Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

O ιός κάνει όλο το… παιχνίδι

            Την άνοιξη του 2020, όταν βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή της εξάπλωσης της πανδημίας, οι προβλέψεις ορισμένων ειδικών ότι ο ιός θα μπορούσε να προσβάλει έως και 500 χιλιάδες Έλληνες έμοιαζαν εφιαλτικές.

Τα κρούσματα στη χώρα μας προσεγγίζουν τον εντυπωσιακό αριθμό των 1,2 εκατ. μολύνσεων και, με όλα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα, ουδείς μπορεί πλέον να προβλέψει που θα φθάσουν. Όπως και οι θάνατοι που λίαν συντόμως θα σπάσουν το φράγμα των 21 χιλιάδων απωλειών και δεν χρειάζεται να παραστήσει κανείς τον μάγο για να εικάσει ότι, δυστυχώς, θα αυξηθούν κι άλλο.

            Μπορεί η δυσμενής αυτή πραγματικότητα να αφορά τον δικό μας «μικρόκοσμο», πλην, όμως, η κατάσταση δεν είναι διαφορετική ακόμη και στη μεγάλη εικόνα. Σε ολόκληρο τον πλανήτη τα κρούσματα του κορωνοϊού πλησιάζουν τα 300 εκατομμύρια και οι ανθρώπινες απώλειες πολύ σύντομα θα ξεπεράσουν τα 5,5 εκατ., αριθμός που αποτελεί ένα σύνολο θανάτων που η ανθρωπότητα έχει να γνωρίσει πολλές δεκαετίες.

            Η επέλαση της νέας μετάλλαξης «Omicron» σαρώνει σχεδόν ολόκληρη την υφήλιο, δίνοντας ημερήσιο αριθμό κρουσμάτων που μέχρι πρότινος έμοιαζε ασύλληπτος. Στις ΗΠΑ προσέγγισαν τις 500 χιλιάδες μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο. Ενώ στις εκατοντάδες χιλιάδες ανέρχονται οι επιδόσεις που καταγράφουν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία και τις δεκάδες χιλιάδες η Ισπανία, η Ιταλία, ο Καναδάς και η Ιταλία. Από κοντά και η Ελλάδα που εδώ και μέρες δίνει σταθερά πενταψήφιο αριθμό μολύνσεων και την Πέμπτη ξεπέρασε τις 35 χιλιάδες.

            Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία είναι ότι πολύ υψηλός αριθμός λοιμώξεων παρουσιάζεται ακόμη και σε χώρες, όπως η Δανία ή η Πορτογαλία, οι οποίες μέχρι πρότινος έδιναν την εντύπωση ότι είχαν θέσει υπό έλεγχο την πανδημία και δεν αντιμετώπιζαν μεγάλο πρόβλημα επειδή ο πληθυσμός τους έχει μεγάλη εμβολιαστική κάλυψη. 

            Σε πείσμα, λοιπόν, τόσο των κάθε είδους αρνητών και καταστροφολόγων, όσο και όσων αυτοεπαινούνται και εμφανίζονται ως φωτεινοί παντογνώστες, το συμπέρασμα το οποίο εξάγεται από όλα αυτά είναι ότι όλο το… παιχνίδι το κάνει ο ιός. Και το κάνει ερήμην τόσο εκείνοι που τον υποτιμούν και πέφτουν θύματα των τσαρλατάνων που εξ αρχής τον θεώρησαν «γριπούλα» όσο και εκείνων που βιάστηκαν να προαναγγείλουν το σύντομο τέλος του, διαψευδόμενοι οικτρά από τις συνεχείς μεταλλάξεις του.   

Γι΄ αυτό και ίσως η πλέον ευδιάκριτη διαχωριστική γραμμή που χωρίζει τους σοβαρούς από τους ασόβαρους ανθρώπους, είτε πρόκειται για επιστήμονες και πολιτικούς, είτε για δημοσιολόγους και απλούς πολίτες, είναι μεταξύ της αυτάρεσκης και φανατικής βεβαιότητας, από τη μια, και, από την άλλη, της μετριοπαθούς αμφιβολίας που χαρακτηρίζει όσους ενδιαφέρονται για την ουσία της επιστημονικής γνώσης.

            Κακά τα ψέματα, η μέχρι τώρα εξέλιξη της πανδημίας έδειξε ότι κανείς, όχι φυσικά μόνον στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη, δεν κατείχε, ούτε κατέχει ακόμη, την απόλυτη συνταγή που θα μπορούσε να αναχαιτίσει την επέλαση του ιού και να αποτρέψει τη διασπορά των επιπτώσεων του στις κοινωνίες και τις οικονομίες όλης της υφηλίου.

Υπήρξαν φωτισμένοι επιστήμονες και ερευνητές που άνοιξαν δρόμους για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά έναν σαφή οδικό χάρτη που να οδηγεί στο σύντομο τέλος της ουδείς κατάφερε να χαράξει. Άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, σχεδόν όλοι τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις που προκαλεί η εξάπλωση της Covid-19.    

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ο ιός διείσδυσε και εξακολουθεί να διεισδύει με την ίδια πάνω κάτω ευκολία τόσο στις ανοικτές κοινωνίες του δυτικού κόσμου όσο και στις χώρες που διοικούνται από αυταρχικές ηγεσίες. Η Κίνα, για παράδειγμα, που τον «γέννησε», είτε επί σκοπώ είτε από ατύχημα, παρά τα σκληρά και απάνθρωπα μέτρα που έχει λάβει δεν έχει ακόμη καταφέρει να υψώσει αδιαπέραστο τείχος. 

            Σε καμία περίπτωση, όμως, οι παραδοχές αυτές δεν μπορεί να ερμηνευτούν ως ισοπεδωτική εξίσωση όλων των απόψεων. Κάθε άλλο. Εξάλλου, μια από τις βασικότερες συνέπειες της πανδημίας είναι ότι έφερε στο φως ανορθολογικές πρακτικές που δεν υποψιαζόμασταν ότι είναι τόσο διάχυτες γύρω μας και αντιεπιστημονικούς τρόπους σκέψεις που δεν περνούσε από το μυαλό μας ότι έχουν τόσο μεγάλη έκταση.

            Εν ολίγοις, το βασικότερο… παιχνίδι που έκανε ο ιός είναι μάλλον ότι μας βοήθησε να γνωριστούμε. Και με τον εαυτό μας. Και με τους γύρω μας. Δεν είναι και λίγο. Ακόμη και αν το προσεγγίσει κάποιος με τη διάσταση που έχει η αρχαιοελληνική ρήση «ουδέν κακόν αμιγές καλού».

Όταν με το καλό τελειώσει η πανδημία, που θα τελειώσει, όπως τελείωσαν όλες οι πανδημίες του παρελθόντος, θα γνωριζόμαστε καλύτερα. Και θα ξέρουμε ποιοι ανήκουν στις τάξεις των ορθολογιστών και ποιοι κατατάσσονται στις κατηγορίες των ασυναίσθητων, των «ψεκασμένων», των ιδεοληπτικών και των αθεράπευτα λαϊκιστών.

Αίσιον και ευτυχές το (επερχόμενο) 2022!

 

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2021

Οι δημοσκοπήσεις ευνοούν τους τολμηρούς!

             Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και επί 75 συναπτά έτη, τόσο ο πληθυσμός των Ηνωμένων Πολιτειών, όσο και το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων που ζουν εκεί, παρουσίαζαν ανοδικές τάσεις. Η πορεία αντιστράφηκε για πρώτη φορά το 2020, τη χρονιά, δηλαδή κατά την οποία ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού.

Σύμφωνα με τα δεδομένα του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC), που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, πέρυσι το προσδόκιμο ζωής των Αμερικανών πολιτών μειώθηκε κατά ένα χρόνο και οκτώ μήνες σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο χρόνο. Για την ακρίβεια, από τα 78,8 έτη που ήταν το 2019 ο μέσος όρος ζωής όσων ζουν στις ΗΠΑ, το 2020 υποχώρησε στα 77.

Οι εκατοντάδες χιλιάδες επιπλέον θάνατοι που προκάλεσε η λοίμωξη Covid-19, η οποία έγινε η τρίτη αιτία θανάτου μετά τον καρκίνο και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, σε συνδυασμό με τους πρόσθετους περιορισμούς στη μετανάστευση που συνόδευσαν την πανδημία, είχαν ως αποτέλεσμα να παραμείνει την πρώτη χρονιά της πανδημίας σχεδόν στάσιμος ο αμερικανικός πληθυσμός. Ο οποίος, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες χώρες του δυτικού κόσμου, αντιμετωπίζει τα πολυσήμαντα φαινόμενα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης.

Στα δύο χρόνια τώρα που επελαύνει η πανδημία οι ανθρώπινες απώλειες σε όλο τον πλανήτη έχουν ξεπεράσει τα 5,4 εκατομμύρια. Και δυστυχώς, όπως όλα δείχνουν, η μακάβρια λίστα με τους θανάτους θα μακρύνει πολύ ακόμη, παρά τη μεγάλη πρόοδο της επιστημονικής γνώσης που συντελέστηκε αυτό το διάστημα, κυρίως με τα εμβόλια, δευτερευόντως με κάποια θεραπευτικά σχήματα που έσωσαν αρκετές ζωές και ενδεχομένως με τα πολυαναμενόμενα χάπια που μπαίνουν οσονούπω στη μάχη.

Αναλογιζόμενος κανείς το βαρύτατο τίμημα το οποίο έχουν πληρώσει σχεδόν χωρίς εξαίρεση όλες οι χώρες της υφηλίου, δεν μπορεί παρά να απορεί με τη συμπεριφορά τόσων συνανθρώπων μας που έχουν τη δυνατότητα να εμβολιαστούν και δεν το κάνουν. Όπως δεν μπορεί και να μην εκπλήσσεται από το γεγονός ότι τα ζητήματα της πανδημίας εξακολουθούν να γίνονται στη χώρα μας αντικείμενο οξείας κομματικής αντιπαράθεσης.

Από το ξέσπασμα της πανδημίας έως τώρα, σχεδόν δεν έχει περάσει μέρα που να μην έχει καταγραφεί μια διαφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση. Από τις μάσκες και τα παγούρια των μαθητών, έως την καθιέρωση της περιορισμένης υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών και τους περιορισμούς στην κυκλοφορία των πολιτών, από το lockdown και το click away έως τα SMS και τα κίνητρα για τον εμβολιασμό των νέων, δεν έχει υπάρξει ούτε ένα σημείο στο οποίο να συνέπεσαν οι απόψεις και οι εκτιμήσεις των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων.

Κατά έναν πολύ παράδοξο τρόπο ό,τι και να έχει κάνει ως τώρα η κυβέρνηση, η αξιωματική αντιπολίτευση δεν χάνει την ευκαιρία να καταγράψει την αντίρρηση ή τη διαφωνία της όταν δε ασκεί οξεία κριτική ή δεν εξαπολύει ανηλεή πολεμική. Όμως, όσο προφανές είναι ότι η κυβέρνηση δεν τα έκανε όλα σωστά, αφού και λάθη έγιναν και ατολμίες εμφανίστηκαν και παλινωδίες παρατηρήθηκαν, εξίσου βέβαιο είναι ότι ούτε η αντιπολίτευση κατείχε την απόλυτη αλήθεια ή γνώριζε τη χρυσή συνταγή που θα αναχαίτιζε την πανδημία και θα εξαφάνιζε κρούσματα, νοσηλείες και ανθρώπινες απώλειες.    

Η αλήθεια είναι ότι και σε άλλες χώρες παρατηρήθηκαν διαφωνίες και συγκρούσεις για τα περιοριστικά μέτρα και τα εμβολιαστικά προγράμματα. Μόνον, όμως, που οι περισσότερες κυβερνήσεις, οι οποίες, ανεξαρτήτως πολιτικού χρώματος, χειρίστηκαν την πανδημία, ήρθαν αντιμέτωπες με ακραίες ομάδες αρνητών και όχι με κανονικές πολιτικές δυνάμεις που άσκησαν παλαιότερα κυβερνητικά καθήκοντα ή φιλοδοξούν βάσιμα να ασκήσουν στο μέλλον.  

Σε καμία περίπτωση, βεβαίως, δεν είναι κακό ούτε η διαφωνία ούτε η κριτική. Αντιθέτως, θα έλεγε κανείς ότι και τα δύο είναι μέσα στα καθήκοντα της αντιπολίτευσης, η οποία έχει υποχρέωση να αναδεικνύει τα κακώς κείμενα και να στηλιτεύει τις αστοχίες, τα λάθη και τις παραλείψεις των κυβερνώντων. Έχει, ωστόσο, σημασία πως εκφράζεται η διαφωνία και πως διατυπώνεται η κριτική.

Ένα σοβαρό, για παράδειγμα, ερώτημα είναι αν η συμπαράταξη με τους αντιεμβολίαστους υγειονομικούς προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο ή πυροδοτεί το κύμα των αρνητών. Για να μην πούμε για το λάθος μήνυμα που εκπέμπεται με τον επίμονο ισχυρισμό για προσλήψεις όταν είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει διαθέσιμο προσωπικό από τις ειδικότητες (εντατικολόγοι και πνευμονολόγοι) που είναι αναγκαίες για να λειτουργήσουν καλύτερα οι ΜΕΘ.

Δεν θα είναι υπερβολή αν ισχυριστεί κάποιος ότι μόνον ένα μέρος από τον χρόνο που αφιερώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες στους καβγάδες για τις ΜΕΘ αν είχε χρησιμοποιηθεί σε μια διακομματική προσπάθεια για να ενισχυθεί η προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα όσων συμπολιτών μας εξακολουθούν να διστάζουν ή φοβούνται, τότε οι υφιστάμενες ΜΕΘ θα αρκούσαν για να νοσηλεύσουν όσους τις χρειαζόταν, παρότι έχουν εμβολιαστεί.

Κατόπιν αυτού είναι εύκολο να φανταστεί κανείς τα πολιτικά οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει ο Αλέξης Τσίπρας αν ηγείτο του αγώνα υπέρ των εμβολιασμών. Πάντως, ο αρχηγός των Βρετανών Εργατικών Κιρ Στάρμερ, που στηρίζει τα περιοριστικά μέτρα που παίρνει ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και δεν αρέσουν στα στελέχη του Συντηρητικού Κόμματος, έχει περάσει μπροστά στις δημοσκοπήσεις.

Εκτός και αν μας που πουν ότι πρόκειται κι εκεί για… συνωμοσία των «πετσομένων» δημοσιογράφων και δημοσκόπων που σπρώχνουν τον Στάρμερ, όπως υποτίθεται ότι κάνουν εδώ με τον Νίκο Ανδρουλάκη. Όπως και να έχει, πάντως, ο νεοεκλεγείς αρχηγός του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ δείχνει να τολμάει, αφού, όπως διαβάζουμε στο «Θέμα» που κυκλοφορεί, τάσσεται υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού στο Δημόσιο.

Και μπράβο του, διότι, εκτός του ότι προοδευτικοί πολίτες είναι οι λογικοί πολίτες, συμβαίνει στις κάλπες να προσέρχονται οι ζωντανοί και όχι οι… τεθνεώτες!

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2021

Να τελειώνουμε με τους (κάθε λογής) Κουρουμπλήδες

Ούτε ένας, ούτε δύο, ενενήντα εννέα Συντηρητικοί βουλευτές από το κόμμα του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον καταψήφισαν αυτή την εβδομάδα τα νέα μέτρα για την αναχαίτιση της πανδημίας του κορωνοϊού που εσπευσμένα εισηγήθηκε η κυβέρνησή τους έπειτα από ένα μεγάλο διάστημα αμεριμνησίας κατά το οποίο δεν ίσχυε σχεδόν κανένας περιορισμός, αφού ακόμη και σε κλειστούς χώρους η χρήση μάσκα ήταν απολύτως προαιρετική.

Υπό άλλες συνθήκες, η εισήγηση του Τζόνσον, ο οποίος είναι βαριά εκτεθειμένος στα μάτια των σκεπτόμενων Βρετανών πολιτών για τον απερίσκεπτο και αλλοπρόσαλλο τρόπο με τον οποίο χειρίζεται την πανδημία ήδη από το ξέσπασμά της, θα απορρίπτονταν και η κυβέρνηση θα κλυδωνίζονταν αφού θα μπορούσε να τεθεί θέμα απώλειας της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.

Χάρις, ωστόσο, στην υπεύθυνη στάση των Εργατικών, του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τα μέτρα υπερψηφίστηκαν με ευρεία πλειοψηφία και, έτσι, η κυβέρνηση του λαϊκιστή Βρετανού πρωθυπουργού, παρέμεινε στη θέση της, ενδεχομένως μέχρι την επόμενη μεγάλη κρίση που θα την οδηγήσει στην πτώση.

Ο ηγέτης των Εργατικών Κιρ Στάρμερ απέφυγε να οξύνει την κατάσταση και να οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα, επωφελούμενος την ανταρσία των «Τόρις». Κι αυτό παρότι ο αντίπαλός του βρισκόταν στο καναβάτσο καθώς, μεταξύ πολλών άλλων, αντιμετώπιζε και καταγγελίες ότι πέρυσι διοργάνωσε, εν μέσω lockdown, πάρτι στην Ντάουνινγκ Στριτ.

Προσπαθήστε λίγο να το κάνετε όλο αυτό εικόνα, βάζοντας στην εξίσωση τις ελληνικές αναλογίες. Ας υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη υποχρεώνεται να πάρει σκληρά μέτρα που την φέρνουν σε αντιπαράθεση με το εκλογικό ακροατήριο της και μια μερίδα βουλευτών της ετοιμάζεται να καταψηφίσει εισηγήσεις της π.χ. για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των ενστόλων. Άραγε, τι θα έκανε η εγχώρια αξιωματική αντιπολίτευση σε μια τέτοια περίπτωση;

Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι στους 21 μήνες, που διαρκεί ήδη η πανδημία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει υπερψηφίσει ούτε ένα από τα –θετικά ή και λιγότερο θετικά- μέτρα κατά της πανδημίας, η απάντηση είναι πολύ εύκολη: Οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα καταψήφιζαν με τα δύο χέρια ακόμη και προτάσεις που έχουν διατυπωθεί από τα χείλη δικών της στελεχών.

Τις τελευταίες ημέρες, για παράδειγμα, ένας από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ περιφέρεται στα κανάλια εγκαλώντας την κυβέρνηση επειδή δεν επαναφέρει το αμφιλεγόμενο μέτρο της τηλεργασίας στον δημόσιο τομέα, κάνοντας, μάλιστα, παραλληλισμούς με το ό,τι ισχύει διεθνώς με τις εταιρίες τεχνολογίας. Όταν, ωστόσο, θεσπίστηκε για πρώτη φορά το συγκεκριμένο μέτρο ο περί ού ο λόγος βουλευτής, όπως και όλοι οι συνάδελφοί του, το είχε καταψηφίσει.

Όπως καταψήφισαν ομοθυμαδόν την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών στους υγειονομικούς, το οικονομικό κίνητρο για τους εμβολιασμούς των νέων, τα πρόστιμα για τους ηλικιωμένους που παραμένουν ανεμβολίαστοι, τις ποινές για τους αρνητές γονείς που δεν στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Και τόσα πολλά άλλα που βασικό απότοκό τους δεν ήταν άλλο από τη συγκάλυψη λαθών και παραλείψεων της κυβέρνησης, η οποία προβάλει ως δύναμη ευθύνης και σοβαρότητας.

Δεν πρέπει να έχει υπάρξει άλλη αξιωματική αντιπολίτευση σε όλη την υφήλιο που στη διάρκεια της πανδημίας να έχει πει «όχι σε όλα» και να έχει επιχειρήσει τόσο απεγνωσμένα να εκμεταλλευθεί μια πολύ δύσκολη κατάσταση που ισχύει παγκοσμίως και για την οποία ουδείς είχε έτοιμη τη συνταγή αντιμετώπισης ή βρήκε να εφαρμόσει άλλο αποτελεσματικό αντίδοτο εκτός από τον μαζικό εμβολιασμό.

Ως αποκορύφωμα όλου αυτού του αρνητικού αντιπολιτευτικού κατήφορου ήρθε το παραλήρημα του βουλευτή Παναγιώτη Κουρουμπλή, ο οποίος σε ένα ξέφρενο κρεσέντο λαϊκισμού μίλησε για «δολοφονίες». Ναι, το διέπραξε ο πολιτικός που ως υπουργός Υγείας ήθελε να κάνει υποχρεωτικές ορισμένες προληπτικές εξετάσεις, όπως η κολονοσκόπηση, και απειλούσε ότι όσοι δεν τις έκαναν, εφόσον νοσούσαν, θα τιμωρούνταν με την ποινή της συμμετοχής στο κόστος νοσηλείας.

Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Κουρουμπλής δεν είναι ούτε ο πρώτος διδάξας ούτε ο μοναδικός εκπρόσωπος της αμετροεπούς κοινοβουλευτικής μεγαλοστομίας. Τα τελευταία χρόνια μπουχτίσαμε από τέτοιες υπερβολές. Αποτελεί ωστόσο ένα κλασικό παράδειγμα πολιτικού που έκανε καριέρα με την «ικανότητά» του να υποστηρίζει τα πάντα αλλά και τα αντίθετα.

Είναι αυτό το χαρακτηριστικό του, άλλωστε, που τον οδήγησε να γίνει ένας από τους πρώτους βουλευτές που αποσκίρτησαν από το ΠΑΣΟΚ, καταψηφίζοντας το πρώτο Μνημόνιο όταν διείδε την επερχόμενη πτώση της κυβέρνησης του, χωρίς να διστάσει αργότερα, όταν έγινε υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, να πει «ναι» στο τρίτο και χειρότερο Μνημόνιο που επιβλήθηκε στη χώρα.

Ο παμπόνηρος, όπως τον περιγράφουν όσοι τον γνωρίζουν καλά, 70χρονος πολιτικός από το Ματσούκι Αιτωλοακαρνανίας, διερμηνεύοντας την πολεμική ατμοσφαιρα που δημιουργούσε το κόμμα του γύρω από το ζήτημα των ΜΕΘ, θεώρησε ότι ήταν η ώρα να κερδίσει ο ίδιος τις εντυπώσεις. Όπως συμβαίνει όμως με τους περισσότερους λαϊκιστές, που θέλουν να είναι πάντα στον αφρό, έτσι και ο κ. Κουρουμπλής ξεπέρασε, μάλλον χωρίς να το αντιληφθεί, τα εσκαμμένα.

Με την άρνησή του, μάλιστα, να ανασκευάσει, ο κ. Κουρουμπλής έδωσε την ευκαιρία στον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ να τον διαγράψει, προβαίνοντας, ίσως, στην πρώτη υπεύθυνη πράξη του από την έναρξη της πανδημίας. Ο ίδιος, εξάλλου, ο Αλέξης Τσίπρας και οι πιο στενοί του συνεργάτες έχουν ως τώρα δώσει αρκετά αρνητικά δείγματα γραφής στον τρόπο με τον οποίο τοποθετούνταν στα θέματα της πανδημίας.

Όπως και να έχει, πάντως, η εξέλιξη που είχε η υπόθεση του Αιτωλοακαρνάνα πολιτικού είναι μάλλον ευοίωνη. Διότι μπορεί αποτελέσει αφορμή για να… τελειώνουμε με τους (κάθε λογής) Κουρουμπλήδες που η συμπεριφορά τους δίνει άλλοθι στους αρνητές. Κάτι που κάνει τη χώρα μας να έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμού και μοιραία ένα από τα υψηλότερα ποσοστά θνητότητας από τους νοσούντες με Covid.

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2021

Το κενό του Νίκου Ανδρουλάκη

 Η ευρεία νίκη την οποία πέτυχε ο Νίκος Ανδρουλάκης στον επαναληπτικό γύρο των εκλογών του Κινήματος Αλλαγής και η πανηγυρική ανάδειξή του στην ηγεσία του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ δεν απετέλεσε έκπληξη για όποιον μπορεί και βλέπει τα πράγματα χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς των… wishful thinking (ευσεβών πόθων, ελληνιστί).

Έκπληξη επίσης δεν μπορεί να απετέλεσε ούτε η αθρόα συμμετοχή των μελών και των φίλων του ΠΑΣΟΚ που –σε αναλογία τρεις στους τέσσερις- πήγαν και στο δεύτερο γύρο για να στηρίξουν την ισχυρή εντολή για ανανέωση της παράταξής του, αλλά και ευρύτερα του πολιτικού σκηνικού που είχαν δώσει ήδη από την πρώτη Κυριακή.

Χιλιάδες πολίτες έστειλαν εκ νέου το μήνυμά τους, σε πείσμα όλων των συνωμοσιολογικού τύπου δαιμονολογιών για έξωθεν παρεμβάσεις στην εκλογική διαδικασία που διακινήθηκαν, κυρίως στις παραμονές του πρώτου γύρου, από ανθρώπους που σκέφτονται με όρους του χθες και δυσκολεύονται να δουν τη νέα πολιτική γεωγραφία που αρχίζει να προβάλλει καθώς η χώρα, με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που κουβαλάει από το κοντινό αλλά και το μακρινό παρελθόν, κάνει σοβαρά βήματα επιστροφής στην κανονικότητα.

Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης της σημασίας που δικαιολογημένα δίνεται στη συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές του ΚΙΝΑΛ, αρκεί να επισημάνουμε ότι η υποψήφια της Δεξιάς παράταξης στη Γαλλία Βαλερί Πεκρές η οποία θα τρέξει την προσεχή άνοιξη στην κούρσα της Προεδρίας απέναντι στον Εμάνουελ Μακρόν, τη Μαρί Λεπέν και τους υπολοίπους υποψηφίους, που θα διεκδικήσουν την εκλογή τους στο Μέγαρο των Ηλυσίων, αναδείχθηκε από ένα σώμα ψηφοφόρων που αριθμούσε μόνον τα 140.000 μέλη που είναι εγγεγραμμένα στο κόμμα των Ρεπουμπλικάνων.

Υπό αυτή την έννοια, οι συνθήκες υπό τις οποίες ο 42χρονος ευρωβουλευτής από την Κρήτη γίνεται αρχηγός του τρίτου, μεν, στην κατάταξη κόμματος της ελληνικής πολιτικής σκηνής, αλλά κομβικού για τις εξελίξεις των επόμενων ετών, μοιάζουν να είναι πολύ ευοίωνες. Το εμφανές, εξάλλου, πολιτικό κενό στον χώρο της Κεντροαριστεράς που άφησε η εκλογική συρρίκνωση, την οποία, δικαίως ή αδίκως, υπέστη το ΠΑΣΟΚ την περίοδο της μνημονιακής κρίσης, είναι εκεί και περιμένει τον κ. Ανδρουλάκη να το (επανα)καταλάβει.

Καλώς ή κακώς, ο ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίο μετακόμισε απογοητευμένη η μεγαλύτερη μάζα των παλαιών ΠΑΣΟΚικών ψηφοφόρων, δεν κατάφερε να τους παράσχει μόνιμη στέγη. Είτε επειδή δεν ήθελε, είτε επειδή δεν μπόρεσε. Όταν ο αρχηγός του δηλώνει στα σοβαρά ότι προτίθεται «να στρίψει Αριστερά για να βρεθεί στο Κέντρο», είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά με την «ανάγνωση» της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, όπως διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια και αποτυπώνεται σε όλες τις μετρήσεις για τις διαθέσεις της κοινής γνώμης.

Μόνον, για παράδειγμα, ένας που εθελοτυφλεί δεν βλέπει το πολιτικό παράδοξο που συνιστά η φθορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η αδυναμία της να επωφεληθεί από τα λάθη της κυβέρνησης. 

Πρόκειται, ωστόσο, για παράδοξο που είναι εύκολα ερμηνεύσιμο για όποιον παρακολουθεί την αλλοπρόσαλλη αντιπολιτευτική τακτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία αρνείται, με αστεία προσχήματα, να συναινέσει ακόμη και σε πρωτοβουλίες της σημερινής κυβέρνησης που αποτελούν συνέχεια της προηγούμενης, όπως, μεταξύ πολλών άλλων, οι πολύ σημαντικές αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία.

Το βασικό πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ και ταυτόχρονα η μεγάλη ευκαιρία για τον νέο ηγέτη του ΠΑΣΟΚ αναδεικνύεται μέσα από την κυνική παραδοχή που είχε κάνει πριν από μερικούς μήνες η πρώην υπουργός Έφη Αχτσιόγλου ότι «η κανονικότητα στην πραγματικότητα ποτέ δεν είναι ευκαιρία για την Αριστερά». 

Άλλωστε, παρά τις άκομψες προσπάθειες που έκανε ο αρχηγός του για να μιμηθεί τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και δεν μπόρεσε να μεταμορφωθεί στο κόμμα του Κέντρου που είχε ανάγκη η σταδιακή υπέρβαση της κρίσης.

Παρά το γεγονός ότι πολλά βήματα για την επιστροφή στην κανονικότητα έγιναν και επί των ημερών που είχε η ίδια την ευθύνη της διακυβέρνησης, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να συμφιλιωθεί με τη διάθεση της κοινωνίας για ευημερία μέσα από την ανάπτυξη και τη διεύρυνση του συλλογικού πλούτου. 

Παρέμεινε προσκολλημένη σε παρωχημένα δόγματα οργανώνοντας εν μέσω πανδημίας πορείες για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τρομοκρατών ή κλείνοντας το μάτι σε κάθε λογής αντιεμβολιαστές που θολώνει την εικόνα της δυσμενούς πραγματικότητας και συσκοτίζει την ατολμία και τη διαχειριστική ανεπάρκεια της κυβέρνησης.

Κακά τα ψέματα, αν ο ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρινόταν με επάρκεια στα αντιπολιτευτικά του καθήκοντα και προέβαλε ως η εναλλακτική πρόταση εξουσίας απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει καταλάβει ένα μέρος του Κέντρου, η διαδικασία για την εκλογή νέου αρχηγού στο ΚΙΝΑΛ δεν θα κινητοποιούσε τόσο κόσμο και ούτε θα προκαλούσε τόσες συζητήσεις.

Όλα αυτά συνέβησαν διότι είναι πολλοί εκείνοι που βλέπουν το κενό που υπάρχει στο γήπεδο της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Ένα κενό το οποίο καλείται να καλύψει ο νέος παίκτης που ακούει στο όνομα Νίκος Ανδρουλάκης και μπαίνει από σήμερα στο τερέν.

Το πολιτικό momentum που δημιούργησε η εκλογή του, ευνοεί τον νέο ηγέτη της Κεντροαριστεράς. Από τον ίδιο και τα χαρίσματά του, που περιμένουν να ξεδιπλώσει όσοι τον ψήφισαν, θα εξαρτηθεί αν θα εκμεταλλευτεί τις συνθήκες που θα συναντήσει, ασκώντας σκληρή κριτική προς την κυβέρνηση, από την πλευρά της λογικής, του μέτρου και της κοινωνικής δικαιοσύνης, που θα πρέπει να χαρακτηρίζουν τις προτάσεις του.

Όπως, στο τέλος – τέλος, αρμόζει σε ένα κόμμα και σε έναν αρχηγό της σύγχρονης και αυθεντικής Κεντροαριστεράς που κοιτάει μπροστά.

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

Fake news και… χούντες στη χώρα της υπερβολής

Ώρες – ώρες είναι απίστευτη η ευκολία με την οποία εκτοξεύονται στη χώρα μας καταγγελίες επί παντός του επιστητού. Το ακόμη πιο εντυπωσιακό, όμως, είναι πόσοι άνθρωποι είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν άκριτα την οποιαδήποτε τερατολογία διατυπώνουν πρόσωπα που δεν διαθέτουν την παραμικρή έξωθεν καλή μαρτυρία.

Είναι άκρως χαρακτηριστική η τροπή που πήρε ο δημόσιος διάλογος αμέσως μετά τους αστήρικτους, όπως αποδείχθηκε, ισχυρισμούς που διατύπωσε ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλης Γιαννάκος για τις υποτιθέμενες «VIP ΜΕΘ» που διατίθενται μόνον για όσους από τους επωνύμους ασθενούν από την Covid-19.

Τα «μασημένα» λόγια του εν λόγω συνδικαλιστή που ακούστηκαν σε μεταμεσονύκτια εκπομπή πήραν αίφνης μεγάλες διαστάσεις. Δικαιολογημένα εκ πρώτης, θα έλεγε κανείς, κρίνοντας από την ιδιότητα που φέρει ο καταγγέλλων ως συνδικαλιστικός ηγέτης των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία, γεγονός που δημιουργεί την εντύπωση ότι μιλάει έχοντας εκ των ένδον γνώση για τα τεκταινόμενα στο ΕΣΥ.

Επειδή, ωστόσο, όπως λέει και η γνωστή λαϊκή ρήση «τα ράσα δεν κάνουν τον παπά», δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς για την αξιοπιστία του καταγγέλλοντος. Ο κ. Γιαννάκος δεν είναι ένα άγνωστο πρόσωπο, ούτε είναι ένας τυχαίος συνδικαλιστής. Έχει βαρύ «βιογραφικό», αφού είναι ο άνθρωπος που για πάνω από επτά χρόνια, που είναι πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ ηγείται μιας δράκας συναδέλφων του οι οποίοι με συχνότητα τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα πορεύονται στο κέντρο της Αθήνας με κύριο προορισμό την οδό Αριστοτέλους όπου εδρεύει το υπουργείο Υγείας.

Σχεδόν πάντα οι συμμετέχοντες στις εκδηλώσεις που οργανώνει ο κ. Γιαννάκος είναι πολύ λίγοι, αλλά ο ίδιος βρίσκει τις περισσότερες φορές τρόπους για να κερδίσει θέση στα τηλεοπτικά δελτία με τις ακτιβιστικές πρωτοβουλίες του οι οποίες συνοδεύουν συνήθως τους αμετροεπείς και καταστροφολογικούς ισχυρισμούς του που, αυτό πρέπει να του το… αναγνωρίσουμε, διατυπώνονται ανεξαρτήτως κυβέρνησης.

Ο ίδιος, άλλωστε, δύο φορές τα τελευταία χρόνια έχει πρωταγωνιστήσει στο ακτιβιστικού χαρακτήρα… χτίσιμο με τσιμεντόλιθους της εισόδου του Δρομοκαΐτειου νοσοκομείου, από το οποίο μισθοδοτείται και έλκει τη συνδικαλιστική του ιδιότητα: η πρώτη ήταν το 2013 επί υπουργίας Άδωνη Γεωργιάδη και η δεύτερη το 2018 επί των ημερών του Ανδρέα Ξανθού και του Παύλου Πολάκη.

Οι αντιπαραθέσεις που είχε ειδικά με τον κ. Πολάκη, ο οποίος έβγαινε στα παράθυρα του υπουργείου και φωτογράφιζε τους συγκεντρωμένους κάτω από το γραφείο του για να αποδείξει ότι δεν αντιπροσώπευαν τη μεγάλη μάζα των πραγματικών εργαζομένων στα νοσοκομεία, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο τηλεοπτικού reality που θα προκαλούσε άφθονο γέλιο στο… φιλοθεάμον κοινό.

Ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχανε ευκαιρία να χαρακτηρίζει τον πρόεδρο της ΠΟΕΔΗΝ «ξεφτίλα» και να τον προειδοποιεί ότι «έκλεισε ο κύκλος σας, η θέση σας είναι στα σκουπίδια της Ιστορίας». Αλλά και ο συνδικαλιστής δεν ήταν καθόλου φειδωλός, ανταπαντώντας εξίσου ωμά στα πυρά που δεχόταν χαρακτηρίζοντας τον κ. Πολάκη «πολιτικό μίασμα» και «βόθρο»!

Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι δυο τους δεν ήταν τίποτε διαφορετικό από τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος που ακούει στο όνομα «λαϊκισμός χωρίς όρια». Γι΄ αυτό και μάλλον ουδείς εξεπλάγη όταν ο Παύλος Πολάκης έδωσε βροντερό παρών στην πρόσφατη συγκέντρωση που οργάνωσε ο κ. Γιαννάκος και οι συν αυτώ κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού των συναδέλφων τους υγειονομικών υπαλλήλων.

Όπως μάλλον δεν πρέπει να εκπλησσόμαστε από το γεγονός ότι από μια σημαντική μερίδα των μέσων ενημέρωσης ελήφθησαν σοβαρά τα όσα υποστήριξε για τις «VIP ΜΕΘ» ο συνδικαλιστής ο οποίος μόλις πριν από λίγο καιρό είχε παραδεχθεί ότι σκοπίμως συνέδεσε την παράλυση που υπέστη μιας ατυχής συνάδελφός του με τον εμβολιασμό της, προκειμένου, όπως ομολόγησε, να εξασφαλίσει ότι θα λάμβανε αποζημίωση.

Είναι νομίζω καιρός να παραδεχτούμε και να συνομολογήσουμε ότι ζούμε στη χώρα της απροσμέτρητης υπερβολής, στη χώρα που ο οποιοσδήποτε μπορεί να ισχυρίζεται οτιδήποτε, έχοντας εδραία την πεποίθηση ότι όχι μόνον δεν θα υποστεί συνέπειες και δεν θα πληρώσει τα επίχειρα των πράξεων του αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα ηρωοποιηθεί. Αναλογιστείτε μόνον πόσες φορές το τελευταίο διάστημα ακούσαμε ότι στη χώρα μας βιώνουμε καταστάσεις που θυμίζουν… «χούντα» ή συνιστούν «θεσμικό πραξικόπημα».

Από το περυσινό lockdown, το οποίο ορισμένοι ήλπιζαν και εύχονταν να εφαρμοστεί και φέτος, έως την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών που, σε πείσμα της αντίθετης άποψης σύσσωμης της τάξης των συνταγματολόγων, διάφοροι ημιμαθείς του Διαδικτύου επιμένουν να ισχυρίζονται ότι παραβιάζονται συνταγματικά δικαιώματα, την περίοδο της πανδημίας γίναμε μάρτυρες κάθε είδους δαιμονολογικής και συνωμοσιολογικής θεωρίας.

Το γεγονός ότι ισχυρά αντιεμβολιαστικά κινήματα έδρασαν και εξακολουθούν να δρουν και σε άλλες –εξίσου ή και περισσότερο προηγμένες από μας- χώρες δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για όσα αρκούντως παράδοξα ζούμε στην Ελλάδα, η οποία μπορεί να εξακολουθεί να υπολείπεται σε ορισμένα ζητήματα από τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο στον οποίο θεωρητικά ανήκει, αλλά σε πολλά άλλα –και κυρίως στις συχνά υπερβολικές δημοκρατικές διαδικασίες που ισχύουν- δεν έχει να ζηλέψει τίποτε.

Παρά ταύτα, όμως, σε οποιαδήποτε ευνοούμενη Πολιτεία κανένας συνδικαλιστής δεν θα μπορούσε να συμπεριφερθεί όπως χρόνια τώρα συμπεριφέρεται ο κ. Γιαννάκος. Και, βεβαίως, ούτε όσοι αρέσκονται με τους τωρινούς ισχυρισμούς του θα υποστήριζαν ότι διακατέχονται από… χουντική νοοτροπία όσοι ζητούν να δώσει λόγο στη Δικαιοσύνη για να αποδειχθεί αν όσα διακινεί έχουν σχέση με την πραγματικότητα ή αν αποτελούν ασύστολα fake news.

Υ.Γ.: Σκεφτείτε μόνον τι άλλο θα μπορούσαμε να ακούσουμε αν δεν ήμασταν η τελευταία δυτική χώρα που αποτίναξε το δικτατορικό καθεστώς και αν δεν μετρούσαμε μόλις 47 χρόνια απρόσκοπτου δημοκρατικού βίου και απαλλαγής από την πραγματική χούντα που ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες έζησαν…

Υ.Γ. 2: Και όλα αυτά συμβαίνουν στη χώρα που γέννησε το μέτρο. Τι άραγε να πήγε λάθος;