Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 27 Αυγούστου 2021

Ο… διχασμός των εμβολιασμώνκαι η αγωνία μπροστά στο ΑΤΜ

Καθώς συμπληρώνονται 18 μήνες από την εμφάνιση της πανδημίας στη χώρα μας δημιουργείται η αίσθηση ότι έχουν εξαντληθεί όλα τα επιχειρήματα που μπορεί να επιστρατεύσει κανείς αφενός για να υπογραμμίσει τους κινδύνους από την εξάπλωσή της και αφετέρου για να πείσει για τη μοναδική αποτελεσματική άμυνα που έχει η επιστήμη και που δεν είναι άλλη από τον μαζικό εμβολιασμό.

Όλο αυτό το διάστημα συνέβησαν τόσα πολλά δραματικά γεγονότα παγκοσμίως και ακούστηκαν από τόσο διαφορετικές πλευρές τόσες απόψεις για την κατάσταση η οποία έχει διαμορφωθεί διεθνώς που είναι δύσκολο να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν έχει ενημερωθεί επαρκώς και, εξ αυτού του λόγου, δεν μπορεί να αποφασίσει αν θα τηρήσει τα περιοριστικά μέτρα και τι θα κάνει με το εμβόλιο.

Τον πρώτο καιρό μπορούσε να γίνει κατανοητός ο φόβος, όπως και η ανησυχία, ο δισταγμός, η καχυποψία, ακόμη και η άρνηση αρκετών συνανθρώπων μας να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι έχουμε να κάνουμε με έναν φονικό ιό, ο οποίος, με τη μορφή του αόρατου εχθρού, απειλεί την υγεία μας, το εισόδημα μας, την ίδια μας τη ζωή. Συνέδραμαν, άλλωστε, σε αυτό διαφόρων ειδών πολιτικάντηδες, κυρίως από τις τάξεις της Ακροδεξιάς, αλλά όχι μόνον, καθώς επίσης και κάθε λογιών κομπογιαννίτες που παραπλανούσαν και εξακολουθούν να παραπλανούν τον κόσμο με ψεκασμένες θεωρίες.

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι μνήμες από την τελευταία μεγάλη πανδημία, η οποία συνέβη πριν από έναν αιώνα, δεν είχαν ούτε καν οι παππούδες των περισσοτέρων από όσους… παρεπιδημούμε στον πλανήτη αυτή την εποχή. Ενώ και σε ό,τι αφορά την ανάγνωση της Ιστορίας, στην οποία έχει καταγραφεί ο σημαντικός ρόλος που διαδραμάτισαν στις παγκόσμιες εξελίξεις οι πανδημίες του παρελθόντος, δεν μπορούμε να έχουμε πολλές απαιτήσεις, όταν γύρω μας υπάρχει τόση άγνοια για πιο πρόσφατα και ακόμη πιο καθοριστικά γεγονότα.    

Έπειτα, όμως, από τόσους τόνους σιέλου που καταναλώθηκαν από τα χείλη της αφρόκρεμας του παγκόσμιου επιστημονικού δυναμικού, αλλά και από τόσους ωκεανούς μελάνης που χύθηκαν από τις πένες γιατρών, κοινωνιολόγων και τόσων άλλων επιστημόνων και αναλυτών, οι οποίοι έγραψαν τεκμηριωμένα αφενός για τις συνέπειες της πανδημίας και αφετέρου για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, ευλόγως αναρωτιέται κάθε εχέφρων άνθρωπος για το τι άλλο μπορεί να γίνει για να αλλάξουν άποψη όσοι αποφεύγουν να πάρουν την άγουσα προς τα εμβολιαστικά κέντρα.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η καθιέρωση της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού για όλους εκείνους που με την άρνησή τους να εμβολιαστούν θέτουν σε κίνδυνο άλλους συνανθρώπους τους, μοιάζει μονόδρομος. Είναι ένας μονόδρομος τον οποίο υποχρεώνονται να βαδίσουν κυβερνήσεις από τη μια άκρη του πλανήτη ως την άλλη και ανεξαρτήτως ιδεολογικής κατεύθυνσης. Λίγο ως πολύ, δεξιοί, αριστεροί και κεντρώοι κυβερνήτες, όπου γης, τις ίδιες ακριβώς συνταγές εφαρμόζουν και τους ίδιους κανόνες ακολουθούν.

Γι΄ αυτό και είναι απορίας άξιο να ακούει κανείς να διατυπώνονται από πολιτικά στελέχη και άλλους σχολιαστές ισχυρισμοί περί δήθεν διχασμού της κοινωνίας που προκαλείται από τα μέτρα περιορισμού των ανεμβολίαστων που, με καθυστέρηση αλλά και με διστακτικότητα, ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες η κυβέρνηση. Θα είχε ενδιαφέρον να ακούγαμε την εναλλακτική λύση που προτείνουν όσοι μιλούν για διχασμό. Δυστυχώς όμως δεν ακούστηκε. Και το πιθανότερο είναι ότι δεν θα ακουστεί, επειδή δεν υπάρχει. Διότι, αν υπήρχε, σε κάποια άλλη χώρα θα είχε εφαρμοστεί.

Αντίστοιχους ισχυρισμούς περί του υποτιθέμενου κοινωνικού διχασμού και της δήθεν προστασίας της ελευθερίας του κάθε πολίτη έχουμε ακούσει αρκετές φορές στο παρελθόν, όπως όταν καθιερώθηκε η υποχρεωτικότητα της ζώνης ασφαλείας στα αυτοκίνητα και το κράνος για τους μοτοσικλετιστές ή, πιο πρόσφατα, όταν απαγορεύτηκε το κάπνισμα στους κλειστούς χώρους. Με τους εμβολιασμούς βεβαίως τα πράγματα είναι πολύ πιο σοβαρά αφού ένας ανεμβολίαστος δεν απειλεί μόνο τη δική του ζωή, αλλά και τις ζωές των γύρω του. Όπως πολύ πιο σοβαροί είναι οι κίνδυνοι για το κοινωνικό σύνολο που ελλοχεύουν αν δεν γίνουν όσα πρέπει να γίνουν για να αναχαιτιστεί η πανδημία.

Θα ακουστεί ίσως σκληρά κυνικό αλλά είναι σφόδρα πιθανό ότι οι περισσότεροι από τους υγειονομικούς που εξακολουθούν να αρνούνται να εμβολιαστούν θα αλλάξουν πορεία πλεύσης όταν πάνε στο ΑΤΜ και δουν να μην έχει καταβληθεί ο μηνιαίος μισθός τους. Ενδεχομένως κάποιοι θα επιμείνουν, πλην όμως όσοι το κάνουν θα είναι –κυριολεκτικά και μεταφορικά- άξιοι της μοίρας τους. Κανείς δεν θα τους εμβολιάσει με το ζόρι, αλλά και οι ίδιοι δεν μπορούν να το «έτσι θέλω» να επιβάλουν αυτό που νομίζουν ότι είναι το σωστό σε βάρος της κοινωνίας.

        Όπως και να το κάνουμε, έπειτα από την 18μηνη περιπέτεια που βιώσαμε μόνον εθελοτυφλούντες δεν αναγνωρίζουν ότι οι ανεμβολίαστοι είναι πλέον εκείνοι που απειλούν την κοινωνική συνοχή και προκαλούν τον διχασμό. Αυτό συμβαίνει διότι εφόσον νοσήσουν είναι πολύ πιθανόν ότι θα χρειαστούν νοσηλεία σε ΜΕΘ δοκιμάζοντας έτι περαιτέρω τις αντοχές του ΕΣΥ. 

        Ας μην τους χαϊδεύουμε λοιπόν άλλο τα αυτιά!

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2021

Γνώμη δίχως γνώση ή «έκαστος στο είδος του»;

Οι μισοί από όσους νοσηλεύονται, πλέον, στη χώρα μας με λοίμωξη Covid-19 είναι κάτω των 40 ετών, λένε τα επίσημα στοιχεία και οι ειδικοί επιστήμονες που ζουν από κοντά το πρόβλημα επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους ότι η συντριπτική πλειονότητα όσων νοσούν από κορωνοϊό προέρχεται από τις τάξεις των ανεμβολίαστων.

Η εικόνα αυτή, η οποία λίγο ως πολύ ισχύει από τη μια άκρη του πλανήτη, είναι απορίας άξιο γιατί δεν αποτελεί βίωμα τόσο πολλών συμπολιτών μας που διστάζουν, αποφεύγουν ή και αρνούνται να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα για να θωρακίσουν τον εαυτό τους αλλά και την κοινωνία απέναντι τη μεγάλη πανδημική απειλή του καιρού μας.

Εκείνο που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι ότι τόσο πολλοί άνθρωποι έχουν γνώμη είτε για τους υποτιθέμενους κινδύνους από τους εμβολιασμούς είτε για τα συμφέροντα που υποτίθεται ότι κρύβονται πίσω από την προώθησή τους, την ίδια ώρα που αρνούνται να ενστερνιστούν τη συσσωρευμένη γνώση την οποία διαθέτει πλέον η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα που σχεδόν σύσσωμη έχει στρατευθεί στον αγώνα για την απαλλαγή της ανθρωπότητας από τον φονικό ιό.

Η περίπτωση του διάσημου τενίστα Στέφανου Τσιτσιπά είναι άκρως χαρακτηριστική. Ο 23χρονος αθλητής, ο οποίος κατά το παρελθόν είχε συμμετάσχει στην καμπάνια για την τήρηση των περιοριστικών μέτρων για την εξάπλωση της πανδημίας, αποκάλυψε ότι δεν εμβολιάστηκε διότι έχει τη γνώμη ότι τα εμβόλια δεν είναι επαρκώς δοκιμασμένα, αγνοώντας προφανώς το γεγονός ότι αθροίζονται πλέον σε δισεκατομμύρια οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο που έχουν εμβολιαστεί.

Παρόλο που η εν γένει στάση ζωής του περί ού ο λόγος νεαρού αθλητή δεν απετέλεσε ποτέ πρότυπο ζωής που θα ήθελα για τον εαυτό μου ή τα παιδιά μου, δεν με βρίσκει σύμφωνο η επιχειρούμενη αποδόμηση της προσωπικότητάς του. Ο Στέφανος Τσιτσιπάς είναι και θα παραμείνει αναμφισβήτητα ο πιο σπουδαίος Έλληνας τενίστας.  

Από την άλλη, όμως, με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο οι «πληρωμένες» απαντήσεις τις οποίες έλαβε από μέλη της επιστημονικής κοινότητας που του υπέδειξαν να ενημερώνεται προτού να εκφράσει γνώμη για τόσο σοβαρά ζητήματα τα οποία μάλιστα δεν ανήκουν στο γνωσιακό του πεδίο. Στην προκείμενη περίπτωση, άλλωστε, ισχύει απαρέγκλιτα ο κανόνας «έκαστος στο είδος του…».

Ως εκ τούτου, λοιπόν, με τον ίδιο τρόπο που ουδείς λοιμωξιολόγος μπορεί να υποδείξει στον Στέφανο Τσιτσιπά τον τρόπο με τον οποίο θα προπονηθεί ή θα αγωνισθεί για να κερδίσει τους αντιπάλους του, έτσι και ο παγκοσμίου κλάσης Έλληνας τενίστας δεν μπορεί να εκφράζεται για τη χρησιμότητα ή την αποτελεσματικότητα των εμβολιασμών.

Υπό άλλες συνθήκες, η άποψη του νεαρού αθλητή δεν θα ενδιέφερε κανέναν άλλο πέραν του ιδίου, ο οποίος μπορούσε όντως να περιμένει να καταστεί, όπως είπε, υποχρεωτικός ο εμβολιασμός για να πειστεί κι εκείνος να εμβολιαστεί. Δεν είναι άλλωστε ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που κλείνει τα μάτια του στη βοούσα πραγματικότητα.

Δυστυχώς, όμως, στην εποχή της απόλυτης επικράτησης της επικοινωνίας στην οποία ζούμε, πρόσωπα με υψηλή αναγνωρισιμότητα, όπως είναι οι αθλητές, οι καλλιτέχνες, οι τηλεπερσόνες και οι κάθε είδους… «celebrities», επηρεάζουν τις κοινωνικές τάσεις. Και πολύ συχνά κατευθύνουν μια αξιοσημείωτη μερίδα του πληθυσμού που είναι έτοιμη να ακολουθήσει τις παροτρύνσεις τους και να αποδεχθεί τη γνώμη τους ακόμη και όταν αυτή δεν στηρίζεται σε ίχνος έγκυρης γνώσης.

Το ακόμη μεγαλύτερο δυστύχημα είναι ότι όλοι αυτοί οι λεγόμενοι «influencers», οι οποίοι ασκούν στο κοινωνικό σώμα και κυρίως στις νεότερες ηλικίες δυσανάλογα μεγαλύτερη επιρροή από το πνευματικό τους εκτόπισμα, ήρθαν να καλύψουν το κενό που άφησε η υποχώρηση των πάλαι ποτέ ταγών της κοινωνίας που προέρχονταν από τον κόσμο του πνεύματος ή και της πολιτικής.

Πριν από μερικές –όχι πολλές- δεκαετίες όταν θέλαμε να αποσπάσουμε μια έγκυρη άποψη για την κοινωνική ή άλλη πραγματικότητα καταφεύγαμε στους αποκαλούμενους διανοούμενους οι οποίοι κατά τεκμήριο εξέφραζαν γνώμη που βασιζόταν στη γνώση. Αντιθέτως, στις μέρες μας τον πρώτο λόγο έχουν τις περισσότερες φορές πρόσωπα τα οποία εκφράζουν με μεγάλη ευκολία γνώμη επί θεμάτων για τα οποία δεν διαθέτουν την απαραίτητη γνώση.

Οι αντιδράσεις που ξεσήκωσαν οι ατεκμηρίωτες απόψεις για τους εμβολιασμούς τις οποίες εξέφρασε ο Στέφανος Τσιτσιπάς συνιστούν παρήγορο γεγονός, καθώς δείχνουν ότι οι παντοειδείς «influencers» μπορεί –ιδίως τα τελευταία χρόνια- να έχουν κερδίσει αρκετές μάχες με όπλο το θράσος της –«τάχα μου»- αντισυστημικής ημιμάθειας, ωστόσο ο πόλεμος για την επικράτηση της επιστημονικής γνώσης δεν έχει ακόμη κριθεί.

Ο αγώνας συνεχίζεται!

 

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2021

Ψυχραιμία, η υπέρτατη αρετή στις ώρες της κρίσης

 

            Σε αυτές τις τόσο κρίσιμες ώρες κατά την οποίες η χώρα, σχεδόν από τη μια άκρη ως την άλλη, δοκιμάζεται από τις καταστροφικές πυρκαγιές που πλήττουν την Αττική, την Εύβοια, την Αρχαία Ολυμπία, τη Μεσσηνία και άλλες περιοχές, είναι απορίας άξιο πόσο πολλοί συμπολίτες μας έχουν έτοιμες τις συνταγές για την πρόληψη και την καταστολή των φυσικών καταστροφών.

Από την ασφάλεια του καναπέ ή του κλιματισμένου γραφείου τους και έχοντας ως μοναδικό εργαλείο το θράσος και την ημιμάθεια, χρησιμοποιούν το πληκτρολόγιο του υπολογιστή ή του smartphone για να κάνουν υποδείξεις, να δώσουν συμβουλές, να απευθύνουν νουθεσίες, να ασκήσουν δηλητηριώδη κριτική, να δικάσουν και να καταδικάσουν όλους εκείνους που βρίσκονται στα καυτά μέτωπα και δίνουν μάχες με ολοφάνερα ασύμμετρες απειλές.

Διαδικτυακά τρολ, που βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία ή απλώς δυσκολεύονται να ελέγξουν την κομματική τους εμπάθεια, δημοσιολογούντες και «δημοσιογράφοι» της συμφοράς, οι οποίοι έχουν γνώμη χωρίς γνώση επί παντός του επιστητού, μεταμορφώθηκαν αίφνης σε ειδικούς που παίζουν στα δάχτυλα σύνθετα ζητήματα οργάνωσης των υπηρεσιών πυρόσβεσης που κανείς άλλος στον πλανήτη δεν μπορεί να διανοηθεί. Μετρούν από τις κάμερες των κινητών τους την ένταση των ανέμων και βγάζουν συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητα όσων επιχειρούν στα πύρινα πεδία.     

Κραυγάζουν και ολοφύρονται σχεδόν από τη στιγμή που ξέσπασαν οι πρώτες σπίθες φωτιάς. Ήταν σα να ήθελαν να πάρουν κάποια «ρεβάνς». Από ποιον άραγε; Εξαπολύθηκαν επιθέσεις ακόμη κατά των ρεπόρτερ των καναλιών που σε πολύ αντίξοες συνθήκες έδιναν τη μάχη της ενημέρωσης. «Επιστρατεύθηκαν» περιθωριακές καρικατούρες και πολιτικά απολειφάδια που επεχείρησαν να δώσουν πολιτικά χαρακτηριστικά στον πύρινο όλεθρο ο οποίος στο πέρασμα του σάρωνε τα πάντα ως συνέπεια και του παρατεταμένου καύσωνα.       

Όσο δικαιολογημένος είναι ο θυμός και η οργή όλων όσοι βλέπουν τις περιουσίες τους, σε πολλές περιπτώσεις τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής, να γίνονται παρανάλωμα του πυρός, άλλο τόσο αδικαιολόγητη είναι η φθηνή λαϊκίστικη προσπάθεια που καταβάλουν ορισμένοι για να δρέψουν οφέλη από τον όλεθρο ο οποίος αφανίζει τον συλλογικό πλούτο που είναι τα καιόμενα δάση μας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αντίστοιχες εικόνες έχουμε ζήσει και κατά το παρελθόν. Με περισσότερα ή με λιγότερα μποφόρ. Στην Πάρνηθα, στην Ηλεία, στο Μάτι, παλαιότερα στην Ικαρία. Από την άλλη, όμως, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι χρόνο με τον χρόνο τα πράγματα γίνονται όλο και δυσμενέστερα. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής δημιουργούν όλο και χειρότερες συνθήκες για τις ζωές όλων μας. Και μπορεί η συγκεκριμένη παραδοχή να μην συνιστά άλλοθι για να πετάξουμε ως κοινωνία λευκή πετσέτα, πλην, όμως, δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια σε αυτά τα δεδομένα.

Στην παρούσα φάση, ωστόσο, εκείνο που προέχει είναι η ψυχραιμία, η οποία αποτελεί την υπέρτατη αρετή στις ώρες της κρίσης. Ο κρατικός μηχανισμός ο οποίος εμπλέκεται στην υπόθεση της προστασίας των ζωών και των περιουσιών όλων μας είναι συγκεκριμένος. Καλώς ή κακώς –και προφανώς καλώς- οι ίδιοι άνθρωποι σβήνουν τις φωτιές όποιο κόμμα και αν είναι στην εξουσία. Αλλάζουν βεβαίως οι πολιτικοί προϊστάμενοι τους, οι οποίοι δεν είναι άμοιροι και θα κριθούν για τις αποφάσεις που λαμβάνουν. Μόνον, όμως, που αυτό είναι ζήτημα της επόμενης ημέρας.

Η ώρα του απολογισμού, της κριτικής, του καταλογισμού των ευθυνών ή της απόδοσης των ευσήμων θα έρθει όταν σβήσει και η τελευταία σπίθα φωτιάς. Τότε θα φανεί αν έγιναν όσα μπορούσαν να γίνουν. Τότε θα ξέρουμε αν υπήρξε σχέδιο και πολύ περισσότερο αν αυτό λειτούργησε αποδοτικά. Ή αν οι φωτιές έσβησαν όταν έφθασαν στη θάλασσα επειδή δεν είχαν τίποτε άλλο για να κάψουν.

Τι έγινε, για παράδειγμα, στην Αρχαία Ολυμπία και στο πρώην βασιλικό κτήμα του Τατοϊου, δύο κρίσιμα σημεία που ακούγαμε και διαβάζαμε το προηγούμενο διάστημα  ότι υπήρχαν ειδικά αντιπυρικά σχέδια; Πόσο αποτελεσματικές αποδείχθηκαν οι αποφάσεις για εκκενώσεις κατοικημένων περιοχών; Τι έφταιξε και είχαμε τόσες πολλές πυρκαγιές;

Οι εύκολες εικασίες για δήθεν «ξένους πράκτορες» και υποτιθέμενους «εμπρηστές οικοπεδοφάγους» δεν πείθουν πλέον κανένα. Και είναι ευτύχημα που δεν τις επικαλέστηκε επισήμως η κυβέρνηση. Η οποία κυβέρνηση θα κληθεί λίαν συντόμως να δώσει πειστικές εξηγήσεις για το κατά πόσο τα δύο χρόνια που βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας πήρε μαθήματα από τα προηγούμενα παθήματα.

Η ιστορία, άλλωστε, έχει αποδείξει πως, ό,τι και αν πιστεύουν όσοι θεωρούν ανόητο ή ανώριμο τον ελληνικό λαό, στις ανοικτές δημοκρατικές κοινωνίες, στις οποίες, όσο κι αν το αρνούνται τα κάθε είδους φασιστοειδή, ανήκει η ελληνική, ο τελικός κριτής όλων είναι ο πολίτης. Ο οποίος με ψυχραιμία και στον κατάλληλο χρόνο αποδίδει «τα του Καίσαρα στον Καίσαρα και τα του Θεού στον Θεό». Το ίδιο θα γίνει και τώρα!