Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Το ψέμα στον… δρόμο προς τον σοσιαλισμό



             «Πόσο διαρκεί το δευτερόλεπτο επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ;». Ερωτήματα αυτού του είδους θα μπορούσαν να… απασχολούν καθηγητές της Φιλοσοφίας της περιωπής ενός… Βέλτσου ή ακόμη και ενός Αριστείδη Μπαλτά που χαράσσει πορεία προς τον σοσιαλισμό, διεκτραγωδώντας από το βήμα της Βουλής ήττες, όπως αυτή της επένδυσης του Ελληνικού που δεν μπόρεσε να τη ματαιώσει κηρύσσοντας όλη της έκταση σε αρχαιολογικό χώρο, αλλά και νίκες, όπως ενδεχομένως η… κατατρόπωση της αριστείας την περίοδο που η μοίρα της Ελλάδας τον έταξε να προΐσταται της (άμοιρης) Παιδείας της.
Ελάτε, όμως, που ακούγοντας τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να λέει με όλη τη δυνατή αυστηρότητα που μπορούσε να διακρίνει τον λόγο που εκφώνησε ενώπιον του υψηλόβαθμου δυναμικού του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ ότι «όποιος καναλάρχης δεν δικαιολογήσει το “πόθεν έσχες”, θα εκπέσει το επόμενο δευτερόλεπτο», το ερώτημα έπαψε να αποτελεί αντικείμενο φιλοσοφικής ενατένισης.
Απέκτησε, αντιθέτως, πρακτική σημασία, καθόσον αφορά την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα που καθορίζεται από τις συνεχιζόμενες αποκαλύψεις για το οργιώδες, ου μην αλλά και σκανδαλώδες, παρασκήνιο που περιβάλει τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Έναν διαγωνισμό που όσο περνούν οι μέρες τόσο πλησιάζει να δικαιώσει όσους εξ αρχής τον χαρακτήριζαν ως «παρωδία» επειδή ο τρόπος που οργανώθηκε παραβιάζει, εκτός από ρητές διατάξεις του Συντάγματος, την κοινή λογική.
Με την κοινή λογική, άλλωστε, συγκρούεται κατά μέτωπο και ο πρωθυπουργικός ισχυρισμός περί έκπτωσης του όποιου καναλάρχη δεν δικαιολογήσει το «πόθεν έσχες», αφού πρόκειται για έναν ισχυρισμό που απέχει δέκα ολόκληρες ημέρες αφότου οι κυβερνητικοί εντεταλμένοι, που υπεκατέστησαν το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης στη συνταγματικά προβλεπόμενη διαγωνιστική διαδικασία, έσπευσαν άρον – άρον να ανακηρύξουν σε «οριστικούς υπερθεματιστές» τους τέσσερις επιχειρηματίες που πλειοδότησαν στη ρουλέτα που στήθηκε από την κυβέρνηση.
Σε σχετική ανακοίνωση, μάλιστα, του Μεγάρου Μαξίμου που εκδόθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου αναφερόταν ότι την προηγούμενη ημέρα (9.9) ο γενικός γραμματέας Ενημέρωσης είχε υπογράψει την απόφαση της ανακήρυξης (ΑΔΑ: 7Φ2Ξ465ΙΧΦ-9ΑΛ, για όποιον ενδεχομένως αμφιβάλει). Επισημαινόταν ρητώς ότι «στους τέσσερις υπερθεματιστές που αναδείχθηκαν, εξετάστηκε από την αρμόδια επιτροπή η προέλευση και ο τρόπος απόκτησης των οικονομικών μέσων που θα διατεθούν, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 8.1 της προκήρυξης».
Ενώ επαναλαμβανόταν, προς εμπέδωση προφανώς, ότι «το συνολικό τίμημα για τις τέσσερις άδειες ανήλθε στο ποσό των 246.000.000 ευρώ και σε δεκαπέντε μέρες από την οριστική κατακύρωση οι υπερθεματιστές θα καταβάλουν την πρώτη δόση από τις συνολικά τρεις». Και, κατόπιν αυτών, δόξη και τιμή συνήγετο το συμπέρασμα ότι «με την επιτυχημένη ολοκλήρωση της διαδικασίας, διαμορφώνεται πλέον ένα τηλεοπτικό τοπίο βασισμένο στις αρχές της νομιμότητας, μετά από δεκαετίες ενός άναρχου τηλεοπτικού περιβάλλοντος, ενώ το δημόσιο θα εισπράξει ένα πολύ σημαντικό ποσό από την αδειοδότηση».
Εφόσον, λοιπόν, είχε εξεταστεί η προέλευση και ο τρόπος απόκτησης των οικονομικών μέσων, ποιος ήταν ο λόγος για τον οποίο τόσες ημέρες μετά ο πρωθυπουργός ένοιωσε την ανάγκη να εκτοξεύσει την απειλή της έκπτωσης η οποία μάλιστα θα εφαρμοζόταν το… επόμενο δευτερόλεπτο; Δεν ήταν προφανώς άλλος από τα όσα είχαν στο μεταξύ δει το φως της δημοσιότητας για τα δανεικά βοσκοτόπια που περιείχε ο φάκελος τον οποίο είχε προσκομίσει ο πλέον φιλικός προς το κυβερνών κόμμα υποψήφιος καναλάρχης.
Με τη διαφορά, όμως, ότι, κατά την προσφιλή του τακτική, ο κ. Τσίπρας αντί να αναγνωρίσει την πραγματικότητα, επέμενε να κοροϊδεύει για μια ακόμη φορά το ακροατήριό του, αδιαφορώντας για το αυταπόδεικτο του ψέματος που εκστόμιζε. Διότι με όσα ήταν ήδη γνωστά, όταν εκφωνούσε τη συγκεκριμένη ομιλία στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, δύο τινά μπορούσαν να συμβαίνουν: ή δεν είχε γνώση της κυβερνητικής ανακοίνωσης για την οριστική ανακήρυξη ή δεν είχε πληροφορηθεί τα όσα για γέλια και για κλάματα είχαν έρθει στο φως για το «πόθεν έσχες» του «κόκκινου» επιχειρηματία.
Κακά τα ψέματα, όμως. Είναι, πλέον γνωστό στους πάντες ότι ο κ. Τσίπρας δεν είναι από τους πολιτικούς που του διαφεύγουν τέτοια ζητήματα. Μπορεί να έχει σπουδάσει μηχανικός και να διαβάζει σε ομιλίες του εκφράσεις για «στροφή 360 μοιρών», χωρίς να προβληματίζεται, όταν, όμως, πρόκειται για ζητήματα που αφορούν τα μέσα ενημέρωσης συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Έχει πλήρη γνώση. Όσοι, μάλιστα, τον ξέρουν καλά επιμένουν ότι έχει εμμονή με την ενημέρωση. Ασχολείται, λένε, ο ίδιος ακόμη με λεπτομέρειες που άλλοι προκάτοχοί του δεν ήξεραν ή δεν έδιναν την ίδια σημασία.
Γι΄ αυτό, δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο κ. Τσίπρας ήταν «εν πλήρει συνειδήσει» όταν είπε όσα είπε για την έκπτωση του καναλάρχη με το προβληματικό «πόθεν έσχες». Με την ίδια, βεβαίως, «συνείδηση» που του επέτρεπε παλαιότερα να λέει ότι δεν ψηφίζει Μνημόνια ή που του επιτρέπει τώρα να ενστερνίζεται την ψευδαίσθηση του Γ. Κατρούγκαλου ότι δεν έκοψαν συντάξεις. Με την ίδια «συνείδηση» που τον έκανε να υποχρεώσει τον αντιπρόεδρό του Γ. Δραγασάκη να πάρει πίσω όσα είχε ομολογήσει για το χρέος. Με την ίδια «συνείδηση» που θα πάει οσονούπω να εγκαινιάσει την επένδυση του Ελληνικού για την οποία -κατά πάσα βεβαιότητα- θα καταγγείλει τους… μνημονιακούς που την καθυστερούσαν τόσα χρόνια και ευτυχώς που ήρθαν εκείνος και ο φιλόσοφος καθηγητής Μπαλτάς για να ξεκινήσουν την ανάπτυξη.
Είναι, άλλωστε, ο κ. Μπαλτάς, ένας από τους τελευταίους «πατερούληδες» που έχουν μείνει στο πλευρό του Τσίπρα, ο οποίος περιγράφοντας τον «δημοκρατικό δρόμος προς τον σοσιαλισμό» που είναι «μακρύς», «όχι στιγμιαίος» και έχει «υποχωρήσεις, συμβιβασμούς, νίκες, ήττες», είπε τα εξής αμίμητα: «όταν εντός αυτού του δρόμου βρισκόμαστε σε συσχετισμούς υπέρτερους, συσχετισμούς που δεν μπορούμε να υπερνικήσουμε, συσχετισμούς που μας αναγκάζουν να κάνουμε πίσω, να συμβιβαστούμε, να υποστούμε μία ήττα αναγνωρισμένη, αυτό δεν σημαίνει ότι μετά την ήττα και συνεχίζοντας τον ίδιο δρόμο, λέμε άλλα απ’ αυτά που λέγαμε πριν επί της ουσίας».
Θα μπορούσε να το πει απλούστερα, ότι, δηλαδή, «όταν διαφωνούμε με την πραγματικότητα, αλλοίμονο στην πραγματικότητα», αλλά είναι.. φιλόσοφος και το είπε με περισσότερες λέξεις…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου