Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

Οι νέοι αναθερμαίνουν την ελπίδα

 

Η θέρμη με την οποία φαίνεται να ανταποκρίθηκαν οι νεότερες γενιές της πατρίδας μας στο άνοιγμα της πλατφόρμας για τους εμβολιασμούς είναι το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα των τελευταίων μηνών. Μαζί με τις ουρές που αρχίζουν σιγά σιγά να δημιουργούνται στα εμβολιαστικά κέντρα δείχνει ότι η μάχη που εδώ και καιρό μαίνεται ανάμεσα στη λογική και στην παράνοια κρίνεται υπέρ της πρώτης.

Αποτελεί αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι στη διάρκεια της πανδημίας οι νέοι πλήρωσαν το βαρύτερο τίμημα, αφού εκείνους πρωτίστως έπληξαν τα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν για το πάγωμα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας αλλά και για τον εγκλεισμό στα σπίτια μας.

Από όποια σκοπιά κι αν δει κανείς τη δυσμενή πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι μας τους τελευταίους δεκατέσσερις μήνες, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι συνθήκες είναι πολύ χειρότερες για τους νεότερους. Για εκείνους ήταν πιο δύσκολο να θυσιάσουν τη διάθεση να βρίσκονται και να διασκεδάζονται με τους συνομήλικούς τους. Η δική τους ανεργία παρατάθηκε. Και οι δικές τους δουλειές τους έγιναν ανασφαλέστερες.

Οι μερικές εκατοντάδες ή ενδεχομένως και λίγες χιλιάδες που συμμετείχαν σε συγκεντρώσεις στις πλατείες ή και στα ανά την ελληνική επικράτεια κορωνο-πάρτι δημιούργησαν τη λανθασμένη, όπως αποδεικνύεται, εντύπωση ότι οι νεότεροι αψηφούν τους κινδύνους της πανδημίας και αδιαφορούν για τις συνέπειες που μπορεί να έχουν οι συμπεριφορές τους στην πιθανότητα να προσβληθούν από τον ιό οι ίδιοι και τα πιο ευάλωτα μέλη του περίγυρου τους.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, εξάλλου, ότι οι τριαντάρηδες και οι σαραντάρηδες του σήμερα ανήκουν στις γενιές που επλήγησαν περισσότερο από την οικονομική κρίση του 2010, χωρίς μάλιστα να προλάβουν να γευθούν τους γλυκούς καρπούς της –«επίπλαστης», έστω- ευημερίας την οποία απολαύσαμε οι πιο ηλικιωμένοι Έλληνες που είχαμε το προνόμιο να ζήσουμε από το 1980 έως το 2010 όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο απόγειο της οικονομικής της ανόδου.

Από την άλλη, βεβαίως, μιλάμε για τις γενιές των ιστορικά πιο μορφωμένων Ελλήνων. Γενιές εξωστρεφείς, με πολλά πτυχία και με περισσότερες γνώσεις που δεν απέκτησαν μόνον στα θρανία και στα αμφιθέατρα, αλλά και στο Διαδίκτυο. Γενιές που μεγαλώνουν με τα tablet και τα smartphone να αποτελούν προέκταση των χεριών τους. Και που επικοινωνούν και ενημερώνονται κυρίως από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Τα στοιχεία για την προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα των Ελλήνων που ανήκουν στις ηλικιακές ομάδες άνω των 60 ετών δεν υπήρξαν ενθαρρυντικά. Δυστυχώς μια μειοψηφική μεν, πλην, όμως, αξιοσημείωτη, μερίδα εξ αυτών επέδειξε μεγάλη επιφυλακτικότητα διστάζοντας να προσέλθει να εμβολιαστεί. Σε αυτό δεν αποκλείεται να ευθύνεται και η διαδικτυακή ημιμάθεια που χαρακτηρίζει αυτές τις γενιές και τις κάνει να μην μπορούν να αντιληφθούν ότι δεν είναι ισότιμος λόγος που εκπέμπεται στον ψηφιακό κόσμο.

Κακά τα ψέματα, δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι γύρω μας που αντιμετωπίζουν ως… ισοβαρείς τις απόψεις που εκφράζουν, από τη μια, οι… ταξιτζήδες, που μόλις έμαθαν να πατούν τα πλήκτρα του κινητού τους, και, από την άλλη, επιστήμονες της περιωπής και του κύρους ενός Αντόνιο Φάουτσι ή ενός Σωτήρη Τσιόδρα και τόσων άλλων, οι οποίοι… έλιωσαν σόλες παρακολουθώντας ασθενείς και έκαναν νυχτέρια και υπερωρίες μπροστά σε μικροσκόπια και υπολογιστές για να βρουν κατάλληλα φάρμακα και αποτελεσματικά εμβόλια που θα μας απαλλάξουν από απλές ασθένειες, επιδημίες και πανδημίες.

Όχι, δεν είμαστε όλοι ίδιοι όταν μιλάμε για επιστημονικά θέματα. Και, όπως ο καθένας εξ ημών απαιτεί τον σεβασμό των άλλων στη δουλειά την οποία κάνει, έτσι κι εμείς πρέπει να αναγνωρίζουμε ότι δεν μετράει το ίδιο ο λόγος μας για θέματα για τα οποία δεν είμαστε αρμόδιοι. Στα επιστημονικά θέματα έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο οι επιστήμονες. Αυτούς και μόνον εμπιστευόμαστε. Ακόμη και όταν –δικαιολογημένα- δεν μιλούν με τις κατηγορηματικότητες που χαρακτηρίζουν τον ισοπεδωτικό λόγο των κάθε λογής «τσαρλατάνων» που νομίζουν ότι είναι κάτι περισσότερο από αυτό που είναι, μόνον και μόνον επειδή έχουν αποκτήσει διαδικτυακό βήμα.

Είναι μεγάλο ευτύχημα, λοιπόν, που μέσα σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα οι νεότεροι Έλληνες έδειξαν εμπιστοσύνη στην επιστήμη και προσήλθαν με ζήλο για να εξασφαλίσουν μια θέση στο εμβολιαστικό πρόγραμμα. Όλα δείχνουν ότι το έκαναν όχι επειδή είναι «υπάκουοι» αλλά διότι επιθυμούν διακαώς να πάρουν τις ζωές τους πίσω. Θέλουν να βγουν έξω, να δουλέψουν, να φλερτάρουν, να ερωτευτούν, να διασκεδάσουν και να απολαύσουν τη χαρά και την ικανοποίηση που παίρνει όποιος ζει τη ζωή του.

Αν η τάση αυτή επιβεβαιωθεί και στη συνέχεια, τότε έχουμε κάθε λόγο να ελπίζουμε ότι οι σημερινοί νέοι θα αλλάξουν τον κόσμο, κάνοντάς τον καλύτερο.

Γι΄ αυτό είμαστε μαζί τους!

Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

Καμία δικαιολογία για την αμφισβήτηση της ατομικής ευθύνης

 

Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλη χώρα στον πλανήτη στην οποία να αμφισβητήθηκε τόσο έντονα, όσο στην Ελλάδα, η σημασία της ατομικής ευθύνης που πρέπει να επιδεικνύουμε όλοι μας και ο καθένας χωριστά απέναντι στην πανδημία του κορωνοϊού, η οποία, λιγότερο ή περισσότερο, απειλεί τις ζωές όλων μας εδώ και σχεδόν ενάμισι χρόνο.

Είναι αλήθεια ότι διαθέτουμε μακρά εγχώρια παράδοση που θέλει τους πολίτες να περιμένουν τα πάντα από το κράτος, μένοντας οι ίδιοι αδρανείς. Μια παράδοση η οποία δημιουργήθηκε από πολλούς παράγοντες, που δεν είναι της παρούσης για να αναλυθούν, αλλά εκτοξεύθηκε τα τελευταία χρόνια με τον άκρατο λαϊκισμό των τηλεοπτικών πρωινάδικων που έχει επιβάλει ως κυρίαρχη νοοτροπία το ερώτημα – κραυγή: «που είναι το κράτος;».

Το παράδοξο, μάλιστα, είναι ότι όλα αυτά συνέβησαν επί σειρά ετών σε μια χώρα στην οποία το κράτος δεν έχει να επιδείξει ούτε οργανωτική ικανότητα ούτε, πολύ περισσότερο, αποτελεσματικότητα στη διαχείριση προβλημάτων – πόσω μάλλον σοβαρών κρίσεων. Άλλωστε, με εξαίρεση τους ισχυρούς δεσμούς της οικογενειακής αλληλεγγύης, η, κατά τα άλλα, κατακερματισμένη ελληνική κοινωνία σπανίως συστρατεύτηκε σε συλλογικά αιτήματα.

Αξιοσημείωτες συστρατεύσεις είχαμε κυρίως σε περιόδους καταστροφών και κρίσεων, οι οποίες, όμως, εγκαταλείφθηκαν πολύ σύντομα. Το έπος του ’40, για παράδειγμα, και ο Εμφύλιος που το διαδέχθηκε, αποτελούν ίσως την επιτομή που περιγράφει παραστατικότερα την ιστορική διαδρομή του νεοελληνικού κράτους που, ας μην το ξεχνάμε, μετράει μόλις δύο αιώνες από τη συγκρότησή του.

Η πανδημία του κορωνοϊού, παρότι υπήρξε αναμφισβήτητα μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών, ένωσε την ελληνική κοινωνία μόνον στην πρώτη φάση της όταν ο φόβος αποτελούσε το κυρίαρχο αίσθημα. Με τη συνδρομή και των λανθασμένων χειρισμών που έγιναν από την κυβέρνηση και τους λοιπούς αξιωματούχους που είχαν την ευθύνη αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης, στην πορεία η εικόνα άλλαξε.

Οι συνεχείς -και πρόωρες, όπως αποδείχθηκε- αναγγελίες περί του επερχόμενου τέλους της πανδημίας, που διαψεύδονταν η μία μετά την άλλη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κούρασαν το κοινωνικό σώμα. Το περιώνυμο «τελευταίο μίλι» ήταν, εν τέλει, πολύ μακρύτερο του αναμενόμενου.

Ανεξαρτήτως αν στην παράταση της κρίσης συνέβαλαν τόσο οι μεταλλάξεις του ιού, που τον έκαναν πιο μεταδοτικό, όσο και οι παλινωδίες των ευρωπαϊκών αρχών που επιφορτίστηκαν με την προμήθεια των εμβολίων, το αποτέλεσμα δεν αλλάζει ουσιωδώς.

Η κοινωνική δυσαρέσκεια δημιούργησε το υπόστρωμα για να βρουν έδαφος οι κάθε είδους αρνητισμοί και αμφισβητήσεις. Που με τη σειρά τους οδήγησαν αφενός στα περιορισμένα ποσοστά εμβολιασμού των ηλικιωμένων και αφετέρου στην απαίτηση όλο και περισσότερων συμπολιτών μας να αρθούν τα περιοριστικά μέτρα, παρά τη μεγάλη πίεση που εξακολουθεί να δέχεται το ΕΣΥ.

Με δεδομένη, ωστόσο, την κατάσταση, για όποιον δεν εθελοτυφλεί, το άνοιγμα των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων αποτελεί αναπόδραστο μονόδρομο. Καθώς σχεδόν όλοι έχουμε πλέον πρόσβαση τόσο στη διάγνωση, μέσω των τεστ που μπορούμε να κάνουμε για να διαπιστώσουμε αν είμαστε φορείς του ιού, όσο και στην επιδίωξη της ανοσίας μέσω των εμβολίων που είναι προσβάσιμα για εκατομμύρια Έλληνες, η ατομική ευθύνη αναδεικνύεται σε υπέρτατη αξία.

Με άλλα λόγια, το κράτος, έστω και με καθυστέρηση, που μπορεί να οφειλόταν και σε αντικειμενικές αδυναμίες, όπως η έλλειψη εμβολίων αλλά και τεστ, εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις τους. Οπότε εκείνο που μένει πλέον είναι να εκπληρώσουμε κι εμείς τις υποχρεώσεις μας. Οι οποίες δεν είναι άλλες από το να αναλάβουμε ο καθένας μας την ατομική του ευθύνη να τηρεί τα ισχύοντα περιοριστικά μέτρα, να υποβάλλεται σε τεστ και, κυρίως, να εμβολιάζεται.

Αν μέχρι τώρα, διάφοροι εφεύρισκαν –δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα- άλλοθι για να αμφισβητήσουν την μέριμνα της Πολιτείας, στο εξής, κακά τα ψέματα, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Μόνον «ψεκασμένοι», ή άλλου είδους ιδεοληπτικοί, μπορούν πλέον να αρνούνται την ατομική τους ευθύνη. Και, αντ΄ αυτού, να αναλαμβάνουν το… ρίσκο να νοσήσουν από κορωνοϊό. Κράζοντας κι από πάνω: «που είναι το κράτος να μας προστατεύσει;».

Ας μην τους το επιτρέψουμε. Ή, τουλάχιστον, ας τους περιορίσουμε. Κάνοντας όλοι οι υπόλοιποι το καθήκον μας. Απέναντι στους εαυτούς μας αλλά και στους γύρω μας. Με τους οποίους, όπως απέδειξε η κρίση αυτή, είμαστε τόσο, μα τόσο, κοντά.

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Εύγε στον Νίκο Δένδια – Κάποιος έπρεπε να τα πει!

 

Είτε τα είχε προμελετημένα, όπως είναι το πιθανότερο αλλά και το ευκταίο, είτε τα είπε αυθόρμητα, επειδή έτσι το έφεραν οι συζητήσεις που είχαν προηγηθεί με τον απρόβλεπτο Ερντογάν και τον υποτακτικό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, έπραξε άριστα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας που έθεσε δημόσια όλο το πλέγμα των τουρκικών εξακολουθητικών προκλήσεων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Το γεγονός μάλιστα ότι είπε όσα είπε δημόσια, επί τουρκικού εδάφους και μέσα στο ίδιο το Παλάτι του «Σουλτάνου» Ερντογάν, σε συνδυασμό με τις διατυπώσεις που επέλεξε, χρησιμοποιώντας τη δέουσα ένταση, αλλά και την ψυχραιμία που απαιτείται σε τέτοιες περιστάσεις, κάνει ακόμη πιο αξιέπαινη στη στάση του.

Χωρίς περιττές λεκτικές εξάρσεις ή άλλες λαϊκίστικες υπερβολές προς εσωτερική κατανάλωση, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών ξεμπρόστιασε τις οθωμανικού τύπου μπαγαμποντιές εμφανιζόμενος στην Άγκυρα ως σύγχρονος Ευρωπαίος πολιτικός που εκπροσωπεί μια χώρα που δεν είναι φοβική και διεκδικεί τα δίκαια της.

Η σαφήνεια και η αποφασιστικότητα με την οποία προέβαλε τις πάγιες ελληνικές θέσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και τις τουρκικές παραβιάσεις στην ξηρά, τη  θάλασσα και τον αέρα του Αιγαίου, για τη Συνθήκη της Λωζάνης, τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και την αποστρατικοποίηση των νησιών, για την εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού και το θράσος των Τούρκων να μας εγκαλούν από πάνω και για τα pushback, ικανοποίησαν κάθε εχέφρονα άνθρωπο – Έλληνα ή μη.

Τα επιχειρήματά του, άλλωστε, ήταν στέρεα. Όπως για παράδειγμα όταν αναφέρθηκε στην αποστρατικοποίηση των νησιών και απάντησε στον ομόλογό του λέγοντας: «Γιατί υπάρχει στρατός στα νησιά; Υπάρχει γιατί απειλούνται από κάπου. Ο στρατός κοστίζει χρήματα. Δεν θέλουμε να χαλάμε χρήματα χωρίς λόγο. Υπάρχει κανείς να ισχυρίζεται αυτή τη στιγμή ότι δεν υπάρχει στρατιωτική απειλή και αποβατική δύναμη απέναντι από τα νησιά; Εάν δεν υπάρχει, είναι καλό να μας το πουν».

Αλλά και όταν με… περίτεχνη αβρότητα κατήγγειλε τις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. «Και όχι μόνον αυτό, έχει παραβιάσει τα ίδια τα δικαιώματα κυριαρχίας της Ελλάδας», είπε και δίνοντας προσωπικό τόνο απευθύνθηκε στον Τούρκο υπουργό: «Έχει κάνει 400 υπερπτήσεις πάνω από ελληνικό έδαφος, Μεβλούτ. Πάνω από ελληνικό έδαφος. Δεν υπάρχει καμία διάταξη δικαίου που να επιτρέπει πτήση πάνω από το ελληνικό έδαφος…».

Το καλύτερο, όμως, «μάθημα» που έδωσε ο Νίκος Δένδιας στον συνομιλητή του ήταν όταν του εξήγησε ποιος είναι ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πως λειτουργούν τα μέλη της συγκεκριμένης «οικογένειας».

Σε πρώτο πρόσωπο και πάλι του κατέστησε σαφές ότι «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την Ελλάδα δεν είναι «τρίτοι», όπως είχε υποστηρίξει νωρίτερα, ζητώντας εμμέσως πλην σαφώς να μην πιέζουν οι Ευρωπαίοι την Άγκυρα να τερματίσει τις προκλήσεις κατά της Ελλάδας και να σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο.

«Η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι το Συμβούλιο στο οποίο ανήκουμε και στο οποίο έχουμε προτείνει να ανήκετε κι εσείς, όταν γίνετε μέλος», είπε με νόημα για να συμπληρώσει: «Άρα δεν είναι τρίτος, είναι η οικογένειά μας. Είναι οι χώρες με τις οποίες ζούμε μαζί, είναι οι χώρες με τις οποίες συμμεριζόμαστε τις ίδιες αξίες, είναι οι χώρες με τις οποίες συμμεριζόμαστε ένα κοινό μέλλον, ένα κοινό όραμα, ένα χώρο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Το ωραιότερο όλων, πάντως, το φύλαγε για το τέλος ο Έλληνας υπουργός. Η καταληκτική του φράση, σύμφωνα με την οποία «ελπίζω η διαφωνία μας, παρεμπιπτόντως, να μην σε οδήγησε να ματαιώσεις την πρόσκληση για δείπνο, διότι πεινάω εξαιρετικά», θα μείνει στην ιστορία ως το απόλυτο… σφάξιμο με χιούμορ.

Εύγε, λοιπόν, στον Νίκο Δένδια!