Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζαχαράκις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζαχαράκις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου 2023

Ερντογάν ήταν και… πέρασε (στη μνήμη του Χρήστου Ζαχαράκι)

            Η ακροτελεύτια παράγραφος της βασικότερης από τις συμφωνίες που υπεγράφησαν κατά τη χθεσινή ολιγόωρη παραμονή στην ελληνική πρωτεύουσα του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν άκρως αποκαλυπτική για την ουσία των πραγμάτων πίσω από σκηνικό της υποτιθέμενης ελληνοτουρκικής προσέγγισης που στήθηκε με την άφιξη στα μέρη μας του ενδεδυμένου τον μανδύα του… ειρηνόφιλου «Σουλτάνου».

«Αυτή η Διακήρυξη δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, δεσμευτική για τα Μέρη κατά το διεθνές δίκαιο. Καμία πρόνοια της Διακήρυξης αυτής δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τα Μέρη», είναι αυτολεξεί η παράγραφος με την οποία κλείνει η αποκληθείσα «Διακήρυξη των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας».

Ευλόγως, λοιπόν, νομίζω ότι προβάλει το εξής ερώτημα: Εφόσον δεν πρόκειται για συμφωνία η οποία να δεσμεύει σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο έστω εκείνους που την υπέγραψαν και επίσης δεν παράγει νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις για κανένα από τα δύο μέρη, μήπως τελικά η αξία αυτού του κειμένου δεν αξίζει ούτε καν το χαρτί που τυπώθηκε για να μπουν οι υπογραφές των δύο ηγετών; 

Όποιος, άλλωστε, διάβασε απροκατάληπτα την τόσο καλά προετοιμασμένη συνέντευξη την οποία παραχώρησε ο Τούρκος Πρόεδρος στην «Καθημερινή» την παραμονή της άφιξης του στην Ελλάδα, θεωρώ ότι δεν πρέπει να του έμεινε η παραμικρή αμφιβολία ότι η αναθεωρητική ατζέντα των γειτόνων μας παραμένει αμετάβλητη, αν δεν έχει αναβαθμιστεί κιόλας.

Διαβάζοντας τη συνέντευξη, πέρα από τις εύηχες γαλιφιές του τύπου «φίλε μου Κυριάκο…», που τόσο εύκολα διαδέχθηκε το «Μητσοτάκης γιοκ», μού ήρθαν κατά νου οι απόψεις για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ενός από τους εμβληματικότερους και εμπειρότερους Έλληνες διπλωματικούς των τελευταίων δεκαετιών, του Χρήστου Ζαχαράκι, ο οποίος -κατά σύμπτωση- άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο την περασμένη Κυριακή, δηλαδή λίγα εικοσιτετράωρα πριν από την έλευση του Τούρκου Προέδρου στην Αθήνα.

Παρότι πέρασαν περισσότερα από είκοσι χρόνια, είναι ακόμη ζωντανή στη μνήμη μου η απαισιόδοξη ματιά του για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων την οποία εξέφραζε αφήνοντας άφωνη μια ομήγυρη επισκεπτών που είχε βρεθεί στις Βρυξέλλες ενόσω εκείνος ήταν ευρωβουλευτής. 

Έχοντας διανύσει μια 35χρονη ευδόκιμη θητεία με υπηρεσίες στα πιο κρίσιμα διπλωματικά πόστα, όπως η Λευκωσία, η Ουάσιγκτον, το ΝΑΤΟ και τα Ηνωμένα Έθνη, ο αείμνηστος Ζαχαράκις τοποθετήθηκε το 1999 από τον Κώστα Καραμανλή σε εκλόγιμη θέση του ευρωψηφοδελτίου της Νέας Δημοκρατίας, παρόλο που όλοι τότε θα… στοιχημάτιζαν ότι ήταν πιο κοντά στην παράταξη του ΠΑΣΟΚ.

Η μεταπήδησή του από το διπλωματικό σώμα στην ενεργό πολιτική, ωστόσο, δεν αλλοίωσε επ΄ ουδενί τις πεποιθήσεις του, γεγονός που ίσως εξηγεί και το ότι δεν μακροημέρευσε στα πολιτικά αξιώματα τα οποία είδαμε κατά καιρούς να καταλαμβάνονται από πρόσωπα που ούτε κατά διάνοια διέθεταν τις δικές του ικανότητες και εμπειρίες. 

Σε μια περίοδο κατά την οποία η ελληνική εξωτερική πολιτική βολόδερνε ανάμεσα στις αυταπάτες των «ζεϊμπέκικων» και στις ψευδαισθήσεις των «κουμπαριών» με τον νεοείσακτο τότε στην τουρκική πολιτική σκηνή Ερντογάν, ο έμπειρος διπλωμάτης επέμενε, κόντρα στο ρεύμα της εποχής, να υποστηρίζει ότι η Άγκυρα έχει μακροπρόθεσμη επεκτατική στρατηγική που αντιστρατεύεται ευθέως τα ελληνικά συμφέροντα και τα κατοχυρωμένα από το διεθνές δίκαιο κυριαρχικά μας δικαιώματα.

Αν και προσωπικά αποκρούω τις «τουρκοφαγικές» διαθέσεις διάφορων συνήθως άκαπνων υπερπατριωτών, αισθάνομαι την ανάγκη, κάνοντας σπονδή στη μνήμη του Χρήστου Ζαχαράκι, να αναγνωρίσω ότι στην εικοσαετία που διέρρευσε έκτοτε οι προκλήσεις των γειτόνων μας όχι μόνον δεν περιορίστηκαν, όπως πολλοί αφελώς προεξοφλούσαν, αλλά, αντιθέτως, κλιμακώθηκαν. 

Δεν είναι μόνον ότι παραμένει ενεργό το διαβόητο casus belli σε περίπτωση άσκησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, το οποίο ομόφωνα ψήφισε η Τουρκική Εθνοσυνέλευση το μακρινό 1995 επί της πρωθυπουργίας της Τανσού Τσιλέρ. Ούτε οι αμφισβητήσεις του αναφαίρετου δικαιώματος μας να εξοπλίζουμε τα νησιά, κάτι που κάθε εχέφρων άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι αποτελεί απολύτως αμυντική και διόλου επιθετική κίνηση. 

Είναι και πολλά άλλα που προστέθηκαν στην πορεία του χρόνου, με κορυφαίο ίσως το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Αλλά και την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, τη ρητορική του «θα έρθουμε ξαφνικά μια νύχτα» και των πυραύλων που «φθάνουν για να πλήξουν την Αθήνα», τους ισχυρισμούς για τις υποτιθέμενες «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, τις αυξανόμενες παραβιάσεις του εναερίου χώρους μας με υπερπτήσεις πολεμικών αεροπλάνων ακόμη και πάνω από κατοικημένα νησιά. 

Παρόλο που τους τελευταίους μήνες περιορίστηκαν αυτές οι προκλήσεις, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί βασίμως ότι δεν πρόκειται για τίποτε περισσότερο από τακτικούς ελιγμούς που υπακούουν στη συγκυρία των εντυπώσεων την οποία θέλει να δημιουργήσει η ηγεσία της γείτονος. Γι΄ αυτό και χρόνια τώρα επιμένει σε συμφωνίες – «πακέτο» των υποτιθέμενων ελληνοτουρκικών διαφορών, πακέτο το οποίο είναι υπερφορτωμένο με μονομερείς απαιτήσεις. 

Υπό αυτή την έννοια, δεν ξέρω σε ποιους απευθυνόταν ο Τούρκος Πρόεδρος όταν υποστήριζε ότι Έλληνες και Τούρκοι «είμαστε αδέλφια που καμιά φορά τσακωνόμαστε», η αλήθεια, όμως, είναι ότι δεν μπορώ να φανταστώ ότι έπεισε πολλούς είτε στη χώρα μας είτε διεθνώς. 

Καλώς, λοιπόν, υποδεχθήκαμε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που τα είπε μπροστά και πίσω από τις κάμερες με την ελληνική πολιτική ηγεσία, την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου και τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά επειδή έτσι επιβάλει η διπλωματική αβρότητα και η καλή εικόνα στο διεθνές στερέωμα. Αλλά ως εκεί. 

Κακά τα ψέματα, «αδέλφια» με τον Ερντογάν και τους συμπατριώτες του δεν είμαστε. Ούτε πρόκειται να γίνουμε. Είμαστε, όμως, γείτονες που, υπό προϋποθέσεις, μπορούμε να συνεννοηθούμε. Αρκεί να υπάρχει αμοιβαία βούληση η οποία να οδηγεί πράγματι σε κατάσταση «καζάν, καζάν» (σ.σ.: win win), που λένε και στη γλώσσα του Ερντογάν. 

Μέχρι τότε εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε έτοιμοι για όλα, να οργανώνουμε την άμυνα μας και να συνάπτουμε τις συμμαχίες μας που θα μας διατηρούν ισχυρούς.

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2020

Πόσο «τρελός» είναι ο Ερντογάν;

 Πριν από περίπου δύο δεκαετίες, ο Χρήστος Ζαχαράκις, ένας από τους εμβληματικότερους Έλληνες διπλωμάτες της μεταπολιτευτικής περιόδου που εκείνη την εποχή, εκλεγμένος με τη λίστα της ΝΔ, θήτευε στο Ευρωκοινοβούλιο, άφηνε άφωνη την πολιτικοδημοσιογραφική ομήγυρη που άκουγε την κατηγορηματική εκτίμησή του ότι «στο προβλεπτό μέλλον είναι αναπόφευκτη μια ελληνοτουρκική πολεμική σύγκρουση».

«Δεν μπορώ να προβλέψω αν θα γίνει σε ένα ή δύο χρόνια, σε μια ή δύο δεκαετίες, ούτε πόσο θα διαρκέσει, αλλά είμαι βέβαιος ότι θα γίνει», επέμενε ο έμπειρος διπλωμάτης απαντώντας στις εύλογες αμφισβητήσεις των συνομιλητών του, καθώς η επίμαχη συζήτηση λάμβανε χώρα σε μια συγκυρία που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονταν στο καλύτερο επίπεδο των πολλών τελευταίων δεκαετιών.

Η επίκληση της θετικής επίπτωσης που έδειχνε ότι είχε τότε στην προσέγγιση των δύο λαών η λεγόμενη «διπλωματία των σεισμών», την οποία είχε εγκαινιάσει ως υπουργός Εξωτερικών ο Γιώργος Παπανδρέου, ουδόλως μετέβαλε τη βεβαιότητα με την οποία ο Κ. Ζαχαράκις εξέφραζε την άποψή του ότι η Τουρκία δεν είναι μια ευρωπαϊκή χώρα που θα επιδιώξει να επιλύσει ειρηνικά τις διαφορές που πιστεύει ότι έχει με τη Ελλάδα.

Ανίσχυρο επίσης απεδείχθη και το επιχείρημα κάποιων από την ομήγυρη ότι τα πράγματα μπορούσε να τα ανατρέψει η -διαφαινόμενη ακόμη τότε- ανάρρηση στο πολιτικό στερέωμα της γείτονος ενός νέου πολιτικού ηγέτη, του «ήπιου ισλαμιστή», όπως θεωρείτο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος (υποτίθεται ότι) ερχόταν για να καταλύσει την παντοκρατορία του βαθέος κεμαλικού κράτους που ελέγχονταν από το πολεμοχαρές στρατιωτικό κατεστημένο της Άγκυρας.

Λίγο ως πολύ, η συνέχεια είναι γνωστή. Οι στρατηγοί της γείτονος οι οποίοι καθαιρούσαν, φυλάκιζαν και ενίοτε κρεμούσαν, όπως έκαναν με τον Αντνάν Μεντερές τη δεκαετία του 50 με πρόσχημα το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης στα «Σεπτεμβριανά» του 1955, όποιον εκλεγμένο πρωθυπουργό ή άλλο πολιτικό δεν ήταν της αρεσκείας τους, απεδείχθησαν… σκέτες «Αρσακειάδες» στη σύγκριση με τον σκληροτράχηλο ισλαμιστή Ερντογάν.

Από το 2002, οπότε κέρδισε για πρώτη φορά τις εκλογές το ισλαμικών καταβολών κόμμα του πρώην δημάρχου Κωνσταντινούπολης, στη γείτονα συντελέστηκαν σεισμικού χαρακτήρα αλλαγές σε όλα τα επίπεδα: στους πολιτικούς και άλλους θεσμούς της χώρας (Στρατός, Δικαιοσύνη, Δημόσια Διοίκηση, Εκπαίδευση, κλπ), στα πρόσωπα που διαδραματίζουν κεντρικούς ρόλους στη χώρα, στην οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, με την ανάδειξη στο προσκήνιο νέων στρωμάτων, καθώς και στην καθημερινότητα των πολιτών, στην οποία τον τόνο δίνει η ευρεία χρήση από τις γυναίκες της απαγορευμένης από την περίοδο του Κεμάλ μαντήλας.

Όλα αυτά τα χρόνια, το μόνο που δεν άλλαξε –ουσιωδώς τουλάχιστον- είναι οι επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας κατά της Ελλάδας. Αντιθέτως, στη διάρκεια της ερντογανικής εξουσίας βιώνουμε την κλιμάκωση των κάθε είδους προκλήσεων σε αέρα και θάλασσα και τη συνεχή αναβάθμιση των απειλών κατά των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας από σχεδόν σύσσωμη την τουρκική πολιτική τάξη.

Από το 1995, άλλωστε, παραμένει αμετάβλητο το διαβόητο casus belli που διεκήρυξε η Εθνοσυνέλευση της γείτονος εξουσιοδοτώντας την κυβέρνηση της Άγκυρας να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών, για την αξίωση της Ελλάδας να υιοθετήσει την πρόβλεψη της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας που επιτρέπει την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.

Προκλήσεις και προστριβές είχε και άλλες πολλές άλλες φορές στο παρελθόν με τις εξόδους τουρκικών ερευνητικών σκαφών στα νερά του Αιγαίου που στόχο είχαν κυρίως την αμφισβήτηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Από το «Χόρα» το 1976 και το «Σισμίκ» το 1987 έως τα τραγικά γεγονότα των Ιμίων το 1996, μια φορά σε κάθε δεκαετία οι Στόλοι των δύο χωρών ήρθαν αντιμέτωποι.

Σε αντίθεση με τη σχετικά σύντομη διάρκεια των προγενέστερων κρίσεων, η πρόσφατη αντιπαράθεση των πολεμικών πλοίων των δύο χωρών που βρίσκεται σε εξέλιξη με τον πολυήμερο πλου του Όρουτς Ρέις σε ελληνικά ύδατα, είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια και, ως εκ τούτου, η πιο απειλητική για την ειρήνη στην περιοχή. Ο Ερντογάν, εξάλλου, δείχνει τέτοια αποθράσυνση όση κανείς προκάτοχός του δεν έχει επιδείξει στο παρελθόν.

Οι παραληρηματικές ομιλίες του και η εν γένει αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά που επιδεικνύει ο Τούρκος Πρόεδρος, ιδίως μετά το 2018 και το υποτιθέμενο «πραξικόπημα» για την ανατροπή του, κάνει πολλούς τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς, να αναρωτιούνται για την ψυχική του κατάσταση. Στο ερώτημα, πάντως, αν είναι… «τρελός» ο Ερντογάν η απάντηση που δίνουν οι σοβαροί αναλυτές είναι μάλλον αρνητική. Άλλωστε, επικαλούμενοι και την «προφητεία» του πολύπειρου Χρήστου Ζαχαράκι πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Τούρκος Πρόεδρος κινείται στα χνάρια των περισσοτέρων προκατόχων του.

Στην πραγματικότητα, άλλωστε, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι παρά ένας μεγαλομανής λαϊκιστής δικτάτορας, ο οποίος, όπως όλοι οι όμοιοι του σε Ανατολή και Δύση, πορεύεται και δρα με γνώμονα το πως θα γίνει αρεστός στην κοινή γνώμη της χώρας του. Η πολύχρονη παραμονή του στην εξουσία τον έχει γεμίσει με αλαζονικό θράσος που τον κάνει να θέλει να ξεπεράσει όλους τους προκατόχους του στην τουρκική ηγεσία. Και για να πετύχει κάτι τέτοιο, είναι ικανός να κάνει τα πάντα.

Ας το έχουμε, λοιπόν, υπόψη σας και εμείς οι πολίτες και η πολιτική μας ηγεσία. Και, γι΄ αυτό, ας επιδείξουμε όλοι μας τη δέουσα ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, προετοιμαζόμενοι για όλα τα ενδεχόμενα.