Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2023

Μήπως είναι ώρα να οριστεί η ημερομηνία της κάλπης;

Με ένα κείμενο 2.220 λέξεων, το οποίο εκφωνούσε επί είκοσι και πλέον λεπτά της ώρας κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, επεχείρησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου να εκθέσει τις απόψεις της κυβέρνησης για το επίμαχο θέμα του Προεδρικού Διατάγματος 85/2022 που αφορά το προσοντολόγιο για τις προσλήψεις στο Δημόσιο και έχει ξεσηκώσει τον καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας.

Αν και ο ίδιος προλογικά και με έμφαση επεσήμανε ότι «τα όσα αφορούσαν τους καλλιτέχνες σε αυτό το Προεδρικό Διάταγμα έχουν ήδη αποσυρθεί, έχουν ήδη καταργηθεί», από τα λεγόμενά του ήταν προφανής η δυσκολία την οποία εδώ και εβδομάδες αντιμετωπίζει η κυβέρνηση στην προσπάθεια που καταβάλει να βρει ευήκοα ώτα στα όσα υποστηρίζουν τα στελέχη της αναφορικά με το status των πτυχίων που χορηγούν οι κάθε λογής εγχώριες σχολές των παραστατικών τεχνών (θέατρο, χορός, κλπ).

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άτυπη προεκλογική περίοδος στην οποία βρισκόμαστε τους τελευταίους πολλούς μήνες συνιστά ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάπτυξη ενός νηφάλιου και ουσιαστικού διαλόγου για την πραγματική διάσταση των ζητημάτων με τα οποία είναι αντιμέτωπη η ελληνική κοινωνία. Με ευθύνη κατά βάση των δύο μεγάλων παρατάξεων που διεκδικούν την εξουσία, διαπιστώνει κανείς την απόλυτη αδυναμία συνεννόησης ακόμη και στα πιο στοιχειώδη. «Μέρα», λέει ο ένας. «Νύχτα», απαντά ο άλλος.

Μπορεί, για παράδειγμα, η κυβέρνηση να υπαναχώρησε πλήρως σε ό,τι αφορά το προσοντολόγιο των ηθοποιών και λοιπών καλλιτεχνών που προσλαμβάνονται στο Δημόσιο, αφήνοντας ανεπηρέαστο το καθεστώς που ίσχυε ως τώρα, η αντιπολίτευση, όμως, κάνει τα πάντα για να συντηρήσει τις αντιδράσεις τις οποίες καλώς ή κακώς προκάλεσε η αρχική διατύπωση του Διατάγματος ανάμεσα στους καλλιτέχνες.

Οι τελευταίοι, αν και ουδείς αντιλαμβάνεται πλέον ποιο ακριβώς είναι το αίτημά τους, συνεχίζουν ακάθεκτοι τις κινητοποιήσεις τους, αφού η κυβέρνηση, παρά τις φλύαρες δηλώσεις των στελεχών της, έχει χάσει την έξωθεν μαρτυρία, ενώ η αντιπολίτευση σιγοντάρει τις αποχές από τις παραστάσεις και τις καταλήψεις των κτηρίων που στεγάζουν τα κρατικά θέατρα. Ως πότε; Το πιθανότερο είναι έως τις εκλογές.

Κακά τα ψέματα, το φαινόμενο δεν είναι ούτε πρωτοφανές ούτε σπάνιο. Σε όλες τις προεκλογικές περιόδους οι μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις και οι υπερβολικές προσδοκίες είναι στην ημερήσια διάταξη. Η αδυναμία της εκάστοτε κυβέρνησης να πει κατηγορηματικά «όχι» στα πλέον μαξιμαλιστικά αιτήματα, σε συνδυασμό με την υπερβολική προθυμία της εκάστοτε αντιπολίτευσης να υιοθετεί όλες ανεξαιρέτως τις απαιτήσεις που προβάλλονται από τις κάθε λογής κοινωνικές ομάδες, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα, οι συνέπειες του οποίου συνήθως γίνονται αντιληπτές μετά τις εκλογές.

Είναι παγκοίνως γνωστό ότι στη παρατεταμένη προεκλογική περίοδο η οποία προηγήθηκε των βουλευτικών εκλογών της άνοιξης του 2004, οι τότε διεκδικητές του πρωθυπουργικού θώκου διαγκωνίστηκαν σκληρά για το ποιος θα μονιμοποιούσε μετεκλογικά στο Δημόσιο περισσότερους συμβασιούχους υπαλλήλους, αδιαφορώντας για το πόσο θα κόστιζε κάτι τέτοιο στον κρατικό προϋπολογισμό. Πέντε χρόνια αργότερα οι δυο τους -ο καθένας με τον τρόπο του- έγιναν αρνητικοί πρωταγωνιστές της χρεωκοπίας της χώρας που ακολούθησε ως μοιραίο απότοκο του δημοσιονομικού εκτροχιασμού της.

Αν και δύσκολα μπορεί να υποστηρίξει βάσιμα κάποιος ότι στην τρέχουσα συγκυρία βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας νέας δημοσιονομικής κατάρρευσης, όπως εκείνη του 2009, από την άλλη κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει ελαφρά τη καρδία τους προφανείς κινδύνους οι οποίοι ελλοχεύουν εξαιτίας της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου που διανύουμε. Ενδεχομένως, δε, και της ασάφειας που επικρατεί σε σχέση με τον ακριβή χρόνο που θα στηθούν οι προσεχείς κάλπες.

Η αλήθεια είναι ότι, σε αντίθεση με ορισμένες άλλες χώρες, στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ σταθερή και εκ των προτέρων γνωστή η ημερομηνία των εκλογών. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, όλοι γνωρίζουν ότι αιώνες τώρα οι εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια την Τρίτη, μετά την πρώτη Δευτέρα του Νοεμβρίου. Στη χώρα μας, αντιθέτως, οι κάλπες στήνονται όποτε βολεύει την εκάστοτε κυβέρνηση.

Είναι πολύ σπάνιες οι φορές που έχει ολοκληρωθεί η τετραετής βουλευτική θητεία, όπως ορίζεται στο Σύνταγμα μας. Ο κανόνας που ακολουθείται θέλει την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία να γίνεται με γνώμονα τον αιφνιδιασμό της αντιπολίτευσης και σε χρόνο που ευνοεί τους εκλογικούς σχεδιασμούς της κυβερνητικής παράταξης. Συνηθέστατα, αντί της προσήλωσης στους θεσμούς, επικρατεί η υποταγή στους κομματικούς υπολογισμούς.

Ο σημερινός πρωθυπουργός έχει ως τώρα αποφύγει τον πειρασμό να προκηρύξει πρόωρες εκλογές σε περιόδους που οι δημοσκοπήσεις τού έδιναν τη δυνατότητα για άνετη επικράτηση. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης αιτιολόγησε τη στάση του με το επιχείρημα ότι δεν ενέδωσε στον… πειρασμό επειδή «σέβεται τους θεσμούς». Παρά ταύτα, αποφεύγει έως τώρα να προσδιορίσει την ακριβή ημερομηνία των επόμενων εκλογών.

Η πρωθυπουργική δήλωση σύμφωνα με την οποία οι κάλπες θα στηθούν «από το Απρίλιο και μετά…» δεν ξεκαθαρίζει το τοπίο και δεν συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα που αναμφίβολα έχει ανάγκη ο τόπος. Η συνεχιζόμενη ασάφεια γύρω από το εκλογικό χρονοδιάγραμμα θολώνει την πολιτική ατμόσφαιρα και προκαλεί παρενέργειες που οι συνέπειες τους ίσως φανούν αργότερα.

Υπό αυτό το πνεύμα, ίσως είναι η ώρα για να οριστεί από τώρα με σαφήνεια η ημερομηνία των εκλογών, όπως συμβαίνει στις περισσότερες προηγμένες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Η πρόκληση για τον πρωθυπουργό είναι μεγάλη. Και το κέρδος για την Πολιτική, αλλά και για την ελληνική κοινωνία, ακόμη μεγαλύτερο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου