τους ή σφυρίζουν αδιάφορα. 
Η προκλητική απόλαυση των προνομίων της εξουσίας, η  επικοινωνιακή διαχείριση όλων των ζητημάτων, η αδιάκοπη καταφυγή σε μορφές πολιτικής εξαπάτησης δεν έχουν το προηγούμενό τους. Διαψεύδουν ότι προετοιμάζονται για εκλογές, αλλά δεν περνάει μέρα που να μην συμπεριφέρονται σαν να βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο. Με τόσα θέματα ανοιχτά, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας,ο οποίος θεωρεί σπατάλη του πολύτιμου χρόνου του την παρουσία στη Βουλή, βρίσκει χρόνο να παριστάνει τον ηθοποιό και να γυρίζει βιντεάκια στο Μέγαρο Μαξίμου με laptop και κόκκινα χαλιά.
Όση προπαγάνδα και αν επιστρατεύσουν ο Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ οι προσπάθειες τις οποίες καταβάλουν για να πείσουν τους Έλληνες ότι επέρχεται η κανονικότητα θα αποδεικνύονται μάταιες. Θα μπορούσε να απαριθμήσει κανείς δεκάδες παραδείγματα για να επιχειρηματολογήσει σχετικά. Αρκεί, ωστόσο, ένα: μια χώρα που ο υπουργός Παιδείας φαντασιώνεται το «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα» που θα δώσει λύσεις στην πολύπαθη τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά στα Πανεπιστήμια της δεν μπορούν να γίνουν απρόσκοπα ούτε φοιτητικές εκλογές, πολύ δύσκολα θα βρει τον δρόμο που οδηγεί στην κανονικότητα.

Πέμπτη 10 Μαΐου 2018

Οι καμπούρες της καμήλας



            Αυτή τη φορά ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας πήγε με δική του πρωτοβουλία και μίλησε στη Βουλή χωρίς να αναρωτηθεί αν άξιζε τον κόπο να σπαταλήσει μέρος του πολύτιμου χρόνου του, όπως είχε κάνει σε προηγούμενες φάσεις που η παρουσία του ήταν αποτέλεσμα πρωτοβουλίας της αντιπολίτευσης. Το νομοσχέδιο για την αναδοχή και την υιοθεσία που ήταν στην ημερήσια διάταξη του Κοινοβουλίου είχε κάνει άνω κάτω τα περισσότερα κόμματα, αφού αντιπολιτευόμενοι βουλευτές το στήριζαν και συμπολιτευόμενοι το καταψήφιζαν.
            Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς από έναν υπεύθυνο πολιτικό ηγέτη, ο οποίος θέλει μάλιστα να παραστήσει τον ευρωπαίο σοσιαλδημοκράτη, να αρθεί υπεράνω των αντιθέσεων και να εκφράσει την ικανοποίησή του που σε ένα τόσο ευαίσθητο για τα ανθρώπινα δικαιώματα ζήτημα το ελληνικό Κοινοβούλιο υπέταξε τον κομματισμό και τις άκαμπτες «γραμμές» επιτρέποντας στους βουλευτές να ψηφίσουν κατά συνείδηση. 
            Ανεξάρτητα αν συμφωνεί κάποιος ή όχι με την επίμαχη ρύθμιση που θεσπίζει δικαίωμα αναδοχής τέκνου από ομόφυλα ζευγάρια που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, η ευρύτερη πλειοψηφία των 161 βουλευτών που στήριξαν, εν τέλει, αυτό το νεωτεριστικό μέτρο θα έπρεπε να χαροποιεί την κυβέρνηση που το προώθησε. Και ο επικεφαλής της θα έπρεπε να χαιρετίζει τη συναίνεση που επετεύχθη και θα μπορούσε να αποτελέσει οδηγό για τη διακομματική συνεννόηση που είναι τόσο απαραίτητη στην μετά πολλών εμποδίων πορεία της χώρας προς την κανονικότητα.
            Ο κ. Τσίπρας, όμως, κινήθηκε στον αντίποδα. Δεν πήγε στη Βουλή για να «κεφαλαιοποιήσει» τη συναίνεση που είχε παρατηρηθεί στη μεγάλη πλειονότητα των άρθρων του συζητούμενου νομοσχεδίου. Πήγε για να ενισχύσει τη διχαστική ατμόσφαιρα που είχε επικρατήσει τις προηγούμενες ημέρες. Και, αντί να επικροτήσει το γεγονός ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έθεταν θέμα κομματικής πειθαρχίας, διευκολύνοντας τη συμπολίτευση που κινδύνευε η συνοχή της από τις διαρροές βουλευτών τόσο των ΑΝΕΛ όσο και -για πρώτη φορά- του ΣΥΡΙΖΑ, επέλεξε να εξαπολύσει επίθεση κατά του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας.
            «Στην πραγματικότητα, είναι βαθιά συντηρητικός και πολλές φορές φλερτάρει με αναχρονιστικές ιδέες, αλλά φλερτάρει επικίνδυνα και με τον ακροδεξιό λαϊκισμό σε κάθε ουσιαστικό βήμα που κάνει αυτή η κυβέρνηση σε ζητήματα που αφορούν τα ατομικά δικαιώματα», υποστήριξε αναφερόμενος στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος -καλώς ή κακώς- είχε αποφασίσει να μη ζητήσει τον λόγο για να τοποθετηθεί επί του νομοσχεδίου που το κόμμα του υπερψήφιζε με εξαίρεση το άρθρο για την αναδοχή από ομόφυλους.
            Το παράδοξο είναι ότι ο κ. Τσίπρας πριν πει όλα αυτά για τον κ. Μητσοτάκη είχε υποστηρίξει ότι «δεν χωράνε σε τέτοιου είδους ζητήματα μικροκομματικές σκοπιμότητες». Ενώ, την ίδια ώρα, δεν βρήκε ούτε μια λέξη ψόγου για τους βουλευτές της συγκυβέρνησης που είχαν καταφύγει σε ακραίες ομοφοβικές τοποθετήσεις ή είχαν διαμηνύσει είτε ότι θα απείχαν από την ψηφοφορία είτε ότι θα καταψήφιζαν. Και οι οποίοι αθροιστικά ήταν περισσότεροι από τους αντιπολιτευόμενους που δεν συντάσσονταν με τα δικά τους κόμματα.
            «Η καμήλα βλέπει τις καμπούρες των άλλων και όχι την δική της», λέει μια ελληνική παροιμία που ταιριάζει γάντι με τη στάση του πρωθυπουργού. Φαίνεται, όμως, ότι δεν την ήξερε. Και ευτυχώς, δηλαδή. Γιατί την προηγούμενη φορά που χρησιμοποίησε παροιμία με καμήλα μπέρδεψε την «ουρά» του ζώου με την… ουρά της αναμονής εκτιθέμενος μπροστά σε διεθνές κοινό. Και με το γνωστό επίπεδο των αγγλικών του δεν θα ήταν απίθανο να μπερδέψει την… δούκισσα της Κορνουάλης Καμίλα που υποδεχόμαστε την ίδια ώρα στη χώρα μας.
            Πέρα, πάντως, από την αστεία διάσταση της υπόθεσης, το μόνο βέβαιο συμπέρασμα που εξάγεται από το επιθετικό πνεύμα του κ. Τσίπρα κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι, με ευθύνη της κυβέρνησης, η πολιτική ζωή του τόπου δυσκολεύεται να επανέλθει σε συνθήκες ομαλότητας και διακομματικής συνεννόησης.
Αν σε τόσο απλά ζητήματα, όπως είναι η υιοθεσία και η αναδοχή παιδιών που όλοι είναι επί της αρχής σύμφωνοι, στήνεται σκηνικό πόλωσης, προκειμένου να κερδηθούν επικοινωνιακοί πόντοι και να διεκδικηθούν εύσημα «προοδευτικότητας», αναρωτιέται κανείς πως μπορεί να επιτευχθούν συναινετικές συνθήκες για να προωθηθούν μείζονες αλλαγές όπως, επί παραδείγματι, η συνταγματική Αναθεώρηση.

Πέμπτη 3 Μαΐου 2018

Αντέχονται άλλοι 18 μήνες εμφυλιοπολεμικής τοξικότητας;

Έπραξε άριστα η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά που ενστερνίστηκε με τόσο ξεκάθαρο τρόπο το αίτημα για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες με το κείμενο το οποίο κατέθεσε στη Βουλή για να απαιτήσει να ανοίξει η συζήτηση για το περιβόητο «ολιστικό» πρόγραμμα με το οποίο οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ετοιμάζονται να δεσμεύσουν τη χώρα για τα επόμενα χρόνια.
Μόνον όποιος εθελοτυφλεί, ή βάζει την καρέκλα του πάνω από το συμφέρον της χώρας, δυσκολεύεται να αναγνωρίσει τη βασιμότητα της επιχειρηματολογίας της κυρίας Γεννηματά σύμφωνα με την οποία «τώρα είναι η ώρα να αποφασίσει ο ελληνικός λαός τους όρους και τις εγγυήσεις για τη βιώσιμη έξοδο από την κρίση και να επιλέξει σε ποιους θα εμπιστευθεί να οδηγήσουν αυτή την πορεία».
Είτε οδηγούμαστε στην «καθαρή έξοδο», όπως διατείνονται οι κυβερνώντες, κόντρα σε όλα τα δεδομένα και τα ήδη ψηφισμένα από τους ίδιους περιοριστικά μέτρα που θα εφαρμοστούν τα επόμενα χρόνια, είτε ισχύουν οι ισχυρισμοί των στελεχών της αντιπολίτευσης που επιμένουν ότι ο στενός μνημονιακός κορσές δεν πρόκειται να χαλαρώσει, με το τέλος του ισχύοντος προγράμματος δεν πρέπει να επαναληφθεί το λάθος που έγινε την άνοιξη του 2010 όταν η τότε κυβέρνηση πήρε το βάρος της υπογραφής του πρώτου Μνημονίου χωρίς να διαθέτει την πολιτική νομιμοποίηση που απαιτούσε μια τόσο σοβαρή απόφαση.
Κακά τα ψέματα, μόνον μια κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή νομιμοποιείται να δεσμεύσει τη χώρα για τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν τα προσεχή χρόνια για να καταφέρει η ελληνική οικονομία να επιστρέψει σε βιώσιμους ρυθμούς μεγέθυνσης που θα συνοδεύονται από αύξηση της απασχόλησης αλλά και των εισοδημάτων των Ελλήνων που καταβυθίστηκαν την τελευταία οκταετία.
Πέραν τούτου, ωστόσο, υπάρχει και ένας ακόμη εξίσου σοβαρός λόγος για να πάμε το συντομότερο δυνατόν σε πρόωρες εκλογές: είναι η εκτράχυνση της πολιτικής ζωής που για πρώτη ίσως φορά συμβαίνει με ευθύνη του ίδιου του πρωθυπουργού, όπως ομολόγησε ο εκπρόσωπος της κυβέρνησής του Δημήτρης Τζανακόπουλος δηλώνοντας ότι την ευθύνη τόσο για τις ανακοινώσεις που εκδίδονται όσο και για τα διαβόητα non paper που διακινούνται από το Μαξίμου την έχει κατ΄ αποκλειστικότητα ο Αλέξης Τσίπρας.
Αν και δεν είπε κάτι αφύσικο ο κ. Τζανακόπουλος, η παραδοχή του έχει ξεχωριστή αξία διότι είναι σύνηθες το φαινόμενο αξιωματούχοι της συγκεκριμένης κυβέρνησης να αρνούνται την ευθύνη για πράξεις, παραλείψεις και δηλώσεις, φθάνοντας μέχρι του σημείου να… ενοχοποιούν τα ανήλικα παιδιά τους για αθλιότητες στις οποίες πρωταγωνίστησαν οι ίδιοι.
Η εχθροπάθεια που διακρίνει τις κυβερνητικές ανακοινώσεις και το μίσος από το οποίο ξεχειλίζουν τα non paper που εκδίδονται για να στοχοποιηθούν όσοι δεν δίνουν γη και ύδωρ στην εξουσία του κ. Τσίπρα δεν έχουν προηγούμενο στην πρόσφατη, τουλάχιστον, ιστορία του τόπου. Και το πλέον παράδοξο είναι ότι με τους περισσότερους από όσους βάλλονται και κατονομάζονται ως εκπρόσωποι της διαπλοκής νωρίτερα οι ίδιοι κυβερνώντες είχαν επιχειρήσει να συνδιαλλαγούν!
Ποτέ στο παρελθόν δεν έχουν μπει τόσοι πολλοί επιχειρηματίες από την πίσω πόρτα του πρωθυπουργικού γραφείου. Ούτε βεβαίως έχουν υπάρξει τόσες απροκάλυπτες ύβρεις, απειλές και εκβιασμοί εναντίον των μέσων ενημέρωσης που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση. Όπως επίσης δεν υπάρχει προηγούμενο να εκδίδονται σε περιόδους πολιτικής ομαλότητας τόσες αμετροεπείς κυβερνητικές ανακοινώσεις για να καταγγελθούν τα μέσα ενημέρωσης ότι δεν αξιολογούν την επικαιρότητα με τον τρόπο που θέλει να υπαγορεύσει ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του.
Όλος αυτός ο πρωτοφανής παροξυσμός, που κάθε μέρα που περνά γίνεται εντονότερος, καθώς πέφτουν στο κενό όλες οι προσπάθειες για να ανακάμψουν οι δημοσκοπικές επιδόσεις των κυβερνητικών κομμάτων, καθιστά επιτακτική την ανάγκη να ενώσουν τις φωνές τους οι δυνάμεις της δημοκρατικής αντιπολίτευσης και να απαιτήσουν από κοινού την άμεση προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία.
Το υψηλής τοξικότητας δηλητήριο που χύνεται καθημερινά στη δημόσια ζωή από τον ίδιο τον κ. Τσίπρα και τους συνεργάτες του, κάθε άλλο παρά συμβάλει στην επιστροφή της χώρας στην περιλάλητη κανονικότητα. Γι΄ αυτό και αναρωτιέται κανείς αν μπορεί να παραταθεί αυτή η νοσηρή ατμόσφαιρα μέχρι το φθινόπωρο του 2019 που ολοκληρώνεται η θητεία αυτής της Βουλής. Με τη φόρα, εξάλλου, που έχουν πάρει οι κυβερνώντες είναι ζήτημα αν θα αποφευχθεί ο επιδιωκόμενος εμφύλιος σπαραγμός στους 18 μήνες που τυπικά απομένουν μέχρι τη συνταγματική προθεσμία για τη διενέργεια των επόμενων βουλευτών εκλογών.

Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

Πως καταφέρνουν να πέφτουν σε όλα έξω!



Δεν περνάει σχεδόν ούτε μέρα που η επικαιρότητα να μην κατακλύζεται από μια ή περισσότερες κυβερνητικές ανακολουθίες. Είναι τόσο συχνές οι ασυνέπειες των οποίων γινόμαστε μάρτυρες που είναι απορίας άξιο αν υπάρχει έστω και μια μικρή ή μεγαλύτερη εξαγγελία των κυβερνώντων που να έχει εκπληρωθεί.
Τι να θυμηθεί και τι να ξεχάσει κανείς; Να θυμηθεί τα όσα ισχυριζόταν ο νυν πρωθυπουργός για την ενοικίαση γαλλικών φρεγατών;  Ή να ξεχάσει τον κόσμο που χάλαγαν ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ όταν υπό πολύ καλύτερους όρους επιχειρήθηκε να μεταβιβαστεί πριν από λίγα χρόνια ένα μέρος της τότε κραταιάς ακόμη ΔΕΗ;
Και δεν είναι μόνον αυτά. Το μικρό πλεόνασμα που έβγαλε η προηγούμενη κυβέρνηση ήταν «ματωμένο», ενώ το πολλαπλάσιο υπερπλεόνασμα που από άστοχη υπερφορολόγηση προέκυψε επί των ημερών των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θεωρείται «επιτυχία» και πιστώνεται στην «υπεραπόδοση» της οικονομίας η οποία συμβαίνει να παρουσιάζει τη μικρότερη μεγέθυνση σε όλη την Ευρώπη.
Ο κατάλογος με τις κραυγαλέες περιπτώσεις που διαπιστώνεται διάσταση λόγων και έργων είναι ατελείωτος. Και επεκτείνεται σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Από τον ΕΝΦΙΑ που θα καταργούνταν και τη σεισάχθεια,που τόσοι αφελείς περίμεναν αλλά τώρα αντιμετωπίζουν το φάσμα των πλειστηριασμών ή βλέπουν να τους κατάσχονται οι λογαριασμοί, έως τον διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας και τους ξένους που θα μας παρακαλούσαν να μας δανείσουν μόλις σκίζαμε το Μνημόνιο.
Από τις συντάξεις και τον κατώτατο μισθό που θα επανέρχονταν έως την «ανακάλυψη» ότι… υπάρχουν θαλάσσια σύνορα και τα εξευτελιστικά «ναι σε όλα» που υποχρεώνονται να πουν οι διαφωνούντες κυβερνητικοί βουλευτές για να μην κινδυνέψει η καρέκλα τους.
Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες οι οποίοι, όπως κατήγγειλαν, εμποδίζονταν από τον φράκτη του Έβρουκαι έπρεπε να ανοίξουν τα σύνορα για να κατευθυνθεί ο καθένας όπου ήθελε, τώρα δεινοπαθούν εγκλωβισμένοι στα ελληνικά νησιά όπου ζουν υπό άθλιες συνθήκες τόσο για τους ίδιους όσο και για τους κατοίκους των περιοχών αυτών. Τα δικαιώματα όσων είχαν περιοριστεί στην… επαίσχυντη Αμυγδαλέζα γινόταν πολύ περισσότερο σεβαστά από εκείνα των εγκλείστων στη Μόρια. 
Έχουν το θράσος να υποστηρίζουν ότι τα άγρια μνημονιακά τους μέτρα κράτησαν δήθεν την «κοινωνία όρθια», παραβλέποντας τη συνεχώς διερυνόμενη φτώχεια, τα απειλούμενα με διάλυση δημόσια νοσοκομεία και τα κενά στα σχολεία που με έκπληξη διαπίστωσε ο κ. Τσίπρας ότι δεν καλύφθηκαν μόλις την περασμένη εβδομάδα που πήγε στο Καστελόριζο και βρέθηκε μια θαρραλέα εκπαιδευτικός για να καταρρίψει την κυβερνητική προπαγάνδα που ήθελε να λειτουργούν όλα άψογα.
Οι παρελάσεις και οι θρησκευτικές τελετές, με πιο χαρακτηριστική την απόδοση τιμών στο «Άγιο Φως», που παλαιότερα γινόταν αντικείμενο χλευασμών από σημερινούς υψηλόβαθμους αξιωματούχους της κυβέρνησης, τώρα τηρούνται με… ευλάβεια προς χάριντης υποκριτικής ψηφοθηρίας. Τα ρουσφέτια και ο νεποτισμός με το βόλεμα συγγενών, φίλων και κάθε είδους κολλητών έχουν, τηρουμένων των αναλογιών της κρίσης, ξεπεράσει κάθε προηγούμενο.
Οι μετακλητοί υπάλληλοι που θα καταργούνταν έχουν αυξηθεί και βρίσκονται σε επίπεδα που καμία προηγούμενη ομάδα διακυβέρνησης δεν είχε φθάσει. Τα κυβερνητικά αεροσκάφη, που θα πωλούνταν για να… ξεχρεώσουμε, κάνουν υπερωρίες και έχουν μετατραπεί σε learjetπου τα χρησιμοποιούν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ακόμη και για λόγους προσωπικής και οικογενειακής αναψυχής.
Οι πολυδιάστατες διεθνείς σχέσεις που θεωρητικά θα ακολουθούσαν έχουν δώσει τη θέση τους στην εθελόδουλη πρόσδεση στο άρμα των υπερατλαντικών «συμμάχων» οι οποίοι υπαγορεύουν τη «βούληση» των κυβερνώντων, επιβάλλοντας τα εξοπλιστικά προγράμματα που θα αποκτήσουμε και τις υποχωρήσεις τις οποίες θα κάνουμε στο «Μακεδονικό». 
Ο υποτιθέμενος πόλεμος κατά της διαπλοκής μορφοποιήθηκε σε προσπάθεια ποδηγέτησης της ενημέρωσης και εξυπηρέτησης με απροκάλυπτο τρόπο επιχειρηματικών συμφερόντων που είναι διατεθειμένα να δώσουν γη και ύδωρ στη κυβερνητική εξουσία. Εν κρυπτώ και παραβύστωδεν πρέπει ποτέ στο παρελθόν να έχουν μπει τόσοι πολλοί επιχειρηματίεςαπό την πίσω πόρτα του Μαξίμου.
Το Σύνταγμα, για την τήρηση του οποίου έδιναν όρκους πίστης, υποστηρίζοντας ότι θα ήταν «κάθε του λέξη», δεν έχει υποστεί τέτοια καταρράκωση τις τελευταίες δεκαετίες, χάριν κομματικών σκοπιμοτήτων. Ενώ ποτέ άλλοτε από την εξομάλυνση της πολιτικής ζωής, που ξεκίνησε με την πτώση της χούντας, δεν έχει παρατηρηθεί τέτοια εχθροπάθεια για τους πολιτικούς τους αντιπάλους και δεν έχει διανοηθεί τόσο εξόφθαλμη σκευωρία όπως η μαζική στοχοποίηση με την υπόθεση Novartis.
Επειδή είναι αδύνατο σε ένα κείμενο όπως αυτό να γίνει συστηματική καταγραφή όλων των ανακολουθιών, θα είχε τεράστιο ενδιαφέρον αν ένας ερευνητικός οργανισμός που ειδικεύεται στις πολιτικές επιστήμες αναλάμβανε το τιτάνιο έργο να αποτυπώσεισε έναν ευσύνοπτο τόμο μία προς μία όλες τις «κωλοτούμπες» τις οποίες άλλοτε με έκπληξη και άλλοτε με συγκατάβαση βλέπουμε τους τελευταίους σαράντα μήνες να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια μας.
Μια τέτοια αποτύπωση θα αποτελούσε σπουδαία παρακαταθήκη στις μελλοντικές γενιές πολιτικών που θα είχαν, έτσι, ένα μέτρο για το πως μπορεί κάποιος να λέει τα πάντα, να κάνει τα αντίθετά τους και να καταφέρνει να πέφτει πάντα έξω. Αλλά θα ήταν ταυτόχρονα και γενναιόδωρη προσφορά προς όσους από τους πολίτες εξαπατήθηκαν και πλέον θέλουν να αποφύγουν τις κακοτοπιές της άμετρης υποσχεσιολογίας.

Πέμπτη 19 Απριλίου 2018

Πόσο «απρόβλεπτος» είναι ο Ερντογάν και πόσο ο Τσίπρας;


            Ένας βασικός κανόνας της πολιτικής θέλει τις κυβερνήσεις να προκηρύσσουν πρόωρες εκλογές μόνον όταν έχουν τη βεβαιότητα ότι θα κερδίσουν. Και ένας βασικός κανόνας της οικονομίας είναι ότι οι λεγόμενες «αγορές» προεξοφλούν τις πιο πολλές φορές το αποτέλεσμα της κάλπης η οποία στήνεται πριν από τον προκαθορισμένο χρόνο.
            Αν οι δύο αυτοί κανόνες ισχύουν και σε «ειδικού τύπου» καθεστώτα, όπως αυτό που έχει εγκατασταθεί στη γειτονική Τουρκία, τότε ο εκλογικός αιφνιδιασμός που επεφύλαξε στους πολιτικούς αντιπάλους του ο «νεο-Σουλτάνος» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δημιουργεί μια χαραμάδα ελπίδας για μελλοντική αποκλιμάκωση της υψηλής έντασης που βιώνουμε το τελευταίο διάστημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
            Η αλήθεια είναι ότι ο -κατά τα άλλα «απρόβλεπτος»- Ερντογάν ακολούθησε εν τέλει την πεπατημένη και πήγε σε εκλογές όπως προέβλεπαν αρκετοί αναλύοντας την πολεμική έξαψη που εδώ και καιρό επικρατεί στην Άγκυρα και η οποία κορυφώθηκε αφενός με την εισβολή στη Συρία και αφετέρου με τη συνεχή εκτόξευση απειλών για χρήση βίας κατά της Ελλάδας και της Κύπρου.
Τόσο οι ισχυρισμοί υψηλόβαθμων αξιωματούχων για αφαίρεση τις προηγούμενες ημέρες σημαίας από ελληνική βραχονησίδα, όσο, πολύ περισσότερο, η τελευταία προκλητική δήλωση για την κυριαρχία στα Ίμια, η οποία έγινε μόλις λίγη ώρα προτού ανακοινωθεί η 24η Ιουνίου ως η ημερομηνία προσφυγής στις πρόωρες κάλπες, επιβεβαίωσαν όσους διέβλεπαν πίσω από την κινητικότητα και τη ρητορική του Ερντογάν προθέσεις για να προλειανθεί το έδαφος που θα επέτρεπε στον τελευταίο να διατηρήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων στο εσωτερικό της χώρας του.  
Όπως και να έχει, το βέβαιο είναι ότι η δική μας πλευρά θα πρέπει να οπλιστεί με μεγάλη υπομονή για το διάστημα της προεκλογικής περιόδου που θα διατρέχει την ιδιότυπη πολιτική ζωή που υπάρχει στη γειτονική χώρα, όπου τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, με αφορμή ή πρόσχημα το (υποτιθέμενο) πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, έχουν καταπνιγεί οι περισσότερες αντιπολιτευτικές φωνές.
Και θα πρέπει μάλλον να… ευχόμαστε οι δημοσκοπήσεις να δείχνουν άνετη επικράτηση για τον νυν -και αεί;- Πρόεδρο έτσι ώστε ο ίδιος και οι συνεργάτες του να ρίξουν κάπως τους πολεμικούς τόνους που χρησιμοποιούν εναντίον της χώρας μας, αναλογιζόμενοι, ενδεχομένως, ότι τα ήρεμα νερά στο Αιγαίο μπορεί να σταματήσουν την κατακρύλα της τουρκικής οικονομίας.
Ο θετικός, άλλωστε, πρώτος αντίκτυπος που είχε στην πολύπαθη τουρκική λίρα η ανακοίνωση των πρόωρων εκλογών ήταν μια σαφής ένδειξη ότι ο κόσμος της οικονομίας επιθυμεί να επικρατήσουν συνθήκες σταθερότητας στη γείτονα τις οποίες, καλώς ή κακώς, στην παρούσα φάση ο μόνος που μπορεί να τις εξασφαλίσει είναι ο Ερντογάν. Εξάλλου, είτε μας αρέσει είτε όχι, οι αντίπαλοί του είναι, δυστυχώς, περισσότερο πολεμοκάπηλοι από εκείνον και διαγ(κ)ωνίζονται για το ποιος θα φανεί πιο πολεμοχαρής.
Επειδή, όμως, δεν πρέπει να τρέφουμε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες ότι μπορεί ο Ερντογάν να μεταμορφωθεί και από «γεράκι του πολέμου» να γίνει «περιστέρι της ειρήνης», διακυβεύοντας το πολιτικό του μέλλον και πιθανότατα την ίδια την υπόστασή του, δεν χρειάζεται να βγει λάθος μήνυμα και να νομίσει κανείς ότι μειώθηκαν οι κίνδυνοι από το γεγονός ότι προκηρύχθηκαν εκλογές στη γειτονική χώρα.
Οι τουρκικές διεκδικήσεις εις βάρος ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι πολύ παλαιές και εκείνο που τις διαφοροποιεί σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι το τελευταίο διάστημα αναβαθμίστηκαν χάρις και σε μια σειρά αφελείς χειρισμούς της δικής μας πλευράς η οποία συμβαίνει να έχει στη διακυβέρνησή της ένα συνονθύλευμα προσώπων που λειτουργούν κατά τρόπον που παραπέμπει στη ρήση ότι «δεν γνωρίζει η αριστερά τι ποιεί η δεξιά».
Διότι αν είναι μια φορά προβλέψιμος ο Ερντογάν, είναι πολύ περισσότερο ο Αλέξης Τσίπρας ο οποίος ελάχιστα απέχει από την εποχή που με δήθεν ιερή οργή αναρωτιόνταν αν «έχει σύνορα η θάλασσα». Και με την ίδια αφελή άγνοια κινούνται ο ίδιος και οι συνεργάτες του όταν καταφέρονται κατά των νεαρών από τους Φούρνους που ύψωσαν σημαίες στις ακατοίκητες βραχονησίδες υποστηρίζοντας ότι «δεν μπορούν ιδιώτες να ασκούν εξωτερική πολιτική».
Για να ασκηθεί εξωτερική πολιτική από ιδιώτες θα πρέπει να μην έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους εκείνοι που είναι επιφορτισμένοι με αυτό το καθήκον. Και, κακά τα ψέματα, αυτό ακριβώς ζούμε εδώ και πολύ καιρό, καθώς άλλα λέει και πράττει ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος, άλλα ο νεοφώτιστος αναπληρωτής του Φώτης Κουβέλης, άλλα ο υπουργός Εξωτερικών και άλλα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Όλοι αυτοί φλυαρούν με αντικρουόμενες κρίσεις και εκτιμήσεις για γεγονότα και καταστάσεις χωρίς ούτε μια φορά να έχουν καθίσει γύρω από το ίδιο τραπέζι…
Υ.Γ.: Α, και με την ευκαιρία ξέρει κανείς τι έχει απογίνει εκείνο το «Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας» για το οποίο -εν χορδαίς και οργάνοις- κλήθηκε στο Μαξίμου ο Σταύρος Θεοδωράκης για να δώσει τα φώτα του στον κ. Τσίπρα; Μάλλον θα ξαναβγεί στο προσκήνιο όταν εκτιμηθεί ότι η δημιουργία του δημιουργεί προβλήματα στην αντιπολίτευση. Προβλέψιμα πράγματα, δηλαδή.

Πέμπτη 12 Απριλίου 2018

Το κάρο (της συνεργασίας) μπροστά από το άλογο (των εκλογών)



            Απορεί κανείς παρακολουθώντας τη δημόσια συζήτηση που γίνεται εδώ και καιρό για τις εξελίξεις οι οποίεςμπορεί να προκύψουν την επομένη της προσεχούς εκλογικής αναμέτρησης και μένει έκπληκτος με τη σεναριολογία που αναπτύσσεται και τους υπολογισμούς που γίνονται τόσο από πολιτικά στελέχη όσο και απόαυτοαναγορευθέντες «αναλυτές».
            Η πρώτιστη απορία που δημιουργείται είναι πως μπορεί να προεξοφλεί κάποιος το μετεκλογικό σκηνικό όταν δεν είναι, ούτε κατά προσέγγιση, γνωστός ο χρόνος που θα στηθούν οι επόμενες κάλπες. Πολύ περισσότερο, όταν είναι άγνωστες οι συνθήκες υπό τις οποίες θα πορευθεί η χώρα προς τις εκλογές και γίνονται ακόμη πιο περίπλοκες με τα σύννεφα που συσσωρεύονται στον διεθνή ορίζοντα που μας περιβάλει. 
Εκείνο, όμως, που εκπλήσσει είναι η πιθανολόγηση που κάνουν ορισμένοι για τη στάση που μπορεί να τηρήσει το Κίνημα Αλλαγής, το οποίο εμφανίζεται ως «πολύφερνη νύφη» που φλερτάρεται ένθεν κακείθεν. Ενώ ακόμη πιο εκπληκτική είναι η απαίτηση που έχουν ένιοι εξ αυτών να δεσμευτεί εκ των προτέρων η ηγεσία τουνεοσύστατου φορέα για τις συνεργασίες που είναι διατεθειμένη να κάνει μετά τις εκλογές. Αν, δηλαδή, θα συμμαχήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ ή αν θα συγκυβερνήσει με τη Νέα Δημοκρατία.
Τα διλήμματα αυτού του είδουςμαρτυρούν, από τη μια, παντελή άγνοια των κανόνων διεξαγωγής του εκλογικού παιχνιδιού, κυρίωςόταν τίθενται από στελέχη του ίδιου του Κινήματος Αλλαγής. Από την άλλη, όμως, αποκαλύπτουν σκόπιμη κουτοπονηριά, όταν προβάλλονται από τους αντιπάλους του. Οι οποίοι στην πραγματικότητα δεν επιδιώκουν παρά τον εγκλωβισμό και τη λεηλασία των ψηφοφόρων του Κέντρου οι οποίοι απορρίπτουν εξίσου την κλασσική Δεξιά και την παραδοσιακή Αριστερά.
Όποιος διαθέτει στοιχειώδεις γνώσεις για τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων και το εκλογικό σύστημα με το οποίο θα γίνουν οι επόμενες εκλογές, ξέρει ότι ο ρυθμιστικός ρόλος τον οποίο, ως τρίτο κόμμα και ανεξαρτήτως του ποσοστού, θα διαθέτει το Κίνημα Αλλαγής δεν είναι παρά να συνάψει κυβερνητική συμμαχία με το κόμμα που θα κόψει πρώτο το νήμα της κάλπης. Και αυτό, μάλιστα, υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι ο νικητής των εκλογών δεν θα έχει αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, παρά το «μπόνους» των 50 εδρών,το οποίο θα καρπωθεί είτε έχει προβάδισμα δέκα μονάδων είτε… μιας ψήφου.
Με άλλα λόγια, το εκλογικό σύστημα των προσεχών εκλογών και η διάρθρωση του εγχώριου σκηνικού -μετους βουλευτές της Χρυσής Αυγής και του ΚΚΕ να μην  υπολογίζονται για τον σχηματισμό συμμαχικού κυβερνητικού σχήματος- δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για βιώσιμη συνεργασία ανάμεσα στο δεύτερο και στο τρίτο κόμμα. Αποκλείεται δηλαδή να εφαρμοστεί στα καθ΄ ημάς το προηγούμενο της κυβέρνησης Κόστα στην Πορτογαλία ανάμεσα στους δεύτερους Σοσιαλιστές και στο τρίτο σε δύναμη κόμμα της Αριστεράς.
Στην ελληνική εκδοχή, ο δεύτερος με τον τρίτο ή και τον τέταρτο δεν μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση, επειδή δεν βγαίνουν οι αριθμοί. Και γι΄ αυτό τη μόνη συμμαχία την οποία μπορεί να συνάψουν, εφόσον το πρώτο κόμμα δεν διαθέτει151 βουλευτές, είναι για να οδηγήσουν τη χώρα σε νέες εκλογέςοι οποίες αυτή τη φορά -πρέπει να υπομνηστεί ότι- θα γίνουν με απλή αναλογική.
Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, την επομένη των προσεχών εκλογών τα πράγματα για το Κίνημα Αλλαγήςείναι πολύ απλά: Θα βρεθεί ενώπιον διλήμματος μόνον εφόσον το πρώτο κόμμα δεν έχει αυτοδυναμία. Και το δίλημμά του θα είναι ένα και μόνο: Θα συνεργαστεί με το πρώτο κόμμα ή θα προκαλέσει εκλογές; Καλώς ή κακώς, οποιοδήποτε άλλο σενάριο είναι άνευ αντικειμένου. Όπως άνευ αντικειμένου είναι και οι συζητήσεις που έχουν ανοίξει και θυμίζουν τη ρήση με το κάρο που μπαίνει μπροστά από το άλογο.
Το Κίνημα Αλλαγής, εν ολίγοις, αν θέλει να κατοχυρώσει την αυθυπαρξία του, δεν έχει παρά να προβάλει τις όποιες διαφορές έχει από τη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ. Και να περιμένει να δει εάν οι ψηφοφόροι που θα πείσει στις επερχόμενες εκλογές θα είναι τόσο πολλοί ώστε να του δώσουν τον μοναδικό ρυθμιστικό ρόλο τον οποίο μπορεί να διεκδικήσεικαι που είναι να συμμετάσχει σε κυβέρνηση με τον πρώτο ή να προκαλέσει επαναληπτικές εκλογές.
Εφόσον είναι πρώτη και χωρίς αυτοδυναμία η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να διαβουλευτεί μαζί της. Ό,τι και αν λένε τώρα ο Κουρουμπλής με τον Σκουρλέτη. Το ίδιο θα κάνειεφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ, ανατρέποντας όλα τα προγνωστικά, καταφέρει να καλύψει τη διαφορά του τον χωρίζει με τη Νέα Δημοκρατία και δεν είναι στη Βουλή οι ΑΝΕΛ του Καμμένου για να συγκυβερνήσουν. Ό,τι και αν λέει ο Σαμαράς ή όποιος άλλος νεοδημοκράτης, το Κίνημα Αλλαγής με τον (υποθετικά πρώτο) ΣΥΡΙΖΑ θα συζητήσει για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Άρα, στην κούρσα των εκλογών, ας μπει το άλογο μπροστά από το κάρο της συνεργασίας και όλα θα επιλυθούν από τη λαϊκή ετυμηγορία. 

Πέμπτη 5 Απριλίου 2018

Ο…θεός της Ελλάδος να βάλει το χέρι του!



Θα είναι ευχής έργο να είναι σοβαροί και έμπειροι οι διπλωματικοί υπάλληλοι της τουρκικής πρεσβείας στην Αθήνα που είναι επιφορτισμένοι με την υποχρέωση της αποδελτίωσης των δηλώσεων τις οποίες κάνουν οι έλληνες αξιωματούχοι.
Διότι μόνον έτσι μπορεί να ελπίζουμε ότι αξιολογούν σωστά τη βαρύτητα των όσων ακούγονται από το πρωί ως το βράδυ στους τηλεοπτικούς δέκτες της ελλαδικής επικρατείας από κάθε λογής εγχώριους πολιτικάντηδες που σηκώνουν τους τόνους της αντιπαράθεσης για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης.
Όταν, για παράδειγμα, συντάσσουν έκθεση για τις δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών σύμφωνα με τις οποίες «η Τουρκία γνωρίζει ότι δεν μπορεί να κερδίσει τυχόν πόλεμο στο Αιγαίο Πέλαγος καθότι η Ελλάδα διαθέτει ισχυρές ένοπλες δυνάμεις», θα πρέπει να ενημερώνουν τους προϊσταμένους τους ότι πρόκειται για τον Γιώργο Κατρούγκαλο.
Θα πρέπει, δηλαδή, να επισημαίνουν ότι είναι λεγόμενα του πολιτικού ο οποίος, ενώ κατακρεουργούσε τις συντάξεις της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων,διαβεβαίωνε με απαράμιλλο αμοραλισμό και μοναδική κυνικότητα τους συνταξιούχους ότι δεν θα υποστούν μειώσεις αλλά αντιθέτως θα δουν σταδιακά τα εισοδήματά τους να αυξάνονται.
Όση αξία είχαν εκείνες οι διαβεβαιώσεις για τις συντάξεις,άλλη τόση έχουν και όλα όσα λέει τώρα για τα ελληνοτουρκικά μιλώντας με τη γνωστή δικηγορίστικη αμετροέπεια που τον διακρίνει και η οποία του επιτρέπει να εκφράζει απόψεις επί παντός του επιστητού αδιαφορώντας για τις συνέπειες που έχουν οι ισχυρισμοί του.
Δυστυχώς, όμως, δεν είναι ο κ. Κατρούγκαλος το μόνο κυβερνητικό στέλεχος το οποίο, επιδιώκοντας, τάχατες, να καθησυχάσει την εγχώρια κοινή γνώμη, ρίχνει λάδι στη φωτιά και ακολουθεί τη φρενίτιδα της φραστικής αντιπαράθεσης που σκόπιμα καλλιεργείται από την ηγεσία της Άγκυρας.
Από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος προ ημερών υποστήριζε από τα Ψαρά ότι «αν η Τουρκία θελήσει να κάνει θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, θα είναι σαν να πυροβολεί τα πόδια της», έως τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Πάνο Καμμένο, ο οποίος δεν χάνει ευκαιρία να απαντά στις προκλήσεις των απέναντι με ισχυρισμούς του τύπου«αν έχουν τα κότσια, ας τολμήσουν να αμφισβητήσουν έστω και ένα χιλιοστό», η ελληνική πολιτική ηγεσία φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται ότι ο διαγ(κ)ωνισμός των ψευτοπαληκαρισμών δεν είναι προς όφελος της δικής μας πλευράς.
Ακόμη και όταν η εκτόξευση απειλών γίνεται για να απαντηθούν υπερβολές που διατυπώνονται στην Άγκυρα και στην Κωνσταντινούπολη, το αποτέλεσμα είναι εις βάρος των συμφερόντων μας. Η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκή χώρα και η υπεράσπιση των δικαίων της δεν μπορεί να γίνεται με ανέξοδες απειλές που μας εξισώσουν με τον ταραξία της περιοχής που όλοι ξέρουν ότι είναι η Τουρκία.
Οι συνεχείς προκλήσεις που δεχόμαστε το τελευταίο διάστημα δεν αντιμετωπίζονται παρά μόνον με σοβαρότητα, ψυχραιμία και αποτελεσματικότητα που επιβάλλεται να χαρακτηρίζουν τις κινήσεις και τις πρωτοβουλίες της ελληνικής πλευράς. Το πρόσφατο ανακοινωθέν της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την αποδοκιμασία των εταίρων μας προς τη γείτονα, μπορεί να μην επιλύει -και πώς θα μπορούσε άλλωστε;- τα προβλήματα που μας δημιουργεί η τελευταία, αναμφισβήτητα, όμως, είχε πολλαπλάσια σημασία από τους λεονταρισμούς των Ελλήνων υπουργών.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, εξάλλου, ότι θα επιμεριστεί κυρίως στη χώρα μας η ζημιά που μπορεί να προκληθεί από τη συνεχή όξυνση και πολύ περισσότερο από ένα πιθανό θερμό επεισόδιο, το οποίο θα προέλθει είτε «από ατύχημα», όπως προειδοποιεί ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ, είτε από κακόβουλη τουρκική ενέργεια. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η Τουρκία βρίσκεται από καιρό σε εμπόλεμη κατάσταση, ενώ οι ατομικές ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών της έχουν υποστεί βάναυσους περιορισμούς. Και, είτε το θέλουμε είτε όχι, η απώλεια της ανθρώπινης ζωής δεν έχει εκεί την ίδια επίπτωση που έχει στα δικά μας μέρη.
Γι΄ αυτούς και για πολλούς άλλους λόγους, με κυριότερο ίσως ότι, σε αντίθεση με την τουρκική, η ελληνική οικονομία ζει και αναπνέει χάρις στον τουρισμό, επιβάλλεται να επικρατήσει νηφαλιότητα από τη δική μας πλευρά και να μπει φρένο στις αμετροεπείς δηλώσεις αξιωματούχων. Το φρόνημα των Ελλήνων δεν τονώνεται με υπερφίαλους -και «υπερτροφικούς», όπως θα έλεγε ο Φώτης Κουβέλης πριν υποπέσει και ο ίδιος στον ίδιο πειρασμό- βερμπαλισμούς. Αλλά με αρραγές εσωτερικό μέτωπο, με εγρήγορση και ετοιμότητα, καθώς και με τις κατάλληλες διπλωματικές συμμαχίες που εδράζονται στα κοινά συμφέροντα και όχι σε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες.
Για να συμβεί, όμως, κάτι τέτοιο, εκείνο που πρωτίστως χρειάζεται είναι να πάψουμε να έχουμε στα πράγματα το σημερινό σκορποχώρι και να αποκτήσουμε μια σοβαρή και υπεύθυνη κυβέρνηση που τα στελέχη της θα έχουν ενιαία γραμμή και στάση. Έως ότου γίνει αυτό, ας ευχηθούμε ο... θεός της Ελλάδος να βάλει το χέρι του.