Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 18 Απριλίου 2019

Γερμανικές επανορθώσεις: ένας «μύθος» λιγότερος;


            Η Απόφαση για τις «γερμανικές επανορθώσεις» που έλαβε χθες η Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων –«με ευρύτατη πλειοψηφία», όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρός της Νίκος Βούτσης- θα μπορούσε, υπό μία έννοια, να αποδειχθεί και… ιστορική.
Μόνον, όμως, που η «ιστορικότητα» της δεν έγκειται στο γεγονός ότι τα όσα διημείφθησαν στην πολύωρη κοινοβουλευτική διαδικασία συζήτησης του θέματος σηματοδοτούν κάτι καινούργιο επί του χρονίζοντος ζητήματος των αξιώσεων της χώρας μας έναντι της Γερμανίας.
Το αντίθετο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς. Διότι, πέρα από τους βερμπαλισμούς που περίσσεψαν στις αγορεύσεις των περισσότερων βουλευτών που μίλησαν, εκείνο που συνάγεται δεν είναι παρά η (μάλλον) άδοξη κατάληξη μιας υπόθεσης πάνω στην οποία «επενδύθηκαν» μείζονες πολιτικές αυταπάτες και καλλιεργήθηκαν πολυετείς παραπλανήσεις του ελληνικού λαού.
Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι μια μεγάλη μερίδα συμπατριωτών μας πίστεψε και ψήφισε κόμματα και πολιτικούς που ισχυρίζονταν ότι η χώρα θα ξεχρέωνε με τα δισεκατομμύρια τα οποία θα ελάμβανε από τις γερμανικές επανορθώσεις. Θα έκανε κατόπιν «σεισάχθεια» σε όλους με τα χρήματα που θα αποκόμιζε από τη «λίστα Λαγκάρντ». Και θα επέστρεφε μισθούς και συντάξεις με τις εισπράξεις από την πάταξη των λαθρεμπορίου και από τις… άδειες για τις τηλεοπτικές συχνότητες.
Ακόμη και κατά τεκμήριο σοβαροί άνθρωποι –αν θεωρηθεί ότι αυτός ο χαρακτηρισμός συνάδει με πανεπιστημιακούς που έκαναν τόσο αφελείς και ακραία λαϊκίστικες προσεγγίσεις- όταν καλούνταν να απαντήσουν που θα βρεθούν τα 12 δισ. για το περιώνυμο «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» που είχε εξαγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015, δεν απέφευγαν τον πειρασμό να αναμασούν τέτοιου είδους αυταπόδεικτες βλακείες με τις οποίες δηλητηρίαζαν τους Έλληνες οι οποίοι, εξ αυτού, δεν συνειδητοποίησαν ποτέ τις γενεσιουργές αιτίες και το εύρος της παρατεταμένης κρίσης που βιώνουμε.
Αφού ήταν τόσο απλό να εγγράψουμε στον κρατικό προϋπολογισμό τα 400 και… βάλε δισεκατομμύρια που μας χρωστούν οι Γερμανοί, όπως ισχυρίζονταν στελέχη της σημερινής κυβέρνησης, δεν υπήρχε λόγος να προβληματιζόμαστε για την αποπληρωμή του ελληνικού δημοσίου χρέους που ήταν κατά τι μικρότερο. Μπορούσαμε να το… συμψηφίσουμε με τις γερμανικές επανορθώσεις και να μας μείνει και υπόλοιπο για να χαρίσουμε τα ιδιωτικά χρέη από τα στεγαστικά δάνεια, τις απλήρωτες κάρτες και ό,τι άλλο.
Ακούγονται, ίσως, αστεία όλα αυτά στην παρούσα συγκυρία. Αλλά όσοι διαθέτουν στοιχειώδη μνήμη είναι δύσκολο να ξεχάσουν τον χλευασμό με τον οποίο αντιμετωπίζονταν εκείνοι που προειδοποιούσαν για την φθηνή εξαπάτηση που υφίσταντο οι Έλληνες με αυτές τις γελοίες υποσχέσεις:  για τη «λίστα Λαγκάρντ», το λαθρεμπόριο, τις τηλεοπτικές άδειες και, πολύ περισσότερο, τις γερμανικές οφειλές.
Όποιος έχει την παραμικρή αμφιβολία για τη διάσταση του θέματος, δεν έχει παρά να ανατρέξει στην ίδια την χθεσινή Απόφαση της Βουλής. Και δεν χρειάζεται να είναι συνταγματολόγος για να ξέρει ότι θεσμικά είναι παντελώς ανίσχυρο αυτό που έγινε χθες, καθώς ούτε το Σύνταγμα ούτε ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπουν την έκδοση «Ψηφίσματος», όπως οιωνεί ήταν ο χαρακτήρας της επίμαχης Απόφασης της Ολομέλειας της Βουλής.
Αρκούν, άλλωστε, οι διατυπώσεις της ίδιας της Απόφασης για να αντιληφθεί ο οιοσδήποτε το άδοξο τέλος στο οποίο ουσιαστικά οδηγείται η πολυδιαφημισμένη διεκδίκηση. Η Βουλή των Ελλήνων δεν κάνει τίποτε περισσότερο από να «καλεί την ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε όλες τις ενδεδειγμένες, ιδίως τις διπλωματικές και νομικές, ενέργειες για τη διεκδίκηση των οφειλών και την πλήρη ικανοποίηση όλων των αξιώσεων του Ελληνικού Κράτους από τον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Με βάση, λοιπόν, τη συγκεκριμένη Απόφαση, η κυβέρνηση, όπως ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, θα προβεί τις επόμενες ημέρες σε «ρηματική διακοίνωση» προς το Βερολίνο, κάτι, βεβαίως, που έχει ξαναγίνει στο παρελθόν επί άλλων κυβερνήσεων, χωρίς, όμως, να… συγκινηθούν οι Γερμανοί οι οποίοι (επι-)μένουν στην… ηθική και μόνονν διάσταση της αναγνώρισης των θηριωδιών εις βάρος των Ελλήνων κατά τη ναζιστική Κατοχή.
Στην ίδια, εξάλλου, την Απόφαση γίνεται η παραδοχή ότι η προεργασία για τις διεκδικήσεις ξεκίνησε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και η ότι η σημερινή κυβέρνησης κρατούσε το σχετικό Πόρισμα που καταρτίστηκε από Διακομματική Επιτροπή επί σχεδόν τρία χρόνια στα συρτάρια της Βουλής, από όπου ανεσύρθη τώρα για να χρησιμοποιηθεί στην αρξάμενη προεκλογική περίοδο.
Ο Αλέξης Τσίπρας δικαιολόγησε την καθυστερημένη ανάσυρση με τον ισχυρισμό ότι δεν ήθελε να  δοθεί «το δικαίωμα στους κακεντρεχείς που παραμονεύουν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης να επαναλάβουν όσα άθλια είπαν το 2015…». Και ότι το κάνει τώρα που «η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Η ολοκλήρωση του προγράμματος, η έξοδος από την μνημονιακή επιτροπεία, η εξομάλυνση και η θεαματική βελτίωση στη συνέχεια των σχέσεων με τη Γερμανία έχουν δημιουργήσει ένα θετικό περιβάλλον, μια συνθήκη αλληλοκατανόησης, συνεργασίας και εμβάθυνσης του διαλόγου».
Πολλά ψέματα, μαζεμένα στην ίδια πρόταση. Ας μείνουμε μόνον σε δύο: Πρώτον, ήταν ο ίδιος και οι συνεργάτες του που το 2015 φαντασιώνονταν διαγραφή του χρέους μέσω συμψηφισμού με τις γερμανικές επανορθώσεις. Και δεύτερον, τη ώρα που διατυμπάνιζε την «έξοδο από τη μνημονιακή επιτροπεία», η κυβέρνησή του έπαιρνε πίσω το νομοσχέδιο για τις 120 δόσεις προς την εφορία και τα Ταμεία επειδή δεν είχε τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών.
Υ.Γ.: Το γεγονός ότι, μαζί με τους κυβερνητικούς, την Απόφαση για τις επανορθώσεις ψήφισαν –εκόντες, άκοντες- και οι αντιπολιτευόμενοι βουλευτές, δεν περιποιεί τιμή στο πολιτικό μας σύστημα. Αλλά, κακά τα ψέματα, ο λαϊκισμός δεν είναι εύκολο να ηττηθεί. Πολύ περισσότερο όταν υιοθετείται από την κυβερνητική εξουσία. Γι΄ αυτό και ο «μύθος» των επανορθώσεων -έστω και αποδυναμωμένος από την άδοξη εξέλιξη που προσέλαβε- θα συνεχίσει μάλλον να μας ταλαιπωρεί…

Πέμπτη 11 Απριλίου 2019

Ένας αλγόριθμος για τα χρέη των κομμάτων


Τώρα που για τις ανάγκες της απεγνωσμένης προσπάθειας της κυβέρνησης να αλλάξει η ανεπίστρεπτη πορεία που φαίνεται να έχουν λάβει οι πολιτικές εξελίξεις ανασύρθηκε για μια ακόμη φορά στην επιφάνεια το ζήτημα των δανείων των κομμάτων, είναι ίσως μια καλή ευκαιρία για να αντιμετωπιστεί ριζικά το σημαντικό αυτό θέμα.
Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι έχουν δίκιο όσοι –ανάμεσά τους και κυβερνητικοί παράγοντες- υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να επιβαρυνθούν ούτε οι φορολογούμενοι πολίτες ούτε οι τράπεζες από τυχόν διαγραφή των συγκεκριμένων χρεών τα οποία συσσωρεύθηκαν στην πορεία των πολλών τελευταίων χρόνων και κυρίως πριν το ξέσπασμα της κρίσης της περιόδου 2009 - 2010.
Τούτου δοθέντος, ο δικαιότερος επιμερισμός των βαρών αυτών είναι με την κατανομή τους σε όσους επωφελήθηκαν από τις δαπάνες που έκαναν τα κόμματα τα προηγούμενα χρόνια. Με άλλα λόγια, τα χρέη του κάθε κόμματος να καταλογιστούν αναλογικά σε εκείνους οι οποίοι κατέλαβαν –κοινοβουλευτικά ή κυβερνητικά- αξιώματα πολιτευόμενοι με τη σημαία του κόμματος που χρωστάει.
Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να είναι υπόλογα για τις οφειλές των κομμάτων τους τα στελέχη της νεότερης γενιάς που δεν συμμετείχαν στην πολιτική ζωή όταν εκτοξεύθηκαν οι δαπάνες. Και, την ίδια ώρα, να απαλλάσσονται εκείνοι που καρπώθηκαν τα ωφελήματα από τις πολυδάπανες προεκλογικές εκστρατείες του παρελθόντος στις οποίες επιδίδονταν όλα τα κόμματα.
Για να γίνει πιο σαφές, ας το πούμε και με ονόματα: Από πού κι ως που είναι μόνος υπόλογος για τα χρέη του ΠΑΣΟΚ ο σημερινός γραμματέας του Κινήματος Αλλαγής Μανώλης Χριστοδουλάκης και απαλλάσσονται κάθε ευθύνης η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου ή ο Γιάννης Ραγκούσης, που ήταν γραμματείς του ΠΑΣΟΚ όταν δημιουργήθηκε το βουνό με τα χρέη;
Ο νεαρός Χριστοδουλάκης ήταν πολιτικά «αγέννητος» όταν οι προκάτοχοί του απολάμβαναν το νέκταρ της εξουσίας που τους εξασφάλιζαν τα αξιώματα που ανέλαβαν ως μέλη της Βουλής και της Ευρωβουλής αλλά και ως υπουργοί των κυβερνήσεων της περιόδου που έγιναν οι δαπάνες για τις οποίες βαρύνεται σήμερα ο συγκεκριμένος πολιτικός χώρος.
Το ίδιο ισχύει ακόμη και για τη Φώφη Γεννηματά. Η σημερινή πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και του Κινήματος Αλλαγής είναι βουλευτής και διετέλεσε υπουργός πολύ μικρότερο διάστημα από, π.χ., τον Στέφανο Τζουμάκα, ο οποίος θήτευσε στο Κοινοβούλιο από το 1977 έως το 2007, που ο λαός της Β΄ Αθηνών τον… συνταξιοδότησε. Ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα, το 2011, διεκδίκησε και την ηγεσία του κόμματος που σήμερα καταγγέλλει ότι κατέστρεψε η χώρα, πριν στήσει το δικό του κομματικό «μαγαζί», που αποδοκιμάστηκε από τους πολίτες, για να καταλήξει στον ΣΥΡΙΖΑ.
Μερίδια –μικρότερα, ενδεχομένως- στα χρέη του ΠΑΣΟΚ αναλογούν και στα υπόλοιπα στελέχη του που συνέχισαν επίσης την πολιτική τους στον ΣΥΡΙΖΑ: από τη Λούκα Κατσέλη και τον Μάρκο Μπόλαρη έως τη Θεοδώρα Τζάκρη και τον Θάνο Μωραϊτη. Ακόμη και ο Αντώνης Κοτσακάς, ο οποίος έχει πάψει από χρόνια να είναι βουλευτής και υπουργός, έχει σίγουρα μεγαλύτερη ευθύνη για το άγος του ΠΑΣΟΚικού χρέους από αρκετά εν ενεργεία στελέχη του Κινήματος Αλλαγής.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα των πραγμάτων και στη Νέα Δημοκρατία. Ο Πάνος Καμμένος έχει διατελέσει πολύ περισσότερα χρόνια βουλευτής με τη γαλάζια παράταξη από εκείνα που θητεύει στα κοινοβουλευτικά έδρανα ο νυν αρχηγός της Κυριάκος Μητσοτάκης.
Όπως και η Έλενα Κουντουρά με την Κατερίνα Παπακώστα κάθησαν στα κοινοβουλευτικά έδρανα πολύ περισσότερο από αρκετούς σημερινούς βουλευτές της ΝΔ, οι οποίοι, σε αντίθεση με τις δύο υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μετείχαν στα πολιτικά πράγματα και δεν είχαν λόγο όταν δημιουργήθηκαν τα ασήκωτα χρέη της παράταξης τους.
 Αν, πράγματι, στην κυβέρνηση και στον ΣΥΡΙΖΑ ενδιαφέρονται για να πληρωθούν τα χρέη των κομμάτων –μεταξύ των οποίων είναι και τα δικά τους, που όταν χάσουν την εξουσία και τους μειωθεί η κρατική επιχορήγηση θα φανεί το πραγματικό τους ύψος- δεν έχουν παρά να λάβουν μέριμνα για τον δίκαιο επιμερισμό τους σε εκείνους που τα δημιούργησαν.
Η λύση είναι απλή και, εφόσον υπάρξει και η σχετική πολιτική βούληση, μπορεί να αποδειχθεί και άμεσα εφαρμόσιμη ως εξής:
1. Κατ΄ αρχήν, να καταγράφουν, σε ξεχωριστές λίστες ανά κόμμα, όσοι όλοι διετέλεσαν βουλευτές, ευρωβουλευτές, υπουργοί και υφυπουργοί τα τελευταία 20 ή 30 χρόνια.
2. Εν συνέχεια, από τους ισολογισμούς των κομμάτων να βρεθούν οι χρονιές των ελλειμμάτων και της δημιουργίας των χρεών με αφαίρεση των εσόδων από τις δαπάνες.
3. Με έναν αλγόριθμο, κατόπιν, που θα συνδέει τα δύο αυτά μεγέθη, μπορεί να υπολογιστεί η κατανομή των βαρών αναλόγως με τον χρόνο που κατείχε ο καθένας (αμειβομένη) θέση.
4. Και, τέλος, όσοι θεωρηθούν υπόλογοι να λάβουν στο σπίτι τους τον λογαριασμό που θα βγάλει ο αλγόριθμος ώστε να κληθούν να ξεπληρώσουν την υποχρέωσή τους με παρακράτηση από τον μισθό ή τη σύνταξη που λαμβάνουν σήμερα και που για τους περισσότερους είναι επακόλουθη της προγενέστερης θητείας που είχαν στο ίδιο ή άλλο κόμμα.   
Ιδού, λοιπόν, πεδίον δόξης λαμπρόν. Ένα πεδίο το οποίο μάλλον δύσκολα θα ακολουθήσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επειδή θα κινδυνεύσει να… αποψιλωθεί από στελέχη, διακινδυνεύοντας να χάσει τα κάθε λογής ρετάλια που περιμάζεψε από κάθε κατεύθυνση.
Φαντάζεστε, επί παραδείγματι, τον Σπύρο Δανέλλη να ψηφίζει για να του επιμεριστεί χρέος από την εποχή που ήταν ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, προτού, μέσω του Ποταμιού, βρει τη νέα πολιτική στέγη που θεωρεί ότι θα τον ξαναστείλει στις Βρυξέλλες;

Πέμπτη 4 Απριλίου 2019

Θα κάνουν τίμιες εκλογές, αυτοί που κλέβουν κάλπες και διαγράφουν συντάξεις;



            Την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή συνέβη κάτι το αδιανόητο: Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, γνωστός για το πάθος με το οποίο άσκησε –ως σύγχρονος… «Ιαβέρης»- τα καθήκοντα του μέλους της Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια των κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης, αν και απουσίαζε εκτός Αθηνών, εμφανίστηκε σε ονομαστική ψηφοφορία να ψηφίζει δύο φορές!
            Η ψηφοφορία διεξήχθη με το ηλεκτρονικό σύστημα που διαθέτει η Βουλή και ο ίδιος ο βουλευτής, που εκλέγεται στην περιφέρεια, είχε στείλει επιστολή με την οποία γνωστοποιούσε ότι συντάσσεται με την κομματική γραμμή. Ως εδώ, όλα καλά. Ω, του θαύματος, όμως, μόλις ολοκληρώθηκε η ψηφοφορία διαπιστώθηκε ότι είχε δοθεί για λογαριασμό του και ηλεκτρονική ψήφος!
            Τι είχε συμβεί; Κάποιος είχε πάρει τη κάρτα του βουλευτή που, όπως ειπώθηκε, την είχε στη θυρίδα που διαθέτει στα γραφεία της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος και πήγε και ψήφισε αντ΄ αυτού. Όταν από το προεδρείο εντοπίστηκε αυτή η λαθροχειρία, οι υπηρεσιακοί παράγοντες της Βουλής που είναι της εμπιστοσύνης των κυβερνώντων, έσπευσαν να καλύψουν το μείζον ζήτημα που ανέκυψε, ισχυριζόμενοι ότι αρκούσε το γεγονός πως «δεν θα μετρήσει η ψήφος του βουλευτή».
Υπό άλλες συνθήκες, θα περίμενε κανείς να… σηκωθούν και τα έδρανα για να διαμαρτυρηθούν για μια τόσο απίστευτα αντιδημοκρατική ενέργεια. Η οποία μπορεί να έγινε σε μια ψηφοφορία χωρίς σασπένς –ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ψήφιζαν μαζί το νέο πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια-, πλην, όμως, ουδείς γνωρίζει αν έχει επαναληφθεί και άλλες φορές.
Διότι, όπως αποδεικνύεται, αν κάποιος είχε ειδοποιήσει τον απόντα κυβερνητικό βουλευτή να μην στείλει επιστολική ψήφο, τότε η ψήφος του, την οποία έριξε άλλος, θα μετρούσε κανονικά. Αφού με την ηλεκτρονική ψηφοφορία δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν αυτός που χρησιμοποιεί την κάρτα είναι ο πραγματικός κάτοχός της και όχι άλλος «εντεταλμένος» είτε του ίδιου του κατόχου είτε του κόμματός του.
Όλως παραδόξως, ωστόσο, το θέμα «πνίγηκε». Η λαθροχειρία και η πλαστοπροσωπία δεν ερευνήθηκαν, όπως επιβάλει ο στοιχειώδης σεβασμός στους κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού. Ούτε φυσικά αναζητήθηκαν ο δράστης ή οι δράστες. Η τεράστια αυτή αθλιότητα θεωρήθηκε ως μη γενόμενη, λες και επρόκειτο για μια απλή παράλειψη ή ένα ακούσιο λάθος.
Το ίδιο παράδοξη είναι και η σιωπή με την οποία επιχειρείται να καλυφθούν οι σοβαρότατες καταγγελίες για την μεγάλη, όπως φαίνεται, πολιτική απάτη που έχει στηθεί γύρω από τις καθυστερήσεις στην απονομή χιλιάδων συντάξεων. Απάτη που στόχο έχει να συντηρηθεί το ψευδές αφήγημα περί υπερπλεονασμάτων που επιτρέπουν στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να μοιράζει επιδόματα στους φτωχοποιημένους Έλληνες.
Η αρμόδια υπουργός Έφη Αχτσιόγλου, η οποία υποτίθεται ότι εκπροσωπεί το νέο στην πολιτική ζωή της χώρας, έχει εκτεθεί ανεπανόρθωτα δηλώνοντας δεκάδες φορές δημόσια και μπροστά στις κάμερες ότι είναι ζήτημα λίγων μηνών η ολοκλήρωση της εκκαθάρισης. Το γεγονός ότι διασύρεται αυτοδιαψευδόμενη, κάθε φορά που θέτει καινούργιο χρονοδιάγραμμα δεν δείχνει να την απασχολεί.
Στην αρχή είχε υποσχεθεί ότι όλα θα τελείωνα τον Οκτώβριο του 2017. Μετά το πήγε τον Ιούνιο του 2018, ύστερα το μετακίνησε για τον Αύγουστο και έπειτα δεσμεύτηκε με κάθε κατηγορηματικότητα για το τέλος του περασμένου χρόνου.
Είμαστε, ωστόσο, στον Απρίλιο του 2019 και όχι μόνον δεν έχει εκκαθαριστεί το σύνολο των εκκρεμών αιτημάτων για συνταξιοδοτικές παροχές, αλλά, όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει όποιος ρωτήσει στον περίγυρο του, οι συντάξεις χορηγούνται με το σταγονόμετρο. Γι΄ αυτό και ενώ δεν βγαίνουν πολλοί νέοι συνταξιούχοι, υπάρχουν χιλιάδες απόμαχοι της ζωής που περιμένουν επί χρόνια να συνταξιοδοτηθούν, αντιμετωπίζοντας προβλήματα αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Τις διαπιστώσεις αυτές ήρθαν να επιβεβαιώσουν οι βαριές καταγγελίες των εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία ότι διαγράφονται αιτήματα για συνταξιοδοτικές παροχές, προκειμένου να αποκρυβούν από τους Έλληνες αλλά και τους… κουτόφραγκους της τρόικας –που είναι, πάντως, απορίας γιατί κάνουν τα στραβά μάτια- υποχρεώσεις που έχει το Δημόσιο.
Γεγονός αδιαμφισβήτητο αποτελεί ότι στην ψηφιακή εποχή που διάγουμε και στην οποία οι προηγμένες χώρες απονέμουν συντάξεις τον επόμενο μήνα από την αφυπηρέτηση των εργαζομένων τους, στην Ελλάδα ουδείς γνωρίζει ποιος είναι ο αριθμός των συντάξεων που εκκρεμούν. Όχι γιατί δεν ξέρουμε να μετράμε, αλλά επειδή η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δυσανεξία στη διαφάνεια και έχει πάρει διαζύγιο με την αλήθεια.
