Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα διορισμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα διορισμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Τα «κενά» στα σχολεία και η «κανονικότητα»

Με μεγάλες ελλείψεις στο εκπαιδευτικό προσωπικό ξεκινά σε λίγες μέρες μια ακόμη σχολική χρονιά. Το πρόβλημα με τα «κενά» στα σχολεία δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, αφού και στο παρελθόν της αμέριμνης ευημερίας δάσκαλοι και καθηγητές διορίζονταν με καθυστέρηση εβδομάδων και μηνών μετά την έναρξη του νέου σχολικού έτους. Η αέναη επανάληψή του, όμως, δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους.
Υποτίθεται, άλλωστε, ότι τα αμέσως προηγούμενα χρόνια έγιναν επανειλημμένες προσπάθειες για τον εξορθολογισμό στην κατανομή του προσωπικού που υπηρετεί στην εκπαίδευση, αυξήθηκαν οι ώρες υποχρεωτικής διδασκαλίας και περιορίστηκαν δραστικά οι αποσπάσεις όσων υπηρετούσαν επί χρόνια σε διάφορα γραφεία –υπουργικά, βουλευτικά και άλλα- και απέφευγαν τις αίθουσες διδασκαλίας.      
Η δημόσια παραδοχή εκ μέρους του αρμόδιου υπουργού Ανδρέα Λοβέρδου ότι, παρά ταύτα, η ελληνική Πολιτεία αδυνατεί να καλύψει, έστω και με αναπληρωτές, τις τεράστιες ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί σε δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια από τις συνταξιοδοτήσεις εκπαιδευτικών, θα περίμενε κανείς να σημάνει συναγερμό στην κυβέρνηση.
Φαντάζομαι ότι σε οποιαδήποτε «κανονική» χώρα -όπως αυτάρεσκα ισχυρίζονται ότι θέλουν να μετατρέψουν την Ελλάδα οι σημερινοί κυβερνώντες- θα άνοιγε μια συζήτηση μεταξύ των συναρμόδιων υπουργείων, θα συνεδρίαζε, αν θέλετε, το υπουργικό συμβούλιο και θα αναζητούσε άμεσα λύση σε ένα τόσο φλέγον ζήτημα με το οποίο θα έρθουν σε λίγες μέρες αντιμέτωπα χιλιάδες –υπερφορολογούμενα, ειρήσθω εν παρόδω- νοικοκυριά.   
Δυστυχώς, όμως, τίποτε εξ αυτών δεν συνέβη. Ο μνημονιακός «κορσές» που θέλει μια μόνο πρόσληψη για κάθε δέκα αποχωρήσεις παραμένει άκαμπτος ακόμη και στην Παιδεία που αντιμετωπίζεται όπως ακριβώς και οι υπόλοιπες υπηρεσίες, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι η εκπαίδευση αποτελεί τη σημαντικότερη επένδυση για το μέλλον κάθε χώρας.
Δεν κατανοώ, ειλικρινά, τι νόημα έχει να ανακοινώνεται μήνα με το μήνα όλο και μεγαλύτερο πρωτογενές πλεόνασμα και να διατυμπανίζεται η «επιτυχία» της θετικής υπέρβασης των στόχων που μας έχει θέσει η τρόικα όταν αυτό γίνεται εις βάρος της νέας γενιάς που επωμίζεται –και αυτό!- το κόστος με την παροχή χαμηλού επιπέδου εκπαιδευτικών υπηρεσιών.
Το χειρότερο όλων, όμως, δεν είναι αυτό καθεαυτό το επίπεδο των υπηρεσιών και η έμμεση προτροπή για στροφή στην παραπαιδεία που εκπέμπεται από το φαινόμενο της έλλειψης εκπαιδευτικών κυρίως προς τις τάξεις των φιλομαθών νέων. Είναι, πολύ περισσότερο, το μήνυμα της αδιαφορίας για τις ουσιώδεις ανάγκες της κοινωνίας, κορωνίδα των οποίων είναι η προετοιμασία της επόμενης γενιάς που θα κληθεί να βγάλει τη χώρα από το τέλμα της σημερινής κρίσης.    
Σε κάθε περίπτωση, μια χώρα που δεν μπορεί να προσλάβει τους δασκάλους που της χρειάζονται για να μορφώσει τα παιδιά της, δεν είναι και δεν μπορεί να γίνει μια «κανονική χώρα»…

Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

«Είναι που δεν έχουν όρεξη για δουλειά…»

Παρακολουθώντας τον τρόπο που συμπεριφέρονται αρκετοί από τους κυβερνώντες, αλλά και ευρύτερα από το υφιστάμενο πολιτικό προσωπικό, μου έρχεται στο νου μια ρήση, την οποία, εν είδει παροιμίας, χρησιμοποιούσε ο αείμνηστος παππούς μου σε τέτοιες περιστάσεις. «Δεν είναι, παιδί μου, που δεν δουλεύουν, είναι που δεν έχουν όρεξη για δουλειά», έλεγε.
Είναι, όντως, εντυπωσιακό να βλέπει κανείς πόσο… ανόρεκτα κάνουν τη δουλειά που έχουν αναλάβει αρκετοί από τους κυβερνώντες, οι οποίοι στις περισσότερες των περιπτώσεων κρύβονται πίσω από την τρόικα. Ό,τι κάνουν, ομολογούν ότι γίνεται επειδή «το απαιτεί η τρόικα». Και για ό,τι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κάνουν ισχυρίζονται ότι δεν γίνεται διότι «δεν το επιτρέπει η τρόικα».
Θέλω, ωστόσο, να αποφύγω τον πειρασμό να θέσω το ερώτημα «και τότε, ρε φίλε, εσύ γιατί παριστάνεις τον υπουργό;», το οποίο μου έρχεται στα χείλη κάθε φορά που ακούω να διατυπώνονται ισχυρισμοί αυτού του τύπου, επειδή δεν είναι στις προθέσεις μου να υπερασπιστώ τους ιδεοληπτικούς παραλογισμούς που συχνά ενέχουν οι επιβολές των τροϊκανών. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να είναι το μόνιμο άλλοθι για την απραξία.  
Γιατί, κακά τα ψέματα, ο στρεβλός τρόπος με τον οποίο επιχειρείται να εφαρμοστεί η αναγκαία αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, επειδή οι εκπρόσωποι των δανειστών μας θέλουν «εδώ και τώρα ανθρωποθυσίες», είναι η μια όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι, έπειτα από τόσον καιρό που γίνεται συζήτηση για τις επιβεβλημένες αλλαγές, δεν έγινε σε κανένα υπουργείο και σε καμία υπηρεσία ένα, έστω υποτυπώδες, βήμα προς την περιβόητη αξιολόγηση, έτσι ώστε να υπάρχει ένας στοιχειώδης πειστικός αντίλογος απέναντι στις τροϊκανές εμμονές.
Πέραν αυτού, από απλά μέτρα για τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών που δεν έχουν οικονομικό κόστος ως την μάχη για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, η οποία εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει κάνοντας τη ζωή όλων μας δυσκολότερη, ο κατάλογος με τις πρωτοβουλίες που μπορεί να αναληφθούν από τους έχοντες θέσεις ευθύνης, χωρίς να απαιτείται η άδεια της τρόικας είναι μακρύς.         
Ποιος και γιατί, για παράδειγμα, έχει αφήσει εδώ και κάμποσους μήνες «ακέφαλα» αρκετά νοσοκομεία; Είναι, άραγε, και αυτό «προαπαιτούμενο» για τη δόση; Ή μήπως επανεξετάζεται ο κατάλογος με τους υποψηφίους, επειδή, πλέον, η «μοιρασιά» δεν θα είναι τρικομματική, αλλά δικομματική; (Και με την ευκαιρία στη θέση του «4-2-1», που ξέραμε, τώρα ποιο σύστημα κατανομής των θέσεων ισχύει;).
Ο καθένας μας είναι σε θέση να παραθέσει πολλά ακόμη που μπορεί να γίνουν και δεν γίνονται λόγω της γενικής παραλυσίας που, δυστυχώς, επικρατεί σχεδόν από άκρου εις άκρον της ελληνικής επικρατείας και οφείλεται αφενός στην αβεβαιότητα και στην απαισιοδοξία που έχει καταλάβει τους πάντες και αφετέρου στην απουσία ενός σχεδίου ανασυγκρότησης της χώρας που να ξεπερνάει τη σημερινή δυσμενή μνημονιακή πραγματικότητα και να περιγράφει τη μεταμνημονιακή Ελλάδα.
Αναμφίβολα, ένα τέτοιο σχέδιο ανασυγκρότησης ή μια «νέα αφήγηση», όπως συνηθίζεται να λέγεται τελευταία, συνιστά συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ για να υπερβούμε τη σημερινή γενικευμένη καταθλιπτική παραλυσία και να δημιουργηθεί στην ελληνική κοινωνία ατμόσφαιρα βεβαιότητας και αισιοδοξίας.
Και καθώς υπάρχει μπροστά μας η προοπτική της λαϊκής ετυμηγορίας, που αν δεν εκφραστεί με πρόωρες βουλευτικές κάλπες το φθινόπωρο, θα έρθει, σίγουρα, η ώρα της τον ερχόμενο Μάιο με την –τουλάχιστον- διπλή αναμέτρηση για την τοπική αυτοδιοίκηση και την Ευρωβουλή, είναι, νομίζω, βέβαιο ότι η πολιτική δύναμη –μεμονωμένη ή συμμαχική- που θα παρουσιάσει την καλύτερη και πιο πειστική «αφήγηση» θα κόψει πρώτη το νήμα.
Με λίγα λόγια, έχω εδραία την πεποίθηση πως νικητής των επόμενων εκλογών θα είναι εκείνος που θα πείσει ότι έχει σχέδιο για τη χώρα και κυρίως όρεξη για να δουλέψει και να το εφαρμόσει χωρίς προσχηματικά άλλοθι και υπεκφυγές.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 29.7.2013)