Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εμβολιασμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εμβολιασμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 25 Ιουνίου 2021

Ζητείται… φαντασία στην εμβολιαστική εκστρατεία

 

Η περιφερειακή ενότητα Θεσπρωτίας παρουσιάζει εδώ και αρκετές μέρες σχεδόν μηδενικά νέα κρούσματα μολύνσεων από κορωνοϊό, παρότι βρίσκεται σε ένα κομβικό γεωγραφικό σημείο με δύο πύλες εισόδου από το εξωτερικό: τη χερσαία από την Αλβανία, που άνοιξε εκ νέου πρόσφατα, έπειτα από αρκετούς μήνες που παρέμεινε κλειστή, και τη θαλάσσια από το λιμάνι της Ηγουμενίτσας που δέχεται καθημερινά πληθώρα επιβατών και οχημάτων τόσο από την Ιταλία όσο και από την Κέρκυρα.

Στο προφανές ίσως ερώτημα γιατί δεν εκτινάχθηκαν τα κρούσματα μετά τα πρόσφατα ανοίγματα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, η απάντηση πιθανότατα βρίσκεται στα στοιχεία που αφορούν την πορεία του εμβολιαστικού προγράμματος. Όποιος ρίξει μια ματιά στους πίνακες που δημοσιεύονται από την Εθνική Εκστρατεία Εμβολιασμού βρίσκει ότι η Θεσπρωτία είναι στην κορυφή των περιοχών με τα υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμών και βεβαίως είναι πολύ πάνω από το μέσο όρο της ελληνικής επικρατείας.

Με έναν πληθυσμό, ο οποίος είναι από τους πλέον γηρασμένους πανελλαδικά και στην τελευταία απογραφή έφθανε στους 43.587 κατοίκους, είχαν γίνει μέχρι προχθές συνολικά 42.854 εμβολιασμοί. Εξ αυτών οι 18.961 ήταν πλήρεις, δηλαδή με τις δύο δόσεις, που σημαίνει ότι έχει καλυφθεί εμβολιαστικά σχεδόν το 44% του πληθυσμού. Ενώ μία τουλάχιστον δόση έχουν λάβει 25.103 Θεσπρωτοί, που σημαίνει ότι πήγε στα εμβολιαστικά κέντρα της περιοχής ποσοστό που αντιστοιχεί στο 58% του πληθυσμού του συγκεκριμένου νομού.

Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης οι επιδόσεις που καταγράφονται στις όμορες περιφερειακές ενότητες είναι πολύ κατώτερες: στην απέναντι Κέρκυρα, η οποία περιμένει να ζήσει από τον τουρισμό, οι εμβολιασμένοι με μία δόση μόλις περνούν το 50%, στην κοντινή Πρέβεζα είναι κάτω από 44%, στα Ιωάννινα μόλις πέρασαν το 42%, ενώ ουραγός είναι η Άρτα, όπου εκείνοι οι οποίοι έχουν κάνει μια εμβολιαστική δόση μόλις και μετά βίας φθάνουν στο 35%, καθώς σε έναν πληθυσμό 67.877 ατόμων που έχει ο νομός έχουν προσέλθει στα εμβολιαστικά κέντρα μόλις 23.702 Αρτινοί.

Μιλώντας ευρύτερα κανείς, δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει ότι με βάση τον αριθμό των διαθέσιμων εμβολίων, το ελληνικό εμβολιαστικό πρόγραμμα δεν έχει πάει άσχημα μέχρι στιγμής. Αν και, επί του συνόλου του πληθυσμού, το ποσοστό όσων έχουν εμβολιαστεί με τουλάχιστον μια δόση είναι κοντά στο 44%, αποτελεί παρήγορο γεγονός ότι στους μεγαλύτερης ηλικίας συμπολίτες μας, δηλαδή στους πάνω από 60 ετών, που κατά τεκμήριο αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους κινδύνους αν πληγούν από τον ιό, έχουν μέχρι στιγμής εμβολιαστεί σχεδόν τρεις στους τέσσερις.

Καθώς, όμως, τα διαθέσιμα εμβόλιμα αυξάνονται, όλα δείχνουν ότι ο ρυθμός προσέλευσης στα εμβολιαστικά κέντρα δεν είναι αντίστοιχος. Αν δεν υποχωρεί, σίγουρα δεν επιταχύνεται όσο απαιτείται για να επιτευχθεί το πολυπόθητο τείχος ανοσίας. Το φαινόμενο, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό. Σχεδόν σε όλες τις χώρες, από το Ισραήλ έως τις ΗΠΑ και από την Πορτογαλία έως το Ηνωμένο Βασίλειο, υπάρχει ένας σκληρός πυρήνας συνανθρώπων μας οι οποίοι, αν δεν αρνούνται, οπωσδήποτε διστάζουν να εμβολιαστούν.

Κακά τα ψέματα, όμως, μέχρι στιγμής, καμία χώρα δεν έχει βρει τη χρυσή συνταγή που να μπορεί να κάμψει αυτό τον πυρήνα των αρνητών ή διστακτικών ο οποίος, με βάση τα νεότερα δεδομένα από τις αλλεπάλληλες μεταλλάξεις του φονικού ιού, εμποδίζει την προοπτική να αποφύγουμε μια νέα έξαρση της πανδημίας. Όσο και αν από πολλές πλευρές εκπέμπεται το μήνυμα ότι η αύξηση του ποσοστιαίου επιπέδου των εμβολιασμών είναι η μόνη λύση για να μην ξαναζήσουμε τους περιορισμούς των lockdown, η αλήθεια είναι ότι οι εμβολιαστικές καμπάνιες που έχουν εκδηλωθεί δεν βρίσκουν ανταπόκριση σε ένα διόλου ευκαταφρόνητο μέρος παγκόσμιου κοινού.

Ο ιός καραδοκεί και ουδείς μπορεί να προδικάσει τι θα συμβεί όταν στο πυκνοκατοικημένο βόρειο ημισφαίριο του πλανήτη το καλοκαίρι θα δώσει αναπόδραστα και πάλι τη σκυτάλη στο φθινόπωρο και στον χειμώνα. Με δεδομένη και τη χαλαρότητα που αναμφίβολα δημιουργείται από μέτρα όπως η απελευθέρωση του ωραρίου και η άρση της  υποχρεωτικότητας της μάσκας σε ανοιχτούς χώρους, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός στη λοιμωξιολογία για να αντιληφθεί τους πιθανούς κινδύνους που μας περιμένουν αν το ποσοστό της εμβολιαστικής κάλυψης δεν προσεγγίσει το 80 με 90% του συνόλου των πληθυσμού.

Προς το παρόν, όχι μόνον εμείς στην Ελλάδα, αλλά και χώρες οι οποίες άρχισαν πριν από μας τους μαζικούς εμβολιασμούς δείχνουν να προσκρούουν στο τείχος που έχουν ορθώσει οι ουκ ολίγοι αμετάπειστοι στις εκκλήσεις των επιστημόνων και των κάθε λογής θιασωτών της κοινής λογικής ότι η αύξηση των εμβολιασμών μειώνει τόσο τη λοίμωξη όσο τη βαριά νόσηση από τον ιό, τις διασωληνώσεις καθώς επίσης και τους θανάτους.

Επειδή, όμως, για πολλούς και διάφορους λόγους, που έχουν να κάνουν και με την… υπερπληροφόρηση της εποχής στην οποία ζούμε, δεν πρόκειται να εκλείψουν τα… πνεύματα αντιλογίας, οι ανά την υφήλιο πολυποίκιλες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον αγώνα για την ανάσχεση τη πανδημίας πρέπει να εξαντλήσουν όλα τα αποθέματα φαντασίας που διαθέτουν για να κάνουν αποδοτικές τις επικοινωνιακές καμπάνιες για τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή στα εμβολιαστικά προγράμματα.

Ζητείται φαντασία, λοιπόν!

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2021

Μαστίγιο ή καρότο για τους αρνητές;

 

Ο 66χρονος γιατρός από την Πάφο που έχασε αυτές τις μέρες τη ζωή του από τον κορωνοϊό ήταν ένας παθιασμένος αρνητής των εμβολιασμών, όπως μαρτυρούν οι δεκάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις οποίες έκανε όλους τους προηγούμενους μήνες. Ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες, οπότε είχε ανοίξει η συζήτηση για την έκδοση του Ευρωπαϊκού Πιστοποιητικού για τους εμβολιασμένους, ο λόγος του γινόταν όλο και πιο ακραίος.

Από τη στιγμή που έγινε γνωστός ο θάνατός του, αρκετοί φίλοι, συνάδελφοι και ασθενείς του τεθνεώτος μιλούν με θερμά λόγια για εκείνον, εκθειάζοντας τον χαρακτήρα και την επιστημοσύνη του. Διατρέχοντας, ωστόσο, κανείς τη δημόσια διαδικτυακή δραστηριότητά του δεν διακρίνει τίποτε περισσότερο από ένα απλό αναμάσημα των γνωστών συνομωσιολογικών θεωριών που -της Ελλάδας μη εξαιρουμένης- συναντώνται σχεδόν σε όλες τις χώρες του πλανήτη.

Η διαφωνία του, όπως εύκολα φαντάζεται κανείς, δεν αφορούσε μόνον στα εμβόλια που δεν πρέπει να γίνονται επειδή οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν να γίνονται χωρίς, υποτίθεται, να προηγηθούν οι απαραίτητες δοκιμές. Με την ίδια ένταση ξιφουλκούσε κατά των περιοριστικών μέτρων και καταφερόταν ενάντια των φαρμακευτικών, εν γένει, εταιριών, που προτίμησαν να λανσάρουν εμβόλιο και όχι φάρμακο κατά της Covid-19, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, της Κίνας, του Μπιλ Γκέιτζ, του Σόρος αλλά και –που το θυμήθηκε άραγε;- του ιδρύματος Ροκφέλερ.

«Όλοι αυτοί», σύμφωνα με τον μακαρίτη γιατρό, «θέλουν να πουλήσουν την πραμάτεια τους που είναι τα εμβόλια». Και, όπως υποστήριζε, για να πείσουν τον πληθυσμό να εμβολιαστεί, επέλεξαν «τον συνεχή εγκλεισμό, την οικονομική πίεση και την ψυχολογική φθορά». Επειδή, όμως, διέβλεπε προφανώς ότι η «επιχειρηματολογία» του μπορεί να μη συγκινούσε τον μέσο Κύπριο, στον οποίο απευθυνόταν, συμπλήρωνε ότι τα lockdown επιβλήθηκαν με σκοπό «ο κόσμος να πάψει να ασχολείται με τα σκάνδαλα της κυβέρνησης» του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη. Η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, αναδείχθηκε νικήτρια από τις κάλπες που στήθηκαν στη Μεγαλόνησο τις μέρες που ο άμοιρος γιατρός δοκιμαζόταν σκληρά στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου Λευκωσίας.

Στον αντίποδα της θλίψης που ίσως δικαιολογημένα εκφράζουν οι άνθρωποι που τον είχαν γνωρίσει, δεν λείπουν, δυστυχώς, και όσοι έκαναν, μάλλον χαιρέκακα, λόγο για «δίκαιη τιμωρία» του. Και αυτό διότι, όπως υποστηρίζουν, όχι μόνον αρνήθηκε να εμβολιαστεί ο ίδιος, αλλά, λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας, απέτρεψε και πολλούς συνανθρώπους του να κάνουν το εμβόλιο. Είναι αλήθεια ότι η στάση των υγειονομικών έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από εκείνη των υπολοίπων αρνητών, αφού επηρεάζει πολλούς ανθρώπους οι οποίοι είτε αρνούνται είτε διστάζουν και μεταθέτουν για το μέλλον για τον εμβολιασμό τους.

Καλώς ή κακώς, το φαινόμενο των αρνητών της πανδημίας, οι οποίοι μετεξελίχθηκαν σε αρνητές των εμβολιασμών, δεν περιορίζεται σε κάποιες περιοχές του πλανήτη, ούτε βρίσκει πιστούς σε ορισμένες κατηγορίες συνανθρώπων που να ορίζονται αποκλειστικά και μόνον από το μορφωτικό τους επίπεδο. Καθώς ο αριθμός των διαθέσιμων εμβολίων αυξάνεται, διαπιστώνεται ότι σε όλη την υφήλιο υπάρχει ένας σκληρός πυρήνας του πληθυσμού ό οποίος παραμένει δύσπιστος στις επανειλημμένες εκκλήσεις τόσο των κυβερνήσεων όσο και των καθ΄ ύλην αρμόδιων επιστημόνων να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα.

Ακόμη και σε χώρες που ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα από τις υπόλοιπες τους εμβολιασμούς, όπως είναι η Βρετανία, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, ένα ποσοστό που κυμαίνεται από 20 έως 40% δεν δείχνει προθυμία να εμβολιαστεί παρά το γεγονός ότι όλα τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι οι νοσηλευόμενοι λόγω κορωνοϊού προέρχονται πλέον κατά συντριπτικό ποσοστό από τις τάξεις των ανεμβολίαστων.

Από τη μια οι καμπάνιες στις οποίες επιδίδονται οι κάθε λογής ψεκασμένοι ζηλωτές, από την άλλη η υπερπροβολή την οποία βρίσκουν σε μέσα ενημέρωσης κάποια μεμονωμένα περιστατικά παρενεργειών που εμφανίζονται σε εμβολιασμένους, δημιουργούν το υπόστρωμα στο οποίο καλλιεργούνται οι αμφιβολίες και οι δισταγμοί σε ανθρώπους που, υπό άλλες συνθήκες, θα έσπευδαν να εμβολιαστούν. Οι περισσότεροι εξ ημών, άλλωστε, έχουμε εμβολιάσει τα παιδιά μας και δεν διανοηθήκαμε να επικαλεστούμε τις… ανύπαρκτες διατάξεις του Συντάγματος για να μην προσκομίσουμε στο σχολείο τα σχετικά πιστοποιητικά.

Όπως και να έχει, πάντως, από τα μέχρι τώρα δεδομένα προκύπτει ότι τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς το ποσοστό όσων διστάζουν, αποφεύγουν ή και αρνούνται πεισματικά να εμβολιαστούν είναι τέτοιο που ορθώνει εμπόδιο στην οικοδόμηση του πολυπόθητου τείχους ανοσίας το οποίο θα αποτρέψει ένα νέο κύμα επέλασης του ιού. Μαζί με αυτή τη δυσοίωνη διαπίστωση ανακύπτουν και τα ερωτήματα για το δέον γενέσθαι προκειμένου να απαλλαγούμε άπαξ δια παντός από τα περιοριστικά μέτρα που δοκίμασαν τις αντοχές όλων μας. Το δίλημμα, λοιπόν, που από πολλές πλευρές τίθεται είναι το εξής: Μαστίγιο ή καρότο για τους αρνητές;

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι εδώ που φθάσαμε αποτελεί μονόδρομο η σκληρή επιβολή ειδικών περιορισμών προς όσους, ενώ μπορούν, αρνούνται να εμβολιαστούν. Άλλοι, ωστόσο, αντιτείνουν ότι προέχουν η πειθώ, τα κίνητρα, ακόμη και τα… δώρα που κάποιες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, παρέχουν σε όσους πάνε και εμβολιάζονται. Θεωρούν ότι έτσι, μαζί με τη δύναμη του παραδείγματος, θα καμφθούν, συν τω χρόνω, οι δισταγμοί όλων και περισσοτέρων.

Η συζήτηση διεθνώς μόλις άνοιξε και το πιθανότερο είναι ότι θα πάρει αρκετό χρόνο έως ότου ληφθούν οριστικές αποφάσεις.

Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

Οι νέοι αναθερμαίνουν την ελπίδα

 

Η θέρμη με την οποία φαίνεται να ανταποκρίθηκαν οι νεότερες γενιές της πατρίδας μας στο άνοιγμα της πλατφόρμας για τους εμβολιασμούς είναι το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα των τελευταίων μηνών. Μαζί με τις ουρές που αρχίζουν σιγά σιγά να δημιουργούνται στα εμβολιαστικά κέντρα δείχνει ότι η μάχη που εδώ και καιρό μαίνεται ανάμεσα στη λογική και στην παράνοια κρίνεται υπέρ της πρώτης.

Αποτελεί αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι στη διάρκεια της πανδημίας οι νέοι πλήρωσαν το βαρύτερο τίμημα, αφού εκείνους πρωτίστως έπληξαν τα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν για το πάγωμα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας αλλά και για τον εγκλεισμό στα σπίτια μας.

Από όποια σκοπιά κι αν δει κανείς τη δυσμενή πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι μας τους τελευταίους δεκατέσσερις μήνες, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι συνθήκες είναι πολύ χειρότερες για τους νεότερους. Για εκείνους ήταν πιο δύσκολο να θυσιάσουν τη διάθεση να βρίσκονται και να διασκεδάζονται με τους συνομήλικούς τους. Η δική τους ανεργία παρατάθηκε. Και οι δικές τους δουλειές τους έγιναν ανασφαλέστερες.

Οι μερικές εκατοντάδες ή ενδεχομένως και λίγες χιλιάδες που συμμετείχαν σε συγκεντρώσεις στις πλατείες ή και στα ανά την ελληνική επικράτεια κορωνο-πάρτι δημιούργησαν τη λανθασμένη, όπως αποδεικνύεται, εντύπωση ότι οι νεότεροι αψηφούν τους κινδύνους της πανδημίας και αδιαφορούν για τις συνέπειες που μπορεί να έχουν οι συμπεριφορές τους στην πιθανότητα να προσβληθούν από τον ιό οι ίδιοι και τα πιο ευάλωτα μέλη του περίγυρου τους.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, εξάλλου, ότι οι τριαντάρηδες και οι σαραντάρηδες του σήμερα ανήκουν στις γενιές που επλήγησαν περισσότερο από την οικονομική κρίση του 2010, χωρίς μάλιστα να προλάβουν να γευθούν τους γλυκούς καρπούς της –«επίπλαστης», έστω- ευημερίας την οποία απολαύσαμε οι πιο ηλικιωμένοι Έλληνες που είχαμε το προνόμιο να ζήσουμε από το 1980 έως το 2010 όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο απόγειο της οικονομικής της ανόδου.

Από την άλλη, βεβαίως, μιλάμε για τις γενιές των ιστορικά πιο μορφωμένων Ελλήνων. Γενιές εξωστρεφείς, με πολλά πτυχία και με περισσότερες γνώσεις που δεν απέκτησαν μόνον στα θρανία και στα αμφιθέατρα, αλλά και στο Διαδίκτυο. Γενιές που μεγαλώνουν με τα tablet και τα smartphone να αποτελούν προέκταση των χεριών τους. Και που επικοινωνούν και ενημερώνονται κυρίως από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Τα στοιχεία για την προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα των Ελλήνων που ανήκουν στις ηλικιακές ομάδες άνω των 60 ετών δεν υπήρξαν ενθαρρυντικά. Δυστυχώς μια μειοψηφική μεν, πλην, όμως, αξιοσημείωτη, μερίδα εξ αυτών επέδειξε μεγάλη επιφυλακτικότητα διστάζοντας να προσέλθει να εμβολιαστεί. Σε αυτό δεν αποκλείεται να ευθύνεται και η διαδικτυακή ημιμάθεια που χαρακτηρίζει αυτές τις γενιές και τις κάνει να μην μπορούν να αντιληφθούν ότι δεν είναι ισότιμος λόγος που εκπέμπεται στον ψηφιακό κόσμο.

Κακά τα ψέματα, δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι γύρω μας που αντιμετωπίζουν ως… ισοβαρείς τις απόψεις που εκφράζουν, από τη μια, οι… ταξιτζήδες, που μόλις έμαθαν να πατούν τα πλήκτρα του κινητού τους, και, από την άλλη, επιστήμονες της περιωπής και του κύρους ενός Αντόνιο Φάουτσι ή ενός Σωτήρη Τσιόδρα και τόσων άλλων, οι οποίοι… έλιωσαν σόλες παρακολουθώντας ασθενείς και έκαναν νυχτέρια και υπερωρίες μπροστά σε μικροσκόπια και υπολογιστές για να βρουν κατάλληλα φάρμακα και αποτελεσματικά εμβόλια που θα μας απαλλάξουν από απλές ασθένειες, επιδημίες και πανδημίες.

Όχι, δεν είμαστε όλοι ίδιοι όταν μιλάμε για επιστημονικά θέματα. Και, όπως ο καθένας εξ ημών απαιτεί τον σεβασμό των άλλων στη δουλειά την οποία κάνει, έτσι κι εμείς πρέπει να αναγνωρίζουμε ότι δεν μετράει το ίδιο ο λόγος μας για θέματα για τα οποία δεν είμαστε αρμόδιοι. Στα επιστημονικά θέματα έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο οι επιστήμονες. Αυτούς και μόνον εμπιστευόμαστε. Ακόμη και όταν –δικαιολογημένα- δεν μιλούν με τις κατηγορηματικότητες που χαρακτηρίζουν τον ισοπεδωτικό λόγο των κάθε λογής «τσαρλατάνων» που νομίζουν ότι είναι κάτι περισσότερο από αυτό που είναι, μόνον και μόνον επειδή έχουν αποκτήσει διαδικτυακό βήμα.

Είναι μεγάλο ευτύχημα, λοιπόν, που μέσα σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα οι νεότεροι Έλληνες έδειξαν εμπιστοσύνη στην επιστήμη και προσήλθαν με ζήλο για να εξασφαλίσουν μια θέση στο εμβολιαστικό πρόγραμμα. Όλα δείχνουν ότι το έκαναν όχι επειδή είναι «υπάκουοι» αλλά διότι επιθυμούν διακαώς να πάρουν τις ζωές τους πίσω. Θέλουν να βγουν έξω, να δουλέψουν, να φλερτάρουν, να ερωτευτούν, να διασκεδάσουν και να απολαύσουν τη χαρά και την ικανοποίηση που παίρνει όποιος ζει τη ζωή του.

Αν η τάση αυτή επιβεβαιωθεί και στη συνέχεια, τότε έχουμε κάθε λόγο να ελπίζουμε ότι οι σημερινοί νέοι θα αλλάξουν τον κόσμο, κάνοντάς τον καλύτερο.

Γι΄ αυτό είμαστε μαζί τους!