Η υποτιθέμενη, εξάλλου, διάψευση που εκδόθηκε από το γραφείο του… γνωστού θιασώτη της ειλικρίνειας υφυπουργού Τάσου Πετρόπουλου είναι αποκαλυπτική για το τι συμβαίνει: «Η ΝΔ άφησε απλήρωτες 400.000 συνταξιοδοτικές παροχές», υποστήριξε ο φιλαλήθης κυβερνητικός παράγων που βλέπει στον δρόμο ασφαλισμένους να τον αποθεώνουν. «Η σημερινή κυβέρνηση έχει εκδώσει 826.674 συνταξιοδοτικές παροχές και έχει μειώσει κατά 72% τις εκκρεμότητες», πρόσθεσε.
Ακόμη και κοντά στην πραγματικότητα αν είναι τα νούμερα που παρέθεσε, ποιος, αλήθεια, μπορεί να αντιληφθεί από την επίκλησή τους πόσες είναι οι απλήρωτες συντάξεις σήμερα;  Κανείς, φυσικά. Διότι οι άνθρωποι που δεν έχουν πρόβλημα να πλαστογραφήσουν ψηφοφορίες στη Βουλή, σιγά μην διστάσουν να κρύψουν την αλήθεια, διαγράφοντας μερικά συνταξιοδοτικά αιτήματα για να στείλουν τον λογαριασμό στην επόμενη κυβέρνηση.
Σκεφθείτε μόνον αν τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έχουν τα μάτια τους… δεκατέσσερα, πόσο τίμιες μπορεί να είναι οι επόμενες εκλογές αν αφεθούν στην ευχέρεια του ΣΥΡΙΖΑϊκού καθεστώτος.

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Αδαείς, αμαθείς, αμετροεπείς



Δεν περνάει μέρα που ένα τουλάχιστον στέλεχος της κυβερνητικής παράταξης να μην υποπέσει σε ένα ολίσθημα: πολιτικό, ηθικό, θεσμικό ή απλώς φραστικό. Είναι σαν να βρίσκονται σε έναν διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ τους για το ποιος θα δείξει τον μικρότερο σεβασμό σε όλους εκείνους που τους ψήφισαν και στους υπόλοιπους που τους ανέχονται.
Συμπεριφέρονται ως να μετέχουν σε ένα ιδιότυπο διαγωνισμό για το ποιος θα προσβάλει περισσότερο τη νοημοσύνη των πολιτών, εκστομίζοντας την πιο μεγάλη κουταμάρα, αρκεί να θεωρήσουν ότι με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζουν, για να θυμηθούμε και τον Άντι Γουόρχολ, μερικά λεπτά δημοσιότητας.
Έχουν άποψη για τα πάντα και μιλούν ανενδοίαστα για πράγματα που καταφανώς όχι μόνον δεν γνωρίζουν, αλλά, τις περισσότερες φορές, αρνούνται και να τα μάθουν ενώ επιτίθενται με θράσος σε όποιον επισημαίνει την προκλητική άγνοια και την αμάθεια που τους χαρακτηρίζει.
Με πρώτο διδάξαντα τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος με κυνική ευκολία κάνει επίδειξη γνώσεων πουόλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν έχει, με πιο χαρακτηριστική την προβληματική γλωσσομάθειά του ή την επιστημονική ημιμάθεια ακόμη και στο επιστημονικό πεδίο που υποτίθεται ότι σπούδασε, ο ένας μετά τον άλλον οι συνεργάτες του ακολουθούν την ίδια τακτική, λες και τους έχει επιλέξει ακριβώς για τα συγκεκριμένα «προσόντα» τους.
Νάρκισσοι που αρέσκονται να ακούν τη φωνή τους και ζουν για να βλέπουν τη φιγούρα τους στις τηλεοπτικές οθόνες, όταν δεν συνομιλούν με τους καθρέπτες τους, είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν τα πάντα και τα αντίθετά τους, αδιαφορώντας αν και στις δύο εκδοχές συνήθως πέφτουν έξω.  
Κανακεύουν, για παράδειγμα, με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο πρόσωπα που μέχρι πρότινος ενέτασσαν οι ίδιοι στο φαινόμενο «διαπλοκή», αλλά κουνούν το δάκτυλο στους αντιπάλους τους, κατηγορώντας τους ότι εκπροσωπούν το παλαιό και διατεινόμενοι ότι τάχατεςηγούνται προοδευτικού μετώπου το οποίο όλοι βλέπουν ότι συγκροτείται με όρους χυδαίας συναλλαγής. 
Παντογνώστες της συμφοράς, υποδύονται τους σύγχρονους… αντι-Μέτερνιχ που, αντί να υπερασπίζονται τα δίκαια της χώρας τους, μιλούν με γαλαντόμο διάθεση για τα δικαιώματα των… γειτόνων, φθάνοντας μέχρι του σημείου να απευθύνουν –σε ποιους άραγε;- νουθεσίες «να μην είμαστε μοναχοφάηδες».
Οικολόγοι της… δεκάρας που αντιλαμβάνονται την ανάπτυξη με τα φουγάρα που υψώνονται στους ουρανούς, κάνουν από τηλεοράσεως μαθήματα… γεωγραφίας, αναμασώντας προπαγανδιστικές διεκδικήσεις που είναι βέβαιο ότι δεν αντιλαμβάνονταιτη σημασία τους, πλην, όμως, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για όσο τουλάχιστον έχουν επίσημες ιδιότητες και κατέχουν αξιώματα.
Προκλητικά ανελλήνιστοι, κακοποιούν βάναυσα την ελληνική γλώσσα –«άμα τη ανάληψη…», έγραψε μόλις προχθές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η Ρένα Δούρου- και όταν διανοείται κανείς να τους υποδείξει ότι πρέπει να επανορθώσουν, περνούν στην αντεπίθεση, ζητώντας τα ρέστα επειδή… «είδαμε και τους άριστους που χρεοκόπησαν τη χώρα».
Καταφεύγουν σε λεονταρισμούς περί μονομερών ενεργειών, για να δείξουν ότι δήθεν μας έβγαλαν από το Μνημόνιο, ενώ στην πραγματικότητα υποχωρούν ατάκτως μόλις οι δανειστές δηλώσουν τη διαφωνία τους. Και, βάζοντας την ουρά κάτω από τα σκέλια, νομοθετούν υπάκουα όλα όσα τους υπαγορεύονται.
Καταστρέφουν την οικονομία, στραγγαλίζοντας την υγιή επιχειρηματικότητα, με την ακραία υπερφορολόγησηπου έχουν επιβάλει, ώστε να μοιράζουν επιδόματα και να χρηματοδοτούν ρουσφέτια, αδιαφορώντας για το συγκλονιστικό γεγονός ότι το χρέος –ιδιωτικό και δημόσιο-που θα διέγραφαν, όχι μόνον δεν μειώνεται, αλλά αυξάνεται.
Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά ακόμη, διεκτραγωδώντας τα έργα και τις ημέρες τους, αλλά ίσως είναι περιττό και μάταιο. Γιατί, κακά τα ψέματα, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια αυτό υπήρξαν πάντα: αδαείς, αμαθείς, αμετροεπείς.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι επί δεκαετίες οι Έλληνες κατέτασσαν στο πολιτικό περιθώριο τους φορείς των απόψεων που εκπροσωπούν. Όπως την ίδια τύχη επιφυλάσσουν στους ομοϊδεάτες τους στις περισσότερες χώρες του πλανήτη. Η κρίση ήταν εκείνη που τους έφερε στο προσκήνιο. Και όσο διαρκεί, θα παραμένουν στην πρώτη γραμμή.
Με άλλα λόγια, η πραγματική ανάταξη της χώρας θα ξεκινήσει μόνον όταν οι αδαείς, οι αμαθείς και οι αμετροεπείς επιστρέψουν στο περιθώριο τους. Και, φυσικά, όταν έρθουν στις θέσεις άνθρωποι που ξέρουν, μαθαίνουν και δεν λένε ό,τι τους κατεβαίνει.