Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2023

Το ανεξόφλητο χρέος του Κώστα Καραμανλή στην Ιστορία

Ήμουν κοινοβουλευτικός συντάκτης όταν ο Κώστας Καραμανλής έγινε, το 1997, αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, αξίωμα στο οποίο παρέμεινε δώδεκα χρόνια και είναι ο μακροβιότερος από τους εννέα που το ανέλαβαν.

Εκείνος ήταν ήδη οκτώ χρόνια βουλευτής και επειδή δεν θυμόμουν να τον είχα δει όλα αυτά τα χρόνια στο βήμα του Κοινοβουλίου ανέτρεξα στο αρχείο με τα Πρακτικά της Εθνικής Αντιπροσωπείας για να αναζητήσω τα χαρίσματα του 42χρονου τότε πολιτικού άνδρα που τον είχαν οδηγήσει στην πανηγυρική εκλογή του σε θέση υποψηφίου πρωθυπουργού.

Τα αποτελέσματα της αναζήτησής μου υπήρξαν πιο εντυπωσιακά από όσα και ο ίδιος περίμενα να είναι. Η συνδρομή του στο κοινοβουλευτικό έργο ήταν από ελάχιστη έως μηδαμινή, αφού περιοριζόταν στη συνυπογραφή, μαζί με άλλους συναδέλφους του, πολύ λίγων ερωτήσεων και επερωτήσεων, ενώ ακόμη λιγότερες ήταν οι παρεμβάσεις του στις συζητήσεις που μετριόνταν στα δάχτυλα του ενός χεριού.

Σε μια μάλιστα εξ αυτών είχε δεχθεί τα σφοδρότατα πυρά του τότε υπουργού Εξωτερικών Θεόδωρου Πάγκαλου, ο οποίος αφού τον έψεξε για το «στρογγυλεμένο» λόγο που είχε εκφράσει, είχε -πολύ προφητικά- αποδώσει τη στάση του στο γεγονός ότι, λόγω οικογενειακού ονόματος, ήταν προορισμένος να γίνει αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας.

Η… στωικότητα με την οποία αντιμετώπισε ο Κώστας Καραμανλής την επιθετικότητα του «φασαριόζου» πολιτικού της αντίπαλης παράταξης ήταν το χαρακτηριστικό που σημάδεψε και ολόκληρο τη μετέπειτα πορεία του. 

Διότι, κακά τα ψέματα, αν κάτι χαρακτήρισε και τις τρεις φάσεις της πολιτικής διαδρομής του -δηλαδή πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά την αποχώρησή του από την πρωθυπουργία- ήταν η διαρκής προσπάθεια του να αποφύγει τις συγκρούσεις.

Επειδή, όμως, πολιτική χωρίς συγκρούσεις δεν υπάρχει, ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί να ερμηνεύσει κανείς την παράδοξη συμπεριφορά του πρώην πρωθυπουργού είναι η ψυχαναλυτική προσέγγιση της στάσης του.

Δεν υπάρχει, άλλωστε, όχι μόνον στα εγχώρια αλλά και στα παγκόσμια χρονικά, αντίστοιχη περίπτωση πολιτικού άνδρα που να κυβέρνησε για πεντέμισι συναπτά έτη μια χώρα και αμέσως μετά να βυθίστηκε στην απόλυτη σιωπή αποφεύγοντας να κάνει απολογισμό των πράξεων και των παραλείψεών του, αλλά και να αντιδράσει στα πολλά αποδοκιμαστικά και στα λιγότερα επιδοκιμαστικά σχόλια που έγιναν για την περίοδο της διακυβέρνησής του.

Ρόλο αντίστοιχο με εκείνον του Κιγκινάτου, του Ρωμαίου στρατιωτικού και πολιτικού, ο οποίος αφού έκανε το καθήκον του στην πατρίδα του, στη συνέχεια αποτραβήχτηκε από τα κοινά, διεκδίκησε, εν πολλοίς, και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ο πρεσβύτερος.

Με τη διαφορά, όμως, από τον ομώνυμο ανηψιό του, ότι εκείνος φρόντισε για την υστεροφημία του. Και το έκανε τόσο με τις σχετικά συχνότερες παρεμβάσεις που έκανε στα πολιτικά πράγματα κάθε φορά που χρειάστηκε, αλλά και με τα εκτενή Αρχεία του τα οποία δημοσιεύτηκαν και δίνουν τη δική του εκδοχή των πραγμάτων για τα περισσότερα από τα γεγονότα στα οποία πρωταγωνίστησε.

Αντιθέτως, ο νεότερος Καραμανλής, αν και υπήρξε από τους πλέον ευνοημένους πολιτικούς της νεότερης Ιστορίας, αποτραβήχτηκε από την πολιτική ζωή -κατά μια εκδοχή το 2009 που, χάνοντας τις εκλογές, παρέδωσε και την ηγεσία της ΝΔ, και κατά μία άλλη αυτές τις μέρες που δήλωσε ότι δεν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του στην επόμενη Βουλή- αφήνοντας πίσω του πολλούς ανοιχτούς λογαριασμούς.

Όποια άποψη και αν έχει κανείς για το ισοζύγιο -θετικό ή αρνητικό- της προσφοράς του πρώην πρωθυπουργού στον τόπο, δύσκολα μπορεί να αρνηθεί ότι τον βαραίνει το ιστορικό χρέος να πει κάποια στιγμή τη δική του εκδοχή των πραγμάτων στα οποία διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο.

Δεν είναι, για παράδειγμα, διόλου λογικό να μείνουν εσαεί αναπάντητες οι αιτιάσεις που δέχεται για τη συμβολή της διακυβέρνησής του στη χρεωκοπία της χώρας. Ούτε μπορεί να γίνονται από τον ίδιο ανεκτοί για πάντα οι έπαινοι που του επιφυλάσσουν οι κάθε είδους συνωμοσιολόγοι που στην πλειονότητά τους αντιστρατεύονται τις αρχές και τις ιδέες της παράταξη που τον ανέδειξε στα ύπατα αξιώματα.

Παρότι τις περισσότερες φορές δεν απέφυγε τους βερμπαλιστικούς πειρασμούς στηλιτεύοντας γενικώς και αορίστως καταστάσεις και παθογένειες που δεν είχε διάθεση να καταπολεμήσει, όπως οι περίφημες αναφορές στους λεγόμενους «νταβατζήδες», τους οποίους, εν τέλει, κάθε άλλο παρά έθιξε, το πιθανότερο είναι ότι η Ιστορία θα αναγνωρίσει στον Κώστα Καραμανλή καλές προθέσεις.

Ταυτόχρονα, όμως, θα του καταλογίσει σοβαρότατη αδυναμία να εκπληρώσει όσα κατά καιρούς επαγγέλλονταν. Από το σύνθημα «σεμνά και ταπεινά» το οποίο από μια πλειάδα συνεργατών του μεταφράστηκε στην πράξη σε μια άμετρη επίδειξη αλαζονείας, έως την άσκηση των καθηκόντων του με όρους μερικής απασχόλησης και την ανάθεση της ουσιαστικής διακυβέρνησης σε συνεργάτες του που δεν διέθεταν τα κατάλληλα προσόντα.

Εν κατακλείδι, ο Κώστας Καραμανλής, εφόσον επιζητεί δίκαιη κρίση από την Ιστορία, οφείλει τώρα που αποσύρθηκε, έστω μόνον από τα κοινοβουλευτικά καθήκοντά του, όπως σπεύδουν να επισημάνουν οι εκτός ΝΔ υπερασπιστές του, να βρει τα κατάλληλα εργαλεία για να απαντήσει στα μεγάλα ερωτήματα που συνοδεύουν τη διαδρομή του. 

Εντελώς ενδεικτικά νομίζω ότι ο ιστορικός του μέλλοντος για να τον κρίνει ακριβοδίκαια θα χρειαστεί να ακούσει τις απαντήσεις του σε ερωτήματα, όπως:

*Γιατί μπήκε στην πολιτική αφού δεν ήταν έτοιμος να παίξει το παιχνίδι με τους όρους που αυτό είθισται να παίζεται;

*Πόσο μετάνιωσε για τις επιλογές των συνεργατών που έκανε τις περιόδους που ήταν αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας και κατόπιν πρωθυπουργός, δημιουργώντας συχνά την εντύπωση ότι όλα λειτουργούσαν στον «αυτόματο πιλότο»;

*Γιατί άφησε άλλους να μιλούν για εκείνον και κυρίως γιατί ανέχτηκε την προβοκατόρικη εκμετάλλευση της σιωπής του στα χρόνια της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ οι οποίοι τον εμφάνιζαν να τους στηρίζει;

Παρόλο που έχω την αίσθηση ότι αν μου δινόταν η ευκαιρία θα ήταν πολύ μακρύς ο κατάλογος με τις ερωτήσεις που θα είχα να υποβάλλω στον Κώστα Καραμανλή, ο οποίος σε προσωπικό επίπεδο μού είναι συμπαθής, ακόμη και σε αυτά τα τρία ερωτήματα αν κάποια στιγμή αποφάσιζε να απαντήσει νομίζω ότι το αποτέλεσμα θα ήταν θετικό και για τον ίδιο προσωπικά και για την Πολιτική.

Τι λέτε; Θα το κάνει; Προσωπικά αμφιβάλλω αλλά δεν παύω να ελπίζω ότι είναι πιθανό να συμβεί. Κυρίως διότι πιστεύω στην βαθιά ψυχαναλυτική ανάγκη την οποία οι περισσότεροι άνθρωποι έχουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου