Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κορωνοϊός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κορωνοϊός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2021

Έχουν, τελικά, μεγάλη δύναμη οι «ψεκασμένοι»

 Τα στοιχεία είναι συντριπτικά και δεν επιτρέπουν σε κανέναν να κρύβεται πίσω από το δάκτυλό του. Το ποσοστό των εμβολιασμένων στη χώρα μας εξακολουθεί να είναι τόσο χαμηλό, που τα όρια για την επίτευξη του πολυαναμενόμενου τείχους ανοσίας δεν πρόκειται να τα προσεγγίσουμε προτού στις περισσότερες σοβαρές χώρες του πλανήτη κηρυχθεί το τέλος της πανδημίας.

Δυστυχώς, όμως, με τους ρυθμούς που πάμε, αφού μόλις και μετά βίας φθάνει τις 20 χιλιάδες ο μέσος ημερήσιος όρος όσων από τα εκατομμύρια των ανεμβολίαστων προσέρχονται για να εμβολιαστούν, η μακάβρια λίστα με τους ανθρώπους που καθημερινά χάνουν τη ζωή τους από τον κορωνοϊό θα συνεχίσει να μακραίνει.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην πρώτη φάση της εξάπλωσης της πανδημίας, κατά την οποία η κυβέρνηση υπερηφανευόταν για την αποτελεσματική άμυνα που είχε κάνει, μήνα με τον μήνα οι επιδόσεις της χώρας μας κατρακυλούν σε όλο και χαμηλότερες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης.

Μια κατρακύλα για την οποία η μόνη εξήγηση είναι η χαμηλή προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα. Καθημερινά καταγράφονται απώλειες ζωών δεκάδων ανθρώπων, οι συντριπτικά περισσότεροι από τους οποίους αφορούν συνανθρώπους που αρνούνταν ή δίσταζαν να εμβολιαστούν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι παντού στον κόσμο υπάρχουν αρνητές των εμβολίων ή άνθρωποι που φοβούνται ή δεν πείθονται για την αποτελεσματικότητά τους. Τα στοιχεία, όμως, δείχνουν ότι η χώρα μας αν δεν κατέχει τα παγκόσμια πρωτεία, είναι σίγουρα στην κορυφή της λίστας των θεωρούμενων προηγμένων χωρών που έχουν μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που αμφισβητούν την επιστημονική γνώση και συμπεριφέρονται ανορθολογικά.

Από έρευνες που έγιναν κατά το παρελθόν είχε διαπιστωθεί ότι περίπου το 30% των συμπατριωτών μας ενστερνίζονταν (ή απλώς «φλέρταραν» με) τις απίθανες θεωρίες συνωμοσίας που ήθελαν κάποιες αόρατες δυνάμεις να ψεκάζουν τη χώρα μας προκειμένου ο… ανυπότακτος λαός της να αποδεχθεί τα Μνημόνια και να χάσει την εθνική του ταυτότητα.

Είναι αλήθεια ότι πάνω σε αυτές τις γελοίες δοξασίες χτίστηκαν καριέρες πολιτικές -και όχι μόνον…- καθώς ακόμη και πολιτικά στελέχη που ήταν προφανές ότι δεν πίστευαν σε τέτοιες αηδίες, έκλειναν το μάτι σε όλους εκείνους που έκτοτε συνηθίσαμε να λέμε «ψεκασμένους» με σκοπό να τους έχουν αφιονισμένους ώστε όχι μόνον να τους αποσπούν την ψήφο τους αλλά να τους ποδηγετούν γενικότερα.

Ας μην αυταπατώμεθα, λοιπόν, αυτά τα δύο με τρία εκατομμύρια των Ελλήνων «ψεκασμένων» δεν εξαφανίστηκαν. Είναι δίπλα μας και είναι παντού. Πρέπει, λοιπόν, να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι ζουν ανάμεσά μας και αποτελούν τη βασική «δεξαμενή» από την οποία προέρχεται το ισχυρό κύμα των αρνητών των εμβολίων με το οποίο, περισσότερο από τις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έρχεται αντιμέτωπη η χώρα μας.

Από τη στιγμή, μάλιστα, που οι κάθε λογής ταγοί τούτου του τόπου (πολιτικοί, πνευματικοί, συνδικαλιστικοί, θρησκευτικοί και πάει λέγοντας) σιωπούν, το φαινόμενο της άρνησης της πραγματικότητας θα παραμένει αναλλοίωτο. Συνάνθρωποί μας θα συνεχίσουν να χάνουν αδίκως τις ζωές τους. Και ολόκληρη η ελληνική κοινωνία θα εξακολουθήσει να δοκιμάζεται αφού η συμπεριφορά των «ψεκασμένων» θα εμποδίζει την επιστροφή στην κανονικότητα, την οποία χώρες με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, όπως η Δανία και η Πορτογαλία, έχουν αρχίσει να απολαμβάνουν.

Η πρώτη και κύρια ευθύνη για να αναλάβει δράση, ώστε να αλλάξει η δυσμενής πραγματικότητα, ανήκει αναμφίβολα στην κυβέρνηση, η οποία, δυστυχώς, δεν φαίνεται να δείχνει την αποφασιστικότητα που εμφάνισε στις πρώτες φάσεις της πανδημίας. Για παράδειγμα, οι έλεγχοι για την τήρηση των εναπομεινάντων περιοριστικών μέτρων έχουν ατονήσει σε βαθμό εξαφανίσεως.

Την ίδια ώρα, η επέκταση της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών στους εργαζόμενους στο Δημόσιο αναβάλλεται από εβδομάδα σε εβδομάδα. Οι ένστολοι και οι ιερωμένοι παραμένουν στο απυρόβλητο και ειδικά οι δεύτεροι έχουν αφεθεί ασύδοτοι να προπαγανδίζουν τις πιο ακραίες και επικίνδυνες θεωρίες  των «ψεκασμένων» αντιεμβολιαστών.

Είναι προφανές ότι επικράτησε ο φόβος για το λεγόμενο «πολιτικό κόστος» και οι κυβερνώντες διστάζουν να κάνουν όλα όσα επιτάσσει το καθήκον τους. Τη στάση αδράνειας που τηρούν τη διευκολύνει σίγουρα και το γεγονός ότι δεν εκδηλώνεται πίεση από καμία άλλη πλευρά.

Ούτε κάποια από τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ούτε άλλος συλλογικός φορέας της κοινωνίας αισθάνθηκε μέχρι στιγμής την ανάγκη να πάψει να είναι ουδέτερος θεατής μιας κατάστασης που έχει βαρύ κόστος πρωτίστως σε ανθρώπινες ζωές αλλά και σε συνολική κοινωνική ευημερία.

Κάποια στιγμή φάνηκε ότι το Κίνημα Αλλαγής, οι οπαδοί του οποίου καταγράφονται στις περισσότερες μετρήσεις ως οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του ορθού λόγου, είχε τάση να κινηθεί προς την κατεύθυνση που επιτάσσει η λογική, αλλά η διάθεση που έδειξε να ηγηθεί της καμπάνιας υπέρ των εμβολιασμών δεν είχε την ανάλογη συνέχεια, ίσως και λόγω της εσωτερικής μάχης για την ηγεσία.

Ποιο είναι το συμπέρασμα από όλα αυτά; Ότι, εν τέλει, οι «ψεκασμένοι» έχουν μεγάλη δύναμη. Και εξ αυτού ουδείς θέλει να τους κακοκαρδίσει. Πόσω μάλλον να συγκρουστεί μαζί τους. Βλέπεις αυτοί ψηφίζουν, ενώ οι νεκροί… στερούνται πολιτικών δικαιωμάτων!

Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2021

Και που να μην εξημέρωνε τα ήθη η μουσική….

 

            Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ήταν, όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο ιστορικός Πολύβιος, πεπεισμένοι ότι η μουσική εξημερώνει τα ήθη. Τα οποία ήθη θεωρούσαν ότι επηρεάζονται από το φυσικό περιβάλλον και ειδικότερα από την τραχύτητα του τόπου και τα κλιματολογικά φαινόμενα.

            Είκοσι δύο αιώνες αφότου ο Πολύβιος έκανε, αναφερόμενος μάλιστα στους συμπατριώτες του Αρκάδες, αυτή την τόσο σημαντική παρατήρηση, η οποία στην πορεία του χρόνου έγινε παγκοσμίως αποδεκτή, είναι απορίας άξιον ότι ζουν ανάμεσα μας άνθρωποι οι οποίοι πήγαν την περασμένη Τετάρτη στη Μητρόπολη της Αθήνας για να πουν, υποτίθεται, το στερνό αντίο στον τρισμέγιστο Μίκη Θεοδωράκη και, με αυτή την ευκαιρία, να αποδοκιμάσουν τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. 

             Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κάποιος ότι οι άνθρωποι αυτοί ενστερνίστηκαν κάτι από τα όσα υψιπετή εξέπεμπε η αξεπέραστη μουσική ιδιοφυία του παγκοσμίως καταξιωμένου μουσουργού. Και το πιθανότερο είναι ότι δεν κατάφεραν να αντιληφθούν το παραμικρό από την ξεχωριστή στάση ζωής της τεράστιας αυτής προσωπικότητας που στη μακρά και πολυσχιδή διαδρομή της στη δημόσια σφαίρα δεν βολεύτηκε ούτε στιγμή στους εύκολους και απλοϊκούς διαχωρισμούς.

Δεν είναι μόνον που τη μουσική του Μίκη, λιγότερο ή περισσότερο, την σιγοτραγουδήσαμε όλοι μας, ανεξαρτήτως αν αισθανόμασταν αριστεροί, δεξιοί ή κεντρώοι. Είναι, πολύ περισσότερο, που ο ίδιος, ο οποίος συχνά αισθανόταν, σύμφωνα με δικό του παραλληλισμό, ως «τάνκερ στη λίμνη των Ιωαννίνων», μαχόταν αταλάντευτα για την ενότητα του ελληνικού Έθνους. Και η επιμονή του σε αυτόν τον στόχο απετέλεσε ίσως ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματά του.

Μόνον τυχαίο, άλλωστε, δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι ο Μίκης που εξέφρασε επιθυμία «να πεθάνει σαν κομμουνιστής», θέλησε η κηδεία του να γίνει με όλο το τελετουργικό της ελληνορθόδοξης παράδοσης μας. Εξάλλου, αυτός ο αμετανόητα Αριστερός, που αν και υπέστη τα πάνδεινα, έμεινε πιστός στην κοσμοθεωρία του, δεν δίστασε, όταν πίστεψε ότι οι καιροί το επέβαλαν, να εκστομίσει το σύνθημα «Καραμανλής ή τανκς», να ορκιστεί υπουργός σε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ή να καταγγείλει ως χειρότερη μορφή φασισμού την αριστερόστροφη.

Τι αλήθεια μπορεί να κατάλαβαν από το έργο και τη ζωή του Μίκη όλοι αυτοί που πήγαν στη Μητρόπολη για να γιουχαΐσουν τον πολιτικό τους αντίπαλο; Και ποιο, άραγε, μήνυμα θέλησαν να περάσουν τόσο οι ίδιοι όσο και εκείνοι που έσπευσαν να τους επικροτήσουν; Με αφορμή, μάλιστα, το ότι –κακώς- δεν δόθηκε μεγάλη ειδησεογραφική έμφαση στο γεγονός, ορισμένοι, γνωστοί και μη εξαιρετέοι ελεεινολόγοι και ελεεινολογούντες, έσπευσαν –αν είναι δυνατόν!- να κηρύξουν το επερχόμενο τέλος της ελληνικής δημοσιογραφίας...

Δίχως αμφιβολία είναι μεγάλο το δίλημμα για το αν πρέπει να προβάλλονται ή όχι τέτοιες αθλιότητες. Και ίσως ακόμη μεγαλύτερο είναι το δίλημμα σχετικά με τον τρόπο προβολής τέτοιων περιστατικών. Η πλήρης αποσιώπηση είναι σίγουρα η χείριστη των πιθανών επιλογών. Από την άλλη, όμως, αναρωτιέται κανείς πόσο σωστή είναι η επιλογή να γίνονται κυρίαρχο θέμα τέτοια ακραία και, ίσως, περιθωριακά φαινόμενα. Και αυτό χωρίς την ίδια ώρα να στηλιτεύεται η παραβίαση κάθε έννοιας για στοιχειώδη κοινωνική συμβίωση και κάθε κανόνα που επιβάλλει πολιτισμένη πολιτική αντιπαράθεση.

Ο τόπος μας, κακά τα ψέματα, έχει μακρά παράδοση διχασμών και έχει υποφέρει αρκετά από τέτοια περιστατικά τόσο στο απώτερο όσο και στο πρόσφατο παρελθόν. Η γραφικότητα, για παράδειγμα, του νεαρού, ο οποίος κατά την πρώιμη μνημονιακή περίοδο μούντζωνε προς τους επισήμους στη διάρκεια μαθητικής παρέλασης, οδήγησε πολύ σύντομα στη διάλυση της στρατιωτικής παρέλασης της Θεσσαλονίκης. Την ίδια πάνω κάτω περίοδο βρεθήκαμε χωρίς να το καταλάβουμε από τις πλατείες των λεγόμενων «Αγανακτισμένων» στα «Τάγματα Εφόδου» της Χρυσής Αυγής και στο κυνήγι ακόμη σε ταβέρνες των πολιτικών που ήταν σε θέσεις εξουσίας.

Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι δεν υπήρξε ομόθυμη καταδίκη των όσων από κάθε άποψη απαράδεκτων συνέβησαν στη κηδεία του Μίκη, που θεωρώ ότι όλοι οι εχέφρονες άνθρωποι συμφωνούν πως ήταν ο πλέον ακατάλληλος τρόπος για να εκφραστούν πολιτικές προτιμήσεις ή για επιχειρήσει κανείς να προσποριστεί πολιτικά οφέλη, φαίνεται ότι τα παθήματα του παρελθόντος μάλλον δεν έχουν γίνει μαθήματα. Γενικότερα, άλλωστε, μιλώντας, όπως δείχνει και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία τα θέματα της πανδημίας είναι σαφές ότι για ένα αξιοσημείωτο ποσοστό συμπολιτών μας, ο ανορθολογισμός, δυστυχώς, εξακολουθεί να είναι κυρίαρχη επιλογή.

Με άλλα λόγια, όσο υπάρχουν άνθρωποι που πάνε στην κηδεία του Μίκη Θεοδωράκη για να γιουχάρουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη, μοιάζει συμβατό να βρίσκει κάποιος τόσους πολλούς γύρω μας που είναι διατεθειμένοι να δωροδοκήσουν γιατρούς για να τους δώσουν ψεύτικο πιστοποιητικό εμβολιασμού ή νόσησης από κορωνοϊό. Όσο υπάρχουν άνθρωποι που ακούν τη μουσική του Μίκη και δεν… εξημερώνονται, τα πράγματα θα συνεχίσουν να παραμένουν πολύ δύσκολα.         

Ή, για να το πούμε με τον εμβληματικό στίχο του Οδυσσέα Ελύτη, που τόσο περίτεχνα μελοποίησε ο αιώνιος Μίκης, κάνοντάς τον κτήμα όλων μας, «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή...».

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

Ο σταυρός και η σημαία που… κολλάνε με τα εμβόλια;

 

 

            Πλημμύρισαν το Σύνταγμα και η Ομόνοια την περασμένη Πέμπτη από ένα πλήθος συμπολιτών μας που αισθάνθηκε την ανάγκη να διαμαρτυρηθεί για την απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλει αφενός την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού για κάποιες ελάχιστες κατηγορίες εργαζομένων και αφετέρου να θεσπίσει περιορισμούς για την πρόσβαση σε κοινόχρηστους χώρους διασκέδασης και αναψυχής όσων επιμένουν να παραμένουν ανεμβολίαστοι.

            Το παράδοξο δεν είναι ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι –τέσσερις με πέντε χιλιάδες κατά τα φαινόμενα και τους επίσημους υπολογισμούς- σηκώθηκαν από τους καναπέδες για να διατρανώσουν την αντίθεσή τους απέναντι σε έναν «αόρατο εχθρό», που προφανώς δεν είναι ο ιός που έχει αναστατώσει στις ζωές όλων, αλλά κάτι αδιόρατο που το αποκαλούν «νέα τάξη πραγμάτων», «τσιπάκι του Μπιλ Γκέιτς», «παγκόσμιο πείραμα», «χούντα Μητσοτάκη» και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια. Ανάλογες κινητοποιήσεις, άλλωστε, έχουμε δει σε πολλές άλλες γωνιές του πλανήτη με αντίστοιχα συνθήματα – εξαιρουμένου, βεβαίως, εκείνου για τη… «χούντα Μητσοτάκη» που προσαρμόζεται στις τοπικές παραλλαγές («χούντα Μακρόν», «χούντα Μπάιντεν» και πάει λέγοντας….).     

Είναι, όμως, μεγάλο παράδοξο να βλέπει κανείς τους συμμετέχοντες σε αυτές τις… λαοσυνάξεις να κραδαίνουν ελληνικές σημαίες και σταυρούς, λες και είχαν βγει στους δρόμους για να υπερασπιστούν την πατρίδα και τη θρησκεία. Από την άλλη, ωστόσο, αυτή η παραδοξότητα αποτελεί ίσως και την καλύτερη απόδειξη για το πόσο συγκεχυμένα είναι τα πράγματα στο μυαλό των ανθρώπων οι οποίοι αντιδρούσαν παλαιότερα στα περιοριστικά μέτρα για την εξάπλωση της πανδημίας, πατώντας τις μάσκες στο Σύνταγμα, και κάνουν τώρα το ίδιο με τη δαιμονοποίηση του εμβολιαστικού προγράμματος.

Διότι, ακόμη και αν οποιοσδήποτε εχέφρων άνθρωπος θέλει να δείξει στοιχειώδη κατανόηση προς όσους προτάσσουν την -αναμφίβολα υπερβολική- ανησυχία για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, σίγουρα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παράλογη σύνδεση τους με τον πατριωτισμό και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ενός εκάστου. Οι μισοί και παραπάνω Έλληνες που έχουν ήδη εμβολιαστεί -5.364.957 έκαναν ήδη τουλάχιστον τη μία δόση- δεν είναι ούτε λιγότερο πατριώτες, ούτε λιγότεροι Χριστιανοί από εκείνους οι οποίοι για δικούς τους λόγους –φόβο, ανασφάλεια, παραπληροφόρηση ή απλή εμμονή- διστάζουν ή αρνούνται να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα.

Έχουν γραφεί πολλά και έχουν ειπωθεί περισσότερα για τον υποτιθέμενο διχασμό που προκαλούν οι αποφάσεις για τον διαχωρισμό ανάμεσα σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους. Ορισμένοι διατείνονται ότι τα μέτρα διαχωρισμού φουντώνουν το «κίνημα» του αρνητισμού. Η διεθνής εμπειρία, ωστόσο, που θα πρέπει να αποτελεί τη σταθερή πυξίδα για την ερμηνεία όσων συμβαίνουν και στη χώρα μας, δεν επιβεβαιώνει αυτές τις εικοτολογίες. Σχεδόν παντού στον κόσμο –από το Ισραήλ έως τη Βρετανία και από τη Γαλλία έως τις ΗΠΑ, για να αναφερθούμε κυρίως σε χώρες που έχουν επάρκεια εμβολίων- παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο: ο ρυθμός προόδου των εμβολιασμών φρενάρει περίπου όταν εμβολιάζεται ο μισός πληθυσμός της κάθε χώρας.

Με άλλα λόγια, όπως σε πολλές άλλες παραμέτρους που αφορούν την πανδημία του κορωνοϊού, έτσι και στον αναγκαίο καθολικό εμβολιασμό που θα μπορούσε να μας απαλλάξει από αυτή τη μάστιγα, ουδείς έχει βρει τη χρυσή συνταγή. Από την μια άκρη του κόσμου ως την άλλη, της… Κούβας συμπεριλαμβανομένης, οι ίδιες τάσεις κυριαρχούν και, λίγο ως πολύ, οι ίδιες νοοτροπίες επικρατούν. Πάνω κάτω, τα ίδια προβλήματα καλούνται να επιλύσουν οι κυβερνήσεις και με τον ίδιο ανορθολογισμό βρίσκονται αντιμέτωποι οι πολίτες που πασχίζουν να προστατευθούν από την επέλαση του απειλητικού ιού.

Παρά ταύτα, θα είναι λάθος να πιστέψει κάποιος ότι οι παραδοχές αυτές οδηγούν στην παραίτηση από τον διπλό συλλογικό αγώνα που χρειάζεται να δώσουν οι σύγχρονες κοινωνίες, αφενός, για να περιοριστούν οι συνέπειες από το επιδημιολογικό φορτίο, που θα όλα δείχνουν ότι θα αργήσει να μας απαλλάξει από την παρουσία του, και, αφετέρου, για να πειστεί ο σκληρός πυρήνας των αρνητών ότι η πανδημία δεν απειλεί ούτε την πατρίδα ούτε τη θρησκεία του καθενός μας. Απειλεί τις ζωές όλων μας και περισσότερο εκείνων που παραμένουν πεισματικά ανεμβολίαστοι.

Το καλύτερο που έχουν να κάνουν όσοι αντιδρούν είναι να υποστείλουν τις σημαίες και τους σταυρούς και να δουν την πραγματικότητα κατάματα. Κανείς δεν πρόκειται να τους εμβολιάσει με το ζόρι. Οπότε μπορούν να παραμείνουν ανεμβολίαστοι χωρίς να παριστάνουν τους πατριώτες ή να επικαλούνται τα θεία. Εκείνο, όμως, που δεν μπορούν να αποφύγουν, τόσο οι ίδιοι οι αρνητές όσο και οι κάθε είδους «δικαιωματιστές», που δηλώνουν αλληλέγγυοι, μιλώντας εν ονόματι, δήθεν, της αποφυγής του διχασμού, είναι η αναγνώριση ότι στις οργανωμένες κοινωνίες επικρατεί μια άγραφη, αλλά καθοριστική για τη συμβίωσή μας, συνθήκη σύμφωνα με την οποία η ελευθερία του ενός σταματάει εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων.

Επειδή, λοιπόν είναι πλέον πασιφανές ότι η «ελευθερία» όσων επιμένουν να μη θέλουν να εμβολιαστούν πλήττει βάναυσα έως θανάσιμα την ελευθερία όλων όσοι εμβολιαστήκαμε, οι αρνούμενοι δεν έχουν παρά να συμβιβαστούν με αυτή τη συνθήκη. Ή εμβολιάζονται ή περιορίζονται. Τόσο απλά, τόσο καθαρά!

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2021

Πανστρατιά στη μνήμη της Αλέκας

 

Η Αλέκα από τα Γιάννενα, που όσοι την γνώρισαν έχουν να λένε για τη μαχητικότητα που κρυβόταν πίσω από το φωτεινό χαμόγελό της, υπέκυψε στον κορωνοϊό  σε ηλικία μόλις 40 ετών. Είναι αλήθεια ότι έπασχε από αυτό που μάθαμε πλέον όλοι μας να αποκαλούμε «υποκείμενο νόσημα». Το ήξερε. Και γι΄ αυτό, όπως διαβεβαιώνουν από το περιβάλλον της, αγωνιούσε να έρθει η σειρά της για να εμβολιαστεί.

Δυστυχώς, όμως, όταν άνοιξε η πλατφόρμα του εμβολιαστικού προγράμματος για την περίπτωσή της, εκείνη είχε ήδη πληγεί από τη μάστιγα της εποχής μας. Και όταν ήρθε η σειρά της να εμβολιαστεί ήταν στη ΜΕΘ και έδινε μάχη για τη ζωή. Αγωνίστηκε σκληρά λένε οι άνθρωποι που παρακολούθησαν από κοντά τη μάχη για τη ζωή την οποία έδωσε για πάνω από δύο μήνες. Όσο εκείνη πάλευε στην εντατική, έφυγε από τη ζωή ο πατέρας της, χτυπημένος επίσης από τον κορωνοϊό.

Μετά την εκδημία της Αλέκας στα επέκεινα, η οικογένειά της βρήκε το κουράγιο και προχώρησε σε μια σπάνια πράξη αλτρουισμού για να τιμήσει τη μνήμη της: άνοιξε τραπεζικό λογαριασμό με στόχο να συγκεντρωθούν χρήματα για την ενίσχυση των μονάδων αντιμετώπισης της COVID-19, στέλνοντας παράλληλα μηνύματα υπέρ των μαζικών εμβολιασμών.

Δράματα ανάλογα με αυτό που αντιμετώπισε η οικογένεια της Γιαννιώτισσας μαχήτριας βιώνουν εκατομμύρια οικογένειες σε όλο τον πλανήτη. Οι νεκροί από την πανδημία ξεπερνούν τα 4 εκατομμύρια παγκοσμίως. Και κανείς δεν είναι σε θέση ακόμη να προβλέψει πότε θα γραφεί ο επίλογος στην ολοένα και μακρύτερη μακάβρια λίστα με τα θύματα που πεθαίνουν σε συνθήκες μοναξιάς και χωρίς να μπορούν να τους αποχαιρετίσουν όσοι τους αγαπούν με τον τρόπο που τους αξίζει.

Οι ελπίδες για ένα ορατό τέλος της πανδημίας που δημιούργησαν τα εμβόλια, στα οποία τόσο γρήγορα κατάφερε να φθάσει η επιστήμη, δεν εκπληρώνονται μέχρι στιγμής, τουλάχιστον στον βαθμό που θα μπορούσαν. Από τη μια οι μεταλλάξει του ιού, από την άλλη οι δισταγμοί και οι αρνήσεις πολλών συνανθρώπων μας να εμβολιαστούν, η λύτρωση από τον εφιάλτη όλο και μετατίθεται χρονικά, δοκιμάζοντας τις ατομικές και συλλογικές αντοχές όλων μας.

Υπό το φως των νέων δεδομένων, η καθολικότητα των εμβολιασμών ή, σε κάθε περίπτωση, ο εμβολιασμός της μεγάλης πλειονότητας της κοινότητας, αποτελεί τη μοναδική λύση του δράματος. Με άλλα λόγια, όσο δεν δημιουργείται το πολυαναμενόμενο «τείχος ανοσίας», όπως το ορίζει κάθε φορά η διεθνής επιστημονική κοινότητα που είναι επιφορτισμένη με την παρακολούθηση της πανδημίας, ουδείς μπορεί να αισθάνεται ασφαλής.

