Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημοψήφισμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημοψήφισμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Μας είχε πει για τον… Πάμπλο, αλλά όχι για τις συντάξεις



Βλέποντας τον Αλέξη Τσίπρα να «τρουπώνει» στη τελευταία σύναξη των ευρωσοσιαλιστών και ακούγοντας τα στελέχη της παράταξής του να προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα για τη σφαγή των συντάξεων, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι «ο κόσμος που μας ψήφισε τον Σεπτέμβριο ήξερε ότι θα έρθουν δύσκολα», μού δημιουργήθηκε η απορία αν όντως οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ έδωσαν πολιτική νομιμοποίηση για όλα όσα ζούμε τους τελευταίους μήνες.
Σκέφτηκα, λοιπόν, να ανατρέξω στην προεκλογική περίοδο για να επιβεβαιώσω ή να διαψεύσω το ερώτημα αν η ψήφος που απέσπασε ο κ. Τσίπρας ήταν συνειδητή πολιτική επιλογή που προερχόταν από πολίτες που ήταν ενήμεροι. Και αν τους είχε προειδοποιήσεις κανείς ότι λίγους μήνες μετά θα ακολουθούσε μια άνευ προηγουμένου φορολογική επιδρομή. Αν είχαν επίγνωση ότι οι κατά τεκμήριο φτωχοί συνταξιούχοι θα έχαναν το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το ΕΚΑΣ, για να μείνουμε στα πιο κραυγαλέα μνημονιακά μέτρα που άρχισαν να εφαρμόζονται, πλήττοντας τους κατά βάση πιο αδύναμους συμπολίτες που υποτίθεται ότι θα προστάτευε η «αριστερή κυβέρνηση».
Αναζήτησα, έτσι, την τελευταία προεκλογική ομιλία που εκφώνησε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στην Πλατεία Συντάγματος την Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου. Μίλησε μπροστά σε μια μεγάλη συγκέντρωση, όπως έγραφαν τα μέσα ενημέρωσης, και εκφώνησε μια παθιασμένη ομιλία που διήρκεσε 40 λεπτά. Μια ομιλία στην οποία ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως μπορεί ακόμη να δει κανείς στην ιστοσελίδα του, εμφάνιζε τον κ. Τσίπρα να λέει στους συγκεντρωμένους: «Ο πόθος του λαού για ζωή δε θα γίνει παρένθεση».
Η φράση αυτή ήταν το συμπύκνωμα ενός κατά τα άλλα φλύαρου λόγου, που, όμως, στις 2.915 λέξεις που ακούστηκαν από τα χείλη του πρωθυπουργού δεν χώρεσε ούτε μια (!) αναφορά στο Μνημόνιο το οποίο είχε υπογραφεί τον Ιούλιο και ψηφίστηκε άρον – άρον τον Δεκαπενταύγουστο. Βλέπετε, έπρεπε να προλάβει ο κ. Τσίπρας να πάει σε εκλογές και να πιάσει στον ύπνο την αιφνιδιασμένη αντιπολίτευση που καλή τη πίστει είχε προτάξει το εθνικό συμφέρον συμβάλλοντας στην προσπάθεια να μείνει η χώρα στην Ευρώπη ώστε να πηγαίνει ο πρωθυπουργός της στα Συμβούλια Κορυφής και να εγκαλεί τους Βρετανούς επειδή δεν είχαν προετοιμαστεί για το… Brexit.
Δεν ήταν, όμως, μόνον ο όρος «Μνημόνιο» που δεν εκστόμισε ο σίγουρος για τη νίκη του αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν και οι λέξεις «σύνταξη» ή «συνταξιούχος» που, όσο και αν ψάξει κανείς, δεν πρόκειται να τις βρει στην ομιλία του. Όπως δεν θα βρει την παραμικρή κουβέντα για το 99χρονο «Υπερταμείο» ή τον αυτοματοποιημένο «κόφτη» δημοσίων δαπανών που μπήκαν μεταγενέστερα στη ζωή μας.
Ακόμη, όμως, και οι ελάχιστες αναφορές στη λέξη «φόρος» ή σε παράγωγά της δεν έγιναν παρά για λόγους παραπειστικούς. «Ποιός θα διαπραγματευτεί τη φορολογική ελάφρυνση των αγροτών; Αυτοί που τον Ιούνη προπαγάνδιζαν το ΝΑΙ στη συμφωνία που μας έδιναν και καταργούσαν μονομιάς όλες τις φορολογικές τους διευκολύνσεις;», περιορίστηκε να ρωτήσει το ακροατήριό του ο πολιτικός ηγέτης που αγανακτεί όταν υπαινίσσεται κάποιος ότι είπε ψέματα, μιας κι εκείνος δέχεται μόνον ότι είχε «αυταπάτες».
Και αν απορείτε τι είπε σε όλη την υπόλοιπη ομιλία, αφού δεν μίλησε για «Μνημόνια», «συντάξεις» και «φόρους», η απάντηση είναι απλή: μεγαλόστομες ηρωικού τύπου διακηρύξεις για το πώς θα κατατροπωθεί το «παλιό» και «κούφια λόγια» για επερχόμενες ανατροπές στην Ευρώπη με τη συνεργασία «συντρόφων» του, που –φεύ!- οι ψηφοφόροι των χωρών τους ήταν, φαίνεται, λιγότερο εύπιστοι από τους έλληνες και δεν τους ανέθεσαν εντολή διακυβέρνησης. 
«Η μάχη για την αλλαγή της Ευρώπης, όχι μόνο δε τελείωσε τον Ιούλη, αλλά τώρα καλούμαστε να αποδείξουμε ότι δεν παραδίδουμε τα όπλα και συνεχίζουμε για να δρέψουμε όλοι μαζί τους καρπούς που έσπειρε ο αγώνας του ελληνικού λαού», έλεγε ο κ. Τσίπρας κάνοντας ειδική αναφορά στον ηγέτη των Ισπανών Podemos Πάμπλο Ιγκλέσιας που στο τέλος της προεκλογικής εκδήλωσης βγήκε κι ο ίδιος στο μπαλκόνι και απευθύνθηκε στους συγκεντρωμένους.
«Το αποτέλεσμα στις ελληνικές εκλογές θα είναι καθοριστικής σημασίας για τις εξελίξεις στην Ευρώπη», επέμεινε στη δική του ομιλία ο έλληνας πολιτικός ηγέτης που διακινδύνευσε προβλέψεις που η ζωή διέψευσε. «Γιατί σε λίγες μέρες έχει εκλογές στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Ιρλανδία», είπε, προσθέτοντας: «Φανταστείτε το μήνυμα της δικής μας νίκης στις δυνάμεις της αλλαγής της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Και φανταστείτε πόσο σημαντικό θα είναι αν ο έλληνας πρωθυπουργός στις Βρυξέλλες, από δω και στο εξής δεν είναι μόνος εναντίον πολλών. Αλλά θα έχει μαζί του και τον Πάμπλο από την Ισπανία και τον Τζέρεμι Άνταμς από την Ιρλανδία, έναν προοδευτικό πρωθυπουργό στη Πορτογαλία».
Αν εξαιρέσει κανείς την επιτυχία της πρόβλεψης του για την Πορτογαλία, που ήρθε από σπόντα, καθώς σχηματίστηκε κυβέρνηση από τους δεύτερους σε εκλογική δύναμη σοσιαλδημοκράτες, στα υπόλοιπα έπεσε έξω ο κ. Τσίπρας. Ο αγαπημένος του Πάμπλο, άλλωστε, υπέστη την περασμένη Κυριακή μια δεύτερη εκλογική ψυχρολουσία από την οποία δεν κατάφερε να τον διασώσει ούτε ο χαρακτηρισμός «προτεκτοράτο» που επιδαψίλευσε στη χώρα μας. Αλλά και μέσα να έπεφτε, παγερά αδιάφορους, μάλλον, θα άφηνε και πάλι όσους χάνουν αυτό το διάστημα τη δουλειά τους ή βλέπουν τα εισοδήματά τους να καταβυθίζονται εξαιτίας και των υψηλότερων φορολογικών επιβαρύνσεων.  
Μια κρίσιμη, ίσως, λεπτομέρεια είναι ότι στη συγκεκριμένη επικού τύπου ομιλία του ο νυν πρωθυπουργός είχε, σε τέσσερεις διαφορετικές αποστροφές του λόγου του, χαρακτηρίσει τις επερχόμενες κάλπες «δεύτερο δημοψήφισμα». Λέτε να ήθελε με αυτό τον τρόπο να στείλει το μήνυμα ότι θα έδειχνε στη λαϊκή ετυμηγορία των βουλευτικών εκλογών τον ίδιο… σεβασμό που επέδειξε και στην απόφαση του διαβόητου δημοψηφίσματος του Ιουλίου;  

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Μας δουλεύουν. Και είναι πρώτη φορά τόσο αγρίως!



            Πάνω που, επιστρατεύοντας όση δόση επιείκειας σου έχει απομείνει μετά τον εξάμηνο όλεθρο, ετοιμάζεσαι να πεις: «που θα πάει; Νέοι είναι ακόμη, θα μάθουν», δεν περνάει μέρα που να μην έρχεται ένα νέο «επεισόδιο» να προστεθεί στο γαϊτανάκι της παραφροσύνης που μας έχει υποβάλει το συνονθύλευμα που παριστάνει την κυβέρνηση, οπότε υποχρεώνεσαι να αναφωνήσεις με αγανάκτηση: «ε, δεν τα έχουμε δει ακόμη όλα!».
            Τελευταίο κρούσμα η απίθανη αναγγελία (;) περί συλλογής υπογραφών από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για να απομακρυνθεί από το κυβερνητικό σχήμα ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Γιάννης Πανούσης, ο οποίος, έπειτα από κάποιες αρχικές αμφιταλαντεύσεις, αποτελεί, ίσως, το μοναδικό κανονικό κυβερνητικό στέλεχος αυτής της ετερόκλητης οπερέτας και ο οποίος είναι, μάλλον, ο μόνος που εννοεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντα –του… «αρχιμπάτσου», γιατί όχι;- που του ανατέθηκαν.
            Μπορεί τον πρώτο καιρό να φάνηκε λίγο διστακτικός στο ζήτημα που ανέκυψε με τις καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, καλώντας τους φοιτητές να κινητοποιηθούν για να διώξουν τους εισβολείς που είχαν κατασκηνώσει επί μέρες στην Πρυτανεία του Πανεπιστημίου, στη συνέχεια, όμως, έδειξε απαράμιλλη υπευθυνότητα στην αντιμετώπιση των βίαιων εκδηλώσεων. Υπευθυνότητα, μάλιστα, που ήταν απολύτως εναρμονισμένη με τη δημοκρατική ευαισθησία που οφείλει να τηρεί ένας υπουργός που σέβεται, πρωτίστως, τον εαυτό του και, δευτερευόντως, τους πολίτες που υπηρετεί.
            Προσωπικά, δεν μπορώ να βρω άλλο κυβερνητικό στέλεχος της παρούσας κυβέρνησης που να κάνει τη δουλειά του τόσο καλά όσο ο Γιάννης Πανούσης. Μέσα στη γενικευμένη κατάρρευση, η Αστυνομία και η Πυροσβεστική μοιάζουν να είναι οι μοναδικοί πυλώνες που αντέχουν σε ένα σύστημα που όλα δείχνουν να συνθλίβονται από τον ασφυκτικό κλοιό που συνιστούν από τη μια οι βαριές συνέπειες των αλύπητων μνημονιακών περικοπών και από την άλλη η απόλυτη ανευθυνότητα όσων έχουν την πολιτική ευθύνη τους τελευταίους έξι μήνες.
            Όποιος αμφιβάλει ας κάνει συγκρίσεις, πηγαίνοντας μια βόλτα από το ΙΚΑ ή από ένα οποιοδήποτε άλλο Ασφαλιστικό Ταμείο που είχε την ευθύνη του ο «πούρος» αντιμνημονιακός υπουργός Δημήτρης Στρατούλης. Ή, ακόμη καλύτερα, ας επισκεφτεί μια δομή υγείας ζητώντας να κάνει προληπτικές εξετάσεις για τον καρκίνο ώστε να γλυτώσει το πρόστιμο (!) που τον απειλεί ότι θα πληρώσει ο απίστευτος Παναγιώτης Κουρουμπλής, ο οποίος το μόνο που φαίνεται να τον ενδιαφέρει είναι πως θα κάνει διάφορες διευθετήσεις με τους φαρμακοβιομηχάνους και θα ξηλώσει τις διοικήσεις των νοσοκομείων για να βάλει «δικούς» του- και ας μην είναι κατ΄ ανάγκη του… ΣΥΡΙΖΑ, όπως παραπονούνται «σύντροφοί» του.    
Γι΄ αυτό, λοιπόν απορώ: Τι είδους υπογραφές κατά του Γιάννη Πανούση, από ποιους και γιατί θα μαζέψουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ; Οι ίδιοι, άλλωστε, στην αναγγελτική διαδικτυακή ανάρτηση του κ. Γιάννη Μηλιού, αναγνωρίζουν ότι ο κ. Πανούσης «δεν αυτοδιορίστηκε». Και πως θα μπορούσε, έξαλλου; Βρίσκεται στη συγκεκριμένη θέση, επειδή τον όρισε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Και μένει εκεί επειδή απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του.
            Μπορεί να μην αρέσει στη Νεολαία –και όχι μόνον- του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες έτσι συμβαίνει. Οι πρωθυπουργοί επιλέγουν και διορίζουν αυτοβούλως τους υπουργούς της αρεσκείας τους, χωρίς να ρωτούν τους κομματικούς… ινστρούχτορες. Και κρίνονται για τις επιλογές τους από τους πολίτες που τους ανέδειξαν στο αξίωμά τους και όχι από τις κλειστές κομματικές κάστες.              
Θέλετε και την ακόμη κωμικότερη διάσταση της όλης ιστορίας. Την ίδια ώρα που συνέβαιναν όλα αυτά και η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, με όλες τις προηγούμενες αφορμές, επαναλάμβανε πρόσφατη δήλωσή της για δύο στρατηγικές –μια «ευρωπαϊκή» και μια «αντιευρωπαϊκή»- στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, στην Κουμουνδούρου συνεδρίαζε η Πολιτική Γραμματεία του κόμματος για να ρυθμίσει τα του επικείμενου Συνεδρίου.
Ναι, όσο και αν ακούγεται ανεκδιήγητο κάποιοι προσπαθούν να πείσουν –ποιόν άραγε;- ότι θα διεξαχθεί κομματικό Συνέδριο. Σαν μη συμβαίνει τίποτε. Λες και δεν υπήρξαν τα όσα προηγήθηκαν τον τελευταίο μήνα που μεσολάβησε από το άφρον δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Λες και δεν έχουν ιδέα για τα όσα θα ακολουθήσουν μόλις, οσονούπω, πάει στη Βουλή η δανειακή σύμβαση με τα συνοδευτικά, άκρως «μνημονιακά», μέτρα που θα κάνουν τον φετινό χειμώνα δραματικότερο από όλους του προηγούμενους.
Και –για να καταλάβετε για ποιους μιλάμε- μέσα σε όλη αυτή την απερίγραπτη παρανοϊκότητα ήρθε να προστεθεί και η παρέμβαση του Δημήτρη Παπαδημούλη, του αντιπροέδρου, παρακαλώ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τον οποίο ορισμένοι κατατάσσουν στη… συνιστώσα των «σοβαρών». «Η δυναμική διάσπασης, μπορεί να ακυρωθεί», έγραψε στο Twitter. «Αρκεί να δεσμευτούν όλοι καθαρά, ότι θα στηρίξουν τις αποφάσεις του έκτακτου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ», συμπλήρωσε- αν είναι δυνατόν!
Επειδή, ειλικρινά, όση καλή προαίρεση και αν αναζητήσω μέσα μου, δεν μπορώ να δεχθώ ότι είναι τόσο αφελείς, ούτε ότι αδυνατούν να διδαχθούν από τα οδυνηρά λάθη στα οποία έχουν υποπέσει, πείθομαι όλο και περισσότερο ότι απλώς μας… δουλεύουν. Και μας… δουλεύουν αγρίως! Έχουν αντιληφθεί ότι έχουν να κάνουν με πολίτες που αρέσκονται στο… δούλεμα, πολίτες που δεν αντιδρούν στις ουρές, δεν προσβάλλονται από τις δημιουργικές ασάφειες, ούτε από το «Όχι» τους που γίνεται «Ναι». Και γι΄ αυτό συνεχίζουν ακάθεκτοι. Ως πότε; Έως τις επόμενες εκλογές -που θα τις προκηρύξουν άμεσα, επειδή θεωρούν ότι τους βολεύουν. Και βλέπουμε…

Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

Γίνεται «Ναι» ένα τόσο πολυσυλλεκτικό «Όχι»;



Με το σαρωτικό «Όχι» που βροντοφώναξε μέσα από την κάλπη του δημοψηφίσματος της Κυριακής, ο ελληνικός λαός έδωσε στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα περισσότερα ίσως και από όσα εκείνος του ζήτησε.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι σχεδόν κανείς –και προφανώς ούτε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας- δεν προέβλεψε το συντριπτικό αποτέλεσμα της κάλπης.
Και για όποιον βιαστεί να καταφύγει στην εύκολη συνομωσιολογία για τον ρόλο των ΜΜΕ και των δημοσκόπων στη διαμόρφωση του αποτελέσματος, το τελευταίο προεκλογικό φύλλο της «Αυγής» που μιλούσε για αναμέτρηση που «κρίνεται στο νήμα» δίνει ίσως την καλύτερη απάντηση.
Δίνονται ήδη και θα εξακολουθήσουν να δίνονται, εντός και εκτός Ελλάδας, πολλές και ποικίλες ερμηνείες για τους λόγους για τους οποίους τόσο πολλοί πολίτες ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του κ. Τσίπρα να καταψηφίσουν μια πρόταση για συμφωνία με τους εταίρους και δανειστές που δεν ήταν καν στο τραπέζι και πάντως η πλειονότητα ήταν αδύνατο να ξέρει τις λεπτομέρειες που τη συνείχαν.
Η έκβαση του δημοψηφίσματος είναι εξίσου δυσερμήνευτη για όποιον με ψυχραιμία μπορεί να αναγνωρίσει ότι η απόσταση που χώριζε την πρόταση την δανειστών από εκείνη που η ίδια η ελληνική κυβέρνηση είχε υποβάλει δεν ήταν τόσο μεγάλη που να δικαιολογεί το πάθος με το οποίο κινητοποιήθηκαν οι Έλληνες εκλογείς.
Κακά, όμως, τα ψέματα, το «Όχι» που είπαν οι ψηφοφόροι της παρελθούσας Κυριακής δεν ήταν ένα, ενιαίο και συμπαγές «Όχι». Ήταν, αντιθέτως, ένα «Όχι» πολυσυλλεκτικό. Ένα «Όχι» που είχε πόνο και έβγαζε απόγνωση για τα πάμπολλα θύματα της παρατεινόμενης κρίσης.
Υπήρξε ένα «Όχι» που μιλούσε για ρήξη, αλλά προεξοφλούσε συμβιβασμό. Ένα «Όχι» που ήταν συγχρόνως βαθιά αντιευρωπαϊκό και απλόχερα φιλοευρωπαϊκό. Ένα «Όχι» που προσπαθούσε να κρύψει την πίστη στην απόδοση της καλλιέργειας των «λεφτόδεντρων», αλλά αποκάλυπτε την ελπίδα για «σεισάχθεια» προς κάθε μορφής δανειολήπτες.
Ήταν ακόμη ένα «Όχι» που βγήκε από το στόμα ανθρώπων οι οποίοι συνειδητά ή μη θέλουν την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Όπως και ένα ξενοφοβικό «Όχι», το οποίο στρεφόταν γενικώς και αορίστως κατά των ξένων που μας δάνειζαν και τώρα δεν μας δανείζουν πια.
Όμως, ήταν και ένα «Όχι» το οποίο ήθελε να καταδικάσει το χρεωκοπημένο παλαιό πολιτικό συστήματος (εξαιρουμένου, για άγνωστους λόγους, του… Πάνου Καμμένου!), όχι τόσο γι΄ αυτά που έκανε, αλλά περισσότερο για αυτά που σταμάτησε να κάνει. Αλλά και ένα «Όχι» προς το δαιμονοποιημένο –για προφανείς σκοπιμότητες- μηντιακό σύστημα. Και, βεβαίως, πολλά, πολλά άλλα «Όχι».
Στην πραγματικότητα, ο κ. Τσίπρας κατασκεύασε ένα «Όχι» που θύμιζε το τέρας του Φρανκενστάιν με το οποίο βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος ο ίδιος ο δημιουργός του.
Διότι, μαζί με τον τεράστιο προσωπικό θρίαμβο του, ο πρωθυπουργός επωμίστηκε και ένα πολύ βαρύ φορτίο το οποίο καλείται να διαχειριστεί. Είναι το φορτίο να συνενώσει όλα αυτά τα επιμέρους -και εν πολλοίς αντιφατικά- «Όχι». Και να τα μετατρέψει σε ένα μεγάλο «Ναι».
Το «Ναι» στο ευρωπαϊκό μέλλον της Ελλάδας που ο ίδιος προδιέγραψε με την επινίκια ομιλία την εκφώνησε το βράδυ της Κυριακής, αλλά και τις πρωτοβουλίες που ανέλαβε αμέσως μετά.
Άλλωστε, εκείνο που περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο προέχει σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται η χώρα, είναι, όπως ακριβώς το είπε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, η διαφύλαξη της εθνικής ενότητας, καθώς και η αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής και της οικονομικής σταθερότητας.
Η πρωτοβουλία που πήρε για να συναντηθούν οι πολιτικοί αρχηγοί ήταν η καλύτερη δυνατή νέα αρχή που μπορούσε να γίνει την επομένη του διχαστικού δημοψηφίσματος που έφερε στην επιφάνεια εμφυλιοπολεμικά ένστικτα που «απελευθερώθηκαν» και από τα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, με ευθύνη και του κ. Τσίπρα που τα πυροδότησε με τη ρητορική που χρησιμοποίησε στην σύντομη, ευτυχώς, πορεία προς τις κάλπες του δημοψηφίσματος.
Αρκεί η διακηρυχθείσα νέα αρχή –που συνοδεύτηκε από την αποπομπή του Γιάνη Βαρουφάκη- να έχει και τη συνέχεια που προοιωνίζεται. Να μην αποδειχθεί απλά και μόνο ένα ώριμο τέκνο της ανάγκης μπροστά στην απαίτηση των ξένων να έχει η υπό διαμόρφωση συμφωνία τις υπογραφές όλων των πολιτικών δυνάμεων. Αλλά να αποτελέσει το έναυσμα για να αποφασίσουν οι πολιτικές δυνάμεις να πορευθούν αφήνοντας πίσω τα ψέματα και τις υπεκφυγές του παρελθόντος.
Αν το πετύχουν, η Ιστορία θα το πιστώσει σε όλους τους. Και πρωτίστως στον κ. Τσίπρα που θα έχει πετύχει έναν χωρίς προηγούμενο άθλο να μετατρέψει τόσα πολλά αρνητικά «Όχι» σε ένα θετικό «Ναι».

Δευτέρα 29 Ιουνίου 2015

Στο «κόκκινο» η αγωνία των Ελλήνων για την επόμενη ημέρα



Στο ξημέρωμα της Δευτέρας, 29 Ιουνίου, μόνον η ανατολή του ήλιου βρίσκει την αντιστοίχησή της στην προφητεία του προεκλογικού σποτ του ΣΥΡΙΖΑ για την αυγή της Δευτέρας, 26 Ιανουαρίου.
Πέντε μήνες μετά, ο,τιδήποτε άλλο ξόρκιζε η προπαγάνδα της ομάδας, η οποία απολύτως απαράσκευη ανέλαβε τις τύχες της χώρας τον περασμένο Ιανουάριο, το βρίσκει πλέον μπροστά της, με τη μορφή, ίσως, της αυτοεκπληρούμενης προφητείας.
Τα ΑΤΜ που δεν βγάζουν, πλέον, χρήματα, ακόμη και για όσους διαθέτουν τραπεζικές καταθέσεις, διαψεύδουν τις προβλέψεις για την «κανονικότητα» που έκαναν τα προεκλογικά σποτ του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα των Ελλήνων δεν περιορίζονται στις συνήθεις ανησυχίες, αλλά προσεγγίζουν επίπεδα απλησίαστα εδώ και πολλές δεκαετίες και αφορούν κολοσσιαίας σημασίας ζητήματα, όπως η ευρωπαϊκή κατεύθυνση της χώρας, που θεωρούνταν, μέχρι πρότινος, δεδομένη και εξασφαλισμένη.
Οι κλειστές τράπεζες, μια απαραίτητη κίνηση στην οποία κατέφυγε η κυβέρνηση για να διασώσει, αφενός, το απειλούμενο με ολοσχερή κατάρρευση τραπεζικό σύστημα και, αφετέρου, τις εναπομείνασες καταθέσεις των πολιτών, δίνουν το μέτρο της δραματικής επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών στη χώρα ως επιστέγασμα των επί μήνες άκαρπων διαπραγματεύσεων που επισφραγίστηκε με την άφρονα πρωτοβουλία για το δημοψήφισμα.
Την ίδια ώρα, οι μεγάλες ουρές στα βενζινάδικα από ανησυχούντες καταναλωτές, ακόμη και αν είναι αδικαιολόγητες, αφού πρόβλημα επάρκειας καυσίμων δεν προβλέπεται να δημιουργηθεί, αποτυπώνει τον πανικό που σκόρπισαν οι αλλοπρόσαλλες κυβερνητικές αποφάσεις, όπως και την έλλειψη εμπιστοσύνης στις πρωθυπουργικές εκκλήσεις για νηφαλιότητα και ψυχραιμία.
Η χωρίς συστολή επιθετική ρητορεία περί οικονομικού πολέμου που δέχεται η χώρα, όπως διατείνονται κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ου μην αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ενισχύει το αρνητικό κλίμα και εμποδίζει την επικράτηση ατμόσφαιρας καταλλαγής που αποτελεί την αναγκαία συνθήκη για να αποφευχθούν ακόμη πιο ακραίες καταστάσεις όπως το άδειασμα των ραφιών σε σούπερ μάρκετ, εν γένει καταστήματα τροφίμων, ακόμη και φαρμακεία, όπως προμήνυε το παρελθόν Σαββατοκύριακο.
Το ανησυχητικό είναι ότι, παρά τα τόσα αρνητικά προμηνύματα που εξέπεμψε η κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, αλλά όσα έφθασαν από τον διεθνή περίγυρο, στο πολιτικό πεδίο οι έχοντες την ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου συνέχισαν να συμπεριφέρονται κατά την πεπατημένη και ως να μην άλλαξε τίποτε από την περασμένη Παρασκευή που ελήφθη η απροσδόκητη απόφαση για το δημοψήφισμα.
Το επίπεδο της κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης ήταν απογοητευτικό και οι κάθε λογής ταγοί του τόπου μοιάζουν μοιραίοι και άβουλοι μπροστά στους τεράστιους κινδύνους με τους οποίους βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα. Την ίδια στιγμή που στο Βερολίνο, η καγκελάριος Μέρκελ καλεί σε διαβούλευση τους αρχηγούς των γερμανικών κομμάτων, στην Αθήνα οι εγχώριες δυνάμεις αδυνατούν όχι μόνον να βρουν κοινή γλώσσα αλλά ακόμη και να καθήσουν στο ίδιο τραπέζι.
Δεν είναι τυχαίο ότι την απόφαση για το δημοψήφισμα στους πολιτικούς αρχηγούς της αντιπολίτευσης, όπως αναφέρουν ασφαλείς πληροφορίες, δεν την ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αλλά ο υπουργός Εσωτερικών Νίκος Βούτσης. Όταν ο «πάγος» στις σχέσεις του νυν πρωθυπουργού με τον προκάτοχό του δεν έσπασε ούτε σε αυτή την οριακή στιγμή, πώς μπορεί κανείς να επιβεβαιωθούν οι ελπίδες όσων προσδοκούν σε μια πιθανολογούμενη επόμενη ευρωπαϊκή Σύνοδο, η Ελλάδα να εκπροσωπηθεί από ένα αρραγές διακομματικό μέτωπο;  
Αν πριν από τη δύση του ήλιου που ανέτειλε τούτη τη Δευτέρα δεν τρέξουν εξελίξεις που να ανατρέψουν τη ζοφερή ατμόσφαιρα που μας πολιορκεί από παντού, η αυριανή μέρα, η 30ή Ιουνίου 2015, δεν θα είναι απλά η ημερομηνία που λήγει το τρέχον πρόγραμμα οικονομικής στήριξης της Ελλάδας από τους εταίρους και δανειστές της.
Μαζί με το πρόγραμμα θα λήξουν και πολλά άλλα –κεκτημένα του πρόσφατου και απώτερου παρελθόντος- που αφορούν καθοριστικά το παρόν και το μέλλον των σημερινών και των επόμενων γενιών αυτού του τόπου.