Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τζόγος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τζόγος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2024

Όταν ταΐζει τους πεινώντες και τους ανέστιους ένας εθισμένος στον τζόγο, τότε κάτι πάει πολύ λάθος

            Ένα από τα βασικά κριτήρια από τα οποία χαρακτηρίζεται μια σύγχρονη κοινωνία είναι ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται η αλληλεγγύη της προς τα πλέον αδύναμα μέλη της. Η αρωγή και η συμπαράσταση, που βρίσκουν οι ασθενείς, οι ανήμποροι, οι ανέστιοι και εν γένει όλοι όσοι για πολλούς και διάφορους λόγους δεν διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για να έχουν μια ανεκτή ζωή, υπήρξαν ανέκαθεν οι απόλυτοι δείκτες με τους οποίους μετρούνται ουσιαστικά ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και η συμπεριληπτικότητα που επιδεικνύει κάθε κοινωνικό σύνολο.

            Παραδοσιακά, τα πρωταρχικά κύτταρα αλληλεγγύης ήταν η οικογένεια και οι κοινότητες που συγκροτούσε το ανθρώπινο είδος για να αντιμετωπίσει συλλογικά τους κινδύνους που ελλόχευαν από τις δυσκολίες που επεφύλασσε η ζωή. Στην πορεία του χρόνου, όμως, και, πολύ περισσότερο στις μέρες μας, οι οικογενειακοί και οι κοινοτικοί θεσμοί οργάνωσης αποδεικνύονται ολοένα και πιο ανεπαρκείς να εκπληρώσουν αποτελεσματικά τον ρόλο της αλληλεγγύης. Οι παραδοσιακοί δεσμοί χαλάρωσαν, οι μοναχικοί άνθρωποι αυξήθηκαν και οι ανάγκες πολλαπλασιάστηκαν.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο ρόλος τους Κράτους στην προάσπιση του δικαιώματος κάθε προσώπου να αναπτύσσει την προσωπικότητά του χωρίς οικονομικούς και άλλους περιορισμούς κατέστη κυρίαρχος. Δεν είναι τυχαίο ότι το ισχύον ελληνικό Σύνταγμα κάνει ειδική μνεία σε αυτή την υποχρέωση, αναφέροντας στο άρθρο 25, ότι «τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους» και «όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους». 

«Tο Kράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης», καταλήγει το ίδιο άρθρο του καταστατικού χάρτη της ελληνικής Πολιτείας. Με τον τρόπο αυτό το ελληνικό Κράτος αποποιείται ένα μέρος της ευθύνης του, μεταφέροντάς την στους πολίτες. Η συγκεκριμένη συνταγματική ρύθμιση, όμως, είναι τόσο… ευρύχωρη που αφήνει περιθώρια για κάθε είδους ερμηνείες, ενδεχομένως και αρρυθμίες. Κακά τα ψέματα, η λεγόμενη φιλανθρωπία, εντός ή εκτός εισαγωγικών, έγινε πολλές φορές αφορμή για την επίδειξη πλουτισμού ή -γιατί όχι;- και για τον πλουτισμό ανθρώπων που επιδόθηκαν σε αυτήν.

Προϊόντος του χρόνου, ο εθελοντισμός και η κοινωφελής προσφορά πήραν τη μορφή των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, των  γνωστών και αμφιλεγόμενων Μ.Κ.Ο., που σε θεωρητικό επίπεδο ήταν Οργανώσεις Κοινωνίας Πολιτών, Ο.ΚΟΙ.Π., όπως χαρακτηρίστηκαν σε μια πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία της σημερινής κυβέρνησης. Αν και από την εγχώρια αλλά και τη διεθνή νομοθεσία ορίζεται ότι για την αναγνώριση οργανώσεων αυτού του είδους απαιτείται να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, στην πράξη, ωστόσο, τίποτε από αυτά δεν εφαρμόστηκε.

Η υπόθεση που έφερε πρόσφατα στο φως το «Πρώτο Θέμα» με τη λεγόμενη «Κοινωνική Κουζίνα» η οποία έγινε διάσημη με την επωνυμία «Ο άλλος άνθρωπος», είναι άκρως αποκαλυπτική. Ο ιδρυτής της, ένας συνάνθρωπος μας με προφανή εθισμό στον τζόγο, που αποτελεί αναγνωρισμένη ψυχική νόσο, ανέλαβε αυτοβούλως την πρωτοβουλία να διανέμει φαγητό σε ανθρώπους οι οποίοι είχαν ανάγκη, την οποία καμία άλλη δομή -του Κράτους ή της κοινωνίας των πολιτών- δεν κάλυπτε. 

Το εκ πρώτης άποψης «θεάρεστο» έργο του Κωνσταντίνου Πολυχρονόπουλου βρήκε τεράστια ανταπόκριση, καθώς εκατοντάδες -ή ίσως και χιλιάδες- άνθρωποι ανταποκρίθηκαν στις καμπάνιες τις οποίες έκανε μέσω του Διαδικτύου για τη συλλογή χρημάτων και ειδών για την παρασκευή γευμάτων ή για να εργαστούν δίπλα του ως εθελοντές. Τα συσσίτια που διοργάνωνε ο ιθύνων νους της «Κοινωνικής Κουζίνας» έγιναν δημοφιλή στα μέσα ενημέρωσης και τα πλαισίωσαν πολιτικοί και άλλοι παράγοντες της δημόσιας ζωής.

Δημοσιογράφος που είχε συμβάλει με πρωτοσέλιδα δημοσιεύματα στην προβολή της «Κοινωνικής Κουζίνας, εκμυστηρευόταν αυτές τις μέρες στον γράφοντα ότι δεν «έπεσε από τα σύννεφα» με τις πρόσφατες αποκαλύψεις. «Κάτι δεν μου πήγαινε καλά με αυτόν τον άνθρωπο, αλλά ήταν τέτοια η υποστήριξη την οποία τύγχανε που δεν μπορούσα να αμφισβητήσω το… φωτοστέφανο που του είχε απονεμηθεί από τους επώνυμους που ήταν γύρω του αλλά και από εκείνους τους ανέστιους και πραγματικά πεινώντες που σε δύσκολες στιγμές εύρισκαν ένα πιάτο φαγητό το οποίο ουδείς άλλος τους εξασφάλιζε», ήταν η περιγραφή που μου έδωσε για την εμπειρία που απεκόμισε.

Δυστυχώς το Κράτος, όχι μόνον με την περίπτωση της «Κοινωνικής Κουζίνας», αλλά και με την «Κιβωτό του Κόσμου» του πατρός Αντωνίου Παπανικολάου ή με το «Χαμόγελο του Παιδιού» του Κωνσταντίνου Γιαννόπουλου, και άλλες αντίστοιχες οργανώσεις, βολεύεται με το «outsourcing» των υποχρεώσεων του να φροντίζει τους πολίτες που βρίσκονται σε ανάγκη. Με αποτέλεσμα κανείς λειτουργός του να μην αναρωτιέται το στοιχειώδες που είναι αν τηρούνται οι νόμοι και οι κανόνες της ελληνικής Πολιτείας οι οποίοι ορίζουν όλα όσα αφορούν τη συγκέντρωση χρημάτων μέσω εράνων ή τους ισχύοντες όρους της φορολογικής, εργατικής και λοιπής νομοθεσίας.

Ο ιδρυτής της «Κοινωνικής Κουζίνας» επιχειρηματολογεί υποστηρίζοντας ότι δεν είχε τίποτε απολύτως στο όνομά του, ούτε ακίνητο, ούτε τραπεζικό λογαριασμό ούτε όχημα, θεωρώντας ότι αυτό αποτελεί το «άλλοθι» του. Δεν διανοείται, επειδή, προτού να πιαστεί στην τσιμπίδα της Αρχής για το Ξέπλυμα Χρήματος, κανείς δεν του το κατέστησε σαφές, ότι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Ότι, δηλαδή, δρούσε για πάνω από μια δεκαετία χωρίς να τηρεί τους κανόνες που επιβάλλεται να ισχύουν για έναν οργανισμό που έχει, κατά τους ισχυρισμούς του, μοιράσει εκατομμύρια μερίδες φαγητού.

Ο εθισμός στα τυχερά παιχνίδια τον οποίο φαίνεται να είχε ο συγκεκριμένος άνθρωπος, σύμφωνα με όσα έρχονται στη δημοσιότητα, είναι το έλασσον στην υπόθεση που με τόσο αλγεινή εντύπωση έγινε δεκτή από την κοινή γνώμη. Το μείζον ζήτημα, εν προκειμένω, είναι ότι ο ιθύνων νους όλου αυτού του εγχειρήματος, διαχειριζόταν απολύτως ανεξέλεγκτα χρηματικά ποσά που πολλοί συνάνθρωποί μας του εμπιστευόταν καλή τη πίστει επειδή θεωρούσαν ότι κατευθυνόταν στην ανακούφιση αναξιοπαθούντων συνανθρώπων τους. 

Με λίγα λόγια, ο πραγματικός μεγάλος ασθενής που αναδεικνύεται από τη συγκεκριμένη υπόθεση, αλλά και από ανάλογες που απασχόλησαν την επικαιρότητα στο πρόσφατο και στο απώτερο παρελθόν, είναι το ελληνικό Κράτος. Το οποίο αποδεικνύεται περίτρανα ότι αδυνατεί να ασκήσει τον ρόλο του, όχι μόνον ως θεσμός κοινωνικής προστασίας των αδυνάτων αλλά και ως κατεστημένος μηχανισμός ο οποίος, κατά γενική ομολογία, έχει την αποκλειστική ευθύνη για τον έλεγχο της νομιμότητας και του ποιος κάνει τι σε αυτή τη χώρα.