Άλλωστε, όσο το εγχώριο Σύστημα Υγείας πιέζεται από τις αυξημένες ανάγκες για νοσηλεία όσων πλήττονται από τον ιό, δεν μπορεί να γίνεται σοβαρά λόγος για επιστροφή στην κανονικότητα ακόμη και για όσους σπεύσαμε να εμβολιαστούμε από την πρώτη στιγμή που μας δόθηκε αυτή η δυνατότητα.       

Το γεγονός ότι δεν είναι μόνον ελληνικό το φαινόμενο των αρνήσεων και των δισταγμών ενός μεγάλου αριθμού συμπολιτών μας να προσέλθει στα εμβολιαστικά κέντρα, δεν μπορεί να μας κάνει να εφησυχάζουμε. Καλώς ή κακώς, εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι, κυκλοφορούμε στα ίδια μέρη και, για όσους δεν τρέφουν αυταπάτες, οι διαχωρισμοί δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα στον πλανήτη.

Αν ήταν, εξάλλου, κάτι εύκολο, θα το είχαν βρει σε κάποια άλλη χώρα του πλανήτη. Οπότε η ελληνική Πολιτεία δεν είχε παρά να το αντιγράψει. Διότι η αλήθεια είναι πως, ό,τι κι αν υποστηρίζει η πολιτική προπαγάνδα της μιας ή της άλλης πλευράς στη χώρα μας, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη, η δυναμική των πραγμάτων γύρω από την πανδημία είναι λίγο ως πολύ ίδια.

Η μόνη διαφοροποίηση που καταγράφεται είναι στο πως η κάθε χώρα και ο κάθε ηγέτης την προσεγγίζουν. Αν, δηλαδή, βλέπουν κατάματα την πραγματικότητα και είναι έτοιμοι να την αντιμετωπίσουν. Ή αν, από αναλυτική ανεπάρκεια ή από λαϊκίστικη και συνωμοσιολογική διάθεση, κατασκευάζουν μια δική του «πραγματικότητα» που ουσιαστικά είναι μη πραγματικότητα.

Μελετώντας, λοιπόν, τη διεθνή πραγματικότητα, που είναι η μόνη που μπορεί να μας δώσει τα απαραίτητα ερμηνευτικά εργαλεία για την κατανόηση όσων ζούμε, σε εκείνο που αναμφίβολα καταλήγει κανείς είναι η ανάγκη για μια πανστρατιά πειθούς υπέρ της ανάγκης των εμβολιασμών. Μια πανστρατιά με εστίαση όχι τόσο προς τους απόλυτους αρνητές, που όλα δείχνουν ότι είναι χαμένες περιπτώσεις, όσο προς εκείνους που απλώς ανησυχούν για την ασφάλεια των εμβολίων ή αμφιβάλλουν για την αποτελεσματικότητά τους.

Με τον δικό της τρόπο, η οικογένεια της αδικοχαμένης Αλέκας από τα Γιάννενα μάς έδειξε τον δρόμο που πρέπει να βαδίσουμε. Ένας δρόμος που δεν είναι άλλος από το να αντιμετωπίζουμε κατάματα την πραγματικότητα και να μαχόμαστε για να την αλλάξουμε. Ας ελπίσουμε ότι το παράδειγμά τους θα βρει μιμητές, έτσι ώστε τον δρόμο που άνοιξαν αυτοί οι απλοί άνθρωποι να τον βαδίσουν οι κάθε λογής –πολιτικοί, θρησκευτικοί, πνευματικοί και όποιοι άλλοι- ταγοί.

Δίχως απειλές έναντι οιουδήποτε και χωρίς να κουνούμε το δάχτυλο σε κανέναν, όσοι εκφράζουμε δημόσιο λόγο, από το βήμα της Βουλής και τον εκκλησιαστικό άμβωνα και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έως τις καθημερινές επαφές με τον περίγυρο μας, έχουμε ιερό καθήκον και υποχρέωση να μη σιωπούμε και να στρατευθούμε στον αγώνα υπέρ των εμβολιασμών.

Οι καιροί ου μενετοί!