Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κωνσταντίνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κωνσταντίνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2023

Σεβασμό στους νεκρούς, αλλά με ζωντανή την ιστορική μνήμη

 

Από την εποχή που ο Σοφοκλής συνέγραψε την εμβληματική τραγωδία «Αντιγόνη» για να στηλιτεύσει την ύβρι του βασιλιά Κρέοντα, ο οποίος είχε απαγορεύσει την ταφή του αδελφού της κεντρικής ηρωίδας του έργου, ο σεβασμός στους νεκρούς υπήρξε συστατικό στοιχείο της αρχαιοελληνικής παράδοσης που μεταλαμπαδεύτηκε στον δυτικό πολιτισμό και έγινε κοινό κτήμα του σύγχρονου πολιτισμένου κόσμου.

Στην πορεία των αιώνων που παρήλθαν έκτοτε, πρόσωπα ή και ολόκληροι λαοί που είτε ενέταξαν είτε όχι στην Παιδεία τους τα μηνύματα της «Αντιγόνης», «εκπαιδεύτηκαν» να εκδηλώνουν σεβασμό σε όλους όσοι εγκαταλείπουν τα εγκόσμια. Έτσι, ακόμη και σε κάποιους από τους πιο φονικούς πολέμους, οι αντιμαχόμενες πλευρές συνομολογούν εκεχειρία στις συγκρούσεις τους με στόχο να θάψουν τους νεκρούς τους.

Υπό αυτή την έννοια είναι παντελώς ακατανόητο το πάθος και το μένος με το οποίο μια πλειάδα συνελλήνων εκφράζεται αυτές τις μέρες για την εκδημία του τελευταίου (τέως) βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου. Όπως -βεβαίως, βεβαίως- και η αντίστοιχη φιλοδυναστική λαγνεία που κάποιοι άλλοι επιχειρούν να καλλιεργήσουν για προφανείς ιδιοτελείς σκοπούς που σχετίζονται με ιδεοληψία ου μην αλλά και με ψηφοθηρία.

Παρότι μας χωρίζει σχεδόν μισός αιώνας αφότου ο ελληνικός λαός με το ιστορικό δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 τερμάτισε το καθεστώς της Βασιλείας, ορισμένοι αμετανόητα επιμένουν να συντηρούν το διχαστικό πνεύμα παλαιότερων εποχών για το οποίο ο λαός μας κατέβαλε βαρύτατο τίμημα τόσο σε αδελφοκτόνο αίμα όσο, πολύ περισσότερο, σε συλλογική οικονομική ευημερία, αφού η χώρα δέσμια των εμφύλιων αντιπαραθέσεων έμεινε πίσω την ώρα που οι άλλοι κάλπαζαν προς το μέλλον.

Δίχως αμφιβολία, η μεγάλη πλειονότητα των σημερινών Ελλήνων δεν έχει μνήμες από τις εποχές οι οποίες σημαδεύτηκαν από τη διαμάχη των φιλοβασιλικών με τους αντιβασιλικούς. Ενώ και οι -μάλλον αφελείς- πολιτικές πρωτοβουλίες του προσφάτως εκλιπόντος τελευταίου -και, ως εκ τούτου, τέως- μονάρχη της Ελλάδος αποτελούν μακρινές αναμνήσεις ακόμη και για τη μικρή μειοψηφία όσων τις έζησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Όπως και να έχει, η σημερινή ελληνική πραγματικότητα σε τίποτε δεν θυμίζει την περίοδο που ο 25ετής κληρονομικός μονάρχης οδηγούσε, τον Ιούλιο του 1965, σε παραίτηση τον εκλεγμένο πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, ούτε την εποχή που, δύο χρόνια αργότερα, ο ίδιος όρκιζε τους σφετεριστές της εξουσίας -και της δικής του, εν τέλει!- χουντικούς αξιωματικούς.

Κακά τα ψέματα, όσο γραφική είναι η απόπειρα των λίγων νοσταλγών του βασιλικού θεσμού να ωραιοποιήσουν το άκρως προβληματικό παρελθόν της ελληνικής δυναστείας, άλλο τόσο άστοχοι και έξω από κάθε λογική είναι οι υπαινικτικοί ισχυρισμοί ότι το δημοκρατικό πολίτευμα που εγκαθιδρύθηκε μετά τη Μεταπολίτευση μπορεί να τεθεί σε διακινδύνευση επειδή η ελληνική Πολιτεία συναίνεσε στη διευκόλυνση των οικείων του τέως βασιλιά να κηδέψουν τον άνθρωπό τους με τον τρόπο που οι ίδιοι θεωρούν προσήκοντα.

Καθώς συμπληρώνονται, πλέον, 49 χρόνια από την αποκατάσταση της, η Δημοκρατία στην Ελλάδα είναι πολύ ισχυρή για να χρειάζεται να καταφεύγει κάποιος σε απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς προκειμένου να την υπερασπιστεί.

Γι΄ αυτό και όσοι με πάθος επιμένουν να μιλούν για «Γλίξμπουργκ», αμφισβητώντας το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού που οι ίδιοι αναγνωρίζουν σε όλους τους υπολοίπους, δεν νομίζω ότι προσφέρουν θετική υπηρεσία στο δημοκρατικό πολίτευμα. Το αντίθετο θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος. Καταβάλλουν προσπάθειες να συντηρήσουν φοβικά σύνδρομα που ουδόλως αντιστοιχούν στην εποχή μας.

Καλώς ή κακώς, για τους περισσότερους σύγχρονους Έλληνες, ο εκλιπών Κωνσταντίνος και τα μέλη της οικογενείας του αντιμετωπίζονταν και εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται ως «celebrity’s» οι οποίοι δεν συνιστούν κίνδυνο για τη δημοκρατική τάξη στη χώρα.

Προφανώς θα ήταν εντελώς διαφορετικές οι εντυπώσεις που θα δημιουργούνταν στην κοινή γνώμη εφόσον υιοθετούνταν το αίτημα κάποιων ότι έπρεπε να γίνει δημοσία δαπάνη η κηδεία του τέως βασιλιά, ο οποίος είκοσι χρόνια πριν, το 2002, είχε αποσπάσει από το ελληνικό Δημόσιο το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 13,7 εκατομμυρίων ευρώ, που του επιδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως αποζημίωση για τη λεγόμενη «βασιλική περιουσία» η οποία περιήλθε στο Δημόσιο.

Και δυστυχώς παραμένει ως τις μέρες μας πλήρως ανεκμετάλλευτη.

Ο θάνατος του τελευταίου μονάρχη που γνώρισε αυτή η χώρα, έστω και αν βασίλεψε για μόλις τρία χρόνια και αυτό συνέβη πριν από έξι δεκαετίες, συνιστά μια καλή ευκαιρία για να κλείσουν οριστικά και αμετάκλητα αρκετοί λογαριασμοί του παρελθόντος.

Με βάση, λοιπόν, τη μακραίωνη παράδοση που πρωτοκαθιερώθηκε σε τούτα τα χώματα και ισχύει σε όλη τη δημοκρατική υφήλιο είναι ιερό το δικαίωμα όλων των ανθρώπων να τιμούν τους νεκρούς τους, χωρίς διάκριση σε «γαλαζοαίματους» ή σε… κοινούς θνητούς.

Εξίσου ιερό, όμως, είναι και το δικαίωμα όλων ημών να διατηρούμε ζωντανή την ιστορική μνήμη και να διακηρύττουμε με απόλυτη κατηγορηματικότητα και ανάλογη ψυχραιμία ότι η κληρονομική μοναρχία είναι ένα καθεστώς που η εφαρμογή του επέφερε δεινά στον τόπο μας και, σε κάθε περίπτωση, δεν συνάδει με την εποχή μας.