Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

Η πολιτική ως παρεοκρατία

Τον καθηγητή  Γιάννη Πανάρετο, παρότι δεν τον γνωρίζω προσωπικά, τον σέβομαι και τον υπολήπτομαι, καθώς τον συνοδεύσει επί χρόνια η φήμη ενός καλού επιστήμονα στον τομέα της Στατιστικής, ενώ και τις τρεις φορές που θήτευσε στο υπουργείο Παιδείας, τις δύο ως γενικός γραμματέας και την τρίτη ως υφυπουργός, άφησε καλές εντυπώσεις και δούλεψε, όπως λένε όσοι έχουν γνώση του χώρου, αθόρυβα και αποτελεσματικά.
Το ίδιο αθόρυβη είναι και η εικοσιπενταετής θητεία του ως (ισόβιο) μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής. Και ίσως να μη γινόταν ευρύτερα γνωστός σε κύκλους πέραν των φοιτητών του αν δεν είχε οριστεί το 2009 από τον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, του οποίου είναι στενός φίλος εδώ και δεκαετίες, πολιτικός υπεύθυνος για την ανοικτή διακυβέρνηση και τη διαβούλευση της κυβέρνησης.
Αν και κατασυκοφαντημένο από τους θιασώτες της κομματοκρατίας, το αποκαλούμενο «opengov» υπήρξε μια πρωτοποριακή πρωτοβουλία για τα ελληνικά δεδομένα που, αν είχε οργανωθεί καλύτερα και δεν υπονομευόταν εκ των έσω, θα μπορούσε να προσφέρει πολλά στη βελτίωση της κατάστασης που επικρατεί στον πολύπαθο δημόσιο τομέα, στον οποίο, όπως έδειξαν και οι πρόσφατες τοποθετήσεις διευθυντικών στελεχών σε νοσοκομεία και άλλους οργανισμούς, οι διευθυντικές θέσεις εξακολουθούν να διανέμονται ως «λάφυρο» στους αποτυχημένους πολιτευτές που «αγωνίσθηκαν» για το κόμμα που είναι στην εξουσία.
Έκανα αυτόν τον σχετικά μακρύ πρόλογο για να δικαιολογήσω τη μεγάλη έκπληξη που ένοιωσα διαβάζοντας το περασμένο Σάββατο την άκρως εντυπωσιακή –για μένα- παρέμβαση του κ. Πανάρετου, ο οποίος σε ανάρτηση στο tweeter έγραψε: «Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να κυβερνήσει προοδευτικά πρέπει να πείσει για τις προθέσεις του τους παπανδρεϊκούς και όχι να φλερτάρει με την (sic!) ΑΝΕΛ».
Η έκπληξή μου δεν προήλθε από την γενικότερη θεώρηση της πολιτικής προσέγγισης του κ. Πανάρετου, ο οποίος ως πολίτης έχει προφανώς αναφαίρετο και απεριόριστο δικαίωμα να τρέφει συμπάθεια προς έναν πολιτικό χώρο και να εκδηλώνει αντιπάθεια προς έναν άλλο. Εκείνο που με ξένισε ήταν ότι προσδιοριζόταν και μιλούσε στο όνομα των «παπανδρεϊκών».
Τι είναι, αλήθεια, οι «παπανδρεϊκοί»; Και τι τους ορίζει ως ξεχωριστή οντότητα, ώστε ένας ακαδημαϊκός δάσκαλος, μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής και πρώην υφυπουργός να νιώσει την ανάγκη να καλέσει ένα κόμμα να εκθέσει τις προθέσεις του απέναντι τους για να κριθεί αν μπορεί να κυβερνήσει προοδευτικά;
Πρόκειται, άραγε, για μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα που χρήζει ειδικής αντιμετώπισης;  Όπως, για παράδειγμα, οι Ρομά, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, οι τρίτεκνοι, οι ανέστιοι ή οι υπερχρεωμένοι από τη μνημονιακή λαίλαπα;  Και σε ποιους ακριβώς αναφέρεται ο κ. Πανάρετος; Στους ψηφοφόρους του κ. Παπανδρέου ή σε όσους εκείνος έδωσε θέσεις και οφίτσια όταν είχε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας;   
Καταλαβαίνω τι σημαίνει να δηλώνει κανείς –ειλικρινώς ή όχι, είναι ζήτημα προς κρίση- αριστερός, δεξιός, συντηρητικός, προοδευτικός, κεντρώος, σοσιαλδημοκράτης, σοσιαλιστής, αναρχικός, μαρξιστής, κομμουνιστής, φιλελεύθερος, φασίστας ή να χρησιμοποιεί έναν από τους τόσους άλλους προσδιορισμούς που έχουν καθιερωθεί από την Πολιτική Επιστήμη και την –εγχώρια ή διεθνή- πολιτική πρακτική.  
Δεν αντιλαμβάνομαι, όμως, τι σημαίνει να είναι κάποιος σήμερα «παπανδρεϊκός». Όπως φυσικά δεν μπορώ να αντιληφθώ τι σήμαινε στο παρελθόν να είναι κάποιος «ζαχαριαδικός», «καραμανλικός», «μητσοτακικός», «αβερωφικός» «γεννηματικός», «σημιτικός» ή τώρα να προσδιορίζεται ως «σαμαρικός», «βενιζελικός», «τσιπρικός», και ούτω καθεξής.
Όχι, δεν αιθεροβατώ. Ξέρω ότι υπήρχαν και υπάρχουν -ελπίζω λιγότεροι- πολίτες που προσδιορίζονται πολιτικά με τέτοιους όρους, δίνοντας, έτσι, την ευκαιρία σε ορισμένους να κάνουν μεγάλες καριέρες (και –γιατί όχι;- και πλούτη) ως αρχηγοί και αρχηγίσκοι που με τη σειρά τους δίνουν οντότητα πολιτικού στελέχους και απονέμουν αξιώματα σε πρόσωπα που αναλαμβάνουν στο πλευρό τους ρόλους ακόλουθων και ετερόφωτων δορυφόρων.
Έχω, ωστόσο, εδραία την πεποίθηση και γι’   αυτό δυσανασχετώ ότι οι διαχωρισμοί αυτού του είδους υπήρξαν ανέκαθεν μια από τις μεγάλες παθογένειες του αμοραλιστικού ελληνικού πολιτικού συστήματος, το οποίο, υπό αυτές τις συνθήκες, συγκροτείται στη λογική της παρεοκρατίας.
Και η παρεοκρατία δεν αποτελεί παρά την άλλη όψη του νομίσματος της πελατειακής σχέσης με τους πολίτες και του εκμαυλισμού των συνειδήσεων, που όσο αναπτύσσεται και υπάρχει, μοιραία, θέτει εκ ποδών κάθε απόπειρα για άσκηση της πολιτική με αρχές και αξίες.
 (Δημοσιεύθηκε στο www.prototema.gr στις 21.11.2013)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου