Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΡΙΖΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΡΙΖΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Το νέο πολιτικό τοπίο που αναδύεται μετά τον… «άκλαυτο» ΣΥΡΙΖΑ

         Δεν ξέρω αν οφείλεται στο ότι στην πραγματικότητα ήταν μια εξέλιξη η οποία είχε προεξοφληθεί εδώ και αρκετό καιρό, δεν παύει, ωστόσο, να είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η (χθεσινή) έκπτωση του ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η διαδοχή του από το ΠΑΣΟΚ έγινε σαν κάτι το απολύτως φυσιολογικό.

Αργά αλλά σταθερά, η πολιτική ζωή του τόπου μοιάζει να επιστρέφει στην εποχή πριν από την κρίση, καθώς το ένα μετά το άλλο τα γεννήματα της περιόδου της μνημονιακής εξαλλότητας αποτελούν παρελθόν. Ένα παρελθόν το οποίο ελάχιστοι πρέπει να είναι εκείνοι που το νοσταλγούν.  Γι΄αυτό και δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξεμέτρησε το ζην του χωρίς να… κλάψει κανείς για το άδοξο τέλος του.

Με εξαίρεση, άλλωστε, κάποιες ξέπνοες δηλώσεις ξεπεσμένων αξιωματούχων της Κουμουνδούρου, οι οποίοι κατέφυγαν σε στερεοτυπικά αναμασήματα και ανιστόρητες αναλογίες περί «αποστασίας», ουδείς φαίνεται να συγκινήθηκε από την πιο πρόσφατη τροπή των πολιτικών πραγμάτων και τη νέα διάσπαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ που του στέρησε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Διότι μπορεί το «syrisafication» να διδάσκεται εφεξής στις σχολές της πολιτικής επιστήμης ως case study για το πως ένα κόμμα μπορεί να διαλυθεί ακόμη και όταν είναι στην κατά τεκμήριο βολική θέση της αντιπολίτευσης, αλλά η αλήθεια είναι ότι τα τεκταινόμενα στην πάλαι ποτέ κυβερνώσα ριζοσπαστική Αριστερά έχουν πάψει προ πολλού να κόβουν εισιτήρια.   

Η κοινή γνώμη αντιμετωπίζει πλέον με αφόρητη βαρεμάρα τα τελευταία πολύ κουραστικά επεισόδια που έχει το σήριαλ της προδιαγεγραμμένης πορείας προς τη διάλυση στην οποία εισήλθε ο ΣΥΡΙΖΑ από τη στιγμή που ο ουσιαστικός δημιουργός του Αλέξης Τσίπρας πέταξε «λευκή πετσέτα» επειδή, κακά τα ψέματα, δεν άντεξε να καταγράφει στο παθητικό του συνεχόμενες εκλογικές ήττες.

Τέσσερις ημέρες μετά τις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου 2023, στις οποίες η δύναμη του κόμματός του υποχώρησε στο ισχνό 17,83%, ο κ. Τσίπρας πήγε στο Ζάππειο για να παραιτηθεί, αλλά η λέξη «παραίτηση» δεν βγήκε από τα χείλη του. «Κατανοώ την ανάγκη για ένα νέο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ. Και αποφάσισα να παραμερίσω για να περάσει», ήταν τα πολύ προσεκτικά λόγια τα οποία επέλεξε να χρησιμοποιήσει ο πρώην πρωθυπουργός.

«Έχω εμπιστοσύνη στο ανθρώπινο δυναμικό του κόμματός μας. Στις αστείρευτες δυνάμεις της κοινωνίας και της Αριστεράς», είπε και είναι απορίας άξιον αν είχε κατά νου την τετράδα των τωρινών υποψήφιων αρχηγών (Γκλέτσος, Πολάκης, Φάμελος και Φαραντούρης) που θα αναμετρηθούν την προσεχή Κυριακή και τους οποίους είδαμε την περασμένη Τετάρτη να διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε ένα πολύ χαμηλών προσδοκιών ντιμπέιτ που οργάνωσε η δημόσια τηλεόραση.

«Αποφάσισα λοιπόν να προτείνω την εκλογή νέας ηγεσίας από τα μέλη του Κόμματος, όπως ορίζει το καταστατικό του. Την άμεση προσφυγή στις σχετικές διαδικασίες. Στις οποίες φυσικά δεν θα είμαι υποψήφιος», είχε συμπληρώσει ο Τσίπρας πριν από 17 μήνες. Αλλά δεν έμεινε εκεί. Πρόσθεσε ακόμη μια παράγραφο που ήταν αποκαλυπτική των πραγματικών προθέσεων του: «Θα είμαι όμως παρών πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά από αυτές».

Η συνέχεια είναι λίγο έως πολύ γνωστή, τουλάχιστον για όσους δεν είχαν θαμπωθεί από τους ψευτομακιαβελικούς υπολογισμούς του πρώην πρωθυπουργού και προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Στην αρχή «ευνόησε» και «ευλόγησε» την εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη, επειδή προφανώς θεώρησε ότι ο «ουρανοκατέβατος» Ελληνοαμερικανός θα ήταν κάτι σαν «το παιδί για τα θελήματα» που συμβιβαζόταν με την προοπτική να κρατάει ζεστό τον θώκο της Κουμουνδούρου.

Όταν, όμως, φάνηκε ότι ο ναρκισσιστικός χαρακτήρας του Κασσελάκη δεν του επέτρεπε να παραστήσει τον «αχυράνθρωπο», με ενορχηστρωτή τον κ. Τσίπρα, ξεκίνησε, ήδη από τον περασμένο Φεβρουάριο, η αποδόμησή του που κατέληξε με την πρωτοφανή απόφαση να μην του επιτρέψουν να είναι εκ νέου υποψήφιος για την αρχηγία στην οποία ένα εξάμηνο νωρίτερα τον είχαν αναδείξει σχεδόν πανηγυρικά.

Όχι ότι δεν έδωσε κι ο ίδιος αφορμές, με όσα έλεγε και όσα έκανε, αποκορύφωμα των οποίων ήταν το αμφιλεγόμενο αφήγημα για την προηγούμενη ζωή του, όπως και η διάτρητη δήλωση πόθεν έσχες που δημοσιοποίησε. Οι μέθοδοι, όμως, με τις οποίες οι άνθρωποι του Τσίπρα τον έβγαλαν από το παιχνίδι δεν… διεκδικούν δάφνες δημοκρατικότητας.

Αλλά επειδή το μόνο βέβαιο είναι ότι η δράση προκαλεί αντίδραση, οι αμφιλεγόμενες επιλογές που έκαναν οι άνθρωποι του κλασσικού ΣΥΡΙΖΑ το μόνο που πέτυχαν ήταν να επιταχύνουν τον χρόνο της δικής τους περιθωριοποίησης, σηματοδοτώντας ταυτόχρονα την έναρξη μιας εποχής η οποία, μπορεί να έχει στοιχεία από τον κλασσικό δικομματισμό του παρελθόντος, αλλά, σε κάθε περίπτωση, αποτελεί μια νέα πολιτική κατάσταση η οποία είναι μάλλον πιο θετική από εκείνη που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια.

Οι αυταπάτες και οι ψευδαισθήσεις, οι οποίες κράτησαν την Ελλάδα καθηλωμένη στα Μνημόνια περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, έχουν πια υποχωρήσει με αποτέλεσμα η αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων να διεξάγεται πλέον με περισσότερο ρεαλιστικούς όρους.

Έτσι ώστε να μην… ψάχνουμε για μπαταρίες για να παράγουν ρεύμα οι ανεμογεννήτριες ούτε να αναζητούμε δισεκατομμύρια για να επανακρατικοποιήσουμε τις τράπεζες και τις εταιρίες ενέργειας που ξεπουλήθηκαν την περίοδο του τρίτου και πιο επαχθούς Μνημονίου το οποίο ήρθε ως απότοκο του δήθεν ηρωικού ψευτοδημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015.

Όπως και να έχει, είναι καιρός να τα αφήσουμε όλα αυτά πίσω και η προϊούσα ρευστοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ -για την οποία, όπως προείπαμε, κανείς δεν θα… κλάψει- μπορεί να αποτελέσει την καλύτερη απόδειξη ότι εισήλθαμε σε ένα νέο -και κατά τεκμήριο πιο ελπιδοφόρο- πολιτικό τοπίο.

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

Το τέρας που ο ίδιος δημιούργησε, δεν αφήνει τον Τσίπρα να ζητήσει συγνώμη


          Μπορεί ο σοφός λαός μας να λέει σε κάποιες περιπτώσεις ότι «από τότε που ανακαλύφθηκε η συγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο», πλην, όμως, ο γενικά παραδεδεγμένος κανόνας είναι ότι η έκφραση αυθεντικής και ειλικρινούς συγνώμης αποτελεί απόδειξη της γενναιότητας εκείνου ο οποίος αναγνωρίζει ότι υπέπεσε σε ένα ή περισσότερα σφάλματα.

Κοινή είναι επίσης η παραδοχή ότι «ο έξυπνος παραδέχεται, ο πονηρός δικαιολογείται και ο ηλίθιος επιμένει» Και, υπό αυτό το πρίσμα, νομίζω ότι δεν ξένισε πολλούς η αμεσότητα της αντίδρασης που είχε ο -κατά τα λοιπά σιωπηλός- Αλέξης Τσίπρας όταν ένας απόμαχος πολιτικός και πάλαι ποτέ δημοσιογράφος, ο Γιώργος Λιάνης, τον εμφάνισε να έχει ζητήσει συγνώμη από τον Ευάγγελο Βενιζέλο για την «υπόθεση Novartis» που εμφανίστηκε ως «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους» πριν καταρρεύσει ως χάρτινος πύργος.

Δικαίως του λόγου, η λανθασμένη, όπως αποδείχθηκε, εικασία στην οποία προέβη ο Λιάνης προκάλεσε αίσθηση. Γιατί, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και το πιο σύνηθες να ακούγονται συγνώμες από τα χείλη πολιτικών μας. Πολύ περισσότερο όταν είχαμε κα κάνουμε με τον πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος δεν έδειξε την παραμικρή μεταμέλεια για τόσα και τόσα μικρά, μεγάλα, αλλά και κάποια εγκληματικά λάθη που έγιναν στα τεσσεράμισι χρόνια που κυβέρνησε τη χώρα.

Με αποκορύφωμα ίσως το ψευδεπίγραφο και διχαστικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 στο οποίο έσυρε τον τόπο για να υπογράψει την επομένη το πιο σκληρό μνημόνιο που μπορεί να φανταστεί κανείς και είχαν αποκρούσει οι προκάτοχοί του, ο Τσίπρας δεν παραδέχθηκε ποτέ ότι έκανε λάθος και έβλαψε τη χώρα και τους πολίτες της.

Από μια λιτή, πλην όμως αρκούντως αποκαλυπτική, διαρροή συνεργατών του πρώην πρωθυπουργού, που κυκλοφόρησε αμέσως μετά τις εικασίες Λιάνη, πληροφορηθήκαμε τα εξής: «Πηγές από το περιβάλλον του Αλέξη Τσίπρα αναφέρουν πως δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για συνάντηση που είχε ο πρώην πρωθυπουργός με πολιτικούς του αντιπάλους για το θέμα της Novartis, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και στερούνται σοβαρότητας».

Ναι, ναι, καλά διαβάσατε: ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μετά την τελευταία βαριά ήττα που υπέστη πέρυσι τον Ιούνιο δήλωσε ότι «παραμέρισε» για να ανοίξει τον δρόμο στα νεότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, εν συνεχεία έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να αναλάβει τα ηνία του κόμματος ο ουρανοκατέβατος Στέφανος Κασσελάκης, τον οποίο ακολούθως υπονόμευσε με κάθε τρόπο, εξακολουθεί να θεωρεί ότι έχει πολιτικούς αντιπάλους.

Τον περασμένο Μάρτιο σε ένα συνέδριο για την Μεταπολίτευση που οργάνωσε η «Καθημερινή» είχε δείξει ότι είχε διάθεση να τηρήσει κάποιες διακριτικές αποστάσεις από τους άθλιους χειρισμούς της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, λέγοντας: «Είχαμε ένα μεγάλο σκάνδαλο, η πρόθεση μας να μην παρέμβουμε σε αυτό το σκάνδαλο, έδινε την εντύπωση ότι βάζαμε στο ίδιο τσουβάλι ανθρώπους που ενδεχομένως είχαν εμπλοκή, με ανθρώπους που δεν είχαν. Υπήρξαν λάθη στους χειρισμούς μας».

Φαίνεται, όμως, ότι δεν εννοούσε τα λάθη που όλοι οι καλοπροαίρετοι παρατηρητές αντιληφθήκαμε και είχαν να κάνουν με το ότι διασύρθηκαν γνωστά πολιτικά στελέχη που εμφανίστηκαν να έχουν δωροδοκηθεί με βάση μαρτυρίες κουκουλοφόρων που δεν προσκόμισαν ούτε στοιχειώδεις ενδείξεις για να στηρίξουν τους υπαγορευμένους, κατά τα φαινόμενα, ισχυρισμούς τους. «Η υπόθεση της Novartis δημιούργησε εχθρούς, σε μια περίοδο που αναζητούσαμε συμμάχους», υποστήριξε ο κ. Τσίπρας, αναγνωρίζοντας γενικώς και αορίστως ότι «υπήρχαν λάθη στους χειρισμούς μας».

Εν ολίγοις, το πρόβλημά του πρώην πρωθυπουργού δεν ήταν ότι κατηγορήθηκαν αδίκως σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα άλλων παρατάξεων. Εκείνο που τον προβληματίζει ακόμη και τώρα είναι ότι έκανε εχθρούς σε μια στιγμή που ήθελε να βρει συμμάχους. Γι΄ αυτό προφανώς και μπορεί να δικαιολογήθηκε για τους λανθασμένους χειρισμούς του, επ΄ ουδενί, όμως, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να εκφράσει μεταμέλεια, πολύ περισσότερο να ζητήσει συγνώμη από όσους διασύρθηκαν, όπως και από όσους απλούς πολίτες δηλητηρίασε με την εχθροπαθή επιμονή του ότι εκείνοι που δεν συμφωνούσαν μαζί του το έκαναν διότι δωροδοκούνταν και εξυπηρετούσαν αλλότρια συμφέροντα.

Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις κυκλοφόρησαν οι εικασίες Λιάνη για την υποτιθέμενη «συγνώμη Τσίπρα», ο πρώην πρωθυπουργός δέχθηκε σφοδρά πυρά από παραδοσιακούς πολιτικούς και mediaκούς συμμάχους του οι οποίοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν ότι το «ίνδαλμα» τους αναιρούσε όλες τις θεωρίες συνωμοσίας που είχαν εξυφανθεί κατά τα χρόνια της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛοκρατίας και με τις οποίες είχαν γαλουχηθεί.

Δικαιολογημένα αισθάνθηκαν σαν να τους είχε πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους, καθώς ήταν ο ίδιος ο Τσίπρας που τους είχε «εκπαιδεύσει» να πιστεύουν στα απλοϊκά λαϊκίστικα σχήματα, σύμφωνα με τα οποία όσοι συμφωνούν με την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συνιστούσαν τις δυνάμεις του καλού και της προόδου και όλοι οι υπόλοιποι που μετείχαν του πολιτικού παιχνιδιού δεν είναι παρά εκφραστές του… απόλυτου κακού.

Στο μεταξύ εκείνο που μάλλον δεν αντελήφθη ο πρώην πρωθυπουργός είναι ότι στο συγκεκριμένο γήπεδο εμφανίστηκε νέος αστέρας που αποδίδει καλύτερα στο συγκεκριμένο παιχνίδι. Αυτός δεν είναι άλλος από το δημιούργημα του κ. Τσίπρα που ακούει στο όνομα Στέφανος Κασσελάκης. Οι υποστηρικτές του τελευταίου είναι οι πρώτοι που αντέδρασαν μόλις δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι θα μπορούσε να μεταμεληθεί ο πρώην πρωθυπουργός για τα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησής του.

Με λίγα λόγια, το «τέρας», το οποίο ο ίδιος ο Τσίπρας εξέθρεψε όταν έγινε πρωθυπουργός με τη στήριξη του Καμμένου, του Ζουράρι, του Χαϊκάλη, της Ραχήλ Μακρή, αλλά και μιας πλειάδας άλλων… απολειφαδιών από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, έδειξε τα δόντια του και γύρισε να κατασπαράξει τον ίδιο τον δημιουργό του, ο οποίος δυσκολεύεται πλέον να το ταΐσει με νέες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.

Γι΄ αυτό και μάλλον άσκοπα ο πρώην πρωθυπουργός πληρώνει αλλοδαπές εταιρίες επικοινωνίας για να του κάνουν rebranding. Από τη στιγμή που δεν διαθέτει τη γενναιότητα να αναγνωρίσει πανθομολογούμενα λάθη, κανένα rebranding δεν μπορεί να του αλλάξει την εικόνα, κυρίως όταν συνεχίζει να παίζει σε ένα γήπεδο στο οποίο υπάρχει πλέον καλύτερος παίκτης.

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2024

Ανέβασαν τον πήχη, αλλά είναι αντιμέτωποι με δύο νέα «στοιχήματα»


Η από πολλές πλευρές εξαιρετική τηλεμαχία ανάμεσα στους έξι υποψηφίους προέδρους του ΠΑΣΟΚ ήταν μια από τις περιπτώσεις που πολύ δύσκολα μπορεί να αποφύγει κάποιος τα συνήθως αμήχανα στερεότυπα ότι «δεν υπήρξε νικητής, ούτε ηττημένος» και «ο μόνος κερδισμένος ήταν η πολιτική» στα οποία καταφεύγουν όσοι δεν θέλουν να πάρουν ευθέως θέση.

Αναμφίβολα, μπροστά στη μεγάλη εικόνα που ήταν ο ξεχωριστός για τα πολιτικά μας ήθη και απόλυτα πολιτισμένος τρόπος με τον οποίο οργανώθηκε το ντιμπέιτ και κύλησε ο ζωηρός διάλογος που είχαν μεταξύ τους οι διεκδικητές του θώκου της Χαριλάου Τρικούπη, παρέλκει να ανακηρύξει κάποιος τον έναν ή τη μία που κέρδισε τις εντυπώσεις, ανέτρεψε τα προγνωστικά ή απέσπασε το προβάδισμα της κούρσας προς την εσωκομματική κάλπη της 6ης Οκτωβρίου. Κυρίως, διότι για όποιον δεν ήταν προκατειλημμένος, δεν υπήρξε ξεκάθαρος νικητής ή νικήτρια. 

Όπως και να έχει, ανήκει έπαινος και στους έξι που συμμετείχαν στην τηλεμαχία. Σε γενικές γραμμές όλοι τους εξέφρασαν θέσεις, απόψεις και εκτιμήσεις χωρίς να αφυδατώσουν τον λόγο τους ώστε να υπηρετήσουν το αφήγημα μιας επίπλαστης ενότητας. 

Με άλλα λόγια, δεν ήταν διόλου κακό που συγκρούστηκαν, αντιπαρατέθηκαν, αντάλλαξαν αιχμές και επικρίσεις και είχαν ο ένας να καταμαρτυρήσει στον άλλο κάποιο αρνητικό στοιχείο είτε για την προηγούμενη πολιτική του πορεία είτε για τις προγραμματικές του διακηρύξεις. 

Το σημαντικότερό, όμως, ήταν ότι όλα αυτά έγιναν δίχως να επικρατήσει η συνηθισμένη τοξική εχθροπάθεια που συναντούμε στις εμφύλιες διαμάχες και την οποία βλέπουμε να εκτυλίσσεται στον πολιτικά όμορο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκεται επίσης σε φάση εκλογής νέας ηγεσίας. 

Καλώς ή κακώς, ζούμε σε εποχές που οι «Μεσσίες» δεν ευδοκιμούν πλέον και το «καλούπι» που κατασκεύαζε πολιτικούς όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει σπάσει και δεν ανασυντίθεται. Γι΄ αυτό και μια διόλου ευκαταφρόνητη μερίδα των πολιτών απαιτεί από τους πολιτικούς ταγούς του σήμερα να λένε τη δική τους αλήθεια αλλά να ακούνε και την αλήθεια των άλλων. 

Ο αυτάρεσκος ναρκισσισμός των influencer, που… είδαν φως και μπήκαν στον πολιτικό στίβο, μπορεί να κερδίζει βροχή από like στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πλην όμως με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να μεταμορφωθεί αυτομάτως σε εναλλακτική πρόταση για τη διακυβέρνησης της χώρας. Σε τρόπον ώστε να αντικαταστήσει την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία αργά ή γρήγορα θα παραδώσει, όπως γίνεται σε όλες τις δημοκρατίες του δυτικού κόσμου, τα ηνία της εξουσίας. 

Από την άλλη, στον σημερινό πολύπλοκο κόσμο τα σοβαρά κόμματα δεν είναι μονολιθικά και δεν αρκούνται στη μια και μόνη αλήθεια της… θεόπνευστης ηγετικής ομάδας. Τουναντίον, οι πολιτικές δυνάμεις που θέλουν να γίνουν πλειοψηφία είναι υποχρεωμένες να αντέχουν στην τριβή των διαφορετικών προσεγγίσεων που μπορεί να έχουν τα στελέχη τους τα οποία εκφράζουν θεμιτές φιλοδοξίες για να αναλάβουν ηγετικούς ρόλους. 

Έτσι, υπήρξε μάλλον κέρδος παρά ζημία για το ΠΑΣΟΚ η κριτική την οποία δέχθηκε στην τηλεμαχία ο απερχόμενος πρόεδρος Νίκος Ανδρουλάκης για τα πεπραγμένα της θητείας του στο θώκο της Χαριλάου Τρικούπη, κυρίως από τους τρεις ανθυποψηφίους του που είναι βουλευτές, δηλαδή τον Παύλο Γερουλάνο, τη Νάντια Γιαννακοπούλου και τον Μιχάλη Κατρίνη που του καταμαρτύρησαν ότι δεν έδρασε συλλογικά και αποτελεσματικά. 

Όπως κέρδος μπορεί να αποδειχθεί ότι ήταν και οι ιδεολογικές αποχρώσεις που περιείχαν οι βολές τις οποίες αντάλλαξαν οι δύο εξωκοινοβουλευτικοί υποψήφιοι αρχηγοί, δηλαδή η Άννα Διαμαντοπούλου και ο Χάρης Δούκας.

Συμπερασματικά, οι υποψήφιοι για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ που συμμετείχαν στο χθεσινοβραδινό ντιμπέιτ ανέβασαν ψηλά τον πήχη στο επίπεδο που πρέπει να έχει η πολιτική αντιπαράθεση σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα. Για να εκπληρωθεί, ωστόσο, η υψηλή υποθήκη την οποία ενέγραψαν με τη συμμετοχή τους στην εξαιρετική τηλεμαχία απαιτείται να κερδίσουν όλοι μαζί δύο ακόμη «στοιχήματα» με τα οποία θα βρεθούν αντιμέτωποι το επόμενο διάστημα.

Το πρώτο από αυτά τα «στοιχήματα» είναι να παλέψουν όλοι μαζί για να πείσουν την ελληνική κοινωνία ότι αξίζει να συμμετάσχει στην εκλογική διαδικασία για την εκλογή ενός αρχηγού που, κατά τα φαινόμενα, θα είναι υποψήφιος πρωθυπουργός, ώστε να δώσουν το παρών στην εσωκομματική κάλπη οι εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που φαίνεται στην παρούσα φάση να εκφράζουν ενδιαφέρον συμμετοχής. 

Το δεύτερο -και ακόμη πιο καθοριστικό- «στοίχημα» το οποίο καλούνται να κερδίσουν οι υποψήφιοι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ είναι να παραμείνουν και να δώσουν όλοι μαζί τη μάχη στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, διότι η προϊστορία δείχνει ότι αρκετοί από τους χαμένους σε προηγούμενες προεδρικές κούρσες ακολούθησαν τη δική τους διαδρομή. 

Θα τα καταφέρουν αυτή τη φορά; Η απάντηση θα δοθεί μετά τις 13 Οκτωβρίου.

Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2024

Από το… μαγιό ως το «πόθεν έσχες», σταθερά χωρίς κανόνες


Ξεπερνούν πλέον κάθε όριο διακωμώδησης, αν όχι και διασυρμού, των θεσμικών λειτουργιών που διέπουν μια ευνομούμενη Πολιτεία τα νέα επεισόδια στο μακρόσυρτο σήριαλ της διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ στο οποίο τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην εξελισσόμενη φαρσοκωμωδία φαίνεται ότι έχουν αναλάβει οι εσωκομματικοί αντίπαλοι του Στέφανου Κασσελάκη. 

Είναι κωμικοτραγικό να βλέπει κανείς όλους εκείνους που έφεραν, υποστήριξαν, χειροκρότησαν, επέβαλαν και ανέχθηκαν για ηγέτη τους ένα τόσο αμφιλεγόμενο πρόσωπο, το οποίο ήρθε στην Ελλάδα για διακοπές και έγινε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να μηχανεύονται αίφνης κάθε είδους αντιδημοκρατικά τεχνάσματα για να αποκλείσουν τον κ. Κασσελάκη από την εκ νέου διεκδίκηση της προεδρίας του ΣΥΡΙΖΑ.

Το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν επειδή οι δημοσκοπήσεις αλλά και η εν γένει περιρρέουσα ατμόσφαιρα μαρτυρούν ότι ο έκπτωτος αρχηγός εμφανίζεται ως φαβορί για να κερδίσει τη νέα κούρσα για την ηγεσία δείχνει παντελή έλλειψη σεβασμού στο δημοκρατικό ιδεώδες που θέλει τον ηγέτη ενός κόμματος να είναι ο εκλεκτός που επιλέγει η πλειοψηφία των μελών και φίλων του.       

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στο εγχώριο πολιτικό προσκήνιο ο φέρελπις αμερικανοτραφής επιχειρηματίας (σ.σ.: εδώ μπορούν εισαγωγικά) λειτούργησε «αντισυμβατικά», φιλοτεχνώντας για τον εαυτό του ένα προφίλ το οποίο μόνον όποιος εθελοτυφλούσε δεν αναγνώριζε ότι δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. 

Το «αφήγημα» του τάχατες αυτοδημιούργητου νέου, ο οποίος υποτίθεται ότι υποχρεώθηκε να φύγει από την Ελλάδα επειδή η οικογένεια του καταδιώχθηκε από κάποιο ακατονόμαστο παραδικαστικό κύκλωμα, δεν έβγαζε καθόλου νόημα. 

Η διαφημιζόμενη μεγάλη οικονομική άνεση, την οποία δήθεν διέθετε και, κατά δήλωσή του, του παρείχε την άνεση να μην ξαναδουλέψει στην ζωή του, ήταν ένα εύπεπτο παραμύθι που μόνον αφελείς κατανάλωναν με θαυμασμό για το επιχειρηματικό δαιμόνιο ενός εφοπλιστή που πλούτισε με δύο… παροπλισμένα αστακοκάραβα. 

Αλλά -ω της αφελείας το ανάγνωσμα!- αντελήφθη πόσο… διεφθαρμένο ήταν το Κεφάλαιο και ανένηψε με τη βοήθεια προφανώς του αγίου Ιάκωβου Τσαλίκη, ο οποίος όταν τον βάφτιζε, κατά τη διήγηση του ίδιου του Στέφανου, είδε να σχηματίζεται στο νερό ένας σταυρός από το λάδι και προέβλεψε ότι «θα γίνει ή παπάς ή κάτι μεγάλο». Οπότε δεν είχε άλλη επιλογή από το να αφήσει πίσω του τη διαβόητη Goldman Sacs για να επιστρέψει για να επαναφέρει στην εξουσία την Αριστερά.  

Παρόλο που η δημοσιογραφική έρευνα (κυρίως μέσα από το «Πρώτο Θέμα») φώτισε πολλές από τις σκοτεινές πτυχές της προηγούμενης ζωής του κ. Κασσελάκη και της οικογενείας του, καταρρίπτοντας τους περισσότερους από τους ισχυρισμούς που ο ίδιος είχε διατυπώσει, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ όταν δεν τον επαινούσαν για το «βαρύ βιογραφικό», σιωπούσαν παριστάνοντας τους ανήξερους. 

Δεν προβληματίστηκαν καν όταν στο ερώτημα για το ποια είναι η περιουσιακή του διάρθρωση -που είναι εύλογο να τίθεται για ένα δημόσιο πρόσωπο, πολύ περισσότερο όταν παριστάνει τον αυτοδημιούργητο- απαντούσε δημοσίως και προπετώς ότι «δεν είναι ο λογιστής μου για να σου πω!» 

Ουδείς εξ αυτών διαμαρτυρήθηκε όταν τις παραμονές των τελευταίων ευρωεκλογών ο αρχηγός τους εμφάνισε σε προεκλογική συγκέντρωση ένα διάτρητο μονοσέλιδο excel που εμφάνισε ως «πόθεν έσχες». Και το οποίο στην πραγματικότητα μόνον τέτοιο δεν ήταν. Σίγουρα δεν ήταν «πόθεν» και μάλλον ούτε καν το «έσχες» δεν περιλάμβανε. 

Νωρίτερα, άλλωστε, οι ίδιοι είχαν… καταπιεί αμάσητες τις αποκαλύψεις ότι ο μετέπειτα αρχηγός τους αρθρογραφούσε στον ομογενειακό Τύπο της Αμερικής υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως και τους κομπασμούς συνεργατών του ότι είχε δεχθεί πρόταση του σημερινού πρωθυπουργού να αναλάβει υπουργικό αξίωμα στην κυβέρνηση της ΝΔ. 

Έπειτα από όλα αυτά είναι τουλάχιστον υποκριτικό να θέλουν τώρα πλέον να τον αποβάλλουν από την επαναληπτική κούρσα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που προκηρύχθηκε πριν καν συμπληρωθεί ένας χρόνος από την σχεδόν πανηγυρική του εκλογή στον αρχηγικό θώκο της Κουμουνδούρου. 

Χωρίς περιστροφές, ο Στέφανος Κασσελάκης έχει κάθε δημοκρατικό δικαίωμα να είναι εκ νέου υποψήφιος αρχηγός. Και αυτό το δικαίωμα δεν μπορεί να του το στερήσει καμία μεθοδευμένη καταγγελία για «μπούλινγκ» κατά στελεχών του κόμματός του και κανένα φωτογραφικό κριτήριο για δήθεν «σεβασμό στις αρχές και τις αξίες του ΣΥΡΙΖΑ».

Όλοι όσοι συναίνεσαν στην παλαιότερη κραυγαλέα συγκάλυψη του πρεσβευτή της Βενεζουέλας, ο οποίος είχε επιτεθεί σεξουαλικά σε τέκνα στελεχών του κόμματός τους, και δεν ψέλλισαν το παραμικρό σχόλιο όταν οι θύτες της κακοποιητικής συμπεριφοράς ήταν από τη δική τους όχθη, δεν έχουν δικαίωμα να εμφανίζουν μεροληπτικά τις ευαισθησίες τους ισχυριζόμενοι ότι κάπου κάποτε δέχθηκαν «μπούλινγκ» από τον Κασσελάκη αλλά το θυμήθηκαν τώρα. 

Στις ευνομούμενες πολιτείες ισχύουν κανόνες, οι οποίοι δεν αλλάζουν ανάλογα με τις συγκυρίες της στιγμής. Αν ο Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος έγινε αρχηγός επειδή έτσι βόλευε τότε τον Αλέξη Τσίπρα και τους συν αυτώ, μπορεί να κερδίσει και πάλι τους ψηφοφόρους (που ο Τσίπρας και οι συν αυτώ «εκπαίδευσαν» να λειτουργούν έτσι), δεν υπάρχει δύναμη που να μπορεί με δημοκρατικά μέσα να τον εμποδίσει.

Το πιθανότερο είναι ότι όπως τους κέρδισε όταν ήρθε πέρυσι το καλοκαίρι με το μαγιό, έτσι θα τους κερδίσει και τώρα που επιχειρούν να ορθώσουν στον δρόμο του διάφορα προσκόμματα, επικαλούμενοι πότε το «πόθεν έσχες» που τώρα θυμήθηκαν ότι ήταν διάτρητο και πότε το «μπούλιγκ» που ασκούσε σε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (και εκείνα δεν μιλούσαν).

Κακά τα ψέματα, είναι πολύ αργά για… δάκρυα. Ο Κασσελάκης δικαιούται να (επαν)εκλεγεί αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, όσο υπάρχει ακόμη, έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. 

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2024

Ποιος νάρκισσος θα κερδίσει την παρτίδα

 

Ο Νάρκισσος, σύμφωνα με τη μοναδική σε ευρηματικότητα παραστατικών χαρακτήρων ελληνική μυθολογία, ήταν ένα ωραίος νέος ο οποίος αδιαφόρησε για τον έρωτα που του είχε ένας άλλος ωραίος νέος, ο Αμεινίας, που, εξ αυτού του λόγου, οδηγήθηκε στην αυτοκτονία.

Προς αποκατάσταση της αδικίας, όπως λέει ο αρχαιοελληνικός μύθος, παρενέβη η Νέμεσις, η οποία θέλοντας να τιμωρήσει τον Νάρκισσο, τον υποκίνησε να δει στο νερό μιας πηγής το είδωλό της εικόνας του και να το ερωτευθεί με τόσο πάθος ώστε να πεθάνει από τον ανικανοποίητο έρωτα προς τον ίδιο του τον εαυτόν.

Παρακολουθώντας στενά από επαγγελματική υποχρέωση -ή ίσως και από… διαστροφή- τις εξελίξεις του τελευταίου χρόνου στον ΣΥΡΙΖΑ, έχω όλο και περισσότερο την αίσθηση ότι τα τεκταινόμενα στο κόμμα -που τύποις ορίζεται ακόμη ως αξιωματική αντιπολίτευση- είναι αδύνατο να ερμηνευτούν με τα κλασσικά εργαλεία της πολιτικής ανάλυσης.

Με προεξάρχουσα τη συμπεριφορά του ίδιου του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο έδωσε ένα ισχυρό δείγμα γραφής του έντονου ναρκισσισμού από τον οποίο διακατέχεται, κάθε μέρα που περνά γίνεται όλο και πιο σαφές ότι μόνον με άλλες επιστημονικές προσεγγίσεις μπορεί να βρει κανείς εξηγήσεις για όλα αυτά που άλλοτε με απορία και άλλοτε με καγχασμό παρακολουθούμε να διαδραματίζονται ενώπιον μας.

Παρότι, για παράδειγμα, οι περισσότεροι ειδικοί σε θέματα ψυχικής υγείας αναγνωρίζουν ότι «όλοι οι άνθρωποι κρύβουμε ένα μικρό νάρκισσο μέσα στην προσωπικότητά μας», η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε ακούσει για πολλούς οι οποίοι έξω από το παιδικό τους δωμάτιο είχαν κρεμάσει πινακίδα «Χτυπάτε την πόρτα του πρωθυπουργού», όπως είχε κάνει ο Στέφανος Κασσελάκης, σύμφωνα με την περιγραφή του πατέρα του.

Προσφεύγοντας και πάλι στους ειδικούς, μαθαίνουμε ότι τα βασικά χαρακτηριστικά ενός νάρκισσου είναι ότι, πρώτον, έχει μεγάλη δυσανεξία στην κριτική, δεύτερον, συμπεριφέρεται σαν να του χρωστάνε όλοι οι γύρω του, τρίτον, υποτιμά τους άλλους, και, τέταρτον, δεν ζητάει συγγνώμη ακόμη και όταν είναι πασιφανές ότι έκανε λάθος.

Είναι αναρίθμητα τα περιστατικά που μαρτυρούν ότι η συμπεριφορά του κ. Κασσελάκη αποτελεί «case study» ακραίου ναρκισσιστή. Ενοχλείται από τον αντίλογο και επιμένει να διαγράψει όσους δεν συμφωνούν μαζί του. Είναι πεπεισμένος ότι υπερέχει όλων. Θεωρεί όλους τους άλλους υποδεέστερους. Δεν δυσκολεύεται να αλλάξει τις θέσεις που κάθε φορά εκφράζει χωρίς ποτέ να γίνεται εκ μέρους του παραδοχή της αλλαγής ή, πολύ περισσότερο, να εκφράζεται μετάνοια.

Οι επιθέσεις που εξαπολύει πλέον κατά του Αλέξη Τσίπρα επειδή ο τέως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έπαψε να τον στηρίζει, ο ταπεινωτικός τρόπος με τον τρόπο αντικατέστησε εξ αποστάσεως τον Σωκράτη Φάμελλο από την προεδρία της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, οι προσβλητικές προτάσεις που προνοούν ότι πρέπει να αλλάξουν εκλογικές περιφέρειες ακόμη και οι βουλευτές που τον στήριξαν, οι παλινωδίες με τον χειρισμό του Παύλου Πολάκη, είναι μόνον μερικά χαρακτηριστικά δείγματα συμπεριφοράς του κ. Κασσελάκη που δεν μπορεί να αξιολογηθούν με πολιτικές προσεγγίσεις.

Για να είμαστε, πάντως, ειλικρινείς και τίμιοι στα όσα καταμαρτυρούμε στον πολλαπλώς αμφισβητούμενο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να του αναγνωρίσουμε ότι βρέθηκε μέσα σε μια αγέλη νάρκισσων, στην οποία το δικό του «εγώ» ήρθε να συγκρουστεί με πολλά άλλα «εγώ» τα οποία ήρθαν στο προσκήνιο όταν έγινε πασίδηλο το τεράστιο έλλειμμα πολιτικής συγκρότησης του αμερικανόθρεφτου επιχειρηματία.

Στελέχη τα οποία μέχρι πρότινος είχαν προσδεθεί στο άρμα του νεοφερμένου ηγέτη, όπως ο Φάμελλος, ο Πολάκης, οι ευρωβουλευτές Φαραντούρης και Αρβανίτης, αλλά και άλλοι που είχαν προεξοφλήσει ότι απλώς θα ζέσταινε την καρέκλα στην Κουμουνδούρου μέχρι να γυρίσει ο Τσίπρας, που απλώς «παραμέρισε», αντιτάσσουν τον δικό τους ναρκισσισμό απέναντι σε εκείνον του Κασσελάκη.

Υπό κανονικές συνθήκες, ένας νέος επιχειρηματίας ο οποίος άφησε τις δουλειές του στην Αμερική με μόνη στόχευση να ηγηθεί ενός κόμματος της σύγχρονης Αριστεράς (ΣΥ.ΣΥ.ΑΡ., δεν είναι η πρόταση για το καινούργιο όνομα;) και να το οδηγήσει στην εξουσία, θα έπρεπε ήδη προ πολλού να είχε απομακρυνθεί τρέχοντας και να τους άφηνε να σκοτώνονται μεταξύ τους για το… ποιος (δεν) θα πληρώσει τους εργαζόμενους στην «Αυγή» και στο «Κόκκινο».

Είναι προφανές, όμως, ότι κίνητρο του δεν ήταν ο αλτρουισμός αλλά ο εγωιστικός ναρκισσισμός, ο οποίος δεν του επιτρέπει να αντιληφθεί ότι βρέθηκε σε έναν χώρο που περίσσευαν οι νάρκισσοι, προϊόν άλλωστε της ευκολίας με την οποία απέκτησαν αξιώματα επειδή χρησιμοποιούσαν μεγαλόστομες διακηρύξεις για «σωτηρία του λαού», «απαλλαγή από τα Μνημόνια» και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια. 

Θα μπορούσε να τον λυπηθεί κανείς τον Στέφανο που πήγε και έμπλεξε, αλλά, όπως λέει ο λαός μας, «ήθελέ τα και παθέ τα». Οπότε ας αναμετρηθεί τώρα με τους άλλους νάρκισσους, στους οποίους μέχρι πρότινος έλεγε «βρείτε μου αντίπαλο για να πάμε στις κάλπες», αλλά τώρα που συνασπίστηκαν όλοι απέναντί του, άλλαξε τροπάρι.

Όπως και να έχει, ας νικήσει ο… λιγότερο νάρκισσος. Η Νέμεσις, ούτως ή άλλως, καραδοκεί! 

Παρασκευή 23 Αυγούστου 2024

Είναι καιρός να κλείσει η «σηπτική δεξαμενή»

Αναζητώ επιμελώς τις τελευταίες μέρες -και φυσικά δεν βρίσκω αρκετούς- ανθρώπους της πραγματικής ζωής, οι οποίοι εγκατέλειψαν τα προηγούμενα χρόνια το ΠΑΣΟΚ και κατευθύνθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, για να μου εξηγήσουν πόσο περήφανοι αισθάνονται με όσα ασύλληπτα για την πολιτική ζωή της χώρας βλέπουμε να εκτυλίσσονται πέριξ της Κουμουνδούρου.

Με εξαίρεση ελάχιστους, που ήταν και παραμένουν αφιονισμένοι, επειδή γοητεύονται από λαϊκίστικες υπερβολές και παραμένουν προσκολλημένοι σε συνωμοσιολογικές αναλύσεις της πραγματικότητας, οι περισσότεροι οπαδοί, φίλοι και ψηφοφόροι του πάλαι ποτέ κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύονται να κρύψουν άλλοι την αμηχανία και άλλοι τη δυσφορία που αισθάνονται για τα τεκταινόμενα σε έναν πολιτικό φορέα ο οποίος διαψεύδει καθημερινά τις φρούδες ελπίδες που καλώς ή καλώς καλλιεργήθηκαν στο θυμικό μιας διόλου ευκαταφρόνητης μερίδας του ελληνικού λαού.

Δεν είναι μόνον τα απερίγραπτα καμώματα του επιδειξία αρχηγού τους Στέφανου Κασσελάκη, πότε με τη «σηπτική δεξαμενή» -τον βόθρο, κατά το κοινώς λεγόμενο- που μετέτρεψε παράνομα σε πισίνα και πότε με τις προκλητικές διακοπές την ώρα που οι εργαζόμενοι στο κόμμα του παραμένουν απλήρωτοι.

Για να μην σχολιάσουμε την επιθυμία του να… ντυθεί, εκτός από γαμπρός με το… διαβόητο για τα δικά μας ήθη honeymoonfunding, και βουλευτής, εκβιάζοντας με προκλητικά αντιθεσμικό τρόπο την παραίτηση όσων προηγούνταν εκείνου στη λίστα Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ που ενέκριναν οι πολίτες πέρυσι τον Ιούνιο.

Είναι και πολλά ακόμη που δείχνουν ότι μπορεί ο βόθρος στη βίλα των Σπετσών να μετατράπηκε -έστω και χωρίς να ομολογηθεί- σε πισίνα, ο βόθρος της Κουμουνδούρου, όμως, παραμένει ανοικτός και αναδύει αφόρητη πολιτική και κοινωνική δυσοσμία και τοξικότητα που έρχεται από την περίοδο της αντιμνημονιακής υστερίας αλλά δεν συνάδει με την εποχή μας.

Κακά τα ψέματα, ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ παράγει περισσότερη χυδαιότητα και τοξικότητα από όση μπορεί να καταναλώσει η ελληνική κοινωνία.

-Πως αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστούν οι αδιανόητες χυδαιολογίες του ΣΥΡΙΖΑίου ευρωβουλευτή που δεν αποδοκιμάστηκαν ποτέ από την κομματική ηγεσία και έδωσαν αφορμή στον Θάνο Πλεύρη να ζητά -αν είναι δυνατόν!- να ποινικοποιηθεί η λέξη «μπάτσος»;

-Και πως μπορεί να εξηγηθούν οι ίσες αποστάσεις ανάμεσα στην καθηγήτρια Αθηνά Λινού και στον γνωστό σκανδαλοθήρα Παύλο Πολάκη για τα κονδύλια που ισχυρίζεται ο δεύτερος ότι ενθυλακώνει η πρώτη μέσω ΜΚΟ;

-Γιατί, άραγε, ο αυτοπροβαλλόμενος ως παμμέγιστος οικονομολόγος κ. Κασσελάκης, που ανακάλυψε τα «μαύρα» τα οποία διακινούνταν επί της ηγεσίας του προκατόχου του Αλέξη Τσίπρα, δυσκολεύεται να αποφανθεί αν έχει δίκιο η Λινού ή ο Πολάκης, ο οποίος κάποτε επαίρονταν δημοσίως ότι ως δήμαρχος Σφακίων τηρούσε διπλά βιβλία;

-Μήπως εκείνο που τον εμποδίζει είναι ο βάσιμος φόβος του ότι ο «αψύς Σφακιανός», που τον επέβαλε στην περυσινή κούρσα για την ηγεσία, δεν θα αργήσει να του ζητήσει να του παραδώσει τα κλειδιά της Κουμουνδούρου, αφού οι πολακιστές αποτελούν πλέον πλειοψηφία στον εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ;

Κατόπιν όλων αυτών είναι απορίας άξιον πως παραμένουν στο τύποις ακόμη «κόμμα Κασσελάκη» και οσονούπω «κόμμα Πολάκη» κάποια ελάχιστα στελέχη που έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία και διαθέτουν στοιχειώδη προσωπική και πολιτική αξιοπρέπεια. Είναι αλήθεια ότι δεν είναι πολλοί, αλλά, όσοι και να είναι, η παραμονή τους εκεί είναι πλέον απολύτως αδικαιολόγητη. Δεν χρειάζεται, για παράδειγμα, ο Αλέξης Τσίπρας να προσλάβει κι άλλους ξένους ειδικούς για να αντιληφθεί ότι κανένα rebranding δεν μπορεί να κάνει αν δεν πάρει εγκαίρως αποστάσεις από τον «βόθρο» που άφησε πίσω του στην Κουμουνδούρου.

Η παθητικότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τις άμεσες και έμμεσες ύβρεις και λοιδορίες που εκτοξεύουν εναντίον τους ο Πολλάκης, ο Κασσελάκης και οι συν αυτοίς δεν τους απαλλάσσει από την ευθύνη την οποία έχουν να συμβάλλουν στο να κλείσει το συντομότερο δυνατόν η «σηπτική δεξαμενή» η οποία μπορεί να γνώρισε μέρες δόξης στους χαλεπούς μνημονιακούς καιρούς αλλά η διαιώνισή της μέχρι τις μέρες μας το μόνο αποτέλεσμα που έχει είναι να λειτουργεί ως βολικό άλλοθι για τις αστοχίες της σημερινής κυβέρνησης.

Υ.Γ.: Με την επιφύλαξη ότι δεν θα αλλάξει άρδην η εικόνα η οποία επικρατεί στο ΠΑΣΟΚ, η σύγκριση με όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ είναι συντριπτική. Μπορεί και τα δύο κόμματα μετά τα ατυχή αποτελέσματα που είχαν στις πρόσφατες ευρωεκλογές να μπήκαν στη δίνη της εσωστρέφειας, η ποιοτική διαφορά, ωστόσο, που τα χωρίζει είναι παραπάνω από εμφανής.

Την ώρα που στον ΣΥΡΙΖΑ αλληλομαχαιρώνονται δίχως κανόνες και χωρίς έλεος, στο ΠΑΣΟΚ, παρά την πληθώρα των υποψηφίων αρχηγών, η κούρσα για την ηγεσία γίνεται με τήρηση των κανόνων που επιβάλλουν τα καθιερωμένα πολιτικά ήθη μιας ευνομούμενης Πολιτείας. Αν τα πράγματα εξακολουθήσουν να κινούνται κατ΄ αυτόν τον τρόπο, τότε, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τον θώκο της Χαριλάου Τρικούπη στις 6 ή στις 13 Οκτωβρίου, οι πολίτες στις επόμενες εκλογές θα έχουν πιθανότατα την ευκαιρία να επιλέξουν μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση. Είναι αυτό που έχει περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο ανάγκη ο τόπος!

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

Οι «αλυσιτέλειες» της δημόσιας ζωής και οι «λυσιτέλειες» των πολιτικάντηδων

 

«Δεν είναι κάτι που το αποφασίζω εγώ. Άρα, όπως όπως λέμε και στα νομικά, αλυσιτελώς με ρωτάτε…», ήταν η άμεση αντίδραση της Κατερίνας Σακελλαροπούλου όταν στη διάρκεια της δεξίωσης για τα 50 χρόνια από την αποκατάστασης της Δημοκρατίας έγινε αποδέκτρια του ερωτήματος αν θα είναι εκείνη οικοδέσποινα της εκδήλωσης και την επόμενη πενταετία, καθώς, ως γνωστόν, την προσεχή άνοιξη ολοκληρώνεται η πρώτη θητεία της στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.

Η απάντηση την οποία έδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκάλεσε αίσθηση όχι μόνον για τον «διπλωματικό» της χαρακτήρα, αλλά και για το επίρρημα «αλυσιτελώς» το οποίο χρησιμοποίησε. Ως ωτακουστής του διαλόγου μπορώ να μεταφέρω την έκπληξη ορισμένων από τους παρισταμένους που αγνοούσαν τη σημασία της συγκεκριμένης σπάνια χρησιμοποιούμενης λέξης, με την οποία εκφράζεται το ανωφελές των πραγμάτων.

Είναι αλήθεια ότι στις μέρες μας δεν είναι συχνή η χρήση της λέξης «λυσιτέλεια», που σημαίνει ωφέλεια. Ούτε και τα παράγωγά της, από τα οποία πιο γνωστοί είναι οι επιθετικοί προσδιορισμοί «λυσιτελής» (σ.σ.: επωφελής) και «αλυσιτελής» (σ.σ.: ανώφελος). Και είναι μάλλον ευτυχής η συγκυρία που η κ. Σακελλαροπούλου την εισήγαγε, έστω ως δάνειο από τα νομικά, στην εγχώρια δημόσια ζωή στην οποία συχνά δυσκολεύεται κανείς να ξεχωρίσει το λυσιτελές από το αλυσιτελές, δηλαδή το ωφέλιμο από το ανώφελο.

Μόνον και μόνον τα ζητήματα τα οποία κυριάρχησαν κατά τη χθεσινή μέρα στη δημόσια σφαίρα, αποτελούν αψευδείς μαρτυρίες του φαινομένου.

Την επαύριο, για παράδειγμα, της επετείου αποκατάστασης της Δημοκρατίας, η βουλευτής Επικρατείας της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία έχει οριστεί αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αισθάνθηκε την ανάγκη να στηλιτεύσει την ενδυματολογική επιλογή μιας από τις εκατοντάδες προσκεκλημένες στη δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο, επειδή αναγνώρισε ότι προερχόταν από τον οίκο που έχει ιδρύσει η Μαρέβα Γκραμπόφσκι, η σύζυγος του πρωθυπουργού, με την οποία βρίσκεται σε δικαστική διαμάχη και εξαιτίας της οποίας μια μέρα νωρίτερα η Βουλή ήρε ομοφώνως την ασυλία της.

Πόσο, άραγε, ωφέλιμο, δηλαδή λυσιτελές, είναι για το κόμμα της κυρίας Έλενας Ακρίτα και για τους ανθρώπους που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να είναι εκείνη βουλευτής, η στοχοποίηση ενός οποιουδήποτε ανθρώπου για τον τρόπο που ντύνεται; Αν μάλιστα πιστέψουμε την ίδια τη βουλευτή, δεν είχε ιδέα ότι το πρόσωπο το οποίο σχολίασε επικριτικά για τον τρόπο που είχε ντυθεί ήταν η δημοσιογράφος – τηλεπαρουσιάστρια Κατερίνα Παναγοπούλου.

Αφού, όπως -άκουσον, άκουσον!- έσπευσε να διευκρινίσει δεν… παρακολουθεί το δελτίο ειδήσεων του Mega το οποίο συμβαίνει να παρουσιάζει το θύμα της επίθεσής της. Εν ολίγοις, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην δημοσιογράφος θέλησε να μας κάνει να πιστέψουμε ότι αναγνώρισε το φόρεμα και τον οίκο που το έραψε, αλλά όχι εκείνη που το φορούσε…

Κάπως έτσι, πάντως, όλο το πρωινό της χθεσινής ημέρας αναλώθηκε γύρω από το… δικαίωμα κάθε ανθρώπου να φορά ρούχα τα οποία δεν αρέσουν σε κάθε είδους αυτόκλητους… αστυνόμους της καλαισθησίας. Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να είναι για κάποιες ώρες το κεντρικό πρόσωπο της επικαιρότητας, αφού μπορεί κάποιοι να την έψεξαν, πλην όμως την ίδια ώρα άλλοι την αποθέωναν και δήλωναν έτοιμοι να δείρουν τη δημοσιογράφο του Mega.

Η… δόξα, ωστόσο, την οποία εξασφάλισε η κυρία Ακρίτα, απεδείχθη πρόσκαιρη, καθώς δεν θα μπορούσε να αφήσει ο Παύλος Πολάκης να του πάρει άλλος τα ηνία στις τυφλές και μισαλλόδοξες επιθέσεις εναντίον οποιουδήποτε τυγχάνει να μην είναι «δικός μας».

Αν δεν ήταν η -λυσιτελής, όπως εξελίχθηκε- συγνώμη της κυρίας Αθηνάς Λινού και ο λυγμός με τον οποίο τοποθετήθηκε η καθηγήτρια Επιδημιολογίας που είναι κι εκείνη -με τη λαϊκή ψήφο- βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αποκλείεται ο πολλάκις παρεκτραπείς βουλευτής Χανίων να περνούσε αβρόχοις ποσί και μετά τη νέα άθλια επίθεση κατά της υπουργικής συνεργάτιδας που έτυχε να είναι απέναντι του στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής.

Αν και είχε απωλέσει προ πολλού το μέτρο, ίσως και επειδή ως «άθλιος ζήτουλας της προσοχής μέσω ύβρεων», όπως εύστοχα τον χαρακτήρισε ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, ο κ. Πολάκης φαίνεται να είχε προεξοφλήσει την προσωπική ωφέλεια που απολάμβανε με τις άμετρες επιθέσεις που εξαπέλυε κάθε φορά.

Είναι προφανές ότι ουδόλως τον απασχόλησε που η εκτός ορίων συμπεριφορά του επισκίασε καταλυτικά την κριτική του κόμματός του και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση αλλά και για τις εμβαλωματικές λύσεις με τις οποίες αποπειράται η κυβέρνηση να θεραπεύσει τις βαθιές πληγές του ΕΣΥ.

Είναι αποκαλυπτικό, άλλωστε, το γεγονός ότι δεν συνειδητοποίησε την τεράστια απαξία του είχε η συμπεριφορά του ούτε και μετά την ομόφωνη καταδίκη από όλες τις πτέρυγες της Βουλής. Γι΄ αυτό και στη συνέχεια αμετανόητος περιφερόταν στους διαδρόμους ζητώντας από το Κοινοβούλιο αλλά και από το κόμμα του να άρουν τη βαρύτατη μομφή που του απέδωσαν.

Την ίδια ώρα, εξάλλου, το φανατικό κοινό, με το οποίο επικοινωνεί και στο οποίο απευθύνεται, τού εξέφραζε διαδικτυακά την συμπαράστασή του. Είναι το κοινό το οποίο φοβούνταν έως τώρα τόσο ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο νυν Στέφανος Κασσελάκης και γι΄ αυτό δεν τού έδειξαν την πόρτα της εξόδου, παρόλο που είχε υποπέσει σε επανειλημμένα ατοπήματα.

Με τη δικαιολογία ότι αποκάλυπτε, εντός ή εκτός εισαγωγικών, σκάνδαλα -κάποια ελάχιστα από τα οποία είχαν όντως βάση, αλλά θα μπορούσαν άνετα να καταγγελθούν χωρίς τον ακραίο τοξικό λόγο που συνόδευε τη δημοσιοποίησή τους-, ο βουλευτής Χανίων είχε εξασφαλίσει το απυρόβλητο και αισθανόταν πλέον ανεξέλεγκτος να κάνει και να λέει ό,τι θέλει.

Γέννημα ο ίδιος, αλλά συνάμα και απομεινάρι, των ακροτήτων της μνημονιακής περιόδου, έχει, όπως φαίνεται από τις πράξεις του, την εντύπωση ότι θα παραμείνει αιωνίως στον αφρό της επικαιρότητας με μόνα «προσόντα» την αμετροεπή θρασύτητα και τους λαϊκίστικους βερμπαλισμούς που τον ανέδειξαν στο πολιτικό στερέωμα, όταν διαφήμιζε τα διπλά βιβλία που τηρούσε ως δήμαρχος στα Σφακιά ή όταν απειλούσε ότι θα βάλει τρία μέτρα κάτω από τη γη όποιον τολμούσε να ασκήσει κριτική στα έργα και στις ημέρες του.

Το βήμα απαλλαγής από τον κ. Πολάκη που έκανε χθες ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντάς τον εκτός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωθεί. Είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει και πάλι ο φόβος ότι μπορεί να κάνει το δικό του κόμμα και να συσπειρώσει γύρω του όλους όσοι -λιγότεροι από το παρελθόν, αλλά όχι πολύ λίγοι- εξακολουθούν να γοητεύονται από την επικράτηση των τοξικών σχέσεων στην αντιπαράθεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.

Βλέπετε πολύ συχνά οι αλυσιτέλειες της δημόσιας ζωής συνιστούν… λυσιτέλειες για τους κάθε λογής πολιτικάντηδες, οι οποίοι, προκειμένου να επωφεληθούν οι ίδιοι, δεν… δίνουν δεκάρα ούτε για το κόμμα τους, ούτε για τη δημοκρατική ομαλότητα και τον υγιή πολιτικό διάλογο, ούτε για την χώρα.

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

Δεν κρύβονται τα 2 εκατ. των χαμένων ψηφοφόρων με το… «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε»

Το γνωστό και αρκούντως μακάβριο ανέκδοτο με το θύμα ενός τροχαίου ατυχήματος το οποίο, προκειμένου να αποφύγει την επαπειλούμενη εκτέλεση από τον υπαίτιο του βαρύτατου τραυματισμού του, κρύβει επιμελώς τις πληγές του, αναφωνώντας «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε…», θύμιζαν στην πλειονότητά τους οι χθεσινοβραδινές αναλύσεις του εκλογικού αποτελέσματος.

Οι περισσότεροι εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων που παρήλασαν από τα στούντιο των τηλεοπτικών καναλιών έδειχναν να μην έχουν συναίσθηση ότι η έκβαση της ευρωκάλπης βοούσε από τα ηχηρά μηνύματα αποδοκιμασίας του συνόλου του εγχώριου πολιτικού συστήματος. 

Αποδοκιμασία η οποία εκφράστηκε πρωτίστως μέσω της συντριπτικής αποχής των ψηφοφόρων από την εκλογική διαδικασία και δευτερευόντως από το γεγονός ότι, με ελάχιστες -και πάντως όχι αξιομνημόνευτες- εξαιρέσεις, σχεδόν καμία από τις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν σε αυτό τον εκλογικό στίβο δεν κατάφερε να περάσει τον στόχο που είχε θέσει προεκλογικά.

Αν και, για να μην αδικούμε κανέναν, πρέπει να επισημάνουμε ότι, με εξαίρεση κάποια χειροκροτήματα για την… τόνωση της ψυχολογίας των αρχηγών, έλλειψαν οι πανηγυρισμοί από τους ελάχιστους συγκεντρωμένους οπαδούς έξω από τα κομματικά γραφεία, την ίδια στιγμή δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι στις μετεκλογικές δηλώσεις δεν ακούστηκε από κανένα ηγετικό χείλος η αναγνώριση της αυτονόητης αλήθειας που είναι ότι σχεδόν όλοι πέρασαν κάτω από τον πήχη των προσδοκιών που οι ίδιοι είχαν θέσει.

Όπως και στις τοποθετήσεις που έγιναν στα τηλεοπτικά πάνελ από στελέχη που είχαν πάει εκεί από νωρίς εφοδιασμένα με «σκονάκια» για την ωραιοποίηση της δικής τους κατάστασης και την ανάδειξη των αδυναμιών των αντιπάλων τους, έτσι και από τις δηλώσεις των αρχηγών έλειψαν οι θαρραλέες παραδοχές και η διάθεση για αυτοκριτική.

Αντιθέτως, όλοι είχαν να προβάλλουν κάποιον δικαιολογητικό ισχυρισμό, προκειμένου να διασκεδάσουν τις αρνητικές εντυπώσεις. Το κυβερνητικό κόμμα, για παράδειγμα, έδωσε έμφαση στο διψήφιο προβάδισμα που το χωρίζει από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζοντας ότι είναι η μεγαλύτερη διαφορά που έχει καταγραφεί ποτέ σε ευρωεκλογές. 

Επεχείρησε έτσι να παρακάμψει το γεγονός ότι όχι μόνον δεν πέτυχε τον στόχο της επανάληψης του 33,12% που είχε λάβει στις προηγούμενες ευρωεκλογές, αλλά και ότι, με το 28,27% στο οποίο υποχώρησε και είναι το χαμηλότερο που έχει πάρει πρώτο κόμμα σε ευρωπαϊκές εκλογές, έχασε και την άτυπη δεύτερη γραμμή άμυνας που ήταν να μην πέσει κάτω από 30%.

Ομοίως, ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος υποχώρησε στο 14,9% και βρέθηκε τρεις μονάδες κάτω από το περυσινό βουλευτικό ποσοστό που πέτυχε ο Αλέξης Τσίπρας και οκτώ μονάδες κάτω από το ποσοστό που είχε στην ευρωκάλπη του 2019, επεχείρησε να ρίξει το βάρος στη μείωση της διαφοράς με τη ΝΔ από τις 23 στις 13,5 μονάδες. 

Πλην, όμως, η επιχείρηση παραπέμπει σε ένα ακόμη γνωστό και μακάβριο ανέκδοτο με τους υδατοσφαιριστές οι οποίοι, ενώ είχαν χάσει συντριπτικά τον αγώνα, πανηγύριζαν έξαλλα επειδή στο προηγούμενο παιχνίδι είχαν και… ανθρώπινες απώλειες από πνιγμό.

Ούτε φυσικά το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη μπορεί να είναι ευχαριστημένο με την επίδοση του 12,8% που πέτυχε σε αυτή την κάλπη διαψεύδοντας δημοσκοπήσεις και αναλυτές. 

Η αύξηση, όμως, της δύναμής του σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του προηγούμενου χρόνου είναι πολύ ισχνή και δεν διασκεδάζει την εντύπωση από το γεγονός ότι δεν πέτυχε τον στόχο της δεύτερης θέσης που είχε θέσει. 

Πολύ περισσότερο που δεν κατάφερε να καρπωθεί από τη φθορά της κυβερνητικής παράταξης αλλά και από την εμφανή κρίση ηγεσίας που αντιμετωπίζει ο όμορος ΣΥΡΙΖΑ. 

Με τους ρυθμούς ανόδου που εμφανίζει θα χρειαστεί να περάσουν πολλές εκλογικές αναμετρήσεις για να μετατραπεί σε εναλλακτική δύναμη διακυβέρνησης.

Επίσης τα ποσοστιαία κέρδη τα οποία αποκόμισαν τα επόμενα στην κατάταξη κόμματα, όπως είναι η Ελληνική Λύση που υπερδιπλασίασε τις δυνάμεις της ή το ΚΚΕ που κινήθηκε μεν ανοδικά αλλά έχασε την τέταρτη θέση και η Φωνή Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου που απέσπασε ευρωέδρα, δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι ανατρέπουν τους υφιστάμενους συσχετισμούς δυνάμεων ή δημιουργούν νέα δεδομένα για τους διεκδικητές της μελλοντικής διακυβέρνησης.

Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, από μόνο του το γεγονός ότι από αυτήν την εκλογική αναμέτρηση απουσίασαν πάνω από δύο εκατ. Έλληνες που ψήφισαν πριν από ένα χρόνο, συνιστά μια δυσμενή πραγματικότητα που ουδείς μπορεί να την παραβλέψει, χρεώνοντάς την στους αντιπάλους. 

Επειδή τα ποσοστά της αποχής μπορεί να μη δίνουν την πραγματική εικόνα, εξαιτίας του ότι οι εκλογικοί κατάλογοι χρόνια τώρα δεν έχουν εκκαθαριστεί από τεθνεώτες και ίσως και από διπλοεγγεγραμμένους, ας προσεγγίσουμε το θέμα από την μεριά της συμμετοχής.

Στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 2023 ψήφισαν σχεδόν 6,1 εκατ. Έλληνες πολίτες, αριθμός που στην επαναληπτική εκλογή που έγινε τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου υποχώρησε στα 5,3 εκατ. ψηφοφόρους. Σε αυτές τις ευρωεκλογές οι εκλογείς που άσκησαν το δικαίωμά τους μόλις μετά βίας πέρασαν τα 4 εκατ., σπάζοντας κάθε προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ συμμετοχής. 

Με άλλα λόγια, ένας στους τρεις που ψήφισαν πέρυσι δεν αισθάνθηκε την υποχρέωση να το επαναλάβει φέτος, παρά τη διευκόλυνση που είχαμε από την καινοτόμα διαδικασία της επιστολικής ψήφου.

Συγκριτικά, εξάλλου, με την αντίστοιχη ευρωκάλπη του 2019, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχασαν από 750 χιλιάδες ψηφοφόρους, ενώ στον αντίποδα η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου κέρδισε 134 χιλιάδες ψηφοφόρους, το ΚΚΕ προσεταιρίστηκε 65 χιλιάδες περισσότερους ψηφοφόρους και το ΠΑΣΟΚ πρόσθεσε στις δυνάμεις του μόλις 62 χιλιάδες επιπλέον ψηφοφόρους.

Κατόπιν τούτων, ποιο αλήθεια από τα κόμματα, δικαιούται να αναλύσει τα αποτελέσματα της Κυριακής καταλήγοντας στο ανεκδοτικό… «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε»;

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

Και στο... Αμέρικα, dear Stefanos, όσοι πολιτεύονται αφήνουν τις επιχειρήσεις τους

 

Όταν το 2010 ένας Έλληνας ελεύθερος επαγγελματίας, ο οποίος είχε μια σχετικά χαλαρή σχέση συνεργασίας με ελληνική επιχείρηση που είχε εξαγοραστεί από αμερικανική πολυεθνική εταιρία, αποφάσισε να… δοκιμάσει την τύχη του κατεβαίνοντας στις περιφερειακές εκλογές βρέθηκε προ εκπλήξεως όταν γνωστοποίησε την πρόθεσή του να «πολιτευθεί».

Οι ιθύνοντες της εταιρίας, μαζί με τις ευχές τους για καλή επιτυχία στον αγώνα για την εκλογή του και τις ευχαριστίες τους για την έως τότε συνεργασία, τον κάλεσαν να αιτηθεί ο ίδιος τη διακοπή της σύμβασης παροχής υπηρεσιών που είχε συνάψει μαζί τους. Επειδή, όπως ευγενικά του εξήγησαν, με βάση την αμερικανική νομοθεσία, υπήρχε «σύγκρουση συμφερόντων» («conflict of interest»).

Όπως του διευκρίνισαν αμέσως μετά, ο «νόμος Σαρμπάνη - Όξλι» (Sarbanes - Oxley Act) που ψηφίστηκε από τα δύο νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ το 2002 και φέρει τα ονόματα των εισηγητών του, του (Ελληνοαμερικανού) Δημοκρατικού Γερουσιαστή Πωλ Σαρμπάνη από το Μέριλαντ και του Ρεπουμπλικανού βουλευτή Μάικλ Όξλι από το Οχάιο, προβλέπει ότι όποιος διεκδικεί αιρετό αξίωμα δεν μπορεί επ΄ ουδενί να συνεργάζεται με αμερικανική εταιρία.

Ακόμη και αν η υποψηφιότητα που θέλει να υποβάλλει κάποιος είναι στην… Κολοπετινίτσα της άλλης άκρης του πλανήτη, το ασυμβίβαστο των δύο ιδιοτήτων είναι απόλυτο και η απαγόρευση συνέχισης της συνεργασίας άκαμπτη. Αλλά και πριν από τον «νόμο Σαρμπάνη - Όξλι», που υιοθετήθηκε επί της προεδρίας του Τζορτζ Μπους του νεότερου, έπειτα από μια σειρά σκανδάλων διαπλοκής που ξέσπασαν εκείνη την περίοδο στις ΗΠΑ, στην υπερατλαντική χώρα υπήρχαν πάντα περιορισμοί και ασυμβίβαστα μεταξύ της πολιτικής και της επιχειρηματικής δράσης.

Πριν από κάποια χρόνια ένας εκλεγμένος πολιτειακός Γερουσιαστής στην Καλιφόρνια αντιμετώπισε πρόβλημα έκπτωσης επειδή κατά την προεκλογική περίοδο είχε χρησιμοποιήσει τα φωτοτυπικά μηχανήματα της προσωπικής εταιρίας του για την αναπαραγωγή του υλικού της καμπάνιας του που έστελνε στους ψηφοφόρους της περιφέρειάς του. Το «έγκλημα» στο οποίο είχε υποπέσει ήταν ότι η προσωπική εταιρία, την οποία είχε ιδρύσει ως πολιτικός μηχανικός, δεν ήταν στους δηλωμένους χρηματοδότες της καμπάνιας του και άρα με τον τρόπο αυτό θεωρήθηκε ότι είχε γίνει αποδέκτης μη νόμιμης χρηματοδότησης.

Θυμήθηκα όλες αυτές τις ιστορίες παρακολουθώντας τις προηγούμενες μέρες τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανο Κασσελάκη να ψελλίζει διάφορες δικαιολογίες για τα περιουσιακά του στοιχεία και να επικαλείται, ανάμεσα σε πολλές άσχετες περικοκλάδες (όπως οι… αγροτικές επιδοτήσεις που λαμβάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για τα ελαιόδενδρά του), την ιδιότητα του ομογενούς που ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να αποφύγει να δώσει σαφείς εξηγήσεις για την περιουσιακή του κατάσταση και την επιχειρηματική δραστηριότητα που εξακολουθεί να έχει εκτός Ελλάδος.

Είναι πραγματικά απορίας άξιον ποιος είναι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο ο κ. Κασσελάκης δεν ξεκαθαρίζει άπαξ δια παντός τα όσα αφορούν την περιουσιακή του κατάσταση, τηρώντας το γράμμα της ελληνικής νομοθεσίας περί «πόθεν έσχες» αλλά και τους καθιερωμένους κανόνες της πολιτικής δεοντολογίας. Αν, μάλιστα, όπως αφήνει να διαφανεί ότι πιστεύει ο ίδιος, ότι οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν είναι τόσο... «καθαροί», αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος για να δείξει ότι εκείνος, που είναι διαφορετικός, δεν έχει να φοβηθεί από τη διαφάνεια.

Πέρα, πάντως, από την προσωπική βούληση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, η ισχύουσα νομοθεσία ορίζει ρητά και με αναμφισβήτητη σαφήνεια ότι για τους πολιτικούς, όπως και για όλους τους άλλους υπόχρεους υποβολής δήλωσης «πόθεν έσχες» (δημάρχους, δημοσίους υπαλλήλους, δημοσιογράφους, κ.λπ.), η υποχρέωση να δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία (ακίνητα, καταθέσεις, συμμετοχή σε επιχειρήσεις, κ.ά.) ξεκινά από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων τους.

Θεωρητικά τουλάχιστον, αυτός είναι ο σκοπός για τον οποίο θεσμοθετήθηκε πριν από περίπου 60 χρόνια το «πόθεν έσχες», καθώς μόνον έτσι μπορεί να φανεί πως μπήκε κανείς στην πολιτική και αν πλούτισε χάρις σε αυτήν. Υπό αυτή τη συνθήκη, ο νεοείσακτος στον εγχώριο πολιτικό στίβο Κασσελάκης θα έπρεπε, ανεξάρτητα από τις τυπικές προβλέψεις του νόμου, να είχε δώσει στη δημοσιότητα όλα τα στοιχεία που συνθέτουν την περιουσία του για να μπορεί να ισχυρίζεται ότι... δεν είναι ίδιος με την παραδοσιακή πολιτική τάξη.

Μέχρι στιγμής, άλλωστε, ουδείς κατηγόρησε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ ότι πλούτισε παράνομα. Εκείνο, όμως, που όλο και περισσότεροι διαπιστώνουν είναι ότι το προσωπικό του «αφήγημα» για τον πακτωλό του πλούτου που κατάφερε να εξασφαλίσει με εργασία λίγων ετών δεν βρίσκει ισχυρό έρεισμα στην πραγματικότητα και όσα έρχονται στο φως για την επιχειρηματική δραστηριότητα δεν δικαιολογούν την κομπορρημοσύνη του ότι «έχω τόσα χρήματα που δεν θα χρειαστεί να ξαναδουλέψω στη ζωή μου».

Άλλες είναι, για παράδειγμα, οι εντυπώσεις που δημιουργείς όταν μιλάς σε τηλεοπτικά μεσημεριανάδικα για τα αστακοκάραβα που διαθέτεις και άλλη η εικόνα που συντίθεται όταν η δημοσιογραφική έρευνα -του «Πρώτου Θέματος», εν προκειμένω- καταδεικνύει ότι πρόκειται για δύο όλα κι όλα σκάφη, τα οποία μάλιστα είναι δεμένα και υπάρχουν αγγελίες για την πώλησή τους. Ο κ. Κασσελάκης επανέρχεται τότε για να πει ότι πούλησε πριν από έναν χρόνο την εταιρία στην οποία ανήκουν τα διαβόητα αστακοκάραβα που μια βδομάδα νωρίτερα επαίρονταν ότι κατείχε και τον βοήθησαν να πλουτίσει.

Όπως και να έχει, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο ήταν νομικά και ηθικά υποχρεωμένος αφενός να δηλώσει καταλεπτώς στη δημοσιότητα την περιουσιακή του κατάσταση και αφετέρου, με βάση τον νόμο που ψηφίστηκε το 2016 επί των ημερών της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, να πουλήσει όλες τις επιχειρήσεις που είχε στο εξωτερικό.

Έξι μήνες μετά την εκλογή του, ο κ. Κασσελάκης όχι μόνον αποφεύγει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του αλλά με θράσος εμφανίζεται ως δήθεν θύμα των αντιπάλων του και των μέσων ενημέρωσης που τον ψάχνουν και θέτουν ερωτήματα. Είναι, βλέπετε, που ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και οι υποστηρικτές του κήδονται της προστασίας του Κράτους Δικαίου και πασχίζουν τάχατες για το δικαίωμα των μέσων ενημέρωσης να ελέγχουν τους αντιπάλους τους αλλά όχι τους ίδιους.

Αν είχε, άραγε, πολιτευθεί στο... Αμέρικα ο dear Stefanos, τα ίδια θα έκανε; Ας το σκεφτεί τώρα που ως φαντάρος, που ντύνεται από σήμερα, θα έχει χρόνο και δεν αποσπάται από την «αδιαμεσολάβητη» δήθεν επικοινωνία μέσω του Tik Tok.

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

Με τον Στέφανο ή με τον Αλέξη; Ούτε… ψύλλος στον κόρφο του ΣΥΡΙΖΑίου οπαδού


Μπορεί να μην είναι η πρώτη φορά -και ούτε προφανώς θα είναι η τελευταία- που ένας κομματικός σχηματισμός αντιμετωπίζει προβλήματα συνοχής του στελεχιακού του δυναμικού, το δράμα, όμως, ενώπιον του οποίου βρίσκονται αυτό το διάστημα οι εναπομείναντες οπαδοί και φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ είναι νομίζω πρωτοφανές και απερίγραπτο.

Μετά την πολλαπλή εκλογική ψυχρολουσία που υπέστησαν τον περασμένο Ιούνιο, ο βασικός υπαίτιος της χωρίς προηγούμενο καταβαράθρωσης που γνώρισε ποτέ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είχε τη γενναιότητα να παραιτηθεί πάραυτα αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις επαναλαμβανόμενες ήττες.

Ο λόγος φυσικά για τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, με την αλαζονεία του τάχατες αυτοδημιούργητου και δήθεν ταλαντούχου πολιτικού, που στην πραγματικότητα κατά τη μακρά διαδρομή του δεν έκανε τίποτε σπουδαιότερο από το να καβαλήσει το κύμα της λαϊκής οργής όταν η χώρα μπήκε στη μνημονιακή μέγγενη, χρειάστηκε πέντε ολόκληρες μέρες από τον διασυρμό που γνώρισε στην τελευταία βουλευτική κάλπη για να ανακοινώσει ότι αποφάσισε να… παραμερίσει.

Ναι, ναι, ο τέως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ποτέ του δεν παραιτήθηκε, όπως τόσο παραστατικά φρόντισε να μας θυμίσει λίγα μόλις λεπτά της ώρας πριν ανοίξει τις πύλες του το πρώτο Συνέδριο του κόμματός του που επρόκειτο να συνέλθει χωρίς να είναι ο ίδιος στο τιμόνι.

«Αποφάσισα να παραμερίσω για να περάσει ένα νέο κύμα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ», ανέφερε επί λέξει ο ίδιος ο κ. Τσίπρας στη διαβόητη πλέον (χθεσινή) δήλωση με την οποία προσπάθησε να ισοπεδώσει τον… άμοιρο διάδοχό του που μάλλον από άγνοια κινδύνου φορτώθηκε πολιτικά βάρη και ανομήματα που δεν του αναλογούσαν.

«Ήθελα με τη στάση μου να προκαλέσω ένα ηλεκτροσόκ ανάταξης στον κλονισμένο οργανισμό του κόμματος, που βρέθηκε μπροστά σε μια απρόσμενη σε εύρος ήττα, ώστε να συνέλθει σύντομα», ισχυρίστηκε ο πρώην πρωθυπουργός στη δήλωσή του, η οποία, παρότι ήταν μακροσκελής και αρκούντως φλύαρη ως προς τις ευθύνες των επιγόνων του που έμειναν στον ΣΥΡΙΖΑ ή έφυγαν από αυτόν, δεν χώρεσε ούτε τον παραμικρό υπαινιγμό αυτοκριτικής.

Για ποιόν άραγε ήταν απρόσμενη η συντριπτική ήττα την οποία υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ τον καιρό που εκείνος ηγούνταν; Και, πολύ περισσότερο, ποιος φταίει που η Κουμουνδούρου δεν… είχε πάρει χαμπάρι ότι δεν ήταν στραβός ο γιαλός αλλά ήταν ο ηγέτης της που έκανε το καράβι να αρμενίζει στραβά; Ποιος εκβίαζε τους δημοσκόπους και ποιος απειλούσε τα μέσα ενημέρωσης και τους δημοσιογράφους που προειδοποιούσαν για τα προφανή μελλούμενα;

Έπειτα από όλα αυτά και τους οκτώ μήνες της προσωπικής του σιωπής που μεσολάβησαν, είναι απορίας άξιον από που αντλεί ο συγκυβερνήτης του Πάνου Καμμένου το θράσος να στηλιτεύει τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ για «φαινόμενα ιδιοτέλειας, ναρκισσισμού, παραβίασης των αρχών της συλλογικότητας και της συντροφικότητας, (που) έχουν παραλύσει τον κομματικό οργανισμό».

Όποια άποψη και αν έχει κανείς για τον -αναμφισβήτητα- «ναρκισσιστή» Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος ηγείται του ΣΥΡΙΖΑ χάρις στη δήθεν «ευμενή ουδετερότητα» που τήρησε ο Αλέξης Τσίπρας στην κούρσα διαδοχής του, αλλά στην πραγματικότητα εξελέγη επειδή οι φίλοι του τέως αρχηγού νόμιζαν ότι ο αμερικανοτραφείς επιχειρηματίας απλώς θα του ζέσταινε την καρέκλα μέχρι να επιστρέψει, οι τελευταίες εξελίξεις έδειξαν ότι. μέσα στην πολυπλοκότητά της, η πολιτική είναι πολύ πιο απλή από όσο νομίζουν οι σύγχρονες ρεπλίκες του μακιαβελισμού.

Τόσο απλή που ακόμη και… αφελή, όπως κάποιοι θέλουν να ισχυρίζονται, «αμερικανάκια» να αντιλαμβάνονται τους προσωπικούς υπολογισμούς των δήθεν «μπαρουτοκαπνισμένων» αριστερών, οι οποίοι στην πραγματικότητα ζουν ακόμη στις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις που τους επέτρεπαν να ισχυρίζονται ότι θα καταργήσουν τα Μνημόνια «με ένα άρθρο και με ένα νόμο», χωρίς ποτέ να μετανοήσουν για την παραπλάνηση των πολιτών.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο Στέφανος Κασσελάκης στην εναρκτήρια ομιλία του στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ «σήκωσε το γάντι» που του πέταξε ο κ. Τσίπρας και απάντησε λέγοντας: «Όποιος νομίζει ότι μπορεί να ανορθώσει ένα κόμμα που συνετρίβη και διασπάστηκε δύο φορές μέσα σε λίγους μήνες, ας έρθει να αναλάβει». Για να προσθέσει αμέσως μετά: «Ζητούν να λογοδοτήσω για τις κακές δημοσκοπήσεις όσοι δε λογοδότησαν ποτέ για τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ από το 32 στο 18%».

Είναι παγκοίνως γνωστό ότι η πλειονότητα των μέχρι πρότινος υποστηρικτών του κ. Κασσελάκη ήταν ταυτόχρονα και φανατικοί θαυμαστές του Αλέξη Τσίπρα, οι οποίοι πίστευαν ότι ο νέος ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παρά ο… εκδικητής που ανέλαβε να πάρει πίσω το αίμα του τέως αρχηγού τον οποίο τάχατες υπονόμευαν οι συνεργάτες του.

Το σχήμα του «εσωτερικού εχθρού» που δήθεν υπονομεύει τον ηγέτη είναι, έξαλλου, τόσο παλιό όσο και η ίδια Πολιτική. Με τη διαφορά, όμως, ότι άλλοτε λειτουργεί και άλλοτε, όπως στην προκειμένη περίπτωση, προκαλεί γέλωτες και καγχασμούς.

Διότι ποιος εχέφρων άνθρωπος θα πιστέψει ότι για τα δεινά του ΣΥΡΙΖΑ, που δημοσκοπικά τουλάχιστον έχει πάψει να είναι αξιωματική αντιπολίτευση, αφήνοντας την κυβέρνηση της ΝΔ να κάνει «πάρτι», ευθύνονται η Αχτσιόγλου, ο Χαρίτσης ή ο Τσακαλώτος και όχι ο ίδιος ο Τσίπρας ο οποίος διεκδικεί ακόμη να έχει ρόλο στα πολιτικά τεκταινόμενα;

Όπως και να έχει, το μεγαλύτερο δράμα ζουν στις μέρες μας οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ που με πολύ επώδυνο τρόπο πρέπει να αποφασίσουν αν είναι με τον… παραδοσιακό Αλέξη ή με τον… σύγχρονο Στέφανο. Προσωπικά δεν θα ήθελα να είμαι «ούτε ψύλλος στον κόρφο τους», όπως λέει η γνωστή λαϊκή παροιμία.

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Τρικυμία στο… (μισο)άδειο ποτήρι της Κεντροαριστεράς

    Τρεις νέοι -και εν πολλοίς φερέλπιδες- πολιτικοί από διαφορετικούς πολιτικούς σχηματισμούς, ο Μανόλης Χριστοδουλάκης από το ΠΑΣΟΚ, η Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά και ο Διονύσης Τεμπονέρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, απεδέχθησαν την πρόσκληση μιας εφημερίδας για να συμμετάσχουν σε μια συζήτηση για τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις.

         Από μια πρώτη άποψη, δεν φαίνεται να υπήρξε τίποτε το επιλήψιμο στην οργάνωση μιας τέτοιας εκδήλωσης. Από που κι ως όπου, άλλωστε, είναι πρόβλημα τρεις νέοι πολιτικοί να μη μπορούν να συνομιλούν μεταξύ τους, να εκφράζουν τις απόψεις τους και να προβληματίζονται για το μέλλον που επιφυλάσσουν στην ελληνική κοινωνία οι τρέχουσες καταστάσεις; Θα ήταν ευχής έργον αν οι Έλληνες πολιτικοί κατάφερναν να ανταλλάσσουν απόψεις χωρίς υστεροβουλίες και υπολογισμούς.    

         Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο τίτλος τον οποίο επέλεξαν να βάλουν οι οργανωτές της εκδήλωσης ήταν τουλάχιστον αφελής, αν όχι πολιτικά προβοκατόρικος. «Απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος;», είναι το βαρύγδουπο ερώτημα στο οποίο υποτίθεται ότι θα κληθούν να απαντήσουν ένας συμπαθής πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, μια παρ΄ όλίγον ηγέτις του ΣΥΡΙΖΑ και ένα στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που μέχρι στιγμής δεν έχει γνωρίσει την επικύρωση της λαϊκής νομιμοποίησης.

         Δεν ξέρω ποιος το σκέφθηκε το συγκεκριμένο ερώτημα, αλλά, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι απολύτως υπονομευτικό για το όλο εγχείρημα της υποτιθέμενης αναζήτησης εναλλακτικής πολιτικής προσωπικότητας που θα διαδεχθεί τον σημερινό πρωθυπουργό, ο οποίος, όπως συνήθως συμβαίνει στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, αποκλείεται να είναι… αιώνιος στο αξίωμα.

         Το πότε, όμως, αλλά κυρίως το από ποιον, θα γίνει, αργά ή γρήγορα, η διαδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο αποκλείεται να απαντηθεί σε μια ημερίδα που μάλλον πρόχειρα και σίγουρα αυτάρεσκα κάποιοι οργάνωσαν, θεωρώντας ότι μπορεί να καθορίσουν τα πολιτικά μελλούμενα με μόνο κριτήριο τη δική τους βουλησιαρχία ή ίσως και προπέτεια.

         Η αναμφισβήτητη αλήθεια είναι ότι ο χώρος της Κεντροαριστεράς, το οποίον με τον έναν ή τον άλλο φιλοδοξούν να εκπροσωπούν οι τρεις συγκεκριμένοι πολιτικοί, υπερβαίνει κατά πολύ τις δικές τους -θεμιτές ή αθέμιτες- φιλοδοξίες. Διότι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Κεντροαριστερά είναι ο κατακερματισμός, ο οποίος σχετίζεται απολύτως με τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν σε μια σειρά από διαφορετικά ζητήματα με έντονη ιδεολογική χροιά. 

Πώς αποτιμούν, για παράδειγμα, την υπερτετραετή διακυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ; Και, επίσης πώς εκτιμούν τον ρόλο που διαδραμάτισε στα πολιτικά πράγματα της τελευταίας 15ετίας ο Αλέξης Τσίπρας; Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι τον τελευταίο έσπευσε να συναντήσει τις προηγούμενες μέρες ο κ. Τεμπονέρας, θέλοντας ενδεχομένως να δείξει ότι οι πρωτοβουλίες του έχουν -αν μη τι άλλο!- την επίνευση του τέως αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, ας μην ξεχνάμε, ποτέ δεν παραιτήθηκε, παρά μόνο, κατά την επίσημη δήλωσή του, «παραμέρισε».

Όπως και να έχει, και σε πείσμα με τις δεύτερες σκέψεις που κάνουν κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην περί ής ο λόγος εκδήλωση, η διάσταση που της δόθηκε είναι δυσανάλογη τόσο του πολιτικού διαμετρήματος των τριών στελεχών που θα καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι για να βρουν τον αντικαταστάτη του Μητσοτάκη όσο και των παραμέτρων που συνθέτουν το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό.

Από την άλλη, δυσανάλογα μεγάλος μοιάζει να είναι και ο θόρυβος που ξεσηκώθηκε γύρω από την συγκεκριμένη εκδήλωση. Και αυτό διότι η ετερόκλητη τριάδα, όπως και όλοι όσοι έχουν αντίστοιχες ανησυχίες, προτού αναζητήσουν τον επόμενο πρωθυπουργό, χρειάζεται να διαμορφώσουν μια συνεκτική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης η οποία να αμφισβητεί βάσιμα την διαχειριστική επάρκεια του κ. Μητσοτάκη και των πολιτικών προσώπων που τον πλαισιώνουν στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας κατά τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια.

Όσο αυτό δεν συμβαίνει, καμμιά ημερίδα δεν θα καταφέρει να συγκολλήσει τις διαφορετικές τάσεις που επικρατούν στην Κεντροαριστερά. Με αποτέλεσμα η αναταραχή που κάποιοι διαβλέπουν να προκαλείται από πρωτοβουλίες αυτού του είδους να μην είναι στην πραγματικότητα τίποτε περισσότερο από… τρικυμία σε ένα (μισο)άδειο ποτήρι, όπως μοιάζει ο χώρος της Κεντροαριστεράς στις μέρες μας.

Δεν μπορεί, άλλωστε, να περάσει απαρατήρητο ότι, με βάση την τελευταία δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας (Alco για τον Alpha) το άθροισμα των δημοσκοπικών ποσοστών  τα οποία συγκεντρώνουν στην πρόθεση ψήφου το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά (24,5%) υπολείπονται της επίδοσης την οποία επιτυγχάνει η κυβερνητική παράταξη (28,2%). 

Αν και είναι αρκετοί εκείνοι που δεν βρίσκουν ευθείες αναλογίες, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου ο Χάρης Δούκας κατάφερε να ανατρέψει πολύ μεγαλύτερη διαφορά που χώριζε όχι μόνον τον ίδιο αλλά και τους συμμάχους που εξασφάλισε στη μάχη του δεύτερου γύρου από τον βασικό του αντίπαλο Κώστα Μπακογιάννη. 

Η ουσιαστική διαφορά, όμως, ήταν ότι ο Δούκας έδειξε εξαρχής να πιστεύει στην νίκη και, εκπονώντας ένα πρόγραμμα που διέφερε από τα τετριμμένα και μεγαλεπήβολα, κάλυψε τη δεύτερη Κυριακή μια δυσθεώρητη διαφορά που τον χώριζε στον πρώτο γύρο από τον αντίπαλό του, ο οποίος, επειδή πίστευε ότι ήταν… «άχαστος», επέλεξε να τον αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο στο περίφημο ντιμπέιτ που θα μνημονεύεται για χρόνια ως «case study» πολιτικής ανατροπής.  

Συμπέρασμα; Για να γεμίσει το ποτήρι της Κεντροαριστεράς, ώστε να καταστεί πλειοψηφική δύναμη, απαιτείται να συντρέξουν δύο απαράβατες προϋποθέσεις: ρηξικέλευθο πρόγραμμα και ηγέτης που να πείθει ότι μπορεί να το εφαρμόσει. Όλα τα άλλα είναι για να έχουν ύλη οι εφημερίδες και τα σάιτ και για να καταναλώνουν χρόνο τα τηλεοπτικά πρωινάδικα όταν δεν κατακλύζονται από το lifestyle του νεόκοπου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.