Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα "Ξέπλυμα χρήματος". Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα "Ξέπλυμα χρήματος". Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

Θα απαντήσουν και στον οίκο Moody’s οι δικαστές;

 

Από την εποχή που ηγείτο της Δικαιοσύνης, αρχικά ως αρχισυνδικαλίστρια και κατόπιν ως πρόεδρος του Αρείου Πάγου και ex officio υπηρεσιακή πρωθυπουργός, η… αξέχαστη Βασιλική Θάνου είχαμε να δούμε τους Έλληνες δικαστές και εισαγγελείς να ξιφουλκούν κατά των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

Για όσους ενδεχομένως δεν θυμούνται εκείνες τις «επικές» καταστάσεις, υπενθυμίζουμε ότι η αξιότιμη κυρία Θάνου αλληλογραφώντας με τον τότε πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, τον καλούσε (στις 13.2. 2015) να παρέμβει προς τα θεσμικά ευρωπαϊκά όργανα και τις κυβερνήσεις άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέρ των προτάσεων της ελληνικής κυβέρνησης (Τσίπρα-Καμμένου) «για να εξευρεθεί λύση, η οποία θα εξασφαλίσει την ανάπτυξη, χωρίς μέτρα λιτότητας…».

Λίγους μήνες μετά και ούσα πλέον στην κορυφή του Ανώτατου Δικαστηρίου έστελνε την επαύριο του ψευδεπίγραφου δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου επιστολή προς τους Ευρωπαίους ομολόγους της ζητώντας τη συμβολή τους, «προκειμένου να βρεθεί λύση στο ελληνικό ζήτημα, το οποίο είναι ταυτόχρονα και ευρωπαϊκό ζήτημα». Η Νέα Δημοκρατία, ως αξιωματική αντιπολίτευση που ήταν τότε, είχε ψέξει την κ. Θάνου για την πρωτοβουλία της χαρακτηρίζοντας την επιστολή της «πολιτική παρέμβαση, ανεπίτρεπτη για πρόεδρο ανωτάτου δικαστηρίου».

Μετά βασάνων και κόπων, η ελληνική Δικαιοσύνη απηλλάγη από την παρουσία της κ. Θάνου, παρότι η ίδια έδωσε σκληρό αγώνα για να παρακαμφθεί το συνταγματικά οριζόμενο ηλικιακό όριο για την παραμονή της στο δικαστικό σώμα, συνεχίζοντας τη δημόσια παρουσία της ως πρωθυπουργική σύμβουλος και κατόπιν ως επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Φαίνεται, όμως, ότι η «παρακαταθήκη» της πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου παραμένει ενεργή στα ανώτατα κλιμάκια της δικαστικής εξουσίας.

Δεν εξηγούνται αλλιώς οι επανειλημμένες αντιδράσεις κορυφαίων θεσμικών και συνδικαλιστικών παραγόντων του δικαστικού κόσμου που παρατηρούνται το τελευταίο διάστημα. Το έναυσμα έδωσε τον περασμένο μήνα η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, η οποία συνεκλήθη με πρωτοβουλία της Προέδρου και της Εισαγγελέως του Δικαστηρίου για να απαντήσει στο Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο οποίο γινόταν μια σειρά αρνητικές επισημάνσεις για το κράτος δικαίου στη χώρα μας. Με ισχυρή πλειοψηφία 49 μελών της Ολομέλειας του Δικαστηρίου που ψήφισαν υπέρ, έναντι 13 που διαφώνησαν, οι αρεοπαγίτες κατέληξαν ότι «τα αναφερόμενα στο Ψήφισμα σε ό,τι αφορά τον χειρισμό δικαστικών υποθέσεων αποτελούν ευθεία παρέμβαση στο έργο της ελληνικής Δικαιοσύνης».

Η άποψη της μειοψηφίας των 13 αρεοπαγιτών ότι το θέμα είναι που ήγειρε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι «πολιτικής φύσεως» και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, απερρίφθη άνευ επαίνων. Και κάπως έτσι οδηγηθήκαμε στη συνέχεια η οποία δίνεται αυτές τις μέρες με τους εκπροσώπους του εγχώριου δικαστικού συστήματος να στηλιτεύουν τα λεγόμενα της Λάουρα Κοβέσι, η οποία είναι από το 2020 η πρώτη Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέας και αποτελεί ένα εμβληματικό πρόσωπο που απέκτησε παγκόσμια αναγνώριση εξαιτίας του πολύχρονου αγώνα κατά της διαφθοράς που έδωσε νωρίτερα στην πατρίδα της, τη Ρουμανία.

Έχοντας στις αρμοδιότητες της τη διερεύνηση οικονομικών εγκλημάτων στην Ε.Ε., όπως για παράδειγμα απάτες στο ΦΠΑ, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος και τη διαφθορά, η κ. Κοβέσι μιλώντας σε ελληνικά μέσα ενημέρωσης για την τραγωδία των Τεμπών, έπειτα από επίσκεψη που πραγματοποίησε στην Ελλάδα, εξέφρασε την άποψη ότι θα είχε αποφευχθεί το μοιραίο δυστύχημα εάν είχε υλοποιηθεί εγκαίρως το έργο της τηλεδιοίκησης με τη περίφημη σύμβαση 717, που χρηματοδοτήθηκε με ευρωπαϊκούς πόρους.

Για τον λόγο αυτό, μάλιστα, η ευρωπαϊκή εισαγγελία άσκησε ήδη ποινική δίωξη σε 23 δημόσιους λειτουργούς, αλλά, όπως είπε η Ρουμάνα εισαγγελέας, με βάση αυτά που ορίζει το ελληνικό σύνταγμα, «δεν καταφέραμε να διεξάγουμε την έρευνα σε βάρος πρώην υπουργών που ήταν ενδεχομένως ύποπτοι για την υπόθεση».

Η ίδια, μεταφέροντας εμπειρία από τη δική της χώρα, ανέφερε: «Είχαμε και μια αντίστοιχη περίπτωση στη Ρουμανία, μια παρόμοια τραγωδία και γνωρίζω καλά ότι πρόκειται για τραύμα και αυτού του είδους το τραύμα δεν μπορεί να επουλωθεί χωρίς την απονομή δικαιοσύνης».

Για να καταλήξει: «Αυτή η ασυλία δεν θα έπρεπε να υπάρχει και θα έπρεπε να μας επιτραπεί να ολοκληρώσουμε την έρευνα μας. Γιατί τώρα με τον τρόπο που εξελίσσεται η έρευνα, είναι σαν να προσπαθείς να πνίξεις ένα ψάρι, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι ένα ψάρι δεν πνίγεται».

Δεν προκάλεσε εντύπωση που ο -διόλου εγκρατής όταν πρόκειται να υπερασπιστεί την κυβερνητική γραμμή- υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης υποστήριξε ότι πρέπει να κινηθούν διαδικασίες… αποπομπής της Ευρωπαίας εισαγγελέως. Είναι άλλωστε ίδιον των Ελλήνων πολιτικών -γνωστή ήδη από τις καταγγελίες των υπουργών της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή για τους… «χαμηλόβαθμους υπαλλήλους» των Βρυξελλών που τους κατέρριψαν τον νόμο για τον λεγόμενο «βασικό μέτοχο»- να επικαλούνται κατά το δοκούν το λεγόμενο ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Τις ίδιες μέρες, άλλωστε, που με επίκληση του ενωσιακού δικαίου περνούσε από τη Βουλή ο νόμος για την ίδρυση μη κρατικών ΑΕΙ, τα οποία το Σύνταγμά μας ρητά απαγορεύει, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες θέλουν να απαγορεύσουν στους ευρωπαϊκούς θεσμούς την έρευνα για το που κατέληξαν τα χρήματα του κοινοτικού προϋπολογισμού που δόθηκαν για τους ελληνικούς σιδηροδρόμους.

Εντύπωση, όμως, προκάλεσε ότι, εκτός από την κυβέρνηση,… παρεξηγήθηκαν και οι Έλληνες δικαστές με όσα είπε η Ευρωπαία συνάδελφός τους και έτσι αισθάνθηκαν την ανάγκη να της απαντήσουν δικαστικές ενώσεις αλλά και η ηγεσία του Αρείου Πάγου. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών κατελόγισε στην κ. Κοβέσι «υπέρβαση κατά πολύ των αρμοδιοτήτων» και έκανε λόγο για προσβολή της «θεσμικής αυτονομίας των κρατών-μελών της Ε.Ε.».

Ανεξάρτητα αν έχουν ή όχι επί της ουσίας δίκιο οι θεσμικοί και συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι του δικαστικού κόσμου να ξιφουλκούν κατά του Ευρωκοινοβουλίου ή της Ευρωπαίας εισαγγελέως, το παράδοξο είναι ότι δεν επέδειξαν αντίστοιχη ευαισθησία για το γεγονός ότι λοιδορείται η χώρα, εξαιτίας του απαρχαιωμένου συστήματος απονομής δικαιοσύνης στο οποίο πρωταγωνιστούν οι ίδιοι και έχει ως αποτέλεσμα τις τεράστιες καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων και φθάνει στα όρια της αρνησιδικίας.

Με αποφάσεις τόσο των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών, όσο συνηθέστερα και δικών τους, αφού έχουν το μοναδικό προνόμιο να είναι οι αυθεντικοί ερμηνευτές του Συντάγματος, οι Έλληνες δικαστές και εισαγγελείς είναι οι πιο καλοπληρωμένοι λειτουργοί του ελληνικού Δημοσίου. Παρά ταύτα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Δικαιοσύνη παραμένει ο «μεγάλος ασθενής» στην εγχώρια δημόσια διοίκηση.

Όποιος το αμφισβητεί δεν έχει παρά να διατρέξει την πρόσφατη έκθεση του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Moody’s, ο οποίος προβάλει ως έναν από τους λόγους για τους οποίους δεν αναβάθμισε το αξιόχρεο της χώρας την υστέρηση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης.

Έχουν, άραγε, γι΄ αυτή την έκθεση κάποιο σχόλιο οι δικαστές μας;

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2024

Όταν ταΐζει τους πεινώντες και τους ανέστιους ένας εθισμένος στον τζόγο, τότε κάτι πάει πολύ λάθος

            Ένα από τα βασικά κριτήρια από τα οποία χαρακτηρίζεται μια σύγχρονη κοινωνία είναι ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται η αλληλεγγύη της προς τα πλέον αδύναμα μέλη της. Η αρωγή και η συμπαράσταση, που βρίσκουν οι ασθενείς, οι ανήμποροι, οι ανέστιοι και εν γένει όλοι όσοι για πολλούς και διάφορους λόγους δεν διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για να έχουν μια ανεκτή ζωή, υπήρξαν ανέκαθεν οι απόλυτοι δείκτες με τους οποίους μετρούνται ουσιαστικά ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και η συμπεριληπτικότητα που επιδεικνύει κάθε κοινωνικό σύνολο.

            Παραδοσιακά, τα πρωταρχικά κύτταρα αλληλεγγύης ήταν η οικογένεια και οι κοινότητες που συγκροτούσε το ανθρώπινο είδος για να αντιμετωπίσει συλλογικά τους κινδύνους που ελλόχευαν από τις δυσκολίες που επεφύλασσε η ζωή. Στην πορεία του χρόνου, όμως, και, πολύ περισσότερο στις μέρες μας, οι οικογενειακοί και οι κοινοτικοί θεσμοί οργάνωσης αποδεικνύονται ολοένα και πιο ανεπαρκείς να εκπληρώσουν αποτελεσματικά τον ρόλο της αλληλεγγύης. Οι παραδοσιακοί δεσμοί χαλάρωσαν, οι μοναχικοί άνθρωποι αυξήθηκαν και οι ανάγκες πολλαπλασιάστηκαν.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο ρόλος τους Κράτους στην προάσπιση του δικαιώματος κάθε προσώπου να αναπτύσσει την προσωπικότητά του χωρίς οικονομικούς και άλλους περιορισμούς κατέστη κυρίαρχος. Δεν είναι τυχαίο ότι το ισχύον ελληνικό Σύνταγμα κάνει ειδική μνεία σε αυτή την υποχρέωση, αναφέροντας στο άρθρο 25, ότι «τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους» και «όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους». 

«Tο Kράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης», καταλήγει το ίδιο άρθρο του καταστατικού χάρτη της ελληνικής Πολιτείας. Με τον τρόπο αυτό το ελληνικό Κράτος αποποιείται ένα μέρος της ευθύνης του, μεταφέροντάς την στους πολίτες. Η συγκεκριμένη συνταγματική ρύθμιση, όμως, είναι τόσο… ευρύχωρη που αφήνει περιθώρια για κάθε είδους ερμηνείες, ενδεχομένως και αρρυθμίες. Κακά τα ψέματα, η λεγόμενη φιλανθρωπία, εντός ή εκτός εισαγωγικών, έγινε πολλές φορές αφορμή για την επίδειξη πλουτισμού ή -γιατί όχι;- και για τον πλουτισμό ανθρώπων που επιδόθηκαν σε αυτήν.

Προϊόντος του χρόνου, ο εθελοντισμός και η κοινωφελής προσφορά πήραν τη μορφή των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, των  γνωστών και αμφιλεγόμενων Μ.Κ.Ο., που σε θεωρητικό επίπεδο ήταν Οργανώσεις Κοινωνίας Πολιτών, Ο.ΚΟΙ.Π., όπως χαρακτηρίστηκαν σε μια πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία της σημερινής κυβέρνησης. Αν και από την εγχώρια αλλά και τη διεθνή νομοθεσία ορίζεται ότι για την αναγνώριση οργανώσεων αυτού του είδους απαιτείται να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, στην πράξη, ωστόσο, τίποτε από αυτά δεν εφαρμόστηκε.

Η υπόθεση που έφερε πρόσφατα στο φως το «Πρώτο Θέμα» με τη λεγόμενη «Κοινωνική Κουζίνα» η οποία έγινε διάσημη με την επωνυμία «Ο άλλος άνθρωπος», είναι άκρως αποκαλυπτική. Ο ιδρυτής της, ένας συνάνθρωπος μας με προφανή εθισμό στον τζόγο, που αποτελεί αναγνωρισμένη ψυχική νόσο, ανέλαβε αυτοβούλως την πρωτοβουλία να διανέμει φαγητό σε ανθρώπους οι οποίοι είχαν ανάγκη, την οποία καμία άλλη δομή -του Κράτους ή της κοινωνίας των πολιτών- δεν κάλυπτε. 

Το εκ πρώτης άποψης «θεάρεστο» έργο του Κωνσταντίνου Πολυχρονόπουλου βρήκε τεράστια ανταπόκριση, καθώς εκατοντάδες -ή ίσως και χιλιάδες- άνθρωποι ανταποκρίθηκαν στις καμπάνιες τις οποίες έκανε μέσω του Διαδικτύου για τη συλλογή χρημάτων και ειδών για την παρασκευή γευμάτων ή για να εργαστούν δίπλα του ως εθελοντές. Τα συσσίτια που διοργάνωνε ο ιθύνων νους της «Κοινωνικής Κουζίνας» έγιναν δημοφιλή στα μέσα ενημέρωσης και τα πλαισίωσαν πολιτικοί και άλλοι παράγοντες της δημόσιας ζωής.

Δημοσιογράφος που είχε συμβάλει με πρωτοσέλιδα δημοσιεύματα στην προβολή της «Κοινωνικής Κουζίνας, εκμυστηρευόταν αυτές τις μέρες στον γράφοντα ότι δεν «έπεσε από τα σύννεφα» με τις πρόσφατες αποκαλύψεις. «Κάτι δεν μου πήγαινε καλά με αυτόν τον άνθρωπο, αλλά ήταν τέτοια η υποστήριξη την οποία τύγχανε που δεν μπορούσα να αμφισβητήσω το… φωτοστέφανο που του είχε απονεμηθεί από τους επώνυμους που ήταν γύρω του αλλά και από εκείνους τους ανέστιους και πραγματικά πεινώντες που σε δύσκολες στιγμές εύρισκαν ένα πιάτο φαγητό το οποίο ουδείς άλλος τους εξασφάλιζε», ήταν η περιγραφή που μου έδωσε για την εμπειρία που απεκόμισε.

Δυστυχώς το Κράτος, όχι μόνον με την περίπτωση της «Κοινωνικής Κουζίνας», αλλά και με την «Κιβωτό του Κόσμου» του πατρός Αντωνίου Παπανικολάου ή με το «Χαμόγελο του Παιδιού» του Κωνσταντίνου Γιαννόπουλου, και άλλες αντίστοιχες οργανώσεις, βολεύεται με το «outsourcing» των υποχρεώσεων του να φροντίζει τους πολίτες που βρίσκονται σε ανάγκη. Με αποτέλεσμα κανείς λειτουργός του να μην αναρωτιέται το στοιχειώδες που είναι αν τηρούνται οι νόμοι και οι κανόνες της ελληνικής Πολιτείας οι οποίοι ορίζουν όλα όσα αφορούν τη συγκέντρωση χρημάτων μέσω εράνων ή τους ισχύοντες όρους της φορολογικής, εργατικής και λοιπής νομοθεσίας.

Ο ιδρυτής της «Κοινωνικής Κουζίνας» επιχειρηματολογεί υποστηρίζοντας ότι δεν είχε τίποτε απολύτως στο όνομά του, ούτε ακίνητο, ούτε τραπεζικό λογαριασμό ούτε όχημα, θεωρώντας ότι αυτό αποτελεί το «άλλοθι» του. Δεν διανοείται, επειδή, προτού να πιαστεί στην τσιμπίδα της Αρχής για το Ξέπλυμα Χρήματος, κανείς δεν του το κατέστησε σαφές, ότι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Ότι, δηλαδή, δρούσε για πάνω από μια δεκαετία χωρίς να τηρεί τους κανόνες που επιβάλλεται να ισχύουν για έναν οργανισμό που έχει, κατά τους ισχυρισμούς του, μοιράσει εκατομμύρια μερίδες φαγητού.

Ο εθισμός στα τυχερά παιχνίδια τον οποίο φαίνεται να είχε ο συγκεκριμένος άνθρωπος, σύμφωνα με όσα έρχονται στη δημοσιότητα, είναι το έλασσον στην υπόθεση που με τόσο αλγεινή εντύπωση έγινε δεκτή από την κοινή γνώμη. Το μείζον ζήτημα, εν προκειμένω, είναι ότι ο ιθύνων νους όλου αυτού του εγχειρήματος, διαχειριζόταν απολύτως ανεξέλεγκτα χρηματικά ποσά που πολλοί συνάνθρωποί μας του εμπιστευόταν καλή τη πίστει επειδή θεωρούσαν ότι κατευθυνόταν στην ανακούφιση αναξιοπαθούντων συνανθρώπων τους. 

Με λίγα λόγια, ο πραγματικός μεγάλος ασθενής που αναδεικνύεται από τη συγκεκριμένη υπόθεση, αλλά και από ανάλογες που απασχόλησαν την επικαιρότητα στο πρόσφατο και στο απώτερο παρελθόν, είναι το ελληνικό Κράτος. Το οποίο αποδεικνύεται περίτρανα ότι αδυνατεί να ασκήσει τον ρόλο του, όχι μόνον ως θεσμός κοινωνικής προστασίας των αδυνάτων αλλά και ως κατεστημένος μηχανισμός ο οποίος, κατά γενική ομολογία, έχει την αποκλειστική ευθύνη για τον έλεγχο της νομιμότητας και του ποιος κάνει τι σε αυτή τη χώρα.

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

Τα «κοράκια», οι… κόρακες και η χαμένη τιμή του πολιτικού κόσμου


Παρά την απύθμενη θρασύτητα που αναδύεται από την «υπόθεση Πάτση», το μέγα, δηλαδή, σκάνδαλο με πρωταγωνιστή τον βουλευτή Γρεβενών, ο οποίος, αν και νομικός, έγραφε στα παλαιότερα των υποδημάτων του ολόκληρο το δικαιικό μας σύστημα, μόνον όποιος εθελοτυφλεί μπορεί να αρνηθεί ότι τα όσα ήρθαν αυτές τις μέρες στο φως της δημοσιότητας δεν αποτελούν παρά το σύμπτωμα μιας χρόνιας παθογένειας που βαραίνει σχεδόν το σύνολο του πολιτικού δυναμικού της χώρας.

Πως αλλιώς, άλλωστε, μπορεί να ερμηνευτεί ότι για περισσότερο από μια τριετία συνεχιζόταν χωρίς συνέπειες για τον Ανδρέα Πάτση τόσο η προκλητική καταπάτηση των ρητών διατάξεων του Συντάγματος για τις ασυμβίβαστες δραστηριότητες με το αξίωμα του βουλευτή όσο και μιας πλειάδας –«δρακόντειων», υποτίθεται- νόμων για τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης όσων εκλέγονται στο Κοινοβούλιο;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πρώτη ευθύνη ανήκει στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας η οποία «φιλοξένησε» στα ψηφοδέλτια της ένα πρόσωπο με το προφίλ του περί ου ο λόγος βουλευτή. Είναι προφανές ότι τόσο εκείνος που τον πρότεινε, όσο και όσοι άναψαν το «πράσινο φως» για να είναι υποψήφιος δεν μπήκαν καν στον κόπο να κάνουν ένα στοιχειώδη έλεγχο για το ποιόν του ανθρώπου αλλά και για τις επαγγελματικές του δραστηριότητες τις οποίες -για να πούμε και του στραβού το δίκιο- δεν απέκρυπτε.

Το ηθικό, εξάλλου, ασυμβίβαστο ανάμεσα στην πολιτική δράση ενός προσώπου και τη δραστηριοποίηση του ίδιου ή της οικογένειας του στον τομέα των εισπρακτικών εταιριών δεν είναι η πρώτη φορά που τίθεται στη δημόσια σφαίρα. Προ ετών, μακαρίτης πλέον, παλαιός πολιτικός είχε υποστεί τα… πάνδεινα όταν έγινε ευρέως γνωστό ότι μέλη της οικογένειας του είχαν αναπτύξει σχετική επαγγελματική δραστηριότητα. Η ελληνική κοινωνία, καλώς ή κακώς, δεν συμπαθεί τα «κοράκια».

Όπως και να έχει, λοιπόν, οι ιθύνοντες της κυβερνητικής παράταξης όφειλαν να είναι προσεκτικοί πρωτίστως στις επιλογές των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στους κομματικούς συνδυασμούς τους, αλλά και κατόπιν για τη δράση που αναπτύσσουν όσο είναι στη Βουλή. Το ερώτημα που αβίαστα προκύπτει είναι το εξής: Πως μπορεί να έχεις προγραμματική δέσμευση για αξιολόγηση και του τελευταίου δημόσιου υπαλλήλου και να μην αξιολογείς τα ίδια τα στελέχη του;

Όταν εξελέγη στην ηγεσία της ΝΔ ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί ότι θα εφαρμόσει παντού την αξιολόγηση. Δυστυχώς, όμως, όπως συνέβη και με άλλους ηγέτες κομμάτων παλαιότερα, η υπόσχεση αυτή έμεινε στα λόγια. 

Γι΄ αυτό και όσο και αν διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι στα μεγάλα και πολυσυλλεκτικά κόμματα εξουσίας φυτρώνουν κάθε είδους λουλούδια, με αποτέλεσμα να παρεισφρέουν ανάμεσα τους και ζιζάνια, μια τέτοια δικαιολογία δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για την ανυπαρξία εσωτερικών διαδικασιών ελέγχου και αξιολόγησης του βίου και της πολιτείας του στελεχιακού δυναμικού το οποίο αποφασίζει για τις ζωές μας.

Τα πράγματα θα ήταν ίσως απλούστερα αν περιπτώσεις όπως αυτή του βουλευτή του βουλευτή Γρεβενών περνούσαν μόνον κάτω από τα ραντάρ των ιθυνόντων της παράταξης από την οποία προέρχεται εκείνος που… παραστρατεί. Το μεγάλο δυστύχημα, όμως, είναι ότι ούτε οι θεσμοί της ελληνικής Πολιτείας λειτουργούν με τέτοιον τρόπο ώστε να πιάνονται στην τσιμπίδα του νόμου όσοι, κάνοντας κατάχρηση της εξουσίας που τους δίνουν οι πολίτες με την ψήφο τους, παραβιάζουν τη νομιμότητα.

Από το 1964, οπότε και καθιερώθηκε για πρώτη φορά η νομοθεσία που υποχρεώνει τους πολιτικούς να υποβάλουν τις λεγόμενες δηλώσεις «πόθεν έσχες» που αφορούν τόσο τη διάρθρωση της περιουσιακής τους κατάστασης όσο, πολύ περισσότερο, την προέλευση των εισοδημάτων και των περιουσιακών τους στοιχείων, η Βουλή έχει τροποποιήσει πάμπολλες φορές τις σχετικές νομοθετικές προβλέψεις. Πλην, όμως, η κατάσταση του (μη) ελέγχου παραμένει σχεδόν αναλλοίωτη.

Η ειρωνεία, μάλιστα, είναι ότι ο πρώτος νόμος που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου έφερε τον τίτλο «για την προστασία της τιμής του πολιτικού κόσμου». Ο τρόπος, όμως, που εφαρμόζεται έκτοτε έφερε μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο. Η τιμή του πολιτικού κόσμου όχι μόνον δεν προστατεύεται, αλλά μάλλον εκτίθεται στο σύνολό του. Διότι, δικαιολογημένα ή όχι, η διαιώνιση των παθογενειών δημιουργεί την πεποίθηση ότι ισχύει η περίφημη λαϊκή ρήση σύμφωνα με την οποία «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει».

Είναι μια πεποίθηση, η οποία βρίσκει ισχυρισμό έρεισμα στην επί τόσες δεκαετίες πεισματική άρνηση όλων των κοινοβουλευτικών συνθέσεων και όλων των κυβερνήσεων να αναθέσουν τον έλεγχο των δηλώσεων «πόθεν έσχες» σε ανεξάρτητη αρχή, η οποία να μην σχετίζεται με την πολιτική εξουσία. 

Παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η σύνθεση της Επιτροπής Ελέγχου δεν απαρτίζεται πλέον από πλειοψηφία βουλευτών, στην ουσία δεν έχει αλλάξει τίποτε απολύτως, όπως αποδεικνύεται από μια πλειάδα υποθέσεων οι οποίες, ενώ βοούσαν τα στοιχεία, έκλεισαν στο άψε σβήσε και στη λογική του «ούτε γάτα ούτε ζημιά».

Μοναδική εξαίρεση υπήρξε η υπόθεση του Άκη Τσοχατζόπουλου, κάτι που μάλλον οφειλόταν στην πολιτική συγκυρία της εποχής που ξέσπασε. Σε όλες τις υπόλοιπες, οι καταγγελίες για αδικαιολόγητη απόκτηση περιουσιακών στοιχείων δεν βρήκαν τον δρόμο προς τη δικαιοσύνη και οι κυρώσεις που οι νόμοι προβλέπουν έχουν αποδειχθεί κενό γράμμα. 

Μην αμφιβάλετε ότι το ίδιο θα είχε συμβεί και με την προκλητική περίπτωση του κ. Πάτση αν δεν βρισκόμαστε στην τελική ευθεία προς τις εκλογές. Ο ίδιος άλλωστε είχε καταγγελθεί για τα ίδια ακριβώς ζητήματα και προ διετίας και κανείς από τους υπεύθυνους για τον έλεγχο -που δεν ανήκουν μόνον στο κυβερνών κόμμα- δεν είχε συγκινηθεί.

Επειδή, πάντως, όπως πληροφορείται η στήλη, ετοιμάζεται η αλλαγή του νομικού πλαισίου για τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης των πολιτικών προσώπων, καθώς πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση και η Ευρωπαϊκή Ένωση, η κυβέρνηση δεν έχει παρά να αναθέσει τον έλεγχο των «πόθεν έσχες» των κοινοβουλευτικών και αυτοδιοικητικών στελεχών στην Αρχή για την Καταπολέμηση των Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες, όπως συμβαίνει ήδη με τις αντίστοιχες δηλώσεις δημοσίων υπαλλήλων και δημοσιογράφων.

Ο σημερινός επικεφαλής της Αρχής, πρώην αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπος Βουρλιώτης διαθέτει την έξωθεν καλή μαρτυρία και όλα τα υπόλοιπα εχέγγυα που απαιτούνται για να πειστεί η κοινή γνώμη ότι υπάρχει βούληση να γίνουν πράξη οι επαγγελίες για κάθαρση και μηδενική ανοχή στη διαφθορά. 

Μόνον έτσι τα «κοράκια» θα πάψουν να είναι στο απυρόβλητο επειδή οι άλλοι «κόρακες» θα διστάζουν να τους… βγάλουν το μάτι!