Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

«Πόσο Κατρούγκαλος είσαι πια;»



Με τον κίνδυνο να  θεωρηθώ προκατειλημμένος, σπεύδω να εξομολογηθώ ότι το πρόσωπο του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου το έχω συνδεδεμένο στη μνήμη μου με ένα πολύ αρνητικό περιστατικό, καθώς έγινε η αφορμή για μια διαφωνία και έναν καβγά με καλό φίλο και συνάδελφό μου, ο οποίος, δυστυχώς, έφυγε πολύ πρόωρα από τούτη τη μάταιη ζωή.
Ήταν κάμποσο καιρό μετά την επιβολή του πρώτου Μνημονίου που ο φίλος μου ο Κώστας, έχοντας επενδύσει τους κόπους μιας ζωής σε έναν ειδησεογραφικό ιστότοπο, είχε γίνει αποδέκτης μιας «γνωμοδότησης», σύμφωνα με την οποία το κείμενο που είχε υπογράψει η τότε κυβέρνηση με τους εταίρους και δανειστές της χώρας και είχε ψηφίσει η Βουλή των Ελλήνων προσέκρουε στο Σύνταγμα. Ήταν, εν ολίγοις, «αντισυνταγματικό» το Μνημόνιο και, άρα, επέκειτο η ακύρωσή του.
Όταν μου τηλεφώνησε ο φίλος μου για να μου αναγγείλει με καμάρι το «λαβράκι» που θα ανέβαζε σε λίγο στο σάιτ του, περίμενε από μένα, εκτός από τη συνδρομή μου στην αναπαραγωγή του σπουδαίου θέματος που θεωρούσε ότι είχε εξασφαλίσει, να... εκστασιαστώ από την αποκάλυψη την οποία πίστευε ο ίδιος ότι θα έκανε. Βλέπετε το κείμενο που είχε στα χέρια του δεν είχε δημοσιευτεί πουθενά αλλού ως τότε. Ήταν, εν ολίγοις, «αποκλειστικό».
Η μάλλον ψυχρή υποδοχή που έκανα στην «αποκάλυψη» του συναδέλφου μου, ο οποίος υπήρξε ένας επίμονος ρεπόρτερ και ένας έξοχος ερευνητής, αλλά με τα πολιτικά δεν τα πήγαινε εξίσου καλά, τον απογοήτευσε και τον θύμωσε. Σε βαθμό που δεν είχε καμία διάθεση να με ακούσει να του εξηγώ ότι από την πολύχρονη θητεία μου στο κοινοβουλευτικό ρεπορτάζ γνώριζα ότι η αντισυνταγματικότητα ενός νόμου κρίνεται στα δικαστήρια.
«Μα, δεν καταλαβαίνεις; Έχω γνωμοδότηση που την υπογράφει ο συνταγματολόγος Κατρούγκαλος και αποδεικνύει ότι το Μνημόνιο είναι αντισυνταγματικό και κάθομαι και το συζητάω μαζί σου πριν το μπουμπουνίσω», μου είπε μάλλον οργισμένος. Και μού έκλεισε άρον άρον το τηλέφωνο για να προλάβει να αναρτήσει το συντομότερο την «αποκλειστικότητα» που νόμιζε ότι έκανε και που η αλήθεια είναι ότι πήρε μια σχετική δημοσιότητα καθώς το κίνημα των «αντιμνημονιακών», που ήταν ακόμη στα σπάργανα, αναζητούσε επιχειρήματα αλλά και καθοδηγητές.
Τότε, λοιπόν, άκουσα για πρώτη φορά το όνομα «Κατρούγκαλος» το οποίο, προϊόντος του χρόνου, έγινε, μέσω των πρωινάδικων, προς τα οποία του άνοιξαν τον δρόμο οι αντιμνημονιακές «γνωμοδοτήσεις», τόσο γνωστό στο πανελλήνιο που εκείνος που το έφερε εξελέγη –με σταυρό παρακαλώ!- ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Αφού προηγουμένως πρόλαβε να συνάψει κάποιες εκατοντάδες –ή μήπως χιλιάδες;- εργολαβικά με μνημονιακά θύματα που είχαν δει τους μισθούς τους και τις συντάξεις τους να πετσοκόβονται.
Ο φίλος μου που τόσο είχε παθιαστεί με την αρχική γνωμοδότηση δεν έζησε, δυστυχώς, να δει τη συνεχεία που είχε η αποκάλυψή του, καθώς το πάθος του για τη δουλειά και ο άνισος αγώνας που έδινε να ορθοποδήσει επαγγελματικά σε ένα δυσμενές περιβάλλον για τα μικρά και ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης τον λύγισαν. Έτσι, μόνον από «ψηλά» μπορεί να «είδε» τη συνέχεια την οποία είχε το «πουλέν» του που έγινε υπουργός.
Στην αρχή στο Εσωτερικών, όπου διακρίθηκε για τον περιβόητο νόμο με τον οποίο επέστρεψαν στο δημόσιο όλοι οι επίορκοι που είχαν απομακρύνει οι προκάτοχοί του. Και κατόπιν στο Εργασίας, όπου από απαράμιλλος εγγυητής των συντάξεων που εμφανιζόταν πριν από τις τελευταίες εκλογές μεταβλήθηκε σε ανεπανάληπτο σφαγέα, που στο πέρασμα του δεν θα αφήσει τίποτε όρθιο. Και θα κάνει ενδεχομένως  περισσότερα και από όσα του ζητούν οι δανειστές.
Πόσο κυνικός, αλήθεια, μπορεί να είναι κάποιος ώστε να αναλαμβάνει να εφαρμόσει το ακόμη σκληρότερο μνημόνιο παρόλο που μπήκε στην πολιτική και έκανε καριέρα ως αντιμνημονιακός; Πώς μπορεί, ειλικρινά, ένας άνθρωπος που διακρίθηκε για τις δικαστικές αγωγές κατά των αλλαγών στο ασφαλιστικό και των περικοπών στις συντάξεις, να αναλαμβάνει να τα ισοπεδώνει, ο ίδιος που λίγο πριν αρνούνταν κατηγορηματικά και διέψευδε με φανατισμό ότι θα δεχόταν ποτέ να ασκήσει μια τέτοια πολιτική;
Προφανώς και δεν του αρνείται κανένας το δικαίωμα να ήθελε να γίνει υπουργός από τότε ίσως που ήταν «φοιτητοπατέρας» στη Νομική. Θα μπορούσε, αν είχε, έστω, μικρή δόση αυτοσεβασμού, να ζητήσει να πάει σε άλλο υπουργείο και να μην είναι αυτός που με τα ίδια του τα χέρια θα κάνει πράξη τον ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό Αρμαγεδδώνα.
Φαίνεται, όμως, ότι τέτοιες ευαισθησίες συνιστούν περιττή πολυτέλεια για όλους όσοι μας κυβερνούν την τελευταία περίοδο. Η εξουσία, η οποία για πολλούς εξ αυτών υπήρξε απλησίαστος πόθος μιας ζωής, είναι πλέον αυτοσκοπός που για την επίτευξή του υποτάσσονται τα πάντα.
Γι΄ αυτό και έχω την αίσθηση ότι όταν, αργά ή γρήγορα, ολοκληρωθεί η θητεία της συγκεκριμένης κυβέρνησης και του εν λόγω υπουργού, η έκφραση «Κατρούγκαλος» θα χρησιμοποιείται ως… υπερθετικό για να αποδώσει τον αμοραλισμό των πολιτικών, οι οποίοι μπορούν ανερυθρίαστα να εκλέγονται με μια σημαία, να υπηρετούν με την ίδια άνεση μια άλλη και να λένε, φυσικά, ψέματα και στις δύο περιπτώσεις.
Οι εκφράσεις «Μη γίνεσαι Κατρούγκαλος» ή «Πόσο Κατρούγκαλος είσαι πια;», νομίζω ότι εφεξής θα αποτελούν στοιχεία της πολιτικής ορολογίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου